
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Η Αγία μας Εκκλησία με την Ορθόδοξη Πατερική διδασκαλία της αποφαίνεται για την Παναγία μας ότι είναι η Αειπάρθενος Κόρη, η Οποία μέσα σε όλη την υλική και πνευματική δημιουργία, έφθασε στην πληρέστερη ανθρώπινη δυνατότητα να γίνει η Μητέρα του Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός.
Είναι Εκείνη, η Οποία δέχθηκε στην παναγία Γαστέρα της τον Υιό του Θεού και με αυτόν τον τρόπο το Όνομα Θεοτόκος είναι μία αναπόσπαστη συνέπεια του Ονόματος Θεάνθρωπος.
Το μυστήριο της Ενανθρωπήσεως εμπεριέχει και την Μητέρα του Ενανθρωπήσαντος Λόγου. Ο Θεός Λόγος έζησε υποστατικώς ως ένα μέρος του σώματός της. Με την δική της σάρκα και το δικό της αίμα έζησε μέσα στην πανάμωμο Μήτρα της ο Θεός.
Έτσι η Θεοτόκος Μαρία ταύτισε την ύπαρξή της με την ζωή του ακτίστου Λόγου. Ένωσε θα λέγαμε στην δική της ζωή την κτίση με τον Κτίστη της.
Η εκκλησιαστική ποίηση, για να κηρύξει την ανακαίνιση του σύμπαντος κόσμου αποδίδει στην Παναγία Μητέρα του Κυρίου μας περιληπτικώς τις φυσικές εικόνες. Την ονομάζει «ουρανόν», «γη αγαθή», «όρος αλατόμητον», «πέτρα ποτίζουσα τους διψώντας την ζωήν» καὶ «άρουρα βλαστάνουσα ιλασμούς».
Οι αιρετικοί, Παπικοί και Προτεστάντες, δεν διαθέτουν χώρο στη θεολογία τους ή κακοδοξούν για την Θεοτόκο Μαρία, για τον λόγο ότι εκπίπτουν της αληθείας, όσον αφορά στο πρόσωπο της Θεοτόκου. Έτσι, όταν δεν αληθεύεις ή αγνοείς το πρόσωπο της Θεοτόκου Μαρίας, έπεται ως φυσική συνέπεια το να παρερμηνεύεις και το πρόσωπο του Θεανθρώπου Κυρίου. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος μας λέγει ότι όποιος δεν θεωρεί Θεοτόκον την Αγία Μαρία είναι ά-σχετος με την Θεότητα: «Ει τις ου Θεοτόκον την Μαρίαν υπολαμβάνει, χωρίς εστί της θεότητος» (PG 37, 177C).
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να τονίσουμε ότι η Θεολογία, αλλά και η ευσέβεια πρέπει πάντα να οδηγείται και να ελέγχεται από την δογματική διδασκαλία. Γι’ αυτό και ο Φλωρόφσκυ επισημαίνει ότι σε μια ελλιπή Χριστολογία δεν υπάρχει χώρος για την Μητέρα του Θεού (Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας, 1973, 126).
Η ευλάβεια προς την Μητέρα του Θεανθρώπου Κυρίου διαποτίζει κυριολεκτικώς ολόκληρο το είναι της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και -όπως τονίζει ο Σμέμαν- ο σεβασμός αυτός προς την Μητέρα του Κυρίου αποτελεί μια «διάσταση» του δόγματος, της ευσεβείας, της Χριστολογίας καθώς και της Εκκλησιολογίας (Σμέμαν, Η Παναγία, Ακρίτας 2000, 78).
Η θέση που κατέχει η Παναγία μας μέσα στο Θείο σχέδιο για την σωτηρία και λύτρωση του ανθρώπου είναι μοναδική και ανεπανάληπτη. Για τον λόγο αυτό ψάλλει η Αγία μας Εκκλησία: «Η γέννησίς σου Θεοτόκε χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη. Εκ σου γαρ ανέτειλεν ο ήλιος της Δικαιοσύνης Χριστός ο Θεός ημών» (Απολυτίκιον Γενεσίου Θεοτόκου).
Δικαίως, λοιπόν, βρίσκει όλη η Δημιουργία στο πρόσωπο της Θεοτόκου Μαρίας την πύλη της «όντως ζωής», την είσοδο προς το πλήρωμα των ανθρωπίνων δυνατοτήτων.
Θα τελειώσω το σύντομο αυτό άρθρο μου με τα λόγια του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά: «Ω! Παρθένε θεία και τώρα ουρανία, πώς να περιγράψω όλα τα προσόντα σου; Πώς να Σε δοξάσω, τον θησαυρό της δόξης; Σου και η μνήμη μόνον αγιάζει αυτόν που την χρησιμοποιεί [...] δια Σου καταλάμπεται το πνεύμα με την επιδημία του Θείου Πνεύματος [...] Μετάδωσε λοιπόν πλούσια στον λαόν σου, σ’ αυτόν τον κλήρον σου, το έλεός σου και τα χαρίσματά σου, ω Δέσποινα. Δώσε λύση των δεινών που μας κατέχουν» (Παλαμικόν Ταμείον, 436).
Πηγή: Ακτίνες
Ο ΠΙΣΤΟΣ ἄνθρωπος θεωρεῖ τὴν προσευχὴ ἀνάγκη τῆς ψυχῆς του καὶ ὄχι καθῆκον, ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελεῖ σὲ τακτὰ χρονικὰ διαστήµατα, ὅταν φυσικὰ δὲν ἔχει ἄλλες ἀπασχολήσεις καὶ εἶναι ἐλεύθερος ἀπὸ βιοτικὲς µέριµνες.
Ἡ προσευχὴ δὲν περιορίζεται στὴν κοινὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς τοῦ ναοῦ, ἀλλὰ πρέπει νὰ λειτουργεῖ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸν τόπο καὶ τὸ χρόνο. Ὡστόσο, χρειάζονται οἱ πνευµατικὲς προϋποθέσεις προκειµένου ἡ προσευχὴ νὰ εἶναι καρποφόρος. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἀπευθυνόµενος στὸ µαθητή του Τιµόθεο, ἀναφέρεται στὴν προσευχή, ποὺ πρέπει νὰ κάνουν οἱ ἄντρες καὶ οἱ γυναῖκες καὶ σηµειώνει τί πρέπει νὰ προσέχουν, γιὰ νὰ µὴ ἐπιδίδονται σ’ ἕνα ἔργο, ποὺ δὲν θὰ ἀπέδιδε τίποτα τὸ οὐσιαστικό. Γιὰ τοὺς ἄντρες λέει: «Βούλοµαι οὖν προσεύχεσθαι τοὺς ἄνδρας ἐν παντὶ τόπῳ, ἐπαίροντας ὁσίους χεῖρας χωρὶς ὀργῆς καὶ διαλογισµοῦ» (Α΄ Τιµ. β΄ 8). ∆ηλαδή, ὁ Παῦλος ζητάει νὰ προσεύχονται οἱ ἄντρες σὲ κάθε τόπο, νὰ ἔχουν χέρια καθαρὰ ἀπὸ κάθε µολυσµό, νὰ µὴ ἔχουν µέσα τους ὀργὴ γιὰ πρόσωπα καὶ βέβαια νὰ µὴ ἔχουν δισταγµὸ ὀλιγοπιστίας.
Ἡ προσευχὴ γίνεται παντοῦ. Σὲ κάθε τόπο, ὅπου καὶ νὰ βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος, ἀνάµεσα σὲ ἄλλους ἀνθρώπους ἀλλὰ καὶ µακριὰ σὲ ἐρηµικὲς περιοχές. Στὴν ἐποχή µας, ποὺ εὔκολα µετακινοῦνται οἱ ἄνθρωποι µὲ τὰ ἰδιωτικά τους αὐτοκίνητα, οἱ ἐρηµικοὶ καὶ ἥσυχοι τόποι εἶναι προσιτοὶ σχεδὸν σ’ ὅλους καὶ µποροῦν νὰ προσεύχονται ἀπερίσπαστοι. Ἀκόµα καὶ οἱ καθηµερινὲς πορεῖες, ὅταν δὲν εἶναι ὁµαδικές, προσφέρονται γιὰ προσευχή. Περπατᾶς µέσα στὸ δάσος καὶ προσεύχεσαι. ∆οξολογεῖς τὸ Θεὸ καὶ ζητᾶς τὸ ἔλεός του.
Παρενθετικὰ πρέπει νὰ πῶ δυὸ λόγια γιὰ τὴν ἐνόχληση καὶ τὸν περισπασµό, ποὺ προκαλεῖ τὸ κινητὸ τηλέφωνο µὲ τὰ συνεχῆ χτυπήµατα γιὰ δευτερεύοντα καὶ ἀσήµαντα πράγµατα. Καλὸ εἶναι νὰ µὴ ἔχει κανεὶς τὸ κινητὸ τηλέφωνο κοντά του. Ἀντὶ νὰ κρατᾶ τὸ τηλέφωνο, ἂς κρατᾶ τὸ κοµποσχοίνι, µὲ τὸ ὁποῖο µπορεῖ νὰ ἐπικοινωνεῖ µὲ τὸ Θεό.
Ἡ ἐπιθυµία γιὰ προσευχὴ καὶ ἡ ἀποτελεσµατικότητά της ἔχουν στενότατη σχέση µὲ τὴν καθαρότητα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, τὰ ἀγαθὰ ἔργα του, τὴν ἐσωτερική του γαλήνη καὶ τὴν ἀκλόνητη πίστη του.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπίσης ζητάει καὶ ἀπὸ τὶς γυναῖκες νὰ προσεύχονται, οἱ ὁποῖες πρέπει νὰ εἶναι προσεκτικὲς στὶς ἐπιθυµίες τους. Θέλω «καὶ τὰς γυναῖκας ἐν καταστολῇ κοσµίῳ, µετὰ αἰδοῦς καὶ σωφροσύνης κοσµεῖν ἑαυτάς, µὴ ἐν πλέγµασιν ἤ χρυσῷ ἤ µαργαρίταις ἤ ἱµατισµῷ πολυτελεῖ, ἀλλ’ ὅ πρέπει γυναιξὶν ἐπαγγελοµέναις θεοσέβειαν δι’ ἔργων ἀγαθῶν» (Α΄ Τιµ. β΄ 9-10). Τονίζει δηλ. τὴ σεµνὴ ἐνδυµασία τῶν γυναικῶν, τὴ συστολὴ καὶ σωφροσύνη καὶ τὶς προτρέπει νὰ ἀποφεύγουν τὰ φιλάρεσκα πλεξίµατα τῶν µαλλιῶν τους καὶ τὰ χρυσὰ καὶ µαργαριταρένια κοσµήµατα καὶ τὰ πολυτελῆ ροῦχα, τὰ ὁποῖα δὲν ταιριάζουν µὲ τὴ θεοσέβεια. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον πρέπει νὰ ἔχουν γιὰ τὸν ἐσωτερικὸ στολισµό, ὁ ὁποῖος ἐξασφαλίζεται µὲ τὰ καλὰ ἔργα.
Οἱ γυναῖκες πρέπει νὰ ἀποφεύγουν τὸν ἐντυπωσιασµὸ τόσο µὲ τὴν ἐξωτερική τους ἐµφάνιση ὅσο καὶ µὲ τὰ πολυτελῆ σπίτια τους καὶ τὴν ἀριστοκρατική τους συµπεριφορά. Νὰ µὴ εἶναι πρόσωπα ποὺ θὰ προκαλοῦν τὸ σχολιασµὸ τῶν κοσµικῶν, ἀλλὰ νὰ ἐργάζονται ταπεινά, χωρὶς ἐπίδειξη, καταπολεµώντας τὴ φιλαρέσκεια, ἡ ὁποία τὶς παρασέρνει σὲ µάταια καὶ ἀνωφελῆ πράγµατα, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ µὴ ἔχουν τὸ χρόνο νὰ ἀσχοληθοῦν µὲ τὰ πνευµατικὰ καὶ κυρίως µὲ τὴν προσευχή, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὴ σωµατικὴ δύναµη, ἀφοῦ εἶναι καταπονηµένες ἀπὸ τὶς ἀτέλειωτες ἐργασίες ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τοῦ σπιτιοῦ τους. Οἱ γυναῖκες δὲν πρέπει νὰ βρίσκονται σὲ διαρκῆ ἀγχώδη κατάσταση, γιὰ νὰ τὰ προλάβουν ὅλα. Ξεχνοῦν δυστυχῶς ὅτι οἱ βιοτικὲς µέριµνες δὲν ἔχουν τελειωµὸ καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι περιορισµένες, µὲ µοναδικὸ σκοπὸ τὴν ἐξασφάλιση ἐλευθέρου χρόνου καὶ τὴν πνευµατική του ἀξιοποίηση.
Τὰ βιώµατα τῆς προσευχῆς δὲν ἐξωτερικεύονται. Ὁ καθένας τὰ κρατάει µέσα του ὡς πολύτιµο θησαυρό. Τὰ ἀποτελέσµατα τῆς προσευχῆς ὅµως στὴ ζωή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι µερικῶς ἐµφανῆ. Ἐὰν κανεὶς προσέξει τὴ συµπεριφορά του, θὰ διαπιστώσει τὴν καλὴ ἀλλοίωση ποὺ τοῦ ἔχει προκαλέσει. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ ἀξιοθαύµαστο.
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 12/8/2016), Θρησκευτικά
Ο Θεός μετά την πτώση του ανθρώπου, ακριβώς διότι αγαπά τον άνθρωπο και θέλει τη σωτηρία του, αποφασίζει να σώσει τον άνθρωπο. Και για να γίνει αυτό, το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Υιός του Θεού, γίνεται άνθρωπος. Διότι, εφόσον ο άνθρωπος έσφαλε, ο άνθρωπος έγινε ανυπάκουος, ο άνθρωπος αμάρτησε, άνθρωπος πάλι –αλλά αυτή τη φορά άνθρωπος είναι ο ίδιος ο Υιός του Θεού– είναι αυτός που θα υπακούσει στο θέλημα του Θεού και θα διορθώσει το πταίσμα του Αδάμ, θα διορθώσει το σφάλμα του ανθρώπου και θα σώσει τον άνθρωπο από την αμαρτία. Χρειαζόταν όμως ο Θεός να βρει κατάλληλο πρόσωπο από μέρους των ανθρώπων, από το οποίο θα εγεννάτο ο Υιός του Θεού ως Υιός του ανθρώπου. Και το κατάλληλο αυτό πρόσωπο ήταν η Παναγία.
Η Παναγία, αυτή η ταπεινή κόρη, είχε όλα εκείνα τα οποία χρειαζόταν να έχει, για να γίνει μητέρα του Θεού, καθώς είχε όλες τις αρετές, και καθετί που θα χρειαζόταν να καταβληθεί, ας πούμε έτσι, από την ανθρώπινη πλευρά. Ήταν κατάλληλη η Παναγία να γίνει μητέρα του Θεού.
Και βέβαια θα μπορούσαμε να πούμε πάρα πολλά, να αναφερθούμε στο όλο πρόσωπο της Παναγίας και στις πολλές αρετές της. Ας προσέξουμε όμως, κυρίως δυο-τρεις αρετές που έκαναν, αν επιτρέπεται να το πούμε έτσι, τον Θεό να μπορεί να έχει εμπιστοσύνη στην κόρη αυτή και να εύρει ανάπαυση στην κόρη αυτή, για να συντελεσθεί το όλο μυστήριο της σωτηρίας.
Η Παναγία κυρίως είχε την αγνότητα, την ταπείνωση και την υπακοή. Θα έλεγε κανείς ότι ιδιαίτερα ο σημερινός άνθρωπος, ο άνθρωπος της εποχής μας, χρειάζεται να ακούσει και να προσέξει ότι η Παναγία, προκειμένου να γίνει μητέρα του Θεού και έτσι να μπορεί να συντελεσθεί το μυστήριο της σωτηρίας, έπρεπε να έχει αυτήν την αρετή και την είχε, την αρετή της αγνότητος. Ιδιαίτερα ο σημερινός άνθρωπος πρέπει να το προσέξει αυτό.
Για, να σταθούμε λοιπόν εμείς οι σημερινοί άνθρωποι, οι άνθρωποι της εποχής μας, που κάνουμε τον έξυπνο και νομίζουμε ότι εμείς τώρα βρήκαμε την αλήθεια και ότι κάποτε οι άνθρωποι δεν ενεργούσαν σωστά, για, να σταθούμε μπροστά σ’ αυτήν την πραγματικότητα. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να δούμε το θέμα αυτό, ότι αυτό ήταν απλώς για την Παναγία, για να είναι έτσι κατάλληλη να γίνει μητέρα του Θεού, εμείς όμως θα ζούμε όπως ζούμε, αλλά θα ’χουμε και την Παναγία μας, να τρέχουμε σ’ αυτήν με τις προσευχές μας, να κάνει τα θελήματά μας. Δεν είναι έτσι.
Η Παναγία εκπροσωπεί την ανθρωπότητα και συμβάλλει εκ μέρους της ανθρωπότητος. Άρα η όλη ανθρωπότητα πρέπει να είναι αγνή, η όλη ανθρωπότητα πρέπει να θελχθεί απ’ αυτήν την αρετή της Παναγίας, την αγνότητα, να μιμηθεί την Παναγία, ώστε να ανταποκριθεί, όταν έρθει η ώρα του καθενός απέναντι στον Θεό. Δεν θέλει ο Θεός λιγότερο καθαρό τον κάθε άνθρωπο. Η Παναγία κάνει την αρχή, η Παναγία προσφέρεται από την πλευρά τής ανθρωπότητος για να συντελεσθεί το μυστήριο της σωτηρίας, με το να γίνει άνθρωπος ο Υιός του Θεού, να ζήσει ως άνθρωπος, να σταυρωθεί ως άνθρωπος, να αναστηθεί ως άνθρωπος και να αναληφθεί στους ουρανούς. Έτσι σώζεται ο κόσμος, με την προϋπόθεση ότι τελικά όλοι θα πιστέψουν στον Χριστό και όλοι θα ζήσουν, όπως η Παναγία και όλοι οι άγιοι. Διότι αυτό είναι η σωτηρία.
Τι είναι η σωτηρία; Λένε μερικοί σωτηρία, σωτηρία, αλλά να ‘ναι και μέσα στις αμαρτίες, να κάνουν και τις αμαρτίες τους. Σωτηρία θα πει ότι σώζεσαι από την αμαρτία. Μέσα στο Ευαγγέλιο διαβάζουμε ότι ήλθε ο Χριστός να σώσει «τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών» (Ματθ. 1:21). Άμα δεν σώζεσαι από την αμαρτία, άμα συνεχίζεις να κάνεις την αμαρτία, δεν ήρθε στην ψυχή σου η σωτηρία, δεν έχεις να ελπίζεις για σωτηρία.
Πώς τολμάει ο σημερινός άνθρωπος και ως προς την αρετή της αγνότητος, καθόλου-καθόλου δεν λογαριάζει την αλήθεια, την πραγματικότητα, τι έκανε ο Θεός, τι είπε ο Θεός, πώς τα θέλει ο Θεός, πώς ανταποκρίθηκε η Παναγία, πώς έζησε η Παναγία, πώς ακολούθησαν οι άγιοι! Δεν ενδιαφέρεται ο σημερινός άνθρωπος, ούτε το λαμβάνει υπόψιν. Τουλάχιστον να είχε μια συναίσθηση: «Αχ, αλλιώς έπρεπε να ζω, αλλιώς έπρεπε να φρονώ, αλλιώς έπρεπε να ενεργώ ως προς το θέμα αυτό, αλλά να, είμαι αδύναμος άνθρωπος και αμαρτάνω». Όχι μόνο δεν φρονεί έτσι, όχι απλώς γίνεται παραβάτης, αλλά φρονεί ότι, κάποτε που εγίνοντο έτσι τα πράγματα, ήταν λάθος. Ήταν καθυστερημένοι τότε οι άνθρωποι, δεν ήξεραν τι έκαναν, ήταν σε πλάνη, ήταν στο σκοτάδι. Τώρα βρήκαμε εμείς την αλήθεια, τώρα βρήκαμε το σωστό, τα πράγματα είναι όπως εμείς τα κάνουμε. Έτσι φρονούν οι άνθρωποι σήμερα.
Η Εκκλησία έκανε αγώνες να κρατήσει αδιάβλητη την αγνότητα της Παναγίας. «Άσπιλε, αμόλυντε, άχραντε». Δεν λέγονται τυχαία αυτές οι λέξεις, και πολλές άλλες. Και όσο περισσότερες λέγονται, τόσο λιγότερες φαίνονται οι λέξεις αυτές στους ύμνους, στις προσευχές. Έκανε αγώνες η Εκκλησία να παραδώσει αυτό το δόγμα, ότι η Παναγία ήταν «προ τόκου παρθένος, εν τόκω παρθένος και μετά τόκον παρθένος». Και πριν να γεννήσει ήταν παρθένος και κατά την ώρα που γεννούσε έμεινε παρθένος και μετά τη γέννηση του Υιού της, επίσης έμεινε παρθένος. Δεν είναι αυτά σχολαστικά, όπως θα έλεγαν μερικοί. Όχι. Εδώ είναι η ουσία του πράγματος. Απολύτως έπρεπε να είναι αμόλυντος η Παναγία. Ήταν η τέλεια προσφορά αυτή από την ανθρώπινη πλευρά. Δεν βρήκε ο Θεός ως τότε και δεν θα έβρισκε και μετά ο Θεός –πάλι ο Θεός ετοιμάζει τον άνθρωπο– κατάλληλη κόρη, να έχει αυτήν τη διάθεση και να θελήσει να αντέξει να έχει αυτό το αμόλυντο και να είναι έτσι στον τέλειο βαθμό αμόλυντη και άχραντη και άσπιλη.
Γι’ αυτό στην Εκκλησία του Χριστού ανέκαθεν οι αμαρτίες αυτές, που αναφέρονται στις έξω από τον γάμο σχέσεις των δύο φύλων, θεωρούνται βαρύτατες αμαρτίες, όποιες κι αν είναι, περισσότερες ή λιγότερες, μικρότερες ή μεγαλύτερες. Ο Θεός, ως Θεός εύσπλαγχνος, δημιούργησε τον γάμο, τον ευλογημένο γάμο, την ευλογημένη αυτή σύζευξη, και εκεί μέσα έβαλε την κοινωνία των δύο προσώπων, την παιδοποιία· έβαλε και την ζωή εκείνη που έχει τις ανάλογες παρηγορίες σ’ αυτόν τον άχαρο κόσμο, για να αντέξει ο άνθρωπος. Έτσι μέσα στον γάμο ο άνθρωπος διατηρείται επίσης αμόλυντος. «Τίμιος ο γάμος και η κοίτη αμίαντος» (Εβρ. 13:4). Δεν λέγονται τυχαία οι λέξεις αυτές. Όμως ο γάμος είναι τίμιος και η κοίτη του γάμου είναι αμίαντος, και δεν είναι όπως τα λένε σήμερα, που τελείως-τελείως έχουν παραποιήσει οι άνθρωποι τα πράγματα και άγονται και φέρονται από το πώς τα νιώθουν και πώς τους έρχονται. Άνθρωπέ μου, δεν έχει σημασία τι θα πεις εσύ, τι νομίζεις εσύ, δεν έχει σημασία τι θα κάνεις εσύ. Σημασία έχει τι λέει ο Θεός, κι αν εσύ ανταποκρίνεσαι σ’ αυτό που λέει ο Θεός. Αν εσύ έχεις διάθεση να ανταποκριθείς, θα σε βοηθήσει ο Θεός.
Γι’ αυτό λοιπόν, καθώς βρεθήκαμε να ζούμε στον σύγχρονο κόσμο που έχει ως προς το θέμα αυτό πειρασμούς, ο καθένας πριν φύγει απ’ αυτόν τον κόσμο, να εξετάσει καλά τον εαυτό του και καλά-καλά να τακτοποιήσει τον εαυτό του ως προς το θέμα αυτό. Αμόλυντος ο καθένας πρέπει να φύγει. Και όταν πέσεις και αμαρτήσεις, δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Εκείνο που πρέπει να κάνεις είναι να μετανοήσεις, να εξομολογηθείς καλά-καλά, να μην τα κουκουλώσεις. Να δει ο Θεός τη μετάνοιά σου και να σε συγχωρήσει, διότι, γι’ αυτό βρήκε την κατάλληλη κόρη απ’ την οποία πήρε την ανθρώπινη φύση και έγινε άνθρωπος, εσταυρώθη, ανεστήθη κλπ., για να σώσει τον άνθρωπο, ο οποίος όμως θα μετανοήσει. Να τον σώσει από την αμαρτία και τον μολυσμένο να τον κάνει αμόλυντο, τον άρρωστο από την αμαρτία να τον θεραπεύσει και γενικά αυτόν που πάει να χαθεί, να τον σώσει.
Πηγή: (Από το βιβλίο: «Συνάξεις Δεκαπενταυγούστου», τόμος Α΄, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, σ. 145.), Κοινωνία Ορθοδοξίας
ΣΗΜΕΡΑ γιορτάζουμε κάποιους «Τζάμπα» Ἁγίους καὶ φανατικὰ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως, οἱ ὁποῖοι φερόμενοι μὲ σκοτισμὸ καὶ ἐγωϊστικὴ ἀδιαλλαξία δὲν συνεταιρίστηκαν τὴν ἀλλόδοξο πίστη τῶν αἱρετικῶν Εἰκονομάχων λησμονώντας τὴν θεωρία τῶν «κλάδων» καὶ ὅτι ὅλοι μαζὶ: ὁμόδοξοι καὶ ἑτερόδοξοι, συναποτελοῦμε τὸ κοινὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ δὲ θεολογικὲς διαφορὲς μας ἁπλῶς συνιστοῦν διαφορετικὲς παραδόσεις καὶ ἐκφράσεις τῆς αὐτῆς Πίστεως οἱ ὁποῖες δὲν ἔχουν ἀρνητικὴ ἐπίπτωση στὴν μυστηριακὴ χάρη. Καταλαβαίνεις πιστεύω τὴν εἰρωνία!
Συγκεκριμένα: «Ὁ αὐτοκράτορας Λέοντας ὁ Γ', μὲ διάταγμά του ἐμπόδισε ὁλοσχερῶς τὴν ἀνάρτηση ἁγίων εἰκόνων, ὄχι μόνο στὶς ἐκκλησίες ἀλλὰ σ' ὁποιοδήποτε ἄλλο μέρος. Τότε κάποιος ἀξιωματικός, πολὺ προκλητικὰ πῆγε σὲ μιὰ οἰκοδομὴ ποὺ ἀποτελοῦσε κατὰ κάποιο τρόπο τὰ προπύλαια τῶν ἀνακτόρων, καὶ ὀνομαζόταν Χάλκη καὶ μὲ ἕνα τσεκούρι ἄρχισε νὰ....
ξηλώνει τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἦταν πάνω σ' αὐτή.
Ἐξοργισμένος τότε ὁ Ὀρθόδοξος λαὸς μπροστὰ σ' αὐτὸ τὸ ἔγκλημα, ἔριξε τὸν ἀσεβῆ ἀξιωματικὸ ἀπὸ τὴ σκάλα, πάνω στὴν ὁποία ἦταν, μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὸς νὰ σκοτωθεῖ.
Τότε ὁ βασιλιὰς ἔστειλε τὴ φρουρά του καὶ σκότωσε πολλοὺς ἀπὸ τὸ ἔντονα διαμαρτυρόμενο πλῆθος. Μεταξὺ αὐτῶν ἦταν καὶ οἱ δέκα συγκεκριμένοι Μάρτυρες. Τὰ δὲ ὀνόματά τους ἦταν τὰ ἕξης: Ἰουλιανός, Μαρκιανός, Ἰωάννης, Ἰάκωβος, Ἀλέξιος, Δημήτριος, Φώτιος, Πέτρος, Λεόντιος καὶ Μαρία ἡ Πατρικία.
Μαζὶ μὲ τοὺς ἀναφερομένους Ἁγίους μαρτύρησε καὶ ἡ Ἁγία Ὁσιομάρτυς Θεοδοσία ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη.
Ἐπικεφαλῆς καλογραιῶν καὶ ἄλλων γυναικῶν, ὅρμησαν καὶ κατέρριψαν ἀπὸ τὴν κινητὴ σκάλα τὸ σπαθάριο ποὺ ἀνέβηκε, γιὰ νὰ καταστρέψει τὴν εἰκόνα, καὶ μὲ πέτρες καὶ ξύλα ἐπιτέθηκαν κατὰ τοῦ Πατριαρχείου. Μπροστά σε αὐτὴ τὴν κατάσταση ὁ Πατριάρχης Ἀναστάσιος ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὸ Πατριαρχεῖο. Ἡ στρατιωτικὴ δύναμη ποὺ ἐπενέβη, ἄλλες μὲν ἀπὸ τὶς γυναῖκες φόνευσε, ἄλλες δέ, μεταξύ τῶν ὁποίων καὶ τὴν Θεοδοσία, συνέλαβε. Καὶ ἀπὸ τὶς συλληφθεῖσες ἄλλες ἐλευθέρωσαν, ἄλλες ἔκλεισαν στὶς φυλακὲς ἢ ἐξαπέστειλαν στὴν ἐξορία. Τὴν δὲ Θεοδοσία, ἀφοῦ τὴν κακοποίησαν, τὴν ὁδήγησαν στὴν τοποθεσία τοῦ Βοὸς καὶ τὴν κατέσφαξαν, ἀφοῦ διαπέρασαν τὸ λαιμό της μὲ κέρατο κριοῦ (730 μ.Χ.).»
Ἒ, βρὲ εὐλογημένοι Μάρτυρες, τί καθήσατε στὰ καλὰ καθούμενα νὰ χάσετε τζάμπα τὴν ζωούλα σας; Δέν πηγαίνατε καλύτερα στὸ Κολυμπάρι γιὰ μπάνια, φραπὲ καὶ διακοπές;
ΕΝΑΣ ΑΠΛΟΣ ΙΕΡΕΑΣ
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
- Γέροντα πώς τα βλέπετε τα πράγματα;
- Εσείς πώς τα βλέπετε;
- Εμείς τι να πούμε, Γέροντα; Εσείς να μας λέγατε.
- Η ησυχία που επικρατεί με ανησυχεί. Κάτι ετοιμάζεται. Δεν έχουμε καταλάβει καλά σε τι χρόνια ζούμε ούτε σκεφτόμαστε ότι θα πεθάνουμε. Δεν ξέρω τι θα γίνει, πολύ δύσκολη κατάσταση! Η τύχη του κόσμου κρέμεται από τα χέρια μερικών, αλλά ακόμη ο Θεός κρατά φρένο. Χρειάζεται να κάνουμε πολλή προσευχή με πόνο, για να βάλει ο Θεός το χέρι Του. Να το πάρουμε στα ζεστά και να ζήσουμε πνευματικά. Είναι πολύ δύσκολα τα χρόνια.
Έχει πέσει πολλή στάχτη, σαβούρα, αδιαφορία. Θέλει πολύ φύσημα, για να φύγει. Οι παλιοί έλεγαν ότι θα έρθει ώρα που θα κλωτσήσουν οι άνθρωποι. Πετάνε τους φράκτες, δεν υπολογίζουν τίποτε. Είναι φοβερό! Έγινε μία βαβυλωνία. Διαβάστε την προσευχή των Τριών Παίδων, να δείτε με πόση ταπείνωση προσεύχονταν και τον 82ο Ψαλμό: «Ο Θεός, τις ομοιωθήσεταί σοι, μη σιγήσεις…». Αυτό πρέπει να γίνει, αλλιώς δεν γίνεται χωριό. Θέλει Θεϊκή επέμβαση.
Μπαίνουν μερικές αρρώστιες ευρωπαϊκές και προχωρούν όλο προς το χειρότερο. Μου είπε ένας Κύπριος οικογενειάρχης που μένει στην Αγγλία: «Κινδυνεύουμε πνευματικά. Πρέπει να φύγω από την Αγγλία οικογενειακώς». Βλέπεις εκεί ο πατέρας να παίρνει την κόρη, η μάνα το γιο. Όλους τους στεφανώνουν, όλους τους ευλογούν. Κάτι πράγματα…, ντρέπομαι να τα πω. Και εμείς κοιμόμαστε με τα τσαρούχια. Δεν λέω να πάρουμε πλακάτ, αλλά να στρέψουμε την προσοχή μας στον μεγάλο κίνδυνο που περιμένουμε και να υψώνουμε τα χέρια στον Θεό. Να κοιτάξουμε πώς να αμυνθούμε κατά του κακού. Χρειάζεται να κρατάμε λίγο φρένο, γιατί όλα πάνε να τα ισοπεδώσουν. Τώρα είναι να λέει κανείς το ψαλμικό: «Θου τους άρχοντας αυτών ως τον Ωρήβ και Ζηβ και Ζεβεέ και Σαλμανά…, οίτινες είπαν κληρονομήσωμεν εαυτοίς το αγιαστήριον του Θεού».
Σύγχυση μεγάλη υπάρχει. Μύλος γίνεται, είναι ζαλισμένοι οι άνθρωποι. Ο κόσμος είναι όπως οι μέλισσες. Αν χτυπήσεις την κυψέλη, οι μέλισσες βγαίνουν έξω και αρχίζουν «βούου…» και γυρίζουν γύρω από την κυψέλη αναστατωμένες. Ύστερα η κατεύθυνσή τους θα εξαρτηθεί από τον άνεμο που θα φυσήξει. Αν φυσήξει βοριάς, θα πάνε μέσα. Αν φυσήξει νοτιάς, θα φύγουν. Έτσι και τον κόσμο τον φυσάει… «Εθνικός Βοριάς», «Εθνικός Νοτιάς», και είναι ο καημένος ζαλισμένος. Όμως, αν και γίνεται τέτοιο βράσιμο, νιώθω μέσα μου μια παρηγοριά, μια σιγουριά. Μπορεί να ξεράθηκε η ελιά, αλλά θα πετάξει νέα βλαστάρια. Υπάρχει μια μερίδα Χριστιανών, στους οποίους αναπαύεται ο Θεός. Υπάρχουν ακόμη οι άνθρωποι του Θεού, οι άνθρωποι της προσευχής, και ο Καλός Θεός μάς ανέχεται, και πάλι θα οικονομήσει τα πράγματα. Αυτοί οι άνθρωποι της προσευχής μάς δίνουν ελπίδα. Μη φοβάσθε. Περάσαμε σαν έθνος τόσες μπόρες και δεν χαθήκαμε, και θα φοβηθούμε την θύελλα που πάει να ξεσπάσει; Ούτε και τώρα θα χαθούμε. Ο Θεός μας αγαπά. Ο άνθρωπος έχει μέσα του κρυμμένη δύναμη για ώρα ανάγκης. Θα είναι λίγα τα δύσκολα χρόνια. Μία μπόρα θα είναι.
Δεν σας τα λέω αυτά, για να φοβηθείτε, αλλά για να ξέρετε που βρισκόμαστε. Για μας είναι μια μεγάλη ευκαιρία, είναι πανηγύρι οι δυσκολίες, το μαρτύριο. Να είστε με τον Χριστό, να ζείτε σύμφωνα με τις εντολές Του και να προσεύχεστε, για να έχετε θείες δυνάμεις και να μπορέσετε να αντιμετωπίσετε τις δυσκολίες. Να αφήσετε τα πάθη, για να έρθει η θεία Χάρις. *Αυτό που θα βοηθήσει πολύ είναι να μπει μέσα μας η καλή ανησυχία: πού βρισκόμαστε, τι θα συναντήσουμε, για να λάβουμε τα μέτρα μας και να ετοιμασθούμε. Η ζωή μας να είναι πιο μετρημένη. Να ζούμε πιο πνευματικά. Να είμαστε πιο αγαπημένοι. Να βοηθούμε τους πονεμένους, τους φτωχούς με αγάπη, με πόνο, με καλοσύνη. Να προσευχόμαστε να βγουν καλοί άνθρωποι.
Πηγή: (Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτη, Λόγοι Β’Πνευματική αφύπνιση, Εισαγωγή από λόγους του Γέροντα Σελ. 17-19), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Μελετώντας προσεκτικά την κοινωνική ζωή που μας περιβάλλει, καταλήγουμε αναπόφευκτα στο συμπέρασμα, ότι στις μέρες μας το καθήκον και η αρετή έχουν χάσει την παλιά τους αίγλη. Εκείνο που φαίνεται πως μετράει σήμερα είναι η δύναμη και ο αριθμός. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό στην πολιτική, κοινωνική και ιδιωτική ζωή των ανθρώπων.
Οι κάθε είδους πιέσεις και αδικίες εύκολα συγχωρούνται στους ισχυρούς της ημέρας. Η διατυμπανιζόμενη πρόοδος και εξέλιξη σκεπάζει και δικαιολογεί πολλά. Συχνά και η πιο δειλή αντίρρηση για κάποιο επίμεμπτο γεγονός χαρακτηρίζεται ως έλλειψη λεπτότητας. Επίσης καταπληκτική επιρροή στην ανθρώπινη σκέψη ασκεί η γνώμη του πλήθους.
Καθετί που σκέφτεται, αποφασίζει και ενεργεί το σύνολο, γίνεται νόμος, στον οποίο υποτάσσονται όλοι και στον οποίο πρέπει να υποκύπτει η ίδια η συνείδηση. Φυσικά, το σύνολο μπορεί κάποτε να έχει δίκιο. Είναι πολλοί, ωστόσο, που έχουν την εντύπωση -και ίσως δεν κάνουν λάθος- ότι τις περισσότερες φορές το πλήθος, ο όχλος, πέφτει έξω.
«Αλλά τι μας ενδιαφέρει;», σκέφτονται πολλοί. «Είναι πιο συνετό να φέρεσαι όπως όλοι· ή, τουλάχιστον, δεν είναι ασυγχώρητο το να μην τηρείται τόσο αυστηρά το καθήκον, αφού και άλλοι δεν το τηρούν. Δεν υπάρχει λόγος να ξεχωρίζουμε από τους άλλους!».
Αυτός ο κανόνας, όμως, είναι ολέθριος, γιατί, κι αν ακόμα σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται να μας διευκολύνει, πληρώνουμε αυτή τη διευκόλυνση με τριπλή θυσία: των πεποιθήσεών μας, της ελευθερίας μας και της τιμής μας.
1. Η ΘΥΣΙΑ ΤΩΝ ΠΕΠΟΙΘΗΣΕΩΝ
Όσοι ακολουθούν αυτόν τον κανόνα, συχνά πρέπει να θυσιάσουν πρώτ’ απ’ όλα τις πεποιθήσεις τους. Βέβαια κανείς δεν έχει αντίρρηση, ότι είναι συνήθως αναγκαίο να προσαρμοζόμαστε στις καθημερινές βιοτικές απαιτήσεις και συνθήκες, όταν αυτές δεν προσβάλλουν ούτε την πίστη ούτε τα χριστιανικά ήθη. Ο χριστιανός που εμπνέεται από αληθινή αγάπη προς το συνάνθρωπο είναι πάντα πρόσχαρος προς όλους, ευγενικός, εξυπηρετικός, περιποιητικός και πρόθυμος να υπομείνει όλα όσα δεν έρχονται σε αντίθεση με το πιστεύω του.
Αλλά εδώ ακριβώς σταματάει η μεγαλόψυχη διάθεσή του να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κόσμου: Ας μην παραδέχονται οι γύρω του ούτε τη θεία αποκάλυψη ούτε τη διδασκαλία της Εκκλησίας. Ας παρασύρονται στις προκλητικές ενέργειές τους από τη γνώμη του όχλου. Ας καταπατούν χωρίς τύψεις τον θείο και ανθρώπινο ηθικό νόμο. Ας περιφρονούν την ορθόδοξη παράδοσή μας. Ο πιστός χριστιανός θα θρηνεί την πνευματική αναπηρία των συνανθρώπων του, αλλά φυσικά ποτέ δεν θα τους μιμηθεί. Η προσωπική του συνείδηση, φωτιζόμενη και παιδαγωγούμενη από την πίστη, στέκει γι’ αυτόν μοναδικός οδηγός.
Μα και πώς μπορούσε να είναι διαφορετικά; Μήπως η πλάνη παύει να είναι πλάνη, όταν γίνεται αποδεκτή από το σύνολο; Και το κακό που ενεργείται σε ευρεία κλίμακα, δεν παραμένει εξίσου κακό; Και το ηθικό χρέος, έστω ξεχασμένο και απαράδεκτο από τους πολλούς, χάνει άραγε γι’ αυτόν την υπέρχρονη και καθολική του ισχύ;
Ο απόστολος Παύλος τονίζει στους ασταθείς και αμφιταλαντευόμενους χριστιανούς όλων αυτών των εποχών: «Μη συσχηματίζεσθε τω αιώνι τούτω, αλλά μεταμορφούσθε τη ανακαινώσει του νοός υμών, εις το δοκιμάζει τι το θέλημα του Θεού, το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον» (Ρωμ. 12, 2).
Έτσι, αν όλος ο κόσμος λησμόνησε τις θείες αλήθειες και βυθίστηκε στο κακό -«Ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται» (Α’ Ιω. 5, 19)- για να υλοποιηθεί η ευαγγελική διδασκαλία και να πρωτεύσει σε όλα το θέλημα του Θεού, είναι πολύ συχνά και απαραίτητο και φυσικό να ξεχωρίζουμε ακριβώς από εκείνους που το θέλημά τους δεν συμφωνεί με τον θείο νόμο και η ζωή τους δεν χαρακτηρίζεται από χριστιανικό ορθόδοξο πνεύμα.
Στο θέμα αυτό η Παλαιά Διαθήκη μάς προβάλλει ένα εντυπωσιακό παράδειγμα στο πρόσωπο του Τωβίτ.
Ζούσε στην εποχή που οι Εβραίοι, ξεχνώντας τις αμέτρητες ευεργεσίες του Θεού, ξέπεσαν στην ειδωλολατρική πλάνη. Η αποστασία γενικεύθηκε τόσο, που θα μπορούσαν να ισχύσουν για την εποχή εκείνη τα λόγια του προφητάνακτος Δαβίδ: «Πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ουκ έστι ποιών χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός» (Ψαλμ. 13, 3).
Και όμως, μέσα στον πλανεμένο όχλο ο Τωβίτ παραμένει ακλόνητος στην πίστη και στις παραδόσεις των προγόνων του και στον θεοδίδακτο νόμο του όρους Σινά. Όταν όλοι έτρεχαν να προσκυνήσουν το χρυσό μοσχάρι, ο Τωβίτ πήγαινε στο Ναό των Ιεροσολύμων για να λατρεύσει τον αληθινό Θεό, προσφέροντας τις απαρχές των αγρών του και το δέκατο όλων των εισοδημάτων του.
Ήρθαν έπειτα τα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς φορτωμένα δοκιμασίες -αιχμάλωτος στη χώρα των Ασσυρίων-, αλλά ούτε τώρα προδίνει την οδό της αληθείας. Παραμένει σταθερά προσηλωμένος στον πατροπαράδοτο νόμο. Έτσι, ενώ όλοι έτρωγαν τα απαγορευμένα από τον θείο νόμο σφάγια των ειδωλολατρικών θυσιών, τα ειδωλόθυτα, αυτός ούτε μια φορά δεν κάνει «ό,τι κάνουν όλοι».
Αλλά εκεί που κορυφώνεται η μαρτυρία πίστεως του Τωβίτ, μέσα στο ειδωλοκρατούμενο γένος του, είναι ριψοκίνδυνη και διαμετρικά αντίθετη τακτική που ακολουθεί -συγκρητικά με τους δειλούς συμπατριώτες του- στο καίριο για την ισραηλιτική συνείδηση θέμα της ταφής των νεκρών: Αψηφώντας όχι πια απλώς κοινή γνώμη, σχόλια και ειρωνείες, αλλά και αυτήν ακόμα τη διαταγή των τυράννων, που απαγόρευε με ποινή θανάτου την ταφή των νεκρών Ισραηλιτών, εγκατέλειπε κάθε σούρουπο το φτωχικό του, για να επιτελέσει -μόνος αυτός- το ύστατο ιερό χρέος, κηδεύοντας όσα άταφα πτώματα των δύστυχων σκλάβων ομοφύλων του έβρισκε.
Είναι γνωστές από την Αγία Γραφή οι ευλογίες με τις οποίες τον αντάμειψε ο Κύριος -όχι πάντως αμέσως, αλλ’ αφού πρώτα δοκίμασε επί πολύ την άκαμπτη και ανδρεία εμμονή του στον θείο νόμο και κάτω από τις πιο απελπιστικά αντίξοες περιστάσεις.
Παρόμοια καλούμαστε κι εμείς, μέσ’ από τις (θεληματικά ή, συνήθως, αθέλητα) στρατευμένες κατά της πίστεως και της Εκκλησίας του Χριστού επιβλητικές σε όγκο μάζες, να ξεμακρύνουμε -θαρραλέες μονάδες-, να ξεχωρίσουμε από τους άλλους. «Εξέλθατε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε», γράφει ο απόστολος Παύλος (Β’ Κορ. 6,17). Και σχολιάζει ο ιερός Χρυσόστομος: «Ας δεχθούμε τη συμβουλή του δασκάλου της οικουμένης και ας σκεφθούμε ποιοι θέλει να είναι οι χριστιανοί· πώς θέλει να είναι ξένοι προς την παρούσα ζωή, όχι για να κατοικήσουν κάπου έξω και μακριά απ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά, ενώ θα ζουν μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο και θα τον συναναστρέφονται, δεν θα ζουν όπως ζει ο κόσμος, γι’ αυτό και θα λάμπουν σαν τα αστέρια και θα δείχνουν στους απίστους με τα έργα τους ότι μετατόπισαν τον εαυτό τους σε άλλη πολιτεία, και ότι δεν έχουν τίποτε το κοινό προς τη γη και τα εγκόσμια πράγματα». Δεν θα θυσιάσουμε, λοιπόν, οι χριστιανοί, για μια ταπεινή ευαρέσκεια εκείνων που παρανομούν, καμιά από τις αρχές και πεποιθήσεις μας, ούτε το ‟γιώτα” ή την ‟κεραία” της εκκλησιαστικής μας ζωής.
2. Η ΘΥΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Είναι αξιοπαρατήρητο ότι τον επιζήμιο κανόνα «δεν πρέπει να ξεχωρίζουμε από τους άλλους» τον ακολουθούν συνηθέστερα, άνθρωποι, που πολύ τους αρέσει να ονομάζονται «φιλελεύθεροι», χωρίς να συνειδητοποιούν ότι με την ένταξή τους σ’ αυτό το μαζικό καλούπι αρνούνται την προσωπική τους ελευθερία και αυτοπαραδίνονται σε μια ταπεινωτική σκλαβιά.
Πολύ σωστά γράφει και πάλι ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Ο όχλος είναι,δυστυχώς, κύριός μας και φοβερός τύραννος… Ο πολύς όχλος, ο άτακτος και τιποτένιος, δεν έχει ανάγκη να δώσει διαταγές, αλλά αρκεί μόνο να μας δείξει τις προτιμήσεις του και αμέσως υπακούομε σε όλα. Και πώς, λένε, μπορεί να αποφύγει κανείς αυτούς τους δυνάστες; Αν αποκτήσει φρόνημα ανώτερο απ’ αυτούς, αν εξετάσει προσεκτικά τη φύση των πραγμάτων, αν περιφρονήσει τη γνώμη των πολλών, αν πριν απ’ όλα ασκήσει τον εαυτό του, ώστε, προκειμένου για θέματα που είναι πραγματικά αισχρά, να μη φοβάται τους ανθρώπους, αλλά το ακοίμητο μάτι του Θεού, και προκειμένου για αγαθά θέματα να επιδιώκει και πάλι τα στεφάνια που δίνει Εκείνος».
Απροκάλυπτα ας αναρωτηθεί καθένας μας: Ένας άνθρωπος που φοβάται να ξεχωρίζει από τους άλλους, που δεν τολμάει να φανερώνει έμπρακτα τις πεποιθήσεις του, είναι πραγματικά ελεύθερος; Θα ήταν ευτυχής, αν μπορούσε να εκδηλωθεί αδίσταχτα, σύμφωνα με τη φωνή της συνειδήσεώς του, αλλά δεν τολμάει. Δεν είναι ελεύθερος. Είναι δέσμιος στην ‟κοινή γνώμη ”. Και μόνη η απλή παρουσία προσώπων με αντίθετες απόψεις τον παραλύει.
Είναι πολύ τολμηρός και φέρεται όπως του υπαγορεύει η συνείδησή του, όταν είναι μόνος ή σε περιβάλλον που συμμερίζεται τα πιστεύματά του. Αλλά ρίξτε μια ματιά, όταν βρίσκεται μέσα στο ανερμάτιστο πλήθος. Δεν τον αναγνωρίζετε! Είναι άλλος άνθρωπος: Σκέφτεται και ζει όπως όλοι. Αρνείται την προσωπικότητά του, την ελευθερία της σκέψεως και συνειδήσεώς του. Είναι ένας δούλος και μάλιστα ο πιο δυστυχισμένος από τους δούλους.
Η διατύπωση αυτή δεν κρύβει σχήμα υπερβολής. Μήπως υπάρχει απαισιότερη μορφή δουλείας από το να μην μπορείς να εκφράσεις ό,τι νιώθεις και να εκδηλωθείς όπως ποθείς;
Εκείνος που κρατιέται δέσμιος από τέτοια ψυχολογικά συμπλέγματα, συχνά αναγκάζεται να ταπεινωθεί πάρα πολύ. Ο φόβος «μην ξεχωρίσει από τους άλλους» πιεστικά τον αναγκάζει να συμμετέχει κάποτε σε ψυχοφθόρες συζητήσεις ή να χαμογελάει άλλοτε σε βλάσφημα και αισχρά αστεία κατά της πίστεως. Μια τέτοια τακτική, όμως, δεν είναι μόνο ανελεύθερη, αλλά φτάνει σε πλήρη εξευτελισμό της προσωπικότητας.
Να, λοιπόν, με ποιες αναπόφευκτες συνέπειες συνοδεύεται ο κανόνας «δεν υπάρχει λόγος να ξεχωρίζουμε από τους άλλους, αλλά καλύτερα να φερόμαστε όπως όλοι».
Τελείως διαφορετικά συμπεριφέρονταν οι πρώτοι χριστιανοί και οι μάρτυρες. Μπροστά στο βήμα των αιμοχαρών δικαστών και μπροστά στα οργισμένα εχθρικά πλήθη δεν δίσταζαν να ομολογούν θαρραλέα την πίστη τους στον Κύριο Ιησού Χριστό.
Ρωτούσαν το χριστιανό:
― Πώς ονομάζεσαι;
― Χριστιανός! απαντούσε.
― Ποιο είναι το επάγγελμά σου;
― Χριστιανός!
― Η πατρίδα σου;
― Χριστιανός!...
Πάντα η ίδια μεγαλειώδης και ανδρεία απάντηση, που συχνά έφερνε σε δύσκολη θέση τους διώκτες, κάποτε τους προβλημάτιζε και όχι σπάνια τους οδηγούσε στον Χριστό.
Αυτό είναι το γνήσιο χριστιανικό πνεύμα: Πνεύμα ειλικρίνειας, σταθερότητας, αληθινής ελευθερίας, πνεύμα διαμετρικά αντίθετο προς την ταπεινωτική θεωρία του «δεν υπάρχει λόγος να ξεχωρίζουμε από τους άλλους». Ο Θεός δεν «έδωκεν ημίν πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως» (Β’ Τιμ. 1, 7).
3. ΘΥΣΙΑ ΤΙΜΗΣ
Αλλά, άραγε, αυτή η τακτική του χαμαιλεοντισμού, απογυμνώνοντας το χριστιανό από τις αρχές του κι από την ίδια του την αυτοελευθερία, του εξασφαλίζει τουλάχιστον την εκτίμηση και το σεβασμό των άλλων, όπου και αποβλέπει κυρίως; Θα ήταν τελείως αψυχολόγητο να υποθέσουμε κάτι τέτοιο. Η κοινή γνώμη στα πνευματικά θέματα -το είπαμε ήδη- πέφτει πολύ έξω. Ποτέ, ωστόσο, δεν αμείβει με την υπόληψή της χαρακτήρες αμφιταλαντευόμενους. Οι άνθρωποι -πώς να το κάνουμε;- αγαπούν και μάλιστα θαυμάζουν, έστω ενδόμυχα, τις σταθερές και ξεκαθαρισμένες πεποιθήσεις, και ο σεβασμός τους είναι βαθύς για κείνους που στέκουν ασάλευτοι στις αρχές τους.
Αυτό ίσχυε ακόμα και στον ειδωλολατρικό κόσμο. Ένας προχριστιανός ακριβώς σοφός, θέλοντας να δώσει την εικόνα του ενάρετου ανθρώπου, τονίζει ότι τίποτα δεν μπορεί να τον απομακρύνει από την εκπλήρωση του καθήκοντος· ούτε η παντοδυναμία των τυράννων, ούτε η πίεση της κοινής γνώμης ούτε ακόμα η καταστροφή ολόκληρης της… οικουμένης!
Πολύ πειστική για την αλήθεια όσων υποστηρίζουμε σ’ αυτό το σημείο είναι μια ενέργεια του ειδωλολάτρη αυτοκράτορα Κωνστάντιου του Χλωρού: Θέλοντας να δοκιμάσει τους χριστιανούς αξιωματικούς της ακολουθίας του, τους ανακοίνωσε ότι θα κρατήσει κοντά του μόνο αυτούς που θ’ αρνηθούν αμέσως τη χριστιανική τους πίστη. Μερικοί τότε, κάνοντας ένα βήμα μπροστά, δήλωσαν ότι είναι έτοιμοι ν’ αρνηθούν. Και τότε ο Κωνστάντιος, ρίχνοντάς τους μια περιφρονητική ματιά, τους έδιωξε ως ανάξιους της εμπιστοσύνης του.
Το ίδιο υποτιμητικό βλέμμα, είτε έκδηλο είτε υποκριτικά καλυμμένο, είναι η αμοιβή των δειλών και μικρόψυχων, που είναι έτοιμοι σ’ ένα ειρωνικό μειδίαμα να προδώσουν τις αρχές τους. Οι άνθρωποι τους περιφρονούν, ενώ, αντίθετα, σέβονται εκείνους που τίποτα δεν είναι ικανό να τους απομακρύνει από τον χριστιανικό τρόπο ζωής, που οι ίδιοι έχουν επιλέξει. Κι όχι μόνο τους σέβονται, αλλά κάποτε είναι έτοιμοι να τους μιμηθούν.
Ένα γεγονός πάνω σ’ αυτό: Σε κάποιο πολυτελές ξενοδοχείο παρατέθηκε επίσημο γεύμα. Ήταν περίοδος νηστείας. Όλοι έτρωγαν αρτύσιμα φαγητά. Κάποιος, όμως, παράγγειλε νηστίσιμο, με συνέπεια να εισπράξει πολλά ειρωνικά χαμόγελα και σχόλια προσβλητικά. Το ήρεμο, ωστόσο, και γεμάτο αυτοπεποίθηση φέρσιμο του νηστευτή και οι σοβαρές και έξυπνες απαντήσεις του πολύ γρήγορα ανάγκασαν τους επιπόλαιους συνδαιτημόνες να σωπάσουν. Ένας, μάλιστα, σηκώθηκε από τη θέση του και, εκφράζοντας το θαυμασμό του για τη σταθερότητα που είχε στις αρχές του ο πρώτος, πρόσθεσε: «Δεν επιθυμώ εσείς μόνο να έχετε απόψε νηστήσιμο φαγητό. Είμαι κι εγώ ορθόδοξος χριστιανός και από σήμερα θ’ ακολουθήσω το παράδειγμά σας». Κι έδωσε αμέσως εντολή να του σερβίρουν νηστήσιμο φαγητό.
* * *
Πρέπει να αντιληφθούμε ότι αποτελεί μεγάλο κίνδυνο για τη χριστιανική ζωή η πλατιά διάδοση στις μέρες μας της νοοτροπίας: «Δεν υπάρχει λόγος να ξεχωρίζουμε από τους άλλους».
Αξίζει να θυμηθούμε ότι ο ειδωλολάτρης φιλόσοφος Πλάτων, τον 5ο π.Χ. αιώνα, επισημαίνει αυτόν τον κίνδυνο για την ηθική ζωή στο πρόσωπο του Σωκράτη. Στο διάλογο «Κρίτων» προσωποποιεί αυτή τη μικρόψυχη έγνοια «μην τυχόν έρθουμε σε αντίθεση με τη γνώμη των πολλών» στη μορφή του μαθητή του Σωκράτη Κρίτωνα. Αλλά ο Σωκράτης του απαντάει: «Ου… πανυ ημίν φροντιστέον τι ερούσιν οι πολλοί ημάς, αλλ’ ό,τι ο επαΐων περί των δικαίων και αδίκων, ο εις και αυτή η αλήθεια».
Δηλαδή: Δεν πρέπει καθόλου να νοιαζόμαστε τι θα πουν για μας οι πολλοί, αλλά τι θα πει ο γνώστης του τι είναι δίκαιο και τι άδικο, ο ένας, όχι οι πολλοί, και αυτή η Αλήθεια.
Μιλώντας σχεδόν προφητικά ο Σωκράτης, εκτός που αδιαφορεί αν θα ξεχωρίσει από τους πολλούς, δίνει το βάρος στη γνώμη του ενός, του εκλεκτού, που στην περίπτωσή μας δεν είναι παρά ο Θεός, ο «Εις και αυτή η Αλήθεια».
Όσοι όμως θεωρούν τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα «ξεπερασμένους», καθώς ακόμα και τον άλλο σοφό, που είπε «εις εμοί μυρίοι, όταν άριστος η», ας αναπαύσουν την πρωτοποριακή σκέψη τους στον «πρωτοποριακό» Ευγένιο Ιονέσκο και συγκεκριμένα στους «Ρινόκερούς» του, που μας μεταφέρουν το ίδιο μήνυμα, τη δυσπιστία δηλαδή του Σωκράτη στη γνώμη των πολλών και, ακόμα πιο κοντά μας, την αποστολική προτροπή «μη συσχηματίζεσθε τω αιώνι τούτω» (Ρωμ. 12, 2).
Θυμίζουμε ότι στο έργο του αυτό ο διάσημος θεατρικός συγγραφέας παρουσιάζει αλληγορικά κάποιες μεμονωμένες στην αρχή περιπτώσει ανθρώπων, που, ακολουθώντας έναν αρκετά κτηνώδη τρόπο ζωής, έπαιρναν κι εξωτερικά τη μορφή του ρινόκερου, επισύροντας βέβαια τον ανατριχιαστικό αποτροπιασμό και τη φρίκη της «καλής κοινωνίας». Αργότερα, όμως, τα κρούσματα αυτά των μεταμορφώσεων πλήθαιναν, ώσπου οι τελευταίου που δεν μεταμορφώθηκαν κι απόμειναν άνθρωποι, να δέχονται τα βέλη της… ρινόκερης ειρωνείας και περιφρονήσεως και να νιώθουν κομπλεξικοί γιατί ήταν «αλλιώτικοι από τους άλλους», γιατί δηλαδή δεν έγιναν κι αυτοί ρινόκεροι!
Ανάμεσα στη διδασκαλία του πλατωνικού Κρίτωνα και στο πρωτοποριακό μήνυμα του Ιονέσκο, για μας, τους χριστιανούς, κεντρική, χρονικά και αξιολογικά, θέση κατέχει μια θαυμαστή προφητεία του αγράμματου καθηγητή της ερήμου Μεγάλου Αντωνίου, που διαβάζουμε στο Γεροντικό:
«Είπεν ο αββάς Αντώνιος ότι έρχεται καιρός ίνα οι άνθρωποι μανώσι, και επάν ίδωσί τινα μη μαινόμενον, επαναστήσονται αυτώ λέγοντες, ότι συ μαίνη, διά το μη είναι όμοιον αυτοίς».
Είπε ο αββάς Αντώνιος ότι θα ‘ρθει καιρός που οι άνθρωποι θα τρελαθούν· κι αν δουν κανέναν γνωστικό, θα τα βάλουν μαζί του λέγοντας, «εσύ τρελάθηκες», επειδή δεν θα είναι όμοιος μ’ αυτούς.
Αν δεν την περπατάμε ήδη αυτή την εποχή της προφητείας, οπωσδήποτε είμαστε πολύ κοντά της. Και, βέβαια, δεν πρέπει ν’ αποτελεί φιλοδοξία μας η τρέλα, έστω και ομαδική. Ας είμαστε έτοιμοι ν’ ακούσουμε πολλές φορές με φιλόσοφο απάθεια το «εσύ τρελάθηκες».
Πάντως η συλλογική πείρα μας, που δεν είναι και τόσο μικρή, πείθει ότι αυτοί οι μεμονωμένοι και λίγοι, που δεν παρασύρθηκαν από το ρεύμα της μαζοποιήσεως των ιδεών -κοινωνικών, πολιτικών, θρησκευτικών-, δεν είναι και τόσο λίγοι, αλλά είναι, ομολογουμένως, μεμονωμένοι.
Βέβαια, μια πολύ μεγάλη μερίδα του κόσμου -όχι «όλος ο κόσμος»- αδιαφορεί για τις πνευματικές αξίες, αγνοεί τη φωνή της συνειδήσεως και ποδοπατεί τον αιώνιο νόμο του Θεού.
Υπάρχουν, όμως, πάρα πολλοί, και μάλιστα ανάμεσα στους νέους, όσο δεν το υποψιαζόμαστε, που δεν υποτάχθηκαν στη νοοτροπία του όχλου και στην ισοπέδωση της προωθούμενης παγκοσμιοποιήσεως, που δεν καταδέχτηκαν να προδώσουν τις αρχές τους για μια ψεύτικη κοινωνικότητα, που δεν «έκλιναν γόνυ τη Βάαλ», που έμειναν πιστοί στη λατρεία του Κυρίου Ιησού Χριστού και ασυμβίβαστοι στο εκκλησιαστικό άθλημα της αρετής. Μόνο που, καθώς είπαμε, ενώ δεν είναι τόσο λίγοι, είναι «μεμονωμένοι» και στους πολλούς -που έχουν ανάγκη από τέτοια στηρίγματα- άγνωστοι.
Είναι αλήθεια ότι «το καλό δεν κάνει θόρυβο». Συμφωνούμε. Είναι αλήθεια ότι το «λείμμα Κυρίου», που δεν συσχηματίσθηκε «τω αιώνι τούτω» δεν είναι -δεν πρέπει να είναι- επιδεικτικό. Αλλά, επιτέλους, ας μην είναι και… ντροπαλό!
Όσοι, λοιπόν, έχουμε λίγο ως πολύ επηρεαστεί από την ολέθρια θεωρία του «δεν υπάρχει λόγος να ξεχωρίζουμε από τους άλλους», είναι επιτακτική ανάγκη των καιρών να την απορρίψουμε το συντομότερο. Χωρίς μεγάλα λόγια, η στάση μας, καθώς αυτή απορρέει από το γνήσιο εκκλησιαστικό μας βίωμα, ας είναι το «κατηγορώ» της θεωρίας αυτής.
Τηρώντας σταθερά τις φωτεινές εντολές της πίστεως και της Εκκλησίας μας, χωρίς την ένοχη ντροπή, γεμάτοι θάρρος, είναι σίγουρο πως σύντομα θ’ απολαύσουμε την εκτίμηση, την εμπιστοσύνη και το σεβασμό των συνανθρώπων μας. Αλλά, και αν αυτό δεν γίνει, ο ίδιος ο Κύριος θα μας δώσει πλουσιοπάροχα την αμοιβή της σταθερότητας και της ανδρείας. Αυτόν, λοιπόν, ας ομολογούμε παντού και πάντοτε, «Χριστόν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν, αυτοίς δε τοις κλητοίς, Ιουδαίοις τε και Έλλησι, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν» (Α’ Κορ. 1, 23-24).
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
Επειδή κατά καιρούς σχολιάζεται από μερικούς αδελφούς ορθοδόξους χριστιανούς η λέξη γεροντισμός, θέλοντας να μας δείξουν πως αυτοί που αναζητούν γέροντες προχωρημένους στην αρετή με χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, υπερβάλλουν κατά τη γνώμη τους. Διότι ισχυρίζονται, πως αρκεί ο πνευματικός πατέρας που έχει ο καθένας για να καλύψει τις πνευματικές του ανάγκες. Όμως ανάγκη είναι να ξεκαθαρίσουμε ποιος είναι ο ρόλος του Πνευματικού- εξομολόγου και ποιος ο ρόλος του χαρισματούχου Γέροντος.
Όμως, τι σημαίνει Γέροντας φωτισμένος από το Θεό και χαρισματούχος; Γέροντας φωτισμένος σημαίνει καθέδρα της διακρίσεως, σημαίνει φάρος φωτεινός στο πηχτό σκοτάδι, σημαίνει οδηγός των πλανεμένων, ρύστης των απελπισμένων, σημαίνει παρηγορητής των ψυχών και προπάντων μας υποδεικνύει τη σύντομη και απλανή οδό της σωτηρίας της ψυχής μας. Όλα αυτά και πολλά ακόμα ανεκτίμητα χαρίσματα του Θεού μας που έχει ένας χαρισματούχος είναι άκρως αναγκαία για την πνευματική πορεία του απλού ποιμνίου της Eκκλησίας του Χριστού. Αν –ο μη γένοιτο- λείψουν αυτοί οι χαρισματούχοι Γεροντάδες από το Σώμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τότε θα μιλάμε για φοβερό λιμό πνευματικό.
Όμως, ας δούμε πώς γίνεται κάποιος χαρισματούχος Γέροντας, δηλαδή όργανο του Παρακλήτου. Συνήθως αυτό το υπεράγαθο φαινόμενο του Αγίου Πνεύματος ευδοκιμεί στο Μοναχισμό. Και για να εκδηλωθεί σε μία ψυχή και να την καταστήσει στη συνέχεια όργανό Του, χρειάζονται ορισμένες προϋποθέσεις. Και ας αναφέρουμε μερικές από αυτές. Καταρχάς, πρέπει να ζει σε ορθόδοξο περιβάλλον μακριά από κάθε ίχνος πλάνης και αιρέσεως. Πρέπει για αρκετά χρόνια να είναι υποταγμένος, στον πνευματικό του πατέρα, στην κατά Θεόν υπακοή. Πρέπει να είναι υπερβολικά εύσπλαχνος, να έχει πάρει οριστικό διαζύγιο από τη φιλαυτία του, τη μητέρα όλων των παθών. Πρέπει να αντιλαμβάνεται συνεχώς το θέλημα του Θεού και να ζει μόνον για αυτό. Και προπάντων πρέπει να δώσει αίμα, για να λάβει Πνεύμα. Βλέπουμε τελικά, πως δεν είναι τόσο απλό και τόσο εύκολο να γίνει κανείς κάτοχος αυτής της μακαρίας καταστάσεως. Και μη νομίζουμε πως αυτά τα πολύτιμα σκεύη του Θεού μας, επιδιώκουν τη συναναστροφή με τα πλήθη των ανθρώπων. Αντιθέτως τη μόνωσή τους επιδιώκουν, για να μη διακοπεί η ένωσή που ζουν με τον ποθούμενό τους Χριστό. Αλλά επειδή αυτοί δεν γνωρίζουν από παρακοή στο θέλημα του Θεού, δεχτήκανε ταπεινά αυτό το διακόνημα του Θεού, για να κάνει τρόπον τινά και ο Θεός μας τη δουλειά Του.
Άρα λοιπόν, χαρισματούχος και φωτισμένος Γέροντας σημαίνει το χέρι του Θεού που βοηθάει το λαό Του. Ο πνευματικός-εξομολόγος που είναι εκτός της Μοναχικής ζωής, δηλαδή έξω στον κόσμο και εξομολογεί τους πιστούς Ορθοδόξους Χριστιανούς, ο ρόλος του κυρίως είναι να τελεί το μυστήριο της Εξομολογήσεως, που δεν είναι άλλο από την άφεση των αμαρτημάτων. Σπάνια έχουμε παρατηρήσει να εκπληρώνει δύο ρόλους ο Πνευματικός- εξομολόγος, δηλαδή να είναι συγχρόνως και Γέροντας. Όμως άλλο είναι το Μυστήριο της εξομολογήσεως και η άφεση των αμαρτιών με το πετραχήλι και άλλο είναι ο Γέροντας ο άγιος, ο φωτισμένος και χαρισματούχος. Και τα δύο αυτά στοιχεία υπάρχουν και είναι δοσμένα από τον Θεό μας. Όμως άλλη δουλειά κάνει ο Πνευματικός- εξομολόγος και άλλη δουλειά κάνει ο φωτισμένος Γέροντας. Ο μεν Πνευματικός- εξομολόγος ξελαφρώνει και συγχωρεί αμαρτίες από τον άνθρωπο, αλλά όμως στη συνέχεια δεν έχει τον πλούτο της διακρίσεως να τον καθοδηγήσει στα μεγάλα και δύσκολα μονοπάτια της πνευματικής ζωής, με αποτέλεσμα ο πιστός να είναι όλο απορίες και σκοτασμούς από έλλειψη πνευματικών απαντήσεων που δεν τις βρίσκει στον Πνευματικό-εξομολόγο του. Διότι οι περισσότεροι Πνευματικοί- εξομολόγοι έξω στον κόσμο, πέραν της εξουσίας που τους παρέχει η Ιερωσύνη και το μυστήριο της Εξομολογήσεως, δεν έχουν άλλο τι να δώσουν στον πιστό. Διότι αυτά τα ανεκτίμητα χαρίσματα που προαναφέραμε, δε λαμβάνονται μόνο διά της χειροτονίας της Ιερωσύνης που έκανε κάποιος και έγινε ιερέας και στη συνέχεια πνευματικός- εξομολόγος.
Ώστε λοιπόν, οι πιστοί του Χριστού φυσικό είναι να ψάχνουν να βρουν στα Μοναστήρια και στις ερήμους αυτούς που προαναφέραμε, δηλαδή τους αγίους και φωτισμένους Γεροντάδες. Άρα λοιπόν, είναι άστοχο και λάθος όταν λένε μερικοί πως «πέραν από τον πνευματικό η αναζήτηση αγίων Γεροντάδων είναι και λέγεται νοσηρός γεροντισμός». Διότι πώς μπορούμε να παραβλέψουμε τη μεγαλειώδη προσφορά των τελευταίων Αγίων Γεροντάδων μας, Πορφυρίου, Παϊσίου, Ιακώβου, Εφραίμ Κατουνακιώτου και άλλων παλαιοτέρων; Και ποιος μπορεί να συγκρίνει τη δική τους προσφορά με των άλλων; Ώστε θα λέγαμε με απλά λόγια, πως η εξομολόγηση στον πνευματικό μας, μας ανοίγει την πύλη του παλατιού, ενώ ο Άγιος και χαρισματούχος Γέροντας, μας υποδεικνύει το χώρο που μένει ο Βασιλεύς για να Τον συναντήσουμε.
Αλλά, ας αναφέρουμε μερικά γεγονότα που θα μας δείξουν τη μεγάλη διαφορά και ανεκτίμητη προσφορά αυτών των Αγίων. Ένας νέος εξομολογείτο σε πνευματικό ιερέα έξω στον κόσμο αρκετά μορφωμένο- γραμματικά θεολόγο. Ο νέος εξομολογήθηκε μια ενέργεια που ένιωθε στην προσευχή του και ο λεγόμενος πνευματικός του δεν μπορούσε να του απαντήσει, παρόλη τη μόρφωσή του. Σήκωσε τα χέρια ψηλά και είπε στο νέο πως μόνο ο Γέροντας Παΐσιος -ζούσε τότε ο Άγιος Παΐσιος- μπορούσε να του δώσει απάντηση στην απορία του, όπως και έγινε. Πήγε ο νέος γρήγορα στο Άγιον Όρος, συνάντησε τον Γέροντα Παΐσιο και πήρε την απάντηση από τον Άγιο, όπως μου έλεγε ο ίδιος, με τόση απλότητα και ευκολία. Εδώ σ’ αυτό το περιστατικό βλέπουμε ξεκάθαρα τους δύο ρόλους. Ο μεν Πνευματικός με πετραχήλι να συγχωρεί αμαρτίες, ο δε άγιος και φωτισμένος Γέροντας να βγάζει ψυχές από το σκοτάδι της απορίας, κάτι που δεν μπορούσε να το κάνει ο μορφωμένος και θεολόγος πνευματικός ιερέας στον νέο που εξομολόγησε.
Απορώ, αυτή την μεγάλη διαφορά δεν τη βλέπουν οι αδιάκριτοι σχολιαστές; Είναι πάμπολλα τα περιστατικά τέτοιων παραδειγμάτων που χρειάστηκε να επέμβει ένας Άγιος Γέροντας χαρισματούχος σε δυσδιάκριτα θέματα. Όπως και σε άλλη περίπτωση, πάλι ο άγιος Γέροντας Παΐσιος, διέκρινε σε έναν νέο που είχε έρθει στο Άγιον Όρος να μονάσει, λανθασμένη επιλογή. Με αποτέλεσμα να του πει πως το θέλημα του Θεού ήταν να κάνει οικογένεια, όπως και έγινε στη συνέχεια και φυσικά ο νέος ευχαρίστησε πάρα πολύ τον Άγιο Παΐσιο, αργότερα που κατάλαβε και ο ίδιος την κλίση του. Άρα λοιπόν, άλλο πράγμα είναι η τέλεση του Μυστηρίου από τον ιερέα και άλλο πράγμα είναι η βίωσις των μυστηρίων του Θεού από τους φίλους του Θεού, που εταπεινώθησαν και δώσανε πάμπολλο αίμα σωματικό και ψυχικό για να ονομασθούν γνήσιοι φίλοι του Χριστού.
Να πούμε πως αυτός ο θεσμός των αγίων γερόντων που πραναφέραμε, υπήρχε από την Παλαιά Διαθήκη με τους προφήτες που όλοι γνωρίζουμε, τη μεγαλειώδη προσφορά των προφητών στον άγιο, αγαπημένο λαό του Θεού μας. Τόσο πολύτιμη ήταν η προσφορά των προφητών στο λαό του Θεού, που χωρίς τους προφήτες, ο λαός βάδιζε στο σκοτάδι. Κινδύνευε ανά πάσα ώρα και στιγμή να επιδοθεί στην ειδωλολατρία. Όμως, η φωνή των Προφητών που ήταν καθαρά η φωνή του Θεού, έφερνε την ισορροπία και την απόλυτη ασφάλεια από τους πολυάριθμους κίνδυνους εκείνης της εποχής. Το κεντρικό σημείο των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης ήταν η προαναγγελία στο λαό της γέννησης του Σωτήρος μας Χριστού. Όλες οι προφητείες είχαν σημείο αναφοράς τη γέννηση του Χριστού. Εισερχόμενος ο λαός του Θεού στην Καινή Διαθήκη, όπου ο Μεσσίας και ο λυτρωτής του Ισραήλ εμφανίστηκε, έγιναν τα μεγαλειώδη γεγονότα που όλοι γνωρίζουμε.
Ο ρόλος πλέον των Προφητών ολοκληρώθηκε και τη θέση τους πήραν οι Απόστολοι του Χριστού μας, που ο στόχος τους ήταν να μην υπάρχει μέρος της γης που να μην έχει κηρυχθεί το χαρμόσυνο μήνυμα, πως ο Λυτρωτής ήρθε στη γη και οι ψυχές πλέον δεν θα βασανίζονται στον Άδη, όπως γινόταν πριν έρθει ο Μεσσίας Χριστός. Και φυσικά, αφού θεολογήθηκε πλήρως η Αγία Τριάδα από τους Αγίους Αποστόλους και από τους μετέπειτα μεγάλους Αγίους, Τρεις Ιεράρχες κλπ., η ορθόδοξος πίστη έγινε παγκόσμιο χαρμόσυνο γεγονός. Ωστόσο όμως, στον εχθρό Διάβολο δεν άρεσε αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων, που ούτε και την είχε ποτέ φανταστεί, διότι ως υπερήφανος που είναι, μόνον η βασιλεία του ονειρεύεται να προοδεύει. Κι όπως είναι φυσικό, κήρυξε σφοδρό πόλεμο εναντίον της Ορθοδοξίας και κυρίως προς τους Αγίους της. Και ο ρόλος τώρα των επίγειων αγγέλων, δηλαδή των αγίων Γερόντων, που είναι το θέμα μας, είναι να μας ερμηνεύουν τις δόλιες παγίδες που μας στήνει ο Διάβολος με τα όργανά του, που δυστυχώς είναι άνθρωποι υποταγμένοι στο φρόνημά του. Ώστε λοιπόν, όπως στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός μας με τους Προφήτες Του ασφάλιζε το λαό Του απ’ τους κινδύνους του εχθρού-διαβόλου, έτσι και τώρα στην Καινή Διαθήκη που διανύουμε, ο Τριαδικός Θεός ασφαλίζει με την παρουσία των Αγίων Του, που χωρίς την φωνή τους, δε νομίζω πως θα μπορούσε να διατηρηθεί η ορθόδοξη πίστη. Άλλωστε, έχουμε τρανή απόδειξη τους αιρετικούς της Δύσεως που έπαψαν να έχουν αγίους και όχι μόνον έπαψαν, αλλά δεν δέχονται και δεν πιστεύουν πως υπάρχουν άγιοι. Και δυστυχώς όλοι μας βλέπουμε το οικτρό κατάντημά τους, ώστε να χειροτονούν γυναίκες ιέρειες και γυναίκες επισκόπους και το ακόμα πιο βδελυκτό ομοφυλόφιλους επισκόπους με αλλαγή φύλου!! Και το ερώτημα είναι, γιατί η Δύση έφτασε σε τέτοιο κατάντημα; Μα είναι τόσο απλό, μας το ερμηνεύει ξεκάθαρα ο μέγας των ημερών μας, άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, πως η Δύση με αρχηγό τον Πάπα, έδιωξε τον αληθινό σωτήρα Χριστό με τους Αγίους Του και τη θέση Του πήρε με εωσφορική αναίδεια ο Πάπας, δηλαδή από την πίστη που είχανε στον θεάνθρωπο Χριστό πρώτα, τώρα πιστεύουν και ελπίζουν στον άνθρωπο Πάπα. Που σημαίνει, πως δεν υπάρχει το Άγιον Πνεύμα στην ταλαίπωρη Δύση και όπου δεν υπάρχει το Άγιο Πνεύμα του Κυρίου μας, εκεί ως φυσικό επακόλουθο κατασκηνώνει το πονηρό πνεύμα. Διότι αυτά τα αίσχη που συμβαίνουν στον Παπισμό και στις λοιπές αιρετικές συνάξεις, μόνον το πονηρό πνεύμα του διαβόλου τα διδάσκει.
Ώστε λοιπόν, ο ρόλος τώρα των αγίων Γεροντάδων είναι να μας προαναγγέλλουν τους κινδύνους που προέρχονται από το πονηρό πνεύμα και τα όργανα που προαναφέραμε και μάλλον πρέπει να παρακαλούμε τον Θεό μας, να μας στέλνει τέτοιους επίγειους αγγέλους, για να πετύχουμε ασφαλέστερα την σωτηρία μας. Φυσικά δεν λείπουν οι ψεύτικοι, αυτοαποκαλούμενοι άγιοι, χωρίς να τους έχει δώσει το χάρισμα ο Θεός μας, αλλά από την δικιά τους αρρωστημένη κενοδοξία, παίρνουν τη θέση του φωτισμένου Γέροντος, με αποτέλεσμα να γελοιοποιούνται οι ίδιοι από τα καμώματά τους. Διότι άλλο είναι η γεύση ενέργειας ενός αγίου Γέροντος και άλλο η γεύση ενός πλανεμένου, ψεύτικου γέροντος, που ισχυρίζεται ο ίδιος πως είναι χαρισματούχος. Ωστόσο όμως, χρειάζεται πάντα να ρωτάμε, όταν μάλιστα είμαστε αρχάριοι στην πνευματική ζωή.
Εν κατακλείδι, σε όσους με προχειρότητα και ίσως με επιπολαιότητα κολλάνε την ετικέτα «νοσηρός γεροντισμός» σε αυτήν την ιερά αναζήτηση που έχουν οι πιστοί της Εκκλησίας του Χριστού, τους λέω απλά: «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετά φόβου». Διότι είτε ακούσια, είτε εκούσια γίνονται εμπόδιο στην πνευματική ωφέλεια των πιστών. Εύχομαι ο καθένας μας, να αξιωθεί από τον Τριαδικό Θεό μας να συμβάλει στο σωστικό Του σχέδιο, που έχει για όλους μας. Αμήν.
Πηγή: Ακτίνες
ΠΟΛΛΟΙ χριστιανοὶ βρίσκονται µακριὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Πρόκειται γιὰ κατ’ ὄνοµα µόνο χριστιανοὺς καὶ ἡ ζωή τους δὲν διαφέρει σὲ τίποτα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν κοσµικῶν καὶ µὴ χριστιανῶν.
Ἔχουν ὅµως τὸ θάρρος νὰ µιλοῦν γιὰ µιὰ σύγχρονη καὶ νεωτερικὴ Ἐκκλησία, ποὺ νὰ ἀνταποκρίνεται στὶς ἐπιθυµίες καὶ ἀνάγκες τῶν σηµερινῶν ἀνθρώπων. Ζητοῦν µιὰ Ἐκκλησία κοµµένη καὶ ραµµένη στὰ µέτρα τους ποὺ θὰ ἀµνηστεύει τὴν ἁµαρτωλὴ ζωή τους - χωρὶς φυσικὰ τὴ µετάνοιά τους καὶ τὴ διόρθωσή τους - καὶ θὰ προσφέρει κοινωνικὲς ὑπηρεσίες στὸ λαό. Μιὰ Ἐκκλησία ποὺ θὰ θέσει σὲ δεύτερη µοῖρα τὶς ἐντολὲς καὶ θὰ διδάσκει τοὺς ἀνθρώπους πῶς θὰ εἶναι χαρούµενοι καὶ εὐτυχισµένοι, χωρὶς ὑποχρεώσεις καὶ ἠθικοὺς φραγµοὺς καὶ χωρὶς ἀναφορὰ στὸν δίκαιο Κριτή, ὁ ὁποῖος θὰ ἀποδώσει στὸν κάθε ἄνθρωπο τὴν ἀµοιβὴ ἤ τὴν τιµωρία, ἀνάλογα µὲ τὸν τρόπο ζωῆς του.
Βέβαια, ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀπαράδεκτα καὶ ἀποκαλύπτουν ὅτι οἱ συγκεκριµένοι ἄνθρωποι µόνο χριστιανοὶ δὲν εἶναι καὶ ἄς µὴ ἔχουν δηλώσει δηµοσίως κάτι τέτοιο. Ἔχουν πλήρη ἄγνοια γιὰ τὸ τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Πρέπει ὅµως νὰ τοὺς τὸ ποῦµε. Ἡ Ἐκκλησία στεγάζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς προστατεύει καὶ τοὺς προσφέρει τὰ µέσα, γιὰ νὰ ζήσουν κατὰ Θεόν. Ἡ παράδοσή της εἶναι ἱερὴ καὶ διατηρεῖ τὴν ἀκεραιότητα τῆς πίστεως. Ὅποιος ἀρνεῖται τὴν παράδοση δὲν πρόκειται νὰ µείνει ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, δὲν θὰ µπορέσει νὰ γευθεῖ τὴν γλυκύτητα τῆς πνευµατικῆς ζωῆς, τὴν ἱκανοποίηση τῆς ἔµπρακτης ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον καὶ νὰ ζήσει τὴν παρηγορητικὴ ἐλπίδα τῆς µακαριότητας τοῦ παραδείσου.
Ὁ ἀγωνιζόµενος χριστιανὸς κινεῖται µέσα στὸ πνεῦµα τῆς µετάνοιας, εἶναι ἀπελευθερωµένος πνευµατικά, ἔχει καθαροὺς ὁρίζοντες, ἡ ζωή του ἔχει νόηµα καὶ µπορεῖ εὔκολα νὰ ξεπερνάει τὰ ἀδιέξοδα καὶ τοὺς ποικίλους πειρασµούς.
Ἕνας θεολόγος ἔλεγε ὅτι «στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία αἰσθάνοµαι νὰ µὲ περιβάλει ἀπὸ παντοῦ ἡ µυστικὴ ἀτµόσφαιρα τῆς ἱερῆς παράδοσης καὶ ζώντας µέσα σ’ αὐτὴ ἡ ψυχὴ αἰσθάνεται γλυκύτατη ἀνάπαυση καὶ πνευµατικὴ ἀσφάλεια. Πιστεύω ὅτι µέσα στὴν παράδοση διαφυλάσσεται ἀµόλυντη καὶ ἀκέραιη ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ποὺ ἦρθε στοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸ Χριστό, ἡ πίστη διδάσκεται καὶ βιώνεται ὀρθῶς, ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς µου εἶναι κάτι ἀντικειµενικῶς ἀσφαλὲς καὶ βέβαιο, ἐὰν συντρέξουν σχετικὰ οἱ ἀπαραίτητοι γι’ αὐτὸ ὑποκειµενικοὶ παράγοντες καὶ ὅροι» (Ἀνδρέου Θεοδώρου, Ἡ οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας, 1961, σελ. 7-8).
Μακάριος εἶναι ὁ χριστιανὸς ποὺ βρίσκεται µέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἀρνεῖται κάθε νεωτερισµὸ καὶ κάθε ἀλλαγή. Τὴν παράδοση τὴ δέχεται χωρὶς ἀλλοιώσεις καὶ τὸ κοσµικὸ φρόνηµα τὸ ἀποβάλλει εὔκολα. Γι’ αὐτὸν ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ µοναδικὴ καὶ ἀσφαλὴς κιβωτὸς σωτηρίας.
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 15/7/2016), Θρησκευτικά
(Α’ Κορ. 13:1-13)
Κανείς άλλος δεν μιλάει έτσι περί αγάπης όπως ο θείος Παύλος· μάς έδειξε την πραγματική ουσία της αγάπης και τη σπουδαιότητά της. Η αγάπη είναι το κέντρο όλης της χριστιανικής διδασκαλίας, όλου του Ευαγγελίου. Ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε το βάθος των λόγων του αγίου αποστόλου.
«Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον». Ο ήχος της χάλκινης καμπάνας ή ο αλαλαγμός του κυμβάλου είναι κενός, δεν έχει περιεχόμενο. Κούφιος είναι εκείνος ο άνθρωπος που γνωρίζει όλες τις γλώσσες, ακόμα και την γλώσσα των αγγέλων, και δεν έχει αγάπη.
«Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί». Βλέπετε πόσο μεγάλη σημασία έχει η αγάπη· ο θείος απόστολος λέει ότι είναι ασύγκριτα πιο μεγάλη και από την πίστη που μετακινεί τα βουνά και από την γνώση που γνωρίζει όλα τα μυστήρια.
«Και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου, και εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσωμαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι». Μάταιη είναι η θυσία εκείνων των ανθρώπων που παραδίδουν το σώμα τους στο θάνατο και στη φωτιά για να καεί και δεν έχουν αγάπη. Διότι και αυτά τα έργα, το να δώσει κανείς τη ζωή του ή να μοιράσει όλα τα υπάρχοντά του, μπορεί να τα κάνει ο άνθρωπος χωρίς αγάπη, για άλλους σκοπούς, πονηρούς.
«Η αγάπη είναι μακρόθυμη». Όποιος έχει την αληθινή αγάπη ξέρει να υπομένει ελαττώματα, σφάλματα και αδυναμίες του πλησίον του. Υπομένει τα πάντα γιατί αγαπάει αυτούς τους αδύναμους ανθρώπους που δεν γνωρίζουν τι είναι η γνήσια χριστιανική αρετή.
«Η αγάπη είναι γεμάτη από ευσπλαγχνία». Άνθρωπος που η καρδιά του είναι γεμάτη αγάπη δεν μπορεί να βλέπει με αδιαφορία τους γυμνούς, πεινασμένους και άστεγους συνανθρώπους του. Η αγάπη που ζει μέσα στην καρδιά του είναι γεμάτη ευσπλαγχνία.
«Η αγάπη δεν ζηλοφθονεί». Όποιος αγαπά δεν ζηλεύει κανέναν. Να ξέρουμε· αν ζηλεύουμε κάποιον σημαίνει ότι η αγάπη δεν υπάρχει μέσα μας. Αν η καρδιά μας ήταν γεμάτη γνήσια χριστιανική αγάπη δεν θα ζηλεύαμε κανέναν για τίποτα.
«Η αγάπη δεν καυχάται και δεν περηφανεύεται». Όποιος αγαπά δεν περηφανεύεται γιατί η αγάπη και η περηφάνια δεν μπορούν να υπάρχουν ταυτόχρονα, είναι δύο πράγματα αλληλοαναιρούμενα. Όπου υπάρχει αγάπη δεν μπορεί να υπάρχει περηφάνια. Και όπου υπάρχει περηφάνια η αγάπη δεν υπάρχει. Η γνήσια αγάπη όχι μόνο δεν ζηλεύει αλλά δεν καυχάται και δεν περηφανεύεται, είναι ταπεινή. Να ξέρουμε· αν μέσα στην καρδιά μας υπάρχει περηφάνια, αυτό σημαίνει ότι η αγάπη εκεί δεν υπάρχει.
«Η αγάπη δεν κάνει ασχημίες». Πόση ασχημία και απρέπεια βλέπουμε γύρω μας. Αυτή έλαβε σήμερα τεράστιες διαστάσεις, κάτι που μας κάνει να υποφέρουμε πολύ. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει αγάπη στους ανθρώπους, αλλιώς δεν θα υπήρχε τόση απρέπεια.
«Η αγάπη δεν ζητεί το συμφέρον της». Εμείς πάντα ζητάμε για τον εαυτό μας χαρές και απολαύσεις· το όνομά μας να είναι γνωστό, οι άλλοι να μας τιμούν, να έχουμε μία θέση υψηλή. Θέλουμε να έχουμε τα πάντα, τα πάντα για το εγώ μας. Και η αγάπη δεν ζητάει τίποτα για τον εαυτό της. Είναι εύπιστη, όπως είναι εύπιστα τα παιδιά. Αυτοί που μέσα στην καρδιά τους κατοικεί η θεία αγάπη είναι σαν τα παιδιά, για τα οποία ο Κύριος Ιησούς Χριστός είπε: «Εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών» (Μτ. 18:3). Η αγάπη σε όλους και σε όλα έχει εμπιστοσύνη, δεν υποπτεύεται κανέναν. Οι άνθρωποι του κόσμου συχνά αδικούν τους άλλους· λένε ψεύτη, συκοφάντη και προδότη κάποιον που ποτέ δεν λέει ψέμα, δεν συκοφαντεί και δεν έχει προδώσει κανέναν, άνθρωπο που είναι καθαρός και στα λόγια και στα έργα του.
«Η αγάπη δεν ερεθίζεται». Πόσοι τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν μεταξύ μας; Ποιοι από μας δεν νευριάζουν; Πολλοί, πάρα πολλοί υπάρχουν τέτοιοι που όταν νευριάζουν φωνάζουν σαν έξαλλοι, χτυπάνε και βρίζουν τον άλλον. Αν υπήρχε στην καρδιά μας η χριστιανική αγάπη σίγουρα δεν θα τα κάναμε.
«Η αγάπη δεν λογαριάζει το κακό, δεν χαίρει για το κακό αλλά συγχαίρει στην αλήθεια». Αυτό σημαίνει ότι όποιοι έχουν αγάπη στην καρδιά τους είναι ανίκανοι και δεν θέλουν να βλέπουν κακό στον πλησίον τους. Είναι ικανοί και θέλουν να βλέπουν στον πλησίον μόνο καλό. Στην αγάπη δεν υπάρχει χαιρεκακία. Εμείς όμως χαιρόμαστε όταν πέφτουν οι αδελφοί μας, χαιρόμαστε όταν βλέπουμε τα σφάλματά τους. Και η χαρά αυτή είναι δαιμονική διότι οι δαίμονες χαίρονται για το κακό που βλέπουν στους ανθρώπους. Όταν τα έργα και τα λόγια μας είναι αληθινά και δίκαια, η αγάπη αγάλλεται βλέποντας αυτό.
Η αγάπη «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει». Όταν βλέπουμε πως αμαρτάνει ο αδελφός μας κλείνουμε τα μάτια μας, συγκρατούμε τη γλώσσα μας και δεν διαλαλούμε το σφάλμα του; Όχι, αλλά αντίθετα αρχίζουμε να τον κακολογούμε, για να μάθουν όλοι πόσο κακός είναι ο αδελφός μας. Δεν σκεπάζουμε την αμαρτία του αδελφού μας, όπως το κάνανε οι άγιοι, αλλά την κάνουμε γνωστή σε όλους, τα δικά μας όμως τα σφάλματα τα κρύβουμε.
Η ελπίδα, η ακράδαντη ελπίδα στον Θεό και στην ανταπόδοση στην αιώνια ζωή, δεν αφήνει ποτέ αυτούς που στην καρδιά τους κατοικεί η αγάπη.
Η αγάπη «πάντα υπομένει». Υπομένει τους χλευασμούς, τους εμπαιγμούς και τα βάσανα για την αγάπη του Χριστού. Έτσι υπέμεναν τους χλευασμούς, τους εμπαιγμούς, την πείνα και το κρύο για τον Χριστό οι διά Χριστόν σαλοί. Η αγάπη θέλει μόνο το καλό του πλησίον και δεν ζητά τα δικά της.
«Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει· είτε δε προφητείαι, καταργηθήσονται· είτε γλώσσαι, παύσονται· είτε γνώσις, καταργηθήσεται». Και η προφητεία δεν είναι για πάντα, οι προφήτες πέθαναν. Θα καταργηθεί και η υπερήφανη ανθρώπινη γνώση, διότι αυτή εν μέρει μόνο είναι αληθινή.
«Εκ μέρους γαρ γινώσκομεν και εκ μέρους προφητεύομεν». Πολύ λίγα γνωρίζουμε, η ανθρώπινη γνώση είναι πολύ περιορισμένη, σχεδόν μηδαμινή, και όμως περηφανευόμαστε, έχουμε διαβολική υπερηφάνια γι’ αυτά τα λίγα που γνωρίζουμε.
«Όταν δε έλθη το τέλειον, τότε το εκ μέρους καταργηθήσεται». Όλη η γνώση μας που έχουμε αποκτήσει είναι μόνο ένα πολύ μικρό μέρος της πλήρους και αληθινής γνώσεως. Κάποτε αυτή η γνώση θα πάψει να ισχύει και θα χάσει όλη τη σημασία της.
«Ότε ήμην νήπιος, ως νήπιος ελάλουν, ως νήπιος εφρόνουν, ως νήπιος ελογιζόμην· ότε δε γέγονα ανήρ, κατήργηκα τα του νηπίου». Αφού έχουμε μεγαλώσει δεν ασχολούμαστε πλέον με τα παιχνίδια. Τα έχουμε αφήσει. Τώρα είναι ο καιρός που μπροστά μας ανοίγει το αληθινό και το τέλειο. Αυτά για τα οποία κάποτε καμαρώναμε –οι γνώσεις και η σοφία μας–, τώρα μας φαίνονται ανούσια σαν τα παιχνίδια με τα οποία ικανοποιούνται μόνο τα παιδιά.
«Βλέπομεν γαρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον· άρτι γινώσκω εκ μέρους, τότε δε επιγνώσομαι καθώς και επεγνώσθην». Όλες οι γνώσεις μας, που τώρα μάς φαίνονται τόσο σαφείς και καθαρές, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα θολό φως μέσα στο θαμπό καθρέφτη. Τότε δε, όταν θα έλθει ο καιρός της πλήρους αποκάλυψης, θα δούμε την αλήθεια πρόσωπο προς πρόσωπο. Τότε θα έχουμε την πλήρη γνώση, όπως ο Θεός μάς έχει γνωρίσει. Όπως για τον Θεό δεν υπάρχει τίποτα κρυπτό στον κόσμο, δεν θα υπάρχει και για μας τίποτε κρυπτό, τότε θα γνωρίσουμε όλα με πληρότητα. Η Αγάπη θα μας αποκαλύψει τα πάντα.
«Νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα· μείζων δε τούτων η αγάπη». Πίστη, ελπίδα και αγάπη είναι η ζωή μας, μ’ αυτά πρέπει να ζούμε. Είναι το στήριγμά μας, η αναπνοή μας. Να θυμόμαστε όμως· αν και είναι μεγάλη η πίστη και ευλογημένη η ελπίδα, όμως πάνω απ’ όλα είναι η αγάπη. Να αποκτήσουμε την αγάπη του Χριστού, να καθαρίσουμε την καρδιά μας και να δώσουμε μέσα της τόπο για την αγάπη. Αμήν.
Από το βιβλίο: Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, Λόγοι και ομιλίες, τόμος Γ’.
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 64.
Πηγή: Κοινωνία Ορθοδοξίας
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...