
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Αν έλθει κάποιος φτωχός, που έχει ανάγκη από λίγο ψωμί, ακούγονται πολλές κακολογίες, διαβολές, κατηγορίες για οκνηρία, λοιδορίες, βρισιές και πειράγματα. Και δε σκέπτεσαι ότι και συ είσαι άνθρωπος, που δεν εργάζεσαι, ο Θεός, όμως, σου δίνει τα αγαθά του. Μη μου πεις, βέβαια, ότι ασχολείσαι και συ με κάτι, αλλά να μου αποδείξεις αυτό, εάν, δηλαδή, κάνεις και χρησιμοποιείς κάτι από τα απαραίτητα. Εάν, όμως, μου αναφέρεις την απόκτηση των χρημάτων και κέρδη με απάτη και τη φροντίδα και την αύξηση του πλούτου σου, θα σου απαντήσω ότι όλα αυτά δεν μπορούν να ονομασθούν εργασίες· εργασίες είναι η ελεημοσύνη, οι προσευχές, οι φροντίδες για την προστασία εκείνων που αδικούνται και τα παρόμοια, Από αυτά βρισκόμαστε σε αργία για όλη μας τη ζωή.
Αλλ’ όμως, ο Θεός ποτέ δεν μας είπε, επειδή είσαι οκνηρός, δε σου ανάβω τον ήλιο, σου σβήνω τη σελήνη, ξηραίνω τη γη για να μη σου δίνει καρπούς, ξηραίνω τις λίμνες, τις πηγές και τα ποτάμια, εξαφανίζω τον αέρα, σταματώ τις ετήσιες βροχές. Αντίθετα, όλα μας τα δίνει άφθονα. Σε μερικούς, μάλιστα, που όχι μόνον είναι άνεργοι, αλλά κάνουν και πονηρά έργα, πάλι τους επιτρέπει να απολαμβάνουν τα αγαθά του.
Όταν, λοιπόν, δεις κάποιο φτωχό και πεις, ότι αγανακτώ επειδή είναι υγιής και δεν υποφέρει από τίποτε, και παρ’ όλα αυτά θέλει να τρέφεται χωρίς να εργάζεται, και ίσως να είναι κάποιος δραπέτης και, υπηρέτης, που εγκατέλειψε τον κύριο του· όλα αυτά, που είπα, πες στον εαυτό σου, μάλλον δώσε το θάρρος σ’ εκείνον να σου τα πει και πολύ δίκαια θα σου πει: Αγανακτώ, διότι, ενώ είσαι υγιής, δεν κάνεις τίποτε από όσα έχει διατάξει ο Θεός, αλλά δραπετεύοντας από τις εντολές του Κυρίου, γυρίζεις σαν να βρίσκεσαι σε ξένη χώρα περνώντας τον καιρό σου μέσα στην κακία· μεθάς, ασχημονείς, κλέβεις, αρπάζεις, καταστρέφεις τα σπίτια των άλλων. Και συ, βέβαια, με κατηγορείς για οκνηρία, εγώ, όμως, σε κατηγορώ για τα πονηρά έργα που κάνεις, όταν συκοφαντείς, όταν ορκίζεσαι, όταν αρπάζεις, όταν λες ψέματα και κάνεις πολλά παρόμοια έργα.
Αυτά τα λέω, όχι για να θέσω νόμο για την οκνηρία, μη γένοιτο· αλλά τα λέω, επειδή επιθυμώ να εργάζονται όλοι. Διότι η αργία δίδαξε κάθε κακία.
Σας παρακαλώ, όμως, να μην είστε άσπλαχνοι, ούτε απάνθρωποι. Διότι και ο Παύλος, αν και κατέκρινε πάρα πολύ την οκνηρία και είπε· «Όποιος δε θέλει να εργάζεται, δεν πρέπει ούτε και να τρώει» (Β΄ Θεσ. 3,10), δε σταμάτησε μέχρις εδώ, αλλά πρόσθεσε· «εσείς, όμως, να μη χάνετε το θάρρος σας κάνοντας το καλό». Και, όμως, αυτά είναι αντίθετα με τα προηγούμενα. Διότι, εφόσον διέταξες να μην τρώνε, πώς μας συμβουλεύεις να τους δίνουμε; Ναι, λέει· πραγματικά σας διέταξα να τους αποστρέφεστε και να μην τους συναναστρέφεστε, αλλά και σας παρήγγειλα «να μη τους θεωρείτε σαν εχθρούς, αλλά να τους συμβουλεύετε»· και έτσι δεν δίνω εντολές που συγκρούονται μεταξύ τους, αλλά δίνω εντολές, που συμφωνούν απόλυτα μεταξύ τους. Διότι, εάν εσύ είσαι πρόθυμος να προσφέρεις ελεημοσύνη, τότε γρήγορα και εκείνος ο φτωχός θα απαλλαγεί από την οκνηρία και συ από την απανθρωπιά σου.
Ναι, αλλά, θα ισχυρισθεί κάποιος, λέει πολλά ψέματα και υποκρίνεται. Μα, ακριβώς, γι’ αυτό είναι άξιος ελεημοσύνης, επειδή έφθασε σε τόση μεγάλη ανάγκη ώστε να κάνει τέτοιες αδιάντροπες πράξεις.
Εμείς, όμως, όχι μόνο δεν ελεούμε, αλλά προσθέτουμε και τα απάνθρωπα εκείνα λόγια λέγοντας· “δε σου έδωσα μία φορά, δύο φορές;”
Τί λοιπόν; Επειδή έφαγε μία φορά, δεν έχει πάλι ανάγκη από τροφή; Γιατί δεν εφαρμόζεις στη δική σου κοιλιά τους ίδιους νόμους και δεν της λες· “χόρτασες χθες και προχθές, μη ζητάς σήμερα”. Αλλά την κοιλιά σου τη γεμίζεις πάνω από το κανονικό, ενώ αυτόν, αν και ζη¬τά τη βασική τροφή, τον αποστρέφεσαι, ενώ έπρεπε ακριβώς γι’ αυτό να τον ελεείς, επειδή είναι υποχρεωμένος να έρχεται και να σου ζητά καθημερινά τροφή. Και, αν τίποτε άλλο δε λυγίζει τη σκληρότητά σου, γι’ αυτό και μόνον έπρεπε να τον ελεήσεις. Διότι όλα αυτά αναγκάζεται να τα κάνει πιεζόμενος από την πείνα…
Εσύ, όμως, όχι μόνο δεν τον ελεείς, αλλά και τον κοροϊδεύεις. Και μολονότι ο Θεός σε προτρέπει να κάνεις κρυφά την ελεημοσύνη, εσύ φθάνεις στο σημείο να διακηρύσσεις αυτόν, που ήλθε να σου ζητήσει ελεημοσύνη και να τον λοιδορείς για εκείνα για τα οποία έπρεπε να τον ελεείς. Διότι, αν δε θέλεις να δώσεις, για ποιό λόγο κατηγορείς και συντρίβεις αυτήν την ταλαίπωρη και άθλια ψυχή;
Ήλθε με την ελπίδα να βρει τα χέρια σου σαν λιμάνι· γιατί, λοιπόν, σηκώνεις κύματα και του κάνεις βαρύτερο το χειμώνα; Γιατί τον κατηγορείς για δουλοπρέπεια; Μήπως θα ερχόταν σε σένα, αν ήξερε ότι θ’ ακούσει τέτοια λόγια; Εάν, όμως, ήλθε, μολονότι γνώριζε ότι θ’ ακούσει τέτοια λόγια, τότε, ακριβώς, για το λόγο αυτό αξίζει να τον ελεήσεις και να φρίξεις παράλληλα για την δική σου σκληρότητα, διότι ούτε και έτσι γίνεσαι περισσότερο ήρεμος, αν και βλέπεις, δηλαδή, μπροστά σου τόσο καταπιεστική ανάγκη, και δε νομίζεις ότι είναι αρκετός ο φόβος της πείνας για να δικαιολογήσει την αναισχυντία του, αλλά τον κατηγορείς για αναισχυντία. Μολονότι, συ ο ίδιος, πολλές φορές, έχεις κάνει μεγαλύτερες αναισχυντίες και μάλιστα για φοβερά πράγματα.
Βέβαια, στην περίπτωση αυτή, η αναισχυντία είναι άξια συγχωρήσεως, ενώ εμείς, αν και πολλές φορές κάνουμε πράγματα άξια για τιμωρία, φερόμαστε με αναίδεια. Και ενώ πρέπει να φερόμαστε με ταπείνωση, όταν σκεπτόμαστε αυτά, εμείς αντίθετα, επιτιθέμεθα εναντίον αυτών των δυστυχισμένων ανθρώπων και μολονότι μας ζητούν φάρμακα, εμείς τους αυξάνουμε τις πληγές.
Εάν, βέβαια, δεν θέλεις να δώσεις, γιατί τον προσβάλλεις; Αν δεν θέλεις να ελεήσεις, για ποιό λόγο τον βρίζεις; Μα, δεν μπορεί να φύγει με άλλο τρόπο. Τότε, λοιπόν, να ενεργήσεις σύμφωνα με την εντολή του σοφού εκείνου που λέει: «Απάντησέ του με τρόπο ειρηνικό και με πραότητα» (Σοφ. Σειρ. 4,8). Διότι δεν κάνει όλες αυτές τις αναισχυντίες με τη θέλησή του. Διότι δεν μπορεί, δεν είναι δυνατό να υπάρχει άνθρωπος, που να θέλει να ντροπιάζεται χωρίς λόγο. Και αν ακόμη μερικοί προβάλλουν αμέτρητα επιχειρήματα για το αντίθετο, εγώ ποτέ δε θα μπορούσα να δεχθώ, ότι μπορεί ένας άνθρωπος, που ζει μέσα στην αφθονία, να προτιμήσει να γίνει ζητιάνος. Κανένας, λοιπόν, ας μη σας εξαπατά. Αλλά και αν ακόμη ο Παύλος λέει· « Όποιος δεν θέλει να εργάζεται, δεν πρέπει και να τρώγει», αυτό το λέγει σ’ εκείνους· ενώ σε μας δεν λέει το ίδιο, αλλά το αντίθετο· «Εσείς, όμως, να μη χάνετε το θάρρος σας κάνοντας το καλό»…
(Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, ομιλία στο Κατά Ματθαίον, ΛΕ΄-αποσπάσματα. ΕΠΕ 10)
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2902
Το 284μ.Χ γεννιέται στην ευλογημένη πόλη της Θεσσαλονίκης από ευσεβείς γονείς, ίσως ένα από τα τελειότερα πρότυπα χριστιανικής ηθικής, «πατέρας θαυμαστῷ τῷ γένει, πολύ δὲ τῇ ψυχῇ θαυμαστότερος», ο Άγιος Δημήτριος, ένας νεαρός που έμελλε δια της Θείας Πρόνοιας και της άμεμπτης βιωτής του, να καταστεί από τον Θεό, όχι μόνο ο προστάτης της πόλεως της Θεσσαλονίκης και απανταχού των Χριστιανών, αλλά και «ὅπλον καὶ ἀμυντήριον ἐνυπόστατον» εναντίον κάθε εχθρικής επιβουλής, όχι μόνο φυσικής αλλά και ηθικής. Ηθικής, γιατί ο Θεός κατέστησε τον Άγιο Δημήτριο Μυροβλήτη εξαιτίας της αγνότητός του και υπερασπιστή των εργαζομένων τα ηθικά και αγνά έργα.
Σημειώνω ειδικά το «ηθικής», ορμώμενος από την επικείμενη παρέλαση των ομοφυλόφιλων που αποφάσισαν κάποιοι να πραγματοποιήσουν την 14η και 15η Ιουνίου στην Θεσσαλονίκη, λίγο πριν την εορτή-ανάμνηση της Πεντηκοστής των Αποστόλων και της επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος. Η δεύτερη σε σημασία πόλη της ρωμιοσύνης μετά την Κωνσταντινούπολη και συμβασιλεύουσα, που η αρχή της σφραγίστηκε με το μαρτύριο των Αγίων Δημητρίου και Νέστωρα, αλώνεται ξανά, αυτή τη φορά όχι από το σπαθί των Οθωμανών όπως πριν από περίπου 600 χρόνια, αλλά από την ηθική κατάρρευση της άμυνας της πόλης, κάτι που επιβεβαιώνει ο ίδιος ο Άγιος Δημήτριος τους τελευταίους μήνες με το σφράγισμα της λάρνακάς του.(Δες εδώ Η λάρνακα του Αγίου Δημητρίου δεν ανοίγει για δεύτερη φορά)
Στη Ρωσία πέφτουν μετεωρίτες, στην Αμερική χτυπούν απανωτοί ανεμοστρόβιλοι, η Ευρώπη πνίγεται από πλημμύρες, στο Ισραήλ βρέχει ακρίδες, στη Λήμνο βρέχει βατράχια, σεισμοί, ξηρασίες, κι εμείς εξακολουθούμε να βλέπουμε τυχαία γεγονότα κι εξακολουθούμε να μην θέλουμε να δούμε τα φοβερά σημεία που στέλνει ο Θεός. Ο Χριστός μας χαρακτηρίζει ξεκάθαρα: «ὑποκριταί, τὸ μὲν πρόσωπον τοῦ οὐρανοῦ γινώσκετε διακρίνειν, τὰ δὲ σημεῖα τῶν καιρῶν οὐ δύνασθε γνῶναι;»(Ματθ. 16,3).
Για να κατανοήσουμε τη σημειολογία των όσων τραγικών συμβαίνουν στην πατρίδα μας τελευταίως θα πρέπει να ανατρέξουμε ιστορικά σε γεγονότα που συνέβησαν σε αυτόν τον τόπο αλλά και στον σύγχρονο μεγάλο Άγιο της Ορθοδοξίας, τον Γέροντα Πορφύριο. Η πνευματική κατάπτωση της εποχής μας αποτυπώνεται, έλεγε ο Άγιος Γέροντας, στο τρίτο κεφάλαιο του Προφήτη Ησαΐα: (Κεφ Γ’ 1-10 Μετάφρ.) «Ιδού λοιπόν, ο δεσπότης, ο Κύριος των δυνάμεων θα επιτρέψει να λείψει από την χώραν της Ιουδαίας και από την πόλιν της Ιερουσαλήμ κάθε δύναμις ανδρός και γυναικός, δύναμις και στήριγμα άρτου και ύδατος και όλων των απαραιτήτων βιοτικών αγαθών. Θα αφαιρέση κάθε γίγαντα και γενικώς κάθε ισχυρόν άνδρα, άνδρα εμπειροπόλεμον και δικαστήν και προφήτην και συνετόν και έμπειρον πρεσβύτην. Θα αφαιρέση κάθε στρατιωτικόν αρχηγόν μέχρι και πεντηκόνταρχον, κάθε αξιόλογον σύμβουλον και σοφόν αρχιτέκτονα και άνθρωπον, ο οποίος μετά συνέσεως θα ακούει την αλήθειαν. Αντι δε αυτών θα επιτρέψη να καταλάβουν την αρχήν και να τεθούν επικεφαλής σας νεαροί άνδρες χωρίς πείραν, απατεώνες δε θα αναδειχθούν κύριοι και δυνάσται του λαού. Τότε θα λείψει ο αμοιβαίος σεβασμός, ο λαός θα περιέλθει σε κατάστασιν συγχύσεως και αναρχίας. Ο ένας άνθρωπος θα επιπέση εναντίων του άλλου και κάθε άνθρωπος εναντίον του πλησίον του. Με αυθάδειαν θα συγκρουσθή το παιδίον προν τον γέροντα, και ο ανέντιμος προς τον έντιμο και ευϋπόληπτον. Εξ’ αιτίας της αναρχίας αυτής και δια την έλλειψην συνετών αρχηγών και βιοτικών αγαθών, θα κρατή από το ένδυμα κάθε άνθρωπος τον πρώτο τυχόντα ομοεθνή του ή τον συγγενή του πατρός του, και θα λέγη «συ έχεις ένδυμα, δεν είσαι γυμνός όπως ημείς. Γίνε λοιπόν αρχηγός μας και η διατροφή μας ας είναι στα χέρια σου»
Αυτά ακριβώς ζούμε και στο παρόν. Συγκλονιστική επανάληψη μιας κατάστασης που επικρατούσε το 600π.Χ στο Ισραήλ, με την Ελλάδα σήμερα. Για αυτό επέμενε ο Γέρων Πορφύριος σε αυτό το χωρίο της Αγίας Γραφής και μίλησε πολύ σκληρά περισσότερο για το σημερινό ράσο, λιγότερο δε για τους λαϊκούς. Γιατί η ηθική κατάπτωση εκμηδένισε τότε το Ισραήλ, από αυτό κινδυνεύει η ανθρωπότητα σήμερα. Γι’ αυτό οι περισσότεροι Άγιοι προφήτευσαν για ένα επικέιμενο πόλεμο που θα γίνει για την κάθαρση από την ανηθικότητα. Για μάχαιρα του Προφήτη Ηλία μίλησε ο Γέρων Παΐσιος που θα φέρει την κάθαρση στα αμαρτήματα της ανθρωπότητας ξεκινώντας πρώτα από εκείνους που κατέχουν την αλήθεια αλλά δεν την πράττουν.
Ο Γέροντας Πορφύριος παρομοίαζε επίσης, πολύ εύστοχα την εποχή που ζούμε, όπως την εποχή λίγο πριν έλθει ο Χριστός. Αδιέξοδα, ακαταστασία, ειδωλολατρεία, ρωμαϊκή «ειρήνη», ανίκανοι ηγέτες, σάπιο ιερατείο. “Ἡ ἐποχή μας εἶναι σὰν τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τότε ὁ κόσμος εἶχε φθάσει σὲ μιὰ ἄθλια κατάσταση. Ὁ Θεὸς ὅμως, μᾶς λυπήθηκε. Καὶ τώρα δὲν πρέπει ν’ ἀπελπιζόμαστε. Βλέπω μέσα ἀπὸ τὴ συμφορὰ νὰ ἐμφανίζεται κάποιος πολὺ σπουδαῖος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θὰ συνεγείρει καὶ θὰ ἑνώσει τὸν κόσμο πρὸς τὸ καλό”
Ο Θεός, ο οποίος στέλνει σε όλη την ανθρώπινη ιστορία τέτοιους σπουδαίους ανθρώπους, έστειλε εκείνη την εποχή τον Άγιο Δημήτριο, μέσα σε μια πόλη ειδωλολατρική και χωρίς ηθική, σαν φάρο, για να συνεγείρει και διδάξει την αλήθεια του Χριστού, την ηθική και πνευματική ζωή, στους κατοίκους που διψούσαν για αυτή την αλλαγή. Η Χάρη που έλαβε ο Άγιος από τον Θεό για να καταφέρει να αλλάξει μια ολόκληρη πόλη προς τον Χριστιανισμό ήταν τέτοια που «οὐδεὶς εἶχεν ἀντιστῆναι τῇ τοῦ Δημητρίου σοφίᾳ καὶ τῷ Πνεύματι ὃ ἐλάλει». Ήταν τόσο εμφανής η Θεία Χάρη επάνω του που ακόμα και ο ειδωλολάτρης Μαξιμιανός εντυπωσιάστηκε από τον Άγιο και τις ικανότητές του, που τον έχρισε στρατιωτικό διοικητή της Θεσσαλίας. Ο Δημήτριος όμως είχε άλλη αποστολή. Τα αδύνατα έγιναν δυνατά και ο Άγιος ως Απόστολος έφερε την αλήθεια του Χριστού στην Θεσσαλονίκη και η ειδωλολατρεία γκρεμίστηκε μαζί με όλο τον παλαιό κόσμο της αυτοκρατορίας. Ωστόσο η εξαγορά αυτού του λαού και της πόλης, σφραγίστηκε με το αίμα του Αγίου, που λογχίστηκε σαν τον Χριστό στα πλευρά, δείχνοντας έτσι ποιος του είχε αναθέσει αυτή την ύψιστη αποστολή.
Μια ευλογημένη λοιπόν πόλη σαν τη Θεσσαλονίκη, θα έπρεπε και πρέπει να ακολουθεί και να ζει με την ηθική του Αγίου Δημητρίου. Από τους άρχοντες μέχρι και τον τελευταίο πολίτη. Όταν όμως αυτό δεν γίνεται, ο Άγιος προειδοποιεί με σημεία και όταν τα σημεία ηθελημένα παραβλέπονται, τότε δυστυχώς ο Άγιος αναιρεί την προστασία του. Οι Άγιοι έχουν ορισθεί από τον Θεό προστάτες των πόλεων και των κατοίκων τους. Στα θαυμαστα περιστατικά των Αγίων Δημητρίου και Αχιλλείου εκ Λαρίσης, διαβάζουμε το εξής φοβερό γεγονός: «Τον καιρό κατά τον όποιο έμελλε να κυριευθεί η Θεσσαλονίκη από τους Άγαρηνούς, πορευόμενοι κάποιοι ευλαβείς χριστιανοί προς τη Θεσσαλονίκη, για την εορτή του Αγίου, έφθασαν στη βασιλική οδό, η οποία είναι στο Βαρδάρι.
Εκεί, είδαν όφθαλμοφανως κάποιο στρατιώτη, ο οποιος ερχόταν από τη Θεσσαλονίκη, και άλλον Αρχιερέα, ο όποιος ερχόταν από το δρόμο της Λάρισας. Όταν συναντήθηκαν, ο στρατιώτης άπετάθη προς τον Αρχιερέα και είπε:
— Χαίρε, Άρχιερεύ του Θεού Αχίλλειε.
Είπε και ο Άρχιερεύς:
— Χαίρε και συ, στρατιώτα του Χριστού Δημήτριε.
Μόλις άκουσαν οι χριστιανοί αυτά τα ονόματα, σταμάτησαν φοβισμένοι εκεί κοντά για να δουν το τέλος. Λέγει, πάλι ο στρατιώτης:
— Άπό που έρχεσαι, Άρχιερεύ του Θεού Αχίλλειε, και που πηγαίνεις;.
Τότε δάκρυσε ο Αγιος Αχίλλειος και είπε προς αυτόν:
— Για τις αμαρτίες και τις ανομίες του κόσμου πρόσταξε ο Θεός να εξέλθω άπό τη Λάρισα την οποία φυλάττω, διότι θα παραδοθεί στα χέρια των Αγαρηνων. Και ιδού εξήλθα και πηγαίνω οπού με προστάξει. Και εσύ λοιπόν άπό που έρχεσαι; Πες μου σε παρακαλώ!.
Τότε δάκρυσε ο Αγιος Δημήτριος και του λέει:
— Και εγώ το ίδιο έπαθα, Άρχιερεύ Αχίλλειε. Πολλές φορές βοήθησα τους Θεσσαλονικείς και τους λύτρωσα άπό αιχμαλωσίες και άπό θανατικό καί άπό ασθένεια. Πλην τώρα, άπό τις πολλές τους αμαρτίες και ανομίες απομακρύνθηκε ο Θεός απ αυτούς και με πρόσταξε να τους αφήσω να παραδοθούν στα χέρια των Άγαρηνων. Γι’ αυτό υπάκουσα στην προσταγή Του και εξήλθα και πηγαίνω οπου με προστάζει.
Αυτά είπαν και οι δύο έσκυψαν τα κεφάλια τους κάτω στη γη και έκλαψαν. Επειτα άπό πολλή ώρα φιλήθηκαν και αποχαιρετίσθηκαν και αμέσως έγιναν άφαντοι. Αυτό το θαύμα είδαν οι Χριστιανοί και δεν τόλμησαν να πάνε στη Θεσσαλονίκη, άλλα γύρισαν πίσω, διηγούμενοι το όραμα. Δεν πέρασε μήνας και η Θεσσαλονίκη κυριεύθηκε και λεηλατήθηκε άπό τους Τούρκους, όπως και η Λάρισα».
Ας κατανοήσουμε λοιπόν ότι ο Άγιος Δημήτριος κρατά τα κλειδιά αυτής της πόλης. Η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε την 26η Οκτωβρίου του 1912, γιατί ο Άγιος επέλεξε την ημέρα της εορτής του, να δείξει στους Θεσσαλονικείς αλλά και σε όλους εμάς, ότι οι Άγιοι έχουν την εξουσία από τον Θεό να βοηθούν, να προστατεύουν, να σώζουν, να θεραπεύουν, αλλά και να τιμωρούν παιδαγωγικά όταν ο λαός και οι άρχοντες αυτού οδεύουν στην ανηθικότητα και στην απώλεια.
Η ανηθικότητα επιχειρεί να παρελάσει ξανά στην Θεσσαλονίκη γιατί κάποιοι άνοιξαν τις κερκόπορτες τις ηθικής. Για τον «προοδευτικό» δήμαρχο της Θεσσαλονίκης η ανηθικότητα είναι τιμή όπως δηλώνει ο ίδιος. Αλλά όταν διαβάζουμε στην Παλαιά Διαθήκη για το τέλος των Σοδόμων και των αρχόντων της πόλης αυτής, μας ακούγεται ως μυθολογία και φαντασιοπληξία.
Ο αγωνιστικός και συμπαθέστατος σεβ. Μητροπολίτης κ.Άνθιμος δήλωσε την απέχθειά του σε αυτή την ανηθικότητα και ότι η γυμνότης είναι αδίκημα. Ναι, έχετε δίκιο. Ξέρετε όμως, πόσα άλλα αδικήματα ενώπιον του Θεού έχουμε διαπράξει σεβασμιότατε, πριν φτάσουμε σε αυτό το σημείο;
Πρέπει να χύσουμε πολλά δάκρυα για τον τρόπο που ζούμε, που εργαζόμαστε, που συμπεριφερόμαστε ανελέητα στον συνάνθρωπο, που δεν βλέπουμε τον αδελφό που ζει στην ανέχεια και στον πόνο, που πάντα βλεπουμε τις ακίδες στα μάτια των άλλων και όχι τα δοκάρια στα δικά μας μάτια, που είμαστε άδικοι, ψεύτες, κριτές, που έχουμε αναγάγει την πορνεία και την μοιχεία σε τέχνη, που σκεπάζουμε τη διαφθορά και την ανηθικότητα, που θυμόμαστε τον Θεό μόνο στην ανάγκη και στα δύσκολα και τον δικάζουμε αν βρέχει ή αν δεν βρέχει, αν κάνει κρύο ή ζέστη και το κυριότερο ενώ διαπιστώνουμε όλα τα παραπάνω κακώς κείμενα, δεν κάνουμε τίποτα γι’ αυτά. Στηλιτεύουμε από εδράνων βουλής ή άμβωνος, από δημοσίου βήματος και τηλεοράσεως την κρίση και την λιτότητα, ενώ δεν μπορούμε να στερηθούμε εμείς ούτε το ελάχιστο, ούτε ένα πιάτο φαΐ για να χορτάσει ένας πεινασμένος και δίνουμε μόνο από το περίσσευμα και όχι από το υστέρημα. Ποιος πολιτικός ή εκκλησιαστικός μπορεί να πει σήμερα ότι « δεν θα βελτιώσω την τροφή μου, αν δεν βεβαιωθώ ότι και το τελευταίο Ελληνόπουλο δεν θα πεινά». Κι όμως αυτό κάποιος το έκανε πράξη. Ψάξτε και βρείτε ποιός.
Δυστυχώς λέμε ότι είμαστε Χριστιανοί αλλά είμαστε μόνο στον τύπο και στην εικόνα «ευσεβείας» και να μιμηθούμε τους Αγίους δεν μπορούμε ούτε στον ελάχιστο τρόπο ζωής, ούτε λόγος βέβαια για ομολογία πίστης ή μαρτυρία. Και αν ο λαός δεν δει τους άρχοντες και τους ηγέτες να μιμούνται πρώτοι, πώς θα ακολουθήσει και εκείνος; Είμαστε όλοι μάρτυρες της ελιάς που ξεράθηκε το ένα κλωνάρι (πολιτικοί ηγέτες) και το άλλο το τρώγει η κάμπια θα ξεραθεί και αυτό, αν δεν ξεράθηκε ήδη (εκκλησιαστικοί ηγέτες), όπως έλεγε ο Γέρων Παΐσιος. Άλλα ούτε σε αυτόν τον Άγιο μπορούμε να κάνουμε υπακοή και να προβάλλουμε το ιδανικό πρότυπο γιατί είναι επιτακτική η ανάγκη. Κοντοζυγώνει η ώρα που θα αναφωνήσουμε όλοι μαζί «όλοι πίσω, όλοι πίσω πλανηθήκαμε» όπως έλεγε ο Γέρων Πορφύριος, γιατί το χάος που φέρνουμε στα σπίτια μας έχει αιτία τις δικές μας πράξεις και αναπόφευκτα έρχεται και η ώρα της πληρωμής.
Ας δούμε στον καθρέπτη γιατί οδηγηθήκαμε σε αυτή την κατάσταση. Ας διδαχθούμε έστω και τώρα από την ηθική που είχε αυτός ο νεαρός Άγιος Δημήτριος, που πριν καν συμπληρώσει τα είκοσί του χρόνια, ζούσε ηθικά και πνευματικά σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και παρακίνησε μια ολόκληρη πόλη να ασπαστεί όλα όσα πρέσβευε ο Άγιος. Ποιος οικογενειάρχης σήμερα θα προτρέψει τα παιδιά του να ζήσουν όπως ο Άγιος Δημήτριος, ποιος θα προτρέψει στα παιδιά του τα ίδια να μυροβλήσουν από την αγνότητα και την αγαθότητα, στα μέτρα ενός Αγίου; Τα βλέπουμε όλα απόκοσμα, μακρινά, εξωπραγματικά.
Όμως υπάρχουν πνευματικοί νόμοι σε όλα όσα ζούμε. Η βασιλεύουσα χάθηκε κάποτε γιατί ο Θεός «έχασε» την υπομονή του με την ασέβειά μας. Η προστασία της Θεοτόκου αναχώρησε για παιδαγωγικούς σκοπούς. Τα όσα επιτρέπει ο Θεός να ζούμε σήμερα και στην Θεσσαλονίκη αλλά και σε όλη την Ελλάδα οφείλονται κάπου, που δυστυχώς θα γίνουν πιο σκληρά, όσο μας χαρακτηρίζει η κενότητα και η αμετροέπεια αντί των αγαθών έργων.
Ο Άγιος Δημήτριος είναι παρόν, περιμένει να επιστρέψουμε στην ηθική ζωή και να τον μιμηθούμε για να επιστρέψει η Χάρη του ξανά, για να δεχθεί έτσι και τις τιμές μας. Άλλωστε όπως λένε και οι Πατέρες της Εκκλησίας «τιμὴ Μάρτυρος, μίμησις αὐτοῦ».
Γράφει ο Στέφανος Πολυγένης
Πρόεδρος Συλλόγου Τρικάλων «Άγιος Νέστωρ»
ΠΗΓΗ: http://agiosdimitrioskouvaras.blogspot.gr/2013/06/blog-post_8072.html
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἀναλύοντας τήν ζωή τῶν πρώτων Χριστιανῶν, ἑρμηνεύει τήν φράση «κλῶντές τε κατ᾿ οἶκον ἄρτον»30. Πίσω ἀπ' αὐτήν βλέπει τήν λιτοδίαιτη ζωή τῶν πρώτων ὀρθόδοξων ἀδελφῶν μας οἱ ὁποῖοι ἐτρέφοντο μέ ἁπλό ἄρτο, ἐνήστευαν καί γενικότερα ζοῦσαν ἀσκητικά, μέ πολλή σκληραγωγία. «Τὸν ἄρτον ἐμοὶ δοκεῖ λέγων, καὶ τὴν νηστείαν ἐνταῦθα σημαίνειν καὶ τὸν σκληρὸν βίον· τροφῆς γὰρ, οὐ τρυφῆς μετελάμβανον»31.
Ὁ ἄρτος ἐδῶ σημαίνει τήν νηστεία καί τήν σκληρή ζωή πού ἔκαναν οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Διότι μετελάμβαναν τροφῆς καί ὄχι τρυφῆς, δηλαδή δέν εἶχαν σαρκική καλοπέραση.
Αὐτή ἡ ἀσκητική ζωή, ἡ κακοπάθεια κατά τούς ἁγίους Πατέρες, διαφυλάχθηκε καί στήν ἀσκητική ζωή τῆς μοναστικῆς κοινότητας τοῦ κοινοβίου, τῆς σκήτης ἤ τοῦ κελλιοῦ.
Ἡ σκληραγώγηση τοῦ σώματος, μαζί μέ τήν ἀφέλεια, τήν παιδική ἁπλότητα, τήν ταπείνωση καί τήν ἁγνότητα, δίνει τήν ἀληθινή ἁγιοπνευματική χαρά.
«Δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχει ἀγαλλίασις ὅταν δέν ὑπάρχει ἀφέλεια» λέγει ὁ Χρυσορρήμων32.
Ἡ ἀφέλεια-ταπεινοφροσύνη εἶναι ἡ σπουδαιότερη33 ἀπό ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές, διότι συνοψίζει σύνολη τήν ἀρετή34.
Αὐτή ἡ ἁπλότητα στήν συμπεριφορά καί στήν ἀναστροφή μέ τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς εἶναι αὐτό, πού κατ’ ἐξοχήν διαφυλάχθηκε στήν μοναστική κοινωνία-Ἐνορία μέχρι σήμερα.
Σ’ ἕνα σύγχρονο ὀρθόδοξο Μοναστήρι, πού λειτουργεῖ κατά Θεόν, πράγματι κυριαρχεῖ αὐτή ἡ παιδική ἁπλότητα, ἡ «σεσοφισμένη».
Εἶναι ὁλοφάνερη, ἐπίσης, καί ἡ χαρά, ἡ πάναγνη στά πρόσωπα τῶν μοναχῶν, αὐθεντικῶν διαδόχων τῶν μελῶν τῆς ὑπέροχης ἐκείνης πρωτοχριστιανικῆς κοινότητας.
«Ἀπό ἐδῶ» δηλαδή ἀπό τήν ζωή τῆς πρωτοχριστιανικῆς κοινότητας, παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «μάθε ὅτι ὄχι ἡ τρυφή (καλοπέραση), ἀλλά ἡ τροφή προξενεῖ τήν ἀπόλαυση· καί ὅπως ἀκριβῶς αὐτοί πού τρυφοῦν βρίσκονται σέ λύπη, ἔτσι καί αὐτοί πού ἀρνοῦνται τήν τρυφή βρίσκονται σέ συνεχῆ χαρά.
Βλέπεις ὅτι τά λόγια τοῦ Πέτρου εἶχαν καί αὐτό τό ἀποτέλεσμα, δηλ. τόν σωφρονισμό τῶν ἀνθρώπων; Διότι μόνον ἔτσι, ὅταν ὑπάρχει σωφροσύνη καί ἀφέλεια (ἁπλότητα-ἀκακία-ἁγνότητα), τότε μόνον προξενεῖται ἀληθινή χαρά καί ἀγαλλίαση»35.
Οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἀσκοῦσαν τήν ἐλεημοσύνη καί τήν φιλανθρωπία. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, πίσω ἀπό τήν φράση: «Εἶχον χάριν πρὸς ὅλον τὸν λαόν» βλέπει τήν ἐλεημοσύνη πού ἀσκοῦσαν οἱ χριστιανοί τῆς πρώτης χριστιανικῆς Ἐνορίας πρός ὅλους ἀδιακρίτως36. Αὐτή ἡ συνεχής ἐλεημοσύνη ὑλική καί κυρίως πνευματική ἔκανε τόν λαό νά τούς εὐγνωμονεῖ.
Ὁ λαός εἱλκύετο κοντά τους. «Δύο πράγματα» παρατηρεῖ Χρυσορρήμων «μποροῦσαν νά τούς ρίξουν σέ ἀθυμία, ἡ νηστεία καί τό ὅτι διέθεταν σέ ἐλεημοσύνες τά χρήματά τους. Αὐτοί δέ καί γιά τά δύο χαιρόντουσαν. Ποιός δέν θά ἀγαπήσει αὐτούς πού διάκεινται ἔτσι ὡς κοινούς πατέρες. Τίποτε πονηρό δέν ἔπρατταν μεταξύ τους.
Ὅλα τά ἄφηναν στή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δέν ὑπῆρχε φόβος καί αὐτό συνέβαινε ἐνῶ βρίσκονταν μέσα στούς κινδύνους...Δές λοιπόν ὅτι ἀπολάμβαναν ἐδῶ ἄμεσα τίς ἀμοιβές. Διότι τό ὅτι εἶχαν χάρη πρός τόν λαό, αὐτό σημαίνει τό ὅτι ἦσαν πολύ ποθητοί καί ἀγαπητοί. Γιατί ποιός δέν θά ποθοῦσε, ποιός δέν θά θαύμαζε τόν ἄνθρωπο πού ἔχει ἁπλό ἦθος, ἤ ποιός δέν θά συνδεόταν μ’ αὐτόν πού δέν ἔχει τίποτα τό ὕπουλο;...
Ὅταν δέν ὑποψιαστεῖς τίποτε κακό, τότε οὔτε μπορεῖς νά κάνεις κάτι κακό... Γιαυτό ἡ ἁπλότης εἶναι ὁδός γιά τήν ἀληθινή φιλοσοφία (δηλαδή τήν ἁγιότητα)...Διότι, λέγει (ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ), ψυχή εὐλογημένη εἶναι ἡ ἁπλῆ...
Τί λοιπόν, λέγει κάποιος, ἄν αὐτός ὁ ἁπλός πέσει στά χέρια πονηρῶν; Ὁ Θεός πού πρόσταξε νά εἴμαστε ἄπλαστοι (ἁπλοί) αὐτός θά μᾶς δώσει τό χέρι (θά μᾶς βοηθήσει). Ποιός ἦταν πιό ἄπλαστος ἀπό τόν Δαυΐδ; Ποιός δέ, ἦταν πονηρότερος ἀπό τόν Σαούλ; Ποιός λοιπόν νίκησε;»37.
Ἡ ὅλη παρουσία, ἀφέλεια, ἁπλότητα, ἀκακία, ἀγαθότητα τῶν Χριστιανῶν ἦταν μία μεγάλη πνευματική ἐλεημοσύνη πρός τούς ταλαιπωρημένους ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο Ἰουδαίους καί εἰδωλολάτρες τῆς ἐποχῆς τους. Ἔτσι αὐξάνονταν αὐτοί πού ἀκολουθοῦσαν τούς ἁγίους Ἀποστόλους. «Ὁ δὲ Κύριος προσετίθει τοὺς σῳζομένους καθ᾿ ἡμέραν τῇ ἐκκλησίᾳ»38.
Αὐτό ὅμως προξένησε τόν φθόνο καί τήν ζήλεια τῶν ἀρχιερέων39. Διά τοῦτο καί οἱ ἀρχιερεῖς τούς ἐπιτέθηκαν.
30 Πράξ. 2, 46.
31 Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ,TLG, Work #154 60.65.1 to Work #154 60.65.6 «Τὸν ἄρτον ἐμοὶ δοκεῖ λέγων͵ καὶ τὴν νηστείαν ἐνταῦθα σημαίνειν καὶ τὸν σκληρὸν βίον· τροφῆς γὰρ͵ οὐ τρυφῆς μετελάμβανον. Ἐντεῦθεν͵ ἀγαπητὲ͵ μάνθανε͵ ὡς οὐχ ἡ τρυφὴ͵ ἀλλ΄ ἡ τροφὴ τὴν ἀπόλαυσιν ποιεῖ· καὶ ὡς οἱ τρυφῶντες͵ ἐν λύπῃ͵ οἱ δὲ μὴ τρυφῶντες͵ ἐν χαρᾷ».
32 Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, TLG, 60.65.8 In Acta apostolorum (homiliae 1-55)
Vol 60, pg 64, ln 63: «οὐκ ἔνι γενέσθαι ἀγαλλίασιν, μὴ ἀφελείας οὔσης».
33 Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, TLG, Work #154 60.66.42 to Work #154 60.66.46
34 Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, TLG Work #154 60.66.53 to Work #154 60.68.10
35 Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου, TLG Work #154 60.65.1 to Work #154 60.65.9 «Τὸν ἄρτον ἐμοὶ δοκεῖ λέγων͵ καὶ τὴν νηστείαν ἐνταῦθα σημαίνειν καὶ τὸν σκληρὸν βίον· τροφῆς γὰρ͵ οὐ τρυφῆς μετ ελάμβανον. Ἐντεῦθεν͵ ἀγαπητὲ͵ μάνθανε͵ ὡς οὐχ ἡ τρυφὴ͵ ἀλλ΄ ἡ τροφὴ τὴν ἀπόλαυσιν ποιεῖ· καὶ ὡς οἱ τρυφῶντες͵ ἐν λύπῃ͵ οἱ δὲ μὴ τρυφῶντες͵ ἐν χαρᾷ. Ὁρᾷς͵ ὅτι οἱ Πέτρου λόγοι καὶ τοῦτο εἶχον͵ τὸν τοῦ βίου σωφρονισμόν; Οὕτως οὐκ ἔνι γενέσθαι ἀγαλλίασιν͵ μὴ ἀφελείας οὔσης».
36 Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου, TLG Work #154 60.65.9 to Work #154 60.65.13 «Καὶ πῶς͵ φησὶν͵ Εἶχον χάριν πρὸς ὅλον τὸν λαόν; Δι΄ ὧν ἐποίουν διὰ τῆς ἐλεημοσύνης. Μὴ γάρ μοι͵ εἰ οἱ ἀρχιερεῖς ἐπέστησαν αὐτοῖς ὑπὸ φθόνου καὶ βασκανίας͵ τοῦτο ἴδῃς· ἀλλ΄ ὅτι πρὸς τὸν λαὸν χάριν εἶχον».
37 Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου, TLG Work #154 60.66.36 to Work #154 60.67.16: «Δύο ἦν ἱκανὰ ἐμβαλεῖν αὐτοὺς εἰς ἀθυμίαν͵ ἥ τε νηστεία͵ καὶ τὸ τὰ χρήματα διαδίδοσθαι. Οἱ δὲ καὶ δι΄ ἀμφότερα ἔχαιρον.
Τίς γὰρ τοὺς οὕτω διακειμένους οὐκ ἂν ἠγάπησεν ὡς πατέρας κοινούς· Οὐδὲν ἔτικτον πονηρὸν κατ΄ ἀλλήλων· τὸ πᾶν ἐπέτρεπον τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ. Οὐκ ἦν φόβος͵ καὶ ταῦτα ἐν μέσοις κινδύνοις ἐμβεβληκότων αὐτῶν.
Διὰ γοῦν τῆς ἀφελείας τὴν πᾶσαν αὐτῶν ἐδήλωσεν ἀρετὴν͵ πολὺ καὶ τῆς τῶν χρη μάτων ὑπεροψίας͵ καὶ τῆς νηστείας͵ καὶ τῆς ἐν ταῖς εὐχαῖς καρτερίας μείζονα οὖσαν. Οὕτω δὲ καὶ καθαρῶς ᾔνουν τὸν Θεὸν͵ μᾶλλον δὲ τοῦτό ἐστιν αἰνεῖν τὸν Θεόν.
Ὅρα δὲ καὶ ἐνταῦθα αὐτοὺς ἀπολαμβάνοντας εὐθέως τὰς ἀμοιβάς. Τὸ γὰρ ἔχειν χάριν πρὸς τὸν λαὸν͵ τοῦτό ἐστιν͵ ὅτι ποθεινοί τινες ἦσαν καὶ ἐπέραστοι. Τίς γὰρ οὐκ ἂν ἀγάσαιτο͵ τίς δὲ οὐκ ἂν θαυμάσειεν ἄνθρωπον τὸ ἦθος ἁπλοῦν͵ ἢ τίς οὐκ ἂν συνδεθείη τῷ μηδὲν ὕπουλον ἔχοντι; Τίνων δὲ ἄλλων ἐστὶν ἡ σωτηρία ἢ τούτων; τίνων δὲ τὰ μεγάλα ἀγαθά;
Οὐχὶ ποιμένες εὐηγγελίσθησαν πρότεροι; οὐχὶ Ἰωσὴφ ἁπλοῦς τις ὢν ἄνθρωπος͵ ὥστε μὴ διὰ μοιχείας ὑποψίαν φοβηθέντα αὐτὸν ἐργάσασθαί τι πονηρόν; οὐχὶ ἀγροίκους ἐξελέγετο τοὺς ἀπλάστους; Ψυχὴ γὰρ͵ φησὶν͵ εὐλογημένη πᾶσα ἁπλῆ· καὶ πάλιν͵ Ὁ δὲ πορευόμενος ἁπλῶς͵ πορεύεται πεποιθώς. Ναὶ͵ φησίν· ἀλλὰ καὶ φρονήσεως δεῖ.
Τί γὰρ ἄλλο ἐστὶν ἁπλότης ἀλλ΄ ἢ φρόνησις; Ὅταν γὰρ μηδὲν ὑποπτεύῃς πονηρὸν͵ οὔτε τεκτῆναι δύνασαι πονηρόν· ὅταν μηδὲν ἔχῃς τῶν δεινῶν͵ οὐδὲ μνησικακῆσαι δυνήσῃ. Ὕβρισέ τις; οὐκ ἤλγησας· ἐκακηγόρησεν; οὐδὲν ἔπαθες· ἐβάσκηνεν; οὐδὲ οὕτως ἔπαθές τι. Ὁδός τίς ἐστιν ἐπὶ φιλοσοφίαν ἡ ἁπλότης.
Οὐδεὶς οὕτως ἐστὶ τὴν ψυχὴν καλὸς͵ ὡς ὁ ἁπλοῦς. καθάπερ γὰρ ἐν τῷ σώματι ὁ μὲν στυγνὸς καὶ κατηφὴς καὶ σύννους͵ κἂν καλὸς ᾖ͵ τὸ πολὺ τῆς ὡραιότη τος ὑποτέμνεται· ὁ δὲ ἀνειμένος καὶ ἠρέμα μειδιῶν τὴν ὄψιν͵ ἐπιτείνει τὴν ὡραιότητα· οὕτω δὴ καὶ ἐπὶ τῆς ψυχῆς͵ ὁ μὲν σύννους κἂν μυρία ἔχῃ κατορθώματα͵ ἠφάνισεν αὐτά· ὁ δὲ ἀνειμένος καὶ ἁπλοῦς͵ τοὐναντίον.
Καὶ φίλον τὸν τοιοῦτον μετὰ ἀσφαλείας ἄν τις εἰργάσαιτο͵ καὶ ἐχθρὸν γενόμενον καταλλάξειεν. Οὐ γὰρ δεῖ φυλακῆς καὶ προφυλακῆς͵ οὐδὲ δεσμῶν καὶ συνδέσμων ἐπὶ τοῦ τοιούτου͵ ἀλλὰ πολλὴ μὲν αὐτῷ ἔσται ἡ ἄνεσις͵ πολλὴ δὲ καὶ τοῖς συνοῦσιν αὐτῷ.
Τί οὖν͵ ἂν εἰς πονηροὺς͵ φησὶν͵ ἄνδρας ὁ τοιοῦτος ἐμπέσῃ; Ὁ Θεὸς ὁ προστάξας εἶναι ἀπλάστους͵ ὀρέξει χεῖρα. Τί τοῦ Δαυῒδ ἀπλαστότερον ἦν; τί δὲ τοῦ Σαοὺλ πονηρότερον; Τίς οὖν περιεγένετο; ».
38 Πράξ. 2, 47.
39 Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου, TLG Work #154 60.65.9 to Work #154 60.65.13 «Καὶ πῶς͵ φησὶν͵ Εἶχον χάριν πρὸς ὅλον τὸν λαόν; Δι΄ ὧν ἐποίουν διὰ τῆς ἐλεημοσύνης. Μὴ γάρ μοι͵ εἰ οἱ ἀρχιερεῖς ἐπέστησαν αὐτοῖς ὑπὸ φθόνου καὶ βασκανίας͵ τοῦτο ἴδῃς· ἀλλ΄ ὅτι πρὸς τὸν λαὸν χάριν εἶχον».
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο:«Τά ἀσκητικά τῆς Ἐνορίας» (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου) πού σύν Θεῶ θά ἐκδοθεῖ σύντομα
ΠΗΓΗ: http://anavaseis.blogspot.gr/2013/10/blog-post_7218.html
Οι Πατέρες της Νέας Σκήτης μου διηγήθηκαν το ακόλουθο θαύμα, πού έγινε στην Ιερά Μονή του Αγίου Παύλου.
Επί ηγουμενίας του αρχιμανδρίτη Σεραφείμ, κατά το έτος 1935 με 36 όταν, το άγιο Πάσχα όλοι οι Πατέρες και αδελφοί της Μονής, 60 τον αριθμόν, κατά την Παράδοση βγήκαν έξω στο προαύλιο να κάνουν την Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μετά το «Χριστός Ανέστη», ο Καθηγούμενος Σεραφείμ, σε ένα από τα πιο αγαθά, απλά, αλλά και πιστά γεροντάκια, τον αδελφό της Μονής και πρόθυμο εργάτη της υπακοής Γέρο- Θωμά είπε:
«Γέρο Θωμά, πήγαινε σε παρακαλώ κάτω στο οστεοφυλάκιο να ειπείς στα κόκαλα εκεί των Πατέρων το «Χριστός Ανέστη».
Ο Γέρο – Θωμάς πρόθυμος, χωρίς να σκεφτεί καθόλου πού θα πάει, είπε: «Να είναι ευλογημένο Γέροντα».
Αμέσως ξεκίνησε και πήγε στα οστά και είπε μεγαλοφώνως: «Ο ηγούμενος μ” έστειλε να σας ειπώ το «Χριστός Ανέστη» Πατέρες και Αδελφοί».
Αμέσως όλα τα οστά έτριξαν, χόρεψαν κι αναπήδησαν· μια νεκροκεφαλή μάλιστα σηκώθηκε ως ένα μέτρο ψηλά κι απήντησε στο χαιρετισμό του Γέροντα και είπε: «Αληθώς ανέστη ό Κύριος» και αμέσως έγινε και πάλι νεκρική σιγή στα οστά.
Ο Γέρο – Θωμάς γύρισε και σε ερώτηση του ηγουμένου, του είπε όσα είδε και άκουσε. Έφριξαν όλοι οι Πατέρες που το άκουσαν και όλοι μ’ ένα στόμα δόξασαν τον Θεό, που ή Πίστη μας είναι ζωντανή, αληθινή και παναγία!
Ἐλᾶτε ὅλα τὰ ἔθνη, κάθε ἀνθρώπινη γενιά, καὶ κάθε γλώσσα, καὶ κάθε ἡλικία, καὶ κάθε ἀξίωμα, νὰ γιορτάσουμε μὲ ἀγαλλίαση τὴ γέννηση τῆς παγκόσμιας χαρᾶς. Γιατὶ ἂν οἱ εἰδωλολάτρες, μὲ ψεύτικα δαιμονικὰ παραμύθια ποὺ ξεγελοῦν τὸ μυαλὸ καὶ σκοτεινιάζουν τὴν ἀλήθεια, κι᾿ ἂν ἀκόμα προσφέροντας ὅ,τι εἶχαν καὶ δὲν εἶχαν τιμοῦσαν γενέθλια βασιλιάδων, ποὺ τοὺς τυραννοῦσαν σ᾿ ὅλη τους τὴ ζωή, πόσο περισσότερο πρέπει ἐμεῖς νὰ τιμοῦμε τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἀνώρθωσε ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος, ποὺ ἄλλαξε τὴ λύπη τῆς πρώτης μας μητέρας, τῆς Εὔας, σὲ χαρά; Ἐκείνη ἄκουσε τὴν ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ: «Μὲ πόνους νὰ γεννᾷς τὰ παιδιά σου». Αὐτή: «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη». Ἐκείνη: «Στὸν ἄνδρα σου ἡ ὑποταγή σου». Αὐτή: «Ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου».
Τί ἄλλο λοιπὸν ἀπὸ λόγο νὰ προσφέρουμε στὴ Μητέρα τοῦ Λόγου; Ὅλη ἡ κτίση ἂς γιορτάσει μαζί μας κι᾿ ἂς ὑμνήσει τὸν ἁγιασμένο καρπὸ τῆς ἁγίας Ἄννας. Γιατὶ γέννησε στὸ κόσμο παντοτινὸ θησαυρὸ ἀγαθῶν, δηλ. τὴν Παναγία. Μὲ τὴν μεσολάβηση τῆς Παναγίας ὁ Πλάστης ξανάπλασε πρὸς τὸ καλύτερο ὁλόκληρη τὴν πλάση, μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ, ἀφοῦ ὁ δημιουργικὸς Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἕνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἑνώθηκε συνάμα μ᾿ ὁλόκληρη τὴν πλάση, ἀφοῦ καὶ ὁ ἄνθρωπος, μετέχοντας σὲ πνεῦμα καὶ σὲ ὕλη, εἶναι σύνδεσμος ὅλης της ὁρατῆς καὶ ἀόρατης δημιουργίας. Ἂς γιορτάσουμε λοιπὸν τὴν λύση τῆς ἀνθρώπινης στειρότητας, γιατὶ πῆρε τέλος γιὰ μᾶς ἡ στέρηση τῶν ἀγαθῶν.
Γιὰ ποιὸ λόγο ὅμως γεννήθηκε ἡ Μητέρα καὶ Παρθένος ἀπὸ γυναίκα στείρα; Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, αὐτὸ ποὺ εἶναι «τὸ μοναδικὰ καινούργιο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο», ἡ βάση καὶ τ᾿ ἀποκορύφωμα τῶν θαυμάτων, ν᾿ ἀνοίξει τὸ δρόμο του μὲ θαύματα καὶ σιγὰ-σιγὰ ἀπὸ τὰ πιὸ ταπεινὰ νάρθουν τὰ πιὸ μεγάλα.
Ὑπάρχει ὅμως κι ἄλλος λόγος πιὸ ὑψηλὸς καὶ πιὸ θεϊκός. Ἡ φύση, νικημένη ἀπὸ τὴ χάρη, στεκόταν φοβισμένη· δὲν εἶχε τὸ θάρρος καὶ τὴ δύναμη νὰ προχωρήσει αὐτὴ πρώτη. Ὅταν λοιπὸν ἐπρόκειτο νὰ γεννηθεῖ ἡ Θεοτόκος – Παρθένος ἀπὸ τὴν Ἄννα, δὲν τολμοῦσε ἡ φύση νὰ καρποφορήσει πρὶν ἀπὸ τὴ χάρη, ἀλλὰ ἔμενε ἄκαρπη, μέχρις ὅτου βλαστήσει ἡ χάρη τὸν καρπό. Ἔτσι ἔπρεπε, νὰ γεννηθεῖ πρωτότοκη ἐκείνη, ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸν «πρωτότοκο ὅλης της δημιουργίας», ποὺ «ὅλα σ᾿ αὐτὸν χρωστοῦν τὴν ὕπαρξή τους».
Καλότυχο ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, ὅλη ἡ κτίση σᾶς εὐγνωμονεῖ. Γιατὶ μὲ τὴ μεσολάβησή σας δώρισε ἡ πλάση στὸ Δημιουργὸ τὸ πιὸ ὑπέροχο ἀπ᾿ ὅλα τὰ δῶρα· πολυσέβαστη Μητέρα, μοναδική, ἄξια τοῦ Πλάστη. Εὐλογημένος εἶσαι Ἰωακείμ, ἀπ᾿ ὅπου βγῆκε τὸ ἀκηλίδωτο σπέρμα. Θαυμαστὴ μήτρα τῆς Ἄννας, ποὺ μέσα της ἀναπτύχθηκε σιγὰ-σιγά, σχηματίσθηκε καὶ γεννήθηκε πανάγιο βρέφος. Γαστέρα, ποὺ κυοφόρησες μέσα σου τὸν ἔμψυχο οὐρανό, πλατύτερο ἀπὸ τὴν ἀπεραντοσύνη τῶν οὐρανῶν. Ἁλώνι, ποὺ κράτησες ἐπάνω σου τὴ θημωνιὰ τοῦ ζωοποιοῦ σιταριοῦ, ὅπως τὸ δήλωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Ἂν δὲν πέσει ὁ κόκκος τοῦ σιταριοῦ στὴ γῆ καὶ πεθάνει, παραμένει ὁλομόναχος». Μαστοὶ ποὺ θηλάσατε ἐκείνη, ποὺ ἔθρεψε τὸν τροφοδότη τοῦ κόσμου. Θαυμάτων θαύματα καὶ παραδόξων παράδοξα. Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, ν᾿ ἀνοίξει μὲ τὰ θαύματα ὁ δρόμος, ἀπ᾿ ὅπου μὲ τρόπο ἀνέκφραστο, ἀπὸ ἀγάπη, κατέβηκε κοντά μας ὁ Θεὸς γιὰ νὰ σαρκωθεῖ.
Ἀλλὰ πῶς νὰ προχωρήσω περισσότερο; Τὸ μυαλό μου σαστίζει, φόβος καὶ λαχτάρα μὲ κυριεύουν. Ἡ καρδιά μου χτυπάει καὶ ἡ γλώσσα μου δέθηκε. Δὲν ἀντέχω στὴ χαρά, μὲ καταβάλλουν τὰ θαύματα, ὁ πόθος μὲ γεμίζει ἐνθουσιασμό. Ἂς νικήσει λοιπὸν ὁ πόθος, ἂς ὑποχωρήσει ὁ φόβος, ἂς τραγουδήσει ἡ κιθάρα τοῦ Πνεύματος: «Ἂς χαροῦν οἱ οὐρανοὶ κι᾿ ἂς πηδήσει ἀπ᾿ τὴ χαρά της ἡ γῆ».
Σήμερα ἀνοίγονται οἱ πύλες τῆς στειρώσεως, καὶ παρουσιάζεται θεϊκή, παρθενικὴ πύλη, ποὺ ἀπὸ μέσα της θὰ περάσει καὶ θὰ μπεῖ στὴν οἰκουμένη «σωματικὰ» ὁ Θεός, ποὺ βρίσκεται πέρα ἀπ᾿ ὅλα τὰ ὄντα, ὅπως λέει ὁ Παῦλος, ὁ ἀκροατὴς τῶν ἀνέκφραστων μυστικῶν. Σήμερα ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ Ἰεσσαὶ ξεφύτρωσε κλωνάρι, ποὺ πάνω του βλάστησε γιὰ χάρη τοῦ κόσμου θεοϋπόστατο ἄνθος.
Σήμερα ἀπὸ τὴ γήινη φύση ἔφτιαξε οὐρανὸ πάνω στὴ γῆ, ἐκεῖνος ποὺ ἄλλοτε παλιὰ δημιούργησε μέσα ἀπὸ τὰ νερὰ τὸ στερέωμα καὶ τὸ ἀνέβασε στὰ ὕψη. Κι᾿ ἀληθινὰ ὁ οὐρανὸς αὐτὸς εἶναι πολὺ πιὸ θεϊκὸς καὶ πολὺ πιὸ καταπληκτικὸς ἀπὸ τὸν πρῶτο. Γιατὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ δημιούργησε στὸν πρῶτο οὐρανὸ τὸν ἥλιο, θὰ ἀνατείλει ὁ Ἴδιος στὸ δεύτερο οὐρανό, ἥλιος δικαιοσύνης. Ἔχει δύο φύσεις, κι ἂς λυσσομανοῦν οἱ Ἀκέφαλοι· ἕνα πρόσωπο, μία ὑπόσταση, κι ἂς σκάσουν ἀπ᾿ τὸ κακό τους οἱ Νεστόριοι. Τὸ ἄναρχο φῶς, ποὺ ἔχει τὴν προαιώνια ὕπαρξή του ἀπὸ ἄναρχο φῶς, τὸ ἄυλο καὶ ἀσώματο, παίρνει σῶμα ἀπὸ γυναίκα καὶ «σὰν νυμφίος βγαίνει ἀπὸ νυφικὸ δωμάτιο», καί, μ᾿ ὅλο ποὺ εἶναι Θεός, γίνεται ἔπειτα γήινος ἄνθρωπος. Σὰν «γίγαντας» θὰ τρέξει μὲ χαρὰ τὸ δρόμο τῆς δικῆς μας ζωῆς, καὶ μέσα ἀπὸ τὰ πάθη θὰ προχωρήσει γιὰ νὰ πεθάνει καὶ νὰ δέσει τὸν ἰσχυρό, τὸ διάβολο, καὶ νὰ τοῦ ἁρπάξει τὴν περιουσία, τὴν ἀνθρώπινη φύση μας, καὶ νὰ ξαναφέρει στὴν οὐράνια γῆ τὸ χαμένο πρόβατο.
Σήμερα ὁ «γιὸς τοῦ μαραγκοῦ», ὁ παντεχνίτης Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ χάρη σ᾿ Αὐτὸν ὁ Πατέρας δημιούργησε τὰ πάντα, τὸ δυνατὸ χέρι τοῦ μεγάλου Θεοῦ, ἔχοντας, μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὰν δάχτυλά του, ἀκονίσει τὸ στομωμένο σκεπάρνι τῆς φύσεως, ἔφτιαξε γιὰ τὸν ἑαυτὸ τοῦ ἔμψυχη σκάλα, ποὺ ἡ βάση της στηρίζεται πάνω στὴ γῆ καὶ τὸ κεφάλι της ἀκουμπάει στὸν οὐρανό, ποὺ πάνω της ἀναπαύεται ὁ Θεός, ποὺ τὴν εἰκόνα της ἀντίκρισε ὁ Ἰακώβ. Ἀπ᾿ αὐτὴ ἀφοῦ κατέβηκε, χωρὶς νὰ μετακινηθεῖ ἀπὸ τὴ θέση του ὁ Θεός, πιὸ σωστὰ ἀφοῦ ταπεινώθηκε, «φανερώθηκε πάνω στὴ γῆ» καὶ συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὰ ὅλα λοιπὸν σημαίνουν ἡ κατάβαση, ἡ συγκαταβατικὴ ταπείνωση, ἡ πολιτεία του πάνω στὴ γῆ, τὴν πιὸ βαθιὰ γνώση, ποὺ δόθηκε στοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς.
Πάνω στὴ γῆ στηρίχθηκε ἡ νοητὴ σκάλα, ἡ Παρθένος· γιατὶ γεννήθηκε ἀπὸ τὴ γῆ· καὶ ἡ κεφαλή της φθάνει στὸν οὐρανό. Ἡ κεφαλή, βέβαια, κάθε γυναίκας εἶναι ὁ ἄνδρας· γιὰ τὴν Παρθένο ὅμως μία καὶ δὲν γνώρισε ἄνδρα, ἔγινε κεφαλή της ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, ἀφοῦ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔκανε συμφωνία μὲ τὴν Παρθένο κι ἀφοῦ ἔστειλε σὰν κάποιο θεϊκὸ πνευματικὸ σπόρο, τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο του, τὴν παντοδύναμη δύναμή Του. Πραγματικὰ μὲ τὸ εὐλογημένο θέλημα τοῦ Πατέρα, ἔγινε ὑπερφυσικά, χωρὶς μεταβολή, ὁ Λόγος σάρκα, ὄχι μὲ φυσικὴ ἕνωση, ἀλλὰ ξεπερνώντας τοὺς νόμους τῆς φύσεως, ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ «κατασκήνωσε ἀνάμεσά μας». Γιατὶ ἡ ἕνωση τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους γίνεται μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. «Ὅποιος μπορεῖ ἂς τὸ καταλάβει. Ὅποιος ἔχει αὐτιά, ἂς ἀκούσει».
Ἂς ξεφύγουμε ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες σκέψεις. Ἄνθρωποί μου, ἡ θεότητα εἶναι ἀπαθής, δὲν παθαίνει ἀλλοιώσεις. Ἐκεῖνος ποὺ τὴν πρώτη φορὰ γέννησε ἀναλλοίωτα μὲ τρόπο φυσικό, γεννάει ἀναλλοίωτα τὸν ἴδιο Υἱὸ γιὰ δεύτερη φορὰ μὲ «κατὰ θεία οἰκονομία». Καὶ εἶναι μάρτυρας ὁ Δαβίδ, ὁ προπάτορας τοῦ Θεοῦ, λέγοντας: «Ὁ Κύριος εἶπε σὲ μένα. Ἐσὺ εἶσαι Υἱός μου, ἐγὼ σήμερα σὲ γέννησα». Αὐτὴ ἡ λέξη «σήμερα» δὲν ἔχει θέση στὴν προαιώνια γέννηση, γιατὶ ἡ γέννηση ἐκείνη βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὸ χρόνο.
Σήμερα χτίζεται ἡ πύλη ποὺ κοιτάει στὴν ἀνατολή, ἀπ᾿ ὅπου ὁ Χριστὸς «θὰ μπεῖ καὶ θὰ βγεῖ», ἀφήνοντάς την κλεισμένη· στὴν πύλη αὐτὴ ὁ Χριστὸς εἶναι «ἡ θύρα τῶν προβάτων». «Ἀνατολὴ» εἶναι τὸ ὄνομα Ἐκείνου, ποὺ μᾶς ὁδήγησε κοντὰ στὸν ἀρχιφωτο Πατέρα. Σήμερα φύσηξαν χαρᾶς πνοές, προμηνύματα τῆς παγκόσμιας Χαρᾶς.
Ἂς χαμογελᾶ πάνω ὁ οὐρανός, κι᾿ ἂς πηδᾶ ἀπ᾿ τὴ χαρὰ της κάτω ἡ γῆ, ἂς πάλλεται ἡ θάλασσα τοῦ κόσμου. Μέσα της γεννιέται τὸ κογχύλι, τὸ στρείδι, ποὺ μὲ τὴν ἀστραπὴ τοῦ Θεοῦ ἀπ᾿ τὰ οὐράνια θὰ συλλάβει στὰ σπλάχνα του, καὶ θὰ γεννήσει τὸ πολύτιμο μαργαριτάρι, τὸν Χριστό. Ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ στρείδι θὰ βγεῖ ὁ «δοξασμένος βασιλιάς», ντυμένος τὴν πορφύρα τῆς σάρκας, ποὺ ἀφοῦ ἐπισκεφθεῖ τοὺς αἰχμαλώτους θὰ διακηρύξει τὴν ἀπελευθέρωσή τους.
Ἂς πηδᾶ ἀπ᾿ τὴ χαρά της ἡ φύση· γεννιέται ἡ ἀμνάδα, ἡ προβατίνα, ποὺ ἀπ᾿ αὐτὴν ὁ βοσκὸς θὰ ντύσει τὸ πρόβατο, καὶ θὰ ξεσχίσει τὸ ροῦχο τῆς παλιᾶς θανατικῆς καταδίκης μας. Ἂς χορεύει ἡ παρθενία, ἀφοῦ γεννήθηκε ὅπως εἶπε ὁ Ἡσαΐας παρθένος, ποὺ θὰ «συλλάβει στὴν κοιλιά της καὶ θὰ γεννήσει υἱό, ποὺ θὰ τοῦ δώσουν τὸ ὄνομα Ἐμμανουήλ», ποὺ σημαίνει «ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». «Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας», μάθετε τὸ καλὰ Νεστόριοι κι᾿ ἀναγνωρίστε τὴν ἥττα σας. «Εἶν᾿ ὁ Θεὸς μαζί μας»! Ὄχι ἄγγελος, ὄχι ἀπεσταλμένος, ἀλλὰ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος θἄρθει καὶ θὰ μᾶς σώσει. «Εὐλογημένος Αὐτὸς ποὺ ἔρχεται στ᾿ ὄνομα τοῦ Θεοῦ· ὁ Κύριος παρουσιάσθηκε μπροστά μας».
Ἂς γιορτάσουμε γιὰ τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου. Χαμογέλασε Ἄννα, «στείρα ποὺ δὲν γεννοῦσες, ξέσπασε σὲ κραυγὲς χαρᾶς, ξεφώνισε, σὺ ποὺ δὲν δοκίμαζες τῆς γέννας πόνους». Πήδησε ἀπ᾿ τὴ χαρά σου Ἰωακείμ, ἀπὸ τὴ θυγατέρα σου «γεννήθηκε τὸ παιδί μας», ὁ υἱὸς ποὺ μᾶς δόθηκε δῶρο καὶ τ᾿ ὄνομά του λέγεται «Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος, δηλ. ἀγγελιοφόρος ποὺ φέρνει τὸ μεγάλο θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, Θεὸς δυνατός», ἡ σωτηρία ὅλου του κόσμου. Ἂς ντροπιαστεῖ ὁ Νεστόριος, κι ἂς κλείσει μὲ τὸ χέρι του τὸ στόμα. Τὸ παιδὶ εἶναι Θεός, πῶς δὲν θάναι Θεοτόκος αὐτὴ ποὺ τὸ γέννησε; «Ἂν κάποιος δὲν ἀναγνωρίζει τὴν ἁγία Παρθένο ὡς Θεοτόκο, βρίσκεται χωρισμένος ἀπ᾿ τὸν Θεό». Αὐτὰ δὲν εἶναι δικά μου λόγια, ἂν καὶ τὰ λέω ἐγώ. Τὰ πῆρα, θεολογικὴ κληρονομιά, ἀπὸ τὸν πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν Θεολόγο Γρηγόριο.
Καλότυχο ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, κι ἀληθινὰ ἁγνότατο. Ἀπ᾿ τὸν καρπὸ τῶν σπλάγχνων σας γίνατε γνωστοί, καθὼς εἶπε ὁ Κύριος κάπου: «Θὰ τοὺς γνωρίσετε καλὰ ἀπὸ τοὺς καρποὺς ποὺ θὰ κάνουν». Μὲ τὴ ζωή σας δώσατε χαρὰ στὸ Θεὸ καὶ γίνατε ἄξιοι τῆς κόρης ποὺ γεννήσατε. Ζώντας τὴ ζωή σας μὲ ἁγνότητα καὶ ἁγιότητα καρποφορήσατε τὸ στολίδι τῆς παρθενίας, παρθένο προτοῦ νὰ γεννήσει, παρθένο τὴν ὥρα ποὺ γεννοῦσε, καὶ παρθένο ἀφοῦ γέννησε, τὴ μοναδικὴ ποὺ μένει καὶ σὲ νοῦ καὶ σὲ ψυχὴ καὶ σὲ σῶμα πάντοτε παρθένος.
Ἔτσι ἔπρεπε νὰ γίνει, ἡ παρθένος ποὺ βλάστησε ἀπ᾿ τὴ δική σας ἁγνότητα νὰ γεννήσει σωματικὰ τὸ μονάκριβο, μονογέννητο φῶς, μὲ τὴν εὐδοκία ἐκείνου ποὺ τὸ γέννησε ἀσώματα. Φῶς ποὺ δὲν γεννάει, ἀλλὰ πάντοτε γεννιέται ἀπὸ φῶς, ποὺ ἡ γέννηση εἶναι ἡ ξεχωριστὴ προσωπική του ἰδιότητα.
Σὲ πόσα θαύματα καὶ σὲ πόσες συμφωνίες ἔγινε ἐργαστήριο αὐτὴ ἡ Κόρη! Ἀφοῦ γεννήθηκε ἀπὸ στείρα, γέννησε μὲ τρόπο παρθενικὸ Ἐκεῖνον, ποὺ ἕνωσε θεότητα καὶ ἀνθρωπότητα, πόνο καὶ ἀπάθεια, τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο, γιὰ νὰ νικηθεῖ ἔτσι σ᾿ ὅλα τὸ χειρότερο ἀπὸ τὸ καλύτερο.
Κι᾿ ὅλα αὐτὰ γιὰ τὴ δική μου σωτηρία, Δέσποτα. Τόσο πολὺ μ᾿ ἀγάπησες, ὥστε μ᾿ ἔσωσες ὄχι μὲ ἀγγέλους, οὔτε μὲ κάποιο ἄλλο δημιούργημα, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς ἐσὺ ὁ ἴδιος μὲ ἔπλασες τὴν πρώτη φορά, ἔτσι πάλι ἐσὺ ὁ ἴδιος ἐργάσθηκες καὶ γιὰ τὴν ἀνάπλασή μου. Γι᾿ αὐτὸ χορεύω καὶ λέω μεγάλα λόγια καὶ νιώθω μεγάλη χαρά, καὶ ξαναγυρίζω πάλι πίσω στὴ πηγὴ τῶν θαυμάτων καὶ πλημμυρισμένος μὲ τὸ νάμα τῆς εὐθυμίας, ἁρπάζω τὴν κιθάρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ θεϊκὸ ὕμνο τραγουδῶ στὴ γέννησή της.
Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, ζευγάρι λογικὰ τρυγόνια σωφρονέστατο! Ἐσεῖς, μὲ τὸ νὰ κρατήσετε τὸ φυσικὸ νόμο τῆς σωφροσύνης, ἀξιωθήκατε μὲ δῶρα ὑπερφυσικά· γεννήσατε τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀνέγγιχτη ἀπὸ ἄνδρα. Ἐσεῖς, ἀφοῦ ζήσατε μὲ εὐσέβεια καὶ ὁσιότητα μέσα στὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, γεννήσατε τὴν ἀνώτερη ἀπὸ ἀγγέλους Κόρη, τὴν Κυρία τῶν ἀγγέλων.
Ὦ Κόρη, πανέμορφη καὶ γλυκύτατη. Κρίνο ποὺ ξεφύτρωσες ἀνάμεσα στ᾿ ἀγκάθια, ἀπὸ τὴν πιὸ εὐγενικὴ καὶ βασιλικὴ ρίζα τοῦ Δαβίδ. Χάρη σὲ Σένα, Παρθένε, πλουτίσθηκε ἡ βασιλεία μὲ τὴν ἱεροσύνη. Χάρη σὲ Σένα μετακινήθηκε ὁ νόμος καὶ ἀνακαλύφθηκε τὸ πνεῦμα, ποὺ κρυβότανε κάτω ἀπὸ τὸ γράμμα, ἀφοῦ ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία πέρασε ἀπὸ τὴ λευιτικὴ στὴ δαβιτικὴ φυλή. Ρόδο (τριαντάφυλλο), ποὺ ξεφύτρωσες μέσα ἀπὸ τ᾿ ἀγκάθια τῶν Ἰουδαίων, καὶ πλημμύρισες μὲ τὸ θεϊκό σου ἄρωμα τὰ σύμπαντα. Κόρη τοῦ Ἀδὰμ καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Εὐλογημένη ἡ μέση καὶ τὰ σπλάγχνα ἀπ᾿ ὅπου βλάστησες.
Εὐλογημένη ἡ ἀγκαλιὰ ποὺ σὲ κράτησε καὶ τὰ χείλη ποὺ ἀπολαύσανε τὰ ἁγνά σου φιλιά, δηλ. τὰ χείλη τῶν γονιῶν σου μονάχα, γιὰ νὰ μείνεις πάντοτε, σ᾿ ὅλα παρθένος.
Σήμερα ἀρχίζει ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου. «Δοξολογῆστε τὸν Κύριο ὅλη ἡ γῆ, τραγουδῆστε καὶ χορέψτε καὶ παῖξτε τὰ ὄργανα»! Φωνάξτε δυνατά, φωνάξτε, μὴ φοβάστε, γιὰ χάρη μας γεννήθηκε ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ στὴν ἁγία Προβατικὴ Πύλη, ἀπ᾿ ὅπου καταδέχθηκε νὰ γεννηθεῖ ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ πῆρε πάνω του τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου.
Σκιρτῆστε βουνά, λογικὲς φύσεις, ποὺ μὲ λαχτάρα ὑψώνεστε στὶς κορυφὲς τῆς πνευματικῆς θεωρίας. Γεννιέται τὸ ἀστραποβόλο ὅρος τοῦ Κυρίου, ποὺ ξεπερνᾶ κάθε ἀγγελικὸ ὄρος καὶ κάθε ἀνθρώπινη μεγαλοσύνη, ἀπ᾿ ὅπου εὐδόκησε ν᾿ ἀποκοπεῖ σωματικὰ τὸ ἀχειροποίητο ἀγκωνάρι, ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος, ὁ Χριστός, ἡ μία ὑπόσταση, ποὺ ἕνωσε τὰ πρὶν χωρισμένα, τὴν θεότητα καὶ τὴν ἀνθρωπότητα, τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὸ σαρκικὸ Ἰσραὴλ σ᾿ ἕνα καὶ μόνο πνευματικὸ Ἰσραήλ. «Ὄρος τοῦ Θεοῦ, γεμάτο ἀπὸ δῶρα, γεμάτο πλούτη, πλούσιο ὅρος, τὸ ὄρος ποὺ πάνω του καταδέχθηκε νὰ κατοικεῖ ὁ Θεός». Τὸ «ἅρμα τοῦ Θεοῦ» ἀγγελοκυκλωμένο μὲ χίλιες – μυριάδες θεοχαριτωμένα χερουβὶμ καὶ σεραφίμ. Ἡ πανάγια κορυφή, ποὺ ξεπερνάει τὸ Σινᾶ, ποὺ δὲν σκεπάζει καπνὸς καὶ σκοτεινιά, θύελλα καὶ τρομερὴ φωτιά, ἀλλὰ ἡ ἀστραφτερὴ λάμψη τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Στὸ Σινᾶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγραψε, μὲ δάχτυλο τὸ Πνεῦμα, νόμο σὲ πέτρινες πλάκες. Στὴν Παρθένο Μαρία μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ μὲ τὸ αἷμα της σαρκώθηκε αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ παρέδωσε λυτρωτικὸ φάρμακο γιὰ τὴ δική μας φύση τὸν Ἑαυτό του. Ἐκεῖ στὴν ἔρημο τὸ μάννα. Ἐδῶ στὴν Παναγία Αὐτός, ποὺ ἔδωσε τὴ γλυκύτητα στὸ μάννα. Ἂς σκύψει τὸ κεφάλι ἡ περίφημη σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου, ποὺ ἔφτιαξε στὴν ἔρημο ὁ Μωυσῆς, ἀπὸ πολύτιμα καὶ λογιῶν – λογιῶν ὑλικά, καὶ πρὶν ἀπ᾿ αὐτὴ ἡ σκηνὴ τοῦ πατριάρχη Ἀβραάμ, μπροστὰ στὴν ἔμψυχη καὶ λογικὴ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἔμψυχη αὐτὴ σκηνή, ἡ Παναγία, ὑποδέχθηκε ὄχι ἐνέργεια Θεοῦ, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ τὸ ἴδιο τὸ Πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ. Ἂς νιώσουν καλὰ πὼς σὲ τίποτα δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μαζί της ἡ «χρυσοσκέπαστη σ᾿ ὅλα της κιβωτὸς» καὶ ἡ χρυσὴ στάμνα ποὺ εἶχε τὸ μάννα καὶ ἡ ἑπτάφωτη λυχνία καὶ ἡ χρυσὴ τράπεζα τῆς προθέσεως κι ὅλα τ᾿ ἄλλα τὰ παλιά. Τὴν τιμή τους τὴν ἔπαιρναν ἀπὸ τὴν Παρθένο ποὺ προεικόνιζαν, σὰν σκιὲς τοῦ ἀληθινοῦ προτύπου.
Σήμερα καινούργιο βιβλίο ἑτοίμασε ὁ Λόγος – Θεός, ποὺ ἔπλασε τὰ πάντα καὶ ποὺ ἀνάβλυσε ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ Πατέρα, γιὰ νὰ γραφτεῖ ὁ ἴδιος μέσα σ᾿ αὐτὸ σὰν μὲ κοντύλι, μὲ τὴ γλώσσα τοῦ Θεοῦ, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Βιβλίο ποὺ δόθηκε σὲ γραμματισμένο ἄνδρα, καὶ δὲν τὸ διάβασε. Ὁ Ἰωσὴφ δὲν γνώρισε τὴν Μαρία οὔτε τὴ δύναμη τοῦ μυστηρίου, ποὺ ἔκρυβε μέσα της. Παναγία Κόρη τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας, ποὺ ξέφυγες ἀπαρατήρητη ἀπὸ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες, καὶ τὰ φλογερὰ βέλη τοῦ πονηροῦ, ποὺ πέρασες τὴ ζωή σου στὸ νυφικὸ θάλαμο τοῦ Πνεύματος, καὶ κρατήθηκες ἀνέγγιχτη γιὰ νὰ γίνεις νύφη Θεοῦ, καὶ Μητέρα τοῦ ἀληθινοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Παναγία Κόρη, ποὺ φανερώθηκες πάνω στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάνας καὶ γέμισες φόβο τὶς δυνάμεις ποὺ ἀποστάτησαν ἀπὸ τὸν Θεό.
Παναγία Κόρη, τὴν ὥρα ποὺ θήλαζες τὸ γάλα σὲ περιτριγύριζαν οἱ ἄγγελοι. Κόρη ἀγαπημένη ἀπὸ τὸν Θεό, δόξα σ᾿ αὐτοὺς ποὺ σὲ γέννησαν. Θὰ Σὲ μακαρίζουν οἱ γενεὲς τῶν γενεῶν, ὅπως στ᾿ ἀλήθεια τὸ εἶπες προφητικά. Κόρη ἄξια του Θεοῦ, ἡ ὀμορφιὰ τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἡ ἐπανόρθωση τῆς πρώτης μας μητέρας τῆς Εὔας. Μὲ τὴ γέννησή σου ἀναστήθηκε ἡ πεσμένη.
Ἀστραποβόλημα τῶν γυναικῶν. Ἂν ἡ πρώτη Εὔα, μπαίνοντας στὴ ὑπηρεσία τοῦ φιδιοῦ ἐναντίον τοῦ πρώτου μας πατέρα, τοῦ Ἀδάμ, ἔπεσε στὴν παράβαση, κι ἔτσι «ἦρθε στὸν κόσμο μας ὁ θάνατος», ἡ Μαρία ὑπηρετώντας μὲ ὑποταγὴ τὴ θεία βουλή, ξεγέλασε τὸ φίδι ποὺ μᾶς ξεγέλασε κι ἔφερε στὸν κόσμο τὴν ἀφθαρσία.
Ἀειπάρθενε Κόρη, ποὺ παιδοποίησες, χωρὶς νὰ ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ ἄνδρα, ἀφοῦ αὐτὸς ποὺ γέννησες ἔχει πατέρα αἰώνιο. Κόρη, γέννημα τῆς γῆς, ποὺ βάσταξες στὴ θεομητορική σου ἀγκαλιὰ τὸν Πλάστη. Οἱ αἰῶνες παράβγαιναν στὸ τρέξιμο ποιὸς θὰ πρωτοπρολάβει νὰ καυχηθεῖ γιὰ τὴ γέννησή σου. Ἀλλὰ ἡ προκαθορισμένη ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐφτίαξε καὶ τοὺς αἰῶνες, νίκησε τὸ συναγωνισμὸ τῶν αἰώνων κι ἔγιναν οἱ τελευταῖοι αἰῶνες πρῶτοι, ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς ἔλαχε νὰ γεννηθεῖς σ᾿ αὐτούς.
Εἶσαι πραγματικὰ ἡ πιὸ πολύτιμη ἀπ᾿ ὅλη τὴν πλάση, γιατὶ μόνο ἀπὸ σένα πῆρε μικρὸ μέρος ὁ Πλάστης τὶς ἀπαρχὲς τῆς δικῆς μας φύσεως. Σάρκα Του ἔγινε ἡ σάρκα σου, καὶ αἷμα Του τὸ αἷμα σου, καὶ γάλα ἀπὸ σένα θήλασε ὁ Θεός, κι ἑνώθηκαν τὰ χείλη σου μὲ τοῦ Θεοῦ τὰ χείλη. Ἀκατανόητα κι ἀνείπωτα θαύματα. Ὁ Θεὸς τῶν ὅλων προγνώρισε ὅτι ἐσὺ ἄξια θὰ γίνεις τῆς ἀγάπης Του καὶ σ᾿ ἀγάπησε, κι ἀπὸ ἀγάπη σὲ προόρισε, καὶ «στοὺς στερνοὺς καιροὺς» σ᾿ ἔφερε στὸ φῶς καὶ σ᾿ ἀνάδειξε μητέρα καὶ τροφὸ τοῦ δικοῦ Του Υἱοῦ καὶ Λόγου.
Λέγουν πὼς τὰ ἀντίθετα γιατρεύουν τ᾿ ἀντίθετά τους, μὰ δὲν μπορεῖ τ᾿ ἀντίθετα καὶ νὰ γεννοῦν τ᾿ ἀντίθετά τους. Μολονότι κάθε πλάσμα ὑφαίνει αὐτό, ποὺ ἀπὸ τὴ φύση τοῦ εἶναι, ἀντιμετωπίζοντας τ᾿ ἀντίθετά του – τὸ κατορθώνει βέβαια ἀπ᾿ τὸν πλοῦτο τῆς δύναμης ποὺ κλείνει μέσα στὴ φύση του. Κι ὅπως ἀκριβῶς «ἡ ἁμαρτία χρησιμοποίησε τὸ καλό, τὴν ἐντολὴ τοῦ Νόμου, γιὰ τὸν θάνατό μου, κι ἔγινε ὑπερβολικὰ ἁμαρτωλή», ἔτσι κι ὁ αἴτιος τῶν καλῶν, ὁ Θεός, μέσα ἀπὸ τ᾿ ἀντίθετό τους, τὸν θάνατο, κατεργάζεται γιὰ μᾶς τὸ καλό, ποὺ τοῦ εἶναι φυσικό. «Ἐπειδὴ ὅπου πλήθυνε ἡ ἁμαρτία, περίσσεψε ἡ χάρη».
Ἂν εἴχαμε φυλάξει τὴν πρώτη μας κοινὴ ζωὴ μὲ τὸν Θεό, δὲν θὰ ἀξιωνόμαστε τὴν πιὸ μεγάλη καὶ τὴν πιὸ θαυμαστὴ ζωὴ μαζί Του. Τώρα ὅμως μὲ τὴν ἁμαρτία, κριθήκαμε ἀνάξιοί της πρώτης μας κοινῆς ζωῆς μὲ τὸν Θεό, γιατὶ δὲν κρατήσαμε τὸ δῶρο, ποὺ μᾶς δόθηκε. Ἀλλὰ μὲ τὴν συμπάθεια τοῦ Θεοῦ ἐλεηθήκαμε καὶ μᾶς πῆρε πάνω του καὶ μᾶς ἔκανε σάρκα Του, γιὰ νὰ γίνει πιὸ σίγουρη ἡ κοινὴ ζωὴ μαζί Του. Γιατὶ Αὐτὸς ποὺ μᾶς ἀγκάλιασε καὶ μᾶς ἔκανε σάρκα Του ἔχει τὴ δύναμη νὰ κρατήσει ἀδιάσπαστη τὴν ἕνωση. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁλόκληρη ἡ γῆ ἔγινε πόρνη καὶ γέννα τέκνα πορνείας, γι’ αυτὸ κι ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου «πλανήθηκε μὲ τὸ πνεῦμα τῆς πορνείας», μακριὰ ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Θεό του, ποὺ τὸν ἔκανε λαὸ δικό του μὲ «δυνατὸ χέρι καὶ ψηλὸ βραχίονα», καὶ ποὺ τὸν ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῆς σκλαβιᾶς τοῦ Φαραώ, καὶ τὸν πέρασε μέσα ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα, καὶ τὸν ὁδήγησε «μὲ νεφέλη τὴν ἡμέρα καὶ στήλη φωτιᾶς κάθε νύχτα». Καὶ πῆρε στροφὴ ἡ καρδιά τους γιὰ τὴν Αἴγυπτο. Κι ἔγινε ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου «μὴ λαὸς τοῦ Κυρίου», κι᾿ αὐτὸς ποὺ ἐλεήθηκε, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐλεήθηκε, κι αὐτὸς ποὺ ἀγαπήθηκε, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀγαπήθηκε.
Γι᾿ αὐτὸ γεννιέται τώρα Παρθένος, ἀντίπαλος τῆς προγονικῆς πορνείας κι ἀρραβωνιάζεται μὲ τὸ Θεὸ τὸν ἴδιο, καὶ γεννᾶ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεται λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἦταν πρῶτα λαὸς τοῦ Θεοῦ κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἦταν ἐλεημένος ἐλεήθηκε, κι ὁ μὴ ἀγαπημένος ἀγαπήθηκε. Γιατὶ ἀπ᾿ αὐτὴ γεννιέται ὁ «ἀγαπητὸς Υἱὸς» τοῦ Θεοῦ, ποὺ σ᾿ αὐτὸν εὐδόκησε ὁ Πατέρας – Θεός.
«Ἀμπέλι καλοκλήματο» βλάστησε ἀπ᾿ τὴν Ἄννα, κι ἄνθισε σταφύλι ὁλογλυκό, πιοτὸ θεϊκό, νὰ τὸ πιοῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ ζήσουν στὸν αἰώνα. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἔσπειραν «δικαιοσύνη» καὶ θερίσανε «καρπὸ ζωῆς». Φωτισθήκανε μὲ τὸ «φῶς τῆς γνώσεως» καὶ ψάξανε νὰ βροῦν τὸν Κύριο, καὶ τοὺς βρῆκε καρπὸς δικαιοσύνης.
Ἂς πάρει θάρρος ἡ γῆ καὶ «γεμίστε χαρὰ τὰ παιδιὰ τῆς Σιῶν γιὰ τὸν Κύριο καὶ Θεό σας», γιατὶ πρασίνισε ἡ ἔρημος. Ἡ στείρα καρποφόρησε. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα σὰν μυστικὲς κορφὲς βουνῶν στάλαξαν γλύκα. Νιῶσε χαρά, εὐλογημένη Ἄννα, γιατὶ γέννησες κορίτσι. Γιατὶ αὐτὴ ἡ κόρη θὰ γίνει Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πύλη τοῦ φωτός, πηγὴ τῆς ζωῆς, καὶ θὰ ἐξαφανίσει τὸ ἔγκλημα τῆς γυναίκας.
Τὸ πρόσωπο αὐτῆς τῆς κόρης «θὰ ἱκετεύσουν οἱ πλούσιοί του λαοῦ». Τὴν κόρη αὐτὴ θὰ προσκυνήσουν οἱ βασιλιᾶδες τῶν ἐθνῶν προσφέροντας δῶρα. Τὴν κόρη αὐτὴ θὰ ὁδηγήσεις στὸ Θεό, στὸ βασιλιὰ τῶν ὅλων, ντυμένο στὰ «χρυσὰ κρόσσια» τὰ στολίδια τῶν ἀρετῶν, καὶ στολισμένη μὲ τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος, κι «ἡ δόξα τῆς εἶναι μέσα της». Γιατὶ ἂν δόξα κάθε γυναίκας εἶναι ὁ ἄντρας ποὺ στέκεται στὸ πλάι της, τῆς Παναγίας ἡ δόξα εἶναι ἀπὸ μέσα, ὁ καρπὸς τῶν σπλάχνων της.
Ὦ Κόρη ποθητὴ καὶ τρισευλογημένη· «εὐλογημένη μέσα σ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες σύ, κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῶν σπλάχνων σου». Κόρη, θυγατέρα τοῦ βασιλιᾶ Δαβίδ, καὶ Μητέρα τοῦ βασιλιᾶ τῶν ὅλων, τοῦ Θεοῦ. Θεϊκὸ κι ὁλοζώντανο ἄγαλμα, ἡ εὐφροσύνη τοῦ Θεοῦ ποὺ σὲ ἔπλασε, ποὺ ἔχεις τὸ πνεῦμα σου θεοκυβέρνητο καὶ μόνο στὸ Θεὸ γυρνᾶς τὴν προσοχή σου. Κάθε σου πόθος στρέφει στὸν μόνο ποθητὸ κι ἀγαπημένο. Τὸ θυμό σου χύνεις μοναχὰ στὴν ἁμαρτία καὶ σ᾿ αὐτὸν ποὺ γέννησε τὴν ἁμαρτία. Ζοῦσες ζωὴ ἀνώτερη ἀπὸ τὴ φύση. Ὄχι ζωὴ δική σου, γιατὶ ἐσὺ δὲν γεννήθηκες γιὰ σένα.
Γιὰ τὸν Θεὸ λοιπὸν ζοῦσες, γι᾿ Αὐτὸν ἦλθες στὴ ζωή, Αὐτὸν πιστὰ νὰ ὑπηρετήσεις στὴν παγκόσμια σωτηρία, γιὰ νὰ πληρωθεῖ ἡ «προαιώνια ἀπόφαση» τοῦ Θεοῦ, ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου καὶ ἡ δική μας θέωση. Ὁ πόθος σου μὲ θεϊκὰ νὰ τρέφεσαι λόγια, καὶ μὲ τὸ χυμό τους νὰ δυναμώνεις, σὰν «ἐλιὰ ὁλοκαρπη στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ, σὰν δένδρο, ποὺ φυτεύτηκε στὴν ἀκροποταμιὰ» τοῦ Πνεύματος, σὰν δένδρο τῆς ζωῆς, ποὺ καρποφόρησε στὸν καιρὸ ποὺ εἶχε ἀπὸ τὸ Θεὸ ταχθεῖ, Θεὸ ἐνσαρκωμένο, τὴν αἰώνια ζωὴ γιὰ τὰ πλάσματά Του ὅλα. Κρατᾶς κάθε λογισμὸ ποὺ τρέφει κι ὠφελεῖ τὴ ψυχή, καὶ ρίχνεις πέρα, πρὶν κἂν τὸ δοκιμάσεις, κάθε τι ποὺ εἶναι γιὰ σένα ἄχρηστο καὶ βλαβερό. Μάτια «στραμμένα πάντοτε στὸν Κύριο» βλέπουν τὸ αἰώνιο κι «ἀπλησίαστο φῶς».
Αὐτιὰ ποὺ ἀκοῦνε τὸν θεϊκὸ λόγο κι εὐφραίνονται μὲ τὴν κιθάρα τοῦ Πνεύματος, ποὺ ἀπὸ μέσα τους πέρασε ὁ Λόγος γιὰ νὰ σαρκωθεῖ. Ὄσφρηση γοητευμένη μὲ τὴν εὐωδιὰ τῶν ἀρωμάτων τοῦ Νυμφίου, ποὺ ἄρωμα θεϊκὸ ξεχύνεται ἐλεύθερα καὶ χρίει τὴν ἀνθρώπινή Του φύση. «Ἄρωμα ποὺ χύθηκε εἶναι τὸ ὄνομά σου» λέγει ἡ ἁγία Γραφή. Χείλη ποὺ δοξολογοῦν τὸν Κύριο καὶ μένουν κολλημένα στὰ δικά Του χείλη. Ἡ γλώσσα κι ὁ οὐρανίσκος ποὺ ξέρουν νὰ διακρίνουν τὰ λόγια του Θεοῦ καὶ ποὺ χορταίνουν μὲ τὴ θεϊκή τους γλυκύτητα. Καρδιὰ καθαρὴ κι ἀμόλυντη, ποὺ βλέπει καὶ ποθεῖ τὸν ἀόρατο Θεό.
Σπλάχνα, ποὺ μέσα τους κατοίκησε ὁ ἀχώρητος, καὶ στῆθος, ποὺ μὲ τὸ γάλα του, τράφηκε ὁ Θεός, τὸ παιδὶ Ἰησοῦς. Πύλη τοῦ Θεοῦ παρθενικὴ γιὰ πάντα. Χέρια, ποὺ κράτησαν τὸν Θεό, καὶ γόνατα, ποὺ ἔγιναν θρόνος ψηλότερος κι ἀπὸ τὰ χερουβίμ.
Μ᾿ αὐτὰ στερεώθηκαν τὰ «παράλυτα χέρια καὶ τ᾿ ἀδύναμα πόδια». Πόδια ὁδηγημένα μὲ τὸ φωτεινὸ λυχνάρι τοῦ θείου νόμου, τρέχουν ἀσταμάτητα πίσω του, ὥσπου κι τράβηξαν τὸν Ποθητὸ σ᾿ αὕτη ποὺ Τὸν ποθοῦσε. Ὁλόκληρη εἶσαι δωμάτιο νυφικὸ τοῦ Πνεύματος, πόλη τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, ποὺ τὴν «εὐφραίνουν τὰ ρέματα τοῦ ποταμοῦ», τὰ κύματα δηλ. τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: Πεντάμορφη καὶ πολυαγαπημένη τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ἀφοῦ ξεπέρασε τὰ χερουβὶμ κι ἀνέβηκε ψηλότερα κι ἀπὸ τὰ σεραφίμ, ἔγινε πραγματικά του Θεοῦ ἡ πολυαγαπημένη.
Θαῦμα, τὸ πιὸ τρανὸ ἀπ᾿ ὅλα τὰ θαύματα! Γυναίκα νὰ βρίσκεται πάνω ἀπὸ τὰ σεραφίμ, κι αὐτὸ γιατὶ ὁ Θεὸς φανερώθηκε «λιγάκι πιὸ χαμηλὰ ἀπ᾿ τοὺς ἀγγέλους». Σιώπα, Σολομῶν πολύσοφε, καὶ μὴ λές: «Τίποτα καινούργιο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο». Παρθένε θεοχαριτωμένη, ἅγιε ναὲ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὁ πνευματικὸς Σολομώντας, ὁ ἄρχοντας τῆς εἰρήνης, σ᾿ ἔχτισε καὶ σ᾿ ἔκανε κατοικία του, ναέ, ποὺ δὲν στολίζεσαι μὲ χρυσάφι κι ἄψυχες πέτρες, ἀλλὰ λαμποκοπᾶς ἀντὶ χρυσάφι Ἅγιο Πνεῦμα· κι ἀντὶ γι᾿ ἄλλα ἀκριβὰ πετράδια ἔχεις τὸ πολύτιμο μαργαριτάρι, τὸν Χριστό, τὸν ἄνθρακα τῆς θεότητας.
Αὐτὸν παρακάλεσε ν᾿ ἀγγίξει τὰ χείλη μας, γιὰ νὰ μποροῦμε ἁγνισμένοι νὰ Τὸν ὑμνήσουμε μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀνακράζοντας: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ», μία φύση τῆς θεότητας μὲ τρία πρόσωπα. Ἅγιος ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, ποὺ εὐδόκησε μέσα σὲ σένα καὶ ἀπὸ σένα νὰ τελεσιουργηθεῖ τὸ μυστήριο, ποὺ εἶχε προκαθορίσει πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες. Ἅγιος ἰσχυρός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεὸς ὁ Μονογενής, ποὺ σήμερα ἐνεργεῖ τὴν γέννησή σου ἀπὸ στείρα μητέρα, γιὰ νὰ γεννηθεῖ αὐτὸς ποὺ ἦταν μονογενὴς ἀπὸ Πατέρα καὶ «πρωτογέννητος ἀπ᾿ ὁλόκληρη τὴν πλάση», μονογενὴς κι ἀπὸ σένα Παρθένο Μητέρα, πρωτογέννητος «ἀνάμεσά σε πολλὰ ἀδέλφια», ἴδιος μ᾿ ἐμᾶς, Κοινωνὸς χάρη σὲ Σένα στὴ «δική μας σάρκα καὶ στὸ δικό μας αἷμα».
Ὡστόσο δὲν σ᾿ ἄφησε νὰ γεννηθεῖς κι ἐσένα μόνο ἀπὸ πατέρα ἢ μόνο ἀπὸ μητέρα, γιὰ νὰ κρατήσει τὸ προνόμιο τῆς μοναδικῆς γεννήσεως, ὁ μοναδικὸς σ᾿ ὅλα του μονογενής. Αὐτὸς εἶναι στ᾿ ἀληθινὰ ὁ μοναδικὸς μόνο ἀπὸ Πατέρα καὶ μοναδικὸς μόνο ἀπὸ μητέρα. Ἅγιος ἀθάνατος, τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, ποὺ μὲ τὴ δροσιὰ τῆς θεότητάς Του σὲ κράτησε σώα ἀπὸ τὴν θεϊκὴ φωτιά. Γιατὶ αὐτὸ προέλεγε αἰνιγματικὰ ἡ βάτος τοῦ Μωυσῆ.
Χαῖρε, πύλη προβατική, ἱερώτατε ναὲ τῆς μητέρας τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε, πύλη προβατική, προγονικὴ κατοικία τῆς βασίλισσας. Χαῖρε, πύλη προβατική, ποὺ ἤσουν κάποτε μαντρὶ τῶν προβάτων τοῦ Ἰωακείμ, τώρα ἡ οὐρανομίμητη Ἐκκλησία τῆς λογικῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ. Πύλη, ποὺ κάποτε μία φορὰ τὸ χρόνο δεχόσουν τὸν ἄγγελο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ταράσσοντας τὸ νερό, ἔδινε σ᾿ ἕναν ἄρρωστο τὴ δύναμη καὶ τὸν γιάτρευε.
Τώρα ἔχεις στρατιὲς ἀπὸ δυνάμεις ἀγγέλων, ποὺ δοξολογοῦν μαζὶ μὲ μᾶς τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄβυσσο τῶν θαυμάτων, τὴ πηγὴ ποὺ γιατρεύει ὅλους τους ἀνθρώπους. Μητέρα Θεοῦ, ποὺ δέχθηκε ὄχι ἄγγελο ὑπηρέτη, ἀλλὰ τὸν Ἄγγελο τῆς μεγάλης βουλῆς, ποὺ κατέβηκε πάνω στὸ ἁπαλὸ μαλλὶ ἀθόρυβα σὰν ἄφθονη βροχὴ καλοσύνης, καὶ ξανάφερε σ᾿ ἀκλόνητη ὑγεία καὶ σ᾿ ἀγέραστη ζωὴ ὅλη τὴν ἀρρωστημένη μας φύση, ποὺ ὑποτάχθηκε στὴ φθορά. Χάρη σ᾿ Αὐτὸν ὁ παράλυτός σου ἔτρεξε πηδώντας σὰν ἐλάφι.
Χαῖρε, τίμια προβατικὴ κολυμβήθρα, ἡ χάρη σου ν᾿ αὐξάνει.
Χαῖρε, Μαρία, γλυκύτατη Κόρη τῆς Ἄννας. Σὲ σένα μὲ παρασύρει πάλι ἡ λαχτάρα τῆς ἀγάπης. Πῶς ν᾿ ἀναπαραστήσω τὸ ὅλο σεμνότητα βάδισμά σου; Πῶς τὸ ντύσιμό σου; Πῶς τὸ χαριτωμένο πρόσωπό σου; Τὸ γεροντικό σου φρόνημα στὸ νεαρό σου σῶμα; Σεμνὸ ντύσιμο χωρὶς πολυτέλεια καὶ μαλθακότητα. Βῆμα συγκρατημένο, χωρὶς βιασύνη καὶ χωρὶς νωθρότητα.
Τὸ σοβαρὸ ὕφος, ποὺ γλύκαινε κάποια ἱλαρότητα, κρατημένο πάντα μακριὰ ἀπὸ τοὺς ἄντρες. Κι ἀπόδειξη ὁ φόβος ποὺ ἔδειξες μὲ τὴν ἀπροσδόκητη προσφώνηση τοῦ ἀγγέλου. Πρόθυμη κι ὑπάκουη στοὺς γονεῖς σου· κρατοῦσες τὸ πνεῦμα τῆς ταπεινώσεως στὶς πιὸ μεγάλες ἀποκαλύψεις. Τὰ λόγια σου καλοσυνάτα ἔβγαιναν ἀπὸ ἤρεμη ψυχή.
Καὶ τί χρειάζονται τὰ πολλὰ λόγια, ἄξια νὰ κατοικήσει μέσα σου ὁ Θεός! Μὲ τὸ δίκιο τους σὲ μακαρίζουν ὅλες οἱ γενεές, ἐσένα τὴν πιὸ διαλεχτὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων. Καύχημα τῶν ἱερέων, ἐλπίδα τῶν χριστιανῶν, στήριγμα βασιλιάδων, πολύκαρπη φυτὸ τῆς παρθενίας, γιατὶ ἀπὸ σένα ἁπλώθηκε πλατιὰ ἡ ὀμορφιὰ τῆς παρθενίας. «Ἀπ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες σὺ εἶσαι ἡ εὐλογημένη κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου». Εὐλογημένοι εἶναι ὅσοι σ᾿ ἀναγνωρίζουν Θεοτόκο, καὶ μένουν στὴν κατάρα ὅσοι σ᾿ ἀρνιοῦνται.
Ἱερὸ ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, δεχτεῖτε ἀπὸ μένα τούτη τὴν ὁμιλία στὴ γέννηση τῆς Μαρίας. Κόρη τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας καὶ Δέσποινά μου, δέξου τὰ λόγια τοῦ ἁμαρτωλοῦ δούλου σου, ποὺ ὁ πόθος ὅμως τὸν καίει κι ἀπόκτησε Ἐσένα μοναδικὴ ἐλπίδα χαρᾶς, προστάτισσα τοῦ βίου του. Καὶ μεσίτριά του κοντὰ στὸν Υἱό σου καὶ ἐγγύηση γιὰ τὴ σωτηρία του.
Σκόρπισε πέρα τὸ βαρὺ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν μου, καὶ διάλυσε τὸ σύννεφο, ποὺ μοῦ σκοτίζει τὸ μυαλὸ καὶ τὸ παχὺ στρῶμα τῆς ὕλης. Σταμάτησε τοὺς πειρασμοὺς καὶ κυβέρνησε μ᾿ ἐπιτυχία τὴ ζωή μου, καί, παίρνοντάς με ἀπ᾿ τὸ χέρι, ὁδήγησέ με ψηλὰ στὴν οὐράνια εὐτυχία, καὶ στὸν κόσμο σου δῶσε δῶρο τὴν εἰρήνη. Καὶ σ᾿ ὅλους τους κατοίκους τῆς πόλεώς μας, τέλεια τὴν χαρὰ καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία, μὲ τὶς παρακλήσεις τῶν γονιῶν σου κι ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας. Ἂς γίνει ἔτσι! Ἂς γίνει!
«Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μαζί σου, εὐλογημένη σὺ ἀνάμεσα σ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες, κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου», ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Σ᾿ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα μαζὶ καὶ στὸν Πατέρα καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Η ζωή μας εξαρτάται από το είδος των λογισμών που καλλιεργούμε. Αν οι λογισμοί μας είναι ειρηνικοί και ήρεμοι, αν έχουν πραότητα και καλοσύνη, τότε έτσι είναι και η ζωή μας.
Αν η προσοχή μας είναι στραμμένη στις συνθήκες του βίου μας, τότε μας καταπίνει μια δίνη λογισμών, και δεν μπορούμε να έχουμε ούτε ειρήνη ούτε γαλήνη.
Το σημείο εκκίνησής μας είναι πάντοτε εσφαλμένο. Αντί να ξεκινούμε με τον εαυτό μας, εμείς θέλουμε πάντοτε να αλλάξουμε πρώτα τους άλλους και τελευταίους εμάς. Αν ο καθένας ξεκινούσε πρώτα με τον εαυτό του, θα είχαμε παντού τριγύρω ειρήνη! Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει ότι κανείς δεν μπορεί να βλάψει τον άνθρωπο εκείνο που δεν βλάπτει τον εαυτό του - ούτε κι ο ίδιος ο διάβολος. Βλέπετε; Εμείς είμαστε οι αρχιτέκτονες, οι μοναδικοί αρχιτέκτονες, του μέλλοντός μας.
Με τους λογισμούς του ο άνθρωπος αναστατώνει ενίοτε την τάξη της Δημιουργίας. Έτσι καταστράφηκαν οι πρώτοι άνθρωποι -με έναν κατακλυσμό- εξαιτίας των κακών λογισμών και προθέσεών τους. Αυτό αληθεύει ακόμα και σήμερα - οι λογισμοί μας είναι κακοί και γι’ αυτό δεν αποκομίζουμε καλή καρποφορία. Πρέπει να αλλάξουμε. Καθένας μας πρέπει να αλλάξει, αλλά είναι κρίμα που δεν έχουμε παραδείγματα να μας καθοδηγήσουν, ούτε στις οικογένειές μας ούτε στην κοινωνία μας.
Βλέπετε συνεπώς πως έχουν τα πράγματα. Όταν καλλιεργούμε κακές σκέψεις, γινόμαστε κακοί. Ίσως εμείς να νομίζουμε ότι είμαστε καλοί, αλλά το κακό είναι εντός μας. Δεν έχουμε τη δύναμη να του αντισταθούμε. Και γνωρίζουμε ως χριστιανοί ότι δεν πρέπει καν να σκεφτόμαστε το κακό, πόσο μάλλον να το διαπράττουμε.
Εμείς ωστόσο, έχουμε θεία δύναμη, θεία ζωή και θεία ενέργεια. Την ημέρα της τελικής κρίσεως θα ερωτηθούμε για το τι είδους χρήση κάναμε αυτής της δύναμης, της ζωής και της ενέργειας, που μας δόθηκαν: συμβάλαμε στην αρμονία του σύμπαντος ή σπείραμε δυσαρμονία;
Ο Κύριος πήρε πάνω του όλες μας τις οδύνες και τις μέριμνες, και είπε ότι θα μας παράσχει καθετί που χρειαζόμαστε. Και παρόλα αυτά εμείς κρατιόμαστε τόσο σφιχτά από τις μέριμνές μας, που δεν αφήνουμε το νου και την καρδιά μας, τις οικογένειες και καθένα τριγύρω μας, να βρει ανάπαυση.
Όποτε τα προβλήματα πέφτουν πάνω μου σαν άχθος δυσβάσταχτο κι εγώ προσπαθώ να σηκώσω όλες τις μέριμνες του μοναστηριού και της αδελφότητας μόνος μου, συσσωρεύω μπελάδες σε μένα και την αδελφότητα. Ακόμα και το ευκολότερο έργο επιτελείται με τεράστια δυσκολία. Όταν όμως εναποθέτω τον εαυτό μου, την αδελφότητα και καθετί άλλο στον Κύριο, τότε ακόμα και τα δυσκολότερα έργα επιτελούνται με ευκολία. Δεν υπάρχει πίεση και βασιλεύει ειρήνη στην αδελφότητα.
Ο άνθρωπος εκείνος που ζει μέσα του τη Βασιλεία των Ουρανών ακτινοβολεί άγιους λογισμούς. Θείους λογισμούς. Η Βασιλεία του Θεού δημιουργεί μέσα μας μια ατμόσφαιρα παραδείσου, εν αντιθέσει προς την ατμόσφαιρα της κολάσεως, την οποία ακτινοβολεί όποιος έχει τον Άδη στην καρδιά του.
Ο ρόλος των χριστιανών στον κόσμο είναι να φιλτράρουν την ατμόσφαιρα της γης, ώστε να κερδίζει διαρκώς έδαφος η ατμόσφαιρα της Βασιλείας του Θεού.
Μπορούμε να περιφρουρούμε ολόκληρο τον κόσμο περιφρουρώντας την ατμόσφαιρα του παραδείσου μέσα μας, διότι αν χάσουμε τη Βασιλεία των Ουρανών, δεν θα σώσουμε ούτε τον εαυτό μας ούτε τους άλλους. Εκείνος που έχει μέσα του τη Βασιλεία του Θεού θα τη μεταδώσει ανεπαίσθητα και στους άλλους.
Οι άνθρωποι θα ελκύονται από την εντός μας ειρήνη και ζεστασιά θα θέλουν να είναι κοντά μας, και η ατμόσφαιρα του ουρανού θα περάσει σταδιακά και σε κείνους. Σχεδόν δεν είναι καν απαραίτητο να μιλάμε στους ανθρώπους γι’ αυτή. Η ατμόσφαιρα του παραδείσου θα ακτινοβολεί από μέσα μας ακόμα κι όταν σιωπούμε ή μιλάμε για πράγματα καθημερινά. Θα ακτινοβολεί από μέσα μας
ακόμα κι αν δεν έχουμε συναίσθηση ότι το κάνει.
Ο Κύριος κάλεσε τον καθένα από μας στην ύπαρξη με ένα συγκεκριμένο στόχο και σχέδιο. Και το παραμικρό χορταράκι αυτού του πλανήτη έχει ένα είδος αποστολής εδώ στη γη.
Και πόσο αληθεύει αυτό για τα ανθρώπινα όντα! Ωστόσο, εμείς διαταράσσουμε ενίοτε και εμποδίζουμε το σχέδιο του Θεού. Έχουμε την ελευθερία είτε να αποδεχτούμε το θέλημά Του είτε να το απορρίψουμε ο Θεός που είναι αγάπη, δεν θέλει να άρει αυτή την ελευθερία από μας. Μάς δόθηκε απόλυτη ελευθερία, αλλά εμείς, πάνω στην τρέλα μας, ποθούμε συχνά άχρηστα πράγματα.
Δεν μπορούμε να επιτύχουμε τη σωτηρία με κανέναν τρόπο πέρα από τη μεταμόρφωση του νου μας, τη μεταμόρφωσή του σε κάτι διαφορετικό από αυτό που ήταν. Ο νους μας θεώνεται από μια ιδιάζουσα ενέργεια της χάριτος του Θεού. Γίνεται απαθής και άγιος. Ένας θεωμένος νους ζει ακατάπαυστα με τη μνήμη του Θεού.
Γνωρίζοντας ότι ο Θεός είναι μέσα μας κι εμείς εν Αυτώ, ο θεωμένος νους είναι ολότελα οικείος με τον Θεό. Ο Θεός είναι παντού κι εμείς είμαστε σαν ψάρια μέσα στο νερό όταν είμαστε εν Θεώ. Τη στιγμή που οι λογισμοί μας Τον εγκαταλείπουν, αφανιζόμαστε πνευματικά.
Από το βιβλίο «Οι λογισμό καθορίζουν τη ζωή μας»
ΠΗΓΗ: http://agiosdimitrioskouvaras.blogspot.gr/2013/09/blog-post_5136.html
Οἱ τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου συμπίπτουν μέ τούς τρεῖς μεγαλύτερους σταθμούς στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. Τήν ἀρχή, τή μέση καί τό τέλος τῆς ἱστορίας. Θά μᾶς δωθῆ ἑπομένως ή δυνατότητα μέ τό σημερινό μας θέμα νά ἔχουμε μία πανοραμική θέα ὅλης τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου
Μέ αἰσθήματα δοξολογίας πρός τόν Τρισάγιον Κύριον, τόν δοτήρα παντός Ἀγαθοῦ φθάνουμε μέ τήν ἀποψινή ἐκδήλωση στό τέλος τῆς σειρᾶς τῶν έκδηλώσεων τοῦ Μεγάλου Βασιλείου τοῦ τομέως ἐπιστημόνων πού παρακολουθήσαμε ὅλοι αύτή τή χρονιά. Τό θέμα τῆς ἀποψινῆς όμιλίας εἶναι: «Οί τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου». Καί βέβαια στό νοῦ ὅλων μας μία συντέλεια ἒρχεται εὒκολα, ή κατά τούς ἐσχάτους χρόνους συντέλεια τοῦ κόσμου. Θά πρέπει νά καθορίσουμε τό θέμα καί νά δοῦμε ποιές εἶναι αύτές οί τρεῖς συντέλειες πού θά μᾶς ἀπασχολήσουν σήμερα. Τί σημαίνει ή λέξη συντέλεια; Βέβαια δέ σημαίνει αύτό τό όποῖο οί περισσότεροι έννοοῦν καταστροφή. Ή λέξη συντέλεια σημαίνει συντέλεση, ἐπιτέλεση, συμπλήρωση, τελείωση, ὁλοκλήρωση.
Οἱ τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου, ὅπως θά ἐξηγήσουμε στή συνέχεια συμπίπτουν μέ τούς τρεῖς μεγαλύτερους σταθμούς στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. Τήν ἀρχή, τή μέση καί τό τέλος τῆς ἱστορίας. Θά μᾶς δωθῆ ἑπομένως ή δυνατότητα μέ τό σημερινό μας θέμα νά ἔχουμε μία πανοραμική θέα ὅλης τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου, νά παρακολουθήσουμε τό δρᾶμα τοῦ κόσμου σέ τρεῖς πράξεις, νά μελετήσουμε σάν ἐξωτερικοί παρατηρητές τήν ἀρχή τοῦ κόσμου, τήν πορεία του μέσα στό χρόνο καί τό τέλος του. Ἰδιαίτερα τό βαθύτερο νόημα ὅλης τῆς ἱστορίας. Βεβαίως δέν προλαβαίνουμε ν’ ἀσχοληθοῦμε ἀναλυτικά μέ τήν κάθε συντέλεια ὅπως αὐτή παρουσιάζεται στήν ίστορία τοῦ κόσμου. Θά ποῦμε ὅμως λἰγα λόγια γιά τήν κάθε μία ἐξηγῶντας καί γιατί τήν ὀνομάζουμε συντέλεια. Θά ἐπιμείνουμε ὅμως περισσότερο στή σχέση πού ἒχουν οὶ τρεῖς συντέλειες μεταξύ τους πού εἶναι τόσο στενή ὅσο τελικῶς νά μιλοῦμε γιά μία πράξη πού νά νοηματοδοτεῖ τήν ίστορία ὅλου τοῦ κόσμου καί τήν πορεία του μέσα στὀ χρόνο. Στό Α΄ κεφ. τῆς Γενέσεως ό θεόπτης Μωυσής ἐκθέτει μέ γλώσσα λιτή, άπλή καί μεγαλοπρεπή τή δημιουργία τοῦ κόσμου πού ἒγινε σέ ἕξι μέρες. Ό τελευταῖος στίχος τοῦ Α΄ κεφ. παρουσιάζει τόν παντοδύναμο καί πάνσοφο δημιουργό νά ἐπιθεωρῆ μέ τήν ἀνέκφραστη σοφία του τά κτίσματα καί λέει: «καί εἶδεν ό Θεός τά πάντα ὅσα ἐποίησε καί ἰδού καλά λίαν. Καί ἐγένετο έσπέρα καί ἐγένετο πρωί ήμέρα ἕκτη». Τό Β΄ κεφ. τῆς Γενέσεως άρχίζει μέ λόγους πού δηλώνουν τό τέλος τῆς Δημιουργίας. Καί συνετελέσθησαν.... Ἐδῶ εἶναι ή πρώτη συντέλεια. Συνετελέσθησαν δηλ. συμπληρώθηκαν, όλοκληρώθηκαν ό ούρανός καί ή γῆ καί πᾶς ό κόσμος αύτῶν. Καί συνετέλεσεν, όλοκλήρωσεν ό Θεός έν τῆ ήμέρα τῆ ἕκτη τά ἒργα Αύτοῦ ἃ ἐποίησε καί κατέπαυσε, σταμάτησε τῆ ήμέρα τῆ έβδόμη ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αύτοῦ, ὦν έποίησε. Καί εύλόγησεν ό Θεός τῆ ήμέρα τῆ Έβδόμη καί ήγίασεν αύτήν, ὃτι έν αύτῆ κατέπαυσεν ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αύτοῦ ὦν ἢρξατο ό Θεός ποιῆσαι. Ἒχουμε λοιπόν τήν πρώτη συντέλεια, τήν όλοκλήρωση τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου πού ή παντοδυναμία, ή παναγαθότητα καί ή πανσοφία τοῦ Θεοῦ ἒφερε στήν ὒπαρξη ἀπό τό μηδέν. Ἒχουμε τήν κατάπαυση τοῦ Θεοῦ κατά τήν έβδόμη ήμέρα. Ή δημιουργία δηλ. όλοκληρώνεται καί μέ τήν κατάπαυση τοῦ Θεοῦ στίς έπτά ήμέρες. Ὁ άριθμός ἑπτά παρουσιάζει τό τέλειο, τό πλῆρες στήν Άγία Γραφή. Ό Θεός ἒπλασε τόν κόσμο καί τόν ἂνθρωπο καί ὅταν εἶδε τόν κόσμο εἶπε ὅτι εἶναι καλός λίαν καί τόν ἒθεσε σέ πορεία ἀνοδική. Στήν πορεία ὅμως αύτή συνέβη ἕνα τραγικό γεγονός πού εἶναι ή πτώση τῶν Πρωτοπλάστων. Καί ή πτώση αύτή συμπαρασύρει ὅλο τό σύστημα τῆς δημιουργίας στή φθορά, τήν καταστροφή καί τὀν θάνατο.
Ό Θεός ὅμως δέν βρίσκεται ἀνέτοιμος ν’ ἀντιμετωπίση αὐτή τή δυσάρεστη τροπή τῶν πραγμάτων. Ἒχει προαιωνίως τό μεγαλειῶδες σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου ἐκπονήσει στήν ἀείδοια βουλή Του. Καί στέλνει τόν υίό του στόν κόσμο γιά νά σωθῆ ό κόσμος διά τῆς ἀπολυτρωτικῆς θυσίας του. Τό χρόνο τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου στόν κόσμο καί τῆς θυσίας Του ή Άγία Γραφή τόν όνομάζει Συντέλεια τῶν αἰώνων. Λέγει ό Ἀπόστολος στήν πρός Έβρ. Ἐπιστ. «νύν δέ ἃπαξ ἐπί συντελεία τῶν αἰώνων εἰς ἀθἐτηση τῆς άμαρτίας διά τῆς θυσίας αὐτοῦ πεφανέρωται». Μιά φορά ἐνηνθρώπησε καί ἐφανερώθη. Στό τἐλος τῶν χρόνων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά νά ἐξαληφθῆ ή άμαρτία διά τῆς θυσίας Του. Τό τέλος τῆς πρώτης ἐλεύσεως τοῦ Μεσίου χρονικῆς περιόδου ὀνομάζεται έπομένως συντέλεια τῶν αἰώνων. Εἶναι ταυτόσημη ἒκφραση πρός τήν ἒκφραση πού χρησιμοποιεῖται στόν πρῶτο κιὅλας στίχο τῆς πρός Ἐβρ. ἐπιστολῆς καί λέει «τό ἒσχατον τῶν ἡμερῶν». Ὁ Θεός λέει «ὡς ἐπ’ ἐσχάτω τῶν ἡμερῶν τούτων ἐλάλησεν ἡμῖν ἐν υἱῶ. Ἑπομένως συντέλεια τῶν αἰώνων καί ἒσχατες ἡμέρες εἶναι καί οἱ ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες ἒρχεται ό Κύριος γιά νά ἐργαστῆ» τό ἀπολυτρωτικόν του ἒργον ἐπί τῆς γῆς. Εἶναι τό πλήρωμα τοῦ χρόνου τότε ὅπως ὀνομάζεται στήν πρός Γαλάτ. ἐπιστολή ἢ τό πλήρωμα τῶν καιρῶν κατά τούς ὁποίους ὁ Θεός μᾶς ἐγνώρισε τό μυστήριο τοῦ θελήματος Αὐτοῦ, τό μυστήριο τῆς ἀγάπης του τό ἀποκεκρυμένον ἀπό τῶν αἰώνων μέσα στά βάθη τῆς σοφίας καί τῆς ἀγάπης του πῶς θά σώση τόν κόσμο. Παρατηροῦν οἱ ἱεροί ἑρμηνευτές πλήρωμα καιρῶν οἱ ἒσχατοι χρόνοι ἐν οἷς ἡ σωτήριος οἰκονομία γέγονε τῆς ἐνανθρωπίσεως. Πλήρωμα τῶν καιρῶν, ἒσχατοι χρόνοι συντέλεια τῶν αἰὠνων εἶναι τά χρόνια τοῦ Χριστοῦ. Γιά τήν ἐκκλησία λοιπόν συντέλεια δέν εἶναι μόνον ἡ κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καταστροφή τοῦ κόσμου, ἀλλά εἶναι καί ή κατά τήν Πρώτην παρουσία ἐπί τῆς γῆς τοῦ Κυρίου μας ἀπολύτρωση τοῦ κόσμου. Ἕνα ἀπό τά στιχηρά ἀναστάσημα τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλαγίου τοῦ πρώτου ἢχου λέει: «ἑσπερινἠ προσκύνησιν προσφέρομέν σοί τῶ ἀνεσπέρω φωτί....». Σέ σένα Κύριε, πού εἶσαι τό ἀνέσπερο φῶς προσφέρομεν τήν ἑσπερινή λατρείαν καί προσκύνησή μας «τῶ ἐπί τέλει τῶν αίώνων ὡς ἐν ἐσόπτρῳ.διά σαρκός.....» Πρὠτη λοιπόν συντέλεια τοῦ κόσμου εἶναι ἡ Δημιουργία. Δευτέρα συντέλεια εἶναι ἡ Ἀναδημιουργία, ἡ Ἀπολύτρωσις διά τοῦ ἒργου τοῦ Κυρίου. Τό ἒργο τοῦ Χριστοῦ συνεπληρώθη, συνετελέσθη, ὁλοκληρώθη ἐπί τοῦ Σταυροῦ. Ὁ λόγος πού εἶπε ὁ Χριστός πρίν παραδώσει τό πνεῦμα Του πάνω στό σταυρό, τό τετέλεσται τοῦ σταυροῦ δηλώνει τή Δεύτερη συντέλεια τοῦ κόσμου. Κατά τή διάρκεια τῆς δημοσίας δράσεως Του ὁ Κύριος ἒλεγε: «ἐμόν βρῶμα ἐστί ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με καί τελειώσω, νά όλοκληρώσω, νά φέρω εἰς πλῆρες πέρας τό ἒργο αὐτοῦ. Καί λίγο πρό τοῦ Πάθους στήν περίφημη ἀρχιερατική Του προσευχή ἀπευθυνόμενος πρός τόν θεόν πατέρα εἶπε: Ἐγώ σέ ἐδόξασα ἐπί τῆς γῆς, τό ἒργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω ἒφερα εἰς πλῆρες πέρας τό ἒργο πού μοῦ ἀνέθεσες. Καί πάνω στό Σταυρό λέει αὐτή τή λέξη «τετέλεσται» μέ τό ὁποῖο σφραγίζεται ἡ θυσία Του, ὅλοι οἱ λόγοι Του, τά ἒργα Του καί ἡ ἁγία ζωή Του. Τετέλεσται. Ή λέξη αύτή συνεπώς ἒχει βαθύτατο νόημα. Δέν σημαίνει ἁπλῶς ὃτι τελείωσαν τά παθήματα, οἱ πόνοι, ἡ δοκιμασία τοῦ σταυροῦ, οἱ ταλαιπωρίες, οἱ σωματικές καί ψυχικές, ἡ ἁγία ζωή τοῦ λυτρωτοῦ. Οὒτε ὃτι ἐπληρώθησαν ὅλες οἱ προφητεῖες πού ἀναφέρονται στή ζωή καί τά παθήματά του. Κυρίως σημαίνει ὅτι τελείωσε καί ὁλοκληρώθηκε τό ἀπολυτρωτικό ἒργο τοῦ Κυρίου διά τοῦ ὁποίου ἦρθε στόν κόσμο. Τό ἒφερε σέ αἲσιον πέρας. Ὁ μέγας ἀγών ὑπἐρ τῆς ἀνθρωπότητος συνετελέσθη ἐπιτυχῶς. Ἡ βουλή τοῦ πατρός πραγματοποιήθηκε. Ἡ δύναμη τῆς ἁμαρτίας συντρίφτηκε. Ό ἀρχαῖος ἐχθρός κατανικήθηκε. Ὁ Ἂδης νεκρώθηκε. Ὁ Παράδεισος ἂνοιξε. Νέα κατάστασις, νέος κόσμος. Καινή κτήση δημιουργήθηκε. Ὁ ἂνθρωπος καί ὁ κόσμος ἀνακαινίστηκαν. Τό τετέλεσται δέν εἶναι θλιβερός λόγος πού δηλώνει τό τέλος μιᾶς ζωῆς. Εἶναι νικητήρια ἰαχή ἡ ὁποία ἐκφέρεται μετά κραυγῆς ίσχυρᾶς γιά νά δηλώση τό τέλος τοῦ κράτους τοῦ διαβόλου, τό τέλος τοῦ παλαιοῦ κράτους τῆς ἁμαρτίας καί τήν ἀρχή μιᾶς ἂλλης ἐποχῆς, τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὅπου τά πάντα γίνονται καινά. Τετέλεσται ὃπως ἒχει γράψει ὁ πατήρ Σωφρόνιος Σαχάρωφ «εἶναι ἂγνωστα εἰς ἡμᾶς τά βάθη τῆς σκέψεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά γνωρίζομε ὅτι τότε ἐπῆλθε μεγάλη ἀλλαγή εἰς ὅλον τό κοσμικόν «εἶναι». Ὁ Χριστός ἀπέθανε ἀλλά διά τῆς ὁδοῦ ταύτης ἒκτισεν ὃλον τόν κόσμον. Μετέβαλε ριζιδόν τόν ροῦν τῆς ἱστορίας ἒσωσεν γιά τήν ἀγαθήν αἰωνιότητα δισεκατομμύρια ἀνθρώπους εὐηργέτησε ὅλην τήν κτίσιν.
Μέ τόν ὃρον συντέλειαν ὅμως κυρίως ἐννοοῦμε ὃ,τι θά συμβῆ στό τέλος τῆς ἱστορίας κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί τήν Παγκόσμιον Κρίσιν. Οἱ μαθητές ἐρωτοῦν τόν Κύριον «τί τό σημεῖον τῆς σῆς παρουσίας διά τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος - ἐδῶ ἡ συντέλεια εἶναι στό τέλος τῆς ἱστορίας- κι ὁ Κύριος πρίν ἀναληφθῆ στούς οὐρανούς δίνει τήν τελευταία ὑπόσχεσή του πρός τούς Ἁγίους μαθητάς Του καί σ’ ὅλους τούς χριστιανούς διά μέσου τῶν αἰώνων ὃταν ὑπόσχεται ὃτι θά εἶναι βοηθός καί συμπαραστάτης τους πάσας τάς ἡμέρας ἓως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Συντέλεια εἶναι τό τέλος τοῦ κόσμου. Εἶναι σαφής ἡ διδασκαλία τῆς Άγίας Ἐκκλησίας μας ὅτι ὁ κόσμος ὑπό τήν παρούσα μορφή θά γνωρίση κάποιο τέλος. Ὁ Ἲδιος ὁ Κύριος εἶπε ὅτι «ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται». Ἢδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθἠκη, 800 χρόνια π.Χ. ὁ Προφήτης Ἠσαΐας εἶχε προαναγγείλει «τακήσονται πᾶσαι αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν, καὶ ἑλιγήσεται ὁ οὐρανὸς ὡς βιβλίον, καὶ πάντα τὰ ἄστρα πεσεῖται ὡς φύλλα ἐξ ἀμπέλου καὶ ὡς πίπτει φύλλα ἀπὸ συκῆς». Βέβαια ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου δέν πρέπει νά θεωρεῖται ὡς ἐκμηδενισμός καί ἐξαφάνισις τοῦ κόσμου, ἀλλά ὠς ἀνακαίνιση καί ἀνανέωση τοῦ κόσμου. Ὀ Θεός δέν καταστρέφει ποτέ τά ἃἒργα Του, τά άναβαθμίζει. Ὁ Προφήτης Δαβίδ ἒγραφε «Οἱ οὐρανοί ἀπολοῦνται καί πάντες ὡς ἰμάτιον παλαιοθήσωνται». Ὅλα θά παλιώσουν ὅπως τό ροῦχο. καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτοὺς καὶ ἀλλαγήσονται». Ὅπως τό πανωφόρι τό τυλίγει κάποιος ἒτσι θά τυλίξη καί ὁ Κύριος ὃλον τόν κόσμον καί θά ἀλλάξη ὁ κόσμος. Ἀλλαγήσωνται οἱ οὐρανοί. Αὐτή τήν ἀνανέωση ὁ Κύριος τήν ὀνομάζει παλιγγενεσία. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μιλῶντας κάπως λεπτομερέστερα γιά τήν καταστροφή καί ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου λέει ὅτι κατά τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου ριζιδόν δηλ. μέ βοή καί πάταγο παρελεύσονται, θά χαθοῦν οἱ οὐρανοί. Τά ούράνια σώματα καί ἡ γῆ θά διαλυθοῦν καί κατακαήσονται. Ὁ κόσμος θά καταστραφῆ. Μέσα ὃμως ἀπό αὐτή τή φωτιά τῆς παρουσίας καί τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ νέος κόσμος θά προέλθη ἀπό τόν ὁποῖον θά ἒχει φυγαδευτεῖ τό κράτος τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου καί κάθε σκιά ἁμαρτίας. Σ’ αὐτόν τόν ἂφθαρτον καί αἰώνιον καί ἀθάνατον κόσμο θά ἐγκατασταθῆ ἡ ἒνδοξη βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πρός αύτόν τόν κόσμον στρέφονται μέ νοσταλγία καί βαθιά προσδοκία τά βλέματα τῶν πιστῶν. Καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου ἐμεῖς προσδοκοῦμε «....ἐν οἷς δικαιοσύνη, ἀρετή καί ἁγιότητα κατοικεῖ». Αὐτή εἶναι ἡ προσδοκία τῆς ἐκκλησίας μας. Ὅταν λέμε κάθε φορά στό Σύμβολο τῆς Πίστεως «προσδοκῶ άνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος» προϋποθέτουμε αὐτή τήν ἀλλαγή καί οἱ νεκροί πού θά ἀναστηθοῦν ἀπό τούς τάφους καί αὐτοί θά ἀλλαγοῦν ὃπως καί ὃλος ὁ κόσμος θά ἀλλαγῆ. Θά καταστραφῆ ὁ κόσμος ὑπό τήν παροὐσα του μορφή καί τήν συντέλειά του αὐτή θά τήν ἀκολουθήση ἡ ἂμεση ἀνακαίνισή του. Ή πορεία του στή φθορά καί στήν ἀφθαρσία. Αὐτές εἶναι ἐν συντομία οἱ τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου. Εἶναι ὃμως ἐνδιαφέρον νά μελετήσουμε τή σχέση στήν ὁποία βρίσκονται μεταξύ των. Τό δοξαστικό τῶν αἲνων στόν ὂρθρο τοῦ Μεγάλου Σαββάτου λέει: «Τήν σήμερον μυστικῶς ὁ μέγας Μωϋσής προδιετυποῦτο λέγων «καί εὐλόγησεν ὁ Θεός τήν ἡμέραν τήν ἑβδόμην. Τοῦτο γάρ ἐστί τό εὐλογημένον Σάββατον. Αὒτη έστί ἡ τῆς καταπαύσεως ἡμέρα, ἐν ᾗ κατέπαυσεν ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὁ Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, διὰ τῆς κατὰ τὸν θάνατον οἰκονομίας, τῇ σαρκὶ σαββατίσας, καὶ εἰς ὃ ἦν, πάλιν ἐπανελθών, διὰ τῆς Ἀναστάσεως, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ὡς μόνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.». Σ’αὐτό τό πολύ ὡραῖο τροπάριο ὑπάρχουν καί οἱ τρεῖς συντέλειες. Τήν σήμερον ὁ Μέγας Μωυσής μυστικῶς προδιετυποῦτο λέγων «καί εὐλόγησεν ὁ Θεός τήν ἡμέραν τήν ἑβδόμην». Μιλάει ὁ Μωυσῆς γιά τήν ἑβδόμη ἡμέρα τῆς Δημιουργίας τήν ὁποίαν εὐλόγησεν ὁ Θεός. Ἀλλά μέ ἐκείνην τήν ἡμέραν λέει στό τροπάριο ὁ ἱερός ὑμνογράφος προδιετύπωνε τήν σήμερον ἡμέραν.Τήν σημερινήν ἡμέραν τοῦ Μεγάλου Σαββάτου «ἐν ἧ κατέπαυσεν ὁ Υἱός Αὐτοῦ ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αὐτοῦ». Τοῦτο γάρ ἐστί τό εὐλογημένον Σάββατο. Αὓτη ἐστίν ἡ τῆς καταπαύσεως ἡμέρα κατά τήν ὁποίαν κατέπαυσεν ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αὐτοῦ ὁ μονογενής υἱός τοῦ Θεοῦ διά τῆς κατά τόν θάνατον οίκονομίας τῆ σαρκί σαββατίσας. Σαββατισμός σημαίνει ἡ παῦσις, ὁ ἑορτασμός, ἡ ἀνάπαυσις τῆς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου. Ἀνεπαύθη ὁ Κύριος μέ τό τέλος τοῦ ἒργου Του. Μέ τό τετέλεσται είσῆλθε εἰς τήν κατάπαυσή του. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος πολύ χαρακτηριστικά «Χριστός ἐπί σταυροῦ ἀναπέπαυται». Ἐκεῖ ἀνεπαύθη ὁ Κύριος. Στόν Σταυρό καί τόν Τάφο Του. Αύτή εἶναι ἡ Δευτέρα Συντέλεια. Μέ τό Ἒργο Του ὅμως αὐτό ὁ Κύριος ἐδωρίσατο ἡμῖν ζωήν τήν αἰώνιον. Καί ἐδῶ ἒχουμε τήν κατάπαυσιν στήν ὁποίαν θά είσέλθουν οἱ πιστοί μέ τήν τρίτην συντέλεια.
Εἶναι προφανής ἡ σχέση τῶν τριῶν αὐτῶν πράξεων. Ἒχουμε τήν κατάπαυση τοῦ Δημιουργοῦ τήν ἑβδόμη μέρα τῆς Δημιουργίας, ἒχουμε τήν κατάπαυση τοῦ Λυτρωτοῦ τό εὐλογημένον μέγα Σάββατο κι ἒχουμε τήν κατάπαυση τῶν πιστῶν στήν αἰωνιότητα. Ἡ πρώτη προτυπώνει τήν Δεύτερη καί ἡ δεύτερη ἐξασφαλίζει τήν Τρίτη. Ἡ Τρίτη πάλι ἐξασφαλίζει στούς σεσωσμένους τήν ἀνάπαυση ἀπό τά ἒργα τους ὅπως ἀκριβώς ὁ Θεός ἀνεπαύθη ἀπό τά δικά του ἒργα κατά τήν δημιουργία. Τό λέει ό Ἀπόστολος Παῦλος «ἀπολείπεται σαββατισμός στό λαό τοῦ Θεοῦ, ὁ γάρ εἰσελθών εἰς τήν κατἀπαυσιν αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ κι’αὐτός κατέπαυσεν ἀπό τῶν ἒργων αὐτοῦ ὣσπερ ἀπό τῶν ἰδίων ὁ Θεός», ὃπως ὁ Θεός ἀνεπαύθη ἀπό τά ἒργα του ἒτσι θά ἀναπαυθῆ ὁ πιστός ὃταν θά εἰσέλθη στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἰς ἐκείνην τήν κατάστασιν. Ἒχουμε τή δημιουργία καί τήν ἀναδημιουργία, τήν ἀπολύτρωσιν τήν ἐν Χριστῶ διά τῆς ὁποίας γινόμαστε καινοί. Πάλιν ἐξ ἀρχῆς κτιζόμενοι, λένε οἱ πατέρες. Ὁ Θεός διά τῆς ἀπολυτρώσεως τῆς ἐν Χριστῶ ἂνωθεν ἡμᾶς δημιουργεῖ καί κατασκευάζει, μᾶς δημιουργεῖ καί μᾶς ἀνακατασκευάζει. Καί αὐτή ἡ ἀναδημιουργία εἶναι πολύ ὑπεροχώτερη τῆς πρώτης. Τό μέγα Σάββατο, τό πρωί, ἂν θυμᾶστε, πού εἶναι ἠ θεία λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου μαζί μέ τόν ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα διαβάζουμε ὡς πρῶτο ἀνάγνωσμα τούς πρώτους στίχους τῆς Γενέσεως. Τότε δηλ. πού ζοῦμε τήν ἀναδημιουργία θυμόμαστε τήν δημιουργία. Τό Μέγα Σάββατο θυμόμαστε τήν Ἑβδόμη ἡμέρα τῆς καταπαύσεως τοῦ Θεοῦ ἀπό τῶν ἒργων τῆς Δημιουργίας. Ἒχουμε τότε τόν πρῶτο Ἀδάμ, ἒχουμε μετά τόν δεύτερο. Ἒχουμε τήν πρώτη παρουσία τοῦ δευτέρου Ἀδάμ καί κατόπιν περιμένουμε τήν Δευτέρα του παρουσία . Βλέπετε τή σχέση αὐτῶν τῶν κορυφαίων γεγονότων στήν ἱστορία τοῦ κόσμου πού εἶναι στήν ἀρχή, στό μέσον καί στό τέλος τῆς ἱστορίας. Στή δημιουργία τοῦ κόσμου πρωτοστατεῖ τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Βέβαια ἡ Δημιουργία θεωρεῖται κοινόν ἒργον καί τῶν τριῶν προσώπων στά ὁποία ὑπάρχει ταυτότητα βουλήσεως καί ἐνεργείας. Εἶναι ὅμως σαφές καί σταθερό δίδαγμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς πατερικῆς διδασκαλίας ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο διά τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου Του, «πάντα δι’ Αὐτοῦ ἐγένετο» λέγει ὁ Ἃγιος Εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Καί στήν πρός Ἑβρ. ἐπιστ. ἀναφέρεται ὅτι ὁ Θεός διά τοῦ Υἱοῦ καί τούς αἰῶνας ἐποίησε. Ὅλα γίνονται διά τοῦ Υἱοῦ. Ἀλλά καί τήν ἀναδημιουργία ἐργάζεται ὁ Υἱός. Μέ τήν ἐνανθρώπιση τῆς Ἁγίας Τριάδος ἒχουμε τόν Σωτήρα Χριστόν ἐπί τῆς γῆς. Στήν ἀπορία γιατί ἐνηνθρώπησε ὁ Θεός λόγος καί ὂχι ἓτερον ἂλλο ἀπό τά θεῖα πρόσωπα μία ἀπό τἰς ἀπαντήσεις πού δίνουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι ὅτι Αὐτός πού ἐτέλεσε τήν πρώτη δημιουργία, Αὐτός πού δημιούργησε τόν ἂνθρωπο κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, αὐτός πού εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τόν κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἂνθρωπο ἕπρεπε ὁ ἲδιος νά ἀναδημιουργήση νά τόν φέρει στήν πρώτη κατάσταση καί σέ πολύ ἀνώτερη τῆς πρώτης καταστάσεως διότι ἐκεῖ εἶναι τό θαῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὂχι μόνον δέν σαστίζει ὁ Θεός ὃταν βλέπει τό ἒργο του νά καταστρέφεται μέ τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, μέ τήν πονηρή είσήγηση τοῦ διαβόλου ἀλλά βρίσκει ἀφορμή τήν πτώση γιά νά δώση περισσότερα δωρήματα στόν ἂνθρωπο, γιἀ νά τόν άνεβάση διά τῆς έν Χριστῶ ἀπολυτρώσεως πολύ ψηλώτερα ἀπό κεῖ ἀπ’ ὅπου ἒπεσε .Αὐτή εἶναι ἡ ἀγἀπη τοῦ Θεοῦ, ἠ σοφία καί ἡ παντοδυναμία του. Λοιπόν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, δημιουργεῖ τόν κόσμο. Διά τοῦ Υἱοῦ τοῡ Θεοῦ σώζεται ὁ κόσμος γιά νά γίνη ἡ άναδημιουργία. Ἀλλά καί στήν Τρίτη συντέλεια τοῦ κόσμου ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ θά ἒρθη γιά νά κρίνη τόν κόσμο. Αὐτός εἶναι λοιπόν ἡ ἀρχή, τό μέσον καί τό τέλος τῆς ἱστορίας. Καί έδῶ εἶναι ἲσως ταιριαστοί οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ Νἐου Θεολόγου. «Ἀπαρχή Χριστός, μεσότης καί τελειότης ἐν πᾶσι γάρ ὁ ἐν τοῖς πρώτοις, ἔν τε τοῖς μέσοις καί τελευταίοις, ὡς ἐν τοῖς πρώτοις ἐστίν τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός». «Ἐγώ τό ἂλφα καί τό ὠμέγα. Ὁ πρῶτος καί ὁ ἒσχατος.» Ἀρχή καί τέλος, λέει στήν Άποκάλυψη ὁ Ἲδιος. «Εἶμαι τό Α καί τό Ω». Ὁ πρῶτος πού ὑπἀρχει πρὀ πάσης τῆς κτήσεως καί ὁ ἒσχατος πού θά ὑπάρχω πάντοτε. Εἶμαι ἡ ἀρχή καί τό τέλος. Ἡ δημιουργική ἀρχή τοῦ κόσμου ὃλου ἀλλά καί τό τέλος. Ὁ ὓψιστος σκοπός στόν ὁποῖον ὃλος ὁ κόσμος κατατείνει. Ὑπάρχει λοιπόν ἓνα πρόσωπο πού κυριαρχεῖ σ’ ὃλη τήν ἱστορία τοῦ κόσμου, πού εἶναι αὐτός ὁ Κύριος, δημιουργός, λυτρωτής καί ἀνακαινιστής τοῦ παντός στίς τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου. Εἶναι τόση ἡ σχέση αὐτῶν τῶν τριῶν πράξεων στό δράμα τοῦ κόσμου ὣστε νά μή μπορεῖ τό καθένα νά διατηρῆ τήν αὐτοτέλειά του. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὃτι πρόκειται περί ἑνός γεγονότος πού φανερώνει τήν ἂπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὃλα ἑνώνονται σέ μία πράξη πού δέν ἒχει διάρκεια ἀλλά περιπτύσεται τά πάντα. Ὃλα ἑνώνονται στό ἀείδιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι πρό πάντων τῶν αἰώνων καταρτισμένον καί δέν συμπληρώνεται καί δέν διαμορφώνεται στή συνέχεια κατά τίς περιστάσεις. Ὃλα εἶναι προαποφασισμένα ἀπό τήν πάνσοφη καί παντοδύναμη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Πέτρος λέει ὃτι ἒχουμε σωθεῖ «τιμίω αἳματι ὡς ἁγνοῦ ἀμώμου καί ἀσπίλου Χριστοῦ προεγνωσμένου πρό καταβολῆς κόσμου». Ὂχι πρίν πέσει ὁ ἂνθρωπος οὒτε πρίν δημιουργηθεῖ ὁ ἂνθρωπος οὒτε πρίν δημιουργηθεῖ ὁ κόσμος, ἀλλά πρό πάντων τῶν αἰώνων. Πρό καταβολῆς κόσμου. Εἶναι προεγνωσμένος ὁ ἀμνός διά τοῦ τιμίου αἳματος τοῦ ὁποίου θά σωθῆ ὁ κόσμος. Φανερώθηκε ἐπ’ αἰσχάτων τῶν χρόνων δι’ ἡμᾶς. Βλέπετε πάλι οἱ ἒσχατοι χρόνοι εἶναι καί οἱ χρόνοι τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Τά Πάθη τοῦ Κυρίου περιγράφονται σάν τετελεσμένα γεγονότα 800 χρόνια πρίν συμβοῦν ἀπό τόν προφήτη Ἠσαΐα. Καί πιό μπροστά ἀπό τόν προφήτη Δανιήλ, ὁ προφήτης Ἠσαΐας λέει «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἢχθη». «οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται». «οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδέ κάλλος». Σάν νά βλέπη τά Πάθη Του 800 χρόνια πρίν. Ὁ Μωυσῆς καί ὁ Ἠλίας στή Μεταμόρφωση, στό Ὂρος Θαβώρ ἒλεγον τήν ἒξοδον αὐτοῦ ἣν ἒμελλον εἰδεῖν ἐν Ἱερουσαλήμ. Συζητοῦν γιά τήν ἒξοδόν Του πού θά γίνη ἀργότερα. Ὀ Ἲδιος ὁ Κύριος κατ’ ἐπανάληψιν κάνει λόγον γιά τά παθήματά Του καί τήν Ἀνάστασίν Του στούς μαθητάς Του. Καί πρίν τελειώσει τό ἒργο Του ἀπευθυνόμενος πρός τόν ούράνιο Πατέρα λέγει τό ἒργο ἐτελείωσα «ὃ δέδωκάς μοι ἳνα ποιήσω» . Πρίν τό τελειώσει λέει ὃτι τό τελείωσε. Ἡ δέ θυσία τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἡ ὁποία εἶναι ζωντανή ἀνάμνηση καί πραγματική ἀναπαράσταση καί μυστηριακή ἐπανάληψη τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ ἀναίμακτος. Ὁ Κύριος τήν προσφέρει στό ‘Υπερῶον τῆς Ἱερουσαλήμ ἀναίμακτον πρίν ἀκόμη συμβῆ, λίγες ὦρες πρίν. Στό ἱστορικό δηλ. ἐπίπεδο ἀγνοεῖται σέ ὃλα αύτά τά γεγονότα ἡ χρονική ἀκολουθία. Τέτοιες χρονικές ἀνακολουθίες καί προθύστερα φανερώνουν ὃτι τά μεγάλα γεγονότα αὐτά δέν ἒχουν τόν πρόσκαιρο χαρακτήρα τῶν ἐπί μέρους συνήθων γεγονότων τῆς ζωῆς. Ἒχουν αἰώνια άξία. Σάν νά συμβαίνουν κάπου ἀλλοῦ ὅπου ὁ ἱστορικός χρόνος ὃπως τόν γνωρίζομε ἒχει καταργηθῆ. Ἢδη ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡτοιμασμένη ἡμῖν πρό καταβολῆς κόσμου. Τά ἀναμενόμενα εἶναι ἢδη ἓτοιμα. Τά μέλλοντα ὑπάρχουν πρό αἰωνίως καί συνεπώς εἶναι διαρκώς παρόντα. Στή θεία Λειτουργεία ὅλα ἑνώνονται σέ μία θεωρία καί προσευχή. Ὁ ἱερεύς λέγει στήν εὐχή τῆς Ἀγίας Ἀναφορᾶς ἀπευθυνόμενος πρός τόν θεόν πατέρα: «Σύ ἐκ τοῦ μή ὂντος εἰς τό εἶναι ἡμᾶς παρήγαγες ...» {ἡ Δημιουργία} ἡ πρώτη Συντέλεια, καί «παραπεσόντας ἀνέστησας πάλι...» ἡ δεύτερη Συντέλεια [ ἡ ἐν Χριστῶ ἀναδημιουργία ] «καί οὐκ ἀπέστης πάντα ποιῶν ἓως ἡμᾶς εἰς τόν οὐρανόν ἀνήγαγες καί τήν βασιλείαν σου ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν. Ὅλα τά ἒκανες ὅσα χρειάζονταν γιά νά μᾶς ὁδηγήσης μετά τήν Τρίτη συντέλεια στόν ούρανό στή Βασιλεία Του. Σέ μία πρόταση πού ἂν τό ἒργον τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου καί ἡ μέλλουσα βασιλεία μᾶς ἒχει ἢδη χαριστεῖ. Ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν Βασιλείαν. Λίγο πιό ὓστερα ὁ ἱερεύς κλινόμενος ἐπεύχεται: «Μεμνημένοι τοίνυν τῆς σωτηρίου ταύτης ἐντολῆς καί πάντων τῶν ὑπέρ ἡμῶν γεγενημένων,τοῦ σταυροῦ, τοῦ τάφου, τῆς τριημέρου Ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανούς άναβάσεως, τῆς ἐκ δεξιῶν καθέδρας» προσθέτει «τῆς Δευτέρας καί ἐνδόξου πάλιν παρουσίας» . Ἡ Δευτέρα Παρουσία δέν ἒχει γίνει, ἀλλά τήν ἀναφέρει στά γεγενημένα. Τρίτη εἶναι γεγονός πού μαζί μέ ὃλα τά ἂλλα συνοψίζεται στή μία πράξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Τή θεωρεῖ τετελεσμένο γεγονός καί τή Δευτέρα Παρουσία, ἀφ’ ἑνός γιατί εἶναι βέβαιο ὃτι θά συμβῆ, ἀφ’ ἑτέρου γιατί εἶναι συνδεδεμένο μέ ὃλες τίς ἂλλες πράξεις τῆς σωτηρίου οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ. Ὃλη ἡ ἱστορία σάν νά συμπυκνώνεται σέ μιά στιγμή πού διαρκεῖ «νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος τῆς Θείας Λειτουργείας. Αὐτή εἶναι ἡ αἰωνιότητα ἡ ἀναμενομένη καί παρούσα. Οἱ Τρεῖς Συντέλειες εἶναι τελικά μία Συντἐλεια. Εἶναι ἡ τέλεια καί αἰώνια πράξη πού ἐκφράζει τήν τέλεια καί αἰώνια ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου. Μέχρις ἐδῶ εἲπαμε ποιές εἶναι οἱ τρεῖς Συντέλειες τοῦ κόσμου καί γιατί τίς ὀνομάζουμε ἒτσι μέ βάση τή διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων. Δημιουργία, Ἀναδημιουργία, Ἀνακαίνιση τοῦ Σύμπαντος. Καί εἲπαμε ἀκόμη στή συνέχεια ὃτι αὐτές οἱ τρεῖς ἀποτελοῦν μία πράξη. Τήν πράξη διά τῆς ὁποίας ἐκφρἀζεται πρός τόν κόσμο ἡ ἀγάπη τοῦ Ἀπείρου Θεοῦ κι ὃτι πρωτοστατεῖ καί στίς τρεῖς τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τίς συνδέει στό Ἓνα τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου,τῆς φροντίδος τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου. Σ’ αὐτή τήν πράξη τό ἒργο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου ὑπάρχει κάποιο μέγεθος τό ὁποῖο διατηρεῖται σ’ ὃλες τίς φάσεις ἀπό τίς ὁποῖες περνάει ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου. Δέν τό θίγει κανένας. Τό σέβεται καί ὁ Θεός. Κι ὁ σεβασμός του ἀπό μέρος τοῦ Θεοῦ λάμπει μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου τελείως ἀπροσδόκητα καί θαυμαστά. Εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ κόσμου. Ὁ Θεός ἀπό ἀγάπη θέλει νά δημιουργήση Πνευματική Βασιλεία. Ὁ Θεός γιατί δημιουργεῖ τόν κόσμο καί τόν ἂνθρωπο καί τούς ἀγγέλους, τά ὂντα τά πνευματικά. Τὀ λέει πολύ ὡραῖα ὁ Ἃγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σέ μιά πρόταση. Δέν ἦταν δυνατόν, λέει, στήν ἀγαθότητα στήν αὐτοαγαθότητα τοῦ Θεοῦ..................νά ζῆ μόνος Του ὁ Θεός τήν μακαριότητα τῆς παναγαθότητάς Του. Ἒπρεπε νά βγῆ αύτή ἠ ἀγαθότητα πρός τά ἒξω.........γιά νά ὑπάρχουν κι ἂλλα ὂντα πού θά εὐεργετηθοῦν. Ὁ Θεός δηλ. δημιουργεῖ κι ἂλλα ὂντα γιά νά τά ἀξιώση νά μετέχουν τῆς δικῆς Του μακαριότητος καί νά ζοῦν ἒτσι ἒνδοξα καί εὐτυχῆ στήν αἰωνιότητα. Ἡ εὐτυχία ὃμως εἶναι πνευματικό μέγεθος, καί γι’αὐτό ὁ Θεός δημιουργεῖ πνευματική βασιλεία. Ἡ πνευματικότητα ὃμως ἀπαιτεῖ ἐλευθερία. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχουν πνευματικά ρομπότ. Ἡ ἐλευθερία ὃμως διακινδυνεύει τό ἒργο τοῦ Θεοῦ. Προσέξτε πῶς πηγαίνουν. Ἡ εὐτυχία ἀπαιτεῖ πνευματικότητα. Ἡ πνευματικότητα ἀπαιτεῖ ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία μπορεῖ νά διακινδυνεύση τό ἒργο τοῦ Θεοῦ. Ἒτσι ὁ Θεός πού ἢθελε νά χαρίση εὐτυχία διακινδύνευσε τό ἒργο του. Δημιούργησε κόσμο καλόν λίαν καί τοῦ ἒδωσε τήν ἐλευθερία. Ὁ καλός λίαν κόσμος ὃμως ἒπεσε στό κακό. Αὐτό στοίχισε στόν θεόν τόν θάνατον. Ἓναν θάνατον πού παρά τό μεγαλεῖο του καί τήν ἀπροσμέτρητη ἀξία του δέν εἶχε πάρει ὑποχρεωτικές συνέπειες γιά ὃλους. Ὁ ἂνθρωπος καί τήν πρώτη φορά, στήν πρώτη δημιουργία μποροῦσε νά ἀθετήση τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Καί τή δεύτερη φορά στήν ἀπολύτρωση μποροῦσε νά θεωρήση κοινό τό αἷμα τοῦ Λυτρωτῆ, νά περιφρονήση τή Θυσία Του. Πάντα ἒχει τό δικαίωμα ν’ ἀκολουθήση τό δικό του δρόμο. Τήν ἐλευθερία μας κανείς δέν μπορεῖ νά τή θίξη. Πρέπει ὃμως νά ὑπογραμμίσουμε έδῶ ὃτι καί ἡ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ νά ἐπιτελεῖ τό ἒργο Του δέν θίγεται καθόλου. Καί τήν πρώτη φορά στήν πρώτη δημιουργία δημιουργεῖ ἐλευθέρως. «Ὁ Θεός ἡμῶν ἐν τῶ οὐρανῶ καί ἐν τῆ γῆ πάντα ὃσα ἠθέλησεν ἐποίησε». Καί στή δεύτερη συντέλεια πάσχει ἑκουσίως. Εἶναι θαυμαστός ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο συνδυάζονται στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Οἱ ἂνθρωποι ἐκεῖ, στό Πάθος τοῦ Κυρίου ἀναδεικνύονται τόσο έλεύθεροι ὣστε μποροῦν νά ὁδηγήσουν άκόμη καί τόν θεόν στό θάνατο. Ὁ Θεός εἶναι τόσο ἐλεύθερος ὣστε μ’ αὐτόν τόν θάνατον μπορεῖ νά χαρίση στούς ἀνθρώπους τή ζωἠ. Ἓνα τροπάριο λέγει: «Ἑκουσία Σου βουλή Σταυρόν ὑπέμεινας Σωτήρ καί ἐν μνήματι κενόν ἂνθρωποι ἒθεντο θνητοί τόν διά λόγου τά πέρατα συστησάμενον». Εἶναι φοβερό αὐτὀν πού διά τοῦ λόγου του μόνον, μέ ἓναν λόγον Του συνέστησε τά σύμπαντα, δημιούργησε τό κόσμο, τόν ἒφερε ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὓπαρξη, Αὐτόν, τόν παντοδύναμον Θεόν, οἱ θνητοί ἂνθρωποι τόν ἒθεντο ἐν μνἠματι κενῶ. Ὃλα αὐτά ὃμως ἒγιναν μέ τἠν ἑκούσια βουλή Του. Ἡ ἐλευθερία ἀποτελεῖ μέγεθος ἀπαραμοίωτο. Θά μπορούσαμε νἀ μιλήσουμε γιά μία ἀρχή διατηρήσεως τῆς ἐλευθερίας μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου, ἀλλά δέν θά εἲμαστε ἀκριβεῖς. Πρέπει μᾶλλον νά ποῦμε γιά μιά ἀρχή ἐξυψώσεως τῆς ἐλευθερίας. Ἒχουμε τήν ἐλευθερία τοῦ ἐπιγείου Παραδείσου στήν Πρώτη Δημιουργία, ἡ ὁποία μᾶλλον εἶναι ἓνα κατώτερο στάδιο ἐλευθερίας, τό ὁποῖο ὑπογραμμίζεται ἀπό τήν δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νά ἐπιλέγη τό καλό ἢ τό κακό. Ἒχουμε τήν ἐλευθερία «ἣ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωτε» μέ τήν ὁποία μᾶς ἐλευθέρωσε ὁ Χριστός. Εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ ἁγίου πού δέν μπορεῖ νά κάνη τό κακό. Μοιάζει μέ τήν ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὁ πρῶτος καί μόνος καί ἀπολύτως καί πλήρως ἐλεύθερος, ἀλλά δέν μπορεῖ νά κάνη τό κακό. Δηλαδή ὁ ἂνθρωπος ἀπό τή δυνατότητα πού εἶχε νά μήν ἁμαρτάνη θά ἒπρεπε νά φτάση σέ μιά κατάσταση ὃπου δέν θά ἒχει τήν δυνατότητα νά ἁμαρτάνη. Κι αὐτή εἶναι ἡ ἐν Χριστῶ ἐλευθερία. Καί ἀκολουθεῖ ἡ ἐλευθερία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Σέ κάθε συντέλεια, σέ κάθε μία ἀπό τίς τρεῖς πράξεις πού εἲπαμε ἒχουμε ἓνα ἀνώτερο ἐπίπεδο ἐλευθερίας. Καί ἡ κτήση ἀκόμη κατακτᾶ τήν ἐλευθερία της. Ἡ Δευτέρα παρουσία καί αὐτή ἐλευθερωθήσεται ἀπό τἠ δουλεία τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Θά ἐλευθερωθῆ ἀπό τήν ὑποδούλωσή της στήν φθορά. Θά γίνη ἂφθαρτη κτήση καί θά μετέχη στή ἒνδοξη κατάσταση τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Τήν ἲδια ἂνοδο μπορεῖ νά δῆ κανείς στόν κόσμο τῶν ἀγγέλων. Δημιουργοῦνται ἐλεύθεροι μέ δυνατότητα πτὠσεως. Οἱ δαἰμονες εἶναι τάγμα ἀγγελικό πού ἒπεσε. Στή δεύτερη συντέλεια ἀποκτοῦν τό ἂτρεπτο καί μένουν πλέον ἀκίνητοι στό ἀγαθὀ. Δέν μποροῦν πλέον νά πέσουν. Καί στήν τρίτη συντέλεια τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ παύουν πλέον τό ἒργο τῆς διακονίας τῶν ἀνθρὠπων καί δοξάζουν μαζί τους αἰωνίως τόν θεόν. Ἡ ἀντίθετη ἀκριβώς πορεία ἀκολουθεῖται στό σκοτεινό βασίλειο τῶν παγκάκων δαιμόνων. Κι αὐτοί ἐλεύθεροι ἦσαν κι ἒπεσαν στό κακό. Στήν πρώτη συντέλεια φθονοῦν τό πλάσμα τοῦ Θεοῦ, τόν ἂνθρωπο, τόν ρίχνουν στήν ἁμαρτία καί παγιώνονται στό κακό. Στή δεύτερη μέ τό ἒργο τοῦ Κυρίου μας οἱ τὀτε κατά κράτος ὃμως συνεχίζουν τήν περιορισμένη δράση τους καί στήν Τρίτη θά ριχτοῦν στήν λίμνη τοῦ πυρός, τήν καιομένη γιά νά βασανίζονται αἰώνια. Ἡ ἐλευθερία ἒχει δωθῆ σέ ὃλον τόν πνευματικό κόσμο. Οἱ δύο ὃμως κόσμοι πού πορεύεται ὁ καθένας ἐλεύθερα τόν δρὀμο του διαρκῶς ἀπομακρυνόμενοι. Ὁ κόσμος τοῦ Θεοῦ κατακτᾶ διαρκώς μεγαλύτερη ἐλευθερία καί γνωρίζει διαρκεῖς άνόδους, ἐνώ ὁ κόσμος τοῦ Σατανᾶ ὑποδουλώνεται σέ δουλεία διαρκῶς σκληρότερη καί πέφτει ὁλοένα πρισσότερο. Μ’ αὐτή τή διαδικασία τῆς ἐν Χριστῶ ἀπολυτρώσεως ὁ κόσμος ὁδηγῆται ἀπό τήν κατάσταση τοῦ καλά λίαν στήν τελειότητα καί λαμπρότητα τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὑπάρχει ἓνα ἐρώτημα: «Γιατί ὁ κὀσμος δέν ἒγινε ἐξαρχῆς τέλειος»; Καί βέβαια θά μποροῦσε νά πῆ κανείς καί τό λένε: Ὁ Θεός προγνωρίζοντας τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου στήν ἁμαρτία καί ἑπομένως καί τήν πτώση τοῦ κόσμου μαζί του στή φθορά ἒβαλε μέσα στή δημιουργία τοῦ κόσμου ὁρισμένα στοιχεῖα τά ὁποῖα κατόπιν θά τά χρησιμοποιοῦσε γιά τήν παιδαγωγία τοῦ ἀνθρώπου ἒτσι ὣστε καί μέσα ἀπό τίς δυσκολίες πού θά συναντοῦσε στή ζωή του καί μέσα σ’ αὐτόν τόν καλόν λίαν κόσμον νά ὁδηγῆται στή μετάνοια καί σωτηρία. Ὑπάρχει ὃμως καί μία ἂλλη ἀπάντηση, ὃτι ὁ κόσμος ἒγινε καλός λίαν καί ἂρα δέν εἶναι οὒτε ὁ χείριστος ὃλων ὃπως θά ἢθελεν ὁ πεσιμισμός οὒτε ὃμως καί ὁ ἂριστος ὃλων ὃπως θά ἢθελε ἡ ἂκρατος αἰσιοδοξία. Εἶναι δέ φύσει ἀδύνατον στόν πεπερασμένο κόσμο - πεπερασμένος εἶναι ὁ κόσμος- νά ἐνσωματωθοῦν οἱ τελειὀτητες τοῦ ἀπείρου ἀπό τόν ὁποῖον καί μόνον κανείς δέν μπορεῖ νά σκεφθῆ κάτι τελειότερο καί ἀνώτερο. Ἒπρεπε ἑπομένως νά ἐρθη ὁ ἂπειρος στό πεπερασμένο, νά εἰσέλθη ὁ ἂχρονος στό χρὀνο, νά γίνη ὁ Θεός ἂνθρωπος. Ὃλα αὐτά ἒγιναν μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν μεγαλειώδη συγκατάβασή Του αὐτή ἀνέβασε τόν κόσμο ὂχι ἁπλῶς τόν πεπερασμένο ἀλλά τόν πεσμένο καἰ τόν ἀνέβασε ὂχι ἁπλῶς στό καλά λίαν, ἀλλά στήν λαμπρότητα τῆς θείας Του βασιλείας. Καί ἒγινε ὁ χρόνος αἰωνιότητα καί ἡ κτῆσις παράδεισος καί ὁ ἂνθρωπος Θεός κατά χάριν. Χωρίς νά θιγῆ ἡ ἐλευθερία, μέσα ἀπό δρόμο παράδοξο καί μεγαλειώδη ὁδηγηθήκαμε στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μέ τήν Τρίτη συντέλεια συμπίπτει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί ἡ παγκόσμια κρίση. Εἶναι θά ἒλεγε κανείς τρἰα πράγματα πού συμβαίνουν στήν τρίτη συντέλεια. Ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἡ Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί ἡ Παγκόσμια Κρίση. Τί θά ἐπακολουθήση μετά καί πρίν ἀρχίσει ἡ ἀτελεύτητη Βασιλεία. Κάτι θά γίνη μετά. Μιά πράξη, πού εἶναι ἡ τελευταία πράξη, τό «Ἀμήν» τῆς ἱστορίας. Μετά ἀπό τή συντέλεια, τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν τήν παγκόσμια κρίση καί πρίν ἀρχίσει ἡ ἀτελεύτητη βασιλεία. Τί θά γίνη; Τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: Εἲτα τό τέλος. Ὃταν ὁ Κύριος παραδῶ τήν βασιλείαν τῶ θεῶ καί πατρί. Ὃταν, ἀφοῦ τελειώσει πλέον τό ἒργο τοῦ Χριστοῦ καί ἀφοῦ συντελεσθῆ ἡ θεία Οἰκονομία τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρὠπων ὁ Χριστός θά παραδώση ὡς ἂνθρωπος τή Βασιλεία στό θεό καί πατέρα. Τότε καί αὐτός «ὑποταγήσεται τῶ ὑποτάξαντι αὐτῶ τά πάντα». Θά ὑποταγῆ κι Αὐτὀς στόν θεό πατέρα ὁ ὁποῖος ὑπέταξε στόν υἱόν τά πάντα. Σημειώνει ὃμως πολύ χαρακτηριστικά ὁ ἀείμνηστος Παναγιώτης Τρεμπέλας «ἁλλά ἡ ὑποταγή αύτή τοῦ Υἱοῦ στόν Θεό Πατέρα μετά τήν ὁλοκλήρωση τοῦ Ἒργου Του δέν ἐνέχει τίποτε τό δουλικόν, ἀλλά εἶναι τέτοια πού ταιριάζει στόν Υἱό καί θεό, ὁ ὁποῖος διατηρεῖ κάθε ἐλευθερία κι ἒχει πάσαν ἐξουσίαν ἐν οὐρανῶ καἰ ἐπί γῆς. Παραδίδει δέ τήν Βασιλείαν εἰς τόν Θεόν «μή ἐκπίπτων Αὐτός ταύτης ἀλλ’ ὡς τό ἒργον τελειώσας «ὃ ὁ πατήρ αὐτῶ ἐνεχείρησε καί κοινωνόν ποιούμενος τόν πατέρα τοῦ ἰδίου κατορθώματος». Παραδίδει τήν βασιλεία καί κατά κάποιον τρόπο κάνει κοινωνόν τοῦ κατορθώματός του τόν θεό Πατέρα. Ἡ ἱστορία σ’ αὐτό τό σημεῖο τελειώνει. Ἡ βουλή τοῦ Θεοῦ ἒχει ἐκπληρωθῆ. Ὁ κόσμος κερδήθηκε. Εἶχε κλωνισθῆ καί ἒπεσε. Ἀλλά ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶχε τόν τρόπο ὂχι μόνο νά τόν ἀναστήση καί πάλι ἀλλά νά τόν ἀναδείξη τελείως νέον. Ἰδού ἒγιναν καινά τά πάντα. Τό μεγαλειῶδες αὐτό ἒργο τό ἐργάστηκε ὁ Υἱός καί λόγος τοῦ Θεοῦ στήν ἱστορία. Τώρα μέ τό τέλος της ἐνίκησε.Πἐτυχε θριάμβευσε καί παρουσιάζει τό ἒργο αὐτό τέλειο καί ὁλοκληρωμένο στόν θεό πατέρα. Παραδἰδει πλέον τήν ἐντολή καί αὐτή ἡ τελευταία πράξη εἶναι τό «’Αμήν» τῆς ἱστορίας. Τίθεται ἡ σφραγίδα τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου καί τή σφραγίδα τἠν θέτει αὐτός πού εἶναι ὁ «’Αμήν». Ὁ μάρτυς, ὁ πιστός καί ὁ ἀληθινός, ἡ αὐτοαλήθεια, ὁ ἀξιόπιστος καί ἀληθής μάρτυς. Γιά τίς ἓξι μέρες τῆς δημιουργίας ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς λέει: καἰ ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί ἡμέρα Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη... Γιά τήν Ἑβδόμη ἡμέρα δέν λέει κάτι τέτοιο. Γιατί ἡ Ἑβδόμη ἡμέρα δέν ἒκλεισε ἀκόμη. Ζοῦμε στή διάρκειά της. Οἱ τρεῖς συντέλειες πού μᾶς ἀπησχόλησαν σήμερα εἶναι ἡ ἀρχή τό μέσον καί τό τέλος τῆς Ἑβδόμης ἡμέρας . Ἡ Ἑβδόμη ἡμέρα θά κλείση μέ τήν Τρίτη συντέλεια. Μετά θά ἀρχίση ἡ ὀγδόη ἡμέρα τῆς αἰωνίου Βασιλείας πού αὐτή πιά δέν θά ἒχει τέλος. Κάθε μέρα ἀρχίζει ἀπό τήν ἑσπέρα, «καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί .....» καί στήν ἀρχή τῆς Ἑβδόμης ἡμέρας ἦταν ἐκεῖνο τὀ δειλινό ἐκείνη ἡ ἑσπέρα πού οἱ Πρωτόπλαστοι μετά τήν πτώση τους ἀπέφυγαν τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἐφοβήθηκαν γιά πρώτη φορά τόν θεό. Ἐμπῆκε στήν ψυχή τους γιἀ πρώτη φορά τό αἲσθημα τοῦ φόβου καί κρύφτηκαν ἀπό τόν θεό. Κατόπιν ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου βυθίστηκε στό σκοτάδι. Ἡ αὐγή τῆς μυστικῆς ὀγδόης ἡμέρας εἶναι ἡ Θεοτόκος, ὃπως λέμε στούς Χαιρετισμούς. «Χαῖρε αὐγή μυστικῆς ἡμέρας». Ἡ Θεοτόκος φέρνει τήν αὐγή τῆς ὀγδόης μυστικῆς ἡμέρας. Τό πρωί θά ἒλθη ὃταν θά λάμψη ὁ ἀστήρ ὁ λαμπρός, ὁ πρωινός, ὁ Χριστός ὃταν θά ἒρθη μέ ὃλη τή δόξα Του κατά τή Δευτέρα Παρουσία. Τότε θἀ μπορέση νά λεχθῆ τό «καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί, ἡμέρα ἑβδόμη». Ὃμως εἲπαμε ὃτι ἡ μέλλουσα ἐκείνη ἐποχἠ ἢδη εἶναι έν μέρει περούσα στή ζωή τῆς ἐκκλησίας μας. Ἡ ὀγδόη ἡμέρα ἢδη ρίχνει στά πρόσωπά μας τό ἀχνό φῶς της. Οἱ ἀκτίνες τοῦ λυκαυγοῦς της ἢδη φωτίζουν τό γεμάτο ἐλπίδες καί προσδοκίες πρόσωπο τῆς ἱστορίας. Ἡ μεταϊστορική ἐποχή, ἡ ὀγδόη ἡμέρα σχεδόν ἂρχισε. Καί αύτή δέν θἂχει τέλος. Σέ κείνη τήν κατάσταση, ὃπως λέει ἡ Ἀποκάλυψη «καί νύξ οὐκ ἒσται ἒτι» θά κατοικοῦμε μακάριοι, ἒνδοξοι καί εὐτυχεῖς στόν οἶκο τοῦ Κυρίου εἰς μακρότητα ἡμερῶν, σέ ἀτελεύτητη διαδοχή ἡμερῶν, ἀνάμεσα στίς ὁποῖες δέν θά παρεμβάλλονται νύχτες.
Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς, Σεβαστοί Πατέρες, Ἀξιότιμοι Κύριοι Καθηγηταί, Ἀγαπητοί Ἀδελφοί ἐν Κυρίῳ στή Μεγάλη Περίοδο τοῦ Τριωδίου καί Πεντηκοσταρίου, πού εἶναι ἠ μεγαλύτερη ἑορταστική περίοδος στή διάρκεια τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἒτους θυμηθήκαμε, ζήσαμε καί τίς τρεῖς συντέλειες γιά τίς ὁποῖες σήμερα κάναμε λόγο. Ἢδη κατά τή διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς διαβάζαμε τή Γένεση καί τό πρωί τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, τότε πού εἲμαστε μεταξύ τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τῆς Δευτέρας Συντέλειας, τῆς Ἀναδημιουργίας διαβάζουμε τή Γένεση τή Δημιουργία. Σέ λίγες μέρες γιορτάζουμε τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου κατά τήν ὁποία οἱ Ἂγγελοι πού παρίστανται ἀπευθυνόμενοι στούς παρακολουθούντας ἐκστατικῶς μαθητάς εἶπαν: Τί βλέπετε στόν οὐρανό; Αὐτός, ὁ Χριστός, ὃπως ἦλθε, ὃπως ἀνέβηκε στούς οὐρανούς ἒτσι θά ἒλθη. Σέ σύννεφο, ἒνδοξος. Ἡ Τρίτη Συντέλεια. Εἲδαμε αὐτή τήν περίοδο ὃλη τήν ἱστορία τοῦ σύμπαντος κὀσμου τό Σταυρό τοῦ Κυρίου μας νά εἶναι στήν καρδιά τῆς ἱστορίας μας. Ὃμως ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ λούζεται στό φῶς τῆς Ἀναστάσεως καί καθώς τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως πέφτει ἐπάνω του ἁπλώνει τή σκιά του σ’ ὃλη τή διάρκεια τῆς ἱστορίας. Σ’ ὃλο τό μῆκος τοῦ παρελθόντος καί τοῦ μέλλοντος. Ἀρχίζει ἀπό τούς λόγους τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἀρχαῖον ὂφι, τό Πρωτευαγγέλιον. «Θά σοῦ τηρἠση τήν κεφαλή» πάνω στό Σταυρό. Καί φθάνει στό σημεῖο τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, στά ἒσχατα τῆς ἱστορίας. Τό Σταυρό πού θά προηγεῖται κατά τή Δευτέρα ἒνδοξη ἒλευση τοῦ Κυρίου. Καί προχωρεῖ ἀκόμη πιό μπροστά στό προαιώνιο σχέδιο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία ὃλου τοῦ κόσμου. Στόν ἀμνό τόν προεγνωσμένον πρό καταβολῆς κόσμου καί συνεχίζεται καί μετά τή λήξη τῆς ἱστορίας στήν αἰώνια δόξα τοῦ ἐσφαγμένου ἀρνίου. Μῆκος καί εὖρος Σταυροῦ, οὐρανοῦ ἰσοστάσιον. Ἡ Θεία Χάρη ἁγιάζει τά σύμπαντα. Λέει ἓνα τροπάριο τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὁ σταυρός ἁγιάζει τά σὐμπαντα. Ὁ Ἀναστημένος Χριστός φωτίζει μέ τό ἀνἐσπερο φῶς τῆς ἀναστάσεώς Του «οὐρανόν τε καί γήν καί τά καταχθόνια». Τό μυστήριον τῆς ἀγάπης Του καλύπτει σύμπασα τήν ἱστορία καί ὃ,τι προηγήθηκε αὐτῆς καί ὃ,τι θά τήν ἀκολουθῆ εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.-
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, Ιούνιος 2013
Τι σημαίνει Ινδικτιών
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἑορτάζει σήμερα τήν ἀρχή τῆς Ἰνδικτιῶνος– ἀπό τή λατινική λέξη «indictio», ἡ ὁποία σημαίνει ὁρισμός– δηλαδή τήν ἔναρξη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Ὁ ὅρος προῆλθε ἀπό τήν συνήθεια τῶν Ρωμαίων αὐτοκρατόρων νά ὁρίζουν διά θεσπίσματος γιά διάστημα δεκαπέντε χρόνων τό ποσό τοῦ ἐτήσιου φόρου, πού εἰσέπρατταν αὐτή τήν ἐποχή γιά τή συντήρηση τοῦ στρατοῦ. Κατ’ ἐπέκτασιν καθιερώθηκε νά ὀνομάζονται ἰνδικτιῶνες καί οἱ δεκαπενταετεῖς αὐτοί κύκλοι πού ἄρχισαν ἐπί Καίσαρος Αὐγούστου, τρία χρόνια πρίν ἀπό τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
Γιατί ο Σεπτέμβριος θεωρείται αρχή του Εκκλησιαστικού έτους.
Ἐπειδή ὁ Σεπτέμβριος εἶναι ἐποχή συγκομιδῆς καρπῶν καί προετοιμασίας γιά τό νέο κύκλο βλαστήσεως, ταίριαζε νά ἑορτάζουν οἱ χριστιανοί τήν ἀρχή τῆς γεωργικῆς περιόδου ἀποδίδοντας εὐχαριστίες στόν Θεό γιά τήν εὔνοιά του πρός τήν κτίση. Εἶναι αὐτό πού ἤδη ἔκαναν οἱ Ἰουδαῖοι σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου· τήν πρώτη δηλαδή μέρα τοῦ ἑβδόμου ἰουδαϊκοῦ μηνός, ἀρχές Σεπτεμβρίου, τελοῦσαν τήν ἑορτή τῆς Νεομηνίας ἤ τῶν Σαλπίγγων, κατά τήν ὁποία ἐσχόλαζαν ἀπό κάθε ἐργασία, γιά νά προσφέρουν θυσίες ὁλοκαυτωμάτων «εἰς ὀσμήν εὐωδίας Κυρίῳ» (Λευιτ. 23,18).
Ὁ Χριστός, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ δημιουργός τοῦ χρόνου καί τοῦ σύμπαντος, ὁ προάναρχος Βασιλεύς τῶν αἰώνων, ὁ ὁποῖος ἐσαρκώθη, γιά νά ἀποκαταλλάξει τά πάντα εἰς Ἑαυτόν καί νά συναγάγει Ἰουδαίους καί Ἐθνικούς σέ μία Ἐκκλησία, ἤθελε νά ἀνακαφαλαιώσει ἐν ἑαυτῷ τόν αἰσθητό κόσμο καί τό γραπτό Νόμο. Ἔτσι, αὐτή τήν ἡμέρα πού ἡ φύση ἑτοιμάζεται νά διατρέξει ἕνα νέο κύκλο ἐποχῶν, ἑορτάζουμε τό γεγονός, κατά τό ὁποῖο ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός εἰσῆλθε στή Συναγωγή καί ἀνοίγοντας τό βιβλίο τοῦ Ἠσαΐου ἀνέγνωσε τό χωρίο, ὅπου ὁ Προφήτης ὁμιλεῖ ἐπ’ ὀνόματος τοῦ Σωτῆρος: «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ’ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με (…), κηρῦξαι ἐνιαυτόν Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. 4,18).
Ὅλες οἱ Ἐκκλησίες, συναθροισμένες «ἐπί τό αὐτό», ἀναπέμπουν σήμερα δοξολογία πρός τόν ἕνα τρισυπόστατο Θεό, ὁ ὁποῖος διαμένει στήν αἰώνια μακαριότητα, διακρατεῖ τά πάντα στή ζωή καί στέλνει ἄφθονες τίς εὐλογίες του κάθε ἐποχή στά κτίσματά του. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἀνοίγει τίς θύρες τοῦ νέου ἔτους καί μᾶς προσκαλεῖ νά τόν ἀκολουθήσουμε, γιά νά γίνουμε μέτοχοι τῆς αἰωνιότητός του.
* * *Συναξάριο της α΄Σεπτεμβρίου.
Tῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν ΣΥΜΕΩΝ τοῦ ΣΤΥΛΙΤΟΥ τοῦ ἐν τῇ Μάνδρᾳ, τοῦ ἐπιλεγομένου ΠΑΛΑΙΟΥ.
* * *
Mνήμη τῆς ὁσίας MΑΡΘΑΣ, μητρός τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Στυλίτου.
* * *
Mνήμη τοῦ δικαίου IΗΣΟΥ τοῦ NΑΥΗ.
* * *
Mνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων καί αὐταδέλφων ΑΓΑΘΟΚΛΕΙΑΣ, EΥΟΔΟΥ, KΑΛΛΙΣΤΗΣ καί EΡΜΟΓΕΝΟΥΣ, ξίφει τελειωθέντων.
* * *
Mνήμη τῆς ὁσίας EΥΑΝΘΙΑΣ, ἐν εἰρήνῃ τελειωθήσης.
* * *
Mνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν MΕΛΕΤΙΟΥ τοῦ νέου, τοῦ ἐν τῷ ὄρει τοῦ ΚΙΘΑΙΡΩΝΟΣ ἀσκήσαντος καί ἐν εἰρήνῃ τελειωθέντος.
* * *
Mνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος AΓΓΕΛΗ, τοῦ ἐν Kωνσταντινουπόλει μαρτυρήσαντος κατά τό ‚αχπ΄ (1680) ἔτος, ξίφει τελειωθέντος.
* * *
Μνήμη τῶν ἁγίων ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑ ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ καί ΑΜΜΟΥΝ τοῦ διακόνου καί διδασκάλου αὐτῶν.
Οἱ Ἅγιες αὐτές γυναῖκες ἔζησαν τήν ἐποχή τοῦ βασιλέως Λικινίου (307-324) στήν Ἀδριανούπολη τῆς Θράκης. Ὁ ἡγεμών τῆς περιοχῆς Βάβδος τίς συνέλαβε ὡς χριστιανές καί τίς προέτρεπε νά προσκυνήσουν τά εἴδωλα. Ἡ Κελσίνα, μία ἐξ αὐτῶν καί ἡ πρώτη τῆς πόλεως, μετά τή θαρραλέα ὁμολογία τῆς πίστεώς της τίς ἐσύναξε ὅλες στήν οἰκία της μαζί μέ τόν διδάσκαλό τους, διάκονο ἅγιο Ἀμμούν, γιά νά ἐνισχυθοῦν πρός τό μαρτύριο. Ὁ Ἀμμούν πῆρε τό χαρτί μέ τά ὀνόματά τους καί τά διάβασε δυνατά ἕνα-ἕνα. Ὕστερα εἶπε: «Ἀγωνισθῆτε ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ διά τοῦ μαρτυρίου, διότι ἔτσι θά καθίσει καί ὁ Δεσπότης Χριστός στήν πύλη τῆς οὐρανίου βασιλείας καί θά σᾶς προσκαλεῖ μία-μία κατ’ ὄνομα, γιά νά σᾶς ἀποδώσει τόν στέφανο τῆς αἰωνίου ζωῆς».
Ὅταν καί πάλι τίς ἀνέκρινε ὁ ἡγεμών, ὁμολόγησαν ὅλες σταθερά τήν πίστη τους. Μέ τήν προσευχή τους συνέτριψαν τά εἴδωλα καί ὁ ἱερεύς τῶν εἰδώλων ἀνυψώθηκε στόν ἀέρα, μέχρις ὅτου, βασανιζόμενος ἀπό πύρινους ἀγγέλους, ἔπεσε νεκρός στή γῆ. Τότε ὁ Βάβδος πρόσταξε νά κρεμάσουν τόν ἅγιο Ἀμμούν, νά τοῦ ξύσουν τίς πλευρές, νά καύσουν τίς πληγές του μέ ἀναμμένες λαμπάδες καί νά τοῦ φορέσουν στήν κεφαλή χάλκινη πυρακτωμένη περικεφαλαία.
Ἐπειδή ὁ ἅγιος διαφυλάχθηκε ἀβλαβής ἀπό τά μαρτύρια, ὁδηγήθηκε μαζί μέ τίς μαθήτριές του ἀπό τή Βερόη (σημερ. Στάρα Ζαγορά τῆς Βουλγαρίας) στήν Ἡράκλεια, στόν βασιλέα Λικίνιο. Καθ’ ὁδόν ἐμφανίσθηκε ὁ Κύριος καί τούς ἐνεθάρρυνε. Φθάνοντας στήν πόλη πῆγαν στόν τόπο, ὅπου εἶχαν κατατεθεῖ τά τίμια λείψανα τῆς ἁγίας μάρτυρος Γλυκερίας. Ἐνῶ διανυκτέρευαν ἐκεῖ προσευχόμενες, παρουσιάσθηκε ἡ Ἁγία λέγοντας: «Καλῶς ἤλθατε, ἅγιες δοῦλες τοῦ Θεοῦ! Πρό πολλοῦ περίμενα τήν λαμπρή ἐν Χριστῷ συνοδία σας, γιά νά χορεύσωμε στεφανωμένες ὅλες μαζί μέ τούς ἁγίους ἀγγέλους στήν βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο μέχρις αἵματος ὁμολογήσαμε».
Στήν Ἡράκλεια τούς ἔρριξαν στά θηρία. Οἱ ἅγιες γυναῖκες μαζί μέ τόν διδάσκαλό τους προσηύχοντο ὄρθιες μέ ὑψωμένα τά χέρια, τά δέ θηρία κατελήφθησαν ἀπό ὕπνο καί δέν τούς ἤγγισαν. Τήν ὥρα πού οἱ στρατιῶτες ἄναβαν φωτιά γιά νά τίς ρίξουν μέσα, προφήτευσαν στόν ἀσεβῆ Λικίνιο τήν ἐπικράτηση τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τή νίκη τοῦ χριστιανισμοῦ καί τήν κατάργηση τῆς εἰδωλολατρίας. Κατόπιν σφραγίσθηκαν μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί δέκα ἀπό αὐτές πήδησαν ἀγαλλόμενες μέσα στίς φλόγες ὑμνῶντας τόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἐδρόσισε τό πῦρ. Ἔτσι, αὐτές μέν ἐτελειώθησαν ἐν εἰρήνῃ στήν πυρά, ὀκτώ δέ ἀποκεφαλίσθησαν μαζί μέ τόν διδάσκαλό τους Ἀμμούν. Ἀπό τίς ὑπόλοιπες οἱ δήμιοι ἄλλες κατέσφαξαν καί σέ ἄλλες ἔβαλαν στό στόμα πυρακτωμένα σίδερα.
Τά ὀνόματά τους ἔχουν διασωθεῖ στό ἀρχαῖο Μαρτύριόν τους (Bibliotheca Hagiographica Graeca 2280-2281) καί εἶναι: Λαυρεντία ἡ διάκονος, Κελσίνα, Θεοκτίστη (ἤ Θεόκλεια), Δωροθέα, Εὐτυχιανή, Θέκλα, Ἀρισταινέτη, Φιλαδέλφη, Μαρία, Βερονίκη, Εὐλαλία (ἤ Εὐθυμία), Λαμπροτάτη, Εὐφημία, Θεοδώρα, Θεοδότη, Τετεσία, Ἀκυλίνα, Θεοδούλη, Ἁπλοδώρα, Λαμπαδία, Προκοπία, Παῦλα, Ἰουλιάνα, Ἀμπλιανή, Περσίς, Πολυνίκη, Μαύρα, Γρηγορία, Κυρία (ἤ Κυριαίνη), Βάσσα, Καλλινίκη, Βαρβάρα, Κυριακή, Ἀγαθονίκη, Ἰούστα, Εἰρήνη, Ματρῶνα (ἤ Ἀγαθονίκη), Τιμοθέα, Τατιανή, Ἄννα (ἤ Ἀνθοῦσα).
Ὡστόσο, στήν ἀσματική Ἀκολουθία καί σέ νεότερους Συναξαριστές ἀπαντοῦν τά ἑξῆς ὀνόματα: Ἀδαμαντίνη, Ἀθηνᾶ, Ἀκριβή, Ἀντιγόνη, Ἀριβοία, Ἀσπασία, Ἀφροδίτη, Διόνη, Δωδώνη, Ἐλπινίκη, Ἐρασμία, Ἐρατώ, Ἑρμηνεία, Εὐτέρπη, Θάλεια, Θεανώ, Θεανόη, Θεόνυμφη, Θεοφάνη, Καλλιρρόη, Καλλίστη, Κλειώ, Κλεονίκη, Κλεοπάτρα, Κοραλλία, Λάμπρω, Μαργαρίτα, Μαριάνθη, Μελπομένη, Μόσχω, Οὐρανία, Πανδώρα, Πηνελόπη, Πολύμνια, Πολυνίκη, Σαπφώ, Τερψιχόρη, Τρωάς, Χάϊδω καί Χαρίκλεια (βλ. Πρωτ. Κων/νου Πλατανιτου, ῾Εορτολόγιον τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, Ἀποστολική Διακονία, ἔκδ. Δ΄, 1997, σελ. 23 ὑποσ.).
[Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου (Ἱερομονάχου), Νέος Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόμ. A΄ Σεπτέμβριος (Ὁρμύλια: Ἱ. Κοιν. Εὐαγγ. Θεοτόκου, 2007), 1-3, 11-13].
1. Κανείς από όσους σκέπτονται ορθά δεν θα έχη, νομίζω, αντίρρησι ότι η καταλαλιά γεννάται από το μίσος και την μνησικακία. Γι΄αυτό και την ετοποθετήσαμε στην σειρά της μετά τους προγόνους της. Καταλαλιά σημαίνει γέννημα του μίσους, ασθένεια λεπτή, αλλά και παχειά∙ παχειά βδέλλα, κρυμμένη και αφανής, πού απορροφά και εξαφανίζει το αίμα της αγάπης. Σημαίνει υπόκρισις αγάπης, αιτία της ακαθαρσίας, αιτία του βάρους της καρδιάς, εξαφάνισις της αγνότητος.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...