
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Διάλεξη που δόθηκε εντός τού Πανεπιστημιακού χώρου (Απρίλιος 1978).
ΥΠΟ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ Γ. ΜΑΚΡΗ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ Α.Π.Θ.
Γνωρίζουμε, ότι σε έναν ανόητο, όσα στοιχεία και αποδείξεις και αν δώσει κάποιος, αυτός θα συνεχίσει να πιστεύει αυτό που θέλει να πιστεύει, όσο παράλογο κι αν είναι. Όμως μεταξύ των αθεϊστών, υπάρχουν και μερικοί λογικοί άνθρωποι, που απλώς είναι παραπληροφορημένοι, ή αγνοούν κάποια πράγματα. Για τους ανθρώπους αυτούς, αναδημοσιεύουμε το παρακάτω επιστημονικό κείμενο του κου Σπύρου Μακρή, ελπίζοντας ότι και αυτοί θα εισέλθουν στην Οδό της Σωτηρίας του Χριστού μας. Τους υποτίτλους και κάποιες τονίσεις στα γράμματα, τα προσθέσαμε εμείς για να είναι το κείμενο πιο εύχρηστο.
Υπήρξε νεκροφάνεια του Χριστού στον Σταυρό;
Τοποθέτηση του ζητήματος
Αγαπητοί μου φίλοι,
Είναι πραγματικά ένα μεγάλο προνόμιο το ότι δίνεται η ευκαιρία να συναντηθούμε σ’ ένα αμφιθέατρο Πανεπιστημιακό, όχι μ’ εκείνο το στεγνό και στενό, αν και απαραίτητο περιεχόμενο τής μεταδόσεως ορισμένων επιστημονικών γνώσεων, αλλά σ’ εκείνη την ατμόσφαιρα και το επίπεδο τής στενής και χωρίς περιορισμούς, ως προς το βάθος και το πλάτος τής γνωριμίας, σε επίπεδο που έχει σχέση με την ψυχική ζωή τόσον των ταγμένων για να σας διδάσκουν μερικές γνώσεις όσον και των φοιτητών που έρχονται εδώ για να αποκτήσουν, για να οικοδομήσουν τον ψυχικό τους κόσμο και γι’ αυτό πρέπει να δώσω και στην ανώνυμη αυτή ομάδα των συναδέλφων σας, που σκέφθηκαν να πάρουν αυτήν την πρωτοβουλία, όσο και σ’ όλους εσάς που είχατε την καλοσύνη να έλθετε απόψε, να δώσω την έκφραση τής μεγάλης μου ευχαριστίας που σκέφθηκαν και μένα και με κάλεσαν εδώ για να σας μιλήσω.
Θα πρέπει να σας πω ότι, ό,τι θα ακούσετε από εδώ και εμπρός δεν είναι τίποτε άλλο από προσωπικά μου βιώματα. δεν είναι τίποτε άλλο από εκείνα που σε ώρες, είτε που απέχουν πολύ από το σήμερα, είτε και πρόσφατες παίδεψαν την ψυχή μου, πράγματα που αποτελούν το τέρμα πορείας πνευματικής, πράγματα που μπορώ να βεβαιώσω γι’ αυτά με την σφραγίδα τής απολύτου εσωτερικής πληροφορίας, με την σφραγίδα ότι επιβεβαιώνονται από την βίωση και απ’ την παρατήρηση αρκετών δεκαετιών από τον καιρό που επέστρεψα στον Κύριόν μας Ιησούν Χριστόν. Και νομίζω ότι είναι επίκαιρη η εκλογή τού θέματος που έχει σχέση με την Σταύρωση και την Ανάσταση τού Χριστού μας, όχι μονάχα γιατί ευρισκόμαστε στην εποχή εκείνη που έχει τάξει η Εκκλησία μας για τις ψυχές όλων των Χριστιανών να στρέφονται και να προετοιμάζονται και να συμμετέχουν στα Πάθη τού Χριστού μας, αλλά και γιατί ακριβώς η Σταύρωση και η Ανάσταση είναι το επίκεντρο, είναι ο πυρήνας τής καταφάσεως τού Χριστιανισμού και τού αντιλόγου εις τον Χριστιανισμό.
Γιατί αν η Σταύρωση και η Ανάσταση τού Χριστού μας είναι αλήθεια, τότε όλα εκείνα τα οποία πιστεύαμε, όλα εκείνα στα οποία έχουμε προσκολληθεί, όλα εκείνα τα οποία ακολουθούμε και που είναι ξένα ή αντίθετα προς τον Χριστό και προς το Ευαγγέλιό Του είναι είδωλα που πρέπει να γκρεμισθούν. Γι’ αυτό και με τόση μανία και με τέτοιο πείσμα έχουν εγερθεί τόσες πολλές αντιρρήσεις, έχουν παρουσιασθεί τόσο πολλά επιχειρήματα για να πείσουν τον καθένα ότι η Ανάσταση τού Χριστού δεν έγινε. Γιατί αν η Ανάσταση τού Χριστού, έγινε, τότε ο Χριστός είναι: «ο Θεός», τότε όλα όσα λέει ο Χριστός, όλα όσα λέει το Ευαγγέλιο είναι αλήθεια και θα πρέπει να πεθάνουμε για όλα όσα έχουμε ζήσει, που είναι αντίθετα και ξένα προς τον Χριστό και να ξαναζήσουμε μια νέα ζωή σύμφωνη με όλα όσα είπε ο Χριστός και εξακολουθεί να πρεσβεύει και να βιώνει η Εκκλησία.
Τα επιχειρήματα τα οποία υψώνονται για να αμφισβητήσουν την Ανάσταση τού Χριστού μπορούμε να τα κατατάξουμε σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:
– Η μια είναι ότι ο Κύριος δεν απέθανε επάνω στον Σταυρό και συνεπώς αφού δεν απέθανε και δεν ανεστήθη.
– Η δεύτερη κατηγορία επιχειρημάτων κατά τής Αναστάσεως, είναι η αμφισβήτηση για τις εμφανίσεις που ρητά περιγράφουν τα Ευαγγέλια ότι συνέβησαν μετά την ανάσταση τού Χριστού.
– Και η τρίτη, περιστρέφεται γύρω από το γεγονός ότι ευρέθηκε κενός ο Τάφος Του.
Το εάν ο Χριστός απέθανε πάνω στον Σταυρό ασφαλώς είναι θέμα που έχει απόλυτη συνάφεια με την επιστήμη τής Ιατρικής γιατί αυτή είναι εκείνη η οποία μελετάει τη φύση και τις συνέπειες όλων των σωματικών κακώσεων και η οποία μελετάει όλες τις εκδηλώσεις οι οποίες σχετίζονται με την βαθμιαία κατάρρευση των ζωτικών λειτουργιών τού σώματος και με την διαπίστωση ότι οι συνθήκες πλέον για την επιβίωση τού οργανισμού είναι εξαντλημένες και ότι ο θάνατος έχει επέλθει. Αξίζει λοιπόν την προσοχή μας ότι αυτή η αμφισβήτηση – ότι ο Χριστός δεν απέθανε πάνω στον Σταυρό – δεν παρουσιάσθηκε ποτέ κατά το διάστημα τής γενεάς των ανθρώπων που έζησαν όταν συνέβη η Σταύρωσις τού Χριστού, δεν παρουσιάσθηκε ούτε και κατά την εποχή των διωγμών, δεν παρουσιάσθηκε κατά την εποχή των μεγάλων αιρέσεων, οι οποίες αμφισβήτησαν και την θεότητα τού Χριστού και την Ανάστασή Του, δεν παρουσιάσθηκε παρά μόνον στον 17ον αιώνα.
Αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό γιατί απλούστατα τότε μονάχα είχαν τελείως εκλείψει οι άνθρωποι που είτε οι ίδιοι είχαν παρακολουθήσει, είτε είχε φθάσει μέχρις αυτούς μια ζωντανή περιγραφή τού μαρτυρίου τής Σταυρώσεως. Εάν και σήμερα είχαμε ανθρώπους, και ευτυχώς που δεν έχουμε, που είχαν παρακολουθήσει την Σταύρωση δεν θα είχε – όπως θα δούμε σε λίγο – παρουσιασθεί μια τέτοια αμφισβήτηση με αξιώσεις λογικής ισορροπίας.
Υπήρξε νεκροφάνεια του Χριστού στον Σταυρό;
Είναι βέβαιο το ερώτημα αυτό, εάν ο Χριστός απέθανε επάνω στον Σταυρό, συνυφασμένο με τον τρόπο με τον οποίο πεθαίνει ο άνθρωπος όταν σταυρώνεται. Μια κοινή διαδεδομένη αντίληψη είναι ότι ο θάνατος επάνω στον Σταυρό παρουσιάζεται από τον πόνο και την αιμορραγία που δημιουργούν τα καρφιά που έχουν τρυπήσει τα χέρια και τα πόδια τού εσταυρωμένου.
Όπως θα δούμε, αυτά δεν είναι παρά απλώς ένα μικρό συμπλήρωμα πολύ βασανιστικό, όπως θα αναπτύξουμε, αλλά όχι με πρωτεύοντα ρόλο στην πρόκληση τού θανάτου.
Ο θάνατος τού Σταυρού, ο θάνατος τού Χριστού επάνω στον Σταυρό, βεβαίως είχε και αυτό και πολλά άλλα προδιαθετικά αίτια. Ανάμεσα σ’ αυτά θα αναφέρουμε τα κτυπήματα που δέχθηκε ο Κύριός μας, τον οποίον «εράπιζον, εκολάφιζον, έτυπτον, έδερον», λέει το Ευαγγέλιο οι βάρβαροι στρατιώται τής Ρωμ. Αυτοκρατορίας, με όλη την δύναμη η οποία τους χαρακτήριζε και την τραχύτητα με την οποία ήταν συνηθισμένοι να κάνουν τα μαρτύριά τους την εποχή εκείνη. Αλλά βεβαίως, ενώ γνωρίζουμε ότι ένα ισχυρό κτύπημα στο πρόσωπο ενός απροστάτευτου ανθρώπου από έναν τραχύ στρατιώτη μπορεί πραγματικά να τον φέρει σε κατάσταση αφασίας ή λιποθυμίας, αυτό θα το αντιπαρέλθουμε.
Θα το αντιπαρέλθουμε για να φθάσουμε σε μία φράση που ίσως χωρίς πολλή προσοχή την ακούμε διότι σαν μετοχή απλώς τού αορίστου αναφέρεται μέσα στο Ευαγγέλιο, όταν μάς λέει το Ευαγγέλιο ότι «φραγγελώσας παρέδωσεν αυτόν...» (Μάρκ. ιε΄ 15).
Τι ήταν το φραγγέλιο; Ίσως νομίζουμε ότι το φραγγέλιο ήταν μία απλή μαστίγωσις. Δεν είναι καθόλου έτσι. Αυτόν που επρόκειτο να υποστεί το φραγγέλιο τον έδεναν σε μια κολώνα και ο ειδικός δήμιος που εκτελούσε την φραγγέλωση έπαιρνε ένα μαστίγιο βαρύ το οποίο είχε πολλές λουρίδες στην άκρη του, πάνω στις λουρίδες ήταν δεμένες σφαίρες από μολύβι ή μικρά οστάρια, κότσια από αρνί και τις έφερνε με όση δύναμη είχε πάνω στην ράχη δεμένου ανθρώπου. Πολύ σύντομα, απ’ τα πρώτα κτυπήματα εξεσχίζετο το δέρμα τού ανθρώπου που εδέχετο την φραγγέλωση και ύστερα από μερικά κτυπήματα ακόμη έφευγαν και κατεξεσχίζοντο τελείως οι σάρκες του και απεγυμνώνοντο τα κόκαλα τής ράχης. Αναφέρονται στην ιστορία αρκετές περιπτώσεις από ανθρώπους, που απέθαναν την ώρα τής φραγγελώσεως.
Σ’ αυτήν τώρα την καταξεσχισμένη, καταματωμένη και καταπονεμένη ράχη, κουβάλησε ο Χριστός μας τον Σταυρό του, που ήταν ξύλο βαρύτατο, έτσι ώστε να μπορεί να σηκώσει επάνω του το βάρος ενός ανθρώπου χωρίς να λυγίσει. Και είναι γνωστό αλλά και πάρα πολύ φυσικό να το περιμένει κανείς ότι λύγισε κάτω από το βάρος τού Σταυρού, ήδη εξαντλημένος και με αιμορραγία που τού είχε στοιχίσει απώλεια δυνάμεων, λύγισε κάτω από το βάρος τού Σταυρού αυτού και έπεσε, όπως λένε οι παραδόσεις, με το πρόσωπο πάνω στη γη, με το πρόσωπο, χωρίς καν να μπορεί να προστατεύσει το σώμα του απ’ τις συνέπειες τής πτώσεως χάρις στο Σταυρό, τον οποίο ήταν αναγκασμένος να κρατάει και που έπεσε σαν βάρος από πάνω του. Και ξέρουμε ότι για να μην πεθάνει πριν φθάσει καν στο ύψος τού Γολγοθά, ανέθεσαν στον Σίμωνα τον Κυρηναίο να κουβαλήσει αυτός για τον υπόλοιπο δρόμο τον Σταυρό.
Ας προσθέσουμε ακόμη και για τα αγκάθια που είχε ο στέφανος εκείνος που σε πολλά σημεία είχε τρυπήσει το κεφάλι Του και όλοι όσοι έχουν μια πείρα από θάλαμο ατυχημάτων τού Νοσοκομείου, ξέρουνε πόσο ιδιαίτερη τάση έχουν να αιμορραγούν τα τραύματα στο τριχωτό τής κεφαλής. Αυτό λοιπόν το έξαιμο σώμα, το καταπονημένο σώμα, καρφώθηκε επάνω στον Σταυρό.
Ας δούμε τώρα για το θέμα τού καρφώματος ακριβώς των άκρων πάνω στον Σταυρό. Από την παράδοση και από την κοινή εντύπωση πιστεύουμε ότι τα καρφιά πέρασαν τις παλάμες.
Όμως από πειράματα που έκανε ένας Γάλλος χειρουργός ο Barbet επάνω σε πτώματα, είδε ότι είναι αδύνατον ένα καρφί που περνάει ανάμεσα στα κόκαλα τής παλάμης να συγκρατήσει το ανθρώπινο σώμα, ακόμη και αν αυτό στηρίζεται με καρφιά από τα πόδια. Κάτω από το βάρος αυτό, εάν περνούσαν από εκεί τα καρφιά, τα καρφιά θα έσχιζαν το δέρμα που είναι στην πρόσθια και στην οπίσθια επιφάνεια τής παλάμης πέρα για πέρα ανάμεσα στα δάκτυλα και ο Εσταυρωμένος θα έπεφτε με το κεφάλι κάτω ενώ θα τον συγκρατούσαν μονάχα τα καρφιά με τα οποία ήταν καρφωμένα τα πόδια του. Ο ίδιος χειρουργός έδειξε ότι το μόνο σημείο στα χέρια τού ανθρώπου που μπορεί να στηρίξει το σώμα, αν περάσει ένα καρφί απ’ αυτό, είναι ο καρπός, και σε επανειλημμένα πειράματα που έκανε έδειξε ότι σε όποιο σημείο τού καρπού και αν βάλουμε ένα καρφί, αυτό οδηγούμενο από τα οστά και τους συνδέσμους που βρίσκονται εδώ, θα περάσει από έναν ανατομικόν χώρον, γνωστό στους γιατρούς, που λέγεται ο χώρος τού destot, ανάμεσα σε δύο οστάρια τού καρπού. Και εκείνο που είναι χαρακτηριστικό από μια σειρά 12 παρομοίων πειραμάτων που έκανε ο χειρουργός αυτός είναι δύο παρατηρήσεις του, ότι και στα 12 χέρια κανένα κόκαλο δεν τραυματίσθηκε ή δεν έσπασε από την ήλωση τού χεριού, για να επιβεβαιωθεί αυτό που λέει και με άλλη μια ευκαιρία, όπως θυμάστε, το Ευαγγέλιο, ότι δεν θα συντριβή κανένα κόκαλο.
Και δεύτερον ότι ακριβώς από τον χώρο αυτό σε επαφή με το καρφί βρίσκεται ένα μεγάλο νεύρο τού χεριού, το μέσο νεύρο, το οποίο σε όλες τις κακώσεις που θα υποστεί επάνω στον Σταυρό το χέρι τού Εσταυρωμένου θα βρίσκεται σε αδιάκοπη επαφή και τριβή και τραυματισμό από το καρφί. Τώρα το τι σημαίνει να δέχεται και ένα απλό, ελαφρό ερέθισμα ένα νεύρο, το έχουμε όλοι δοκιμάσει, όταν δεχθούμε σ’ ένα σημείο εδώ στον αγκώνα μας, ένα κτύπημα. Εκείνο το αφόρητο αίσθημα τής ηλεκτρικής εκκενώσεως και τής παραλύσεως που δοκιμάζουμε και που πραγματικά επαναστατεί όλο το είναι μας από το ελαφρό κίνημα. Ας σκεφθούμε λοιπόν ότι όλη την ώρα τής σταυρώσεως ένα πολλαπλάσιο ερέθισμα πόνου συνόδευε το μαρτύριο τής Σταυρώσεως.
Επίσης για το καρφί που θα περάσει από τα πόδια ευρέθηκε ότι κι αυτό πρέπει να περάσει από ένα σημείο των ποδιών και δεν μπορεί παρά να βρει διέξοδο εκεί, και αυτό είναι ανάμεσα στο δεύτερο και στο τρίτο μετατάρσιο.
Όσα είπαμε μέχρι τώρα δεν είναι παρά ένα προανάκρουσμα, δεν είναι παρά μια μικρή αρχή τού μαρτυρίου τής σταυρώσεως και ακόμη δεν μπήκαμε στο αίτιο που φέρνει τον θάνατο. Και αυτό το αίτιο που φέρνει τον θάνατο έχει μεγάλη σημασία για την συζήτησή μας, για το αν δηλαδή ο Σταυρωμένος Χριστός απέθανε επάνω στον Σταυρό.
Για να αντιληφθούμε τον μηχανισμό τού θανάτου θα πρέπει να υπενθυμίσουμε μερικά πράγματα. σε μερικές εικόνες παρουσιάζεται ότι οι δύο λησταί δεν είχαν καρφωθεί επάνω στον Σταυρό, αλλά είχαν δεθεί τα χέρια τους με σχοινί. Καμία παράδοση δεν υποστηρίζει κάτι τέτοιο ότι συνέβη στους δύο ληστές που σταυρώθηκαν μαζί με τον Χριστό, αλλά το ότι αυτό απεικονίζεται, μαρτυρεί κάτι που και πολλοί ιστορικοί περιγράφουν: ότι δηλαδή μπορεί να σταυρωθεί και να πεθάνει ένας άνθρωπος, αν έχει εξαρτηθεί επάνω στον σταυρό, όχι με καρφιά, αλλά απλώς αν έχουν δεθεί τα χέρια του επάνω στον Σταυρό.
Για να το αποδείξουμε αυτό ακόμη καλύτερα δεν έχουμε παρά να ανατρέξουμε σε μια πειθαρχική ποινή που συνήθιζαν να εφαρμόζουν κατά την διάρκεια τού Πρώτου Παγκ. Πολέμου στον Γερμανικό Στρατό. Αυτή η ποινή ονομάζεται Aufbinden και συνίσταται στο ότι έδεναν αυτόν που είχε τιμωρηθεί, έδεναν τα χέρια του ψηλά από έναν πάσσαλο, έτσι ώστε να μην ακουμπούν τα πόδια του στη γη. Σύντομα το άτομο αυτό παρουσίαζε φαινόμενα ασφυξίας. Οι αναπνευστικές του κινήσεις γινόντουσαν εξαιρετικά δύσκολες και εργώδεις. το αίμα του συγκεντρωνόταν με μεγάλη πίεση στο κεφάλι του, οι φλέβες του πρήζονταν, το κεφάλι του γινόταν όλο υπεραιμικό και ο άνθρωπος σύντομα έφθανε σε λιποθυμία και αν δεν έκοβαν, δεν προλάβαιναν να κόψουν το σχοινί, μπορούσε και να πεθάνει.
Ας σημειώσουμε και το τραγικότατο ότι καθώς αναφέρεται από το ιστορικό τού Νταχάου ξαναθυμήθηκαν τότε και εκεί οι Γερμανοί αυτό το μαρτύριο και αναφέρονται αρκετές περιπτώσεις φρικιαστικές, όπου άνθρωποι απέθαναν και θανατώθηκαν με το μαρτύριο τού Aufbinden. Μάλιστα αναφέρεται ότι κρεμούσαν και ένα μικρό βάρος στα πόδια όταν ήθελαν να συντομεύσουν το μαρτύριο αυτό, που το περιέγραφαν κατάδικοι που βρισκόντουσαν δίπλα την ώρα τού μαρτυρίου αυτού, που όταν φθάσει μέχρι τα τελικά του στάδια είναι αποτρόπαιο. Το πρόσωπο τού ανθρώπου πραγματικά παραμορφώνεται όπως τού κρεμασμένου, ο θώρακάς του διατείνεται σε αφάνταστο βαθμό, το κοιλιακό τοίχωμα δημιουργεί μια βαθιά κοιλότητα, ο άνθρωπος περιβρέχεται από ιδρώτα τόσο, που όπως λένε οι μάρτυρες που ήταν μπροστά, εδημιουργείτο μια λίμνη μεγάλη από ιδρώτα κάτω από τα πόδια τού δυστυχισμένου αυτού καταδίκου. Αποδεικνύεται λοιπόν ότι ο σταυρός φέρνει τον άνθρωπο σε μια μεγάλη έλξη χάρις στο βάρος τού σώματος που τραβάει το κορμί προς τα κάτω από τα χέρια, μια μεγάλη έλξη των χεριών, των μυών, των βραχιόνων, τής ωμικής ζώνης και τού θωρακικού τοιχώματος. Αυτή η έλξις βαστάει τον θώρακα σε μία συνεχή αναγκαστική θέση εισπνοής καίτοι ο άνθρωπος δεν μπορεί να εκτελέσει εκπνευστικές κινήσεις.
Και ξέρουμε ότι οι εκπνευστικές κινήσεις γίνονται παθητικά από τον θώρακά μας, ακριβώς χωρίς καμία δύναμη, σαν μια αυτόματη επάνοδο τού μεταμορφωμένου από την εισπνοή θώρακος με την οποία γεμίζει ο θώρακας με αέρα και έτσι μπορεί ο άνθρωπος και ανανεώνει τον αέρα στις κυψελίδες του και οξυγονώνει το αίμα του και μπορεί να συνεχίζει και επιβιώνει. Στην κατάσταση τής εξαρτήσεως και από τα χέρια, στην κατάσταση τής Σταυρώσεως, ο άνθρωπος βρίσκεται σ’ ένα μεγάλο, πολύ μεγάλο περιορισμό τής αναπνοής του σαν και εκείνο που θα βρισκόταν εάν είχε δεθεί με ένα πολύ σφικτό θώρακα ή εάν είχε πλακώσει τον θώρακά του με ένα πολύ μεγάλο βάρος. Δεν μπορεί να γεμίσει πάλι αέρα, ώστε ο θάνατος από την σταύρωση οφείλεται κυρίως σε ασφυξία. Κατά δεύτερο λόγο, επειδή δημιουργείται αυτή η μεγάλη πίεση μέσα στον θώρακα είναι αδύνατο να παροχετευθή, να κατέβει προς την καρδιά, το αίμα που βρίσκεται στο κεφάλι. Γι’ αυτό και η μεγάλη συμφόρηση αίματος στο κεφάλι των ανθρώπων αυτών, των σταυρωμένων. Εάν δεν είχε κάποια άλλη διέξοδο, εάν δεν εύρισκε κάποια άλλη διέξοδο, για να μπορέσει να απαλλάξει το κεφάλι του από αυτήν την πληθώρα αίματος θα πέθαινε πάρα πολύ σύντομα πάνω στον σταυρό.
Όμως ο σταυρωμένος βρίσκει μια διέξοδο. Και αυτή είναι να στηρίξει το κορμί του πιέζοντας τα πόδια του πάνω στα καρφιά με τα οποία είναι καρφωμένα. Έτσι ανυψώνεται λίγο ο θώρακας, σταματάει η εξάρτηση τού βάρους από τα χέρια και από τους ώμους, ανακουφίζεται το θωρακικό τοίχωμα, μπορεί και αναπνέει πάλι, κατεβαίνει πάλι το αίμα από το κεφάλι και ο άνθρωπος συνέρχεται. Όμως η κούραση, την οποία έχει δεν τού επιτρέπει να καταβάλλει αυτήν την μυϊκή προσπάθεια, ώστε να στηρίζει όλο το βάρος τού σώματός του από το καρφί το οποίο έχει περάσει από τα πόδια του. Έτσι εξαντλημένος ξαναπέφτει πάλι στην πρώτη θέση, για να ξαναρχίσει πάλι η ασφυξία μέχρις ότου μετά από μια διαδοχική σειρά από τέτοιες προσπάθειες εξαντληθεί, μείνει στην στάση τής εξαρτήσεως και πεθάνει από ασφυξία.
Πραγματικά είναι ένα σατανικό σχέδιο θανατώσεως ο σταυρός και γι’ αυτό και οι Ρωμαίοι τόσο πολύ ικανοποιούντο, μέσα σε κείνη την βάρβαρη επιθυμία τους να βλέπουν τον άνθρωπο να βασανίζεται, από την θέα των σταυρωμένων ανθρώπων. Και γι’ αυτό, επειδή ήταν τόσο άθλιος ο θάνατος, στην Ρωμαϊκή νομοθεσία αυτός ο θάνατος, ορίζεται να χρησιμοποιείται μονάχα στους δούλους και στους προδότες.
Ο Κικέρων, που είχε παρακολουθήσει θάνατο επάνω στον σταυρό, τον ονομάζει: «Cruderissimum et deterimum Supplicium», δηλ. το πλέον φρικτό βασανιστήριο το οποίο είχε ποτέ παρακολουθήσει. Τώρα σε περιπτώσεις όπου για κάποιο λόγο ήθελε ο επικεφαλής τού εκτελεστικού αποσπάσματος να συντομεύσει την επέλευση τού θανάτου, τι έκανε; με ένα ισχυρό κτύπημα, διέταζε να σπάσουν οι κνήμες τού σταυρωμένου και έτσι, αφού πια βρισκόταν ο σταυρωμένος σε αδυναμία να στηρίξει το βάρος τού σώματός του στα πόδια του και να ανακουφίσει τον θώρακά του και να μπορέσει να αναπνεύσει, αναγκαζόταν πλέον να εξαρτήσει όλο το βάρος, όπως είπαμε, τού κορμιού του από τα χέρια του και να πεθάνει μέσα στην ασφυξία. Και αυτό ήταν η ειδική χαριστική βολή την οποίαν επεφύλασσαν οι έμπειροι ρωμαίοι εκτελεσταί στους καταδικασμένους σε σταύρωση. Και γι’ αυτό είδατε ότι τους δύο ληστάς που ζούσαν ακόμη τους εξετέλεσαν με την χαριστική βολή αυτή, τους έσπασαν τα πόδια. Όταν, λέει, επήγαν στον Χριστό, είδαν πώς είχε ήδη αποθάνει. Τώρα εδώ πρέπει να προσέξουμε πολύ. Είναι δυνατόν ένας αξιωματικός επικεφαλής τού εκτελεστικού αποσπάσματος, που ασφαλώς είχε δει πολλές θανατώσεις με σταύρωση, είναι δυνατόν να απατηθεί; Είναι δυνατόν εκείνη την ώρα να βρίσκεται σε νεκροφάνεια το άτομο; Είναι πασίγνωστο ότι οι νεκροφάνειες δεν συνοδεύονται από άπνοια αλλά μονάχα από φαινομενική άπνοια.
Εάν πραγματικά δεν γίνονται αναπνευστικές κινήσεις είναι αδύνατο να ζήση ο άνθρωπος περισσότερο από 3-6 λεπτά, εφ’ όσον το αίμα δεν οξυγονώνεται στους πνεύμονες. Είναι όμως δυνατόν να γίνονται ανεπαίσθητες αναπνευστικές κινήσεις στον σταυρό, την ώρα που για να αναπνεύσει ο άνθρωπος, πρέπει να κάνη μια εργώδη προσπάθεια για να κινήσει λίγα εκατοστά αέρος μέσα και έξω από τους πνεύμονές του; Είναι δυνατόν εκείνη την εργώδη προσπάθεια να μην την αντιληφθεί εκείνος, ο οποίος θα πλήρωνε με την ζωή του, εάν ένας κατάδικος παρουσιαζόταν ότι δεν είχε πράγματι πεθάνει, ενώ ήταν καταδικασμένος σε θάνατο; Αλλά ίσως εδώ έμενε σε κάποιο πνεύμα, που πεισματικά στέκει στην αμφιβολία, μία πεισματώδης άρνησις.
Είναι δυνατόν; Ο Κεντυρίων ο εκατόνταρχος δεν αρκέσθηκε σ’ αυτήν την πειστική γι’ αυτόν απόδειξη, αλλά εξετέλεσε πάνω στο σταυρωμένο σώμα τού Χριστού μας, την άλλη, την κλασσική μορφή τής χαριστικής βολής, που είχαν οι Ρωμαίοι για όλους τους καταδίκους σε θάνατο, ασχέτως με τον τρόπο με τον οποίο θα εξετελείτο η θανάτωσις, δηλ. την λόγχηση τής πλευράς. Αυτό πραγματικά είναι ένα θανάσιμο κτύπημα με όλη τη δύναμη που ένας γυμνασμένος στρατιώτης μπορεί να κτυπήσει. Σχεδόν εξ επαφής με την λόγχη που ήτο εις την άκρη τού δόρατός του, την κοφτερή εκείνη λόγχη που μπορούσε να κτυπήσει ένα σώμα, ο Ρωμαίος στρατιώτης την έβαλε βαθιά στον θώρακα τού Χριστού μας. Και δεν έβαλε απλώς την λόγχη, αλλά ευθέως έρευσε ύδωρ και αίμα. Τώρα ποια είναι η μεγάλη δογματική σημασία αυτού τού ύδατος και τού αίματος δεν θα το συζητήσουμε εδώ. Και δεν είναι θέμα που αρμόζει σε μένα, ένα γιατρό, σαν ένα επιστήμονα των θετικών επιστημών που πρέπει να το αναλύσω. Όμως πρέπει να πούμε ότι για να τρέξει αίμα θα πρέπει ασφαλώς να τρύπησε αυτή η λόγχη ή την καρδιά ή ένα μεγάλο αγγείο.
Και να πούμε ακόμη ότι εάν ο Χριστός μας ζούσε, από όπου και αν προήρχετο αυτό το αίμα, θα ήτανε μια συνεχής ροή, ροή με σφύξεις, η οποία θα μαρτυρούσε την παρουσία τής ζωής. Όμως μετά από εκείνη τη ροή ύδατος και αίματος δεν παρουσιάσθηκε πλέον τίποτε άλλο και ιδίως ένα τόσο μεγάλο τραύμα δεν προκάλεσε Καμία αντίδραση. Αντιθέτως επεβεβαίωσε η έλλειψις αυτή τής αντιδράσεως στον Κεντιρίωνα την ήδη υπάρχουσα βεβαιότητα ότι ο Χριστός απέθανε. Δεν είναι λοιπόν δυνατή αυτή η νεκροφάνεια πάνω στον σταυρό, δεν είναι δυνατή η νεκροφάνεια μπροστά σ’ ένα τόσο μεγάλο τραύμα, κατά το οποίο πρέπει να σημειώσουμε ότι η είσοδος μιας λόγχης μέσα στον θώρακα, δεν προκάλεσε μονάχα την τρώση μεγάλων οργάνων τής κυκλοφορίας, όπως την καρδιά και των μεγάλων αγγείων, αλλά εξάπαντος προκάλεσε μια κατάσταση που την γνωρίζουν όσοι έχουν κάποια σχέση με την Ιατρική, τον πνευμοθώρακα, δηλ. την είσοδο αέρος ατμοσφαιρικού έξω από τους πνεύμονες, ένα φαινόμενο που όπως γνωρίζουμε είναι ασυμβίβαστο με την επιβίωση. Ένας ανοικτός πνευμοθώρακας δεν επιτρέπει την αναπνοή, ακόμη και αν ο άνθρωπος βρισκόταν στο κρεβάτι του. Ακόμη και αν δεν υπήρχε κανένας άλλος επιβαρυντικός παράγων για την αναπνοή του – όπως είδαμε ήταν πλέον ανύπαρκτη η αναπνοή του – ακόμη και αν δεν υπήρχε τίποτε άλλο, ένα τέτοιο μεγάλο τραύμα στον θώρακα θα είχε καταργήσει την ικανότητα τού αναπνευστικού συστήματος να εκτελεί το έργο του και θα είχε θανατώσει μέσα σε λίγα λεπτά τον άνθρωπο αυτό.
Ας πούμε ακόμη και κάτι άλλο, ότι μετά από αυτή τη διαπίστωση τού θανάτου από τον Κεντιρίωνα δεν κατέβασαν αμέσως τον Χριστό από τον Σταυρό. Κατεβαίνει ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας από τον Γολγοθά που ήταν παρών, μέχρι το πραιτόριο. Πάει, βρίσκει τον Πιλάτο και τού ζητεί το σώμα τού Χριστού.
Ο Πιλάτος εθαύμασε «ει ήδη απέθανε» για να μας έχει και μας πληροφορημένους απόλυτα ότι όταν απέθανε και εκάλεσε τον Κεντιρίωνα, ο οποίος πλέον αυτήν την πεποίθησή του, δεν την επισφραγίζει μονάχα με το ότι έφυγε αφήνοντας τον Χριστό πεθαμένο, αλλά και με το ότι διαβεβαίωσε τον ηγεμόνα, ότι πράγματι απέθανε. Και αφού λέει το διαβεβαίωσε τότε τρίτος δρόμος; – πρώτος τού Ιωσήφ προς τον Πιλάτο, δεύτερος τού αγγελιοφόρου προς τον Κεντιρίωνα, τού Κεντιρίωνα προς τον Πιλάτο, τρίτος δρόμος ξανα-ανεβαίνει ο Ιωσήφ φέρνοντας μαζί του και την σινδόνη και τότε μονάχα γίνεται αυτή η αποκαθήλωση, πράγμα που δίνει άνετο καιρό σε όλους αυτούς τους μηχανισμούς τού θανάτου και εάν ακόμη, πράγμα λογικώς αδύνατον, θετικώς απαράδεκτον, και εάν ακόμη αυτοί οι μηχανισμοί δεν είχαν προκαλέσει τον θάνατο, να τον προκαλέσουν στο διάστημα αυτό.
Και τώρα αρχίζει η διαδικασία τής ταφής, η οποία μας λέει το ευαγγέλιο, έγινε από τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο και τους άλλους που ευρίσκοντο εκεί, καθώς ήταν έθος στους Ιουδαίους.
Βρίσκουμε μέσα στο «ταλμούδ» όλη τη διαδικασία τής ταφής, η οποία για να αποτρέψει προφανώς το ενδεχόμενο τής νεκροφανείας περιείχε και το να βάλουν επί 15΄ ένα φτερό μπροστά στα ρουθούνια τού πεθαμένου για να βεβαιωθούν ότι δεν κουνάει η αναπνοή τού ανθρώπου αυτού το φτερό. Και αφού τον ετοίμασαν, έβαλαν γύρω του την σινδόνη ή τα ωθόνια και τον εκάλυψαν από πάνω καθώς ήταν το έθιμο ακριβώς στους Ιουδαίους και πάνω σε όλα αυτά τα υφάσματα έρριψαν 32 κιλά – 100 λίτ. – από μείγμα τής σμύρνας και τής αλόης, δύο αρωματικών ουσιών, που καθώς ανακατεύονται παίρνουν ένα παχύρρευστο κολλώδες σχήμα με το οποίο διαποτίζουν κατά ένα τρόπο τελείως αεροστεγή – όταν μάλιστα ρίχνουν 32 κιλά – από όλες τις πλευρές το πτώμα που περιβάλλεται από τα υφάσματα. Ώστε εάν υποτεθεί ότι ένα υγιέστατο άτομο είχε περιτυλιχθεί με το σεντόνι από παντού και με τα οθόνια και είχε περιβραχεί το σεντόνι αυτό μ’ αυτήν την κολλώδη και αδιαπέραστη ουσία, που τόσο άφθονα έπεφτε επάνω του, θα είχε πεθάνει από ασφυξία. Ώστε και αν ξεχάσουμε όλες τις άλλες πολυάριθμες αιτίες, που κάθε μια από αυτές αρκεί να προκαλέσει τον θάνατο, έχουμε τώρα εδώ, μέσα στον τάφο, μια πρόσθετη αιτία θανάτου, που είναι η ασφυξία από την σμύρνα και την αλόη.
Τον 18ον αιώνα, ο πρώτος που παρουσίασε τα επιχειρήματα τής νεκροφανείας ήταν ο Venturino. Εδέχθησαν οι ορθολογισταί ότι η σμύρνα και η αλόη αναζωογόνησαν με το άρωμά τους έναν άνθρωπο που βρισκότανε ασφαλώς κατατραυματισμένος, έξαιμος, αφυδατωμένος, ακίνητος, σε λιποθυμία, σε κωματώδη κατάσταση, αν δεν ήταν πεθαμένος, πράγμα αδιανόητον. Εάν η σμύρνα και η αλόη είχαν τέτοιο αποτέλεσμα, εμείς οι γιατροί αντί να χρησιμοποιούμε χίλιες δυο μεθόδους, ενέργειες και εξετάσεις για να σώσουμε τους βαριά τραυματισμένους δεν είχαμε παρά να τους δώσουμε να μυρίσουν σμύρνα και αλόη και αμέσως να αναζωογονηθούν. Η σμύρνα και η αλόη ήταν ένας πρόσθετος λόγος θανάτου, μια πρόσθετη αιτία, ένα τελικό επιχείρημα για όλους εκείνους που αμφιβάλλουν.
Αλλά ας προεκτείνουμε με ένα πεισματικό και εωσφορικό τρόπο την αμφιβολία μας και πέρα από δω και ας πούμε ότι πραγματικά ήταν νεκροφάνεια και ας πούμε ότι πραγματικά δεν είχε πεθάνει ο Χριστός και ας πούμε πραγματικά ότι δεν παρουσιάσθηκε ανάστασις, αλλά ότι σηκώθηκε την Τρίτη ημέρα και άρχισε να βαδίζει. Πώς, σας παρακαλώ, μπόρεσε να απαλλαγή απ’ αυτόν τον σφικτό κλοιό των ενδυμάτων, των ρούχων, των υφασμάτων που τον περιέβαλλον; Πώς μπόρεσε να αποκυλήση τον βαρύ λίθο με τον οποίο εσφράγισε ο Ιωσήφ ο Αριμαθαίας τον τάφο, τον βαρύ λίθο, τον οποίο τρεις γυναίκες πηγαίνοντας την πρωία τής Κυριακής, διερωτώντο ποίος θα τις βοηθήσει να τον κυλήσουν; Και τέλος πάντων, αυτό το κατατραυματισμένο, το εξαντλημένο σώμα, εάν υποτεθεί πώς θα σηκωνόταν, εάν υποτεθεί πως θα κυλούσε τον λίθο, ασφαλώς μετά από λίγα βήματα θα ξανάπεφτε πάνω σε μια αθλία κατάσταση και δεν θα μπορούσε να συνέλθει και να σταθεί στα πόδια του, παρά μετά από μία πολύμηνη θεραπεία, ακόμη κι αν είχε τα μέσα, τα οποία σήμερα έχουμε για να κάνουμε την εντατική θεραπεία των ανθρώπων που βρίσκονται πάρα πολύ κοντά στον θάνατο.
Είναι πραγματικά έτσι οι εμφανίσεις τού Χριστού; Και εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι δεν αποτελεί απλώς πληροφορία, το ότι είδαν τον Χριστό υγιέστατο όλοι εκείνοι στους οποίους ενεφανίσθη, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρχει το Ευαγγέλιο. Γιατί από την υγεία από την οποία έσφυζε αυτό το σώμα, επείσθησαν αυτοί οι δύσπιστοι, όπως θα δούμε, ότι πραγματικά ανεστήθη.
Αντί να σέρνεται, λοιπόν, και να λιποθυμάει αυτό το σώμα, που πραγματικά προκαλούσε οίκτο και αηδία από τα βασανιστήρια που είχε περάσει, έχουμε μια εμφάνιση ανθρώπου που ήτανε γεμάτος από σφρίγος, που ακτινοβολούσε την επιβολή, την ειρήνη, την άνεση, ένα σώμα που περπατάει τόσο γρήγορα ώστε να κατορθώνει να φθάσει δύο ανθρώπους που βάδιζαν αρκετά χιλιόμετρα μακριά από την Ιερουσαλήμ και που προπορεύονταν από αυτό και τους έφθασε και συνοδοιπόρησε μαζί τους για άλλη μια μεγάλη απόσταση μέσα στο σούρουπο. Ώστε πρόκειται πραγματικά για εμφανίσεις ανθρώπου που βρίσκεται σε απόλυτη υγεία και δύναμη. Ώστε το ότι πέθανε ο Χριστός πάνω στον Σταυρό, το ότι είναι αδύνατο παρά να παραδεχθούμε ότι οι εμφανίσεις του είναι εμφανίσεις ανθρώπου που αναστήθηκε μετά από το μαρτύριο τού Σταυρού, αυτό έχει θετικότατα πλέον αποδειχθεί στην Ιατρική Επιστήμη.
Ήταν ψευδαίσθηση;
Τώρα ερχόμαστε στη δεύτερη κατηγορία αμφισβητήσεων. Στο αν οι εμφανίσεις αυτές ήταν πραγματικές. Αν η περιγραφή και η μαρτυρία μέσα στην Αγία Γραφή, για τις ερμηνείες αυτές είναι αξιόπιστες. Τώρα εδώ, χρειαζόμαστε και μπαίνουμε στην περιοχή μιας άλλης επιστήμης, τής νομικής επιστήμης, η οποία είναι η επιστήμη που με μεγάλη ακρίβεια, με μεγάλη λογική προσοχή, μελετάει την αξιοπιστία των ενδείξεων. Διότι, προκειμένου να αποδώσει ευθύνες, προκειμένου να απαγγείλει κατηγορίες και να εκφράσει καταδίκες, στηρίζεται αδιάκοπα σε ενδείξεις και σε μαρτυρίες. Γι’ αυτό λοιπόν έχει με πολύ λεπτό ηθμό και με μεγάλη λογική αυστηρότητα ξεκαθαρίσει ποιες μαρτυρίες είναι αξιόπιστες και ποιες δεν είναι και πότε μία μαρτυρία και μία ένδειξις είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί. Τώρα θα πρέπει να πούμε ότι εάν οι μαρτυρίες για τις εμφανίσεις τού Χριστού που υπάρχουν μέσα στα Ευαγγέλια και στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή τού Παύλου, εάν οι μαρτυρίες αυτές δεν ανταποκρίνονται προς την πραγματικότητα, θα είναι αποτέλεσμα δύο ειδών παρεκκλίσεων από την αλήθεια. Η θα πρόκειται περί ψευδαπάτης ή ψευδαισθήσεως ή θα πρόκειται περί απάτης.
Ας πάρουμε τώρα μία-μία τις δύο αυτές αμφισβητήσεις. Ας πάρουμε πρώτα το ενδεχόμενο των ψευδαισθήσεων. Οι ψευδαισθήσεις θα μας αναγκάσουν τώρα να ξαναγυρίσουμε στην Ιατρική. Γιατί οι ψευδαισθήσεις είναι ένα φαινόμενο που η Ιατρική το έχει επί χρόνια πολλά και επί χιλιάδες περιπτώσεων μελετήσει και οι ψευδαισθήσεις εμφανίζονται στον άνθρωπο με ορισμένους τρόπους.
Ας αναφέρουμε μερικούς από τους τρόπους αυτούς:
Πρώτα-πρώτα τα άτομα τα οποία βλέπουν οράματα και έχουν ψευδαισθήσεις αποτελούν μια ορισμένη κατηγορία ανθρώπων που έχουν την προδιάθεση γι’ αυτές. Οι ψευδαισθήσεις αποτελούν μία προέκταση των διαθέσεών τους και αφορούν σε γεγονότα που η πραγματοποίησης τους επιθυμείται πολύ έντονα από τα άτομα αυτά. Στο πρώτο πρέπει λοιπόν να υπάρχει μία προδιάθεση. Το δεύτερο είναι ότι τα άτομα αυτά ανήκουν σε έναν ορισμένο τύπο ανθρώπων που είναι επιρρεπείς στις εκδηλώσεις αυτές. Επίσης, εάν πολλά άτομα βλέπουν ψευδαισθήσεις, οι ψευδαισθήσεις αυτές έχουν διαφορετικό περιεχόμενο και χαρακτήρα που σχετίζεται με τον ψυχικό κόσμο, τον χαρακτήρα, τις εμπειρίες που χαρακτηρίζει τον κάθε ένα. Έχουν λοιπόν διαφορετική μορφή και διαφορετικό περιεχόμενο. Επίσης αυτές οι ψευδαισθήσεις παρουσιάζονται σε κατάλληλη ώρα και τόπο. Σε περιστάσεις δηλαδή όπου υποβάλλουν τον άνθρωπο για τις ψευδαισθήσεις αυτές.
Τέλος, εάν οι ψευδαισθήσεις αυτές έχουν την τάση να επαναλαμβάνονται, τότε η επάνοδός τους παρουσιάζεται επί πολύ χρονικό διάστημα. Ας δούμε τώρα, ακολουθούν οι εμφανίσεις τού Χριστού, έστω και ένα από τους βασικούς αυτούς κανόνες, οι οποίοι χαρακτηρίζουνε τις παθολογικές ψευδαισθήσεις των ανθρώπων; Πρώτα απ’ όλα, εκείνοι στους οποίους εμφανίσθηκε ο Χριστός είχαν πράγματι την προδιάθεση για να δουν τον Χριστό αναστημένο; Κάθε άλλο. Όχι μονάχα ήταν καταπατημένοι, όχι μονάχα ήσαν βέβαιοι ότι η υπόθεση τελείωσε, αλλά και όταν ακόμα έφθασαν επανειλημμένα μηνύματα από πρόσωπα αξιόπιστα, από πρόσωπα που ζούσαν ανάμεσά τους και τους βεβαίωναν ότι είδαν τον Χριστό αναστημένο, εκείνοι αρνήθηκαν να πιστέψουν ότι ήσαν αληθινές οι εμφανίσεις αυτές, ότι πραγματικά ο Χριστός ανεστήθη. Ώστε λοιπόν, όχι μόνον δεν ήσαν προδιατεθειμένα τα πρόσωπα αυτά για ψευδαισθήσεις, αλλά ήσαν και αρνητικά προδιατεθειμένα για να πιστεύουν ότι είναι δυνατόν να δουν τον Χριστό. Τώρα είπαμε, ότι τα πρόσωπα που παθαίνουν ψευδαισθήσεις ανήκουν σ’ έναν ορισμένο τύπο.
Και μάλιστα τύπο επιρρεπή προς τέτοιες εκδηλώσεις. Ας δούμε τώρα ανήκουν σ’ έναν ορισμένο τύπο τα πρόσωπα αυτά;
Τα πρόσωπα αυτά τα γνωρίζουμε απ’ τα ίδια τα γραπτά τους και τις αφηγήσεις τους. Κατ’ αρχήν είναι πρόσωπα που δεν έχουν φαντασιώσεις.
Ας πάρουμε τον Τελώνη Ματθαίο. Άνθρωπο που πέρασε όλη τη ζωή του πάνω στους λογαριασμούς. Τον Ματθαίο που το Ευαγγέλιό του είναι γεμάτο από ρεαλισμό, που δεν έχει τίποτε το ποιητικό, που δεν έχει τίποτε το λυρικό, που είναι μια πολύ προσεκτική παράθεση γεγονότων, με λεπτομέρειες εξαιρετικά πραγματικές, εξαιρετικά ρεαλιστικές.
Ας πάρουμε τον Θωμά. Ο Θωμάς καθόλου ασφαλώς δεν ανήκει στην κατηγορία των ανθρώπων που βλέπουν ψευδαισθήσεις. Είναι ο άνθρωπος που όταν οι 10 μαθηταί, που είχε περάσει μαζί τους 3 χρόνια αδιάκοπης ζωής, τον βεβαιώνουν ομόφωνα ότι είδαν τον Χριστό, αρνείται και λέει: «δεν θα πιστέψω, όχι αν τον δω, αλλά εάν δεν αγγίσω τον Χριστό και μάλιστα ακριβώς στο σημείο τού σώματός του που μαρτυρεί ότι πέθανε». Είναι αυτός ένας τύπος ανθρώπου προδιατεθειμένος για ψευδαισθήσεις;
Και ο Παύλος. Ο διώκτης Παύλος. Ο Παύλος ο οποίος κυριολεκτικά θέριζε την εκκλησία και κάθε άνθρωπο που ήθελε να πει ότι ο Χριστός αναστήθηκε, ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για να δει και για να ακούσει τον αναστημένο Χριστό, στη στιγμή ακριβώς που βρισκόταν στο αποκόρυφο τής μανίας του εναντίον τής ιδέας ότι ο Χριστός αναστήθηκε; Βλέπουμε λοιπόν, ότι οι άνθρωποι στους οποίους συνέβησαν οι εμφανίσεις αυτές, ήσαν άνθρωποι με διαφορετικό χαρακτήρα, με διαφορετικό τύπο, μάλιστα με τύπο ξένο προς την εμφάνιση ψευδαισθήσεως.
Και ακόμη ξέρουμε πως εμφανίσθηκε σε 500 ανθρώπους ταυτοχρόνως. Και οι άνθρωποι αυτοί πίστεψαν πως τον είδαν στην μεγάλη τους πλειονότητα. Είναι δυνατόν 500 πρόσωπα να ανήκουν όλα ή σχεδόν όλα στον τύπο τού ανθρώπου που βλέπει ψευδαισθήσεις;
Τώρα είπαμε επίσης ότι αν πολλά πρόσωπα βλέπουν ψευδαισθήσεις, οι ψευδαισθήσεις αυτές έχουν χαρακτήρα ανάλογο προς την προσωπικότητα τού καθενός. Και γνωρίζουμε πολύ καλά, όπως θα ήταν και επόμενο να το περιμένουμε ότι τα πρόσωπα τού περιβάλλοντος τού Χριστού, είχαν πολύ διαφορετικούς χαρακτήρες. Ένας με στοιχειώδη έτσι ψυχολογική προσοχή, αντιλαμβάνεται τις μεγάλες διαφορές που υφίσταντο, τις βασικές θεμελιώδεις διαφορές χαρακτήρος που υπάρχουν ανάμεσα στον Απόστολο Πέτρο, στον Απόστολο Παύλο και στον Ευαγγελιστή Ιωάννη. Οι διάφοροι χαρακτήρες τού Ευαγγελίου, των μαθητών τού Χριστού, αποτελούν ένα φάσμα που μπορούμε να πούμε αντιπροσωπεύει περίπου όλους τους ανθρώπινους τύπους. Εν τούτοις όλοι τους δέχονται και παραδέχονται ότι ο Χριστός είχε την ίδια εμφάνιση και το μίλημά του όταν τους μίλησε, είχε ακριβώς το ίδιο περιεχόμενο. Όλοι συμφωνούν απολύτως για το ό,τι είδαν και για το ό,τι άκουσαν. Και αυτό είναι αντίθετο προς την ιδέα ότι οι εμφανίσεις τού Χριστού θα ήταν ψευδαισθήσεις. Είπαμε ακόμη ότι οι ψευδαισθήσεις παρουσιάζονται σε κατάλληλους υποβλητικούς τόπους και χρόνους και ώρες τής ημέρας.
Εδώ βλέπουμε ότι δεν υπάρχει καμία ομοιότης. Άλλοτε και συνήθως ο Χριστός εμφανίζεται στο φως τής ημέρας. Εμφανίζεται επί πολλή ώρα, μέρα μεσημέρι, απόγευμα και περπατάει στους αγρούς επί ώρες, εμφανίζεται στον κήπο τού νεκροταφείου τής Ιερουσαλήμ. Εμφανίζεται στο όρος των Ελαιών, εμφανίζεται σ’ ένα μικρό λόφο, σε πολλούς ανθρώπους. Εμφανίζεται σ’ ένα δωμάτιο όπου ήσαν κλεισμένοι οι μαθηταί. Εμφανίζεται δίπλα στην λίμνη τής Τιβεριάδος όπου όπως ξέρετε έγινε η δεύτερη θαυμαστή αλιεία. Καθόλου όμοιοι λοιπόν οι τόποι αυτοί και καθόλου υποβλητικοί για να δημιουργούν το κλίμα και το περιβάλλον για ψευδαισθήσεις. Και ακόμη είπαμε πώς όταν οι ψευδαισθήσεις επαναλαμβάνονται, τότε επαναλαμβάνονται επί πολύ διάστημα και ή τείνουν να αραιώσουν ή να ατονίσουν, οπότε λίγο-λίγο, σιγά-σιγά εξαφανίζονται ή τείνουν να εντείνονται και να γίνονται συχνότερες, οπότε καταλήγουν σε μία κρίση. Αυτό το λέει η Ψυχιατρική. Εδώ δεν βλέπουμε τίποτε.
Οι εμφανίσεις τού Χριστού παρουσιάζονται με τον ίδιο ρυθμό και μετά από 40 ημέρες διακόπτονται χωρίς να έχουν φθάσει ούτε σε μία αραίωση ούτε σε ένα αποκόρυφο, και διακόπτονται μετά την Ανάληψη. Ας σημειώσουμε ακόμη, ότι όταν μιλούμε για ψευδαισθήσεις, όλοι εννοούμε κυρίως οράματα, δηλαδή εμφανίσεις οι οποίες γίνονται αντιληπτές με την όραση. Εδώ όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο μόνο. Όχι μονάχα οι περισσότερες από αυτές τις εμφανίσεις συνδυάζονται και με ακουστικές εντυπώσεις και με διάλογο ο οποίος διαμείβεται ανάμεσα στον εμφανιζόμενο και σε κείνους που τον βλέπουν αλλά επιβεβαιώνονται και με την αφή.
Βλέπουμε την διαβεβαίωση την οποία παίρνει ο Απόστολος Θωμάς με την αφή και ακόμη ότι για να μην μείνει αμφιβολία στους μαθητές ότι πραγματική ήταν και όχι ψευδής εντύπωσις η εμφάνισις τού Χριστού, όταν τους είδε ακριβώς από την ταραχή τους και τον φόβο τους και την δυσπιστία που είδαμε, να αμφιβάλλουν για ό,τι ακριβώς βλέπουν, ο Χριστός έφαγε μπροστά τους ψάρι και κηρύθρα από μέλισσα. Οπότε μετά την αποχώρηση του να έχουν την διαβεβαιώσει ότι πραγματικά παρουσιάσθηκε με σώμα αληθινό, πρώτον από το γεγονός ότι το ψάρι και το μέλι που και οι ίδιοι ήξεραν ότι προηγουμένως έτρωγαν ότι υπήρχε επάνω στο τραπέζι, αλλά είναι και τροφές οι οποίες αφήνουν υπόλειμμα. Το κερί, απ’ την κηρύθρα και το κόκαλο απ’ το ψάρι. Ακόμη ο Χριστός μαγειρεύει, ψήνει ο ίδιος το ψάρι στην λίμνη, το ψάρι που είχε ο ίδιος όσο και το ψάρι που είχαν ψαρέψει εκείνοι και τρώνε όλοι μαζί. Έχουμε λοιπόν και υλικά υπολείμματα από τις εμφανίσεις αυτές, τα οποία διαψεύδουν και συντρίβουν τελείως τα επιχειρήματα ότι επρόκειτο για ψευδαισθήσεις.
Πώς θα ήτο δυνατόν από ψευδαισθήσεις να είχαν και να μαρτυρούν και σε μας οι μαθηταί ότι υπήρξαν υλικά δείγματα από τις εμφανίσεις αυτές τού σώματος τού αναστημένου Χριστού;
Ήταν απάτη;
Εάν τώρα οι εμφανίσεις αυτές που περιγράφηκαν δεν είναι αποτέλεσμα αυταπάτης μήπως είναι αποτέλεσμα απάτης; Διότι αυτή η διέξοδος μένει στην αμφισβήτηση. Αυτή η διέξοδος μένει στην αμφιβολία. Ότι ήταν δηλαδή αποτέλεσμα απάτης. Ο πρώτος λόγος για τον οποίο δεν μπορεί οι εμφανίσεις αυτές να είναι αποτέλεσμα απάτης οφείλεται στο γεγονός, ότι τα πρόσωπα απ’ τα οποία μαρτυρείται ότι είδαν τον Χριστό και μαρτυρείται επί πολλά χρόνια, αρκετά χρόνια μετά την Ανάσταση Του ότι είδαν τον Χριστό, (στην Α΄ προς Κορ. επιστ. απαριθμούνται τα πρόσωπα αυτά και αναφέρει εκεί ο Απ. Παύλος συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται και στο Ευαγγέλιο τού Μάρκου, ότι πάνω από 500 άνθρωποι είδαν τον Χριστό), τα πρόσωπα λοιπόν αυτά ήσαν πάρα πολλά. Είναι λοιπόν πραγματικά αδύνατο, τόσο πολλά πρόσωπα, επί τόσο πολλά έτη, να έκαναν μια τόσο χονδροειδή και βλάσφημο απάτη και να μη βρέθηκε ούτε ένα πρόσωπο, το οποίο να επανέλθει και να μαρτυρήσει και να διαμαρτυρηθεί ότι το ίδιο συμμετέσχε σε μια απάτη και έπεσε θύμα αυτής. Οπότε αυτό για κάθε δικαστήριο, για κάθε κριτή που χρησιμοποιεί τους κανόνες περί ενδείξεων τής νομικής επιστήμης, το ότι έχει τόσους πολλούς μάρτυρες η εμφάνισις τού Χριστού, αυτό και μόνο αποκλείει το ενδεχόμενο τής απάτης.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο το ενδεχόμενο τής απάτης πρέπει να αποκλεισθεί είναι ότι η πληροφορία και το κήρυγμα για την εμφάνιση τού Χριστού και την Ανάσταση Του, συνοδεύεται και συνοδευόταν πάντα, με την διακήρυξη τού πιο υψηλού κηρύγματος αρετής που δέχθηκε ποτέ η ανθρωπότης. Μιας αρετής που δεν περιορίζεται μονάχα στην πραγματοποίηση ορισμένων πράξεων ενάρετων αλλά και φθάνει με απόλυτο αυστηρότητα ακόμη και στις σκέψεις, στα συναισθήματα και στις διαθέσεις τού κάθε ανθρώπου. Πώς ήταν λοιπόν δυνατόν, άνθρωποι που όχι μονάχα κήρυξαν αυτό το κήρυγμα αλλά άνθρωποι, που κατά την μαρτυρία των πιο ασπόνδων εχθρών τους, στάθηκαν συνεπείς σε όλη τους τη ζωή στο κήρυγμα αυτό το τόσο αυστηρό, να πουν και να στηρίξουν όλο τους το κήρυγμα πάνω σ’ ένα τόσο χονδροειδές ψέμα;
Ακόμη η υποψία ότι πρόκειται για μία απάτη αποδεικνύεται εσφαλμένη από το γεγονός τής συμπεριφοράς των αποστόλων που αναφέραμε μέχρι τής 3ης ημέρας μετά την σταύρωση τού διδασκάλου. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν περίτρομοι, ήσαν καταπτοημένοι. Ήσαν πεπεισμένοι, όπως τόσο ωραία περιγράφεται εκεί στα λόγια τους με τα οποία περιγράφουν την σταύρωση και τις φήμες όπως νόμιζαν περί αναστάσεως, στον Χριστό, στον ίδιο τον Χριστό, οι δύο μαθηταί προς Εμμαούς. Ήσαν πεπεισμένοι ότι η υπόθεσης αυτή τού Χριστού έληξε άδοξα με την σταύρωση Του. Ήσαν οχυρωμένοι, όπως είπαμε, επάνω στην πεποίθηση ότι είναι αδύνατον να τον είδαν άνθρωποι ζωντανό και αυτό δεν ντρέπονται να το φανερώσουν οι ίδιοι και αυτήν την στροφή των 180ο την εμφανίζουν οι ίδιοι μόνον μετά απ’ την τρανή απόδειξη ότι πράγματι δεν μπορεί παρά να είναι μία αληθινή παρουσία η συνάντηση τους μαζί Του.
Εάν αυτοί οι άνθρωποι ήθελαν να πουν μια απάτη, δεν θα απέφευγαν να φανερώσουν όλους τους ενδοιασμούς τους οποίους είχαν; Δεν θα απέφευγαν να διακηρύξουν σ’ όλα τα πέρατα τής γης και να το γράψουν σ’ όλα τα Ευαγγέλια ότι ήσαν οι ίδιοι εκείνοι που αμφισβητούσαν, εκείνοι που δεν ήθελαν να πιστέψουν, εκείνοι που παρουσίαζαν επιχειρήματα, εκείνοι που έλεγαν ότι επρόκειτο για λήρο, για μια συναρπαγή, για ένα ψέμα, αυτές οι διηγήσεις για την εμφάνιση τού Χριστού και πώς αυτά τα πρόσωπα τώρα, τα τρομαγμένα, τα περίτρομα έρχονται όχι μονάχα να το διακηρύξουνε μπροστά στους δυνατούς τής γης, μπροστά στους ισχυρούς και μπροστά στους ενόπλους, που ήταν έτοιμοι να τους συντρίψουν, αλλά και δίνουν μετά από διωγμούς και μετά από βασανιστήρια, άκαμπτοι όλοι, χωρίς εξαίρεση την ζωή τους για μια τέτοια απάτη;
Όπως λέει, πολύ σωστά, ένας Γάλλος, ο Goguel, «είναι αδύνατον για ένα ψέμα να υποβληθεί κανείς σε διωγμούς και να δώσει την ζωή του με βάσανα και με τυρρανισμούς». Το ψεύδος το χρησιμοποιεί ο άνθρωπος δια να αποφύγει τον διωγμό όχι δια να τον υποστεί. Ώστε λοιπόν, το όλο κήρυγμα τής Εκκλησίας, στηρίζεται επάνω στη διαβεβαιώσει για την Ανάσταση. Και πρέπει να πούμε ακόμα και θάπρεπε να το πούμε ίσως πρώτο απ’ όλα, ότι αυτήν την διαβεβαιώσει για την Ανάσταση την έδωσε ο ίδιος ο Χριστός. Το είπε σαφέστατα και το διακήρυξε και το υπεστήριξε.
Και πώς είναι δυνατόν, αυτόν που όχι απλώς εκήρυξε, αυτόν ο οποίος έζησε από το κήρυγμα, αυτόν ο οποίος χωρίς καμία αμφισβήτηση ανέβηκε πάνω στον Σταυρό γι’ αυτό το κήρυγμα, πώς είναι δυνατόν αυτόν τον άνθρωπο να τον θεωρήσουμε σαν ένα απατεώνα, ο οποίος σκηνοθετεί την ταφή Του, ο οποίος σκηνοθετεί την Ανάσταση Του;
Τώρα αφού μιλήσαμε για την απόλυτο αξιοπιστία των εμφανίσεων τού Χριστού που είναι η δεύτερη κατηγορία των αμφισβητήσεων, θα έλθουμε στην 3η κατηγορία που εύκολα ανατρέπεται, δηλ. σχετικά με τον κενό τάφο.
Η αμφισβήτηση του κενού τάφου
Η πρώτη αμφισβήτηση για τον κενό τάφο είναι εκείνη η οποία παρουσιάζεται μέσα στο ίδιο το Ευαγγέλιο, όταν έρχεται η κουστωδία και αναγγέλλει στους αρχιερείς πάντα τα γενόμενα: τον σεισμό που έγινε και την ένδοξη Ανάσταση τού Χριστού. Και τι λένε οι αρχιερείς; Τους έδωσαν λέει αργύρια ικανά και τους είπαν να διαδώσουν ότι «αυτών κοιμωμένων έκλεψαν οι μαθηταί το σώμα». Αυτή βέβαια η απλή ανατροπή αυτής τής εκδοχής είναι εκείνη η φράσις ότι «αν εκοιμώντο πώς είδαν τι έγινε;» ότι δηλ. έφυγε το σώμα απ’ εκεί. Και «αν δεν εκοιμώντο πώς άφησαν αυτοί οι στρατιώτες τους μαθητές να πάρουν τον Κύριο;»
Τώρα η άλλη σκέψις είναι ότι το σώμα δεν το απεμάκρυναν οι μαθηταί, αλλά το απεμάκρυναν οι αρχιερείς και αυτό για να μη γίνει ο τάφος σημείο προσκυνήματος των οπαδών τού Χριστού. Αλλά και δω πάλι αυτό είναι τελείως αδιανόητο και ξένο προς την λογική. Ξέρουμε ότι λίγες ημέρες μετά εδέχθησαν κατά πρόσωπο, μπροστά σε χιλιάδες ανθρώπους εκείνη την αυστηρότατη κατηγορία τού Πέτρου ότι «απέκτειναν τον αρχηγό τής ζωής ον ο Θεός ήγειρε εκ νεκρών». Και έτσι ο Πέτρος δημιούργησε χιλιάδες πιστών απ’ την ημέρα εκείνη και όλοι οι απόστολοι εν συνεχεία.
Πόσο απλό θα ήταν να αποστομώσουν στη γένεσή του το Χριστιανικό κήρυγμα οι αρχιερείς, παρουσιάζοντας το πτώμα τού Χριστού το οποίο είχαν κρύψει! Αμέσως αυτό θα έπαυε για πάντα στο ξεκίνημά της αυτήν την κίνηση, η οποία αδιάκοπα αφαιρούσε οπαδούς από το Συνέδριο των Γραμματέων και των Φαρισαίων. Θα σταματούσαν αυτήν την βλάσφημη αίρεση παρουσιάζοντας το σώμα τού Χριστού και θα απεδείκνυαν εύκολα, και ήταν στο χέρι τους να το κάνουν, ότι πρόκειται για μια πλάνη.
Ο Αρχιδικαστής τής Αγγλίας, (όπως θα λέγαμε σε μας ο Πρόεδρος τού Αρείου Πάγου), λόρδος Darling, συνοψίζει αυτόν τον έλεγχό του νομικώς πάνω στις ενδείξεις για την Ανάσταση τού Χριστού με τα ακόλουθα λόγια, τα οποία είναι τόσο αυθεντικά ώστε δεν χρειάζεται να προσθέσω τίποτε άλλο:
«Εμείς λέει σαν Χριστιανοί καλούμαστε να παραδεχθούμε πολλά μόνον με την πίστη. Το βασικό θέμα, εάν δηλ. ο Ιησούς Χριστός ανέστη απ’ τους νεκρούς ή όχι, πάνω στο οποίο στηρίζεται ότι ο Χριστός ήταν πράγματι εκείνο που διακήρυξε, δεν καλούμεθα να το παραδεχθούμε μόνον με την πίστη. Υπάρχουν για την πεποίθηση αυτή, ότι είναι πραγματικά μια ζωντανή αλήθεια, υπάρχουν τόσο πολυάριθμες ενδείξεις θετικές και αρνητικές απ’ τα γεγονότα και τις περιστάσεις, ώστε κανένα σώμα από νοήμονες ενόρκους στον κόσμο δεν θα εξέφερε άλλη απόφαση παρά ότι η Ανάσταση είναι πράγματι αληθινή. Αλλά για να αποδειχθεί η αλήθεια τής Αναστάσεως πολλοί παρουσιάζουν εκείνο το επιχείρημα, το θετικό εκείνο επιχείρημα, το οποίο πιστεύω ότι είναι πιο πειστικό επιχείρημα για μας τους ανθρώπους που ζούμε σε μία εποχή κατ’ εξοχήν εποχή αρνήσεως, αποστασίας και συγχύσεως. Είναι ακριβώς οι απροσδόκητες και ψυχολογικά και λογικά ανεξήγητες επιστροφές ανθρώπων από την άρνηση και την πεισματική απιστία στην πίστη χάρις στην Ανάσταση τού Χριστού».
Σύγχρονες μεταστροφές απίστων
Υπάρχουν πάρα πολλές, υπάρχουν εκατομμύρια τέτοιες περιπτώσεις και θα αναφέρουμε μονάχα τις περιπτώσεις διασήμων ανθρώπων τού πνεύματος, οι οποίοι διετέλεσαν άπιστοι και έγιναν πιστοί.
Υπήρχε στην Αγγλία ο Καθηγητής Joad, Καθηγητής τής Φιλοσοφίας από τους πιο γνωστούς, ο οποίος ήταν τόσο πολύ φανατικός στην άρνηση, ώστε δεν άφηνε ευκαιρία, με τον γραπτό λόγο αλλά και με μία σειρά από εβδομαδιαίες ομιλίες στο αγγλικό ραδιόφωνο με τίτλο «ο Joad και ο Θεός», να υποστηρίζη την ανακρίβεια τού Ευαγγελίου. Αυτό έκανε ο Joad μελετώντας ακριβώς την Αγία Γραφή, για να παρουσιάσει επιχειρήματα. Ο ίδιος όμως από μόνος του χωρίς καμία επίδραση πείσθηκε ότι το αντίθετο από όσα κήρυσσε ήτο αλήθεια και σε μεγάλη ηλικία παρουσιάσθηκε αιφνιδίως και είπε ότι «όσα πίστευα ήταν ψέμα», και αγωνίσθηκε σαν τον Θωμά και εκήρυξε σ’ όλο τον κόσμο ότι ο Χριστός είναι πραγματικά ο Κύριος και Θεός. Στον 18ον αιώνα, όπως ανέφερα, είχε φθάσει η άρνηση στο κορύφωμά της. Και στην Αγγλία, λέει ο Montesquieu ότι, εάν ένας άνθρωπος πει σε οποιονδήποτε κύκλο μορφωμένων ανθρώπων ότι πιστεύει, δεν γίνεται υποδεκτός με τίποτε άλλο παρά με γέλια και καγχασμούς.
Την εποχή εκείνη δύο μορφωμένοι νέοι από το Πανεπιστήμιο τής Οξφόρδης έβαλαν για σκοπό τής ζωής τους να συγγράψουν δύο συγγράμματα, για να αποδείξουν ο πρώτος ότι η επιστροφή τού Παύλου δεν οφείλεται σε πίστη, σε αληθινή πίστη, και ο δεύτερος ότι η Ανάσταση τού Χριστού ήτο ψέμα.
Ο πρώτος, ο Λόρδος Lytletton μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα επέστρεψε με ένα κείμενο που απεδείκνυε ότι η συνάντησης τού Παύλου με τον αναστημένο Χριστό είχε πραγματικά συμβεί στο δρόμο τής Δαμασκού. Και ο άλλος, ο Gilbert West έγραψε ολόκληρο σύγγραμμα το οποίο ονομάζει «Παρατηρήσεις επί τής Ιστορίας και των Ενδείξεων τής Αναστάσεως τού Χριστού» και περιέχει μία σωρεία από επιχειρήματα, πολλά περισσότερα από όσα εγώ σας παρουσίασα τώρα, λογικότατα επιχειρήματα για την αλήθεια τής Αναστάσεως.
Θα έχετε ακούσει ίσως ότι το πλέον διάσημο σατυρικό περιοδικό παγκοσμίως είναι το «PUNCH». Επί έτη εκδότης τού Punch υπήρξε ο Muggeridge, πνεύμα οξύ και σκωπτικό, ο οποίος δεν δίσταζε να διακηρύττει την απιστία του. Μια επίσκεψις εν τούτοις εις τους Αγίους Τόπους κατέληξε εις αποτέλεσμα αντίθετο εκείνου το οποίον ανέμενε και επεδίωκε ο Muggeridge. Αντί να κομίσει αποδείξεις ότι η πεποίθησης στο θάνατο και την Ανάσταση τού Ιησού Χριστού είναι ένας μύθος, επέστρεψε με την ακλόνητο πεποίθησιν για την αλήθεια τής Χριστιανικής πίστεως και με μια τέτοια ψυχική μεταστροφή, ώστε έγινε σήμερα ένας από τους κυριότερους ηγέτες τού Χριστιανικού κινήματος στη Μ. Βρετανία. στο περίφημο «Φεστιβάλ τού Φωτός». Στην πολυάριθμη αυτή συγκέντρωση στην Πλατεία TRAFALGAR τού Λονδίνου, ο Muggeridge ήταν εκείνος ο οποίος καυτηρίασε και κάλεσε σε αφύπνιση και αγώνα εναντίον τής χυδαιότητας και τής παρακμής εις την οποίαν οδηγεί η απιστία.
Ίσως όμως πραγματικά για εκείνον που θέλει να κουράσει την σκέψη του, αυτό είναι πραγματικά ανάγκη γύρω από το θέμα αυτό, ίσως το πιο χαρακτηριστικό λογικό μνημείο είναι το έργο του νομικού Morison. Αυτός από μικρή ηλικία, από παιδική ηλικία είχε διαβάσει από τους Κριτικούς τής Γερμανικής Σχολής, την Κριτική τής Αγ. Γραφής. Και είχε πλούσια οπλιστεί με επιχειρήματα κατά τής Χριστιανικής Θρησκείας και ξεκίνησε με τα επιχειρήματα αυτά να γράψει ένα βιβλίο που πραγματικά, λογικά θα έπειθε τον καθένα, ότι η Ανάστασις δεν είχε πραγματοποιηθεί. Και καθώς άρχισε να γράφει αυτό το βιβλίο, βρήκε ότι ήταν αδύνατο το βιβλίο αυτό να γραφή. Και όχι μονάχα ήταν αδύνατο να γραφή αλλά οι σκέψεις και τα λόγια τα οποία έγραφε οδηγούσαν τελείως στον αντίθετο στόχο.
Λέει ο ίδιος: «Η δύναμις των περιστάσεων με ανάγκαζε να γράφω κάτι το τελείως αλλιώτικο, όχι γιατί τα ίδια τα γεγονότα τα οποία μελέτησα άλλαξαν, γιατί είναι οριστικά αποτυπωμένα στις σελίδες τής ανθρώπινης ιστορίας, αλλά γιατί η ερμηνεία των γεγονότων αυτών είχε μέσα μου υποστεί μία μεταβολή εξ αιτίας τής επιμονής αυτών των ιδίων των γεγονότων».
Ο συγγραφέας ανακάλυψε μία ημέρα ότι όχι μονάχα δεν μπορούσε να γράψει το βιβλίο που είχε σχεδιάσει αλλά και ότι αν ήθελε, δεν μπορούσε. Και από αυτήν την προσπάθεια προέκυψε το πασίγνωστο βιβλίο τού Morison «Ποιος εκύλισε τον λίθο;» που έχει κυκλοφορήσει σε εκατομμύρια αντιτύπων και αποτελεί πραγματικά ένα μνημείο λογικής εργασίας όπου παίρνει όλες τις διεξόδους τής αμφιβολίας και τους κόβει τον δρόμο με τις ίδιες τις μαρτυρίες τής Αγ. Γραφής και με την λογική επάνω σ’ αυτές δέχεται να ασκήσει το έργο τής αμφισβητήσεως και που αποτυγχάνει.
Δίπλα σ’ αυτούς τους διανοουμένους θα ήτανε πραγματικά παρά πολύ τολμηρό να πω δυο λόγια για τον εαυτό μου.
Το λέω με απόλυτη συναίσθηση για την διαφορά σε ανάστημα και την διαφορά σε κύρος που με χωρίζει απ’ αυτούς. Όμως το χρωστώ σε σας, και το κάνω για πρώτη φορά, το χρωστώ σε σας που είσαστε τα αδέλφια μου, με τα οποία ζω τόσο έντονα την ζωή τού Πανεπιστημίου, να σας μαρτυρήσω, ότι έζησα τα τελευταία χρόνια τής γυμνασιακής μου ζωής και σχεδόν όλα τα χρόνια τής ζωής μου σαν φοιτητής μέσα στην άρνηση και στην αμφιβολία. Και να σας πω ότι δέχθηκα, μετά από πάρα πολλή μελέτη, το μήνυμα τής Αναστάσεως σαν αληθινό και όλη μου η ζωή, δεν είναι από μία σκοπιά, τίποτε άλλο, παρά ένα πύρωμα επάνω στην ακρίβεια τού κηρύγματος τής Αναστάσεως. Και έχω να σας πω ότι ούτε μια στιγμή, ούτε μια παρατήρησης μέσα στη ζωή μου, δεν παρέλειψε παρά να επιβεβαιώσει την αλήθεια τού κηρύγματος τού Ευαγγελίου, την αλήθεια τής Αναστάσεως τού Χριστού. Είναι αδύνατον λογικά, είναι αδύνατον ψυχολογικά να ζήσω ούτε μία στιγμή, μη πιστεύοντας στην Ανάσταση τού Χριστού. Και θέλω να καλέσω, σαν αδελφός προς αδελφούς, τον καθένα από σας, αν αυτό δεν έχει ολοκληρωτικά συμβεί στην ζωή σας, να πάρει την θέση αυτή και να δεχθεί απροκάλυπτα, τίμια, χωρίς φόβο, την Ανάσταση τού Χριστού σαν ένα γεγονός. Και να με βρει, αν θέλει, να συζητήσουμε, αν θέλει και να χαρούμε μαζί τα όσα θα επακολουθήσουν απ’ αυτό το άνοιγμα τής ψυχής στην Ανάσταση τού Χριστού.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Π. Τρεμπέλα: Ιησούς από Ναζαρέτ, Αθήναι, 1955.
2. Ε. Θεοδώρου: Η αιωνία αλήθεια, Αθήναι, 1960.
3. Ι. Αγαπίδη: Ο Ιησούς ενώπιον τής Ιουδαϊκής και Ρωμαϊκής δικαιοσύνης, Θεσσαλονίκη, 1969.
4. R. GUARDINI: Ο Κύριος, Ελλ. Μετάφρασις, Αθήναι, 1956, Τόμος Γ΄.
5. P. BARBET: LA PASSION DE JESUS CHRIST SELON DE CHIRURGIEN, RILLEN ET CIE, ISSOUDUN, 1950.
6. τού ιδίου: A DOCTOR AT CALVARY, P.J. KENNEDY, NEW YORK, 1953.
7. PR. J.N.D. ANDERSON: CHRISTIANITY THE WITNESS OF HISTORY, TYNDOLE PRESS LONDON, 1969.
8. τού ιδίου: EVIDENCE FOR THE RESURECTION, INTERVARSITY, PRESS LONDON, 1968.
9. F. MORISON: WHO MOVED THE STONE, BARNES AND NOBLE, NEW YORK, 1962.
10. J/YOUNG: THE CASE AGAINST CHRIST, FALCON BOOKS, LONDON, 1962.
11. K.N. TAYLOR: IS CHRISTIANITY CREDIBLE? INTERVARSITY PRESS, 1970.
Ό καλός Σαμαρείτης πού έσωσε την ανθρωπότητα από τις πληγές πού της είχαν προξενήσει οι ληστές, έπεσε ό ίδιος στα χέρια τους. Γύρω από τον Κύριο υπήρχαν επτά είδη κακούργων. Το πρώτο είδος αντιπροσωπεύει ό Σατανάς, το δεύτερο οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες του Ισραηλινού λαού, το τρίτο ό Ιούδας, το τέταρτο ό Πιλάτος, το πέμπτο ό Βαραββάς, το έκτο ό αμετανόητος ληστής πού συσταυρώθηκε μαζί Του και το έβδομο ό ληστής πού μετάνιωσε. ’Άς σταματήσουμε για λίγο κι ας ατενίσουμε τη συντροφιά αυτή των κακούργων. Ανάμεσα τους στέκεται ό Υιός του Θεού, σταυρωμένος, πληγωμένος κι αιμόφυρτος.
Το πρώτο είδος είναι ό σατανάς. Είναι εκείνος πού θέλει να κάνει το μεγαλύτερο κακό στο ανθρώπινο γένος. Είναι ό πατήρ του ψεύδους, ό κακούργος των κακούργων. 0ι πειρασμοί πού χρησιμοποιεί για να πειράξει τούς ανθρώπους και να τούς κάνει κακό είναι δύο ειδών: τούς πειράζει με τις ανέσεις και με τα βάσανα. Στην αρχή πείραξε τον Κύριο στο Όρος των Πειρασμών με την υπόσχεση ανέσεων, με δύναμη και πλούτο- τώρα, στο τέλος, τον πειράζει με τα βάσανα, με το πάθος. Όταν κατατροπώθηκε στον πρώτο πειρασμό, άφησε τον Κύριο, έφυγε μακριά Του. Δεν τον εγκατέλειψε τελείως όμως, αλλά προς καιρόν. Όπως αναφέρει το ευαγγέλιο, «ό διάβολος άπέστη απ’ αυτού άχρι καιρού» (Λουκ. δ'13).
Ό καιρός αυτός πέρασε και τώρα ξαναπαρουσιάζεται. Αυτή τη φορά δέ χρειάζεται να εμφανιστεί φανερά, ανοιχτά. Τώρα δουλεύει με ανθρώπους. Χρησιμοποιεί τούς υιούς του σκότους πού, τυφλωμένοι από την εκτυφλωτική λάμψη του Χριστού, παραδίδονται στα χέρια του Σατανά. Κι αυτός τούς χρησιμοποιεί σαν όπλο εναντίον του Κυρίου Χριστού. Είναι κοντά τους όμως, είναι δίπλα σέ κάθε γλώσσα πού βλασφημεί το Χριστό, σέ κάθε στόμα πού φτύνει το πάντιμο πρόσωπό Του, σέ κάθε χέρι πού τον μαστιγώνει και του βάζει το αγκάθινο στεφάνι, σέ κάθε καρδιά πού φλέγεται από φθόνο και μίσος εναντίον Του.
Το δεύτερο είδος είναι μια ομάδα κακούργων, είναι οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ και οι πολιτικοί, θρησκευτικοί και πνευματικοί άρχοντες. Είναι οι γραμματείς και οι φαρισαίοι, οι Σαδδουκαίοι κι οι ιερείς, με το βασιλιά Ηρώδη επικεφαλής. Ό φθόνος κι ό φόβος τούς έσπρωξε να εγκληματήσουν στον Κύριο. Τούς κατέτρωγε ό φθόνος γιατί ό Κύριος ήταν ισχυρότερος, σοφότερος και καλλίτερος απ’ αυτούς. Είχαν φόβο για τη θέση τους, για την εξουσία, για τη δόξα και τον πλούτο, σέ περίπτωση πού οι άνθρωποι θα τάσσονταν με το Χριστό. Γι’ αυτό και κραύγαζαν, «θεωρείτε ότι ουκ ωφελείτε ουδέν; ίδε ό κόσμος όπίσω αυτού άπήλθεν» (Ιωάν. ιβ'19). Ήταν από το φόβο, την αδυναμία και το φθόνο τους.
Ποιό ήταν το χειρότερο από τα κακουργήματά τους ενάντια στον Κύριο; Το ότι τον συνέλαβαν και τον θανάτωσαν χωρίς νόμιμη δίκη και καταδίκη. Αναφέρεται στο ευαγγέλιο: «Τότε συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι του λαού εις την αύλήν του αρχιερέως του λεγομένου Καϊάφα, και συνεβουλεύσαντο ίνα τον Ιησού δόλω κρατήσωσι και άποκτείνωσιν» (Ματθ. κστ'3-4). Δέ συζητούν μεταξύ τους τί κατηγορίες να του προσάψουν και πώς θα τον σύρουν στο δικαστήριο, άλλ’ ίνα τον Ιησού δόλω κρατήσωσι και άποκτείνωσιν. Το μόνο πού τούς ένδιαφέρει είναι να τον συλλάβουν με δόλιο τρόπο και να τον θανατώσουν. Όταν ό νομοταγής Νικόδημος τούς συμβουλεύει πώς στον Κύριο πρέπει πρώτα να δοθεί ακρόαση στο δικαστήριο, για να του γνωρίσουν σέ τί τον κατηγορούν, απορρίπτουν την εισήγησή του με δυσαρέσκεια και ειρωνικά χαμόγελα (βλ. Ίωάν. ζ'50-52).
Τρίτος κακούργος ήταν ό Ιούδας, ό φαινομενικός απόστολος αλλά στην ουσία επαίσχυντος προδότης. Ό Σατανάς συμμετείχε στην άδικη αιματοχυσία του Χριστού από μίσος για το Θεό και τον άνθρωπο. Οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες του Ισραήλ συμμετείχαν από φθόνο και φόβο. Ό Ιούδας συνδέεται με τη συντροφιά του Σατανά και των πρεσβυτέρων του λαού από απληστία. Τ ό έγκλημά του συνίσταται στο ότι πρόδωσε το Διδάσκαλο και Ευεργέτη Τ ου για τριάντα αργύρια. Αργότερα αναγνώρισε ό ίδιος το λάθος του στους ίδιους πρεσβυτέρους, πού τον είχαν δωροδοκήσει για την πράξη της προδοσίας: «Ήμαρτον παραδούς αίμα αθώον... και ρίψας τα αργύρια εν τω ναώ άνεχώρησεν, και άπελθών άπήγξατο» (Ματθ. κζ'4-5). Ό οικτρός θάνατός του μαρτυρεί το τραγικό σφάλμα του. Όπως αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων γι’ αυτόν, «και πρηνής γενόμενος έλάκησε μέσος, και εξεχύθη πάντα τα σπλάγχνα αυτού» (Πράξ. α'18). Κι αφού κρεμάστηκε έπεσε κάτω, άνοιξε ή κοιλιά του και τα σπλάχνα του χύθηκαν έξω.
Τέταρτος κακούργος ήταν ό Πιλάτος, εκπρόσωπος του Καίσαρα στην 'Ιερουσαλήμ, πού κατά κάποιο τρόπο εκπροσωπούσε τον άθεο ειδωλολατρικό κόσμο στην καταδίκη του Υιού του Θεού. Ό Πιλάτος περιφρονεί τούς Ιουδαίους κι οι Ιουδαίοι περιφρονούν τον ίδιο. Στην αρχή δεν έχει καμιά διάθεση ν’ αναμιχτεί στην καταδίκη του Χριστού: «Λάβετε αυτόν υμείς και κατά τον νόμον υμών κρίνατε αυτόν» (Ίωάν. ιη' 31), είπε στους κατήγορους του Χριστού. Αργότερα παίρνει θέση υπέρ του Χριστού και, μετά από μια μορφή δίκης, λέει στους Ιουδαίους: «Εγώ ούδεμίαν αιτίαν ευρίσκω κατ’ αυτού» ( Ιωάν. ιη'38) Τελικά, υποχωρώντας σέ απειλές όπως, «εάν τούτον απόλυσης, ουκ ει φίλος του Καίσαρος» (ιθ'12), ό Πιλάτος «επέκρινε γενέσθαι το αίτημα αυτών» (Λουκ. κγ'24) και δίνει διαταγή να μαστιγωθεί και να σταυρωθεί ό Χριστός.
Το έγκλημα του Πιλάτου συνίσταται στο ότι μπορούσε να προστατέψει τον Δίκαιο και δεν το έκανε. Ό ίδιος είπε στον Κύριο: «Ουκ οιδας ότι εξουσίαν έχω σταυρώσαί σε και εξουσίαν έχω άπολΰσαί σε;» (Ίωάν. ιθ'10). Με τη δήλωσή του αυτή ό Πιλάτος παίρνει αιώνια πάνω του την ευθύνη για το θάνατο του Χριστού. Τί είναι εκείνο πού σπρώχνει τον Πιλάτο να κάνει το έγκλημα αυτό και τί είναι αυτό πού τον κατατάσσει κι αυτόν στη χορεία των άλλων κακούργων; Είναι ή μικρόνοια κι ό φόβος του. Ή μικρόνοια για την προστασία του δίκαιου, καθώς κι ό φόβος για τη θέση του και για την εύνοια του Καίσαρα.
Πέμπτος κακούργος είναι ό Βαραββάς. Εκείνη την εποχή ήταν στη φυλακή «διά στάσιν τινά... και φόνον» (Λουκ. κγ'19). Είχε κατηγορηθεί για ανατρεπτικές ενέργειες και για φόνο και ήταν υπόδικος στον Ιουδαϊκό και τον Ρωμαϊκό νόμο, με προβλεπόμενη ποινή το θάνατο. Προσωπικά δεν είχε αμαρτήσει με κανένα τρόπο ενάντια στο Χριστό. Εκείνοι πού αμαρτάνουν είναι οι Ιουδαίοι, αυτοί πού τον βάζουν πάνω από το Χριστό, πού τον προτιμούν αντί γι’ Αυτόν. Ό Πιλάτος σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει το Βαραββά σαν μέσο για να σώσει το Χριστό από τη θανατική καταδίκη. Οι Ιουδαίοι όμως χρησιμοποιούν το Χριστό για να σώσουν το Βαραββά. Ό Πιλάτος έθεσε στους Ιουδαίους το δίλημμα να διαλέξουν το Χριστό ή το Βαραββά, στην ουσία δηλαδή, το Θεό ή έναν εγκληματία; Αλλά «όμοιος όμοίω αεί πελάζει». Έτσι οι κακούργοι διάλεξαν τον κακούργο.
Ό έκτος κακούργος, όπως κι ό έβδομος, είναι εκείνοι πού συσταυρώθηκαν με το Χριστό, ό ένας στ’ αριστερά κι ό άλλος στα δεξιά Του στο Γολγοθά. Ό προφήτης Ησαΐας το είχε προφητέψει αυτό: «Και μετά άνομων έλογίσθη» (Ήσ. νγ'12). Ό ένας απ’ αυτούς, αν και βρίσκεται στο κατώφλι του θανάτου, βλασφημεί, ό άλλος όμως προσεύχεται.
Έδώ έχουμε δύο ανθρώπους με την ίδια τύχη: κι οι δύο τους είναι καρφωμένοι στο σταυρό, κι οι δύο τους πρόκειται να εγκαταλείψουν αυτόν τον κόσμο και δεν περιμένουν τίποτα πια απ’ αυτόν. Υπάρχει όμως μια μεγάλη διαφορά. Έδώ είναι ή απάντηση σ’ όλους αυτούς πού λένε: Βάλε τούς ανθρώπους στις ίδιες υλικές συνθήκες, δώσε σ’ όλους την ίδια τιμή και τα ’ίδια υπάρχοντα, κι όλοι τους θα έχουν το ίδιο πνεύμα. Ό ένας εγκληματίας, πού σέ λίγο δέ θα ανασαίνει, εμπαίζει τον Υιό του Θεού: «Ει συ ει ό Χριστός, σώσον σεαυτόν και ημάς» (Λουκ. κγ'39). Ό άλλος όμως ικετεύει τον Κύριο:
«Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν ελθης εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. κγ'42). Ό πόνος της σταύρωσης σκοτώνει τον ένα σωματικά και ψυχικά. Του άλλου όμως σκοτώνει μόνο το σώμα, ή ψυχή του σώζεται. Ό σταυρός του Χριστού στον 'έναν είναι σκάνδαλο, στον άλλον σωτηρία.
Αυτά είναι τα επτά είδη των κακούργων γύρω από το Χριστό. Κύριε, βοήθησε μας να παρατηρήσουμε τη δική μας ζωή προτού καταδικάσουμε τούς κακούργους αυτούς πού κάρφωσαν τον Θεό της αγάπης στο σταυρό. ’Άς διερωτηθούμε: μήπως ανήκουμε κι εμείς στην ομάδα αυτή; ’Άς ήμασταν τουλάχιστο σαν τον έβδομο απ’ αυτούς, εκείνον πού μετάνιωσε πάνω στο σταυρό και μέσα στους φοβερούς πόνους του αναζήτησε και βρήκε τη σωτηρία από τις αμαρτίες του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙΡΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται. Η σταύρωση του Χριστιανισμού συνεχίζεται. Το ζούμε, το ψηλαφούμε!
Κάθε φορά που κάποιος βρίζει το πανάγιο Όνομα του Χριστού μας δίπλα μας και μείς σφυρίζουμε αδιάφορα, σαν να μη συμβαίνει τίποτε,
Κάθε φορά που ένα αγέννητο παιδί χάνεται στους υπονόμους των νοσοκομείων και κλινικών και πηγαίνει στην άλλη ζωή τυφλό και αβάπτιστο, σκοτωμένο από γονείς και ιατρούς,
Κάθε φορά που ένα σπίτι διαλύεται και ένας ορθόδοξος γάμος ναυαγεί στο πέλαγος της ζωής,
Κάθε φορά που ένα βαπτισμένο μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας αρνείται το βάπτισμά του και γίνεται άθεος, άθεος εκ πεποιθήσεως δήθεν, αθεράπευτα άθεος τελικά, αιρετικός, σχισματικός,
Κάθε φορά που ένα νέο κορίτσι ξεστρατίζει από την οδό του Κυρίου πλανεμένο από τις σειρήνες της αμαρτίας,
Κάθε φορά που ένας νέος αφήνει την τελευταία του πνοή σε ένα παγκάκι τρυπημένος από τη σύριγγα του λευκού θανάτου και της δικής μας αδιαφορίας,
Κάθε φορά που κάποιος άνθρωπος της διπλανής μας πόρτας ανακαλύπτεται κρεμασμένος στις σωλήνες του λουτρού του απογοητευμένος από την έλλειψη αγάπης και στήριξης,
Κάθε φορά που το μίσος οπλίζει το χέρι και αδελφός σκοτώνει τον αδελφό του,
Κάθε φορά που ένας ορθόδοξος κληρικός μας χάνεται στα μονοπάτια των σκανδάλων κι ένας αποίμαντος λαός αποπροσανατολίζεται από τη θέα του Εσταυρωμένου Κυρίου,
Κάθε φορά που ο Κύριος αιμάσσει επάνω στο σταυρό του «κρανίου τόπου» τραυματισμένος από το ακάνθινο στεφάνι της αντορθόδοξης δημοσιογραφίας ή της εκκλησιόμαχης πολιτικής και όλοι τον αρνούνται και δε μιλάει κανένας,
Κάθε φορά που εγώ αρνούμαι ως ορθόδοξος Χριστιανός να απαρνηθώ τον εαυτό μου, να σηκώσω το σταυρό μου και να ακολουθήσω τον Χριστό μου, περιφρονώ τους αδελφούς μου και εναγκαλίζομαι τους αιρετικούς και σταυρωτές του Κυρίου μου.
Κάθε τέτοια φορά, και όλες αυτές τις φορές, τις πρώτες και τις έσχατες, ο Χριστός ξανασταυρώνεται και η σταύρωση του Χριστιανισμού, δηλαδή της Ορθοδοξίας, συνεχίζεται.
Ναι, αυτή είναι η αλήθεια. «Ιησούς Χριστός, χθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας». Ο Χριστός μας είναι ο Εσταυρωμένος, η Εκκλησία μας είναι η Εσταυρωμένη, Εσταυρωμένη και η Ορθοδοξία μας, στο Σταυρό και η Ορθόδοξη Ελλάδα μας και από πίσω χιλιάδες σταυροί ακολουθούν, εσταυρωμένοι δηλαδή χριστιανοί, όσιοι και μάρτυρες, καθημερινοί άγιοι μέσα στον κόσμο, ανεβαίνουν στους αιώνες, την τεθλιμμένη οδό του Γολγοθά, σηκώνοντας το δικό τους σταυρό και ως άλλοι Κυρηναίοι, σηκώνουν και τον Σταυρό της πληγωμένης Ορθόδοξης Νύμφης του κεκοπιακότος Κυρίου.
Ανεβαίνει όντως καθημαγμένος και παραμένει καθηλωμένος στο Σταυρό ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός. Ο Σταυρός είναι ο κλήρος μας, σε μας τους Ορθοδόξους! Για πάντα; Ασφαλώς όχι! Διότι τελικά αυτός ο σταυρός είναι και η δόξα μας.
Και τούτο διότι μετά το Σταυρό ακολουθεί η Ανάσταση. Μετά τον Γολγοθά το κενό Μνημείο. Μετά το σκοτάδι, το Φως του Παναγίου Τάφου. Μετά τον διωγμό η ανεξιθρησκεία και το διάταγμα των Μεδιολάνων, μετά τις αιρέσεις η αλήθεια των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων, μετά την Άλωση η υπομονή των Αγίων και η Επανάσταση της Αγίας Λαύρας, μετά τον φονικό κομμουνισμό η δόξα της Ορθοδοξίας, μετά τους δημίους οι χαροποιοί μάρτυρες και τα θαύματα των αγίων, μετά τον Αντίχριστο ο Θριαμβευτής Κύριος!
Πηγή: Χριστιανική Εστία Λαμίας
«Ιδε ό άνθρωπος!», κραύγασε ό Πιλάτος στον Ιουδαϊκό όχλο, όταν τούς παρουσίασε το Χριστό πού φορούσε το αγκάθινο στεφάνι και το πορφυρό ιμάτιο. Γιατί το είπε αυτό ό Πιλάτος; Ήταν από θαυμασμό για την επιβλητικότητα, τη γαλήνη και τη σιωπή του Χριστού, ή με σκοπό να προκαλέσει τη συμπάθεια των Ιουδαίων; Ίσως και το ένα και το άλλο. Άς κραυγάσουμε κι εμείς με θαυμασμό: «Ίδε ό άνθρωπος!» Αυτός είναι ό πραγματικός, ό αληθινός και ένδοξος Άνθρωπος, ό άνθρωπος όπως τον είχε στο νου Του ό Θεός όταν έπλασε τον Αδάμ.
Αυτός είναι ό Άνθρωπος, πράος, ταπεινός και υπάκουος στο θέλημα του Θεού, όπως ήταν ό Αδάμ στον Παράδεισο προτού αμαρτήσει και εκβληθεί απ’ αυτόν. Αυτός είναι ό Άνθρωπος πού δεν έχει φθόνο και κακία, πού έχει αδιατάραχτη γαλήνη μέσα στην καταιγίδα του μίσους και της κακίας πού προκαλούν άνθρωποι και δαίμονες! Τη μάχη Του την έδωσε στον κήπο της Γεθσημανή. Τη στιγμή πού αναφώνησε για τρίτη φορά πλην μη το θέλημά μου, αλλά το σον γενέσθω, ή ψυχή Του ειρήνεψε. Ή ειρήνη αυτή τον κάλυψε ολόκληρο με μια επιβλητικότητα πού προκάλεσε τούς Ιουδαίους κι έκανε τον Πιλάτο να τον θαυμάσει.
Παρέδωσε το σώμα Του στο θέλημα του Πατέρα Του, όπως λίγο αργότερα θα παρέδινε το πνεύμα Του στα χέρια Του. Υπόταξε ολοκληρωτικά το ανθρώπινο θέλημά Του στο θεϊκό θέλημα του ουράνιου Πατέρα Του. Χωρίς να ευχηθεί το κακό για κανέναν άνθρωπο, ό Αθώος Αμνός γονάτισε από το βάρος του σταυρού στο δρόμο για το Γολγοθά. Δεν ήταν τόσο το βάρος του σταυρού, όσο οι αμαρτίες του κόσμου ολόκληρου πού βάραιναν. Οι αμαρτίες πού θα καρφώνονταν μαζί με το σώμα Του στο ξύλο του σταυρού.
Τί εννοούμε όταν λέμε πώς ό Χριστός δεν ευχόταν κακό για κανέναν άνθρωπο τη φοβερή αυτή στιγμή; Με αυτό είπαμε το μισό μόνο. Ό Χριστός όχι μόνο δεν ήθελε το κακό, αλλά ευχόταν το καλό σέ όλους τούς ανθρώπους, σέ όλη τη φύση. Ακόμα και τώρα όμως δεν είπαμε όλη την αλήθεια. Όχι μόνο ευχήθηκε το καλό, αλλά εργάστηκε για το καλό όλων ως την τελευταία Του αναπνοή. Και πάνω στο σταυρό ακόμα εργαζόταν για το καλό όλων, ακόμα και για τούς σταυρωτές Του. ‘Ότι μπορούσε να κάνει γι’ αυτούς, ακόμα και μέσα στους πόνους πού υπόφερε πάνω στο σταυρό, το έκανε: Συχώρεσε την αμαρτία τους.
«Πάτερ, άφες αύτοίς’ ου γάρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. κγ’34). Αυτά δεν είναι απλά καλά λόγια, αλλά σωστό έργο, το μέγιστο καλό έργο πού μπορούν να ζητήσουν από το Θεό οι αμαρτωλοί άνθρωποι. Πάνω στο σταυρό, ενώ ό θάνατος καραδοκούσε κι όλοι είχαν καμφθεί από τον πόνο, ό Κύριος πλημμύριζε από το ενδιαφέρον Του για τη σωτηρία των ανθρώπων. Συγχωρεί την άγνοια τους. Προσεύχεται για τούς κακούργους πού τον κάρφωσαν στο σταυρό και τον κέντησαν με τη λόγχη.
Την ώρα της σταύρωσης ο Χριστός τήρησε τις μεγάλες εντολές πού είχε δώσει στους ανθρώπους: εντολές για αδιάλειπτη προσευχή, για αγάπη και συγχωρητικοτητα. Ποιός έπεσε ποτέ στα χέρια κακούργων και προσευχήθηκε γι’ αυτούς, για τη σωτηρία τους, ποιός συχώρεσε τις κακουργίες τους; Ακόμα κι οι καλλίτεροι άνθρωποι, όταν πέσουν στα χέρια κακούργων προσεύχονται στο Θεό για τη δική τους σωτηρία, σκέφτονται το δικό τους καλό, ενδιαφέρονται για τον εαυτό τους και τον δικαιολογούν. Πριν από την έλευση τού Χριστού, ακόμα κι ό πιο δίκαιος άνθρωπος δέ θα σήκωνε τα χέρια του να προσευχηθεί για εκείνους πού τον έβλαψαν. Όλοι τους θα ζητούσαν από το Θεό και τούς ανθρώπους να τον βοηθήσουν να εκδικηθεί εκείνους πού τού έκαναν κακό. Να όμως πού ό Κύριος συγχωρεί τούς εχθρούς, νοιάζεται γι’ αυτούς. Τούς συγχωρεί και προσεύχεται γι’ αυτούς.
Εμείς πόσα μικροπράγματα δέ θυμόμαστε και τα παίρνουμε για κακά! Για πόσα μικροπράγματα δεν ζητάμε οργισμένοι εκδίκηση! Και το κάνουμε εμείς αυτό, πού κάθε μέρα παροργίζουμε το Θεό, παραβαίνουμε τις εντολές Του με τις ακάθαρτες σκέψεις μας, με ακάθαρτες επιθυμίες και έφάμαρτες πράξεις. Κανένας μας δεν μπορεί να ονομαστεί άνθρωπος, αν δεν αγαπά το συνάνθρωπό του. Από μόνη της ή αγάπη για το συνάνθρωπό μας μπορεί να μάς κάνει ανθρώπους πραγματικούς, αληθινούς.
Άδικα κοιτάζουμε τον Κύριο στο σταυρό, μάταια ακούμε την τελευταία Του προσευχή για τούς αμαρτωλούς, αν δεν έχουμε αγάπη για τούς συνανθρώπους μας κι ανήκουμε στην ομάδα των κακούργων πού τον καταδίκασαν άδικα σέ θάνατο. Γι` αυτό ας μην περιοριστούμε μόνο στο να θαυμάζουμε την αγάπη του Κυρίου για το ανθρώπινο γένος. Ό θαυμασμός μας αυτός πρέπει να μάς γεμίσει ντροπή, αν σκεφτούμε πόσο αφορά κι εμάς ή προσευχή Του από το σταυρό.
«Όσο μεγαλύτερη είναι ή αγάπη, τόσο μεγαλύτερος είναι ό πόνος», λέει ό άγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης. Αν δεν μπορούμε ακόμα να μετρήσουμε το μεγαλείο της Αγάπης πού έχει ό Κύριος Ιησούς για μάς, ας προσπαθήσουμε να μετρήσουμε το μέγεθος του πάθους Του για μάς. Τα πάθη Του ήταν τόσο μεγάλα και τόσο φοβερά, ώστε ακόμα κι ή γη τα ένιωσε και σείστηκε ό ήλιος τα ένιωσε και σκοτίστηκε- τα ορη και κομματιάστηκαν το καταπέτασμα του ναού και σχίστηκε στα δύο- τα μνήματα και άνοιξαν οι νεκροί και βγήκαν από τούς τάφους τους ό κεντυρίων πού βρισκόταν κάτω από το σταυρό κι ομολόγησε τον Υιό του Θεού• ό ληστής στο σταυρό και μετάνιωσε.
Είθε οι καρδιές μας να μη γίνουν πιο τυφλές από τη γη, πιο σκληρές από τα ορη, πιο αναίσθητες από τούς τάφους και πιο νεκρές από τούς νεκρούς. Είθε να μετανιώσουμε όπως ό ληστής στο σταυρό, να προσκυνήσουμε τον Υιό του Θεού πως ό κεντυρίων του Πιλάτου κάτω από το σταυρό. Έτσι θα μπορέσουμε, μαζί με πολλούς αγίους αδελφούς και αδελφές μας, να λυτρωθούμε από το θάνατο με τα πάθη του Χριστού, να καθαριστούμε από τις αμαρτίες μας με το τίμιο αίμα Του, ν’ αξιωθούμε να μάς αγκαλιάσουν τα άχραντα χέρια Του πού απλώθηκαν στο σταυρό και να μπούμε στην αιώνια βασιλεία Του.
Όποιος τ’ αμελεί αυτά, σ’ αυτή τη ζωή θα παραμείνει με την απαίσια συντροφιά του Αντίχριστου και στη μέλλουσα ζωή θα ’χει τη θέση του δίπλα στον αμετανόητο ληστή, μακριά πολύ από τη θέα του προσώπου του Θεού. Αν κι ό Θεός έζησε κάποτε στη γη ανάμεσα σέ αμαρτωλούς, στον ουρανό δέ θα είναι ποτέ μαζί τους.
Ας σκύψουμε λοιπόν κι ας προσκυνήσουμε τα πάθη του Χριστού, Εκείνον πού σταυρώθηκε για τις αμαρτίες μας. ’Ας τον ομολογήσουμε κι ας δοξάσουμε το άγιο όνομα Του. Σ’ Αυτόν πρέπει ή δόξα κι ό ύμνος, στον αληθινό Άνθρωπο και τον αληθινό Θεό, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙΡΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ
Λίγο πρὶν γραφτεῖ ὁ ἐπίλογος τῆς δηµοσίας δράσεως τοῦ Κυρίου· λίγο πρὶν ἀνηφορίσει στὸ λόφο τοῦ Γολγοθᾶ γιὰ νὰ ἀνοίξει τὰ πανάχραντα χέρια Του πάνω στὸν τίµιο Σταυρὸ καὶ νὰ ἀγκαλιάσει ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα, ρίχνει ἕνα βλέµµα καὶ θωπεύει µὲ αὐτὸ τὴν ἱερὴ πόλη. Τὴν Ἱερουσαλήµ.
Τὴν πόλη ποὺ διέτρεξαν τὰ πανάγια πόδια Του. Τὴν πόλη ἡ ὁποία ἄκουσε τὴ σωτήρια διδασκαλία Του. Τὴν πόλη ἡ ὁποία ἔγινε µάρτυρας τῶν πολλῶν Του θαυµάτων.
Τούτη τὴν ὥρα κάνει ὁ Κύριος σύγκριση τῶν δικῶν Του πεπραγµένων μὲ τὴν ἀνταπόκριση ποὺ βρῆκε ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς ἱερῆς πόλεως.
Ὑπενθυμίζει τὶς τόσες εὐεργεσίες Του πρὸς αὐτήν. «Ποσάκις...», λέει, «ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου...» (Ματθ. κγ΄ [23] 37).
Ἀλήθεια, πόσες φορές, ἐπιλήσµων Ἱερουσαλήµ, δὲν γεύθηκες τὸ πατρικὸ χάδι τῆς σαρκωµένης Ἀγάπης;
«Ποσάκις»! Θυμήσου τήν ἀναστροφή Του µετὰ τῶν διδασκάλων, ὅταν ἦταν δωδεκαετής, παιδὶ ἀκόµη στὸ Ναὸ τοῦ Σολοµώντα. Τὸ θαῦµα τῆς ἀναβλέψεως τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ.
«Ποσάκις»! Σκέψου πάλι τὴ θεραπεία τοῦ ἐπὶ 38 ὁλόκληρα χρόνια παραλύτου.
«Ποσάκις»! Καὶ δὲς ξανὰ τὴν παιδαγωγικὴ ἐπέµβασή Του στοὺς «πωλοῦντας καὶ ἀγοράζοντας ἐν τῷ ἱερῷ» (Μάρκ. ια΄ [11] 15). Θυµήσου τὸ φραγγέλιο τῆς ἀγάπης Του µπροστὰ στὴν κατάπτωση τοῦ Ναοῦ σὲ οἶκο ἐµπορίου.
«Ποσάκις»! Ἀναλογίσου τὴν πρόσφατη νεκρανάσταση τοῦ τετραηµέρου φίλου Του Λαζάρου.
«Ποσάκις»!...
Σ’ αὐτὸ ὁ Κύριος συμπυκνώνει τὸ παρελθόν, συμπεριλαμβάνει ὅµως καὶ τὸ µέλλον ὡς Παντογνώστης. Καὶ συγκαταλέγει σ’ αὐτὸ τὸ «ποσάκις» καὶ τὶς µέλλοντικὲς πατρικές Του κινήσεις:
Νὰ συγκολλήσει τὸ αὐτὶ τοῦ Μάλχου τὴ στιγµὴ τῆς συλλήψεώς Του στὴ Γεθσηµανῆ, ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος τὸ ἀποκόπτει.
Νὰ ἀπευθύνει τὸ ἐρώτηµα, σπάζοντας τὴν αἰνιγµατικὴ σιωπή Του, στὸ δοῦλο ποὺ Τὸν ραπίζει µπροστὰ στὸν ἀρχιερέα, ὄχι γιὰ νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸν ἑαυτό Του, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀφυπνίσει τὴν ὑπνώττουσα συνείδηση τοῦ δούλου καὶ ὅλων ὅσοι ταυτίζονται μὲ τὴ συµπεριφορά του.
Νὰ χαρίσει στοὺς σταυρωτές Του τὴν ἀπύθµενη συγχωρητικότητά Του πάνω στὸ Σταυρό.
Νὰ φέρει σὲ συναίσθηση τὸν λαό Του μὲ τὸ καταπέτασµα τοῦ Ναοῦ ποὺ σχίζεται στὰ δύο. Μὲ τὸ ἄνοιγµα τῶν µνηµείων. Μὲ τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν κατὰ τὴν Ἀνάστασή Του.
Ἡ δηµόσια δράση Του τελειώνει. Ἡ θεία κένωσή Του ἀγγίζει σχεδὸν τὴν ὁλοκλήρωσή της. Κι αὐτὸ τὸ «ποσάκις» εἶναι ἀπὸ τὴ µιὰ ἡ καταγραφὴ τῆς ἀπροσµέτρητης ἀγάπης Του, εἶναι ὅµως ταυτόχρονα καὶ τὸ ἄγγιγµα τῆς ἀνθρώπινης σκληροκαρδίας.
Γιὰ νὰ καταδείξει πὼς ἡ ἀπερινόητη εὐεργεσία συναντᾶ τὴν ἀδιανόητη ἀδιαφορία καὶ σκληροκαρδία.
Θὰ συγκινηθοῦµε ἀσφαλῶς καὶ τούτη τὴ Μεγάλη Ἑβδοµάδα. Θὰ κλάψουµε ἴσως γιὰ τὸν ἀθῶο Κατάδικο. Θὰ καταδικάσουµε γιὰ ἄλλη µιὰ φορὰ τὸ ἀνάλγητο καὶ ἀλλοπρόσαλλο τῶν κατοίκων τῆς Ἱερουσαλήµ.
Ὅµως ὁ Κύριος δὲν ἀποζητᾶ συµµάχους στὸ γεµάτο πόνο παράπονό Του. Δὲν ἐπιδιώκει τὴ συναισθηµατικὴ φόρτισή µας γιὰ τὸ ἀνοσιούργηµα ποὺ διέπραξαν οἱ θεοκτόνοι Ἰουδαῖοι.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς στέκεται καὶ πάλι καὶ ψελλίζει γιὰ τὸν καθένα µας: «Ποσάκις ἠθέλησα» νὰ σᾶς μαζέψω κοντά μου.
Νὰ µᾶς «ἐπισυναγάγει» «ὃν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας» (Ματθ. κγ΄ [23] 37).
Λέει «ποσάκις», καὶ στρέφει τὸ ἐταστικό Του βλέµµα στὴν ὕπαρξή µας.
Εἶναι ἡ κρίσιµη στιγµὴ ποὺ ἡ ἀγάπη Του γιὰ ἐµᾶς ἐµφανίζεται ἐνώπιόν Του.
«Ποσάκις», λέει ὁ Κύριος γιὰ τὸν καθένα µας προσωπικά· γιὰ τὸν καθένα μας, ὁ ὁποῖος γνωρίζει πολὺ καλὰ τί ἔχει κάνει ὁ Κύριος µέχρι τώρα στὴ ζωή του. Πόσες εὐεργεσίες ἀπὸ τὰ παιδικά µας χρόνια. Πόσες εὐλογίες. Ἀκόµη καὶ τότε ποὺ οἱ δοκιµασίες µᾶς λύγιζαν, δίπλα µας ἦταν, βοηθός, συµπαραστάτης καὶ ἐργαζόταν καὶ δι’ αὐτῶν τῶν δοκιµασιῶν τὸ καλὸ τῆς ψυχῆς µας. Τὴν πνευµατική µας πρόοδο. Τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς µας.
Ἂς ἀνατρέξουµε λοιπὸν κι ἂς σταχυολογήσουµε, εἰδικὰ τοῦτες τὶς ἅγιες ἡµέρες τῶν Παθῶν Του, τὶς πολλαπλὲς ἐπεµβάσεις τῆς ἀγάπης Του στὴ ζωή µας, στὴν οἰκογένειά µας, στὸ ἔθνος µας, γιὰ νὰ ἀνταποκριθοῦµε συγκινηµένοι στὶς τόσες ἐπισκέψεις τῆς Χάριτός Του.
Πηγή: Ο Σωτήρ
1. ΛΙΓΟ πρὶν ἀπὸ τὴν θριαμβευτικὴ εἴσοδό του στὰ Ἱεροσόλυμα ὁ Χριστὸς ἔρχεται στὴ Βηθανία. Ἐπισκέπτεται τὸν φίλο του Λάζαρο καὶ τοὺς ἄλλους φίλους του ἐκεῖ σὲ μιὰ ἀποχαιρετιστήρια ἐπίσκεψη πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος του. Κάποιος μάλιστα κάλεσε τὸν Χριστὸ σὲ δεῖπνο.
Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ δείπνου ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου Μαρία, κυριευμένη ἀπὸ τὴν μυστικὴ ἀγαλλίαση τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου, ἀφήνει νὰ ξεχειλίσει ἡ εὐγνωμοσύνη της γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ ἀδελφοῦ της. Παίρνει, λοιπόν, ἕνα πολύτιμο μύρο καὶ ἀλείφει μ᾽ αὐτὸ τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἡ ποσότητα καὶ ἡ ποιότητα τοῦ μύρου δείχνουν τὴν ἀγάπη καὶ ἀφοσίωση τῆς γυναίκας πρὸς τὸν Διδάσκαλο. Γι᾽ αὐτὸ ἡ πρωτοβουλία της, ποὺ ἔχει τὴν ἔννοια τῆς λατρείας καὶ τιμῆς πρὸς τὸν Μεγάλο Εὐεργέτη τοῦ ἀνθρώπου Χριστό, ἀσφαλῶς θὰ συγκίνησε, ὅπως συγκινεῖ καὶ σήμερα, σὰν ἐκδήλωση πίστεως καὶ εὐλαβείας.
2. Ὑπάρχει ὅμως καὶ κάποιος, ποὺ σκέπτεται διαφορετικά. Εἶναι ὁ σκοτεινὸς Ἰούδας, ποὺ σπεύδει νὰ κατακρίνει τὴν ἐνέργεια τῆς γυναίκας. Ἀσυγκίνητος μπροστὰ στὸ μεγαλειῶδες θέαμα τῆς εὐγνωμονούσας ἀγάπης, ψυχρὸς καὶ ἀδιάφορος γιὰ τὴν συγκινητικὴ ἐκδήλωση, ἀφήνει νὰ φανοῦν οἱ ὑλιστικές του διαθέσεις. Δὲν τολμᾶ ὅμως νὰ ἀποκαλύψει τὸν πραγματικὸ ἑαυτό του. Καλύπτει τὴν στειρότητα τῆς καρδιᾶς του μὲ τὸ πέπλο τῆς ὑποκρισίας. Φορεῖ προσωπεῖο, φαντασμαγορικὸ προσωπεῖο. Τὸ προσωπεῖο τοῦ φιλάνθρωπου καὶ τοῦ φιλόπτωχου...
καὶ παρουσιάζεται διαμαρτυρόμενος (δῆθεν) χάρη τῶν πτωχῶν. «Διατὶ τοῦτο τὸ μῦρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς;» Τὸ ἐπιχείρημά του φαινομενικὰ εἶναι ὀρθὸ καὶ δίκαιο. Καὶ ἐντυπωσιάζει. Καταδικάζει μίαν ἄδικη σπατάλη -ἂν ὅμως εἶναι ποτὲ δυνατὸ νὰ θεωρηθεῖ σπατάλη ὅ,τι καθ᾽ οἱονδήποτε τρόπο προσφέρεται στὸν Θεό! Τὰ λόγια τοῦ Ἰούδα, ἀκουόμενα σὲ κάθε ἐποχή, ἔχουν τὴν δύναμη νὰ κλονίσουν τὸν θαυμασμὸ γιὰ τὴν πράξη τῆς Μαρίας. Διατὶ κατορθώνει πρὸς στιγμὴ ὁ Ἰούδας, νὰ παρουσιάζει τὴν ἀγάπη τῆς Μαρίας σὰν ἀδικία, καὶ τὴν ἀρετή της σὰν κακία. Τὸν ξεσκεπάζει ὅμως ὁ ἱ. Εὐαγγελιστής: «Εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ᾽ ὅτι κλέπτης ἦν καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζε». Εἶναι σαφὴς ἡ ἀπουσία κάθε δυνατότητας σχέσεως ψυχικῆς μεταξὺ Μαρίας καὶ Ἰούδα. Αὐτὸς προφασίζεται τὸν φιλόπτωχο («προσχήματι δῆθεν εὐλαβείας» λέγει ὁ Χρυσόστομος), ἐνῷ κατ᾽ οὐσίαν δὲν σκέπτεται καὶ δὲν ἀγαπᾶ τίποτε ἄλλο παρὰ τὸν ἑαυτό του. Ἡ Μαρία ὅμως ἀποκάλυψε τὸν πλοῦτο τῆς ψυχῆς της, ποὺ εἶναι πρόθυμη, χάρη τοῦ Χριστοῦ, νὰ κάμει κάθε θυσία. Ἡ ἰδιοτέλεια δὲ καὶ ἡ ἀγάπη ἀπέχουν ὅσο ἡ ἡμέρα ἀπὸ τὴν νύκτα.
3. Μέσα στὴ ζωή τῆς Ἐκκλησίας ὁ τύπος τῆς Μαρίας ἐκφράζει τὴν τάξη ὅσων εἰλικρινὰ πιστεύουν στὸν Χριστό, ὅσων εἶναι ἀφοσιωμένοι σ' αὐτὸν μὲ ὁλόκληρη τὴ ζωή τους, δοσμένοι σ᾽ Ἐκεῖνον καὶ ζοῦν μονάχα γιὰ χάρη Ἐκείνου. Εἶναι τὰ «γνήσια μέλη» τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσοι δέχθηκαν μὲ ὅλη τους τὴν ὕπαρξη τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ προσπαθοῦν νὰ ρυθμίσουν σύμφωνα μ᾽ αὐτὸ τὴ ζωή τους. Ὅσοι δέχονται τὸν Χριστὸ ὡς τὸν μοναδικὸ βασιλέα καὶ Κύριο τῆς ζωῆς τους.
Παράλληλα ὅμως μὲ αὐτοὺς τοὺς χριστιανοὺς ὑπάρχουν πάντα καὶ οἱ Ἰοῦδες. Χριστιανοὶ κατ' ὄνομα, ποὺ δὲν εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἀναζητῶνται μόνο στὴν τάξη τῶν λαϊκῶν! Μὲ στενότερο δεσμὸ μὲ τὸν κόσμο καὶ ὄχι μὲ τὸν Χριστό. Καλυπτόμενοι μὲ διάφορα προσωπεῖα καὶ αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ μαθητῆ καὶ συνεργάτη τοῦ Χριστοῦ, σὰν τὸν Ἰούδα. Κόπτονται δῆθεν γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὸ Εὐαγγέλιό του, ἐνῷ στὴν οὐσία εἶναι τελείως ξένοι πρὸς αὐτὸ καὶ τὸ μισοῦν. Περιφρονητὲς τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, δὲν γνωρίζουν τὴν ἀναγεννητικὴ δύναμή τους, διότι, πωρωμένοι καὶ ἀνάλγητοι, δὲν ἔνοιωσαν ποτὲ τὴν ἀνάγκη νὰ μετανοήσουν. Δὲν διστάζουν, μάλιστα, νὰ εἶναι ὑλιστές, φροϋδιστὲς καὶ μέλη σκοτεινῶν Ἑταιρειῶν καὶ νὰ παρουσιάζονται σὰν θερμοὶ χριστιανοὶ στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων. Ὅλων αὐτῶν ὁ πτωχὸς καὶ ἀγωνιστὴς Χριστὸς δὲν ἀγγίζει καμμιὰ χορδὴ τῆς καρδιᾶς των. Γιατί τὸ μόνο, ποὺ δὲν ἔχει δοθεῖ ἀπ᾽ αὐτοὺς ποτὲ στὸν Χριστό, εἶναι ἀκριβῶς ἡ καρδιά τους. Γι᾽ αὐτὸ καὶ δὲν θὰ διστάσουν μὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία νὰ προδώσουν τὸν Χριστό. Γιατί δὲν πίστευσαν ποτὲ σ´ Ἐκεῖνον, παρὰ στὸν ἑαυτό τους καὶ θεοποιοῦν τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη τους. Πιστεύουν στὸν Χριστό, τόσο μόνο, ὅσο «χρειάζεται», γιὰ νὰ κατορθώνουν μὲ τὴν καπηλεία τοῦ ὀνόματός Του νὰ ἔχουν ὠφέλη καὶ κατὰ κόσμον ἐπιτυχίες, σταδιοδρομίες ζηλευτὲς καὶ πλούτη.
4. Νὰ ὅμως ποὺ ἐπιμένουν αὐτοὶ ἀκριβῶς οἱ «κατ᾽ ὄνομα χριστιανοὶ» νὰ θέλουν, ὅπως ὁ Ἰούδας, νὰ ρυθμίσουν τὴν ζωή καὶ τὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας,ὅσων δηλαδὴ γνήσια πιστεύουν στὸν Χριστό. Εἶναι οἱ ἐκσυγχρονιστὲς καὶ οἰκουμενιστές, ποὺ τίποτε δὲν βρίσκουν στὴ ζωή τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ὀρθό. Θέλουν τὴν Ἐκκλησία κομμένη καὶ ραμμένη στὰ μέτρα τους. Νὰ πορεύεται ὄχι κατὰ τὸ αἰώνιο θέλημα τοῦ θείου της Ἱδρυτοῦ, ἀλλὰ κατὰ τὶς δικὲς των ἐπιθυμίες καὶ ὀρέξεις. Καταγγέλλουν τὴν εὐσέβεια σὰν ὑπερβολή, τὴν ἐμμονὴ στὴν πίστη καὶ παράδοση τῶν Πατέρων ὡς «εὐσεβισμό», κατηγοροῦν τὴν ἐγκράτεια καὶ εὐλάβεια σὰν καλογηρισμὸ καὶ πολεμοῦν τὴν ἀγωνιστικότητα καὶ τὸ γενναῖο φρόνημα σὰν «ταλιμπανισμὸ» καὶ ἀκρότητα. Ἰοῦδες καὶ αὐτοί, λαθρεπιβάτες τοῦ σκάφους τῆς Ἐκκλησίας, θέλουν νὰ ὑποκλέψουν τὴν γνησιότητα τῶν κανονικῶν ἐπιβατῶν της. Ὁπότε γεννᾶται τὸ ἐρώτημα. Θὰ ἀνεχθεῖ ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ νὰ ρυθμίζουν Ἰοῦδες τὴν ζωή του;
Τὴν ἀπάντηση δίνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας μὲ ὅσα λέγει στὸν Ἰούδα. «"Ἄφες αὐτὴν» τοῦ ἀπαντᾶ. "Ἄφησέ την ἥσυχη καὶ νὰ μὴ τὴν ἐλέγχεις. Μὴ τὴν ἐμποδίζεις νὰ ἐκδηλώσει τὴν εὐλάβειά της. Τὴν ἀγάπη της πρὸς τὸν Θεό της. Μὴ τὴν πειράζεις. «Ἄφες αὐτήν»...
5. Ἰοῦδες ὅλων τῶν αἰώνων, σᾶς μιλεῖ ὁ Χριστός. Καὶ σᾶς λέγει: Ἀφῆστε ἥσυχους τοὺς πιστούς μου, τὸ ποίμνιό μου. Ζῆστε μέσα στὴν ὑποκρισία, στὰ συμφέροντα καὶ στοὺς ἐγωισμούς σας. Συνεχίστε, ἐφ᾽ ὅσον θέλετε, τὴν ζωή σας, «πλανῶντες καὶ πλανώμενοι» μέσα στὴν ματαιότητα. Κάτω τὰ χέρια σας ὅμως ἀπὸ τοὺς πιστούς μου. Ἀπὸ ὅσους λίγους μοῦ ἀπέμειναν στοὺς ἀποκαλυπτικοὺς αὐτοὺς καιρούς, ὅλοι ἐσεῖς ποὺ τοὺς ἐκμεταλλεύεσθε. Ποὺ ἐκμεταλλεύεσθε τὸ ὄνομά μου, γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖτε καὶ νὰ πλουτήσετε. Ποὺ διαστρέφετε τὸ εὐαγγέλιό μου, γιὰ νὰ ὑποδουλώνετε καὶ νὰ ἀδικεῖτε. Μακριὰ οἱ Ἰοῦδες ἀπὸ τὴν ἐκκλησία μου, ἔστω καὶ ἂν προφασίζεσθε ὅτι διδάσκετε τὸν θεῖο λόγο. Ἔστω καὶ ἂν φέρετε τὸ σχῆμα τοῦ κληρικοῦ, ἐνῷ δὲν παύετε νὰ πορεύεσθε κατὰ τὶς ἐπιθυμίες τῶν καρδιῶν σας, διδάσκοντας ἔτσι τοὺς ἀνθρώπους. Ἀφῆστε ἥσυχη τὴν Μαρία. Κάθε ψυχὴ ποὺ μὲ δέχεται, ὅπως πράγματι εἶμαι, ὡς Θεὸ δηλαδὴ ἀληθινό, Σωτήρα καὶ Κύριο. Γιατί μόνο σ᾽ αὐτὲς τὶς ψυχὲς ἀνήκω καὶ μόνο αὐτὲς οἱ ψυχὲς ἀποτελοῦν καὶ ἐκφράζουν γνήσια καὶ αὐθεντικὰ τὴν Ἐκκλησία μου... Εἶναι γεγονὸς ὅτι πάνω ἀπὸ τὴν ἀθεΐα, τὸν ὑλισμό, τὶς αἱρέσεις καὶ κάθε κεκηρυγμένο ἐχθρό τοῦ Χριστιανισμοῦ, δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερος ἀντίπαλος τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ ἐκείνους ποὺ προδίδουν τὸν Χριστὸ στοὺς ἐχθρούς Του. Ἀπὸ τοὺς Ἰοῦδες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι πολὺ βαρὺς ὁ λόγος ἐκεῖνος τοῦ Χριστοῦ μας στὴν πολιτικὴ ἐξουσία: «Ὁ παραδιδοὺς μὲ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει» (Ἰωάν. ιθ´11).
ΕΞΩ ΟΙ ΙΟΥΔΕΣ... Ναί, ἀλλὰ μὴ ξεχνᾶμε, ἀδελφοί μου! Τίποτε δὲν κάνει ὁ Θεὸς χωρὶς τὴν θέληση τὴ δική μας καὶ -τὸ σπουδαιότερο- χωρὶς τὰ χέρια τὰ δικά μας...
6. Κάπου εἶναι στημένος ἕνας παράξενος Σταυρός. Γιὰ ἐσταυρωμένο ἔχει ἕνα σῶμα χωρὶς χέρια. Καὶ στὴν βάση του εἶναι κρεμασμένη μιὰ ἐπιγραφὴ μὲ τὰ λόγια: Δὲν ἔχω ἄλλα χέρια ἀπὸ τὰ δικά σας... Πράγματι ὁ Θεὸς δὲν ἔχει χέρια ἄλλα ἀπὸ τὰ δικά μας. Ἐνεργεῖ μέσα στὴν ἱστορία -θέλει καὶ ἐνεργεῖ- μὲ τὰ δικά μας χέρια. Μὲ τὰ χέρια ἐκεῖνα, ποὺ εὐλογοῦν τὸν εὐχαριστιακὸ ἄρτο καὶ οἶνο, γιὰ νὰ μεταβληθεῖ σὲ ἄχραντο δεσποτικὸ Σῶμα καὶ Αἷμα. Δρᾶ ὁ Θεὸς μὲ τὰ δικά μας χέρια. Ὅπως καὶ βλέπει μὲ τὰ δικά μας μάτια, καὶ ἀκούει μὲ τὰ δικά μας αὐτιά. Τρέχει μὲ τὰ δικά μας πόδια. Μιλεῖ μὲ τὸ στόμα μας, ἀγαπᾶ μὲ τὴν καρδιά μας, ἀγωνίζεται μὲ τὴν ψυχή μας! Ἂν διαιωνίζεται τὸ δρᾶμα τῆς κοινωνίας, δὲν ὀφείλεται σὲ ἀδια- φορία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι γιατί τὰ μέλη μας καὶ ὅλη ἡ ὕπαρξή μας δὲν ἔγιναν ἀκόμη «μέλη Χριστοῦ» καὶ «καινὴ κτίσις». Εἶναι γιατί δὲν γίναμε ἀκόμη τὰ χέρια, τὰ πόδια, τὰ μάτια, τὰ αὐτιά, τὸ στόμα, ἡ καρδιά, ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι γιατί δὲν χριστοποιηθήκαμε ἀκόμη. Καὶ χωρὶς χριστοποιημένους χριστιανοὺς οἱ Ἰοῦδες δὲν ἀπομακρύνονται, ἡ Ἐκκλησία δὲν νικᾶ, οὔτε μεταμορφώνεται ἡ κοινωνία!
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 3/4/2015
1. Μέ ὠθεῖ νά μιλήσω ὁ ἐνυπόστατος Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτός πού δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τούς πατρικούς κόλπους καί κυοφορήθηκε ἀπερίγραπτα στά σπλάγχνα τῆς Παρθένου. Αὐτός πού ἔγινε γιά μένα ὅ,τι ἐγώ εἶμαι, Αὐτός πού εἶναι ἀπαθής ὡς πρός τήν θεότητά Του καί περιβλήθηκε ὡστόσο ὁμοιοπαθές μέ ἐμένα σῶμα. Αὐτός πού στόν οὐρανό ἐποχεῖται πάνω στά χερουβικά ἅρματα καί πάνω στή γῆ καβαλικεύει σέ γαϊδουράκι. Ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης, Αὐτός πού μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Πνεῦμα εὐφημεῖται ἀπό τά Σεραφίμ ὡς ἅγιος καί δέχεται τά ψελλίσματα τῶν παιδιῶν ἀπό τήν ἄκακη γλώσσα τους. Αὐτός πού εἶναι Θεός καί ἔχει τή μορφή δούλου καί πού ἔλαβε τή μορφή τοῦ δούλου. Αὐτός πού εἶναι ἄυλος καί ἀόρατος Θεός καί δέχτηκε νά λάβει ὁρατό καί ψηλαφητό σῶμα. Αὐτός πού βάδισε ἀκούσια στό πάθος, γιά νά μοῦ χαρίσει τήν ἀπάθεια. Αὐτός ὁ Ὁποῖος βλέποντας τόν ἄνθρωπο, πού ἔπλασε σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα Του καί τήν ὁμοίωσή Του, τό πλάσμα τῶν χεριῶν Του, νά ἔχει δελεαστεῖ ἀπό τήν ἀπάτη τοῦ φιδιοῦ, ἐκεῖνον νά ἔχει πέσει στήν παράβαση τῆς ἐντολῆς Του καί νά ἔχει γίνει ὑποχείριος τῆς φθορᾶς καί ὑπόλογος θανάτου, δέν ἄντεξε.
Ὁ γεμάτος συμπάθεια δέν μπόρεσε νά ὑπομείνει τή στέρηση ἐκείνου πού ποθοῦσε, ἀλλά τόν κάλεσε μέ πολλούς τρόπους σέ ἐπιστροφή καί μετάνοια, ἀφοῦ τόν παίδεψε σάν ἀχάριστο δοῦλο, σάν ἄμυαλο καί νήπιο γιό «πολυμερῶς καί πολυτρόπως» καί ἀφοῦ μηχανεύτηκε κάθε μέσο, γιά ν᾽ ἀποτινάξει τή δουλεία πού τόν τυραννοῦσε καί ἔτσι νά ἐπανέλθει στόν Πλάστη του. Ὅμως ἦταν ἀδύνατη ἡ ἐπιστροφή του, ἀφοῦ μιά γιά πάντα εἶχε καταδουλωθεῖ στήν ἁμαρτία καί εἶχε συζευχθεῖ θεληματικά μέ τήν ἐπιθυμία τῶν γήινων. Γι᾽ αὐτό ὁ ὑπεράγαθος Κύριος ἀναλαμβάνει τή φύση μας, ἐπειδή εἶδε ὅτι αὐτή εἶχε ἐξασθενήσει.
Βλέποντας δηλαδή τόν ἄνθρωπο νά μή ὑπακούει στό λόγο καί τίς ἐντολές καί τά προστάγματα τῆς σωτηρίας, τί λέει; «Πρέπει νά παιδαγωγήσω μέ ἔργα αὐτόν πού ἔχει ἄγνοια. Πρέπει νά τόν κατευθύνω στίς ἀρετές, γιά νά τίς συνηθίσει καί νά τίς ἐπιτελέσει ὁ ἴδιος. Πρέπει νά μέ δοῦν μέ τά μάτια τους ἀνάμεσά τους, καί ἔτσι νά θεραπεύσω τόν ἄρρωστο. Πρέπει νά κάνω νά ξαναγυρίσει τό πλανημένο πρόβατο καί νά τό ὁδηγήσω στήν ἀρχική του διαμονή, στόν παράδεισο. Πῶς ὅμως θά τό ἐπιστρέψω χωρίς νά μέ βλέπει; Πῶς θά ὁδηγήσω αὐτόν πού δέν βλέπει τά ἴχνη μου;»
Γι᾽ αὐτό ἔγινε ἄνθρωπος, ὥστε, μέ ὅσα ἔπραξε καί ἔπαθε, νά διδάξει ἔμπρακτα αὐτόν πού ἀγνοοῦσε, πῶς νά πράξει τήν ἀρετή. Ἔτσι βλέποντάς Τον νά κατεβαίνει κατ᾽ οἰκονομίαν γιά χάρη μας στή γῆ ἀπό τούς πατρικούς κόλπους, ν᾽ ἀνεβοῦμε καί ἐμεῖς μέ τή θέλησή μας πρός Αὐτόν ἀπό τή μητέρα μας γῆ. Σαρκώθηκε ἐπίσης γιά νά δείξει τόν ἀνυπέρβλητο πλοῦτο τῆς ἀγάπης Του πρός ἐμᾶς. Γιατί μεγαλύτερη ἀγάπη δέν μπορεῖ νά δείξει κανένας, παρά μόνο ἄν θυσιάσει τήν ψυχή του γιά χάρη τῶν φίλων του (Ἰω. ιε´ 13). Καί πῶς ὅποιος δέν ἔχει ἔνσαρκη ζωή θά δείξει τήν ἀγάπη του;
2. Γι᾽ αὐτό ἀναλαμβάνει τή σάρκα, γιά νά Τόν δοῦμε στή γῆ καί νά ζήσει ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους (Βαρούχ γ´ 38). Γι᾽ αὐτό ἀναλαμβάνει ψυχή, γιά νά θυσιάσει τήν ψυχή Του γιά χάρη τῶν φίλων Του. Καί φίλους δέν ἐννοῶ αὐτούς πού Τόν ἀγαποῦν, ἀλλά αὐτούς πού ποθεῖ Ἐκεῖνος. Γιατί ἐμεῖς Τόν μισήσαμε καί Τοῦ στρέψαμε τήν πλάτη καί γίναμε δοῦλοι σέ ἄλλον, ἐνῶ Αὐτός δέν μετέβαλε τήν ἀγάπη Του σ᾽ ἐμᾶς. Γιά τοῦτο ἔτρεξε πίσω μας. Ἦρθε σ᾽ ἐμᾶς πού Τόν μισήσαμε, προσπάθησε νά προλάβει ἐμᾶς πού φεύγαμε κι ὅταν μᾶς ἔφτασε, δέ μᾶς ἔλεγξε μέ σκληρότητα, δέ μᾶς γύρισε κοντά Του μέ τό μαστίγιο, ἀλλά σάν ἄριστος γιατρός πού τόν ὑβρίζει κάποιος μανιακός, πού τόν φτύνει καί τοῦ δίνει ραπίσματα, Αὐτός πρόσφερε τή θεραπευτική Του ὑπηρεσία. Σέ ἔνδειξη τοῦ μεγέθους τῆς θεραπείας πρόσφερε στήν ἀνθρώπινη φύση τήν ἴδια Του τήν θεότητα ὡς φάρμακο. Φάρμακο πολύ δραστικό, φάρμακο παντοδύναμο. Αὐτή ἀπέδειξε τό ἀσθενικό μας σαρκίο πιό ἰσχυρό ἀπό τίς ἀόρατες δυνάμεις. Ὅπως δηλαδή ὁ σίδηρος ὅταν ἑνωθεῖ μέ τή φωτιά εἶναι ἀδύνατο ν᾽ ἀγγιχτεῖ, ἔτσι καί τό χόρτο τῆς δικῆς μας φύσης, ἀφοῦ ἑνώθηκε μέ τή φωτιά τῆς θεότητας, ἔγινε ἀπλησίαστο ἀπό τό διάβολο. Κι ἐπειδή ἕνα πάθος θεραπεύεται μέ τά ἀντίθετά του -ὅπως λένε κι οἱ μαθητές τῶν γιατρῶν- καταβάλλει κι Αὐτός τά πάθη μας μέ τά ἀντίθετά τους, δηλαδή τήν ἡδονή μέ τούς μόχθους, τήν ὑπερηφάνεια μέ τήν ταπείνωση. Δέν ταπείνωσε δηλαδή μόνο τόν Ἑαυτό Του μέ τό νά γίνει ἄνθρωπος, ἐνῶ ἦταν πλούσιος στή θεότητα, ἀλλά ταπεινώθηκε καί ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους (πρβλ. Φιλιπ. β´ 6-8).
Πράγματι ποιός ἀπό τούς ἀνθρώπους ὑπῆρξε τόσο ταπεινός; «Δέν ἔχει ποῦ νά κλίνει τήν κεφαλή του» (Ματθ. 8, 20). Δέν εἶχε ὑποζύγιο, δέν εἶχε διπλό χιτώνα, δέν εἶχε ἄλλο ροῦχο. «Δεχόμενος προσβολές, δέν τίς ἀνταπέδιδε. Δέν ἀπειλοῦσε ὅταν τοῦ ἔκαναν κάποιο κακό»(Α’ Πέτρ. 2, 23). Ὁδηγοῦνταν σάν ἄκακο ἀρνί στή θυσία, χωρίς νά διαμαρτύρεται, χωρίς νά φωνάζει (Ἠσ. 53, 7). Τόν ράπιζαν κι ἔδινε πρόθυμα τή σιαγόνα Του σ᾽ ἐκεῖνον πού Τόν χτυποῦσε. Δέν ἔστρεψε τό πρόσωπό Του γιά ν᾽ ἀποφύγει τά αἰσχρά φτυσίματα. Ἐνῶ Τόν ἀποκαλοῦσαν Σαμαρείτη καί δαιμονισμένο (Ἰω. η´ 48) καί ἐνῶ Τόν καταδίωκαν, δείχνει ὑπομονή σ᾽ αὐτά, γιά ν᾽ ἀκολουθήσομε κι ἐμεῖς τά ἴχνη Του.
Τά ἔκανε ὅλα αὐτά μέ τήν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ-Πατέρα. Ὄντας δηλαδή δικός Του Υἱός Μονογενής καί Ὁμοούσιος, μᾶς γνώρισε τήν Πατρική ἀγάπη τοῦ Θεοῦ-Πατέρα. Γιατί τόσο πολύ μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός καί Πατέρας, ὥστε ἔδωσε ὡς λύτρο γιά χάρη μας τόν Μονογενή Υἱό Του. Ὤ ἀγάπη ἀνυπέρβλητη! Ἔδωσε τόν Μονογενή Υἱό Του, πού ἦταν συμβασιλέας Του, γιά χάρη δούλων πού παράκουσαν, γιά χάρη ἐχθρῶν πού Τόν βλασφημοῦσαν καί λάτρευαν γιά θεό τους τόν ἐχθρό. Ὤ βάθος πλούτου τῆς ἀγαθότητας τοῦ Θεοῦ (Ρωμ. ια´ 33). Δέν ἀντιστάθηκε ὅμως ὁ Μονογενής Υἱός, δέν ἀθέτησε τό θέλημα τοῦ Πατέρα. Γιατί ἦταν Αὐτός ἡ βουλή καί ἡ θέληση τοῦ Πατέρα. Γι᾽ αὐτό λοιπόν, ἐπειδή ἦταν μέτοχος καί κοινωνός τῆς φύσης Του (γιατί εἶναι μία ἡ φύση τοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ), ἐκτελεῖ δικό Του θέλημα, γίνεται ἄνθρωπος καί ὑπήκοος τοῦ Πατέρα μέχρι θανάτου, καί μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ (Φιλ. β´ 8), θεραπεύοντας ἔτσι τή δική μου παρακοή.
3. Ἐπείγεται λοιπόν πρός τό πάθος καί βιάζεται νά πιεῖ τό ποτήρι τοῦ θανάτου, τό σωτήριο γιά ὅλο τόν κόσμο. Ἔρχεται πεινασμένος γιά τή σωτηρία τῆς ἀνθρωπότητας, καί δέ βρίσκει σ᾽ αὐτήν καρπό. Γιατί αὐτήν ὑπαινίσσεται μεταφορικά ἡ συκιά. Ποιός δηλαδή τρώει τό πρωί; Ὁ βασιλιάς, ὁ Κύριος, ὁ Δάσκαλος. Νιώθοντας πείνα πρωί-πρωί, δέν ἐμποδίζει τήν ἐπιθυμία τοῦ φαγητοῦ. Δέν συγκρατεῖ τή φύση Του, ἀλλά, σάν κάποιος ἀκρατής κι ἀκόλαστος, ὁρμᾶ ἀνόητα στό φαγητό, σέ ἀκατάλληλη ὥρα. Πῶς τότε παιδαγωγεῖ τούς μαθητές Του νά μήν τούς νικᾶ τό πάθος τῆς ἐπιθυμίας;
Δέν εἶναι ἔτσι τό πράγμα. Ἀλλά ὅπως μιλοῦσε διδάσκοντας μέ παραβολικούς λόγους, ἔτσι ἐκτελεῖ καί τίς παραβολές μέ ἔργο. Πλησίασε στή συκιά πεινώντας (Ματθ. ια´ 19). Ἡ συκιά ὑποδήλωνε τή φύση τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ καρπός τῆς συκιᾶς εἶναι γλυκύς, τά φύλλα της τραχιά κι ἄχρηστα κι ἕτοιμα γιά τή φωτιά. Ἀλλά καί ἡ φύση τῆς ἀνθρωπότητας εἶχε γλυκύτατο τόν καρπό τῆς ἀρετῆς, ἔχοντας ἀπό τό Θεό τήν ἐντολή νά τήν καρποφορεῖ, ἐξαιτίας ὅμως τῆς ἀκαρπίας της στήν ἀρετή ἔβγαλε τά τραχιά φύλλα.
Πράγματι τί ὑπάρχει τραχύτερο ἀπό τίς βιοτικές μέριμνες (Γεν. β´ 25); Ἦταν κάποτε γυμνοί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα καί δέν ἔνιωθαν ντροπή. Γυμνοί στήν ἁπλότητα καί τήν ἀπέριττη ζωή τους. Οὔτε τέχνη εἶχαν οὔτε βιοτικές μέριμνες. Δέν ἐπινοοῦσαν τρόπους πῶς νά σκεπάσουν τή γύμνια τοῦ σώματός τους. Δέν ντρέπονταν γιά τήν ἀκτημοσύνη τους οὔτε γιά τή λιτότητα τῆς ζωῆς τους, ἀλλά, ἄν καί ἦταν γυμνοί στό σῶμα, τούς σκέπαζε ἡ Θεία Χάρη. Δέν εἶχαν σωματικό φόρεμα, ἀλλά φοροῦσαν ἔνδυμα ἀφθαρσίας. Ὅταν ὅμως παράκουσαν, βρέθηκαν μακριά ἀπό τή Χάρη πού τούς σκέπαζε. Ἀπογυμνώθηκαν ἀπό τήν ἔκστασή τους πρός τόν Θεό καί τή θεωρία Του. Εἶδαν τή γύμνωση τοῦ σώματός τους (Γεν. γ´ 7). Πόθησαν τά εὐχάριστα τῆς ζωῆς. Βρέθηκαν μέσα στή φτωχική καί στερημένη ζωή. Ἔρραψαν φόρεμα ἀπό φύλλα συκιᾶς κι ἔκαναν περιζώματα, ἔκαναν πολλούς λογισμούς καί βρῆκαν τήν τραχιά καί γεμάτη μέριμνες καί πόνους ζωή. «Μέ τόν ἱδρώτα τοῦ προσώπου σου θά φᾶς τό ψωμί σου. Καταραμένη θά εἶναι γιά τά ἔργα σου ἡ γῆ, θά βγάλει γιά σένα ἀγκάθια καί τριβόλια καί θά καταλήξεις στή γῆ» (Γεν. γ´ 17, 19).
Ἀπέκτησες γήινα φρονήματα, γι᾽ αὐτό ἡ στροφή σου θά γίνει πρός τή γῆ. Ἔγινες ἕνα μέ τά ἄλογα ζῶα, ἀφοῦ δέν κατάλαβες ὅτι εἶχες τιμητική θέση (Ψαλμ. μη´ 13). Ἤσουν στούς κόλπους τοῦ Θεοῦ καί δέν κατάλαβες τήν καρποφόρο ἀρετή. Προτίμησες τήν ἀπόλαυση τῶν γήινων κι ἀγάπησες τή ζωή τῶν ἀλόγων ζώων. Εἶσαι γῆ καί θά καταλήξεις στή γῆ. Θά κληρονομήσεις τό θάνατο, ὅπως τά ἄλογα ζῶα. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού φοράει καί τούς δερμάτινους χιτῶνες (Γεν. γ´ 21). Ὄντας μέ τό σῶμα του ἀνάμεσα στή ζωή καί στό θάνατο – ἐνῶ πρῶτα ζοῦσε στόν παράδεισο τῆς τρυφῆς καί κατοικοῦσε σέ βασιλικά διαμερίσματα – ἀπέκτησε ἔπειτα θνητό καί παχύ σῶμα, ἱκανό νά ἀντέχει στούς κόπους. Εἶναι ἀληθινά τραχιά τά φύλλα τῆς συκιᾶς τῆς φύσης μας, τῆς ἀπειθάρχητης κακίας τῆς φύσης μας. Σ᾽ αὐτή τή συκιά, τή φύση δηλαδή τῆς ἀνθρωπότητας, πῆγε ὁ Σωτήρας πεινώντας καί ζητώντας ἀπό αὐτήν τό γλυκύτατο καρπό, δηλαδή τήν γλυκύτατη γιά τό Θεό ἀρετή, μέ τήν ὁποία πραγματοποιεῖ τή σωτηρία μας. Καί δέ βρῆκε καρπό, παρά φύλλα μονάχα, τήν τραχιά καί πικρή ἁμαρτία καί ὅ,τι κακό φυτρώνει ἀπό αὐτήν.
Γι᾽ αὐτό καί τῆς λέει ἐπιτιμητικά: «Ποτέ πιά δέν θά δώσεις καρπούς» (Ματθ. ια´ 19). Γιατί ἡ σωτηρία δέν προέρχεται ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἡ ἀρετή δέν προέρχεται ἀπό ἀνθρώπινη δύναμη. Ἐγώ θά φέρω τή σωτηρία σας καί μέ τό πάθος μου θά σᾶς χαρίσω τήν ἀνάσταση. Θά σᾶς χαρίσω ἐπιπλέον καί τήν ἀπαλλαγή σας ἀπό τήν πολύ σκληρή αὐτή ζωή πού τώρα ζεῖτε. Αὐτά εἶπε καί βέβαια ὅπως τά εἶπε καί τά πραγματοποίησε.
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ
(Ἀπόσπασμα ἀπό τήν Ὁμιλία στήν ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΑ ΣΥΚΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ)
Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία
«Σὰν τὴν καταστολισμένη νύφη, ἔτσι εἶναι ἡ Ἑλλάδα μας, γεμάτη ἀπὸ ἐκκλησιές, μοναστήρια καὶ ἐρημοκλήσια τῆς Παναγίας, τὸ πνευματικὸ στολίδι τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Στὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ βρίσκεται τὸ σεβάσμιο εἰκόνισμά της, δεξιὰ ἀπὸ τὴν Ὡραία Πύλη, μὲ τὸ γυρτὸ κεφάλι της γιὰ νὰ ἀκούσει τὸν κάθε πόνο μας, τὴν κάθε χαρά μας. Πόσα εἶναι τὰ δάκρυα στὰ ἄχραντα χέρια της, δάκρυα τοῦ βασανισμένου λαοῦ μας;».
Μ’ αὐτὰ τὰ ὡραῖα λόγια, ὁ μεγάλος μας λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου, συμπυκνώνει τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμὸ τοῦ λαοῦ στὴ Θεομάνα καὶ Ἐθνομάνα μας, τὴν Παναγία. Καὶ πόση παρηγοριὰ αἰσθάνεται ὁ πιστὸς λαὸς τοῦτες τὶς ἀνοιξιάτικες Παρασκευὲς τῶν χαιρετισμῶν. «Χαῖρε δι’ ἦς ἐχθροὶ καταπίπτουσιν».
Πάντοτε ὁ λαός μας εἴτε τὴν ἀρχαία ἐποχὴ εἴτε τὰ βυζαντινὰ χρόνια εἴτε τὰ νεώτερα, μάχεται ἔχοντας ὡς προμετωπίδα, ὡς σημαία του τὸ «ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος».
Στὴν ναυμαχία τῆς Σαλαμίνας, στὸν περίφημο παιάνα τοῦ ὁ Αἰσχύλος, διαλαλεῖ «Ἴτε παῖδες Ἑλλήνων ἐλευθεροῦτε πατρίδα… Θεῶν πατρώων ἔδη». Ἐλευθερῶστε τὰ ἱερὰ τῶν θεῶν σας…
Στὸ Βυζάντιο ἡ πολεμικὴ ἰαχὴ εἶναι «Σταυρὸς νικᾶ». Τοῦ βυζαντινοῦ στρατοῦ ἡγοῦνται πιστοὶ αὐτοκράτορες. Ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς στὸν πόλεμο φοροῦσε κάτω ἀπὸ τὸ θώρακά του ἕνα παλιοράσο τοῦ θείου του, ἀσκητῆ ἁγίου Γεωργίου τοῦ ἐν τῷ Μαλεῷ.
Ὁ Ἰωάννης Τσιμισκὴς γονάτιζε σὰν παιδὶ μπροστὰ ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ὁδηγήτριας, πρὶν ξεκινήσει τοὺς νικηφόρους πολέμους του. Ὁ Ἀλέξιος Κομνηνὸς ὅποτε ἦταν νὰ ἐκστρατεύσει, ἔβαζε τὰ πολεμικά του σχέδια κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ προσευχόταν ὅλη τὴ νύχτα. Ὁ Θεόδωρος Δούκας Λάσκαρης, συνέθεσε τὸν Μέγα Παρακλητικὸ κανόνα τῆς Παναγίας. Μὰ καὶ ὅταν ἔπεσε ἡ Πόλη καὶ ἀκούστηκε ἡ σπαρακτικὴ κραυγὴ «Ἑάλω ἡ πόλις Σου Θεοτόκε», ἀμέσως ὁ λαὸς σπεύδει καὶ παρηγορεῖ τὸ Ρόδον τὸ Ἀμάραντον τῆς Ὀρθοδοξίας, δὲν ζητᾶ ὁ ἴδιος παρηγοριά. «Σώπασε κυρὰ Δέσποινα καὶ μὴν πολυδακρύζεις, πάλι μὲ χρόνους μὲ καιρούς, πάλι δικά σου θά ᾽ναι».
Στὴν εὐλογημένη ἐπανάσταση τοῦ 1821 πάλι τὴ βοήθεια τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ ἐπικαλοῦνται οἱ ἀγωνιστές.
Στὴν ἀρχὴ τῆς ἐπανάστασης, ὁ Κολοκοτρώνης, μένει κάποια στιγμὴ μόνος, ἀπὸ τὸν φόβο τῶν Τούρκων ὅλοι τὸν ἐγκαταλείπουν. Γράφει στὰ Ἀπομνημονεύματά του: «Ἦταν μία ἐκκλησιὰ εἰς τὸν δρόμον, ἡ Παναγία στὸ Χρυσοβίτσι. Ἔκατσα ἐκεῖ καὶ ἔκλαιγα τὴν Ἑλλάς. Παναγία μου βοήθησε καὶ τούτην τὴ φορὰ τοὺς Ἕλληνες γιὰ νὰ ἐμψυχωθοῦν». Βοήθησε ἡ Παναγία καὶ ἐλευθερώθηκε τὸ Γένος, γι’ αὐτὸ καὶ τὸ δημοτικὸ τραγούδι ἔτσι προσκαλεῖ:
«Τ’ ἀντρειωμένου τ’ ἅρματα
δὲν πρέπει νὰ πουλιῶνται,
μόν’ πρέπει τους στὴν Ἐκκλησιὰ
κι ἐκεῖ νὰ λειτουργιῶνται».
Ἀλλὰ καὶ στοὺς μετέπειτα ἀγῶνες τοῦ ἔθνους γιὰ ἀπελευθέρωση σκλαβωμένων πατρίδων καὶ πάλι στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Θεομήτορος προστρέχει. «Ἔκαμα χθὲς ἕνα τάμα εἰς τὴν Θεοτόκο Παρθένα, τὴν πλατυτέρα, νὰ βοηθήσει τὴν Μακεδονία μας», γράφει ὁ ἀντρειωμένος Παῦλος Μελᾶς σὲ γράμμα του, στὴ γυναίκα τοῦ Ναταλία.
Στὸν πόλεμο τοῦ 1940, τότε ποὺ ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς φώτιζε μὲ τὸν ἡρωισμό του τὴν πανικοβλημένη Εὐρώπη, ἡ Ἁγία Σκέπη τῆς Παναγίας κρατοῦσε ὄρθιους στῆς ἱστορίας τὸ διάσελο, τὰ ἡρωικὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδας.
Γράφει ὁ Ἠλίας Βενέζης σ’ ἕνα κείμενό του στὶς 28 Δεκεμβρίου 1940: «Λέγανε οἱ ξένοι ἄνθρωποι, ποὺ βλέπανε τὰ γινόμενα, τί θὰ κάμει τόσο μικρὸς λαὸς μὲ τόσον μεγάλο γείτονα; Θὰ γονατίσει μία μέρα. Μὰ ὁ λαὸς πίστευε πὼς θὰ τὸν βοηθήσει ἡ προσβεβλημένη Παναγία. Καλὰ περιμένετε νὰ δεῖτε. Περιμένετε ὕστερα ἀπὸ ἕνα μήνα, στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου, ἔλεγαν οἱ μάνες τῶν στρατιωτῶν. Καὶ πῆγαν οἱ στρατιῶτες καὶ πολέμησαν καὶ ἔψαλλαν στὶς ἀετοράχες Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ καὶ νίκησαν».
Συνεχίζεται στὶς μέρες μας αὐτὴ ἡ παράδοση τῆς τιμῆς τοῦ στρατοῦ μας στὴν Θεοτόκο. Οἱ ἔνοπλες δυνάμεις τῆς χώρας μας καὶ στοὺς τωρινοὺς ταραγμένους καιροὺς ποὺ ζοῦμε, στὴν συνείδηση τοῦ λαοῦ μας στέκονται πολὺ ψηλά. Ἀπὸ ὅλους τοὺς θεσμοὺς τοῦ κράτους, ὁ στρατὸς ἀπολαμβάνει τὴν μεγαλύτερη ἐμπιστοσύνη. Ὁ Στρατός μας, παρόλη τὴν δολερὴ πολλὲς φορὲς πολεμικὴ ποὺ ὑφίσταται ἀπὸ ἐντὸς ἢ ἐκτὸς τῶν τειχῶν ἐχθρούς, παραμένει ἰσχυρὸς φύλακας τῆς ἐθνικῆς μας ἀξιοπρέπειας, ἀπαντοχὴ τοῦ λαοῦ.
Μπορεῖ νὰ μᾶς χαρακτηρίζουν μικρὸ κράτος. Ὅμως «ἡ μεγαλοσύνη στὰ ἔθνη δὲν μετριέται μὲ τὸ στρέμμα, μὲ τῆς καρδιᾶς τὸ πύρωμα μετριέται καὶ μὲ τὸ αἷμα», θὰ πεῖ ὁ ἐθνικός μας ποιητὴς Κωστὴς Παλαμᾶς.
Τὸ αἷμα τοῦ Ἕλληνα ἄγνωστου στρατιώτη καὶ ἀξιωματικοῦ ἔκανε τὴν πατρίδα μας μεγάλη, πολὺ μεγάλη ἔναντι ἰδίως κάποιων σπιθαμιαίων γειτόνων ποὺ προσπαθοῦν νὰ σταθοῦν στὰ πόδια τους πατώντας πάνω σὲ κλεμμένα μεγαλεῖα ἢ ἄλλων παραφουσκωμένων ἀπὸ ἔπαρση ψευτογιγάντων, ποὺ ὅταν ὁ στρατός μας κατασκοτωνόταν στὰ βουνὰ τῆς Βορείου Ἠπείρου αὐτοὶ ἀπολάμβαναν οὐδετερότητα. (Τουρκία, Ἱσπανία, Σουηδία κλπ) «Ἦρθαν ντυμένοι φίλοι/ Ἀμέτρητες φορὲς οἱ ἐχθροί», γράφει γιὰ κάτι τέτοιους ὁ Ἐλύτης.
Ὅσο ὑπάρχει ἡ ἀτρόμητη ἀσπίδα τοῦ ἔθνους ποὺ λέγονται Ἔνοπλες Δυνάμεις καὶ ὅσο αὐτὴ ἡ ἀπίδα θὰ ἔχει ἱστορημένη πάνω της τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἂς ὀνειροφαντάζονται ὅ,τι θέλουν οἱ ἐπίβουλοι.
«Ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια εἴμαστε ἡ πρώτη νίκη καταπάνω στὴν ἀπρόσωπη βαρβαρότητα. Τὰ βουνά μας, τὰ χώματά μας, δώσανε νόημα στὴν ὕπαρξη πολλῶν». Στὴν γλώσσα μας γράφτηκαν γράμματα ποὺ τὰ διαβάζουνε οἱ ἀγράμματοι κι ἁγιάζουνε. Ἐμεῖς ἀνακαλύψαμε τοὺς νόμους κι ὀργανώσαμε τὸ χάος. Ἐμεῖς, οἱ Ἕλληνες, κρατημένοι ἀπὸ τὴ Ζώνη τῆς Παναγίας, ποὺ πάντα θὰ προστατεύει τὸν φιλόπχριστο στρατό μας.
Τοῦτες τὶς πονηρὲς ἡμέρες, τὸ ἀνήμερο ἐξ ἀνατολῶν θηρίο τροχίζει τὰ νύχια του καὶ τρίζει τὰ δόντια του. Τὸ μόνο ποὺ φοβᾶται εἶναι τὶς Ἔνοπλες Δυνάμεις μας, ποὺ παραμένουν ὁ φρουρὸς καὶ ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς Πατρίδας μας.
Πηγή: Χριστιανική Βιβλιογραφία, Αβέρωφ
Ρε πως περνάει ο καιρός! Προχθές ευχόμασταν «καλή Πρωτοχρονιά» και σήμερα ευχόμαστε «καλό Πάσχα»! O χρόνος, πράγματι, «τρέχει» αλλά πόσοι από εμάς πήραμε την απόφαση να τον εκμεταλλευτούμε κάνοντας κάτι διαφορετικό το οποίο, ίσως (ίσως λέμε), μας καλυτερεύσει ως ανθρώπους; Θέλω να πώ πως τόσα και τόσα δοκιμάσαμε κατά την διάρκεια της μέτριας ζωής μας, γιατί να μην δοκιμάσουμε στο κάτω κάτω και κάτι το οικείο με αφορμή το φετινό Πάσχα, μεσούσης της οικονομοκοινωνικής κρίσης; Παράδειγμα, πολλοί από εμάς δοκιμάσαμε εξαντλητικές δίαιτες και «διατροφές» αλλά σπάνια νηστεύσαμε. Πολλοί από εμάς ασχοληθήκαμε με γιόγκα, ζα ζεν, φεγκ σούι και διαλογισμούς αλλά σπάνια αποπειραθήκαμε να προσευχηθούμε. Πολλοί από εμάς τρέξαμε σε ψυχολόγους, σε ψυχιάτρους, σε γιατρούς αλλά σπάνια εμπιστευτήκαμε έναν πνευματικό ιερέα (και τζάμπα, έέέ). Πολλοί από εμάς μιλάμε ακατάσχετα αργολογώντας-μπουρδολογώντας, «ξεβρακωνόμαστε» στο φεϊσμπουκ, στο σκάϊπ και στους κολλητούς μας αλλά ποτέ δεν σκεφτήκαμε να κάνουμε κάτι ουσιαστικό και να συνομιλήσουμε –εξομολογηθούμε ενώπιον εξομολόγου. Πολλοί από εμάς διαβάσαμε από Καζαντζάκη και Γιαλόμ μέχρι Λένα Μαντά, Λιακόπουλο και Άρλεκιν αλλά δεν διανοηθήκαμε να ανοίξουμε, μπας και ξεστραβωθούμε, την Καινή Διαθήκη ή κάποιο άλλο πατερικό κείμενο. Πολλοί από εμάς σηκωνόμαστε το πρωί για να πάμε για γυμναστική, για καφέ, για δουλειά, για σκι, για ψώνια, για βόλτα, τον σκύλο για κατούρημα αλλά ποτέ δεν μας πέρασε από το μυαλό να διαθέσουμε ελάχιστο χρόνο και να πάμε σε κάποιαν εκκλησία, μία Κυριακή στις τόσες, να πούμε ένα «ευχαριστώ» προς τον Τριαδικό Θεό ή να προσευχηθούμε για κάποιον δικό μας. Πολλοί από εμάς δικαιολογούμε τα αδικαιολόγητα, διυλίζοντας τον κώνωπα και καταπίνοντας την κάμηλον, αλλά η «ηθική» μας και η «λογική» μας δεν δικαιολογεί «τα της εκκλησίας» και βάζει φρένο στο να πλησιάσουμε την Πίστη μας, έστω και από περιέργεια, καθώς μας φταίνε οι «κατηχητικούρες με τις κοτσίδες», οι «χοντροί παπάδες», οι «ιερείς που είναι αδερφές», τα «λαμόγια που βάζουν χέρι στο παγκάρι», οι «επιτήδειοι που κάνουν τους μεγάλους σταυρούς», οι «συντηρητισμοί που είναι για οπισθοδρομικούς», ο «Άνθιμος Θεσσαλονίκης με το κήρυγμά του» και άλλες προφάσεις εν αμαρτίαις οι οποίες, στην ουσία, αυτό-δικαιολογούν τις αναστολές μας, αυτό-αθωώνουν τις ενοχές μας, αυτό-επικροτούν τις πρακτικές μας και γενικώς αυτό-ικανοποιούν τον θηριώδη εγωισμό μας. Πάσχα έρχεται μωρέ, κι όχι Γιουροβίζιον. Ας δοκιμάσουμε, έστω από περιέργεια, να κάνουμε κάτι διαφορετικό μετέχοντας στο όλο Θείο δράμα αλλά και στην Ανάσταση που έρχεται, μπας και «αναστηθούμε» συλλογικά…
Πηγή: (Εφημερίδα «ΑΝΤΙΦΩΝΗΤΗΣ», 1 Απριλίου 2015), Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Σήμερα, Κυριακή των Βαϊων, φθάνει στα Ιεροσόλυμα ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, που έλαβε μορφή δούλου για να ελευθερώσει το ανθρώπινο γένος. Ο ουράνιος Βασιλεύς παραγίνεται στην Σιών, γι’ αυτό, ας χαρεί η Εκκλησία του Θεού, διότι ο Νυμφίος της έρχεται καθήμενος επάνω σε πώλο όνου. Ας εξέλθουμε για να Τον προϋπαντήσουμε, ας τρέξουμε για να δούμε την δόξα Του, ας τιμήσουμε την είσοδό Του στην πόλη την Αγία.
H σωτηρία προσφέρεται στον κόσμο. Ο Θεάνθρωπος έρχεται στο Σταυρό. Ο Βασιλεύς της Σιών, που είναι η προσδοκία των εθνών, έρχεται στην Αγία Πόλη για να χαρίσει την σωτηρία στους ανθρώπους. Το Φως φανερώνεται, η πλάνη καταργείται, ανθίζει η Αλήθεια, η Εκκλησία των Ορθοδόξων χορεύει, η Συναγωγή των Ιουδαίων χηρεύει, οι δαίμονες ντροπιάζονται, η κατάρα του Αδάμ λύεται, οι Εβραίοι ταράσσονται, τα έθνη ευφραίνονται και ο Δαίμων συντρίβεται,. Ο Χριστός καθήμενος πάνω σε πώλο όνου έρχεται! Οι ουρανοί αγάλλονται· οι άγγελοι υμνούν· οι Εκκλησίες χαίρουν· οι ιερείς υμνούν· οι προφήτες προφητεύουν· οι μαθητές κηρύττουν. Όλη η δημιουργία, όλη η φύση και κάθε τι που έχει πνεύμα ζωής, ας υπαντήσουν τον Βασιλέα των όλων και μαζί με τα παιδιά των Εβραίων ας φωνάξουν το: «Ωσαννά εν τοις υψίστοις. Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου· Θεός Κύριος, και επέφανεν ημίν, επέφανε τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις ημίν».
Η Κυριακή των Βαϊων αποτελεί για εκείνους που έπεσαν ανάσταση, για τους αιχμαλώτους ελευθέρωση, για τους τυφλούς ανάβλεψη, για τους πενθούντας παράκληση, για τους κοπιώντας ανάπαυση, για τους απεγνωσμένους παρηγτριά και λύτρωση, και γενικά για όλους εκείνους που καταπονούνται είναι η ειρήνη και η γαλήνη. Γι’ αυτό και εμείς λέγομε το «Ωσαννά», που σημαίνει: Σώσε μας Κύριε που είσαι ο Ύψιστος Θεός!
Χθές ο Χριστός ανάστησε από τους νεκρούς τον τετραήμερο Λάζαρο, σήμερα ο Ίδιος έρχεται θεληματικά προς τον θάνατο. Χθές χάρισε την ζωή σ’ άλλον, σήμερα ο Ζωοδότης έρχεται προς τον θάνατο. Χθες έλυσε τα σπάργανα του Λαζάρου, σήμερα ο Ίδιος θεληματικά σπαργανούται. Χθες έβγαλε τον άνθρωπο από το σκοτάδι, σήμερα ο Ίδιος τοποθετείται στα σκοτεινά μέρη του τάφου και μπαίνει κάτω από τη σκιά του θανάτου για να σώσει τον άνθρωπο. Χθές χάρισε στη Μαρία τον τετραήμερο νεκρό αδελφό της, σήμερα ο Χριστός με την τριήμερο αναστασή Του χαρίζει τον Εαυτό Του στην Εκκλησία. Τότε, μόνον η Βηθανία θαυμάζει, τώρα όλη η Εκκλησία γιορτάζει. Γιορτάζει η Ορθόδοξος Εκκλησία, όχι τυπικά, όχι σωματικά, αλλά πνευματικά. Διότι, σήμερα, γιορτάζομε την πτώση των ειδώλων και την ανάσταση των εκκλησιών. «Τα αρχαία παρήλθον· ιδού γέγονε τα πάντα καινά».
Και μόλις ο Ιησούς κατέβηκε από το όρος, ο όχλος έλαβε βάϊα φοινίκων και κλάδους ελιάς και βγήκαν να Τον προϋπαντήσουν. Και τα παιδά φώναζαν: «Ωσαννά τω υιώ Δαβίδ, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Αυτή είναι η Δεσποτική παρουσία· αυτή είναι η επιδημία του Βασιλέα των βασιλευόντων· αυτή είναι η λαμπρά έλευση του Δημιουργού των όλων. Γι’ αυτό και εμείς που ήλθαμε στη σημερινή γιορτή, ας βγούμε για να Τον προϋπαντήσουμε ακολουθώντες τον πώλο με ταπεινή καρδιά και πίστη ορθή. Γιατί, σήμερα, τα ουράνια μαζί με τα επίγεια και τα καταχθόνια Τον υμνούν. Τα Χερουβίμ, φωνάζουν το «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ· πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης αυτού». Όλοι μαζί, ας γονατίσουμε και ας φωνάξουμε· «Πάσα η γη προσκυνησάτω σοι».
Σήμερα, εισήλθε στα Ιεροσόλυμα ο Κύριος καθήμενος πάνω σε πώλο όνου. Πάνδημος υπήρξε η συμφωνία και τα παιδιά και βρέφη θεολόγησαν και αναγνώρισαν τον Ιησούν ως Θεό και Κύριο και έλεγαν· «Ωσαννά τω υιώ Δαβίδ, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Πράγματι, πόσα καινούργια και παράδοξα γεγονότα πραγματοποιούνται κατά τη σημερινή γιορτή! Τα παιδιά θεολογούν και οι ιερείς των Εβραίων βλασφημούν! Τα νήπια, που θηλάζουν, Τον Προσκυνούν και οι δάσκαλοι του Νόμου ασεβούν! Τα παιδά φωνάζουν το «Ωσαννά» και οι Εβραίοι το «Σταυρωθήτω»! Τα παιδιά έφεραν βάϊα και οι Εβραίοι έφεραν φονικά όπλα, μαχαίρια και σπαθιά! Τα παιδιά κόπτουν κλάδους και οι Εβραίοι ετοιμάζουν τον Σταυρό! Τα νήπια στρώνουν τους χιτώνες και οι σταυρωτές Του μοιράζουν τα ρούχα και τον χιτώνα! Τα νήπια προσκυνούν τα πόδια του Χριστού και οι Εβραίοι τα καρφώνουν στο Ξύλο του Σταυρού! Τα παιδιά προσάγουν δοξολογία και οι Εβραίοι προσφέρουν ξίδι με χολή! Τα παιδιά σείουν τα κλαδιά των βαϊων και οι Εβραίοι κτυπούν τα φονικά όπλα! Τα παιδιά υμνούν τον Χριστό και οι Εβραίοι πωλούν τον Δημιουργό του κόσμου!
Τα παιδιά και τα νήπια, με την αθώα παιδική τους ψυχή, αναγνώρισαν την Θεότητα του Ιησού, που χάρη των ανθρώπων έλαβε δούλου μορφή, αλλά ουδέποτε χωρίσθηκε από τους πατρικούς κόλπους. Ο Ιησούς βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους με σάρκα αληθινή, αλλά ταυτόχρονα ως Θεός τέλειος συμπαρίσταται μαζί με τον Πατέρα στους ουρανούς, αψευδής, αληθινός, παντοκράτωρ, κοσμοκράτωρ, εθνοκράτωρ, ζωής χορηγός, αληθής Θεός και Σωτήρας όλων των ανθρώπων. Αυτός εισέρχεται ταπεινά στην κάτω Ιερουσαλήμ και ανοίγει με την παντοδυναμία Του τις πύλες της άνω Σιών.
Με την Χάρη του Θεού από σήμερα εισερχόμεθα στην περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδας. Ας εισέλθουμε μαζί με τον Χριστό στην πνευματική Ιερουσαλήμ με πίστη ορθή, με μετάνοια και συντριβή καρδίας. Ας αποτινάξουμε από πάνω μας κάθε είδος μίσος και κακίας και ας δεχθούμε μέσα στην καρδιά μας την αγάπη και την φιλανθρωπία. Η Κυριακή των Βαϊων πρέπει να είναι και η δική μας είσοδος μέσα στην Αγία Πόλη των αρετών. Ας ανοίξουμε, λοιπόν, τις πόρτες της δικής μας Σιών στον Κύριο και Θεό μας, διότι, σ’ Αυτόν ανοίκει η δόξα, η τιμή και η προσκύνηση. Αμήν.
Πηγή: Αναβάσεις
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...