
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
* Ο Θεός έκανε σκανδαλωδώς έλεος σε μένα, διαφορετικά θα είχα ταρταρωθεί εδώ και καιρό. Έπρεπε στα χρόνια της κατοχής και στο Αλβανικό μέτωπο, να είχα πεθάνει 7 φορές. Εντούτοις, ακόμα ζω, όχι εξαιτίας της δικής μου δικαιοσύνης, αλλά εξαιτίας του ελέους του Θεού, γιατί γνώριζε, ότι θα επιστρέψω και θα μετανοήσω και με προστάτευε, για να μπορέσω έτσι να σωθώ και να μην πάει χαμένο το ποσοστό αίματος που έχυσε ο Χριστός και για την δική μου ψυχή.
* Είχα ένα μεγάλο πάθος στα νεότερα χρόνια μου, το πάθος της χαρτοπαιξίας. Καθόμουνα από το Σάββατο το βράδυ στο τραπέζι να παίξω χαρτί και σηκωνόμουνα την Τετάρτη το βράδυ. 4 μερόνυχτα, συνεχόμενα, έπαιζα τράπουλα, τέτοιο πάθος είχα! Καθόμουνα να κερδίσω, με κάθε μέσο, έστω και με κομπίνα, δεν πάει να ήτανε και ο Ωνάσσης στο τραπέζι! Ήμουν ένας λωποδύτης. Έμενα νηστικός για το χαρτί. Πού ένας τέτοιος άνθρωπος, να πάει στην Εκκλησία!
* Άμα επιτρέψει ο Θεός και γράψω ένα βιβλίο για την μετάνοιά μου και το πώς επέστρεψα στο Χριστό, πιστεύω, ότι τέτοια περίπτωση παγκοσμίως δεν θα υπάρχει. Ένα μόνο θα σας πω, (αν και μου είναι δύσκολο) για να σας ωφελήσω και να σας ενδυναμώσω την πίστη σας. Μου παρουσιάστηκε ο Άγιος Δημήτριος και μου είπε: Δεν έχεις δικαίωμα, να διατηρείς το όπλο σου στο οπλοστάσιο και να μην το χρησιμοποιείς! Όπλο, εννοούσε ο Άγιος, το λόγο μου. Και εγώ τον λόγο μου, τον χρησιμοποιούσα για κουβέντες και για αστεία. Η αποκάλυψη αυτή του Αγίου Δημητρίου, με έκανε κατά 70% να επιστρέψω στην Ορθοδοξία και να είμαι σήμερα αυτός που είμαι.
* Στη νεαρή μου ηλικία, όταν ερχόμουνα τα ξημερώματα στο σπίτι από τις ατασθαλίες μου, με έλεγε η μητέρα μου: Μα φτερό σαν τα μυρμήγκια έκανες; Πού να την καταλάβω! Αυτά με έλεγε ο κόσμος και οι άνθρωποι γύρω μου, οι «καλοθελητές», αυτά με έλεγε η σάρκα μου, αυτά με έλεγε ο εγωισμός μου και αυτά έκανα. Και έτσι της έκλεινα την πόρτα κατάμουτρα. Έβλεπα τα πράγματα διαφορετικά από τη μάνα μου. Είχα παχύ σκοτάδι. Δεν βρέθηκαν άνθρωποι να μου μιλήσουν, να με πουν μία κουβέντα, στον κόσμο που βρισκόμουν. Όλοι με οδηγούσαν στο κακό. Τώρα το πώς γύρισα και επέστρεψα στο δρόμο του Θεού, μόνο ο Θεός το ξέρει. Δεν μπορεί να βρεθεί έστω και ένας, που να έρθει και να μου πει: Δημήτρη εγώ ήρθα να σε μιλήσω, εγώ σε βοήθησα και σε είπα μία καλή κουβέντα για το καλό σου! Κανένας δεν βρέθηκε, αλλά πώς τα οικονόμησε ο Θεός! Άμα υπάρχει καλή προαίρεση μέσα στον άνθρωπο, δεν δυσκολεύεται ο Θεός να τον βγάλει με τον τρόπο Του από το σκοτάδι στο Φως. Δεν δυσκολεύεται ο Θεός από τις αμαρτίες μας, απλά ζητάει να του επιτρέψουμε να μας λύσει τα χέρια. Μεγάλη υπόθεση να διαφωτίσεις το σκοτάδι κάποιου συνανθρώπου σου! Οι άνθρωποι που βοηθούν το έργο του Θεού, με το να φέρνουν διαφωτίζοντας-νουθετώντας ανθρώπους στο δρόμο του Θεού, ο Θεός θα τους κατατάξει σε ειδική θέση μέσα στον παράδεισο. Έχω προσωπικά δεδομένα σε αυτό το θέμα, αλλά παραπάνω δεν μπορώ να σας πω.
* Εργαζόμουνα στον Οργανισμό Λιμένος Πειραιά. Μια μέρα, βγήκα έξω από τα γραφεία για να πάρω αέρα και βρήκα έναν τυφλό, ο οποίος πουλούσε λαχεία. Κρατούσε τα λαχεία στο χέρι και φώναζε: Λαχεία! Λαχεία! Δεν φώναζε τυχερά λαχεία, όπως φωνάζουν κάποιοι άλλοι (αφού είναι τυχερά, γιατί πουλάς την τύχη σου, τους λένε πολλοί). Πλησίασα τον μπάρμπα Διονύση και του λέω: Να πάρω ένα τυχερό λαχείο; Αμέσως μόλις άκουσε αυτά τα λόγια μου, τραβήχτηκε προς τα πίσω και έκρυψε τα λαχεία του. Και μου λέει: Τύχη δεν υπάρχει! Υπάρχει μόνο πίστη και ελπίδα στο Θεό! Αυτά ήταν τα λόγια του. Εγώ τότε ήμουν άνθρωπος του γλυκού νερού και όχι πραγματικός Χριστιανός. Όταν όμως γύρισα το 1950 στην Εκκλησία, τότε θυμήθηκα τα λόγια του μπάρμπα Διονύση, πόσο δίκαιο είχε. Και το βλέπω μέχρι σήμερα, ότι το χέρι του Θεού είναι εκείνο που οδηγεί τους ανθρώπους, αυτό που πολλοί σήμερα ονομάζουν τύχη.
* Γνώρισα κάποτε μια καλόγρια, η οποία είχε θείο έρωτα. Αυτή η καλόγρια με βοήθησε με τον τρόπο της, ώστε το 1951 να επιστρέψω στο δρόμο του Θεού. Η καλόγρια αυτή, όταν έλεγε τη λέξη Χριστός, έτρεχαν ουρές δακρύων από τα μάτια της, σαν να άνοιγε κάποιος από μέσα της μια βρύση. Δεν το έχω ξαναδεί αυτό το πράγμα σε άλλον άνθρωπο (το είδα και στον γέροντα Ιερώνυμο της Αίγινας). Η καλόγρια αυτή με έλεγε χαρακτηριστικά: Να ‘ξεραν οι άνθρωποι, Δημήτρη μου, πόσο πολύ μας αγαπάει ο Χριστός!!! Και τα δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα!!! Εμείς δεν έχουμε τέτοια πράγματα και το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι, αν χτύπησε η τρίτη καμπάνα για να πάμε τελευταία στιγμή στην Εκκλησία.
* Όταν πήγα να εφαρμόσω, το «αγαπήστε τον εχθρό σας», ομολογώ ότι δεν μπόρεσα να το εφαρμόσω. Μου ήταν αδύνατο και ας έλεγε το Ευαγγέλιο αυτήν την εντολή. Βέβαια το Ευαγγέλιο δεν λέει ψέματα και δεν δίνει προτροπές, που δεν είναι πραγματοποιήσιμες. Είναι βλασφημία να λέμε, ότι ο Χριστός είπε πράγματα, που δεν είναι κατορθωτά. Βέβαια δεν είναι κατορθωτά, αν ο άνθρωπος τα εφαρμόσει με τις δικές του δυνάμεις, αλλά γίνονται κατορθωτά με τη βοήθεια του Χριστού. Εξάλλου μας είπε ο Χριστός: Χωρίς εμού, ου δύνασθε ποιείν ουδέν, δηλ. χωρίς Εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα. Και έλεγα στο Θεό: Θεέ μου, δεν μπορώ να εφαρμόσω αυτήν την εντολή και ξέρετε τι απάντηση με έδωσε ο Θεός; Εσύ θέλεις; Αυτό με ρώτησε ο Θεός, και η απάντησή Του, ομολογώ, ότι με κόλλησε στον τοίχο. Διότι το θέμα, δεν ήταν μόνο ότι δεν μπορούσα, αλλά και το ότι δεν ήθελα να αγαπήσω. Αισθανόμουν μίσος, αυτό ήταν το μυστικό. Και ο Χριστός δεν μας ρωτάει αν μπορούμε, αλλά αν θέλουμε. Άρα η ευθύνη μας έγκειται, στο ότι δεν θέλουμε να αγαπήσουμε τους εχθρούς μας και όχι ότι δεν μπορούμε να τους αγαπήσουμε. Το να μπορέσουμε ο Θεός θα μας βοηθήσει, το να θέλουμε, εμείς θα συμβάλλουμε. Και όταν εμείς θελήσουμε, ο Χριστός θα μας δώσει τρόπο τινά τέτοια φώτιση, που θα βλέπουμε τον άνθρωπο, που μας έκανε κακό, και αντί να τον μισούμε, θα τον λυπούμαστε και θα αισθανόμαστε οίκτο γι’ αυτόν. Θα μας φορέσει ο Χριστός ειδικά γυαλιά δικά του, από το «κατάστημά» Του και θα μπορέσουμε έτσι να έχουμε σπλάχνα οικτιρμών για τους εχθρούς μας.
* Κάποτε ρώτησα κάποιον που γνώριζα εξ όψεως, πώς κατόρθωσε να βρεθεί σε ένα πολύ σπάνιο κοσμοπολίτικο γεγονός. Α, ήταν εύκολο, ήταν πολύ εύκολο, μου απάντησε εκείνος. Και μου βγάζει μία μασονική διαπίστευση, μου τη δείχνει και μου λέει: Αυτός είναι ο τρόπος. Με αυτήν, είναι ανοιχτές όλες οι πόρτες. Πλην του ουρανού, συμπλήρωσα εγώ. Και εκεί θα τα καταφέρομε, είπε διαφωνώντας μαζί μου. Σε λίγες μέρες αυτοκτόνησε στο Κολωνάκι! Έπεσε από τον 3ο όροφο κάτω, από του κοριτσιού του το διαμέρισμα. Και εκεί θα τα καταφέρουμε…, ήταν η απάντησή του, έτσι πίστευε. Έτσι ξεγελά ο διάβολο πολλούς και τους κάνει να νομίζουν, ότι θα σωθούν με τον τρόπο τους. Τον συγκεκριμένο μάλιστα άνθρωπο, μέχρι και στην αυτοκτονία τον έσυρε.
* Έχω έναν φίλο, που είναι πολιτικός μηχανικός. Πολύ ευκατάστατος άνθρωπος μόνο από τα ενοίκια το 1960, εισέπραττε 300.000 δραχμές. Βέβαια έκανε και αγαθοεργίες, αφού για παράδειγμα δώρισε ένα ολόκληρο συγκρότημα με διαμερίσματα στην Εκκλησία, για να στεγάζονται εκεί οι φυματικοί που γινόντουσαν καλά από τα σανατόρια, επειδή δεν τους δέχονταν οι συγγενείς τους στα σπίτια τους. Αυτόν λοιπόν τον φίλο μου, τον συνάντησα μία μέρα, πρώτη Κυριακή των νηστειών, στην Εκκλησία. Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας μου λέει: Πάμε από το σπίτι μου, να πιούμε έναν καφέ. Δέχτηκα και πήγα. Μόλις μπήκα μέσα, λέει αυτός στην γυναίκα του: Νίτσα, ξέρεις ε; Κατάλαβα εγώ, ότι κάποια πονηριά ετοιμάζει, ότι θα φέρει κάτι να φάμε για πρωινό. Του λέω, δεν ξέρω τι ξέρει η Νίτσα, θα σου πω τι ξέρω εγώ… Δεν μπόρεσα να ολοκληρώσω την φράση μου και μου λέει: Εσύ θα καθίσεις στην άκρη, μην μιλάς. Βλέπω σε λίγο, να έρχονται 2 σαγανάκια, με συκωτάκια, ωραία όμορφα κομμένα κι αβγουλάκια και εγώ δεν ξέρω τι άλλο έφερε η Νίτσα. Το πιάτο μου το έσπρωξα προς τα μέσα και πήρα μόνο τον καφέ. Μου λέει, θα τα χαλάσουμε αν δεν φας! Καλύτερα να τα χαλάσω μαζί σου, παρά να τα χαλάσω με το Θεό. Αλλά αυτός επέμενε λέγοντάς μου: Μα, άλλα είναι τα χοντρά, θα φάμε, δεν θα κάνουμε τίποτα κακό! Και το κακό με αυτόν ήταν, ότι θρήσκευε ο φίλος μου αυτός και έκανε και ελεημοσύνες, όπως σας είπα προηγουμένως. Όμως το θέμα δεν είναι τι κάνεις για τους άλλους, αλλά τι κάνεις πρώτα εσύ για τον εαυτόν σου. Μπροστά λοιπόν σε αυτές τις πιέσεις του, του φίλου, του λέω: Ένα έχω μόνο να σου πω: Πρόσεξε, Μανώλη μου, μήπως σε έρθει καμμία αρρώστια και είναι αλληλοσυγκρουόμενη. Σου έρθει, για παράδειγμα, να έχεις λέυκωμα και πρέπει να τρως μόνο κολοκύθια και να έχεις και ένα σάκχαρο και θα πρέπει να τρως μόνο κρέας. Άντε μετά αυτά να τα συμβιβάσεις! Δεν συμβιβάζονται και αναγκαστείς να τα βλέπεις τα φαγητά από μακριά. και έρχονται τα πράγματα έτσι, αγαπητοί μου, ώστε σε λίγες μέρες παθαίνει σάκχαρο ο φίλος μου και άλλες 6-7 αρρώστιες και άμα τον δείτε σήμερα, είναι σαν μακαρόνι και λιώνει και θυμάται, αυτά που του έλεγα κάποτε…
* Πήγα το Μέγα Σάββατο να ψωνίσω κρέας, όπως ήταν φυσικό για το Πάσχα. Επάνω στον πάγκο, είχε ο κρεοπώλης ταραμά, χαλβά και ψωμί. Και έτρωγε, λόγω της ημέρας, από εκείνα και έκανε την δουλειά του. Και μου πούλησε γελάδα για μοσχάρι. Ταυτόχρονα έτρωγε χαλβά. Εμένα τότε με πήρε μια διαφορά 55 δραχμές (το έτος 1960). Τι να σε κάνω άνθρωπε, να τρως χαλβά και ταραμά και με τρως εμένα ολόκληρο, ζωντανό; Εκεί τρως νηστίσιμο και εδώ τρως αρτύσιμο!
* Είχα έναν θείο, ο οποίος έχει πεθάνει τώρα, που ήταν μεγάλος άθεος. Αυτός με έλεγε: Γιατί δεν κατέβηκε ο Χριστός από τον σταυρό; Άμα ήταν Θεός, θα μπορούσε να κατέβει και να ξεφύγει. Τον πιάσανε τον κατεργάρη και τον σταυρώσανε οι Εβραίοι! Δεν μπορούσε να ξεφύγει; Εγώ τότε του λέω: Τότε, πώς ξέφυγε ο Χριστός, όταν κάποτε θέλησαν να Τον ρίξουν στον γκρεμό; Ξέφυγε ανάμεσά τους. Πώς έγινε αυτό; Πού το αναφέρει αυτό, με ρώτησε. Άνοιξα το Ευαγγέλιο και του το έδειξα (Λουκάς κεφάλαιο 4, στίχοι 29-30). Είναι πολλών γνώμη αυτή, ότι ο Χριστός δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά, τον πιάσανε οι Εβραίοι και τον Σταύρωσαν. Όχι δεν είναι έτσι. Ο Χριστός από αγάπη προς τον άνθρωπο, οδηγήθηκε προς το εκούσιο πάθος, θεληματικά Σταυρώθηκε. Και να Του χρωστάμε υποχρέωση και ευγνωμοσύνη. Αυτό να το βάλουν καλά στο μυαλό τους!
* Ο αδερφός μου, με είπε τρελό όταν πέθανε η μάνα μας. Μπροστά στο λείψανο της μάνας μας και μπροστά σε όλον τον κόσμο με είπε τρελό, γιατί δεν μπορούσε να ερμηνεύσει, πώς εγώ δεν έκλαιγα, πώς εγώ δεν μαυροφορέθηκα, πώς εγώ δεν μαλλιοτραβιόμουνα, όπως έκανε αυτός και όλοι οι υπόλοιποι. Δεν μου λες, εμείς όλοι εδώ μέσα είμαστε τρελοί και εσύ είσαι ο λογικός; Τέτοια επίθεση με έκανε ο αδερφός μου, αλλά επειδή ήξερα ότι υποκινείται από άλλον, απλά τον είπα: Δεν ξέρω, εγώ δεν σας βλέπω για τρελούς και έτσι δεν έδωσα συνέχεια στο θέμα. Μα εγώ πίστευα, ότι η μάνα μου ησύχασε και άμα πάω και εγώ εκεί που πήγε, θα την βρω και θα ζούμε αιώνια μαζί. Ο αδερφός όμως, ο στρατηγός, δεν πίστευε στην άλλη ζωή, ήταν άπιστος, δεν πίστευε στην Ανάσταση των νεκρών και γι’ αυτό αντέδρασε έτσι. Βέβαια μετά από 7 χρόνια, χώνεψε ο αδερφός μου την όλη συμπεριφορά μου και με κατάλαβε. Εμένα η μάνα μου ήταν για 14 χρόνια σε καρότσι και με αυτό τη μεταφέραμε από Εκκλησία σε Εκκλησία, μιας γυναίκας που είχε προβλέψει το θάνατό της. Ξέρω ότι η μάνα μου σώθηκε και πήγε στον παράδεισο.
* Έχω έναν αδερφό, ο οποίος στην πίστη του κλονιζόταν. Άκουγε την υπόθεση περί του μύρου της Παναγίας της Μαλεβής και αμφισβητούσε με τη λογική του, ότι από την εικόνα της Παναγίας, έρεε μύρο. Κάποτε όμως, κόπηκε λίγο ο εγωισμός του και ήθελε να έρθει μαζί μας στη μονή της Μαλεβής. Πήγαμε στο μοναστήρι και μετά την παράκληση, καθίσαμε για να φάμε. Ο αδερφός μου δεν κάθισε να φάει, αλλά πήγε στο ναό και κοίταζε την εικόνα, για να δει, πώς έχουν τα πράγματα. Και καθώς την παρακολουθούσε, βλέπει ξαφνικά να ρέει μύρο η εικόνα της Παναγίας! Συγκλονίστηκε ο αδερφός μου και τρέχει στην τραπεζαρία να μας βρει. Έρχεται στην γυναίκα μου και την σηκώνει από το τραπέζι και της λέει: Έλα, Κική να δεις, ρέει από την εικόνα μύρο! Το είδα με τα ίδια μου τα μάτια! Του λέει τότε η γυναίκα μου: Αμφέβαλλες γι’ αυτό το θαύμα και εξανίστασαι με αυτόν τον τρόπο; Και τότε παραδέχθηκε ο αδερφός μου, ότι είχε τις αμφιβολίες του, γι’ αυτό το θέμα. Τώρα αυτό που είδε ο αδερφός μου, άντε να του το βγάλεις από το κεφάλι του. Απέκτησε γνώση επί του θέματος. Όμως ο Χριστός δεν την αρνείται τη γνώση, αλλά δεν την αμοίβει κιόλας και θέλει ο άνθρωπος να πιστέψει χωρίς να δει. Την πίστη αμοίβει Χριστός, αλλά για να πιστέψει ο άνθρωπος πρέπει να ταπεινωθεί.
* Έχω ένα φίλο που είναι ταξιτζής. Αυτός τις Κυριακές το πρωί δούλευε και δεν πήγαινε στην Εκκλησία. Μια μέρα τον πλησίασα και τον ρώτησα, πόσα βγάζεις την ημέρα και μου είπε, περίπου 1700 δραχμές. Τότε του πρότεινα, την ερχόμενη Κυριακή το πρωί, να πήγαινε στην Εκκλησία και μετά να πήγαινε στην δουλειά και όσα λιγότερα θα έβγαζε από τις 1700 δραχμές, την διαφορά θα του την έδινα εγώ. Ο φίλος μου το σκέφτηκε και τελικά δέχτηκε την πρότασή μου. Πήγε την Κυριακή στην Εκκλησία και μετά μέχρι το βράδυ δούλεψε το ταξί. Το βράδυ με πήρε τηλέφωνο και μου λέει: Δημήτριε, έγινε κάτι φοβερό! Είχα φουλ δουλειά και δεν προλάβαινα τους πελάτες! Έβγαλα 2000 δραχμές! Από τότε ο φίλος μου, κάθε πρωί πηγαίνει στην Εκκλησία. Οι άνθρωποι που δουλεύουν τις Κυριακές και δεν πάνε στην Εκκλησία, τα λεφτά που βγάζουν δεν είναι ευλογημένα και κάποια μέρα θα τα χάσουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Γιατί όποιος συλλέγει χρήματα μακριά από το Θεό, τα διασκορπίζει. Γι’ αυτό και βλέπουμε πολλές οικογένειες που εργάζονται από το πρωί έως το βράδυ, αλλά να μην μπορούν να βάλουν μερικά χρήματα στην άκρη. Φωτιά είναι τα λεφτά της Κυριακής, έλεγε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.
* Με πλησίασε κάποτε ένας κύριος και μου λέει: Εντάξει κύριε Παναγόπουλε, εγώ δεν ενδιαφέρομαι για το Χριστό, το παραδέχομαι. Ναι όμως, ο Χριστός ήρθε για όλους τους ανθρώπους και γιατί δεν έρχεται και σε μένα για να με βρει και να με σώσει; Να έρθει και για μένα, το απωλολό πρόβατο να με σώσει. Εξάλλου δεν είμαι και εγώ το παιδί του; Κάτι τέτοια με έλεγε ο άνθρωπος αυτός και όταν τελείωσε του είπα: Ο Χριστός δεν έρχεται να σε βρει, γιατί δεν βελάζεις! Όπως όταν χαθεί ένα πρόβατο το οποίο δεν βελάζει, δεν μπορεί ο βοσκός να το βρει, έτσι και εσύ δεν βελάζεις, δεν ζητάς το Θεό και δεν μπορεί ο Χριστός να σε βρει. Εδώ ο εκ γενετής τυφλός φώναζε δυνατά το όνομα του Χριστού και μάλιστα έβγαλε και τα ρούχα του, για να φτάσει πιο γρήγορα στο Χριστό! Δεν πήγε ο Χριστός στον τυφλό, πήγε ο τυφλός στον Χριστό και εμείς έχουμε την απαίτηση, να έρθει ο Χριστός σε εμάς! Αυτά του είπα και δεν ξέρω αν μπόρεσα να τον κατατοπίσω. Εάν δεν ζητήσουμε από αυτόν τον κόσμο να συναντήσουμε το Χριστό, για να μας βοηθήσει, δεν πρόκειται ούτε και στην άλλη ζωή να Τον συναντήσουμε. Ο Θεός δεν αφήνει κανέναν άνθρωπο αβοήθητο, που επικαλείται την βοήθειά Του. Ο Θεός άφησε ελεύθερο τον άνθρωπο να κάνει τις επιλογές στη ζωή του, και αν περιμένει ο Θεός να τον βοηθήσει, χωρίς ο ίδιος να Του ζητήσει βοήθεια, το μόνο σίγουρο είναι, ότι θα υποστεί τα επώδυνα αποτελέσματα της κολάσεως.
* Έχει επικρατήσει στον κόσμο η άποψη, ότι οι κουτοί άνθρωποι νηστεύουν. Είχα έναν φίλο-συγγενή ο οποίος έχει κοιμηθεί και μου έλεγε: Άκου Δημήτρη μου. Εσύ τρως τα χόρτα ε; Εγώ τρώω εκείνο, που τρώει τα χόρτα. Έτρωγε το μοσχάρι αυτός και το βόδι. Και εγώ επειδή έτρωγα τα χόρτα, ήμουν από μόνος μου βόδι. Καταλάβατε; Μισή ώρα ήταν ο θάνατός του, τέζα! Κορόιδευε την νηστεία…. Πέραν της πνευματικής ωφέλειας, είναι προς το συμφέρον της φυσιολογίας του οργανισμού του, ο άνθρωπος να νηστεύει. Ακούς τον ένα να λέει: Έχω ζαλάδες, έχω άλατα. Εμ, αφού έφαγες όλα τα βόδια του κόσμου, τι θέλεις να έχεις; Τι θα έχεις;
* Έγραφα κάποτε ένα βιβλίο με τίτλο: «Θανάσιμο αμάρτημα η αποφυγή της τεκνογονίας». Μια μέρα, με συνάντησε μια κυρία στο δρόμο, που ήταν κόρη νεωκόρου και είχε 12 παιδιά! Και με λέει: Κύριε Παναγόπουλε, έμαθα ότι γράφετε ένα βιβλίο για την τεκνογονία. Μην ξεχάσετε να γράψετε στο βιβλίο σας, ότι αν κανείς θέλει να δει το Θεό, να πάει στο σπίτι ενός πολυτέκνου. Εκεί υπάρχει πάντοτε ο Θεός. Στα άλλα σπίτια, πηγαίνει και βγαίνει ο Θεός, από τα σπίτια όμως των πολυτέκνων, δεν φεύγει ποτέ!
* Κάποτε πήγα να ομιλήσω στην ορεινή Κυπαρισσία. Το βράδυ, την παραμονή της ομιλίας μου, ρώτησα τον ιερέα της περιοχής εκείνης, ποια αμαρτία ήταν εκείνη που πλεόναζε στην περιοχή τους. Ξαφνιάστηκα από την απάντησή του: Αυτό που μαστίζει την περιοχή κ. Παναγόπουλε, είναι η αποφυγή τεκνογονίας. Και πώς έφτασε η μόδα αυτή στην περιοχή σας, τον ρώτησα. Και με απαντάει ο ιερέας: Μια Αθηναία, είχε έρθει πέρσυ στο χωριό μας, η οποία έφερε τη μόδα αυτή. Σε μία παρέα γυναικών μίλησε για τον τρόπο που θα απέφευγαν οι γυναίκες να μείνουν έγκυες. Και αυτό, όπως ήταν φυσικό διαδόθηκε σε όλο το χωριό. Το αποτέλεσμα είναι, να μην υπάρχει μωρό στο χωριό μας. Την άλλη μέρα, ανάμεσα στα άλλα που είπα στην ομιλία μου, ήταν να διαφωτίσω εκεί τους χωρικούς, πώς έχει το θέμα της τεκνογονίας και το πόσο βαριά αμαρτία είναι. Την άλλη χρονιά, ξαναπήγα στο χωριό εκείνο και είχαν γεννηθεί 21 παιδιά! Είχαν καταλάβει οι χωρικοί, τι έγκλημα έφτιαχναν, με το να μην τεκνογονούν και έτσι πολλά αντρόγυνα απόκτησαν και από ένα παιδί. Και όλα αυτά για μία Αθηναία, η οποία, αυτά είχε στο μυαλό και στην καρδιά της και αυτά διέδιδε. Δεν ήξερε κάτι άλλο να πει! Ξέρετε τι λόγο θα δώσει η κυρία εν ημέρα κρίσεως; Αλίμονό της, αν δεν μετανοήσει και δεν εξομολογηθεί!
* Κάποτε που ομιλούσα στην έδρα, παρουσιάστηκε μια κυρία και με ρώτησε: κ. Παναγόπουλε, γιατί δεν με ακούει ο Θεός; Προσεύχομαι τόσα χρόνια, να με δώσει έναν άνθρωπο Χριστιανό και δεν με τον έδωσε μέχρι σήμερα. Πού οφείλεται αυτό; Επειδή δεν πιστεύω; Εγώ όμως πιστεύω. Αυτά με είπε. Και της είπα: Και ποιος σε λέει εσένα, ότι αυτός ο λεγόμενος Χριστιανός, θα σου κάνει τη ζωή Χριστιανική; Και ποιος σου είπε ότι πρέπει να πάρεις Χριστιανό και δεν πρέπει να πάρεις έναν άλλον, για να τον αφομοιώσεις εσύ στον Χριστιανισμό; Και ποιος σε είπε, ότι πρέπει να ενωθούν τα καλά για να κάνουν ένα τρίτο καλό και πρέπει να ενωθούν τα κακά και να καταστραφούν και τα δύο; Και υπάρχει Χριστιανός στα μέτρα σου; Και πρέπει να παντρευτείς; Και τα παιδιά που θα βγάλεις, θα μπορέσεις να τα διαπαιδαγωγήσεις σωστά στον Χριστιανισμό; Πόσα χριστιανικά αντρόγυνα, βγάλανε διαβόλους παιδιά! Και αν σε φυλάει ο Θεός; Λέμε στο Πάτερ ημών, γενηθήτω το θέλημά Σου, αλλά εμείς δεν έχουμε του Θεού εμπιστοσύνη. Για να επιτρέπει μία κατάσταση ο Θεός, σημαίνει ότι υπάρχει λόγος.
* Μιλούσα κάποτε στον άμβωνα και μπροστά υπήρχε μια μάνα που είχε ένα μωρό, που άρχισε να κλαίει και να φωνάζει, δημιουργώντας μια κατάσταση. Οι γύρω της, την παρακινούσαν να βγει έξω. Εγώ θα κατέβω από τον άμβωνα τους είπα, αν βγει το μωρό έξω και πάνω σας θα είναι η αμαρτία. Ξέρετε, ότι ο σατανάς τσιμπάει το παιδί για να κλάψει και να βγάλει η μάνα έξω το μωρό της; Το ξέρετε ή δεν το ξέρετε; Και απευθυνόμενος στο παιδί, λέω: Εν ονόματι Ιησού Χριστού, ο σατανάς να αφήσει το παιδί. Το παιδί τότε σταμάτησε αμέσως να κλαίει και τους φάνηκε αυτό περίεργο στους πιστούς. Δεν είχα άλλο κήρυγμα να κάνω καλύτερο από αυτό. Αλλά εμείς εν πλήρη άγνοια, δεν γνωρίζουμε ότι ο διάβολος πειράζει κάθε πιστό μέσα στην Εκκλησία, με διάφορους τρόπους.
* Κάποτε για να πάω σε ένα συγκεκριμένο μέρος της Αθήνας, χρησιμοποίησα για την μετακίνησή μου, το αστικό. Εκεί μέσα στο αστικό, είχε γίνει μία παρεξήγηση, μεταξύ ενός επιβάτη και του εισπράκτορα. Ο επιβάτης όμως ήταν προκλητικός και επίμονα ρωτούσε τον εισπράκτορα: Ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Ο εισπράκτορας όμως δεν του απάντησε, βλέποντας ότι προσπαθούσε να δημιουργήσει επεισόδιο από το πουθενά και να τον αναγκάσει να συγχυστεί και να παρεκτραπεί. Ο εισπράκτορας ήταν ένας σοβαρός και νηφάλιος κύριος. Εφόσον ο επιβάτης τον ξαναρώτησε άλλες 5-6 φορές· ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Στη συνέχεια με μεγάλη ηρεμία του λέει: Νεκροταφείο είμαι εγώ κύριε, για να ξέρω ποιος είσαι; Κόκκαλο ο επιβάτης! Είναι σαν να του έλεγε ο εισπράκτορας, ότι στο νεκροταφείο σε περιμένουν τα σκουλήκια, θα δούμε ποιος είσαι εσύ, και Άλλος θα αποφανθεί γι’ αυτό που με ρωτάς! Είμαστε λοιπόν όλοι ένα τίποτα και δεν χρειάζεται να ματαιοδοξούμε.
* Κάποτε σε μια συζήτηση που είχαμε περί μνημοσύνων, παρουσιάστηκε μια φοιτήτρια και είπε τα εξής: Εγώ έχω τη γνώμη, ό,τι μπορώ να βοηθήσω τον πεθαμένο μου και χωρίς την Εκκλησία. Και της λέω: Πρώτα-πρώτα ποια είσαι εσύ, να έχεις γνώμη διαφορετική από την Εκκλησία; Και ποιος σε κάλεσε, να έχεις γνώμη διαφορετική από την Εκκλησία; Και απευθυνόμενη, χαμηλόφωνα, στις εκεί φίλες της, τις λέει: Πολύ πληρωμένος πρέπει να είναι αυτός από τους παππάδες. Ήμουν πληρωμένος εγώ σύμφωνα με τα λεγόμενά της, αλλά βέβαια δεν ήξερε ποιος είμαι και από πού προέρχομαι. Τέλος πάντων. Και συνεχίζει να μιλάει σε μένα: Δεν βλέπετε; Ξύπνησε ο κόσμος. Δεν κάνει ο κόσμος μνημόσυνα με παππάδες, αλλά καθημερινώς γράφουν στις εφημερίδες, αντί μνημοσύνου δραχμές τόσες, σε ένα γηροκομείο ή κάνοντας τραπέζι σε ορφανά και γενικότερα σε όσους έχουν ανάγκη. Και είναι αλήθεια αυτό που έλεγε, ότι πράγματι πολλοί άνθρωποι έτσι πολιτεύονται και κάνουν μνημόσυνα χωρίς την Εκκλησία. Πώς ερμηνεύεται αυτό; Έξω Ναζωραίε! Έξω η Εκκλησία Σου! Έξω οι παππάδες Σου! Είναι λάθος αυτό που κάνουν πολλοί και αλίμονο στους γονείς που άφησαν τέτοια παιδιά ακατήχητα πίσω τους, να κάνουν τέτοια πράγματα. Γιατί βοήθεια με αυτόν τον τρόπο, δεν πρόκειται να πάρουν. Δώσε εκατομμύρια στο γηροκομείο, μια δεκάρα βοήθειας δεν φτάνει στο πρόσωπο που κάνεις το μνημόσυνο, εφόσον δεν πήγες πρώτα στο Χριστό. Θα πας πρώτα στο Χριστό και στην Εκκλησία, θα πας το χαρτάκι, το λαδάκι, τα κόλλυβα και θα βγάλει ο ιερέας μερίδα για τον άνθρωπό σου και μετά δώσε, αν θέλεις, ελεημοσύνη στα ευαγή ιδρύματα, για την ψυχή του κεκοιμημένου. Αυτή είναι η σωστή σειρά.
* Κάποτε έκανα μια πρωινή ομιλία σε μια επαρχιακή πόλη. Ανάμεσα στα άτομα, που βρέθηκαν στην ομιλία αυτή, ήταν και μια νεαρή κοπέλα, η οποία από το ντύσιμό της και την όψη της, καταλάβαινε κανείς, ότι δεν έπρεπε να είχε και πολύ σχέση με την Εκκλησία. Όταν τελείωσα την ομιλία μου στις 12 και μισή το μεσημέρι, μου ήρθε ο λογισμός να πάω, να της πω, να εξομολογηθεί στον πάτερ της ενορίας εκείνης. Αυτή μου είπε, ότι θα ερχότανε και στην απογευματινή μου ομιλία, στις 5 και μισή και εκεί θα το ξανασυζητούσαμε. Όχι της είπα, τώρα αμέσως να πας! Αυτή όμως επέμενε για το απόγευμα και έτσι δεν μπορούσα εγώ να κάνω κάτι περισσότερο. Στην απογευματινή ομιλία μου, τελικά δεν ήρθε, όπως σκόπευε να έρθει. Είχε πάει με άλλα 2 άτομα, στις 3 το απόγευμα για βαρκάδα στη θάλασσα. Όμως ο καιρός απότομα χάλασε και πνίγηκαν και οι τρεις!!! Κανείς δεν μας εγγυάται για το μέλλον, για το αν θα ζούμε την επόμενη στιγμή. Γι’ αυτό και πρέπει την εξομολόγηση να μην την αναβάλλουμε. Ο διάβολος είναι τεχνίτης σε αυτό το θέμα. Έχεις καιρό, ψιθυρίζει στο αυτί του ανθρώπου και ο άνθρωπος επαναπαύεται και συνεχώς αναβάλλει την μετάνοιά του.
* Ομιλούσα στην Παναγία του Χαϊδαρίου στην Αθήνα. Ο επίτροπος εκεί της Εκκλησίας 40 χρόνια, δεν είχε εξομολογηθεί, αλλά και ούτε κοινωνήσει. Μίλησα 7 φορές εκεί. Στην έβδομη ομιλία που έκανα και την άκουσε ο επίτροπος, αναζήτησε πνευματικό για να εξομολογηθεί, σαν τρελός. Έτσι εξομολογήθηκε και κοινώνησε και μετά από 10 μέρες κοιμήθηκε!
Να σας πω και ένα άλλο συνταρακτικό; Ομιλούσα στην Αγία Βαρβάρα στην Αθήνα. Ήταν περίοδος σαρακοστής και πήγαινα τα απογεύματα στους Χαιρετισμούς της Παναγίας και ομιλούσα. Ένας εκ των επιτρόπων της Εκκλησίας, που ήταν λεπρός, από την Κέρκυρα, είχε 37 χρόνια εκεί μέσα και ουδέποτε εξομολογήθηκε και ουδέποτε κοινώνησε. Έπειτα από τις ομιλίες που άκουσε, εξομολογήθηκε και κοινώνησε. Και όταν βρέθηκε το φάρμακο κατά της λέπρας, ήταν ο πρώτος που έγινε καλά και έφυγε για την πατρίδα του, την Κέρκυρα. Ήταν χαρακτηριστικό αυτό το γεγονός, ότι ο Θεός τον ελέησε, έπειτα από την μετάνοια και την εξομολόγησή του.
* Ήταν να κάνω ένα ταξίδι από την Αθήνα για την Πάτρα με τα ΚΤΕΛ. Ήταν μεγάλη Τεσσαρακοστή και περίμενα το υπεραστικό λεωφορείο για να αναχωρήσουμε. Εκεί στη στάση, παρατήρησα έναν νεαρό, γύρω στα 35, που με παρακολουθούσε και με κοιτούσε από πλάγια. Προσωπικά δεν τον γνώριζα και υπέθεσα, ότι ήταν αστυνομικός και ίσως να με μπέρδεψε με κάποιον καταζητούμενο. Έφτασε το λεωφορείο, επιβιβαστήκαμε και κάθισα στις πίσω θέσεις. Όσο για τον νεαρό, δεν γνώριζα αν επιβιβάστηκε. Στο Ξυλόκαστρο, το λεωφορείο έκανε μία στάση για 15 λεπτά, για να φάμε κάτι πρόχειρο. Εγώ πέρασα μέσα από το κυλικείο, πήγα στην τουαλέτα και στη συνέχεια βγήκα έξω, είχε ένα υπόστεγο και εκεί έβγαλα από τη σακκούλα που είχα μαζί μου, κάτι να φάω (2 μπανάνες). Πήγα πέρα σε ένα διάδρομο γύρω στα 50 μέτρα και όταν πήγα να γυρίσω πίσω, βλέπω ακριβώς από πίσω μου, στο ένα μέτρο, αυτόν τον νεαρό που με παρακολουθούσε. Και με λέει: κ. Παναγόπουλε, είσαι έξυπνος άνθρωπος, σε παρακολουθώ και τώρα είναι η τελική αναμέτρηση.Εγώ δεν κατάλαβα τι εννοούσε και του λέω: Παρακάτω, συνέχισε δεν καταλαβαίνω τι θέλεις να με πεις. Και με λέει: Ήθελα να δω, τι θα φας σήμερα! Πίστευα ότι αυτά που κηρύττεις, δεν τα εφαρμόζεις και θα σε έβλεπα την περίοδο αυτή, να μην νηστεύεις. Μα τώρα βλέπω, ότι πράττεις αυτά που κηρύττεις. Είσαι συνεπής για αυτά που διδάσκεις και από εδώ και πέρα, θα προσπαθήσω και εγώ να εφαρμόσω αυτά που κηρύττεις στις ομιλίες σου. Αυτά με είπε ο νεαρός και επιβιβάστηκε στο λεωφορείο. Μετά από αυτό το περιστατικό, μέσα μου άρχισα να κάνω τον εξής συλλογισμό: Επειδή πάσχω από 6 ασθένειες, έχω την άδεια από τον πνευματικό μου, να τρώω ό,τι θέλω και να μην νηστεύω. Όμως εγώ προαιρετικά, νηστεύω κανονικά. Αν όμως δεν νήστευα και με έβλεπε ο νεαρός αυτός με την τυρόπιτα στο χέρι, που βέβαια δεν ξέρει, ότι με επιτρέπει ο πνευματικός να τρώω, θα σκανδαλιζότανε και άντε μετά αυτόν να τον φέρεις στην Εκκλησία. Μπορεί κάποιος να εφαρμόζει 999 πράγματα σωστά και ο άλλος από το ένα που δεν κάνεις, να σκανδαλιστεί και να βρει αφορμή να σε κατηγορήσει εσένα και την πίστη σου, αναπαυόμενος ο ίδιος στην πλάνη του. Οι χλιαροί άνθρωποι γίνονται αιτία σκανδαλισμού, γιατί άλλα πιστεύουν και άλλα πράττουν, σκανδαλίζοντας και δηλητηριάζοντας με τη ζωή τους, τους άλλους που θέλουν να πιστέψουν.
* Κάποτε σε κάποια πολύ όμορφη γυναίκα, που ήταν προκλητικά ντυμένη, της είπα με διάκριση, ότι γίνεται αιτία, λόγω του ντυσίματός της, να σκανδαλίζονται οι άνδρες. Να μην σκανδαλίζονται, με απάντησε, να κλείσουν τα μάτια τους, αν σκανδαλίζονται. Και την ρωτάω: Αν εσύ με δώσεις ένα ποτήρι δηλητήριο και εγώ το πιω, ποιος θα δικαστεί; Εγώ που το ήπια ή εσύ που με το έδωσες; Δεν καταλαβαίνω τι με λες, με είπε. Άμα δεν καταλαβαίνεις και εγώ δεν μπορώ να στο πω διαφορετικά, να σε βοηθήσω και εκεί έκλεισε η συζήτηση μαζί της… Για πόσες και για πόσους γίναμε αίτιοι να σκανδαλιστούν οι άλλοι; Έχουμε πάει ποτέ στον εξομολόγο, να του πούμε: Πάτερ έγινα αιτία να σκανδαλιστεί ο άλλος; Γιατί είναι αλήθεια, ότι πολλές αμαρτίες των άλλων οφείλονται στο ότι εμείς με έναν λόγο ή με μία πράξη μας τους σκανδαλίσαμε συνειδητά ή ασυνείδητα.
* Είχα πάει κάποτε στη Βοστώνη για κάποιες ομιλίες. Μια μέρα, μια σύζυγος, έκανε μια παράκληση για τον άνδρα της, ο οποίος έκανε μεταμόσχευση νεφρού και οι ιατροί λέγανε, ότι η πορεία της υγείας του, δεν εξελισσόταν καλά. Η σύζυγος ήταν μια πολύ ευσεβής γυναίκα, αλλά δεν ήξερα αν και ο άνδρας της ήταν πιστός. Έτσι την πλησίασα και τη ρώτησα, αν ο άνδρας της, είχε σχέση με την Εκκλησία. Πιστός είναι και κοινωνεί κιόλας, μου απάντησε. Εξομολογείται πριν κοινωνήσει, την ρώτησα. Ακόμα να με απαντήσει σε αυτήν την ερώτηση που της έκανα. Ο άνδρας της, ήταν με τον τρόπο του Χριστιανός. Αυτοί είναι οι λεγόμενοι καλοί άνθρωποι. Ρωτάς τους συγγενείς ενός τέτοιου ανθρώπου, ρωτάς τον κόσμο που τον ξέρει και όλοι σου δίνουν αυτό το πιστοποιητικό, του καλού ανθρώπου. Μάλιστα τον μακαρίζουν λέγοντας: Μακάρι να ήταν όλοι σαν και αυτόν! Αυτά τα πιστοποιητικά που δίνει ο κόσμος δεν τα λαμβάνει υπόψη Του ο Θεός. Δεν συγκινείται ο Θεός από αυτούς τους ανθρώπους, όσο καλοί και να είναι, γιατί θρησκεύουν με τον τρόπο τους. Να ξέρετε, ότι η κόλαση γέμισε από τέτοιους καλούς ανθρώπους!...
* Μια πνευματική γυναίκα, μου φανέρωσε μια μέρα την αποκάλυψή της. Είχε πάει Μεγάλη Πέμπτη στην Εκκλησία και την ώρα που το πλήθος του κόσμου ετοιμαζόταν να κοινωνήσει, συλλογίστηκε το εξής: Άραγε, ποιοι από αυτούς τους ανθρώπους προετοιμάστηκαν καταλλήλως για το Μυστήριο αυτό; Μάλιστα για αυτούς, που δεν προετοιμάστηκαν καταλλήλως, προσευχήθηκε λέγοντας: Θεέ μου, συγχώρησέ τους! Τότε, όπως λέει η ίδια, βλέπει τον παππά με την Ιερή Λαβίδα να κοινωνεί τους πιστούς. Και συνέβαινε κάτι παράδοξο. Σε πολλούς την ώρα που κοινωνούσαν, ένας άγγελος Κυρίου, έπαιρνε τη Θεία Μετάληψη από την Ιερή Λαβίδα και την επέστρεφε στο Ιερό Ποτήριο και οι άνθρωποι αυτοί λάμβαναν απλά άρτο και οίνο και όχι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Παρατήρησε, ότι από τους 100 που πήγαιναν να κοινωνήσουν, στους 95 συνέβαινε αυτό το πράγμα. Προφανώς αυτοί προσέρχονταν στο Μυστήριο απροετοίμαστοι και ουσιαστικά δεν κοινωνούσαν, αν και στην πράξη φαίνονταν ότι συμμετείχαν στο Μυστήριο αυτό.
* Συναντήσαμε κάποτε μια μαυροφορεμένη γυναίκα απαρηγόρητη που έκλαιγε συνεχώς. Την πλησιάσαμε για να μάθουμε γιατί έκλαιγε έτσι, αλλά και για να την παρηγορήσουμε. Και τι μάθαμε λέτε; Ότι είχε πεθάνει η αδελφή της και ετάφη χωρίς ιερέα. Επειδή ήταν χειμώνας και χιόνιζε, δεν μπόρεσαν οι ιερείς να φτάσουν εγκαίρως στο χωριό. Ιερέας δεν υπήρχε στο χωριό. Την κράτησαν τρεις μέρες και τελικά την θάψανε, χωρίς παπά και ψάλτη. Και αποδείχθηκε στη συνέχεια, ότι η εκλιπούσα σε όλη της τη ζωή κατηγορούσε τους παππάδες. Δίκαιος είναι ο Θεός! Γιατί ο άνθρωπος ό,τι σπείρει, αυτό θερίζει.
* Μια μέρα καθώς έπαιρνα έξω από το μαγαζί μου την αλληλογραφία μου, με πλησίασε μια χήρα, γνωστή από άλλοτε και άρχισε να με λέει ότι έχει ανάγκη και με ζήτησε χρήματα. Τότε της έδωσα όσα είχα πάνω μου, νομίζω ήταν 3.100 δραχμές και ξαναμπήκα μέσα στο μαγαζί. Είναι αλήθεια, ότι της έδωσα τα χρήματα μουρμουρίζοντας, για να μην έχω επιβαρυμένη την συνείδησή μου. Μέσα στο μαγαζί είδα την αλληλογραφία και ανάμεσα στα άλλα υπήρχε και ένας φάκελλος που είχε μέσα 2.000 δραχμές και έγραφε: κ. Παναγόπουλε, αυτές οι 2.000 δραχμές στη διάθεσή σας, να διατεθούν όπως νομίζετε. Μετά από λίγη ώρα, έρχεται μια κυρία για να ψωνίσει και με δίνει ένα φάκελλο λέγοντάς μου: Αυτό είναι για σας. Τον ανοίγω τον φάκελλο και είχε μέσα 1.000 δραχμές. Οι 2 φάκελλοι, περιείχαν συνολικά 3.000 δραχμές. Ήταν σαν να με έλεγε ο Χριστός, παλιάνθρωπε, εγώ είχα κανονίσει για σένα, πριν ακόμα εσύ δώσεις τα λεφτά στη χήρα!
* Μιλούσα κάποτε σε ένα ακροατήριο και η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη. Ήταν και πολύς κόσμος πίσω μου, όρθιοι. Κάποια στιγμή της ομιλίας μου, άκουσα πίσω μου μια γυναικεία φωνή που έλεγε: Αχ, να ‘χανε φτερά, αυτά τα λόγια. Εγώ δεν γύρισα πίσω να δω, ποιος είπε αυτό το πράγμα. Όμως στο τέλος το κράτησα αυτό σαν κρατούμενο και γύρισα πίσω μου και ρώτησα: Ποιος είπε κατά τη διάρκεια της ομιλίας μου, αυτά τα λόγια; Και μια γνωστή σε μένα, πλουσιοτάτη κυρία, μου λέει: Εγώ τα είπα τα λόγια αυτά, κ. Παναγόπουλε. Μπορείς να τα επαναλάβεις, την ρώτησα. Και με λέει: Αχ, να ‘χανε φτερά τα λόγια σου, να πηγαίνανε σε όλο τον κόσμο, για να τα ακούσουνε και άλλοι. Δεν έχουνε φτερά, της λέγω. Μου λέει, όχι δεν έχουν. Δεν έχουν της απάντησα, διότι εσύ τα έχεις μέσα στο πορτοφόλι σου. Στην τσάντα σου τα έχεις. Όπως βλέπεις, γράφονται τα λόγια μου σε μια κασέτα και εάν εσύ ήθελες να ανοίξεις την τσάντα σου, για να πάρεις 5000 κασέτες και να τις μοίραζες στον κόσμο, τότε θα είχανε φτερά. Να όμως που τώρα κάθονται στην τσάντα σου!
* Ρίξε σε έναν κόκκορα χρυσά φλουριά και καλαμπόκια. Ο κόκκορας θα αγνοήσει τα χρυσά φλουριά και θα ενδιαφερθεί μόνο για τα καλαμπόκια. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τον άνθρωπο. Όσα λεφτά και να έχει ο άνθρωπος, δεν θα του ικανοποιήσουν την ψυχή, δεν θα τον κάνουν ευτυχισμένο. Γιατί η ψυχή του ανθρώπου είναι πλασμένη μόνο για το Χριστό. Ο Χριστός είναι η μοναδική του ανάγκη και μόνο Αυτός, τον κάνει ευτυχισμένο.
* Μιλούσα κάποτε με μια κυρία, που είχε κάνει 13 εκτρώσεις! Καλά, της λέω, τόσο αθεόφοβη είσαι; Και ακούστε απάντηση που με έδωσε: Εγώ σε σχέση με την τάδε, περιστερά είμαι. Εκείνη έκανε 24 εκτρώσεις! Και το έλεγε με τέτοιο τρόπο, λες και είχε περιθώριο να κάνει, άλλες 11 εκτρώσεις. Μάθαμε να συγκρίνουμε τον εαυτόν μας, με έναν χειρότερό μας και όχι με έναν καλύτερο από εμάς. Γι’ αυτό και έχουμε αυτά τα χάλια.
* Αυτός που οδηγεί ανθρώπους, έστω και έναν, στο δρόμο του Θεού, καλύπτει πλήθος αμαρτιών. Έλεγε ο σοφός Σολομώντας: Σοφός είναι εκείνος που σώζει ψυχές ανθρώπων, εφόσον πρώτα τακτοποίησε τη δική του ψυχή. Τους ανθρώπους αυτούς, που επιτελούν αυτό το διακόνημα ο Θεός θα τους τοποθετήσει σε ειδική-τιμητική θέση στον παράδεισο, γιατί κατά κάποιο τρόπο βοηθούν το Θεό στο έργο Του, ώστε να σωθούν, όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι. Έχω προσωπικά περιστατικά επί του θέματος, αλλά δεν μου επιτρέπεται να σας πω γι’ αυτά.
* Δεν είμαστε κάτοικοι της γης, αλλά ένοικοι. Κάποια στιγμή είτε το θέλουμε, είτε όχι θα μας γίνει έξωση. Τίποτα δεν μας ανήκει πάνω στη γη και είμαστε απλώς διαχειριστές των αγαθών, που μας παραχώρησε ο Θεός.
* Αν όλα τα πράγματα τα μάθει ο άνθρωπος πάνω στη γη, εκτός από ένα, ότι κάποια στιγμή θα βρεθεί αντιμέτωπος με το Θεό, που θα τον ζητήσει λογαριασμό για τη ζωή του, απέτυχε στον κόσμο. Αντίθετα αν γνωρίζει μόνο αυτό και τίποτα άλλο, τότε θα είναι επιτυχημένος. Δεν μετράει η ποσοτική γνώση, αλλά η ποιοτική.
* Εγώ είμαι υποχρεωμένος να σας πω, πόσο ύψος έχει ο Όλυμπος. Τώρα εσείς πόσο ψηλά θα τον ανεβείτε, είναι δικό σας θέμα.
* ΑΝ ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΨΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΞΑΝΑΪΔΩΘΟΥΜΕ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ. Αμήν.
Εις αγαθή ανάμνηση
Εμπειρικές αλήθειες από την κηρυκτική διακονία του πιστού εργάτου Κυρίου
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ
(1916-1982)
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"
ΠΗΓΗ:
http://www.impantokratoros.gr/F7396024.el.aspx
http://www.impantokratoros.gr/474A71F2.el.aspx
http://www.impantokratoros.gr/2169D6E3.el.aspx
Εγώ σας έχω πει ότι κάποτε με πλησίασε μια Γερόντισσα εκεί και λέει:
-Θέλω να εξομολογηθώ.
-Μα εγώ δεν εξομολογώ τους καλογήρους, θα εξομολογήσω καλογριές;
-Όχι, θέλω να πω τον λογισμό μου, λέει
.-Ε, πες τον λογισμό σου.
Αφού είπε κι εκείνη τα βάσανά της -γιατί πάντα βάσανα θα σου πει, δεν θα σου πει χαρές- λέει: «Είδα σαν ένα όραμα, ότι πάνω σ’ ένα βουναλάκι καθόντουσαν οι Πατριάρχαι Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ. Και λέω:\
-Οι Πατριάρχαι είσαστε;\
-Ναι, λένε, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ.
-Νά ‘ρθω κι εγώ εκεί;
-Έλα.
-Από πού νά ‘ρθω;
-Να, από ΄κει, απ’ τον δρόμο.
-Δεν βλέπω κανέναν δρόμο.
-Εκεί είναι, ψάξε να τον βρεις.
-Μα, δεν βλέπω δρόμο.
-Ψαξε, βρε ευλογημένη, ψάξε και θα τον βρεις.
-Μα, αυτός ο δρόμος είναι δεκαπέντε πόντους, πώς θα περάσω; Όλο αγριοπούρναρα και αγκάθια. Θα σχίσω τα φορέματά μου, θα ματώσω τα ποδάρια μου.
-Α, κι εμείς από ‘κει περάσαμε και ήρθαμε εδώ πάνω.»
Το πράγμα θέλει να πει ότι διά μέσου των θλίψεων, δια μέσου των στενοχωριών, διά μέσου του αίματος, ο άνθρωπος θ’ ανέβει στον ουρανό. Με αμεριμνία και με άνεση, με αυτοκίνητο δεν πάμε, πάτερ, στον Παράδεισο. Θα δώσεις αίμα, να πάρεις πνεύμα.
Έξω αυτή η Γερόντισσα, να πούμε, δεν αναφέρω τ’ όνομά της. Καρκίνο, εγχειρήσεις, τούτο, εκείνο, αυτό κι όμως προσευχόμενη είδε την Παναγία στο θρόνο της. «Περάστε οι όσιοι», λέει. Όλοι οι όσιοι πέρασαν μπροστά σαν παρέλαση, στην Παναγία. «Περάστε οι μεγαλομάρτυρες». Αυτή καθότανε εκεί, Γερόντισσα ήταν, Ηγουμένη. Και στο τέλος πήγε, έβαλε μετάνοια φίλησε το χέρι της Παναγίας, ήταν ένα βελούδο! Και η Παναγία της είπε: «Υπομονή, υπομονή, υπομονή», και ξύπνησε, να πούμε. Δηλαδή αν θέλεις να είσαι μαθήτρια και μαθητής του Χριστού, θ’ ανέβεις κι εσύ απάνω στο Σταυρό.
Απαλλαγή κανένας Άγιος δεν εζήτησε από τον Θεό.
Υπομονή να χαρίσει. Αν κάνεις υπομονή θά ‘χεις και λιγάκι μισθό, αν θά ‘χεις απαλλαγή, δεν έχεις τίποτες, μισθό δεν έχεις…!
Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης
Η έρημος δεν είναι μόνο καταφύγιο των φιλήσυχων μοναχών. Είναι και τόπος εξορίας των δαιμόνων, που στήνουν στους αγωνιστές του Χριστού τις πιο φοβερές παγίδες.
Η τοποθεσία Μελανά ήταν ο τόπος όπου ασκήθηκε ο όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης (10ος αι.). Ο διάβολος αγωνίστηκε μεθοδικά για να τον εκτοπίσει από κει, αλλά δεν τα κατάφερε. Έτσι ο όσιος ετοιμαζόταν για την οικοδομή του μοναστικού συγκροτήματος της Μεγίστης Λαύρας.
Όταν όμως άρχισε η οικοδομή, ό, τι έχτιζαν οι οικοδόμοι τη μέρα, το γκρέμιζαν οι δαίμονες τη νύχτα.
Εμφανίζεται τότε η Κυρία Θεοτόκος στον όσιο Αθανάσιο και του λέει:
- Για να προχωρήσει το έργο, πρέπει να χτίσεις σε μια μέρα ένα ναΰδριο, κι εκεί να τελεστεί την ίδια μέρα θεία λειτουργία.
Πραγματικά, μέσα σε μια μέρα χτίστηκε και λειτουργήθηκε ένας ναός αφιερωμένος στους αγίους Αναργύρους Κοσμά και Δαμιανό. Κι ήταν τόσο μικρός, που μόλις χωρούσαν ο λειτουργός στο ιερό και τέσσερα-πέντε άτομα στον υπόλοιπο χώρο.
Έτσι λοιπόν, με τη χάρη της θείας λειτουργίας, έφυγαν οι δαίμονες και προχώρησε η οικοδομή της Λαύρας.
Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία
Εκδόσεις Ι.Μ. Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής
σελ. 25-26
ΠΗΓΗ: http://anavaseis.blogspot.gr/2013/03/blog-post_9985.html
«…αληθής νηστεία η των κακών αλλοτρίωσις, εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, επιθυμιών χωρισμός, καταλαλιάς, ψεύδους και επιορκίας…»
Η νηστεία είναι θεσμός πανάρχαιος και θεόσδοτος. Τη νομοθέτησε ήδη στον παράδεισο ο Θεός, αμέσως μετά την πλάση του ανθρώπου, όταν απαγόρευσε στους πρωτοπλάστους να φάνε «από το δέντρο της γνώσεως του κάλου και του κάκου» (Γεν. 2:17). Την όρισε στη συνέχεια ο Μωσαϊκός Νόμος. Την επικύρωσε ο Θεάνθρωπος Ιησούς τόσο με το λόγο Του όσο και με το παράδειγμά Του, όταν νήστεψε «σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες» (Ματθ. 4:2). Την τήρησαν οι απόστολοι και οι πρώτοι χριστιανοί. Τη θεσμοθέτησε η Εκκλησία: «Αν κάποιος επίσκοπος ή πρεσβύτερος ή διάκονος ή υποδιάκονος ή αναγνώστης ή ψάλτης δεν νηστεύει την Αγία Τεσσαρακοστή, την Τετάρτη και την Παρασκευή, να καθαιρείται. Αν είναι λαϊκός αυτός που δεν νηστεύει, να αφορίζεται. Εκτός, βέβαια, αν εμποδίζεται να νηστέψει από σωματική ασθένεια» (Καν. ξθ' Αγίων Αποστόλων).
Κάθε χριστιανός, λοιπόν, οφείλει να τηρεί τις «διατεταγμένες» νηστείες (Βλέπε το κατατοπιστικό «Παράρτημα»), υπακούοντας με ταπείνωση στο Χριστό και την Εκκλησία Του. Αυτή η υπακοή, βέβαια, δεν είναι άλογη ούτε ανώφελη. Γιατί με τη νηστεία, όπως τονίζουν στα συγγράμματά τους οι θεοφώτιστοι πατέρες και όπως αποδεικνύει ο εν Χριστώ αγώνας των πιστών που έχουν γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα, καταπολεμείται η ακράτεια, ισχυροποιείται η θέληση, δουλαγωγείται το σώμα, καθαρίζεται ο νους, μαλακώνει η καρδιά, καταστέλλονται οι σαρκικές ορμές, νεκρώνονται όλα τα πάθη, θεραπεύεται η ψυχή΄ κοντολογίς, «πάν καλόν και αγαθόν δια της νηστείας κατορθούται και τελειούται» (άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς).
Πολλοί, ωστόσο, είναι εκείνοι που δεν τηρούν τις νηστείες της Εκκλησίας, προβάλλοντας διάφορες δικαιολογίες. Το ίδιο γινόταν και στα χρόνια των αγίων πατέρων, όπως διαπιστώνουμε από μερικές ομιλίες τους.
Ο άγιος Βασίλειος ο Μέγας, στους δύο λόγους του «Περί νηστείας», επιλεγμένα αποσπάσματα των οποίων ακολουθούν σε ελεύθερη απόδοση, εξετάζοντας ιστορικά και θεολογικά το θεσμό, απαντά στις ενστάσεις και αντιρρήσεις των αρνητών του, τονίζει την καθολικότητα και την κοινωνική του διάσταση και, τέλος, ορίζει ως αληθινή νηστεία τόσο την αποχή από ορισμένες τροφές όσο και την αποξένωση από την κακία. Γενικά συστήνει την καθολική εγκράτεια και την ασκητική τοποθέτηση απέναντι στα υλικά στοιχεία του κόσμου, τοποθέτηση που αποτρέπει την υποδούλωση του χριστιανού στα κτιστά και επιτρέπει την ελεύθερη και σωτήρια υποταγή του στο άγιο θέλημα του Κτίστη.
(Πρόλογος υπό των πατέρων της Ι.Μ. Παρακλήτου, Ωρωπού Αττικής)
Η Νηστεία
Πολύτιμο δώρο του Θεού είναι η νηστεία. Θεσμός πανάρχαιος, που διατηρήθηκε σαν πατρική κληρονομιά κι έφτασε μέχρι τις μέρες μας.
Δεχθείτε τη λοιπόν με χαρά. Δεχθείτε οι φτωχοί τη σύντροφό σας. Δεχθείτε οι υπηρέτες την ανάπαυσή σας. Δεχθείτε οι πλούσιοι αυτή που σας σώζει από τον κίνδυνο του κορεσμού και νοστιμίζει όσα η συνεχής απόλαυση ανοσταίνει.
Οι άρρωστοι δεχθείτε τη μητέρα της υγείας. Οι υγιείς την εξασφάλιση της ευεξίας. Ρωτήστε τους γιατρούς, και θα σας πουν πως τίποτα δεν είναι τόσο αμφίβολο κι αβέβαιο όσο η υγεία. Γι’ αυτό οι συνετοί με τη νηστεία προσπαθούν να διατηρήσουν την υγεία τους και να γλυτώσουν από το συντριπτικό φορτίο της παχυσαρκίας.
Μην ισχυρίζεσαι πως δεν μπορείς να νηστέψεις, φέρνοντας σαν πρόφαση αρρώστια ή σωματική αδυναμία, αφού, από την άλλη μεριά, σ’ όλη σου τη ζωή ταλαιπωρείς το σώμα σου με την πολυφαγία. Γνωρίζω πολύ καλά πως οι γιατροί επιβάλλουν στους αρρώστους μάλλον λιτή δίαιτα και νηστεία παρά ποικιλία και αφθονία φαγητών.
Άλλωστε, τι είναι ευκολότερο για το σώμα, να περάσει τη νύχτα μ’ ένα ελαφρό δείπνο ή να πέσει στο κρεβάτι βαρύ απ’ την πολυφαγία; Μπορεί ν’ αναπαυθεί έτσι ή θα στριφογυρίζει παραφορτωμένο και ταλαίπωρο; Ποιο πλοίο μπορεί να κυβερνήσει ευκολότερα ένας καπετάνιος και να το σώσει σε μια θαλασσοταραχή, το βαρυφορτωμένο ή εκείνο που έχει το κανονικό του φορτίο; Το βαρυφορτωμένο δεν θα το βυθίσει μια μικρή τρικυμία; Έτσι και τα σώματα, όταν ταλαιπωρούνται με την πολλή τροφή, εύκολα υποκύπτουν στις αρρώστιες. Ενώ όταν τρέφονται ελαφρά, διατηρούν την καλή τους υγεία.
Ας παρακολουθήσουμε όμως ιστορικά την υπόθεση της νηστείας, για να δούμε πόσο εκτιμήθηκε από τους αγίους και πόσα καλά προξένησε.
Ο θεόπτης Μωυσής μετά από νηστεία σαράντα ημερών τόλμησε ν' ανεβεί στην κορυφή του όρους Σινά και να παραλάβει τις πλάκες των δέκα εντολών (Εξ. 24:18). Δεν θα έπαιρνε το θάρρος να πλησιάσει την κορυφή, που κάπνιζε από τη θεία παρουσία, αν δεν είχε οπλιστεί με τη νηστεία. Νήστεψε, κι έτσι μπόρεσε να συνομιλήσει με το Θεό.
Ο προφήτης Σαμουήλ υπήρξε καρπός της νηστείας. Η μητέρα του Άννα, αφού νήστεψε, προσευχήθηκε στο Θεό και Του ζήτησε ένα παιδί, με την υπόσχεση να το αφιερώσει σ' Εκείνον (Α' Βασ. 1:11).
Τον μεγάλο ήρωα Σαμψών, τί ήταν εκείνο που τον έκανε ακαταμάχητο; Η νηστεία! Με τη νηστεία συνελήφθη στα σπλάχνα της μητέρας του. Η νηστεία τον γέννησε. Η νηστεία τον θήλασε. Η νηστεία τον ανέθρεψε. Η νηστεία εκείνη, που όρισε ο άγγελος: «Το παιδί, που θα γεννηθεί, δεν θα πρέπει να γευθεί κανένα από τα προϊόντα του αμπελιού. Δεν θα πιει κρασί ούτε κανένα άλλο δυνατό ποτό» (Κριτ. 13:14).
Η νηστεία γεννάει προφήτες. Ενισχύει τους δυνατούς. Σοφίζει τους νομοθέτες. Εξοπλίζει τους ήρωες. Γυμνάζει τους αθλητές. Αποκρούει τους πειρασμούς. Συγκατοικεί με τη νηφαλιότητα και την αγνότητα. Στους πολέμους κάνει ανδραγαθήματα και στον καιρό της ειρήνης διδάσκει την ησυχία. Αγιάζει τους αφιερωμένους και τελειοποιεί τους ιερείς. Κανείς δεν μπορεί να πλησιάσει το Θυσιαστήριο και να τελέσει τη θεία Λειτουργία, χωρίς προηγουμένως να έχει νηστέψει.
Μετά από νηστεία σαράντα ημερών αξιώθηκε ο προφήτης Ηλίας ν' αντικρύσει τον Κύριο (Γ' Βασ. 19:8-18). Χάρη στη νηστεία αποδείχθηκε ισχυρότερος από το θάνατο και ανέστησε το πεθαμένο παιδί (Γ' Βασ. 17:21-23). Χάρη στη νηστεία εμπόδισε τον ουρανό να βρέξει για τριάμιση χρόνια (Γ' Βασ. 17:1, 18:1). Κι αυτό, για να μαλακώσει τη σκληροκαρδία των Ισραηλιτών, που είχαν παραδοθεί στην ασέβεια και στην παρανομία. Ετσι προκάλεσε σ' ολόκληρο λαό υποχρεωτική νηστεία, μέχρι να μετανοήσουν και να επανορθώσουν την αμαρτία, που προήλθε από την καλοπέραση και τον μαλθακό βίο.
Ο προφήτης Δανιήλ, που για ένα εικοσαήμερο δεν γεύθηκε ψωμί ούτε ήπιε νερό (Δαν. 10:2-3), δίδαξε και τα λιοντάρια ακόμα να νηστεύουν (Δαν. 6:16-22). Τα πεινασμένα λιοντάρια δεν τον κατασπάραξαν, σαν να είχε σώμα από πέτρα ή χαλκό ή άλλο σκληρό υλικό. Η νηστεία δυνάμωσε το σώμα του προφήτη και το έκανε απρόσβλητο από τα δόντια των θηρίων, όπως η βαφή κάνει το σίδερο απρόσβλητο από τη σκουριά.
Η νηστεία ενισχύει την προσευχή. Γίνεται φτερό στην πορεία της προς τον ουρανό. Είναι μητέρα της υγείας, παιδαγωγός της νιότης, στολίδι των γηρατειών. Είναι συνοδοιπόρος των ταξιδιωτών και ασφάλεια των συγκατοίκων.
Ο άνδρας δεν αμφιβάλλει καθόλου για τη συζυγική πίστη της γυναίκας του, όταν τη βλέπει να συζεί με τη νηστεία. Η γυναίκα δεν λιώνει από ζήλεια, όταν βλέπει τον άνδρα της να νηστεύει.
Ποιός ζημιώθηκε ποτέ από τη νηστεία; Υπολόγισε την οικονομική κατάσταση του σπιτιού σου σε μια μέρα νηστείας. Υπολόγισέ την και σε μια συνηθισμένη μέρα. Θα διαπιστώσεις έτσι εύκολα, πόσο μεγάλο κέρδος έχεις με τη νηστεία.
Σκέψου πως ακόμα και οι εφοριακοί αφήνουν τους φορολογουμένους να ζήσουν λίγο καιρό ήσυχοι και ανενόχλητοι. Ας επιτρέψει λοιπόν και η σάρκα μια μικρή ανάπαυλα στο στόμα. Ας κάνει μια μικρή ανακωχή αυτή, που, όταν χορτάσει, φιλοσοφεί γύρω από την εγκράτεια, ενώ, όταν πεινάσει, ξεχνάει όσα δέχτηκε πρίν.
Οποιος νηστεύει, δεν έχει ανάγκη από δάνεια ούτε χρειάζεται να πληρώνει τόκους. Η νηστεία γίνεται αφορμή να ευφραίνεται ο άνθρωπος. Γιατί όπως η δίψα κάνει γλυκό το πιοτό και η πείνα ευχάριστο το τραπέζι, έτσι και η νηστεία κάνει απολαυστικά τα φαγητά.
Αν θέλεις λοιπόν να 'ναι ευχάριστο το τραπέζι σου, δέξου την αλλαγή της νηστείας. Αν όμως είσαι πάντα κυκλωμένος από πλούσια φαγητά, αδικείς τον εαυτό σου, γιατί εξαφανίζεις την απόλαυση με την άμετρη φιληδονία.
Τίποτα δεν υπάρχει, που να μην περιφρονηθεί με τη συνεχή απόλαυσή του. Ενώ, αντίθετα, συχνά επιθυμούμε εκείνα τα φαγητά, που σπάνια γευόμαστε. Γι' αυτό και ο Δημιουργός μας επινόησε την ποικιλία στη ζωή μας, ώστε να νιώθουμε την απόλαυση όλων των αγαθών Του. Παρατήρησε τι συμβαίνει στη φύση: ο ήλιος δεν είναι λαμπρότερος μετά τη νύχτα; Ο ύπνος δεν είναι γλυκύτερος μετά την αγρυπνία; Η υγεία δεν είναι περισσότερο επιθυμητή μετά τη δοκιμασία της αρρώστιας; Ετσι και το τραπέζι γίνεται περισσότερο ευχάριστο μετά τη νηστεία. Αυτό μάλιστα ισχύει για όλους. Και για τους πλουσίους, που έχουν άφθονα φαγητά, και για τους φτωχούς, που διαθέτουν λιγότερη τροφή.
Να θυμάσαι και να φοβάσαι το παράδειγμα του πλουσίου της παραβολής (Λουκ. 16:19-31). Οι συνεχείς απολαύσεις τον οδήγησαν στην αιώνια κόλαση. Ο πλούσιος αυτός δεν κατηγορήθηκε για καμιά αδικία. Εξαιτίας όμως των ανέσεων και της τροφής που απολάμβανε, καθώς και της αδιαφορίας του για τη φτώχεια του Λαζάρου, τιμωρήθηκε τόσο σκληρά. Η νηστεία και η υπομονή στις κακοπάθειες δεν ήταν, αντίθετα, εκείνες που χάρισαν την ανάπαυση στο Λάζαρο; Η παραβολή δεν αναφέρει γι’ άλλες αρετές του, παρά μόνο γι' αυτές, που, σαν δυο φτερά, τον ύψωσαν και τον ανέπαυσαν στους κόλπους του Αβραάμ.
Πρόσεξε λοιπόν κι εσύ, μήπως, ενώ τώρα πίνεις ευχάριστα ποτά και αποστρέφεσαι το νερό, αργότερα ικετεύεις για μια μονάχα σταγόνα του, όπως ο πλούσιος. Κανείς δεν έπαθε τίποτα πίνοντας νερό. Κανείς δεν μέθυσε. Κανείς δεν ένιωσε πονοκέφαλο ή ζάλη. Ενώ, αντίθετα, η κακή χώνεψη, που αναγκαστικά ακολουθεί τα συμπόσια, δημιουργεί φοβερές αρρώστιες.
Η ζωή του Τιμίου Προδρόμου ήταν μια συνεχής νηστεία. Δεν είχε ούτε κρεβάτι ούτε τραπέζι ούτε κτήματα ούτε ζώα ούτε αποθήκες τροφίμων ούτε τίποτ’ άλλο, απ’ αυτά που θεωρούνται απαραίτητα για τη ζωή. Γι’ αυτό όμως ο Κύριος διακήρυξε πως ήταν «ο σπουδαιότερος απ’ όσους γέννησαν ποτέ γυναίκες» (Ματθ. 11:11).
Η νηστεία ανέβασε στον τρίτο ουρανό και τον απόστολο Παύλο, που την απαρίθμησε ανάμεσα στα καυχήματα για τις θλίψεις του (Β’ Κορ. 11:17).
Για όλες όμως τις αρετές, κορυφαίο τύπο και υπογραμμό έχουμε τον ίδιο τον Κύριο. Ο Κύριος, λοιπόν, μετά από νηστεία σαράντα ημερών, άρχισε το έργο του εδώ στη γη (Ματθ. 4:2). Πρώτα οχύρωσε και εξόπλισε με τη νηστεία τη σάρκα, που πήρε για χάρη μας, κι ύστερα δέχθηκε τους πειρασμούς του διαβόλου. Παρόμοια κι εμείς, με νηστείες ας ετοιμαζόμαστε κι ας προγυμναζόμαστε στους αγώνες εναντίον των πνευματικών αντιπάλων.
Σε μιαν αμφίβολη πολεμική συμπλοκή, η παρουσία κάποιου συμμάχου στο πλευρό του ενός εμπολέμου προκαλεί την ήττα του άλλου. Λοιπόν, το πνεύμα και η σάρκα βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Με ποιο θα συμμαχήσεις; Αν συμμαχήσεις με τη σάρκα, θα εξασθενίσεις το πνεύμα. Ενώ αν συμμαχήσεις με το πνεύμα, θα υποδουλώσεις τη σάρκα. Αφού θέλεις να ισχυροποιήσεις το πνεύμα σου, δάμασε τη σάρκα με τη νηστεία. Ο απόστολος Παύλος γράφει: «Όσο ο εξωτερικός άνθρωπος (δηλαδή η σάρκα) φθείρεται, τόσο ο εσωτερικός (δηλαδή το πνεύμα) ανανεώνεται» (Β’ Κορ. 4:16).
Ο Μωυσής, για να πάρει τη νομοθεσία για δεύτερη φορά, χρειάστηκε και δεύτερη νηστεία (Εξ. 34:28).
Οι Νινευίτες, αν δεν είχαν νηστέψει οι ίδιοι και τα ζώα τους, δεν θα είχαν γλυτώσει την καταστροφή (Ιων. 3:4-10).
Αλλά και τον Ησαύ, τί ήταν εκείνο που τον εξευτέλιζε και τον έκανε δούλο του αδελφού του; Δεν ήταν ένα φαγητό; Γι’ αυτό και μόνο πούλησε τα πρωτοτόκια του (Γεν. 25:29-34)!
Ποιοι, πάλι, άφησαν τα πτώματά τους στην έρημο; Δεν τ’ άφησαν εκείνοι που επιζήτησαν την κρεοφαγία και την καλοπέραση της Αιγύπτου (Αριθ. 11:33-34); Όσο δηλαδή οι Ισραηλίτες έμεναν ικανοποιημένοι μόνο με το μάννα, νικούσαν τους εχθρούς τους και κανείς τους δεν αρρώσταινε. Όταν όμως θυμήθηκαν τις χύτρες με τα κρέατα και νοστάλγησαν τη δουλεία στην Αίγυπτο, τιμωρήθηκαν. Πέθαναν στην έρημο και δεν αξιώθηκαν να δουν τη γη της επαγγελίας.
Δεν φοβάσαι κι εσύ το παράδειγμα αυτό; Δεν σκέφτεσαι μήπως με την πολυφαγία αποκλειστείς από την ουράνια γη της επαγγελίας;
Η απόλαυση άφθονης και λιπαρής τροφής δημιουργεί στην ψυχή αναθυμιάσεις, που, σαν ένα πυκνό σύννεφο καπνού, εμποδίζουν το νου ν’ αντικρύσει τις ελλάμψεις του Παναγίου Πνεύματος.
Η νηστεία είναι ισχυρό όπλο εναντίον των δαιμόνων. «Αυτό το δαιμονικό γένος δεν μπορεί να διωχθεί με κανένα άλλο μέσο, παρά μόνο με την προσευχή και τη νηστεία», είπε ο Κύριος στην περίπτωση του δαιμονισμένου νέου (Μάρκ. 9:29).
Με την τροφή, τη μέθη και τα διάφορα καρυκεύματα εξάπτεται και κάθε είδος ακολασίας. Το κυνήγι της απολαύσεως μεταβάλλει τους λογικούς ανθρώπους σε άλογα ζώα.
Η κραιπάλη προκαλεί και φρικτές διαστροφές. Γίνεται αιτία ν’ αναζητούν οι ακόλαστοι τη γυναίκα στον άνδρα και τον άνδρα στη γυναίκα.
Η νηστεία ρυθμίζει και την έγγαμη ζωή. Εμποδίζει την ασυδοσία και επιβάλλει σύμφωνη εγκράτεια, για ν’ αφοσιωθούν οι σύζυγοι στην προσευχή.
Μην περιορίζεις όμως την αρετή της νηστείας μόνο στη δίαιτα. Αληθινή νηστεία δεν είναι μόνο η αποχή από ορισμένα φαγητά, αλλά η αποξένωση από τα πάθη και τις αμαρτίες: Να μην αδικήσεις κανένα. Να συγχωρήσεις τον πλησίον σου για τη λύπη που σου προξένησε, για το κακό που σου έκανε, για τα λεφτά που σου χρωστάει. Διαφορετικά, μολονότι δεν τρως κρέας, τρως τον ίδιο τον αδελφό σου. Μολονότι εγκρατεύεσαι στο κρασί, δεν εγκρατεύεσαι στις κακολογίες. Μολονότι νηστεύεις ως το βράδυ, ξοδεύεις την ημέρα σου στα δικαστήρια.
Η Αγία Γραφή αναφέρει: «Αλίμονο σ’ αυτούς που μεθάνε χωρίς κρασί» (Ησ. 28:1). Τέτοια μέθη είναι π.χ. ο θυμός, που κάνει την ψυχή να παραφρονήσει. Είναι επίσης ο φόβος, που παραλύει τη διάνοια. Γενικά, κάθε πάθος που ζαλίζει το νου είναι και μια μέθη. Ο οργισμένος μεθάει με το πάθος του. Δεν σκέφτεται ποιους έχει μπροστά του. Σαν να πολεμάει μέσα στη νύχτα, αρπάζει το καθετί, σκοντάφτει στον καθένα. Δεν ξέρει τι λέει, βρίζει, χτυπάει, απειλεί, ορκίζεται, κραυγάζει.
Αν λοιπόν θέλεις να νηστέψεις πραγματικά, πρέπει ν’ αποφύγεις όλα τα πάθη.
Πρόσεξε και κάτι άλλο: Να μη γίνει η αυριανή νηστεία αφορμή κραιπάλης σήμερα. Μην καταστρέφεις με τη σημερινή ασυδοσία την αυριανή εγκράτεια. Οταν κανείς θέλει να συνάψει γάμο με μια σεμνή γυναίκα, δεν βάζει πρωτύτερα στο σπίτι του παλλακίδες και πόρνες. Γιατί η νόμιμη γυναίκα δεν ανέχεται να συγκατοικεί με τις παράνομες και διεφθαρμένες.
Ετσι λοιπόν κι εσύ. Με την προσδοκία της νηστείας, μη δέχεσαι την ακόλαστη μέθη, που είναι μητέρα της αναισχυντίας, φίλη του αισχρού αστείου, έτοιμη για κάθε ανηθικότητα. Η νηστεία και η προσευχή δεν θα κατοικήσουν μέσα σε ψυχή που έχει μολυνθεί με την κραιπάλη. Ο Κύριος δέχεται στα θεία σκηνώματα αυτόν που νηστεύει. Αποστρέφεται όμως σαν βέβηλο και ανίερο τον άσωτο. Αν λοιπόν έρθεις αύριο εδώ και μυρίζεις κρασί, πώς θα λογαριάσω σαν νηστεία την κραιπάλη σου; Πού θα σε κατατάξω; Στους μέθυσους ή στους εγκρατείς; Η μέθη που προηγήθηκε, σε παρουσιάζει μέθυσο, ενώ η δίαιτα που άρχισες, νηστευτή. Με τα λείψανα της μέθης, η νηστεία σου γίνεται ανώφελη. Και αν η αρχή είναι ανώφελη, κινδυνεύει ανώφελο να καταλήξει και το σύνολο.
Η νηστεία δεν ασκεί επίδραση μόνο στα άτομα. Επηρεάζει και ολόκληρη την κοινωνία. Συμμορφώνει και καθησυχάζει σύντομα όλους τους ανθρώπους. Επιβάλλει σιγή στα ξεφωνητά και τις κραυγές, εξορίζει τους τσακωμούς και τις διαμάχες, απομακρύνει την κατάκριση και την καταλαλιά.
Ποιού δασκάλου η παρουσία σταματάει τόσο γρήγορα τις αταξίες και το θόρυβο των παιδιών; Μόλις εμφανιστεί η νηστεία, κάθε ταραχή στην πόλη αυτόματα σταματάει.
Ποιός μπορεί να συνεχίζει το γλέντι και τη διασκέδαση σε καιρό νηστείας; Ποιός μπορεί να συνδυάσει τη νηστεία με ασελγείς χορούς; Τα άπρεπα γέλια και τα πορνικά τραγούδια και οι έξαλλοι χοροί απομακρύνονται από την πόλη, μόλις φτάσει η νηστεία σαν ένας αυστηρός δικαστής.
Αν όλοι άκουγαν τις συμβουλές της νηστείας, θα επικρατούσε τέλεια ειρήνη σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα. Δεν θα ξεσηκωνόταν το ένα κράτος εναντίον του άλλου. Δεν θα είχαμε πολεμικές συμπλοκές ούτε κατασκευαστές όπλων. Δεν θα υπήρχαν δικαστήρια ούτε φυλακές. Οι ερημιές δεν θα φιλοξενούσαν κακοποιούς ούτε οι πόλεις συκοφάντες ούτε οι θάλασσες πειρατές.
Αν κυριαρχούσε η νηστεία, η ζωή μας δεν θα ήταν γεμάτη στεναγμούς. Γιατί αυτή θα δίδασκε σ' όλους όχι μόνο τον περιορισμό της σπάταλης ζωής, αλλά και την αποχή από πολλά άλλα κακά. Θα δίδασκε την ολοκληρωτική φυγή και αποξένωση από τη φιλαργυρία και την πλεονεξία, από τη φιλοδοξία και τη φιληδονία. Αν απαλλαγούμε απ' αυτά, θα ζούμε με ειρήνη και αγιασμό.
Αφού λοιπόν τέτοια αγαθά μας προσφέρει η βασίλισσα αυτή των αρετών, ας τη δεχτούμε χωρίς καμιά κατήφεια, χωρίς κανένα γογγυσμό. Όλοι πρόθυμα ας τιμήσουμε το πνευματικό τραπέζι που μας παραθέτει η νηστεία, εξαγνίζοντάς μας και προετοιμάζοντάς μας για την αιώνια θεία ευφροσύνη του παραδείσου.
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=571
Πῶς ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός;
Στὸ βασικὸ αὐτὸ ἐρώτημα ἂς μὴν προσπαθήσουμε ν’ ἀπαντήσουμε μὲ τὸ ἐπιχείρημα τῆς δημιουργίας τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, γιατί ὁ ἄπιστος δὲν θὰ τὸ παραδεχθεῖ.
Ἄν τοῦ ποῦμε ὅτι ἀνέστησε νεκρούς, θεράπευσε τυφλούς, ἔδιωξε δαιμόνια, οὔτε τότε θὰ συμφωνήσει.
Ἄν τοῦ ποῦμε ὅτι ὑποσχέθηκε ἀνάσταση νεκρῶν, βασιλεία οὐρανῶν καὶ ἀνέκφραστα ἀγαθά, τότε ὄχι μόνο δὲν θὰ συμφωνήσει, ἀλλὰ καὶ θὰ γελάσει.
Πῶς λοιπὸν θὰ τὸν ὁδηγήσουμε στὴν πίστη, καὶ μάλιστα ὅταν δὲν εἶναι πνευματικὰ καλλιεργημένος;
Ἀσφαλῶς μὲ τὸ νὰ στηριχθοῦμε σὲ ἀλήθειες, ποὺ καὶ ἐμεῖς καὶ αὐτὸς παραδεχόμαστε χωρὶς καμιὰ ἀντίρρηση καὶ ἀμφιβολία.
Σὲ ποιὸ λοιπὸν σημεῖο συμφωνοῦμε μαζί του ἀπόλυτα;
Στὸ ὅτι ὁ Χριστὸς φύτεψε τὴν Ἐκκλησία.
Ἀπ’ αὐτὸ θὰ φανερώσουμε τὴ δύναμη καὶ θ’ ἀποδείξουμε τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ.
Θὰ δοῦμε ὅτι εἶναι ἀδύνατο ν’ ἀποτελεῖ ἀνθρώπινο ἔργο ἡ διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη μέσα σὲ τόσο σύντομο χρονικὸ διάστημα.
Καὶ μάλιστα, ὅταν ἡ χριστιανικὴ ἠθικὴ προσκαλεῖ στὴν ἀνώτερη ζωὴ ἀνθρώπους μὲ κακὲς συνήθειες, δούλους τῆς ἁμαρτίας.
Καὶ ὅμως, ὁ Κύριος κατόρθωσε νὰ ἐλευθερώσει ἀπ’ ὅλα αὐτὰ ὄχι μόνο ἐμᾶς, μὰ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Κι αὐτὸ τὸ κατόρθωσε χωρὶς νὰ χρησιμοποιήσει ὅπλα, χωρὶς νὰ ξοδέψει χρήματα, χωρὶς νὰ κινητοποιήσει στρατούς, χωρὶς νὰ προκαλέσει πολέμους.
Τὸ κατόρθωσε ξεκινώντας μὲ δώδεκα μόνο μαθητές, ποὺ ἦταν ἄσημοι, ἀμόρφωτοι, φτωχοί, γυμνοί, ἄοπλοι...
Μὲ τέτοιους ἀνθρώπους κατόρθωσε νὰ πείσει τὰ ἔθνη νὰ σκέφτονται σωστά, ὄχι μόνο γιὰ τὴν παροῦσα ζωή, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ μέλλουσα.
Μπόρεσε νὰ καταργήσει προγονικοὺς νόμους, νὰ ξεριζώσει ἀρχαῖες συνήθειες καὶ νὰ φυτέψει νέες.
Μπόρεσε ν’ ἀποσπάσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν εὔκολο τρόπο ζωῆς καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὸ δύσκολο.
Καὶ ὅλ’ αὐτὰ τὰ κατόρθωσε, ἐνῶ ὅλοι Τὸν πολεμοῦσαν, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶχε ὑπομείνει ἐξευτελιστικὴ σταύρωση καὶ ταπεινωτικὸ θάνατο!
Ἀσφαλῶς δὲν συμβαίνουν αὐτὰ στοὺς ἀνθρώπους.
Μᾶλλον τὰ ἀντίθετα τούς συμβαίνουν.
Ὅσο δηλαδὴ ζοῦν καὶ εὐδοκιμοῦν οἱ ἴδιοι, τὸ ἔργο τους προοδεύει.
Ὅταν ὅμως πεθάνουν, καταστρέφεται μαζί τους ὅ,τι δημιούργησαν.
Καὶ αὐτὸ τὸ παθαίνουν ὄχι μόνο οἱ πλούσιοι οὔτε μόνο οἱ ἄρχοντες, ἀλλὰ καὶ οἱ κυβερνῆτες ἀκόμα.
Γιατί καὶ οἱ νόμοι τους καταλύονται καὶ ἡ μνήμη τους σβήνει καὶ τ’ ὄνομά τους ξεχνιέται καὶ οἱ ἔμπιστοι ἄνθρωποί τους παραγκωνίζονται.
Αὐτὰ συμβαίνουν σ’ ἐκείνους, ποὺ πρῶτα μ’ ἕνα νεῦμα κυβερνοῦσαν λαοὺς καὶ ὁδηγοῦσαν στὸν πόλεμο ὁλόκληρες στρατιές. Σ' ἐκείνους, ποὺ καταδίκαζαν σὲ θάνατο καὶ ἀνακαλοῦσαν ἐξόριστους.
Στὸν Κύριο ὅμως ἔγινε ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο.
Θλιβερὴ ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ ἔργου Του πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση:
Ὁ Ἰούδας Τὸν πρόδωσε, ὁ Πέτρος Τὸν ἀρνήθηκε, οἱ ὑπόλοιποι μαθητὲς ἔφυγαν γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ πολλοὶ πιστοὶ Τὸν ἐγκατέλειψαν.
Μόνος ἔμεινε ἀνάμεσα στοὺς ἐχθρούς.
Ὅμως, μετὰ τὴ σφαγὴ καὶ τὸ θάνατο, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι δὲν ἦταν ἁπλὸς ἄνθρωπος ὁ Σταυρωμένος, ἔγιναν ὅλα λαμπρότερα, φαιδρότερα, ἐνδοξότερα.
Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος, αὐτὸς ποὺ πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση δὲν ἄντεξε τὴν ἀπειλὴ μιᾶς ὑπηρετριούλας, ἀλλά, μετὰ ἀπὸ τόσες οὐράνιες διδασκαλίες καὶ τὴ συμμετοχή του στὰ θεία μυστήρια, εἶπε ὅτι δὲν γνωρίζει τὸν Κύριο, αὐτὸς ὁ ἴδιος, μετὰ τὴ σταύρωση, Τὸν κήρυξε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης.
Ἀναρίθμητα πλήθη μαρτύρων θυσιάστηκαν, γιατί προτίμησαν νὰ θανατωθοῦν παρὰ ν’ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό, ὅπως τὸν εἶχε ἀρνηθεῖ ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος, τρομοκρατημένος ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ ἑνὸς κοριτσιοῦ.
Ὅλες τώρα οἱ χῶρες, ὅλες οἱ πόλεις, τὰ ἐρημικὰ καὶ τὰ κατοικημένα μέρη, τὸν Σταυρωμένο ὁμολογοῦν.
Σ’ Αὐτὸν πιστεύουν οἱ βασιλιάδες κι οἱ στρατηγοί, οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ὕπατοι, οἱ δοῦλοι καὶ οἱ ἐλεύθεροι, οἱ ἀγράμματοι καὶ οἱ μορφωμένοι, οἱ βάρβαροι καὶ τὰ διάφορα ἔθνη τῶν ἀνθρώπων.
Ἀκόμα κι ὁ μικρὸς καὶ ἀσήμαντος ἐκεῖνος τάφος, ποὺ δέχθηκε τὸ αἱμόφυρτο μαρτυρικὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, εἶναι τιμιότερος ἀπὸ χίλια βασιλικὰ παλάτια καὶ σεβαστὸς ἀκόμα καὶ στοὺς βασιλιάδες.
Τὸ παράδοξο μάλιστα εἶναι, ὅτι αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸν Κύριο, συνέβη καὶ στοὺς μαθητές Του.
Γιατί αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦσαν καὶ φυλάκιζαν, αὐτοὺς ποὺ βασάνιζαν σκληρὰ μὲ ἀναρίθμητα μαρτύρια, αὐτοὺς ἀκριβῶς τοὺς ἴδιους, μετὰ τὸ θάνατό τους, τοὺς τιμοῦσαν περισσότερο κι ἀπὸ τοὺς βασιλιάδες.
Καὶ πῶς φαίνεται αὐτό;
Στὴ Ρώμη, οἱ αὐτοκράτορες καὶ οἱ ὕπατοι καὶ οἱ στρατηγοὶ τὰ πάντα ἐγκαταλείπουν, καὶ τρέχουν νὰ προσκυνήσουν τοὺς τάφους τοῦ ψαρᾶ Πέτρου καὶ τοῦ σκηνοποιοῦ Παύλου.
Στὴν Κωνσταντινούπολη, αὐτοὶ ποὺ φοροῦν τὰ στέμματα, θέλουν νὰ ἐνταφιαστοῦν ὄχι κοντὰ στοὺς τάφους τῶν ἀποστόλων, ἀλλὰ στὰ πρόθυρα τῶν ναῶν τους.
Κι ἔτσι γίνονται οἱ βασιλιάδες θυρωροὶ τῶν ψαράδων! Μάλιστα δὲν ντρέπονται γι' αὐτό, ἀλλὰ καὶ καυχιῶνται. Καυχιῶνται ὄχι μόνο οἱ ἴδιοι, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀπόγονοί τους.
Ὅταν οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ἦταν μόνο δώδεκα καὶ δὲν ὑπῆρχε στὴ σκέψη κανενὸς ἡ Ἐκκλησία, ὅταν ἀκόμα ἡ ἰουδαϊκὴ συναγωγὴ ἀνθοῦσε καὶ ἡ ἀσεβὴς εἰδωλολατρία κυριαρχοῦσε σ’ ὁλόκληρη σχεδὸν τὴν οἰκουμένη, ὁ Κύριος εἶχε προφητέψει: «Πάνω σ’ αὐτὴ τὴν πέτρα (δηλαδὴ πάνω στὴν ὁμολογία πίστεως τοῦ Πέτρου) θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου, καὶ δὲν θὰ τὴν κατανικήσουν οἱ δυνάμεις τοῦ ἅδη» (Μάτθ. 16:18).
Διαπιστώνεις τὴν ἀλήθεια αὐτῆς τῆς προφητείας;
Βλέπεις τὴν ἐκπλήρωσή της;
Σκέψου πόσο σημαντικὸ γεγονὸς εἶναι ἡ ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας σχεδὸν σ’ ὅλη τη γῆ μέσα σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα.
Σκέψου πῶς ἄλλαξε τὴ ζωὴ τόσων ἐθνῶν καὶ ὁδήγησε στὴν πίστη τόσους λαούς, πῶς κατάργησε προγονικὰ ἔθιμα, πῶς ἀπελευθέρωσε ἀπὸ μακροχρόνιες συνήθειες, πῶς σκόρπισε σὰν σκόνη τὴν κυριαρχία τῆς ἡδονῆς καὶ τὴ δύναμη τῆς ἁμαρτίας, πῶς ἐξαφάνισε σὰν καπνὸ τὴν ἀκάθαρτη τσίκνα τῶν θυσιῶν, τὶς εἰδωλολατρικὲς τελετές, τὶς βδελυκτὲς ἑορτές, τὰ ξόανα, τοὺς βωμοὺς καὶ τοὺς ναούς, πῶς οἰκοδόμησε παντοῦ ἅγια θυσιαστήρια, στὴν πατρίδα μας καὶ στὶς χῶρες τῶν Περσῶν, τῶν Σκυθῶν, τῶν Μαύρων, τῶν Ἰνδῶν. Τί λέω; Ἀκόμα καὶ στὰ Βρετανικὰ νησιά, ποὺ βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὴ Μεσόγειο, στὸν ὠκεανό, ἁπλώθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ χτίστηκαν θυσιαστήρια.
Τὸ ἔργο τῆς ἀπελευθερώσεως τόσων λαῶν ἀπὸ μακροχρόνιες αἰσχρὲς συνήθειες, καθὼς καὶ ἡ μεταβολὴ τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸν εὔκολο στὸν πολὺ δύσκολο, εἶναι πράγματι θαυμαστό, μᾶλλον ὑπερθαύμαστο.
Ἀποδεικνύει θεία ἐνέργεια, ἀκόμα κι ἂν κανεὶς δὲν τὸ εἶχε ἐμποδίσει, ἀκόμα κι ἂν ἐπικρατοῦσε εἰρήνη καὶ πολλοὶ τὸ εἶχαν βοηθήσει.
Γιατί ἡ ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἐρχόταν σὲ σύγκρουση μόνο μὲ τὴν ἀρχαία συνήθεια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἡδονή, τὸν εὐχάριστο τρόπο ζωῆς. Εἶχε δηλαδὴ δυὸ ἰσχυροὺς ἀντιπάλους, ποὺ τυραννοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους: τὴ συνήθεια καὶ τὴν ἡδονή.
Ὅσα εἶχαν παραλάβει, πολλοὺς αἰῶνες πρίν, ἀπὸ τοὺς πατέρες, τοὺς παπποῦδες καὶ τοὺς ἀρχαιότερους προγόνους, ἀκόμα κι ὅσα εἶχαν παραλάβει ἀπὸ φιλοσόφους καὶ ρήτορες, ὅλ’ αὐτὰ συμφώνησαν νὰ τὰ περιφρονήσουν, πράγμα ἐξαιρετικὰ δύσκολο.
Ἔπρεπε ἀκόμα νὰ δεχθοῦν ἕναν νέο τρόπο ζωῆς, καὶ μάλιστα πολὺ δυσκολότερο.
Γιατί ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν τρυφὴ καὶ ὁδηγοῦσε στὴ νηστεία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴ φιλαργυρία καὶ ὁδηγοῦσε στὴν ἀκτημοσύνη.
Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν ἀσέλγεια καὶ ὁδηγοῦσε στὴν ἁγνεία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸ θυμὸ καὶ ὁδηγοῦσε στὴν πραότητα.
Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸ φθόνο καὶ ὁδηγοῦσε στὴ φιλία.
Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν ἄνετη κι εὐχάριστη ζωὴ καὶ ὁδηγοῦσε στὴ δύσκολη, τὴ σκληρή, τὴ γεμάτη θλίψεις.
Καὶ μάλιστα ὁδηγοῦσε σ’ αὐτὴν ἐκείνους, ποὺ εἶχαν συνηθίσει στὴ ζωὴ τῶν ἀνέσεων.
Γιατί δὲν ἔγιναν, βέβαια, χριστιανοί, ἄνθρωποι ποὺ ζοῦσαν σ’ ἄλλους κόσμους καὶ δὲν εἶχαν ἁμαρτωλὲς συνήθειες, ἀλλὰ ἔγιναν ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν σαπίσει μέσα σ’ αὐτὲς καὶ εἶχαν γίνει πιὸ μαλακοὶ κι ἀπὸ τὸν πηλό.
Αὐτοὺς κάλεσε νὰ βαδίσουν τὸν σκληρὸ καὶ τραχὺ δρόμο.
Καὶ τοὺς ἔπεισε νὰ τὸν βαδίσουν!
Πόσους ἔπεισε;
Ὄχι μόνο δυὸ ἢ δέκα ἢ εἴκοσι ἢ ἑκατό, ἀλλ´ ἀμέτρητους.
Καὶ μὲ ποιοὺς τοὺς ἔπεισε;
Μὲ δώδεκα ἀνθρώπους ἀμόρφωτους, ἀκαλλιέργητους, ἄσημους, φτωχούς, χωρὶς περιουσία, χωρὶς σωματικὴ δύναμη, χωρὶς δόξα, χωρὶς λαμπρὴ καταγωγή, χωρὶς ρητορικὴ ἱκανότητα.
Μὲ δώδεκα ἀνθρώπους ποὺ ἦταν ψαράδες, σκηνοποιοί, ἀλλόγλωσσοι.
Γιατί οὔτε κὰν τὴν ἴδια γλώσσα δὲν εἶχαν μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες.
Μιλοῦσαν τὴν ἑβραϊκή, ποὺ ἦταν πολὺ διαφορετικὴ ἀπ' ὅλες τὶς ἄλλες γλῶσσες.
Μ' αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς δώδεκα οἰκοδομήθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ ἁπλώθηκε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης.
Καὶ δὲν εἶναι μόνο τοῦτο τὸ θαυμαστό, ἀλλὰ καὶ τὸ ὅτι αὐτοὶ οἱ λίγοι, οἱ φτωχοί, οἱ ἀμόρφωτοι καὶ περιφρονημένοι, ποὺ βάλθηκαν ν’ ἀλλάξουν τὴν ἀνθρωπότητα, δὲν ἔκαναν ἀνενόχλητοι τὸ ἔργο τους.
Ἀπὸ παντοῦ ἀντιμετώπιζαν ἀναρίθμητους πολέμους.
Τοὺς πολεμοῦσαν σὲ κάθε ἔθνος καὶ σὲ κάθε πόλη.
Ἀλλὰ τί λέω γιὰ ἔθνη καὶ πόλεις;
Σὲ κάθε σπίτι ξεσηκωνόταν πόλεμος ἐναντίον τους.
Ἡ διδασκαλία τοὺς χώριζε πολλὲς φορὲς τὸ παιδὶ ἀπὸ τὸν πατέρα, τὴ νύφη ἀπὸ τὴν πεθερά, τὸν ἕνα ἀδελφὸ ἀπὸ τὸν ἄλλο, τὸ δοῦλο ἀπὸ τὸν ἀφέντη, τὸν ὑπήκοο ἀπὸ τὸν ἄρχοντα, τὸν ἄνδρα ἀπὸ τὴ γυναίκα καὶ τὴ γυναίκα ἀπὸ τὸν ἄνδρα.
Στὴν κάθε οἰκογένεια δὲν πίστευαν ὅλοι ταυτόχρονα, κι ἔτσι οἱ χριστιανοὶ ὑπέμεναν καθημερινὲς διαμάχες, ἀκατάπαυστες ἐχθρότητες, μύριους θανάτους.
Σὰν κοινοὺς ἀντιπάλους καὶ ἐχθροὺς ὅλοι τοὺς πολεμοῦσαν. Τοὺς καταδίωκαν οἱ βασιλιάδες, οἱ ἄρχοντες, οἱ ὑπήκοοι, οἱ ἐλεύθεροι, οἱ δοῦλοι, οἱ ὄχλοι, οἱ πόλεις.
Καὶ δὲν καταδίωκαν μόνο τοὺς ἴδιους, ἀλλὰ - πράγμα φοβερὸ - καταδίωκαν ἀκόμα καὶ τοὺς νεόφυτους κατηχούμενους, ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ μόλις εἶχαν πιστέψει.
Προξενοῦσε φρίκη καὶ ὀργὴ στοὺς εἰδωλολάτρες ἡ σκέψη νὰ ἐγκαταλείψουν τοὺς βωμούς, νὰ περιφρονήσουν τὶς θυσίες, ποὺ ὅλοι οἱ πατέρες καὶ οἱ πρόγονοί τους τελοῦσαν, καὶ νὰ πιστέψουν στὸν Κύριο.
Νὰ πιστέψουν σ’ Αὐτὸν ποὺ ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία, ποὺ δικάστηκε ἀπὸ τὸν Πιλάτο, ποὺ ἔπαθε ἀναρίθμητα δεινὰ κι ἐξευτελισμούς, ποὺ ὑπέμεινε τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο, ποὺ ἐνταφιάστηκε καὶ ἀναστήθηκε.
Τὸ παράδοξο μάλιστα εἶναι, ὅτι, ἐνῶ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου ἦταν ἀναμφισβήτητα -πολλοὶ εἶχαν δεῖ τὶς μαστιγώσεις, τὰ χτυπήματα, τὰ φτυσίματα, τὰ ραπίσματα, τὸ σταυρό, τοὺς χλευασμούς, τὸν τάφο-, δὲν συνέβαινε τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὴν ἀνάσταση.
Ὁ Κύριος, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνάστασή Του, ἐμφανίστηκε μόνο σὲ μαθητές.
Παρὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, μιλοῦσαν γιὰ τὴν ἀνάσταση καὶ ἔπειθαν τοὺς λαοὺς καὶ οἰκοδομοῦσαν τὴν Ἐκκλησία.
Πῶς; Μὲ ποιὸν τρόπο;
Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Κυρίου, ποὺ τοὺς ἔστειλε νὰ κηρύξουν τὸ εὐαγγέλιό Του στὰ ἔθνη.
Αὐτὸς ἦταν ποὺ τοὺς ἄνοιξε τὸ δρόμο.
Αὐτὸς διευκόλυνε τὸ δύσκολο ἔργο τους.
Ἄν δὲν τοὺς βοηθοῦσε ἡ θεία δύναμη, οὔτε κὰν θ’ ἄρχιζε ἡ διάδοση τοῦ χριστιανισμοῦ.
Γιατί ἐνῶ οἱ τύραννοι ὁπλίζονταν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ οἱ στρατιῶτες πρότειναν τὰ ὅπλα τους, ἐνῶ οἱ ὄχλοι μαίνονταν σὰν ἀγριεμένη φωτιά, ἐνῶ ἡ κακὴ συνήθεια ἀντιπαρατασσόταν, ἐνῶ ρήτορες, σοφιστές, πλούσιοι, ἰδιῶτες καὶ ἄρχοντες ξεσηκώνονταν, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πιὸ ἰσχυρὸς κι ἀπὸ φλόγα, ἔκανε στάχτη τ’ ἀγκάθια, καθάρισε τοὺς ἀγροὺς κι ἔσπειρε τὸ λόγο τοῦ κηρύγματος.
Ἄλλοι ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ρίχνονταν στὶς φυλακές, ἄλλοι ἐξορίζονταν, ἄλλων οἱ περιουσίες δημεύονταν, ἄλλοι φονεύονταν, ἄλλοι διαμελίζονταν.
Καὶ μολονότι οἱ χριστιανοὶ ἀντιμετωπίζονταν σὰν κοινοὶ ἐγκληματίες, ὑπομένοντας κάθε εἶδος τιμωρίας, ἀτιμώσεως καὶ διωγμοῦ, ὅλο καὶ περισσότεροι ἔρχονταν στὴν Ἐκκλησία.
Μάλιστα, ὄχι μόνο δὲν ἀποθαρρύνονταν οἱ νέοι πιστοὶ ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ποὺ ἔβλεπαν νὰ ὑπομένουν οἱ παλαιότεροι, ἀλλὰ γίνονταν προθυμότεροι!
Μόνοι τους ἔτρεχαν, ἀβίαστα, εὐγνωμονώντας τοὺς βασανιστές τους. Γίνονταν θερμότεροι στὴν πίστη, βλέποντας τοὺς χειμάρρους τῶν αἱμάτων τῶν πιστῶν.
Εἶδες τὴν ἀσύγκριτη δύναμη Ἐκείνου ποὺ ἔκανε ὅλ’ αὐτὰ τὰ θαύματα;
Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ μὴ λυπᾶται κανείς, ὑποφέροντας τέτοια φρικτὰ μαρτύρια;
Ὅμως αὐτοὶ χαίρονταν, σκιρτοῦσαν!
Αὐτὸ ὁμολογεῖ, σὰν παράδειγμα, ὁ ἅγιος εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, πὼς ἔγινε καὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους, τότε ποὺ «ἔφυγαν ἀπὸ τὸ συνέδριο χαρούμενοι, γιατί ἀξιώθηκαν νὰ κακοποιηθοῦν γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ» (Πράξ. 5:41).
Κι ἐνῶ οὕτ’ ἕνα τοῖχο δὲν μπορεῖ νὰ χτίσει κανεὶς μὲ πέτρες καὶ ἀσβέστη ὅταν καταδιώκεται, οἱ ἀπόστολοι ἔχτιζαν τὴν Ἐκκλησία σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη ὑποφέροντας διωγμούς, φυλακίσεις, ἐξορίες καὶ μαρτυρικοὺς θανάτους. Καὶ δὲν τὴν ἔχτιζαν μὲ πέτρες, ἀλλὰ μὲ ψυχές, πράγμα πολὺ δυσκολότερο.
Γιατί δὲν εἶναι τὸ ἴδιο νὰ χτίζεις ἕνα τοῖχο μὲ τὸ νὰ πείθεις διεφθαρμένες ψυχὲς ν’ ἀλλάζουν τρόπο ζωῆς, νὰ ἐγκαταλείπουν τὴ δαιμονικὴ μανία τους καὶ ν’ ἀκολουθοῦν τὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς.
Τὸ κατόρθωσαν ὅμως αὐτό, γιατί εἶχαν μαζί τους τὴν ἀκαταμάχητη δύναμη τοῦ Κυρίου, ποὺ εἶχε προφητέψει: «Θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου, καὶ δὲν θὰ τὴν κατανικήσουν οἱ δυνάμεις τοῦ ἅδη» (Ματθ. 16:18).
Συλλογίσου πόσοι τύραννοι πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία καὶ πόσους φοβεροὺς διωγμοὺς ξεσήκωσαν ἐναντίον της...
Ὁ Αὔγουστος, ὁ Τιβέριος, ὁ Γάιος, ὁ Νέρων, ὁ Βεσπασιανός, ὁ Τίτος καὶ οἱ διάδοχοί τους μέχρι τὸν Μέγα Κωνσταντίνο, ἦταν ὅλοι εἰδωλολάτρες. Καὶ ὅλοι -ἄλλος ἠπιότερα, ἄλλος σκληρότερα- πολεμοῦσαν τὴν Ἐκκλησία. Τὴν πολεμοῦσαν ὅλοι. Κι ἂν μερικοὶ δὲν ξεσήκωναν οἱ ἴδιοι διωγμούς, ὅμως ἡ προσήλωσή τους στὴν εἰδωλολατρία ὑποκινοῦσε στὸν ἀγώνα ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ὅσους ἤθελαν νὰ τοὺς κολακέψουν.
Παρ’ ὅλα αὐτά, τὰ κακόβουλα σχέδια καὶ οἱ ἐπιθέσεις τῶν εἰδωλολατρῶν διαλύθηκαν σὰν ἱστοὶ ἀράχνης, σκορπίστηκαν σὰν σκόνη, ἐξαφανίστηκαν σὰν καπνός.
Ἄλλα καὶ ὅσα σχεδίαζαν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἔγιναν ἀφορμὴ νὰ προκύψει μεγάλη ὠφέλεια στοὺς χριστιανούς.
Γιατί δημιούργησαν τὶς χορεῖες τῶν μαρτύρων, ποὺ ἀποτελοῦν τὸ θησαυρό, τοὺς στύλους, τοὺς πύργους τῆς Ἐκκλησίας.
Βλέπεις λοιπὸν τὴ θαυμαστὴ ἐκπλήρωση τῆς προφητείας;
Πραγματικά, «οἱ δυνάμεις τοῦ ἅδη δὲν θὰ τὴν κατανικήσουν».
Ἀπὸ τὰ παρελθόντα ὅμως, πίστευε καὶ γιὰ τὰ μέλλοντα.
Καὶ στὸ μέλλον κανεὶς δὲν θὰ μπορέσει νὰ νικήσει τὴν Ἐκκλησία.
Γιατί ἂν δὲν κατόρθωσαν νὰ τὴ συντρίψουν ὅταν ἀριθμοῦσε λίγα μέλη, ὅταν ἡ διδασκαλία της φαινόταν καινούργια καὶ παράξενη, ὅταν τόσοι φοβεροὶ πόλεμοι καὶ τόσοι πολλοὶ διωγμοὶ ἀπὸ παντοῦ ξεσηκώνονταν ἐναντίον της, πολὺ περισσότερο δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὴ βλάψουν τώρα, ποὺ κυριάρχησε σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη, ποὺ κυρίεψε ὅλα τὰ ἔθνη καὶ ποὺ ἐξαφάνισε τοὺς βωμοὺς καὶ τὰ εἴδωλα, τὶς γιορτὲς καὶ τὶς τελετές, τὸν καπνὸ καὶ τὴν τσίκνα τῶν αἰσχρῶν θυσιῶν.
Πῶς πέτυχαν οἱ ἀπόστολοι ἕνα τόσο μεγάλο, ἕνα τόσο σπουδαῖο κατόρθωμα, ἔπειτα ἀπὸ τόσα ἐμπόδια;
Ἀσφαλῶς μὲ τὴ θεϊκὴ καὶ ἀκαταμάχητη δύναμη Ἐκείνου, ποὺ προφήτεψε τὴ δημιουργία καὶ τὸ θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ἀρνηθεῖ, ἐκτὸς κι ἂν εἶναι ἀνόητος καὶ ἐντελῶς ἀνίκανος νὰ σκέφτεται.
«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ»
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.
Θα έλθη καιρός, θα σημάνη ημέρα, θα έλθη στιγμή, όπου θα κλείσουν αυτά τα μάτια και θα ανοιχθούν τα της ψυχής. Τότε θα ίδωμεν νέον κόσμον, νέας υπάρξεις, καινήν κτίσιν, νέαν ζωήν μη έχουσαν τέρμα. Ο τίτλος της: «Αθανασία άπειρος». Η μεγάλη πατρίς άνω, άφθαρτος, αιώνιος, η άνω Ιερουσαλήμ, η μήτηρ των πρωτοτόκων, ένθα θα σκηνώσουν αι λελυτρωμέναι ψυχαί, τας οποίας απέπλυνεν εκ του ρύπου το αίμα του Αρνίου του ακάκου!
Τις δύναται να εκφράση δια λόγου και γραφίδος την χαράν, την αγαλλίασιν, την ευτυχίαν των σεσωσμένων εκείνων μακαρίων ψυχών; Μακάριοι οι εν Κυρίω αποθανόντες, ότι αναμένει αυτούς ο πλούτος της του Θεού χρηστότητος. Μακάριος όστις κερδίση λαχνόν δια την άνω πανήγυριν, πλούτος αναφαίρετος, δόξα ως Αυτός ο Θεός είπε: «και είπα υιοί υψίστου, τέκνα Θεού, κληρονόμοι Θεού, συγκληρονόμοι Χριστού».
Ο Κύριος προ του πάθους παρεκάλει τον Ουράνιον Πατέρα δια τους μαθητάς Του και δια τους μέλλοντας πιστεύειν δι’ αυτών: «Πάτερ, ους δέδωκάς μοι, θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ’ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν ην δέδωκάς μοι, ότι ηγάπησάς με προ καταβολής κόσμου» (Ιωαν. 17,24 ).
Πόση η αγάπη του Ιησού δι’ ημάς! Έλαβε την ανθρωπίνην φύσιν και εκρεμάσθη επί του Σταυρού, αποδίδοντας εις ημάς την ελευθερίαν και την εξόφλησιν του χρέους προς τον Ουράνιόν Του Πατέρα, και ως προσφιλέστατος αδελφός, μας αξιώνει της συγκληρονομίας, του απείρου πλούτου, του Ουρανίου Του Πατρός!
Ω, οποία αγάπη προς ημάς! Ω, της ψυχρότητός μας προς Αυτόν! Ω, της αχαριστίας μου προς τον ευεργέτην μου! Θεέ μου, Θεέ μου, λυπήσου με και μη με καταδικάσης ανταξίως των έργων μου!
Στον εβδομαδιαίο λειτουργικό κύκλο, η προσευχή της Εκκλησίας κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένη στους κεκοιμημένους, σε ανάμνηση της εις Άδη καθόδου του Χριστού κατά το Μ. Σάββατο.
Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγεται «Σάββατο των Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο από τα τέσσερα Ψυχοσάββατα του έτους (το τέταρτο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής) οπότε και τελούνται επίσημα μνημόσυνα της Εκκλησίας υπέρ των κεκοιμημένων "των επ' ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου, [. . . ] ευσεβώς ορθοδόξων, βασιλέων, πατριαρχών, αρχιερέων, ιερέων, ιερομόναχων, ιεροδιακόνων, μοναχών, μοναζουσών, πατέρων, προπατόρων, πάππων, προπάππων, γονέων, συζύγων, τέκνων, αδελφών και συγγενών ημών εκ των απ' αρχής και μέχρι των εσχάτων".
Η καθιέρωση του Ψυχοσάββατου είναι μια υπόμνηση ότι το σώμα θα αναστηθεί κατά την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, για να ενωθεί με την αθάνατη ψυχή.
Ο Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας στον λόγο του γιὰ τοὺς κοιμηθέντες μάς λέει:
Μὴν ἀρνεῖσαι νὰ προσφέρεις λάδι καὶ νὰ ἀνάβῃς κεριὰ στὸν τάφο του, ἐπικαλούμενος Χριστὸν τὸν Θεὸν, καὶ ἂν ἀκόμα ὁ κοιμηθεὶς τελείωσε εὐσεβῶς τὴ ζωή του καὶ τοποθετήθηκε στὸν οὐρανό. Γιατί αὐτὰ εἶναι εὐπρόσδεκτα ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ προσκομίζουν μεγάλη τὴν ἀνταπόδοσή Του, γιατί τὸ λάδι καὶ τὸ κερὶ εἶναι θυσία καὶ ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἐξιλέωση. Ἡ δὲ ἀγαθοεργία φέρνει τελικὰ προσαύξηση μὲ κάθε ἀγαθὴ ἀνταπόδοση. Ὁ σκοπὸς τοῦ προσφέροντος, γιὰ τὴν ψυχὴ κοιμηθέντος, εἶναι ἴδιος μὲ τὰ ὅσα κάνει ὅποιος ἔχει μικρὸ παιδὶ ἄρρωστο καὶ ἀδύναμο, γιὰ τὸ ὁποῖο προσφέρει στὸν ἱερὸ ναὸ κεριὰ, θυμίαμα καὶ λάδι μὲ πίστη καὶ τὰ χαρίζει ὅλα γιὰ τὸ παιδί του. Τὰ κρατάει καὶ τὰ προσφέρει μὲ τὰ χέρια του σὰν νὰ τὰ κρατάει καὶ νὰ τὰ προσφέρῃ τὸ ἴδιο τὸ παιδὶ, ἀκριβῶς δηλαδὴ ὅπως γίνεται ὅταν στὸ βάπτισμα ἀποκηρύσσεται ὁ σατανᾶς ἀπὸ τὸν ἀνάδοχο γιὰ λογαριασμὸ τοῦ νηπίου.
Παρομοίως πρέπει νὰ θεωρεῖται καὶ ὅποιος πέθανε πιστὸς στὸν Κύριο, ὅτι κρατάει καὶ προσφέρει τὰ κεριὰ καὶ τὸ λάδι, καὶ ὅλα ὅσα προσφέρονται γιὰ τὴ λύτρωσή του. Ἔτσι μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἡ προσπάθεια ποὺ γίνεται μὲ πίστη δὲ θὰ πάει χαμένη. Νὰ εἶστε σίγουροι ὅτι οἱ Θεῖοι ἀπόστολοι καὶ οἱ Θεοδίδακτοι διδάσκαλοι καὶ οἱ Θεόπνευστοι πατέρες, ἀφοῦ πρῶτα ἑνώθηκαν μὲ τὸ θεῖο καὶ φωτίσθηκαν καθόρισαν μὲ τρόπο θεάρεστο τὶς λειτουργίες, τὶς προσευχὲς καὶ τὶς ψαλμωδίες, ποὺ γίνονται κάθε χρόνο στὴ μνήμη ἐκείνων ποὺ πέθαναν. Καὶ ὅλα αὐτὰ μέχρι σήμερα, πάντα μὲ τὴ χάρη τοῦ Φιλανθρώπου Θεοῦ, αὐξάνονται καὶ συμπληρώνονται σ᾿ ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος γιὰ νὰ δοξάζεται καὶ νὰ ἐξυμνεῖται ὁ Κύριος τῶν κυρίων καὶ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων.
Και ο μακαριστός π. Παίσιος (από τον Δ’ τόμο, Οικογενειακή Ζωή, Λόγοι του π. Παισίου, Εκδόσεις Ησυχαστήριο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή, Θεσσαλονίκη) μας ενημερώνει:
-Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί (πλην των Αγίων) μπορούν να προσεύχονται;
-Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια , αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνο ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από εμάς βοήθεια. Γι’ αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνο το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση, και, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια! Γιατί, τι να τους κάνει ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει και τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνει αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως οι υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούντια θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μία ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σε αυτή τη ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσοαλαβήσει και να βοηθήσει έναν υπόδικο, έτσι κι αν είναι κανείς φίλος με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήσει στο Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρει τους υπόδικους από την μία φυλακή σε άλλη καλύτερη, από το ένα κρατητήριο σε ένα άλλο καλύτερο. Ή ακόμα μπορεί να τους μεταφέρει και σε ένα δωμάτιο ή σε διαμέρισμα.
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κλπ που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για τη ψυχή τους. Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνει η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχει δυνατότητα να βοηθηθούν….
…Ο Θεός θέλει να βοηθήσει τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για τη σωτηρία τους, αλλά δεν το κάνει, γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώσει δικαίωμα στο διάβολο να πει: Πως τον σώζεις αυτόν, ενώ δεν κοπίασε; Όταν εμείς προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, Του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνει. Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός όταν προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν τη δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν τη ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβα για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι: Σπείρετε εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία (Α’ Κορινθ, κεφ 15, εδ 42)(δηλαδή συμβολίζει το θάνατο και την ανάσταση του ανθρώπου), λέει η Γραφή…
-Γέροντα, αυτοί που έχουν πεθάνει πρόσφατα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από προσευχή;
-Εμ , όταν μπαίνει κάποιος στη φυλακή, στην αρχή δεν δυσκολεύεται πιο πολύ; Να κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, για να κάνει κάτι και γι’ αυτούς ο Θεός. Ιδίως, όταν ξέρουμε ότι κάποιος ήταν σκληρός, γιατί μπορεί να νομίζουμε ότι ήταν σκληρός, αλλά στη πραγματικότητα να μην ήταν-και είχε αμαρτωλή ζωή, τότε να κάνουμε πολλή προσευχή, Θείες Λειτουργίες, Σαρανταλείτουργα για τη ψυχή του και να δίνουμε ελεημοσύνη σε φτωχούς για τη σωτηρία της ψυχής του, για να ευχηθούν οι φτωχοί “να αγιάσουν τα κόκκαλά του”, ώστε να καμθεί ο Θεός και να τον ελεήσει. Έτσι ότι δεν έκανε εκείνος, το κάνουμε εμείς γι’ αυτόν. Ενώ ένας άνθρωπος που είχε καλωσύνη, ακόμα και αν η ζωή του δεν ήταν καλή, επειδή είχε καλή διάθεση, με λίγη προσευχή πολύ βοηθιέται.
Έχω υπόψη μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων. Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με κλάματα: Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιο γνωστό μου κεκοιμημένο και μου παρουσιάστηκε στον ύπνο μου. Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να με βοηθήσεις, με ξέχασες και υποφέρω! Πράγματι, μου λέει (ο προσκηνυτής)εδώ και 20 μέρες είχα ξεχαστεί με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν προσευχόμουν
-Όταν, Γέροντα, πεθάνει κάποιος και μας ζητήσουν να προσευχηθούμε γι’ αυτόν, είναι καλό να κάνουμε κάθε μέρα ένα κομποσχοίνι μέχρι τα σαράντα;
-Άμα κάνεις κομποσχοίνι γι’αυτόν, βάλε και άλλους κεκοιμημένους. Γιατί να πάει η αμαξοστοιχία στον προορισμό της με έναν μόνο επιβάτη, ενώ χωράει και άλλους; Πόσοι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη οι καημένοι και ζητούν βοήθεια και δεν έχουν κανέναν να προσευχηθεί γι'αυτούς! Μερικοί , κάθε τόσο, κάνουν μνημόσυνο μόνο για κάποιον δικό τους. Με αυτό το τρόπο δεν βοηθιέται ούτε ο δικός τους, γιατί η προσευχή τους δεν είναι τόσο ευάρεστη στο Θεό. Αφού τόσα μνημόσυνα έκαναν γι’ αυτόν, ας κάνουν συγχρόνως και για τους ξένους.
-Γέροντα, οι νεκροί που δεν έχουν ανθρώπους να προσεύχονται γι’αυτούς βοηθιούνται από τις προσευχές εκείνων που προσεύχονται γενικά για τους κεκοιμημένους;
-Και βέβαια βοηθιούνται. Εγώ, όταν προσεύχομαι για όλους τους κεκοιμημένους, βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου, γιατί αναπαύονται από την προσευχή που κάνω. Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω γενικό μνημόσυνο για όλους τους κεκοιμημένους…Αν καμιά φορά δεν κάνω ευχή για τους κεκοιμημένους, παρουσιάζονται γνωστοί κεκοιμημένοι μπροστά μου. Έναν συγγενή μου, που είχε σκοτωθεί στο πόλεμο, τον είδα μπροστά μου μετά τη Θεία Λειτουργία, την ώρα του μνημοσύνου, γιατί αυτόν δεν τον είχα γραμμένο με τα ονόματα των κεκοιμημένων, επειδή μνημονεύονταν στη Προσκομιδή με τους ηρωικώς πεσόντες. Κι εσείς στην Αγία Πρόθεση να μη δίνετε να μνημονευθούν μόνο ονόματα ασθενών, αλλά και ονόματα κεκοιμημένων, γιατί μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι κεκοιμημένοι!
Ειρήνη εστί μετ' εκείνων, οίτινες ενίκησαν τον κόσμον. ειρήνη ειή μεθ' ημών, οίτινες έτι και νυν αγωνιζόμεθα. Ούτω φεύγει η θλίψις του κόσμου, ούτως εξαφανίζεται του θανάτου το κέντρον, και ώς νικητής υπεράνω της κόνεως ίσταται ο Χριστός μετά πάντων των εις αυτών πιστευόντων και λέγει:
ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἐν ἐμοὶ εἰρήνην ἔχητε. ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον. (Ιωαν 16 33)
«Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος
Διακηρύττουμε παρουσίαν Χριστού, όχι μόνον μίαν αλλά και δευτέραν, πολύ καλλιτέραν της προηγουμένης. Διότι η πρώτη αποτελούσε επίδειξιν υπομονής, ενώ η ερχομένη φέρει το στέμμα της θείας Βασιλείας. Πράγματι στον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν τα πάντα, ως επί το πλείστον, είναι διπλά. Διπλή γέννησις, μία από τον Θεόν προαιωνίως και μία από την Παρθένον στους εσχάτους καιρούς. Δύο κάθοδοι. Μία η αφανής, και δευτέρα ένδοξος και επιφανής, η μέλλουσα. Κατά την πρώτην παρουσίαν εσπαργανώθη στην φάτνην, στην δευτέραν ενδύεται φως ως ιμάτιον. Στην πρώτην «υπέμεινε σταυρόν, αισχύνης καταφρονήσας», στην δευτέραν θα έλθη δοξαζόμενος, δορυφορούμενος από στρατιές αγγέλων. Δεν μένουμε λοιπόν στην πρώτην μόνον παρουσίαν, αλλά προσδοκούμε και την δευτέραν. Και είπαμε μεν στην πρώτην «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», αλλά και στην δευτέρα θα ειπούμε πάλι το ίδιον, όταν συναντήσωμε μαζί με τους αγγέλους τον Δεσπότην, και προσκυνώντας αυτόν θα ειπούμε: «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Έρχεται ο Σωτήρ όχι για να δικασθή πάλιν, αλλά για να δικάση τους δικαστάς του. Αυτός που προηγουμένως, όταν εκρίνετο, εσιωπούσε, λέγει ύστερα στους παρανόμους, υπενθυμίζοντας όσα ετόλμησαν κατά την σταύρωση: «Ταύτα εποίησας και εσίγησα». Τότε ήλθε για να εκπληρώση την Θείαν Οικονομίαν, και εδίδασκε τους ανθρώπους με την πειθώ. Τώρα όμως θα αναγκασθούν να τον αναγνωρίσουν ως Βασιλέα τους, έστω και χωρίς να το θέλουν.
Περί των δύο τούτων παρουσιών ο προφήτης Μαλαχίας λέγει: «και εξαίφνης θα έλθη εις τον ναόν αυτού ο Κύριος, ον υμείς ζητείτε». Ιδού η μία παρουσία. Και πάλι περί της δευτέρας παρουσίας λέγει: «Και ο άγγελος της διαθήκης ον υμείς θέλετε. Ιδού έρχεται Κύριος Παντοκράτωρ, και τις υπομενεί ημέραν εισόδου αυτού;». Και αμέσως στην συνέχεια λέγει ο ίδιος ο Σωτήρ: «και προσάξω προς υμάς εν κρίσει, και έσομαι μάρτυς ταχύς επί τους μάγους και επί τας μοιχαλίδας και επί τους ομνύοντας τω ονόματί μου επί ψεύδει», και τα λοιπά. Γι’ αυτό ο Παύλος θέλοντας να μας ασφαλίση εκ των προτέρων λέγει: «ει τις εποικοδομεί επί τον θεμέλιον τούτον χρυσόν και άργυρον και λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, εκάστου το έργον φανερόν γενήσεται». Ήδη και ο Παύλος έχει επισημάνει τις δύο αυτές παρουσίες, όταν γράφη προς τον Τίτον και λέγει: επεφάνη η χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις, παιδεύουσα ημάς ίνα, αρνησάμενοι την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας, σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι, προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού». Βλέπεις πώς ανέφερε μεν την πρώτην, για την οποίαν ευχαριστεί, και την δευτέραν, την οποίαν προσδοκούμε; Γι’ αυτό και η πίστις μας, όσον αφορά στο γεγονός αυτό το οποίον σας αναγγέλλουμε τώρα, μας παρεδόθη έτσι, να πιστεύωμε δηλαδή στον «ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθίσαντα εκ δεξιών του Πατρός και ερχόμενον εν δόξη, κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος».
Έρχεται λοιπόν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός από τους ουρανούς, έρχεται δε στην συντέλειαν του κόσμου τούτου ενδόξως, κατά την εσχάτην ημέρα. Διότι θα γίνη συντέλεια του κόσμου τούτου, και ο κτιστός αυτός κόσμος θα ανακαινισθή πάλι. Επειδή δηλαδή επεκράτησε σε όλην την γην η διαφθορά και η κλοπή και η μοιχεία και κάθε είδος αμαρτίας, και συμβαίνουν σε όλον τον κόσμον αιμομιξίες, για να μη μείνη το θαυμαστόν αυτό κατοικητήριον πλήρες ανομίας, ο κόσμος αυτός μέλλει να παρέλθη, για να αναδειχθή ο καλλίτερος. Θέλεις να λάβης την απόδειξιν από τα ρητά της Γραφής; Άκου τον Ησαϊα που λέγει: «και ειληθήσεται ως βιβλίον ο ουρανός, και τα άστρα πεσείται ως φύλλα εξ αμπέλου, και ως πίπτει φύλλα από συκής». Και το Ευαγγέλιον λέγει: «ο ήλιος σκοτισθήσεται, και η σελήνη ου δώσει το φέγγος αυτής, και οι αστέρες πεσούνται από του ουρανού». Ας μη λυπούμεθα σαν να πεθαίναμε μόνον εμείς. Και οι αστέρες θα αποθάνουν, αλλά θα ξαναγίνουν πάλιν όπως είναι τώρα. Και θα περιτυλίξη ο Κύριος τους ουρανούς όχι για να τους καταστρέψη, αλλά για να τους ανανεώση, να τους κάμη καλλιτέρους. Άκου τον Προφήτην Δαβίδ που λέγει: «κατ’ αρχάς Συ, Κύριε, την γην εθεμελίωσας και έργα των χειρών σου εισίν οι ουρανοί. Αυτοί απολούνται, Σύ δε διαμένεις». Αλλά θα ειπή κάποιος. Κοίτα, το λέγει σαφώς ότι απολούνται, θα καταστραφούν. Άκου πώς εννοεί το «απολούνται», το λέγει στην συνέχεια: «και πάντες ως ιμάτιον παλαιωθήσονται, και ωσεί περιβόλαιον (σαν επανωφόρι δηλαδή) ελίξεις αυτούς, και αλλαγήσονται». Όπως λέγεται ότι ο δίκαιος απέθανε, σύμφωνα με το γραφικόν. «Ίδετε ως ο δίκαιος απώλετο, και ουδείς εκδέχεται τη καρδία», και αυτό επειδή προσδοκούμε την Ανάσταση. Κατ’ ανάλογον τρόπο προσδοκούμε και ανάσταση των ουρανών. «Ο ήλιος μεταστραφήσεται εις σκότος, και η σελήνη εις αίμα». Ας διδαχθούν αυτοί που επέστρεψαν από την αίρεση των Μανιχαίων, και ας μη θεοποιούν πλέον τα φωτεινά σώματα του ουρανού, ούτε να θεωρούν δυσσεβώς ότι ο ήλιος αυτός που μέλλει να σκοτισθή είναι ο Χριστός. Και πάλιν άκου τον Κύριο που λέγει: «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν». Τα κτίσματα δηλαδή δεν είναι ισότιμα με τους λόγους του Δεσπότου…
Αναμένουμε λοιπόν όντως και προσδοκούμε τον Κύριον ερχόμενον από τους ουρανούς, επάνω σε νεφέλες. Θα ηχήσουν τότε σάλπιγγες αγγελικές. Πρώτοι θα αναστηθούν όσοι από τους νεκρούς έχουν κοινωνίαν με τον Χριστόν. Έπειτα αρπάζονται σε νεφέλες όσοι ευλαβείς θα ζουν τότε, λαμβάνοντας ως έπαθλο την τιμήν αυτήν η οποία υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα, επειδή και ηγωνίσθησαν υπεράνθρωπα, όπως λέγει ο Παύλος. «Ότι αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ’ ουρανού, και οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον. Έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι, άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις, εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα».
Την εγνώριζεν αυτήν την Παρουσίαν του Κυρίου ο Εκκλησιαστής, όταν έλεγε: «ευφραίνου, νεανίσκε, εν νεότητί σου». Και τι θα γίνη όταν έλθη ο Κύριος; «Ανθήσει το αμύγδαλον και παχυνθήσεται η ακρίς, και διασκεδασθήσεται η κάππαρις». Όπως μάλιστα λέγουν οι ερμηνευταί, η ανθισμένη αμυγδαλιά σημαίνει ότι ο χειμών παρήλθε. Μετά δε τον χειμώνα μέλλουν να ανθήσουν τα σώματά μας, να γίνουν άνθη επουράνια. Και θα παχυνθή η ακρίς, η πτερωτή ψυχή, περιβαλλομένη το σώμα της. «Και διασκεδασθήσεται η κάππαρις», θα διασκορπισθούν δηλαδή οι ακανθώδεις παράνομοι.
Βλέπεις ότι όλοι προλέγουν την Παρουσίαν του Κυρίου; Βλέπεις ότι γνωρίζουν την φωνήν του σπουργίτη; Ποίαν φωνήν; Ας ιδούμε: «Ότι αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ’ ουρανού». Αρχάγγελος απευθύνεται σε όλους και λέγει: «εγείρεσθε εις απάντησιν του Κυρίου», και θα είναι φοβερά η κάθοδος του Δεσπότου. Και σύμφωνα με την Γραφήν που έχουμε αναγνώσει, «ο Υιός του ανθρώπου έρχεται προς τον Πατέρα επί των νεφελών του ουρανού, ποταμού πυρός έλκοντος», ο οποίος δοκιμάζει τους ανθρώπους. Όποιος έχει έργα χρυσά, γίνεται λαμπρότερος. Όποιος έχει έργα σαθρά, τα οποία δεν αντέχουν στην δοκιμήν, αφανίζονται από το πυρ. Και ο Πατήρ «καθέζεται, έχων το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και την τρίχα της κεφαλής ως έριον καθαρόν». Βεβαίως εδώ ομιλεί ανθρωπίνως. Τι εννοεί δηλαδή; Ότι είναι Βασιλεύς εκείνων που δεν εμολύνθησαν από αμαρτίες. Διότι λέγει «λευκανώ τας αμαρτίας υμών ως χιόνα και ωσεί έριον», που συμβολίζουν εδώ την συγχώρηση των αμαρτιών ή και την αναμαρτησίαν. Έρχεται δε ο Κύριος από τους ουρανούς επάνω σε νεφέλες, αφού με νεφέλες ανέβη εκεί...
Αλλά ποίον θα είναι το σημείον της Παρουσίας αυτού, ώστε να μην τολμήση κάποια εναντία δύναμις να το μιμηθή; «Και τότε», λέγει, «φανήσεται το σημείον του Υιού του ανθρώπου εν τω ουρανώ». Και το αληθές και διακριτικόν σημείον του Χριστού είναι ο σταυρός. Το φωτοειδές σημείον του σταυρού προηγείται του Βασιλέως, αναγγέλλοντας αυτόν ο οποίος είχε τότε σταυρωθεί, ώστε να τον ιδούν οι Ιουδαίοι οι οποίοι τότε τον είχαν κεντήσει στην πλευράν και είχαν συνωμοτήσει εναντίον του. Να θρηνήσουν πικρώς κάθε φυλή χωριστά, και να ειπούν: Αυτός είναι εκείνος που εραπίσθη, αυτός είναι εκείνος τον οποίον περιέβαλλαν με δεσμά, αυτός είναι εκείνος τον οποίον εξηυτέλισαν, αφού πρώτα τον εσταύρωσαν. Και θα ειπούν τότε: Πού να πάμε για να αποφύγωμε την οργήν σου; Αλλά από πουθενά δεν θα ημπορέσουν να ξεφύγουν, αφού θα τους έχουν περικυκλώσει οι στρατιές των αγγέλων. Φόβητρον θα είναι το σημείον του σταυρού για τους εχθρούς του, και χαρά για τους φίλους του, οι οποίοι επίστευσαν σ’ αυτόν ή τον εκήρυξαν ή έπαθαν γι’ αυτόν. Ποίος άραγε θα είναι μακάριος να ευρεθή τότε φίλος του Χριστού; Δεν καταφρονεί τους δούλους τους ιδικούς του ο τόσον ένδοξος Βασιλεύς, αυτός που περιστοιχίζεται από αγγέλους, ο σύνθρονος με τον Πατέρα. Και για να μην αναμιχθούν οι εκλεκτοί με τους εχθρούς, «αποστελεί τους αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος μεγάλης, και επισυνάξει τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων». Αφού δεν κατεφρόνησε τον Λώτ, που ήταν ένας, πώς είναι δυνατόν να καταφρονήση τους πολλούς δικαίους; «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου», θα ειπή προς εκείνους που θα επιβαίνουν σε νεφελώδη άρματα, και οι οποίοι θα έχουν συναχθή από τους αγγέλους.
Αλλά θα ειπή κάποιος από τους παρόντες. Είμαι πτωχός, ή θα συμβή τότε να ευρεθώ ασθενής στο κρεββάτι, ή είμαι γυναίκα και θα ευρίσκωμαι εκείνην την ώρα στον μύλο. Μήπως θα περιφρονηθούμε; Έχε θάρρος, άνθρωπέ μου. Ο Κριτής είναι απροσωπόληπτος. «Ου κατά την δόξαν κρινεί, ουδέ κατά την λαλιάν ελέγξει». Δεν προτιμά τους λογίους από τους απαιδεύτους, ούτε τους πλουσίους από τους πτωχούς. Και στον αγρόν αν είσαι, θα σε παραλάβουν οι άγγελοι. Μη νομίσης ότι θα πάρη τους γαιοκτήμονες και εσέ που είσαι γεωργός θα σε αφήση. Και αν είσαι δούλος ή πτωχός, μην αγωνιάς. Αυτός που έλαβε μορφήν δούλου δεν καταφρονεί τους δούλους. Και αν είσαι στο κρεββάτι ασθενής, έχει γραφή: «Τότε δυο έσονται επί κλίνης μιάς, εις παραλαμβάνεται, και εις αφίεται». Και αν κατ’ ανάγκην ευρεθής να εργάζεσαι στον μύλον, άνδρας η γυναίκα, και αν φορής χειροπέδες, δεν θα σε παραβλέψη αυτός που ηλευθέρωσε τον Ιωσήφ και τον οδήγησε από την δουλεία και την φυλακή στην βασιλείαν. Θα λυτρώση και σε από τις θλίψεις και θα σου χαρίση την Βασιλείαν των Ουρανών. Μόνον να έχης θάρρος, μόνον να εργασθής πνευματικώς, μόνον να αγωνισθής προθύμως. Επειδή τίποτε δεν πάει χαμένο. Κάθε σου προσευχή και ψαλμωδία έχει καταγραφεί. Κάθε σου ελεημοσύνη έχει καταγραφεί, κάθε νηστεία έχει καταγραφεί, κάθε γάμος που διεφυλάχθη καλώς έχει καταγραφεί. Έχει καταγραφεί και η εγκράτεια που έγινε για τον Θεόν. Τα πρωτεία δε των στεφάνων μεταξύ όλων των καταγεγραμμένων τα έχει η παρθενία και η αγνότης. Και μέλλεις να λάμπης ως άγγελος. Αλλά όπως ήκουσες ευχαρίστως τα καλά, άκου τώρα με ψυχραιμία και τα αντίθετα. Έχει καταγραφεί κάθε σου πλεονεξία, έχει καταγραφεί κάθε σου πορνεία, έχει καταγραφεί κάθε σου επιορκία και βλασφημία και μαγεία και κλοπή και φόνος. Όλα αυτά λοιπόν είναι καταγεγραμμένα, όσα έχεις πράξει μετά το βάπτισμα. Διότι αυτά που είχες κάμει προηγουμένως εξαλείφονται.
«Όταν δε έλθη», λέγει, «ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού, και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού». Βλέπε, άνθρωπε, ενώπιον πόσων θα εμφανισθής στο κριτήριον. Θα είναι τότε παρόν όλο το γένος των ανθρώπων. Αναλογίσου λοιπόν πόση είναι η φυλή των Ρωμαίων, αναλογίσου πόσοι είναι οι άλλοι, οι βάρβαροι οι οποίοι ζουν τώρα και πόσοι έχουν ταφεί τα τελευταία εκατό χρόνια. Πόσοι ετάφησαν μέσα σε χίλια χρόνια. Αναλογίσου πόσοι είναι από τον Αδάμ μέχρι σήμερα. Μεγάλο πλήθος βέβαια, αλλά και πάλι μικρόν είναι, διότι οι άγγελοι είναι περισσότεροι. Εκείνοι είναι τα ενενήντα εννέα πρόβατα, η δε ανθρωπότης μόνον το ένα. Διότι ανάλογα με το μέγεθος όλων των τόπων πρέπει να υπολογίζωμε και το πλήθος των κατοίκων τους. Η κατοικουμένη γη, ευρισκομένη κατά κάποιον τρόπον στο κέντρον του ενός ουρανού, έχει τόσον μεγάλο πλήθος. Ο ουρανός που την περιβάλλει πόσον πλήθος έχει; Και οι ουρανοί των ουρανών δεν είναι αυτονόητον ότι κατοικούνται από πλήθος αναρίθμητον; Πράγματι έχει γραφή: «χίλιαι χιλιάδες ελειτούργουν αυτώ και μύριαι μυριάδες παρειστήκεσαν αυτώ». Όχι ότι είναι τόσο μόνο το πλήθος, αλλά επειδή ο Προφήτης δεν ημπορούσε να εκφράση μεγαλύτερον αριθμόν. Παρευρίσκεται λοιπόν τότε στο κριτήριον ο Θεός και Πατήρ των απάντων, μαζί του θα κάθηται ο Ιησούς Χριστός, θα είναι δε παρόν και το Αγιον Πνεύμα. Αγγελική σάλπιγγα θα προσκαλέση όλους εμάς, οι οποίοι θα φορούμε ως ένδυμα τα έργα μας. Άραγε δεν οφείλουμε να αγωνιούμε από τώρα; Και μη νομίσης, άνθρωπε, ότι είναι μικρά καταδίκη το να κατακριθής ενώπιον τόσου πλήθους. Μήπως δεν προτιμούμε πολλές φορές να αποθάνωμε παρά να κατηγορηθούμε από φίλους;
Ας έχωμε την αγωνίαν, λοιπόν, αδελφοί, μη μας καταδικάση ο Θεός, ο οποίος, αν πρόκειται να μας καταδικάση, δεν έχει ανάγκην από εξέτασιν ή έλεγχο. Μην ειπής ότι ήταν νύκτα όταν επόρνευσα η έκανα μαγείες η έπραξα κάτι άλλο, και δεν υπήρχε άνθρωπος εκεί. Από την συνείδησή σου κρίνεσαι. Σε αναγκάζει να ειπής την αλήθεια το φοβερόν πρόσωπον του Κριτού, ή μάλλον, και αν δεν την ειπής, σε ελέγχει. Διότι θα αναστηθής φορώντας τις αμαρτίες σου ή τις αρετές σου. Τι λέγει λοιπόν ο Κριτής περί της ενδυμασίας ή μη των έργων σου; «Και συνάξουσιν έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη». Διότι πρέπει τα πάντα να κλίνουν γόνυ ενώπιον του Χριστού, τα επουράνια και τα επίγεια και τα καταχθόνια. «Και αφορίσει αυτούς απ’ αλλήλων, ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων». Πώς διαχωρίζει ο ποιμήν; Μήπως ερευνά κάποιο βιβλίον, να μάθη ποίον είναι πρόβατον, και ποίον ερίφιον; Ή τα διακρίνει από την εμφάνιση; Δεν φανερώνει το μαλλί το πρόβατον, το δε σκληρόν και τριχωτόν το ερίφιον; Έτσι, εάν μεν καθαρισθής τώρα από τις αμαρτίες σου, έχεις στο εξής τις πράξεις σου ως έριον καθαρόν, και η στολή σου μένει αμόλυντος. Από την ενδυμασίαν αναγνωρίζεσαι ότι είσαι πρόβατον, εάν όμως ευρεθής τριχωτός, όπως ο Ησαύ, που ήταν δασύτριχος και ελαφρόμυαλος, και ο οποίος έχασε τα πρωτοτόκια για το φαγητό και επώλησε το αξίωμά του, θα ταχθής με την αριστεράν μερίδα. Μη γένοιτο όμως κάποιος από τους παρόντες να αποβληθή από την χάριν, ούτε εξ αιτίας των φαύλων πράξεών του να ευρεθή στα αριστερά τάγματα των αμαρτωλών.
Είναι αληθώς φοβερά η κρίσις, και προξενούν φόβον αυτά που προαναγγέλλονται. Ευρίσκεται ενώπιόν μας η Βασιλεία των ουρανών, έχει ετοιμασθή και το πυρ το αιώνιον. Πώς, λοιπόν, θα ειπή κάποιος, θα αποφύγωμε το πυρ; Και πώς θα εισέλβωμε στην Βασιλείαν; «Επείνασα», λέγει, «και εδώκατέ μοι φαγείν». Ιδού ο τρόπος. Δεν χρειάζεται αλληγορία εδώ, αλλά να εκτελέσωμε τα λεγόμενα. «Επείνασα και εδώκατέ μοι φαγείν. Εδίψησα και εποτίσατέ με, ξένος ήμην και συνηγαγετέ με. Γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα και επεσκέψασθέ με. Εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με». Εάν τα πράξης αυτά, θα συμβασιλεύσης. Εάν όμως δεν τα πράξης θα κατακριθής. Άρχισε λοιπόν από τώρα να τα εργάζεσαι αυτά, και επίμενε στην πίστη, για να μην αποκλεισθής έξω, αναβάλλοντας να αγοράσης το έλαιον σαν τις μωρές παρθένους. Μην ξεθαρρευθής επειδή απλώς κρατείς την λαμπάδα, αλλά διατήρησέ την αναμμένην. Ας λάμψη το φως των καλών έργων σου ενώπιον των ανθρώπων, και μη βλασφημείται εξ αιτίας σου ο Χριστός. Φόρεσε ένδυμα αφθαρσίας, διαπρέποντας στα καλά έργα, και όποιαν υπόθεσιν αναλάβης κατ’ οικονομίαν από τον Θεόν για να την διαχειρισθής, να την διαχειρισθής με τρόπον χρήσιμο. Σου ενεπιστεύθη χρήματα; Διαχειρίσου τα καλά. Σου ενεπιστεύθη λόγον διδασκαλίας; Καθοδήγησε καλώς τις ψυχές των ακροατών σου. Ημπορείς να προϊστασαι; Κάμε το αυτό με ζήλον. Υπάρχουν πολλοί τρόποι καλής διαχειρίσεως, μόνο να μη καταδικασθή κάποιος από εμάς και να μην αποβληθή, αλλά με παρρησία να συναντήσωμε τον αιώνιον Βασιλέα Χριστόν, ο οποίος βασιλεύει αιωνίως. Πράγματι, αυτός που θα κρίνη ζώντες και νεκρούς θα βασιλεύη αιωνίως, αφού απέθανε προς χάριν ζώντων και νεκρών, όπως λέγει και ο Παύλος. Και αν κάποτε ακούσης κάποιον να λέγη ότι η Βασιλεία του Χριστού έχει τέλος, μίσησε την αίρεση. Είναι άλλη μία κεφαλή του δράκοντος, που ενεφανίσθη τώρα τελευταία στην Γαλατίαν… Αν και έχω πάρα πολλές μαρτυρίες από τις Θείες Γραφές περί της ατελευτήτου στους αιώνες Βασιλείας του Χριστού, θα αρκεσθώ σ’ αυτά, επειδή είπαμε πολλά σήμερα. Συ δε ο ακροατής να προσκυνής μόνον εκείνον ως Βασιλέα, αποφεύγοντας κάθε αιρετικήν πλάνην. Και αν επιτρέψη η χάρις του Θεού, θα ειπούμε με τον καιρό και τα υπόλοιπα της πίστεώς μας. Είθε ο Θεός των όλων να σας διαφυλάξη όλους, ώστε να διατηρήτε στην μνήμην σας τα σημεία της συντελείας του κόσμου, και να μείνετε ακατανίκητοι από τον Αντίχριστον. Έμαθες τα σημεία του πλάνου που πρόκειται να έλθη. Έλαβες τις αποδείξεις του αληθινού Χριστού, του κατερχομένου φανερώς από τους ουρανούς. Τον μεν ένα, τον ψευδή, απόφευγέ τον. Τον δε άλλον τον αληθινόν, προσδόκα τον. Έμαθες τον τρόπον πώς στην Κρίσιν θα καταταγής εκ δεξιών του. Τήρησε αυτά που σου ενεπιστεύθη ως παρακαταθήκην ο Χριστός, διαπρέποντας σε έργα αγαθά, ώστε να παρουσιασθής με παρρησίαν ενώπιον του Κριτού, και να κληρονομήσεις την Βασιλείαν των Ουρανών, δι’ ου και μεθ’ ου η δόξα τω Θεώ συν αγίω Πνεύματι, εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.
Πηγή: (4ος αιών. Από την ιε΄ Κατήχησι Φωτιζομένων. Εκδ. "Ετοιμασία" σελ. 304. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 473 και εξής. Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς), Η άλλη όψη
Ήμουν μικρό παιδάκι στο χωριό μου, που τότε είχε πολλούς κατοίκους, 3.000 ανθρώπους - και τώρα πια δεν έχει ούτε 400. Οι γονείς μας κι όλοι οι μεγαλύτεροι είχαν πάει στον πόλεμο της Μικράς Ασίας. Πολέμησαν με ανδρεία έφτασαν μέχρι την Άγκυρα. Αλλά μετά, καταστροφή! Απ’ τους 200 που είχαν φύγει από το χωριό μας, μόνο 30 επέστρεψαν. Δυστυχία… Κλαίγαμε, όλο το χωριό θρηνούσε για τους σκοτωμένους και τους αιχμαλώτους· μια βδομάδα δε φάγαμε, ψωμί δε βάλαμε στο στόμα. Κάθισαν έξω από την εκκλησία οι στρατιώτες με τα κουρελιασμένα ρούχα τους, ξυπόλητοι, με τα πόδια τους πρισμένα, τα μάτια κόκκινα, κλαμένοι. Και ρωτούσαν οι γέροι· -Ρε παιδιά, πώς το πάθαμε; γιατί αυτή η συμφορά; Ο ένας έλεγε· -Φταίνε οι Ρώσοι. Ο άλλος έλεγε· -Φταίνε οι Άγγλοι. Άλλοι έλεγαν· -Φταίνε οι Ιταλοί… Ένας λοχίας, που πολεμώντας έφτασε ως την Άγκυρα κι είχε αριστεία ανδρείας, λέει· -Παιδιά, δε φταίνε ούτε οι Ρώσοι ούτε οι Γάλλοι ούτε οι Άγγλοι…. Εμείς φταίμε· από την ώρα που πατήσαμε στη Σμύρνη μέχρι που φθάσαμε στην Άγκυρα, βλαστημούσαμε το Θεό και την Παναγιά! Μας έφαγαν οι βλαστήμιες….
Στην πραγματικότητα μας άξιζαν ακόμη μεγαλύτερες τιμωρίες. Αν ήθελε ο Θεός, έλεγε στον ήλιο, Φύγε μακριά, να γίνη η γη κρύσταλλο· ή, Ζύγωσε στη γη, να την κάνεις κάρβουνο. Μας ανέχεται η άπειρος αγάπη του. Κανείς δε μας αγαπάει όπως ο Χριστός.
* * *
Τα δαιμόνια, αγαπητοί μου, δεν τολμούν να πουν λόγο κακό για τον Κύριο, τρέμουν. Κι ο άνθρωπος τι κάνει; Βλαστημάει· ανοίγει το στόμα του και βγάζει φαρμάκι, λάσπη, ακαθαρσία. Βλαστημάει τα θεία· το Θεό, το Χριστό, την Παναγία, το σταυρό, τους αγίους, τα καντήλια, τις κολυμπήθρες, τα πάντα. Ο άνθρωπος γίνεται χειρότερος κι από το διάβολο. Γιατί ο διάβολος πολλά κάνει, αλλά ένα αμάρτημα δεν το κάνει· στα τόσες χιλιάδες χρόνια της ηλικίας του ως τώρα, δε βλαστημάει. Τρέμει.
* * *
Δεν είμαι προφήτης, αδέλφια μου, είμαι αμαρτωλός σαν εσάς· αλλά φοβάμαι. Σας το λέω και γράψτε το. Εάν δεν ληφθούν μέτρα να πάψη η βλαστήμια στα γιαπιά, στα σχολειά, στα μαγαζιά, στα καράβια, στο στρατό, παντού, εάν δεν ληφθούν δρακόντεια μέτρα ώστε το όνομα του Χριστού μας να είνε σεβαστό και άγιο, καμμιά νύχτα θα γίνη κανένας σεισμός χειρότερος από τους προηγουμένους, και δεν θα μείνη «λίθος επί λίθον» (πρβλ. Ματθ. 24, 2) επάνω στην αμαρτωλή αυτή γη, που δεν υπάρχει ούτε ένας να διεκδικήση την τιμή του ονόματος του Θεού!
Γι’ αυτό, αδελφοί μου, να προσπαθήσουμε να εξαλειφθή η βλαστήμια, και μέρα-νύχτα να ευχαριστουμε και να δοξάζουμε το Θεό, που είνε αγάπη, αγάπη μεγάλη και απέραντος. Δόξα στο Θεό· δόξα στην αγία Τριάδα, στον Πατέρα και στον Υιό και στο άγιο Πνεύμα, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.
† επίσκοπος Αυγουστίνος
(απομαγνητοφωνημένη ομιλία)
Το Άγιον Όρος χριστιανοί μου είναι αυτό, που με το έμψυχο υλικό του συνεχίζει την παράδοση της νοεράς ησυχίας, της νοεράς καρδιακής προσευχής. Είναι αυτό που ανέδειξε στα χίλια χρόνια της ιστορικής πορείας του, αναρίθμητες οσιακές μορφές. Και πιστεύω πως όλοι αυτοί υπήρξαν η μεγαλυτέρα προσφορά στη ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όχι μόνον στην πατρίδα μας, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Πολλοί απ’ αυτούς τους οσίους μοναχούς, αναχωρητάς, ερημίτας και ησυχαστάς, έγιναν γνωστοί και ευμενώς αποδεκτοί ως άγιοι, και από μας που ζούμε ως λαϊκοί μέσα στον κόσμο, και γενικά από το πλήρωμα της Εκκλησίας. Πολλοί από αυτούς ανεγνωρίσθησαν και ως Άγιοι.
Άλλοι πάλι, και αυτοί ήσαν οι περισσότεροι, θέλησαν να παραμείνουν στην αφάνεια, ακόμα και μετά τον οσιακό θάνατό τους. Και αυτό το κατόρθωσαν με πολύ κόπο και με την βοήθεια του Θεού.
Ο αληθινός Αγιορείτης μοναχός με τη βοήθεια κυρίως της νοεράς νηπτικής εργασίας του και με το πτωχό κομποσχοινάκι του και με τον κανόνα του, προσπαθεί με πολλή επιμέλεια να ζήσει στην αφάνεια. Δεν επιζητεί καμιά αναγνώριση σ’ αυτήν την ζωή. Και μερικές φορές εν Αγίω Πνεύματι μπορεί ακόμα να κάμει και τον σαλό για να αποφύγει τιμές και δόξα.
Μέσα στην αφάνεια έζησε και ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, άνθρωπος της πολλής νοεράς προσευχής. Μέγας στα μάτια του Αγίου Θεού, για την κρυπτή του νηπτική εργασία στη θεωρία της καρδιακής προσευχής, της πολλής αγάπης και του συντετριμμένου πνεύματος.
Μετά το θάνατό του όμως και την παρουσίαση της όλης του οσιακής ασκητικής ζωής του, και της γραπτές του από τον μακαριστό γέροντα Σωφρόνιο του Έσσεξ, απεδείχθηκε η οσιότητά του και η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο.
Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τον Άγιο γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή, τον πνευματικό μου παππού, τον Αγιορείτη αυτό μοναχό που έζησε σαράντα περίπου χρόνια στο Άγιον Όρος μέσα στην αφάνεια. Μετά από είκοσι περίπου χρόνια από της κοιμήσεώς του, δημοσιεύονται αρκετές επιστολές του, απ’ αυτές που διεσώθησαν, διότι πολλές έχουν χαθεί ή καταστραφεί. Όπως επίσης διασώζονται δώδεκα ή δεκατρείς επιστολές, προς κάποιον ερημίτη μοναχό, και τέλος η «Δωδεκάφωνος Σάλπιγξ» που περιέχει ιαματικά βότανα της ψυχής, λίαν ωφέλιμα για όλους εκείνους που επιθυμούν να σωθούν δια μέσου της νοεράς ησυχίας και ασκήσεως.
Ταυτόχρονα δημοσιεύεται και η ζωή του, με τα μέχρι τότε γνωστά στοιχεία και έτσι έγινε γνωστή όχι μόνον η σκληρή ασκητική ζωή του, αλλά και η νηπτική διδασκαλία του για την νοερά καρδιακή προσευχή αλλά και την αποκαλυφθείσα στον ίδιον από την Παναγία η ακριβής ημερομηνία του οσιακού του τέλους.
Ο οσιότατος γέροντας Ιωσήφ, κατά κόσμον Φραγκίσκος Κοτής, γεννήθηκε στο χωριό Λεύκες, στο νησί της Πάρου το 1898. Οι γονείς του Γεώργιος και Μαρία ήσαν άνθρωποι απλοϊκοί αλλά θεοσεβείς και με πολλή ευλάβεια. Και όπως φαίνεται ήταν προορισμένος από την κοιλιά της μάνας του να γίνει όχι μόνον μαθητής, μοναχός, του Χριστού, αλλά στρατηγός Του. Που θα έμπαινε πρώτος στη μάχη κατά του κακού και του διαβόλου, αλλά και διδάσκαλος της νοεράς προσευχής, διάδοχος της νηπτικής παραδόσεως και πατέρας χιλιάδων τέκνων.
Το ότι ήτο εκ κοιλίας μητρός προορισμένος γι’ αυτό το μεγάλο έργο, μας το διηγείται η ίδια η μητέρα του με ένα αποκαλυπτικό όραμα.
«Όταν γέννησα τον μικρόν Φραγκίσκον», λέγει, «και ήμουν ακόμα στο κρεβάτι ασαράντιστη με το μωρό δίπλα μου φασκιωμένο, είδα να ανοίγει η στέγη του σπιτιού μας και να κατεβαίνει ανάλαφρα ένας ολόλαμπρος άγγελος Κυρίου, ιεροπρεπής και ολοφώτεινος, και ήταν τόση μεγάλη η λάμψις του, που μόλις μπορούσα μετά βίας να τον αντικρύσω. Κατέβηκε λοιπόν ο άγγελος και στάθηκε δίπλα από το μωρό. Άρχισε να το ξεσκεπάζει με σκοπό, όπως φάνηκε για να το πάρει. Αμέσως διαμαρτυρήθηκα με αγωνία λέγοντας,
– Τι πάς να κάνεις εκεί, θα μου πάρεις το μωρό;
– Τον έχουμε γραμμένο εδώ! μου απαντά και μου δείχνει έναν κατάλογο με ονόματα μοναχών. Είναι γραμμένος στο τάγμα των αγγέλων. Κατάλαβα, ηρέμησα και γαλήνεψε η ψυχή μου. Πήρε το μωρό, τον μικρό Φραγκίσκο, και στη θέση του άφησε ένα πολύτιμο κόσμημα σε σχήμα Σταυρού. Μετά συνήλθα και όλα ήσαν κανονικά.
Από τότε πίστευω», κατέληξε η μητέρα του, ότι το παιδί μου αυτό μια μέρα θα εγίνετο μοναχός, και μάλιστα βεβαιώθηκα όταν μου χάρισαν ένα χρυσάκτινο Σταυρό».
Κατά λέξη αυτά από τη μητέρα του.
Το οσιότατο γέροντα Ιωσήφ τον γέννησε το νησί της Πάρου, αλλά τον αναγέννησε το Άγιον Όρος. Τον μεταμόρφωσε, τον δόξασε, τον θέωσε, ύστερα από μια φοβερή μαρτυρική ασκητική πορεία καθάρσεως από τα ψεκτά πάθη. Και παρόλο που ήτο αγνός και αμόλυντος, όπως εξήλθε, όπως βγήκε από την κολυμβήθρα του Αγίου Βαπτίσματος, εν τούτοις βασανίστηκε απ’ τον πόλεμο της σαρκός, με τέτοια μανία και λύσσα από τον διάβολο, που κανένα ανθρώπινο χέρι και καμιά ανθρώπινη γλώσσα δεν μπορεί να περιγράψει.
Ο οσιότατος γέροντας, ο τότε Φραγκίσκος, παρέμεινε μέχρι της εφηβικής του ηλικίας κοντά στην οικογένειά του, και την βοηθούσε ποικιλοτρόπως. Στα δεκαοκτώ του όμως χρόνια φεύγει απ’ την Πάρο και έρχεται στον Πειραιά, και γίνεται εργάτης στα μεταλλεία του Λαυρίου μέχρι της στρατεύσεώς του στο Πολεμικό Ναυτικό.
Όταν αποστρατεύτηκε ασχολήθηκε με το εμπόριον με κέντρο την Αθήνα ως μικροπωλητής. Έτσι περιερχόταν στις διάφορες εμποροπανηγύρεις για να πωλεί την πραμάτειά του με απόλυτη δικαιοσύνη.
Κάποτε βρέθηκε και στο πανηγύρι της Παναγίας της Τήνου αλλά παρέμεινε άπραγος. Πώληση σχεδόν μηδενική. Και τότε ξεπήδησε ένα μικρό παράπονο.
– Δεν με λυπάσαι Θεέ μου;
Το βράδυ όμως στον ύπνο του βλέπει κάποιον υπερφυώς λάμποντα και απαστράπτοντα να τον ερωτά.
– Ποιος είμαι Φραγκίσκε;
– Δε σε γνωρίζω Κύριε …;
– Πώς δε με γνωρίζεις, αφού για μένα μέρα νύχτα φλογίζεται από αγάπη η καρδιά σου; Εγώ είμαι ο Σωτήρ του κόσμου. Το φώς και η ζωή. Από τώρα και στο εξής δεν θέλω να εμπορεύεσαι εδώ τα γήινα και τα ψεύτικα, αλλά να εμπορεύεσαι ψυχές. Θα πάς εκεί όπου δε βγαίνουν όσοι δεν θέλω εγώ, από κείνον το στρατό.
Ξύπνησε γεμάτος χαρά, ευτυχία, και πολύ ανάλαφρος. Ύστερα από λίγες μέρες πήγε στον Πνευματικό του και του διηγήθηκε όσα είδε και απήλαυσε στον ύπνο του, και πώς το Θεϊκό Φώς φώτισε το νου και την καρδιά του, και με ποιο παράδοξο τρόπο ξεδιάλυνε από τότε νοήματα και λογισμούς. Και ο διακριτικός πνευματικός εκείνης της εποχής του λέγει αμέσως
– Είσαι για το Άγιον Όρος.
– Και την οικογένειά μου στην Πάρο με τις τόσες υποχρεώσεις;
– Άφησέ τους. Αυτοί ξεφτούρησαν. Έβγαλαν δηλαδή φτερά. Μπορούν πλέον από μόνοι τους να τα καταφέρουν στη ζωή.
Θα έφευγε ασφαλώς ενωρίτερα, αν δεν εμποδίζετο κατά συνείδησιν από τις υποχρεώσεις που είχε, ιδίως της αποκαταστάσεως της άγαμης αδελφής του. Έτσι από τότε ήτο διαρκώς συλλογισμένος και λυπημένος.
– Πώς είσαι έτσι λυπημένος και άκεφος, τον ρώτησαν η σπιτονοικοκυρά του εκεί με τα παιδιά της.
– Πώς να είμαι; Δεν έχω όρεξη για τίποτα.
Τότε εκείνη του έδωσε το βιβλίον «Νέο Εκλόγιον» με βίους Αγίων Ασκητών, και άλλα ψυχωφελή φυλλάδια κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή, από τα οποία όταν τα διάβασε αισθάνθηκε πνευματική αλλοίωση, από την ενέργεια της Θείας Χάριτος. Οι βίοι των μεγάλων ασκητών έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να μονάσει. Έτσι άρχισε σιγά σιγά να εφαρμόζει όσα διάβαζε στους βίους των οσίων ασκητών με το να νηστεύει ανά δύο ημέρες, να κάμει τον στυλίτη, και να ασκητεύει πάνω στα δένδρα, στα χιονισμένα βουνά της Πεντέλης. Έκαμε δε και προσκυνηματικά ταξίδια, για να τονωθεί η πίστις του και να ευλογηθεί η μελλοντική του αποταγή του στο Άγιον Όρος.
Η ψυχική του ωφέλεια ήταν πολύ μεγάλη όταν επισκεύτηκε τον Άγιο Γεράσιμο στην Κεφαλονιά. Εκεί, από άκρα ταπείνωση, προσποιείται τον δαιμονισμένον. Και έτσι τον συγκαταλέγουν μεταξύ των ενεργουμένων υπό των ακαθάρτων πνευμάτων. Προς όλους αυτούς κάθε μέρα, πρωί και απόγευμα, ο εφημέριος της μονής, διάβαζε τους εξορκισμούς του Μεγάλου Βασιλείου. Ο Φραγκίσκος, που ράγιζε η καρδιά του από τη συμπόνοια, τους προέτρεπε να κάμουν όλοι μαζί μεγάλες στρωτές μετάνοιες φωνάζοντας «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον» ή «Άγιε Γεράσιμε βοήθησε μας, σώσε μας» και άλλα πολλά. Οι δαιμονισμένοι όμως αντί για τις στρωτές μετάνοιες, ξάπλωναν κάτω, και με μια χαρακτηριστική κίνηση τίναζαν το αριστερό τους πόδι προς τα πίσω, φανερώνοντας έτσι την δαιμονική τους ανυποταξία και την πλαστή μετάνοια.
Βλέποντας ο Φραγκίσκος τις διαβολικές τους αναποδιές, τους φώναξε λέγοντας,
– Τι είναι αυτά που κάνετε; Δεν γίνονται έτσι οι μετάνοιες..
– Αυτές είναι μετάνοιες με ουρά. Και με το τίναγμα του ποδιού μας, τις στέλνουμε στο δικό μας αρχηγό, απάντησαν.
Άρα λοιπόν, κάνει και ο δαίμονας τις δικές του μετάνοιες. Έφριξε ο καημένος ο Φραγκίσκος ακούγοντας αυτά, και άλλα παρόμοια μαζί με τις βλαστήμιες τους, κατενόησε και πόνεσε για το φοβερό δράμα των δυστυχισμένων αυτών υπάρξεων, και τους περιέβαλε με περισσότερη αγάπη.
Όταν ξαναήλθε ο εφημέριος και διάβασε τους εξορκισμούς, είδε τη διαφορά που είχε ο Φραγκίσκος από το σύνολο των δαιμονισμένων, και αμέσως έδωσε εντολή στους επιτρόπους να τον απομακρύνουν από κοντά τους διότι ήτο υγιέστατος.
Ο Φραγκίσκος όμως κινήθηκε από πολλή αγάπη και ευσπλαχνία προς τα δυστυχισμένα αυτά πλάσματα που εβασανίζοντο από λεγεώνες δαιμόνων, η θεϊκή όμως αυτή συμπαράστασις, κινήθηκε αυθόρμητα και μέσα από την καρδιά του, μέσα από τα σπλάχνα του, και είχε τέτοιο βάθος ταπεινώσεως, που δεν θα μπορέσουμε ποτέ εμείς να το καταλάβουμε με τα νερόβραστα μυαλά που διαθέτουμε.
Εν τω μεταξύ επέστρεψε στον Πειραιά, και συνέχισε μαζί με τις μικροδουλειές, να ασκείται στη νηστεία με ένα λουκούμι, ή και μισό την ημέρα, και με ολονύχτιες αγρυπνίες, πάνω στα δένδρα ή σε τρύπες, στα βουνά της Πεντέλης, χειμώνα καλοκαίρι.
Την τελική του απόφαση για το Άγιον Όρος, την πήρε ύστερα από το ακόλουθο όραμα.
Ένα βράδυ, γράφει, είδα στον ύπνο μου ότι περνούσα από τα βασιλικά ανάκτορα, και αμέσως μ’ άρπαξαν δυο αξιωματικοί της ανακτορικής φρουράς, και με ανέβασαν στο παλάτι. Δεν κατάλαβα τον λόγο, γι’ αυτό και διαμαρτυρήθηκα. Τότε μου αποκρίθηκαν με καλοσύνη, να μη φοβάμαι. Αλλά να ανέβω διότι είναι αυτό το θέλημα του Βασιλέως. Ανεβήκαμε λοιπόν σε ένα υπέροχο ανάκτορο, ανώτερο από κάθε τι επίγειο. Μου φόρεσαν μια ολόλευκη ωραιότατη και πολύτιμη στολή και μου είπαν:
– Από δω και μπρός θα υπηρετείς εδώ.
Και μετά με πήγαν να προσκυνήσω τον Βασιλιά. Ξύπνησα αμέσως. Και αυτά που είδα και άκουσα χαράχτηκαν πολύ βαθειά μέσα στην καρδιά μου. Και δεν μπορούσα να σκεφτώ ή να κάνω τίποτε άλλο. Σταμάτησα τις εργασίες μου και έμεινα σκεπτικός. Άκουγα ζωντανά μέσα μου να επαναλαμβάνεται διαρκώς η εντολή. «Από τώρα και εμπρός θα υπηρετείς εδώ». Όλη μου η κατάστασις εσωτερικά και εξωτερικά άλλαξε. Μέρα νύχτα με κατέτρωγαν τα σπλάχνα μου, το μυαλό και την καρδιά μου η θεϊκή εντολή «από τώρα και εμπρός θα υπηρετείς εδώ».
Επιτέλους έφτασε η ώρα. Σε μια ώριμη ηλικία μεταξύ εικοσιτριών και ειστεσιτεσσάρων ετών, άλλοι λεν και εικοσιπέντε, αποφασίζει οριστικά για να φύγει για το Άγιον Όρος. Αυτό συνέβη με τα 1920 με ’22.
Προηγουμένως φρόντισε να αποκαταστήσει την αδελφή του, μοίρασε τη μικρή περιουσία που είχε κάμει σε διάφορες ελεημοσύνες, και γεμάτος φλόγα για μια ζωή αγγελική και άυλη, φτάνει στο περιβόλι της Παναγίας, για να ζήσει την τελειοτάτη μοναχική ζωή. Μια ζωή όπως την είχε διαβάσει όμως στα βιβλία με τους βίους των οσίων ασκητών, πούχαν μονόδρομο την άυλη πορεία τους μέσα στον Αθωνικό Παράδεισο τρώγοντας όπως πίστευε μια φορά την εβδομάδα και αυτό μόνο λάχανο. Η δική του όμως μοναχική ζωή, ήταν μια ζωή συνεχούς προσευχής, σκληρών ασκήσεων και κακοπαθειών, με ελάχιστον ύπνον και ποτέ στο κρεβάτι. Και τρώγοντας πάντοτε μία φορά ανά δύο μέρες. Και αυτό είναι αλήθεια, όπως θα το δούμε και παρακάτω.
Πρωτοσταθμεύει στις Καρυές για λίγες ημέρες, κοντά σε κάποιον μοναχόν Ονούφριον, τον οποίον είχε γνωρίσει στον Πειραιά. Από κει φεύγει, και μ’ έναν τουρβά, ένα ταγάρι στον ώμο, κατευθύνεται προς την έρημο φωνάζοντας το όνομα του Ιησού Χριστού. “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”, “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”. Άρχισε να περιέρχεται τις ιερές μονές, τα ασκητήρια, τα Κατουνάκια, τα Καυσοκαλύβια, τα φρικτά Καρούλια και τας ερήμους για να βρει αυστηρούς ασκητάς, λίαν εγκρατείς και νηστευτάς, που να ήσαν πνευματοφόροι και θεοφόροι, για να του διδάξουν πράξιν και θεωρίαν, όχι μόνο της ουρανοφόρου πνευματικής ζωής, αλλά και την νοεράν προσευχήν.
Όταν ήτο ακόμη στον κόσμο, έτρωγε κάθε δυό μέρες και πάντοτε την ενάτην, πότε μ’ ένα λουκούμι όπως προείπα, και πότε με λίγο παξιμάδι. Τα βουνά της Πεντέλης και τα σπήλαια, γράφει ο ίδιος σε μια του επιστολή, έγνωσάν με ως νυκτοκόρακα, πεινώντα και κλαίοντα και ζητούντα σωθείναι. Δοκιμάζοντας εάν μπορεί να υποφέρει, τους πόνους της σκληράς ασκήσεως τους οποίους και θα υποστεί ως μοναχός πλέον στο Άγιον Όρος. Και αφού γυμνάστηκε και σκληραγωρήθηκε δύο τρία χρόνια, προσευχόμενος με όσες προσευχές έμαθε και κυρίως με την προφορική ευχή, και με πλήθος από δάκρυα, ζητούσε ο Θεός να τον συγχωρέσει που έτρωγε μία φορά ανά δύο μέρες, και όχι το μια φορά εβδομαδιαίως ανά Κυριακή, όπως περιλαμβάνονται, στους βίους των περισσοτέρων αγίων που είχε διαβάσει. Παρόλο που έψαξε, με πολλή επιμέλεια και αγωνία, δε βρήκε μοναχούς ασκητάς και ερημίτας, παρά μόνον το άπαξ εσθίειν, το να τρώγουν δηλαδή μια φορά την ημέρα. Τα δάκρυα και ο πόνος της ψυχής του, μαζί με τις γοερές κραυγές του, ήσαν τόσο πονετικές, που ράγιζαν βράχια και βουνά. Μόνον τα δικά μας κοσμικά μυαλά δεν μπορούν να τα καταλάβουν όλα αυτά. Τα μεγάλα χαρίσματα και οι ουράνιες δωρεές, μαζί με την αδιάλειπτη καρδιακή νοερά προσευχή, δεν πλημμυρίζουν ποτέ την ψυχή αν ο χριστιανός δεν χύσει αίμα για να καθαριστεί από τα πάθη του και να φωτιστεί ο νους του. Οι σπηλιές και τα ασκητήρια ολοκλήρου του Άθωνος, τον υποδέχονται ως επισκέπτην, αδιαλείπτως προσευχόμενον με την ευχή την προφορική, “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”, επαναλαμβάνω μόνον προφορικά, διότι δεν εγνώριζε ακόμα να την λέγει με τον νουν και νοερά. Έψαχνε, έψαχνε, έψαχνε, για να βρει πνευματικόν οδηγόν για να τον διδάξει πρώτα την κάθαρση απ’ τα πάθη και ύστερα ουράνια θεωρία και πράξη.
Επιτέλους, ύστερα από δυό χρόνια φοβερών ταλαιπωριών, και κολυμβήθρας δακρύων, του χάρισε ο Θεός και η Παναγία μας, εντελώς απροσδόκητα, την νοερά καρδιακή προσευχή. Ο οσιότατος, ο τότε Φραγκίσκος, υπήρξε θεοδίδακτος όπως και ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος.
Να πώς το περιγράφει ο ίδιος:
– Είχα συνήθεια κάθε απόγευμα, δυό τρείς ώρες μέσα στην έρημο, όπου μόνο θηρία υπάρχουν, καθόμουν και απαρηγόρητα έκλαιγα, ώσπου εγένετο λάσπη το χώμα από τα δάκρυα. Και με το στόμα έλεγα την ευχή. Δεν εγνώριζα με το νού να την λέγω αλλά παρακαλούσα την Παναγία μας και τον Κύριο, να μου δώσουν την χάρη να την λέγω νοερώς την ευχή, καθώς γράφουν εις την φιλοκαλίαν οι Άγιοι. Καθότι διαβάζοντας εννοούσαν, ότι κάτι υπάρχει, αλλά εγώ δεν το είχα. Και μια μέρα, μ’ έτυχαν πολλοί πειρασμοί. Και όλη την ημέρα φώναζα με μεγάλο μεγάλο πόνο. Και πλέον το βράδυ, δύνοντος του ηλίου κατέπαυσα, νηστικός, μπαϊλντισμένος από τα δάκρυα και τον πόνο. Εκοίταζα την εκκλησία της Μεταμορφώσεως στην κορυφή του Άθωνος, και παρακαλούσα τον Κύριο μαραμένος και καταπληγωμένος. Και από εκεί μου φάνηκε ότι ήρθε μια βιαία πνοή και γέμισε η ψυχή μου άρρητον ευωδίαν. Και ευθύς αμέσως άρχισε η καρδιά μου σα ρολόγι να λέγει νοερώς την ευχή. Ηγέρθην λοιπόν πλήρης χάριτος και απείρου χαράς, και εμβήκα εις το σπήλαιον, και κύψας τη σιαγόνα μου εις το στήθος, άρχισα να λέγω νοερώς την ευχήν. Και μόλις είπον ολίγας φοράς την ευχήν ευθύς ηρπάγην εις θεωρίαν. Και ενώ ήμουν μέσα στο σπήλαιον με φραγμένη τη θύρα του, βρέθηκα έξω στον ουρανόν, σ’ ένα θαυμάσιο μέρος εν άκρα ειρήνη και γαλήνη ψυχής. Τετελειωμένη ανάπαυσις. Και τούτο μόνον διενοούμην. Θεέ μου ας μη γυρίσω στον κόσμο, στην πληγωμένη ζωή, αλλά ας μείνω ‘δώ για πάντα. Όπως είπαν και οι μαθηταί στην Μεταμόρφωση, «καλόν εστίν ημάς ώδε είναι».
Κατόπιν, αφού με ανέπαυσεν όσον ο Κύριος ήθελε, τότε ήρθα και πάλι στον εαυτό μου και βρέθηκα στο σπήλαιο. Έκτοτε δεν έπαυσε μέσα μου να λέγεται νοερώς η ευχή.
Όλα αυτά που μας περιγράφει ο Άγιος γέροντας Ιωσήφ, τότε ακόμα Φραγκίσκος, επραγματοποιήθησαν τα δύο πρώτα χρόνια των αγώνων στο Άγιον Όρος, και μάλιστα στην ησυχαστική περιοχή της Βίγλας, και γύρω από τη σπηλιά του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου.
Παρόλον που ήτο πλέον θεοδίδακτος, εν τούτοις τον ασκητικό του αιματηρό αγώνα, και ιδιαιτέρως την νοεράν προσευχήν, δεν την εγκατέλειψε ποτέ. Την κράτησε μέχρι και της τελευταίας του πνοής. Ο τρόπος με τον οποίο ηγωνίζετο κάθε βράδυ έξι με οκτώ ώρες, τη νοερά καρδιακή προσευχή, ήταν μια έμπρακτη εφαρμογή της όλης νηπτικής διδασκαλίας του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Από τις προσωπικές μαρτυρίες του γέροντός μου Εφραίμ του Φιλοθεΐτου, αλλά και από τις μαρτυρίες των άλλων γερόντων και υποτακτικών του προς εμένα, τα πρώτα χρόνια που πήγαινα στο Άγιον Όρος, καταμαρτυρούνται δύο πράγματα.
Πρώτον. Κατά κύματα και πλουσιοπαρόχως, πλημμύριζε η Θεία Χάρις την ψυχή του, και ο νους του ηρπάζετο σχεδόν κάθε μέρα εις ουράνιον θεωρίαν, και
Δεύτερο, ότι ήτο κάτοχος, ή καλύτερα, μέτοχος του ακτίστου φωτός, θεομένος πλέον, μέτοχος της αρρήτου δόξης του Αγίου Θεού, και άριστος διδάσκαλος της νοεράς προσευχής.
Όλη του η ζωή υπήρξε ένα πνευματικό συναξάρι, που μας θυμίζει και που ταυτίζεται με τους παλιούς αγίους ασκητάς της ερήμου. Ήτο βιαστής σε αφάνταστο βαθμό, ιδίως στην αγρυπνία των έξι με οκτώ ωρών, βυθίζοντας το νού του στην καρδιά και μη επιτρέποντος ουδένα λογισμό να τον ενοχλήσει. Κανέναν λογισμόν, κανέναν, κανέναν. Ποτάμι ο ιδρώτας. Φρικτή οι πόνοι από την ακινησία. Πλημμύρες τα δάκρυά του. Αλύπητο το ξύλο στον πόλεμο κατά της σαρκός.
Απέκτησε όμως και τόσο πολλή ψυχοσωματική καθαρότητα, που είχε ως παράδειγμα την Παναγία.
Έγραφε σε μια του επιστολή. «Δεν μπορώ να σας περιγράψω, πόσον αρέσκει η Παναγία μας την σωφροσύνη, την αγνότητα, και την καθαρότητα, επειδή Αυτή είναι η μόνη Αγνή Παρθένος, δι’ αυτό και όλους τοιούτους θέλει και αγαπά».
Κατέστη στην εποχή του, ο πλέον έμπειρος οδηγός στην καλλιέργεια της νοεράς προσευχής, διακριτικός και απλανής οδηγός της πνευματικής ζωής, όχι μόνον των μοναχών, αλλά και των πιστών χριστιανών μέσα στον κόσμο, διότι είχε αλληλογραφία και με μοναχούς και μοναχές μεσ’ στον κόσμο, αλλά και με πολλούς λαϊκούς κοσμικούς, όπως επίσης είχε αλληλογραφία με τη Γερμανία, με την Γαλλία, με την Αμερική.
Όσο ζούσε ο πατήρ Δανιήλ των Κατουνακίων, τον είχε και ως πνευματικόν. Αργότερα εξομολογείτο στον ησυχαστή πατέρα Ευθύμιο, και ακόμη αργότερα τον πατέρα Κοδράτο τον Κωνσταμονίτη.
Αφού παρέλαβε από τον ίδιο τον Κύριόν μας, την καρδιακή ευχή, στο δεύτερο χρόνο των σκληρών ασκητικών αγώνων, συνδέεται με τον πατέρα Αρσένιο, που γίνεται αχώριστος σύντροφος και συνασκητής, μέχρι το τέλος της ζωής του. Σαράντα χρόνια αγωνίστηκαν μαζί, αδελφικά.
Σαν πιο γερός στην κράση ο πατήρ Αρσένιος, ήταν το σώμα, και σαν γίγαντας του πνεύματος, ο οσιότατος γέροντας Ιωσήφ, ήταν η ψυχή. Το πνεύμα. Οι δυό μαζί ένας άνθρωπος. Με τις διακριτικές συμβουλές του γέροντος Δανιήλ του Κατουνακιώτου, υπετάχθησαν σε ένα αγαθότατο γεροντάκι, τον πατέρα Εφραίμ τον Βαρελά, που είχε την καλύβα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στα Κατουνάκια.
Η υποταγή τους αυτή, έδωσε την σφραγίδα της ευλογίας της υπακοής, και έτσι απέκτησαν το πνευματικό δικαίωμα της διαδοχής. Το 1924, ο νέος γέροντας Εφραίμ ο Βαρελάς, έκυρε μικρόσχημο μοναχό τον Φραγκίσκο, με τ’ όνομα Ιωσήφ, στη σπηλιά του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου, με εφημέριο τον πνευματικό παπά Ευθύμιο που ησύχαζε εκεί κοντά.
Λίγο πριν κοιμηθεί ο γέροντας Εφραίμ ο Βαρελάς, για λόγους περισσοτέρας ησυχίας, μεταφέρθηκαν στα πλέον ησυχαστικά και ασκητικά μέρη της σκήτης του Αγίου Βασιλείου. Εκεί μετά την κοίμηση του γέροντος Εφραίμ του Βαρελά, ο νέος μοναχός Ιωσήφ, και γέροντας πλέον άρχισε μια αυστηροτάτη και υπέρμετρη άσκηση νηστείας, πτωχείας, ακτημοσύνης, κακοπαθείας, τα οποία συνδυάζονταν πάντοτε με την άσκηση της νοεράς προσευχής. Έντονοι αγώνες με τα σαρκικά πάθη και με τους δαίμονες, σώμα με σώμα, αλλά και μεγάλες αντιλήψεις της Θείας Χάριτος συνέβησαν κατά την περίοδο της παραμονής των στον Άγιο Βασίλειο.
Πέρασαν πολλοί, διότι είχε ακουστεί η φήμη του ως μεγάλου ασκητού. Δεν μπόρεσαν όμως να παραμείνουν γιατί ήτο πολύ αυστηρός και απαιτητικός. Για πολλά χρόνια από την έρημο του Αγίου Βασιλείου πήγαιναν από σπηλιά σε σπηλιά, όλες τις ησυχαστικές περιοχές της Αθωνικής γης, για να βρουν και συναντήσουν πεπειραμένους παλαιούς γεροντάδες, αγίους, ευλαβείς, ταπεινούς, και γνησίους ασκητάς για να τους διδάξουν και μεταδώσουν πράξιν και θεωρίαν της πνευματικής αγγελικής ζωής. Ακόρεστα διψούσαν για τελείωση και θέωση, για να μορφωθεί ο Χριστός μέσα στις καρδιές τους.
Το χειμώνα; Το χειμώνα παρέμεναν στα πάμπτωχα από ντενεκέδες κελιά τους, λιώνοντας το χιόνι για να το πίνουν ως νερό, και κάνοντας όλη τη νύχτα χιλιάδες μετάνοιες, για να μην παγώσουν από το φοβερό ψύχος εάν παρέμεναν για πολλή ώρα ακίνητοι. Ο Άγιος γέροντας Ιωσήφ άσκησε στο έπακρο τη νηστεία, την αγρυπνία και την νοερά προσευχή. Κατά την περίοδο της μεγάλης Σαρακοστής, έτρωγε μία φορά την ημέρα ογδόντα γραμμάρια αλεύρι, που το έβραζε με λίγο νερό και αλάτι. Τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου, ένα μικρό κονσερβοκούτι αποτελούσε την ημερήσια μεζούρα για την ποσότητα του φαγητού του, – το ελάχιστο αυτό φαγητό εκτός από το Σαββατοκύριακο ήταν αλάδωτο για τριάντα χρόνια μέχρι που συγκροτήθηκε η τελευταία του συνοδεία. Τα πρώτα οκτώ χρόνια της ασκήσεώς του δεν κοιμήθηκε στο κρεβάτι. Πάνω σ’ ένα σκαμνί τον έπαιρνε λίγο ο ύπνος. Αγρυπνούσε απ’ τη δύση μέχρι την αυγή του ηλίου, ως το τέλος της ζωής του. Ήτο άτεκτος στον εαυτό του. Σκληρότατος. Δεν έδειχνε καμιά συγκατάβαση ως προς το πρόγραμμα της νηστείας και της αγρυπνίας, και ας ήταν άρρωστος, και ας ήταν Πάσχα. Αυτά τα οχτώ χρόνια βίαζε τον εαυτόν του, σε σκληρή αγρυπνία, μόνο με την ευχή, από έξι ως οκτώ ώρες, φωνάζοντας και πιέζοντας το νου του μέσα στην καρδιά, και φωνάζοντας και λέγοντας “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”. Και να οι θεωρίες, και να οι αποκαλύψεις, και να οι θεϊκές αντιλήψεις και τα απόρρητα μυστήρια του Θεού. Ο αγιασμός, η τελείωσις και η θέωσις χριστιανοί μου πληρώνονται με αίμα. Με σκληρές στερήσεις και ασκήσεις. Δεν είναι λουκούμια και στραγαλάκια που τα παίρνουμε στο χαρτί. Τα λέμε όλα αυτά για να ξυπνήσουμε λίγο από τη νάρκη της αμαρτίας και να αρχίσουμε και μεις σιγά σιγά, και κάθε μέρα να λέμε προφορικά την ευχούλα “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με” χωρίς να παραλείπουμε και τις υπόλοιπες χριστιανικές μας ή οικογενειακές μας υποχρεώσεις.
Ο οσιότατος γέροντας Ιωσήφ επινοούσε τρόπους κακοπαθείας για τον εαυτόν του που φαίνονται απίστευτα πράγματα για τη γενιά μας, διότι φοβόταν όπως έλεγε τον μεγαλύτερο εχθρό που λέγεται αμέλεια, που λέγεται ακηδεία, που λέγεται πνευματική τεμπελιά, που λέγεται αναβολή.
Γι’ αυτό τον αυστηρό τρόπο και τυπικό της ασκήσεως που είχε, κατηγορήθηκε από κάποιους ως πλανεμένος. Πρόκειται για τον πόλεμο που έχουν οι αμελείς μοναχοί, προς τους επιμελείς και βιαστάς. Έτσι είχε κατηγορηθεί και ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, από τους συμμοναστάς του ως πλανεμένος και καταραμένος άγιος. Ο γέροντας όμως Ιωσήφ ήταν άνθρωπος της αρετής. Ποθούσε και εργαζόταν την αρετή, με όλη του την προαίρεση και καρδιά επιδιώκοντας την τελειότητα, την ταπείνωση και την ψυχοσωματική καθαρότητα. Αγωνίστηκε πολύ σκληρά, γι’ αυτό και έλαβε σε τέλειο βαθμό το χάρισμα της αγνότητος. Αξιώθηκε δε να κοινωνήσει και ουράνια τροφή από άγγελον Κυρίου – αλλά αυτό θα το πούμε άλλη φορά. Αλλά και μείς που ζούμε μέσα στον κόσμο, με τα τόσα βάσανα, τις θλίψεις, τις στεναχώριες και τους πειρασμούς που έχουμε στη ζωή, μπορούμε με την βοήθεια της αδιαλείπτου προφορικής ευχής – “Κύριε Ιησού Χριστέ” λέμε – “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”, στο κατά δύναμιν, όσο μπορούμε, αυτό θα πει στο κατά δύναμιν, με την ακριβή τήρηση των Ευαγγελικών εντολών, και με την καλλιέργεια των αντιστοίχων αρετών, και με την συμμετοχή μας στην λειτουργική ζωή της Θείας Ευχαριστίας και της Ιεράς Εξομολογήσεως, να προοδεύουμε πνευματικά με την κάθαρση απ’ τα πάθη μας. Η κάθαρσις βοηθείται από την καθαρή αυτομεμψία, η αυτομεμψία πάλι βοηθείται από την μνήμη του θανάτου και τη μνήμη της Δικαίας Κρίσεως του Χριστού, όπου ο καθένας από μας θα δώσει λόγο για τις πράξεις του. Η μνήμη του θανάτου ως βιωματική κατάστασις, είναι φραγμός για την εκουσία τουλάχιστον αμαρτία, οπότε ακολουθούν το πένθος, τα δάκρυα και η παρακλητική προσευχή, και στο μέτρον του δυνατού το “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”.
Ένα πράγμα πίστευε και ήταν πράξις γι’ αυτόν: «Ότι σε κάθε ενθύμηση του Θεού εάν δεν τρέχουν από τα μάτια σου δάκρυα, αυτό σημαίνει ότι υποβόσκει ή η άγνοια, ή η υπερηφάνεια, ή η σκληρότητα της καρδιάς σου». Αυτά έλεγε και πίστευε.
Ο γέροντας Ιωσήφ αν και ήταν άμοιρος στην κατά κόσμον παιδεία διότι μόλις είχε βγάλει την Δευτέρα Δημοτικού, αγαπούσε όμως υπερβολικά την μελέτη και την ανάγνωση ιδίως της Αγίας Γραφής και των Πατερικών κειμένων, συνιστούσε να έχουμε πάντοτε μαζί μας ένα μικρό Ευαγγέλιο και όταν βρίσκουμε ευκαιρία να διαβάζουμε μια μικρή περικοπή. Το Ευαγγέλιο με τη μελέτη του, έλεγε, σου χαρίζει φως και σου δίνει δύναμη για να τηρείς τις εντολές. Αλλά και το πιο σπουδαίο. Σου αναπληρώνει την αγάπη και πυρπολεί την καρδιά σου στο να θέλεις να μιμηθείς τον Χριστό. Επίσης είχε απόλυτη την πίστη, ότι με την καλλιέργεια της νοεράς προσευχής ο αγωνιζόμενος μοναχός λαμβάνει και το χάρισμα της διακρίσεως λογισμών και πνευμάτων. Για την διάκριση ομιλούσε πάντοτε με θαυμασμό και την χαρακτήριζε ως το πλέον άριστον μέσον βοηθείας στη συνεχή μάχη των αοράτων πολέμων, για κάθε μοναχό και ασκητή, και ιδιαιτέρως η διάκρισις να είναι το θεόθεν χάρισμα, στους πνευματικούς εξομολόγους, και μέσα στο Άγιον Όρος αλλά και μέσα στον κόσμο. Η διάκρισις έλεγε είναι απαραίτητη ακόμα και στις αρετές για τον τρόπον και τον χρόνον που πρέπει να καλλιεργούνται. Είναι το αλάτι όλων των αρετών. Όπως γνωρίζει κανείς το επάγγελμά του και την τέχνη του, ανάλογη λοιπόν και ήταν η δική του βιωματική εμπειρία στην νοερά προσευχή. Επαναλαμβάνω επί οκτώ ώρες κάθε βράδυ ευχή. Και δεν επέτρεπε το μυαλό του, το νου του, να βγει από την καρδιά του, και δεν επέτρεπε να δεχθεί ούτε έναν λογισμό. Ξύλο αλύπητο, μέχρι που πέτυχε αυτό που ήθελε, τη θέωση. Η ένωσις του νου με την καρδιά είναι όχι μόνον προσφιλής αλλά επιθυμητή κατάστασις σ’ αυτούς που ασκούνται στην νοερά ησυχία και προσευχή. Όταν ο νους ενωθεί με την καρδιά, αμέσως διώκεται κάθε πνευματικό σκοτάδι που κυριεύει και βασανίζει την ψυχή μας και το νου μας. Όλος ο άνθρωπος ψυχοσωματικά αλλοιώνεται από την γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος. Ο νους καθαρίζεται και γίνεται όλο φως. Οι αισθήσεις αποκτούν απόλυτη ειρήνη και η ψυχή πλημμυρίζει από ανεκλάλητη χαρά.
Η κεχαριτωμένη του συμβουλή προς όλους, μοναχούς και λαϊκούς, ήταν η εξής: «Όποιος θέλει ας δοκιμάσει, να δοκιμάσει να λέγει την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με” έστω και προφορικά. Και όταν χρονίσει η ενέργεια της ευχής, τότε μέσα σου θα ζήσεις τον Παράδεισο. Θα ελευθερωθείς από τα πάθη, θα γίνεις άλλος άνθρωπος, έστω και αν ακόμα είσαι χριστιανός και αγωνίζεσαι μέσα στον κόσμο». Ανάλογα λοιπόν με τον κόπο και την καθαρότητα του χριστιανού που θα έχει, και την ταπείνωση που θα καλλιεργεί, θα γευθεί πολύτιμους καρπούς από την κατά δύναμιν νοεράν καρδιακήν προσευχήν. Η δοκιμή όμως θα γίνει με τις οδηγίες ενός οδηγού, απλανούς και καθαρού.
Αν πάλι αυτός ο εργάτης της καρδιακής προσευχής ζει στην έρημο ως αναχωρητής, ω, τότε, δεν περιγράφονται τα ουράνια χαρίσματα της ευχής. Συνιστούσε την νοερά καρδιακή προσευχή στην αρχή προφορικά, το τονίσαμε και στα προηγούμενα πέντε βραδινά μας κηρύγματα, ύστερα εσωτερικά με τον ενδιάθετο λόγο, με το νου να προσέχει την ευχή χωρίς να μετεωρείται. Χωρίς να φαντάζεται τίποτα. Χωρίς να ενοχλείται από καμιά σκέψη. Μέχρις ότου ο νους, από την πολλή αγάπη, σαν άλλο χταπόδι, αρπάξει με τα πλοκάμια του, την ευχή, την εγκλωβίσει μέσα στο είναι του, και στην συνέχεια πυρπολούμενος από θεϊκό έρωτα κατεβάσει την ευχή στην καρδιά. Και τότε η καρδιά εν Αγίω Πνεύματι, λέγει αυτή την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με” από μόνη της. Η καρδιά ομιλεί και τότε μας παρηγορεί, μας μεταμορφώνει, μας εξαγιάζει, μας χαρίζει πλούσια τα θεϊκά δώρα της, και τους θεϊκούς καρπούς της, και με στεναγμούς αλαλήτους κράζει «Αββά ο Πατήρ, είσαι ο Πατέρας μου, ο Θεός μου, ο Σωτήρας μου». Αυτό το τελειότατο στάδιο της θεώσεως που έχει και την θεοπτία του ακτίστου φωτός, κατ’ αρχάς μέσα στον άνθρωπο και ύστερα προς τα έξω, είναι μια παρηγοριά για μας τους Ορθοδόξους Χριστιανούς που ζούμε μέσα στον κόσμο και παλεύουμε τόσο πολύ με τα πάθη μας. Πρώτον διότι είναι κατορθωτή αυτή η καρδιακή προσευχή, και δεύτερον διότι με τις οσιακές ευχές τους οι άγιοι αυτοί στηρίζουν και μας αλλά και ολόκληρη την οικουμένην και τέλος δοξάζουν και τον Πανάγιον Θεόν. Στήριζε πολύ την ελπίδα του εις την Παναγία, και όταν για λίγο του ήρχετο μια μικρή έτσι όπως πήγαινε να τον πλησιάσει ας το πούμε έτσι, απελπισία ή απόγνωση, εκείνη εμφανιζόταν και του τόνιζε «Δεν σου είπα να έχεις την ελπίδα σου σε μένα; Γιατί αποθαρρύνεσαι; Γιατί χάνεις το θάρρος σου;»
Μια φορά στο εκκλησάκι του Τιμίου Προδρόμου, στις σπηλιές της Μικράς Αγίας Άννης, από το τέμπλο που ευρίσκετο η εικόνα της Παναγίας, του εμφανίστηκε ολόσωμη, ολοζώντανη και ολόφωτη η Θεοτόκος, την ώρα που έκανε αυτού του είδους την προσευχή, και είπε στον οσιότατο γέροντα: «Να πάρε το Χριστό απ’ την αγκαλιά μου».
Για σκεφτείτε την Παναγία τώρα, να σας πει «πάρε το Χριστό στην αγκαλιά μας». Για σκεφτείτε το λιγάκι …; Και αυτός ντράπηκε, μαζεύτηκε, έπαθε Θεία Συστολή, και δεν έκαμε καμία κίνηση, και τότε το Θείο Βρέφος άπλωσε το χεράκι Του, και θώπευσε τρείς φορές το μέτωπο και το κεφάλι του μακαρίου οσιοτάτου γέροντος Ιωσήφ, και γέμισε η καρδιά του και το είναι του από άκτιστο φως και Θεία Παρηγορία. Αυτός που βιώνει το άκτιστο φως είναι θεολόγος. Όποιος αληθώς προσεύχεται, αυτός είναι και θεολόγος και όχι αυτός που ξέρει γράμματα και έχει γνώσεις. Και λέγει μόνο λόγια και λόγια και λόγια σαν και μένα. Η θεολογία κατά τον γέροντα Ιωσήφ, είναι καρπός της Χάριτος που κατοικεί μέσα στην καρδιά μας.
Όποιος με την άσκηση της υπακοής και της νοεράς ησυχίας αγνίσει τις αισθήσεις, ειρηνεύσει τον νουν και καθαρίσει την καρδιά του, τον επισκέπτεται η Θεία Χάρις και λαμβάνει φωτισμόν πνευματικής γνώσεως. Γίνεται όλος φως. Όλος νους. Όλος διαύγεια. Και βρύει θεολογίαν. Όπου εάν γράφουν τρείς μαζί, δεν προλαμβάνουν το ρεύμα της θεολογίας που βρύει κυματωδώς, και σκορπίζει ειρήνην και άκραν ακινησίαν παθών σε όλο το σώμα. Η παρουσία του ως γνησίου εκφραστού της νηπτικής Πατερικής Παραδόσεως στο Άγιον Όρος, δημιούργησε μεγάλο ρεύμα προσελεύσεως στο μοναχισμό χιλιάδων νέων, που ακολούθησαν την μοναχική αγγελική πολιτεία, με αξιόλογες πνευματικές αναβάσεις.
Υπολογίζεται ότι απ’ τη ρίζα του γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού, προέρχονται άμεσα περισσότεροι από χίλιοι μοναχοί και μοναχές. Έξι Μονές, μία κοινοβιακή σκήτη και πολλά κελιά του Αγίου Όρους, δεκαοκτώ μοναστήρια στην υπόλοιπη Ελλάδα, έξι στην Κύπρο, δεκαέξι στις Ηνωμένες Πολιτείες, δύο στον Καναδά και ένα στην Ιταλία, ανάγουν την πνευματική τους πατρότητα στον μακάριο γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή. Επειδή το προγνώριζε αυτό ο γέροντας, οκτώ μήνες πριν κοιμηθεί, δηλαδή τον Δεκέμβριο του 1958, χώρισε τους υποτακτικούς του σε τέσσερεις συνοδείες, για να γίνουν ηγούμενοι και γεροντάδες μεγάλων κοινοβίων.
Εκείνο που κάνει εντύπωση και προκαλεί πρωτόγνωρο θαυμασμό είναι το έργο που επιτελείται από το γέροντά μου Εφραίμ, προηγούμενον της Μονής Φιλοθέου στην Αμερική και Καναδά. Επί μία δεκαετία, δωδεκαετία, πότιζε με τα νάματα της πίστεως τις διψασμένες ψυχές των χριστιανών, κυρίως με την Ιερά Εξομολόγηση και ύστερα με τις πνευματοφόρες ομιλίες του, και τούτο το Παύλειον έργον σε κάθε σπίτι και αίθουσα, και ιδιαιτέρως στους ιερούς ναούς, από πρωΐας μέχρι νυκτός χωρίς καμιά ανάπαυση. Εγκατέστησε δε σε διάφορες πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών και Καναδά τους πρώτους πυρήνες από τα γυναικεία και ανδρικά Ελληνικά μοναστήρια. Τα νέα 18 μοναστικά κοινόβια καλλιεργούν το ουράνιο νέκταρ της νοεράς προσευχής, της οποίας το γλυκύτατο μέλη το γεύονται πλέον ως τρόπον ζωής οι χριστιανοί εκεί στην Αμερική. Από την Μονήν του Αγίου Αντωνίου της Αριζόνας ο γέροντάς μου Εφραίμ κατευθύνει ολόκληρο το πνευματικό του έργο, ενώ συγχρόνως συρρέουν καθημερινά από όλον τον κόσμον κατά εκατοντάδες οι προσκυνηταί για να απολαύσουν πνευματικά μέσα στην έρημο μια τρισευλογημένη όαση που αναγεννά τον κόσμον ολόκληρον. Εκεί βιώνεται η Ορθοδοξία και μάλιστα μέσα στην Βαβυλωνία των αιρέσεων. Εκεί αναπτερώνεται το Ορθόδοξο θρησκευτικό συναίσθημα. Εκεί καταμαρτυρείται το Ορθόδοξο δόγμα και η ορθή πίστις. Εκεί συνιστάται και η σωστή συμμετοχή στα πανάγια σωστικά μυστήρια και η πράξις της Ευαγγελικής ζωής όπως ασφαλώς και εδώ στην Ορθόδοξη πατρίδα μας από ευλαβείς εργάτας και ποιμένας της Εκκλησίας μας. Εκεί δημιουργείται τρόπον τινά μια καινούργια Ορθόδοξη Ελλάδα στην αχανή αυτή ήπειρο από τον γέροντά μου που ξεκίνησε το 1947 από μια σπηλιά της Μικράς Αγίας Άννης του Άθωνος, μαθητής και άξιος υποτακτικός του οσιοτάτου γέροντος Ιωσήφ του παππού Χριστιανοί μου, το 1938 ο άγιος γέροντας Ιωσήφ με τον συνασκητή του Αρσένιο παρέμειναν στην έρημο του Αγίου Βασιλείου.
Προσετέθη αργότερα και ο κατά σάρκα αδελφός του πατήρ Αθανάσιος. Το ’38 μετακομίζουν στις σπηλιές της Μικράς Αγίας Άννης. Το καλοκαίρι του ’47 συγκαταλέγεται στη συνοδεία ο πατήρ Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός όπου βρίσκει τον Αρσένιο και τον πατέρα Αθανάσιο. Οι υπόλοιποι είχαν φύγει. Το φθινόπωρο του ιδίου έτους, το Σεπτέμβριο δηλαδή έρχεται ο πατήρ Εφραίμ, ο γέροντάς μου, ο μετέπειτα ηγούμενος της Ιεράς Μονής Φιλοθέου, ενώ το καλοκαίρι του ’50 προστίθεται και ο πατήρ Χαράλαμπος ο μετέπειτα ηγούμενος της Ιεράς Μονής Διονυσίου.
Στο τέλος έλεγε τα εξής με πολλή χαρά:
– Αρσένιε, τώρα μπορώ με ανάπαυση να πω στον Κύριο, νυν απολύεις τον δούλον σου. Εζήσαμε μαζί τόσο σκληρά, μέχρι αίμα χύσαμε, για να βρούμε μέσα μας το Θεό. Όμως το παντοτινό παράπονό μου σε όλα τα χρόνια ήταν αυτό. Πολλοί πέρασαν από κοντά μας, ωφελήθηκαν και έφευγαν. Όμως την πνευματική μας εργασία δεν μπορούσαν να την ακολουθήσουν. Ενόμιζα ότι θα φύγω με αυτό το παράπονο. Όμως να. Φανέρωσε τώρα στα υστερνά μας, ο Θεός αυτά τα τελευταία καλογεράκια και κοντά τους να με θυμάσαι θα ακουμπήσει όλο το Άγιον Όρος. Και όχι μόνον το Άγιον Όρος αλλά και πολλά μοναστήρια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, με χίλιους και πλέον μοναχούς και χιλιάδες εξομολογουμένους και σεσωσμένους, Δόξα σοι ο Θεός.
Το 1953 μεταφέρονται στη Νέα Σκήτη όπου υπήρχαν καλύτερες συνθήκες διαβιώσεως, αφού οι τρείς νέοι υποτακτικοί άρχισαν να έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας. Κατά την περιόδο φαίνεται η ποιμαντική διάστασις του έργου του μακαρίου οσιοτάτου γέροντος Ιωσήφ, αφού πολλοί μοναχοί εκτός και εντός του Αγίου Όρους, ιδιαιτέρως δε οι λαϊκοί, προσέφευγαν κοντά του και τον συμβουλεύονταν ως απλανή και διακριτικό οδηγό.
Κοιμήθηκε την ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, κατά την αρχική του επιθυμία αλλά και υπόσχεση αυτής της ίδιας της Παναγίας, το πρωί της Παρασκευής 15 Αυγούστου 1959, μετά τη Θεία Λειτουργία, αφού κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων.
Και θα κλείσω με τις τελευταίες φράσεις του:
– Η νοερά προσευχή σε μένα είναι όπως η τέχνη του καθενός,
καθότι εργάζομαι αυτήν τριάνταέξι και επέκεινα χρόνια.
Τέλος και τω Θεώ Δόξα,
Αμήν.
Πηγή: http://paterikakeimena.blogspot.com/2010/11/blog-post_12.html
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...