
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Η Ιερά Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης σε συνεργασία με τον δήμο Κοονίτσης διοργανώνει τριήμερες εκδηλώσεις 10-12 Ιουλίου 2016 προς τιμήν και μνήμην του Οσίου Πατρός ημών Παϊσίου του Αγιορείτου.
ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΕΔΩ
Η ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ
Συγχοροστάτησαν: Ο Μητροπολίτης Συμφερουπόλεως και Κριμέας κ, Λάζαρος, ο Μητροπολίτης Αργολίδος κ. Νεκτάριος και ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Επῖδαύρου κ. Καλλίνικος.
Πλήθος πιστών και φέτος από όλη την Κριμαία και από την Ρωσία και Ουκρανία καθώς και μικρή ομάδα ελλήνων ήρθαν για να τιμήσουν το σύγχρονο θαυματουργό άγιο.
Στιγμιότυπα από την ακολουθία των Χαιρετισμών προς τον Άγιο Λουκά τον ιατρό, που εψάλλησαν στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος Συμφερουπόλεως Κριμαίας την Παρασκευή 10 Ιουνίου 2016.
Πηγή: Συν-οδοιπορία
Η εορτή της Αναλήψεως, που εορτάζουμε κάθε χρόνο σαράντα ημέρες μετά την Ανάσταση του Χριστού, είναι μια από τις μεγάλες δεσποτικές εορτές της Εκκλησίας μας, όπως τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνεια, η Μεταμόρφωση, τα Πάθη του Χριστού και η Ανάσταση. Η Ανάληψη επίσης είναι το τρίτο κατά σειράν μέγιστο γεγονός πριν από το τέλος του κόσμου. Έσχατο πάντων γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας είναι η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και η τελική Κρίση. Πριν από αυτό ήδη έχει γίνει η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής. Και πριν από την Πεντηκοστή συνέβη η ανάληψη του Χριστού. Η ανάληψη του Χριστού αποτελεί ένα θαυμαστό σημείο. Είναι ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός, αλλά συγχρόνως και ένα μεγάλο θαύμα.
Είναι γεγονός της ιστορίας διότι συνέβη σε συγκεκριμένο τόπο, στο Όρος των Ελαιών στην Παλαιστίνη, και σε συγκεκριμένο χρόνο, στο πρώτο μισό του 1ου μ.Χ. αιώνος. Το γεγονός αυτό το είδαν με τα μάτια τους και το περιγράφουν με λεπτομέρειες αυτόπτες μάρτυρες, οι ιεροί ευαγγελισταί. Η ανάληψη του Χριστού είναι συγχρόνως και μέγιστο θαύμα, διότι όπως συνέβη δείχνει να ανατρέπονται, ή καλύτερα να υπερβαίνονται οι ανθρώπινοι νόμοι.
Η ιστορία του γεγονότος είναι πολύ γνωστή. Ο Ιησούς Χριστός, σαράντα ημέρες μετά την ανάστασή του και μετά από πολλές εμφανίσεις, εμφανίζεται για μία ακόμη φορά στους μαθητές του. Συζητεί μαζί τους. Τους διδάσκει. Τους υπενθυμίζει εκείνα που τους έλεγε πριν από το πάθος του. Κι ύστερα τους παίρνει μαζί του και τους ανεβάζει στο Όρος των Ελαιών. Η τελευταία του πράξη προς τους μαθητές του είναι η ευλογία του. Αφού τους αποκάλυψε όλα όσα είχε να τους αποκαλύψη, τώρα τους ευλογεί.
Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του ευαγγελιστού Λουκά: «Κατόπιν οδήγησε τους μαθητές του έξω από την πόλη των Ιεροσολύμων, μέχρι κοντά στη Βηθανία, σήκωσε τα χέρια του και τους ευλόγησε. Καθώς τους ευλογούσε άρχισε να απομακρύνεται από αυτούς και να ανεβαίνη στον ουρανό» (24:50-51).
Μ’ αυτήν την τελευταία πράξη της ευλογίας του Θεανθρώπου γίνεται ο «αποχωρισμός» του από τους μαθητές του. Έρχεται τότε η νεφέλη, που τον παραλαμβάνει και τον ανεβάζει προς τον ουρανό. Κι όλο απομακρύνεται μέχρι να χαθή από τα μάτια των μαθητών. «Κι ενώ εκείνοι τον κοίταζαν που ανέβαινε προς τον ουρανό, ξαφνικά δύο άνδρες (άγγελοι) εμφανίστηκαν μπροστά τους με άσπρα ενδύματα και τους είπαν: Άνδρες Γαλιλαίοι, γιατί σταθήκατε και κοιτάτε προς τον ουρανό; Αυτός ο Ιησούς, που αναλήφθηκε από κοντά σας στον ουρανό, έτσι θα έλθη και πάλι, με τον ίδιο τρόπο, όπως τον είδατε να αναβαίνη» (Πρξ. 1:9-11).
Αυτή είναι η πρώτη πράξη του γεγονότος της Αναλήψεως. Είναι το ξεπροβόδισμα του Θεανθρώπου Κυρίου από τη γη για την «επάνοδό» του στον ουρανό. Υπάρχει όμως και η δεύτερη πράξη του ιδίου γεγονότος, που οι περισσότεροι και από τους χριστιανούς ακόμη την αγνοούν. Αυτή είναι η υποδοχή που έγινε στον Ιησού Χριστό κατά την είσοδό του στους ουρανούς και η εγκατάστασή του στα δεξιά του Πατρός. Για την υποδοχή αυτή μαθαίνουμε από την θεία αποκάλυψη, όπως αυτή διασώζεται στις άγιες Γραφές, στους αγίους πατέρες, στην Υμνολογία και γενικά στην γραπτή και βιωματική ιερή Παράδοση της Εκκλησίας.
Ο προφητάναξ Δαυΐδ, χίλια χρόνια πριν από το ιστορικό γεγονός, προφητεύει αυτό με θαυμαστό τρόπο. «Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. Τίς εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος κραταιός και δυνατός. Κύριος δυνατός εν πολέμω» (Ψαλ. 23:7-10). Είναι τα λόγια που επαναλαμβάνονται στην τελετή των εγκαινίων ενός Ορθοδόξου Ναού κατά την ώρα που ο αρχιερεύς επιχειρεί να εισέλθη στον ιερό ναό με τις κεκλεισμένες θύρες.
Αυτήν την υποδοχή του αναληφθέντος Χριστού στους ουρανούς υπονοεί ο απόστολος Πέτρος στην ομιλία του την ημέρα της Πεντηκοστής, αναφερόμενος στον Ιησού Χριστό. «Αυτόν τον Ιησού ανέστησεν ο Θεός, του οποίου όλοι εμείς είμαστε μάρτυρες, ο οποίος με την δύναμη του Θεού αναλήφθηκε στους ουρανούς» (Πρξ. 2:33). Το ίδιο ομολογούμε όλοι οι πιστοί απαγγέλλοντας το Σύμβολο της Πίστεως: «και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός». Και ο άγιος Χρυσόστομος παρατηρεί: «Πρόσεξε, πού βρισκόταν κάτω ο Χριστός και πού ανέβηκε επάνω. Δεν υπήρχε κατώτερο σημείο για να κατεβή απ’ εκείνο που κατέβηκε ως άνθρωπος. Και δεν υπήρχε υψηλότερο σημείο για ν’ ανεβή από εκείνο που ανέβασε τον άνθρωπο… Ξεπέρασε τους αγγέλους. Προσπέρασε τους αρχαγγέλους. Πιο πάνω από τα Χερουβίμ. Παραπάνω από τα Σεραφίμ. Δεν σταμάτησε, μέχρι που έφθασε και κάθισε στον θεϊκό θρόνο» (ΕΠΕ 36,214). Αυτό το ίδιο γεγονός υποδηλώνει πάλι ο προφητάναξ Δαυΐδ με τον προφητικό του λόγο, «Είπεν ο Κύριος τω Κυρίω μου· Κάθου εκ δεξιών μου έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου» (Ψαλ. 109:1).
Πιο συγκεκριμένα για την υποδοχή του αναληφθέντος Ιησού Χριστού γίνεται λόγος σε ένα τροπάριο της Λιτής της εορτής της Αναλήψεως: «Ότε ανελήφθης εν δόξη, Χριστέ ο Θεός, των μαθητών ορώντων, αι νεφέλαι υπελάμβανόν σε μετά σαρκός. Πύλαι επήρθησαν αι ουράνιαι. Ο χορός των αγγέλων έχαιρεν εν αγαλλιάσει. Αι ανώτεραι δυνάμεις έκραζον λέγουσαι· Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών και εισελεύσεται ο Βασιλεύς της δόξης». Με απλά λόγια: «Όταν αναλήφθηκες με δόξα, Χριστέ, συ ο αληθινός Θεός, κι ενώ σε κοιτούσαν οι μαθηταί σου, το σύννεφο σε έπαιρνε μαζί με την ανθρώπινη σάρκα. Τότε οι ουράνιες πύλες άνοιξαν. Ο χορός των αγγέλων έχαιρε με βαθειά αγαλλίαση. Οι ανώτερες αγγελικές δυνάμεις έκραζαν και έλεγαν· Άρχοντές μας, ανοίξτε τις πύλες, διότι να, θα περάση ο Βασιλιάς της δόξης».
Όλα αυτά που ανέφερα δεν είναι παρά μία αμυδρή εικόνα, που μας αποκαλύπτει το απερίγραπτο πανηγύρι, που έγινε στον ουρανό για την υποδοχή του Θεανθρώπου Κυρίου και την εγκατάστασή του με αδιάπτωτη την ανθρώπινη φύση στα δεξιά του θρόνου του Θεού στον ουρανό.
Κι όταν θεολογικά και εκκλησιαστικά ομιλούμε για ουρανό, δεν εννοούμε ένα μέρος του υλικού σύμπαντος, αλλά μία άλλη πραγματικότητα. Παίρνοντας αφορμή από αγιοπατερικούς λόγους ο μακαριστός π. Αλέξανδρος Σμέμαν σχολιάζει: «Ο ουρανός δεν βρίσκεται κάπου στο απώτερο διάστημα πέρα από τους πλανήτες ή σε κάποιον άγνωστο γαλαξία. Είναι εκεί που μας επαναφέρει ο Χριστός· είναι ό,τι χάσαμε με την αμαρτία και την υπερηφάνεια, με τις επίγειες, αποκλειστικά γήινες επιστήμες και ιδεολογίες. Αυτός ο ουρανός είναι τώρα ανοικτός, μας τον επιστρέφει και μας τον προσφέρει ο Χριστός. Ουρανός είναι το βασίλειο της αιώνιας ζωής, το βασίλειο της αλήθειας, της καλωσύνης, της ομορφιάς. Ουρανός είναι ολόκληρη η πνευματική μεταμόρφωση της ανθρώπινης ζωής. Ουρανός είναι η Βασιλεία του Θεού, η νίκη επάνω στον θάνατο, ο θρίαμβος της αγάπης και της φροντίδας. Ουρανός είναι η εκπλήρωση αυτής της έσχατης επιθυμίας, για την οποία είπε ο απόστολος Παύλος· α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν. Όλα αυτά μας έχουν αποκαλυφθή, μας έχουν δοθή από τον Χριστό. Κι έτσι ο ουρανός διαπερνά τη ζωή μας εδώ και τώρα, η ίδια η γη γίνεται μία αντανάκλαση της ουράνιας ομορφιάς» (Εορτολόγιο, σ. 190).
Αυτές είναι οι δύο όψεις του μεγάλου ιστορικού γεγονότος και συγχρόνως μεγάλου θαύματος της αναλήψεως του Χριστού. Έτσι γνωρίζουμε την ανάληψη του Χριστού ολοκληρωμένα, από πού και πώς αναλήφθηκε ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός και πού και πώς ανέβηκε, ανυψώνοντας εκεί και την δική μας ανθρώπινη φύση.
Πηγή: Κοινωνία Ορθοδοξίας
Όλη αυτή την περίοδο που διανύουμε τώρα, επεκτεινόμενη σε πενήντα μέρες, εορτάζομε την από τους νεκρούς ανάσταση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, δεικνύοντας με αυτή την παράταση την υπεροχή της απέναντι στις άλλες εορτές.
Πραγματικά όλοι όσοι αναστήθηκαν από τους νεκρούς, αναστήθηκαν από άλλους και, αφού πέθαναν πάλι, επέστρεψαν στη γη. Ο δε Χριστός, αφού αναστήθηκε από τους νεκρούς, δεν κυριεύεται πλέον καθόλου από το θάνατο, γιατί δεν επέστρεψε πάλι στη γη, αλλά ανέβηκε στον ουρανό, καθιστώντας το φύραμά μας, που είχε λάβει ομόθρονο με το Πατέρα, ως ομόθεο.
Είναι ο μόνος που έγινε αρχή της μελλοντικής αναστάσεως όλων και πρωτότοκος από τους νεκρούς και πατέρας του μέλλοντος αιώνος.
Και όπως όλοι, αμαρτωλοί και δίκαιοι, πεθαίνουν στον Αδάμ, έτσι στοn Χριστό θα ζωοποιηθούν όλοι, αμαρτωλοί και δίκαιοι, αλλά ο καθένας στην τάξη του. Όταν καταργήσει κάθε αρχή και εξουσία και δύναμη, και θέσει όλους τους εχθρούς του κάτω από τα πόδια του, τελευταίος εχθρός που θα καταργηθεί είναι ο θάνατος, κατά την κοινή ανάσταση.
Ο Κύριος, κηρύττοντας το ευαγγέλιο της βασιλείας πριν από το πάθος, δεικνύει στους μαθητές ότι η εκλογή των αξίων της πίστεως δεν θα γίνει μόνο ανάμεσα στους Ιουδαίους, αλλά και ανάμεσα στους Εθνικούς, στην σημερινή περικοπή του ευαγγελίου.
Έρχεται ο Κύριος σε μια πόλη της Σαμάρειας που λέγεται Σιχάρ. (Σαμάρεια ονομάσθηκε η πόλη που έκτισε το 880 π.Χ. ο βασιλιάς του Ισραήλ, Αμβρί, έπειτα το όρος Σομόρ, που ήταν η ακρόπολή της, και τέλος όλο το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, που καταλύθηκε από τους Ασσυρίους το 721 π.Χ. και ο ηγεμόνας τους εγκατέστησε εκεί εθνικούς από πολλά μέρη).
Εκεί ήταν η πηγή του Ιακώβ, το πηγάδι που εκείνος είχε ανοίξει. Κουρασμένος ο Κύριος από την οδοιπορία κάθισε μόνος του δίπλα από το πηγάδι και κάτω, γιατί οι μαθητές του πήγαν να αγοράσουν τροφές. Έρχεται εκεί μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να πάρει νερό και ο Κύριος διψώντας, ως άνθρωπος, της ζήτησε νερό.
Αυτή αντελήφθη από την εμφάνισή του ότι ήταν Ιουδαίος, και θαύμασε πώς ένας Ιουδαίος ζητά νερό από την εθνική Σαμαρείτιδα. Αν γνώριζες, της είπε, τη δωρεά του Θεού, ποιός είναι αυτός που σου ζητά να πιει νερό, εσύ θα του ζητούσες, και θα σου έδινε ζωντανό νερό. Ο Κύριος επιβεβαίωσε ότι αν γνώριζε, θα γινόταν μέτοχος πραγματικά ζωντανού νερού, όπως έπραξε και απόλαυσε αργότερα όταν το έμαθε, ενώ το συνέδριο των Ιουδαίων, οι οποίοι έμαθαν σαφώς, εσταύρωσαν έπειτα ωστόσο τον Κύριο της δόξης. Δωρεά του Θεού είναι, επειδή θεωρεί αγαπητούς όλους, ακόμα και τους μισητούς από τους Ιουδαίους εθνικούς, και προσφέρει τον εαυτό του και καθιστά τους πιστούς σκεύη δεκτικά της Θεότητός του.
Η Σαμαρείτιδα δεν κατάλαβε το μεγαλείο του ζωντανού νερού, απορεί πού θα βρει νερό χωρίς κουβά σε ένα βαθύ πηγάδι. Έπειτα επιχειρεί να τον συγκρίνει με τον Ιακώβ, που τον αποκαλεί πατέρα, εξυμνώντας το γένος από τον τόπο, και εξαίρει το νερό με τη σκέψη ότι δεν μπορεί να βρεθεί καλύτερο. Όταν όμως άκουσε ότι το νερό που θα σου δώσω θα γίνει πηγή που τρέχει προς αιώνια ζωή, άφησε λόγο ψυχής που ποθεί, και οδηγείται προς την πίστη, και ζήτησε να το λάβει για να μην ξαναδιψάσει. Ο Κύριος, θέλοντας να αποκαλύπτεται λίγο λίγο, της λέγει να φωνάξει τον άνδρα της, γνωρίζοντάς της πόσους άνδρες είχε, και ότι αυτός που έχει τώρα δεν είναι δικός της. Εκείνη όμως δεν στενοχωρείται από τον έλεγχο, αλλά αμέσως καταλαβαίνει ότι ο Κύριος είναι προφήτης και του ζητά εξηγήσεις σε υψηλά ζητήματα.
Βλέπετε πόση είναι η μακροθυμία και η φιλομάθεια αυτής της γυναίκας; Πόση συλλογή και γνώση είχε στη διάνοιά της, πόση γνώση της θεόπνευστης Γραφής; Και αμέσως τον ρωτά πού πρέπει να λατρεύεται σωστά ο Θεός, εδώ σ’ αυτόν τον τόπο ή στα Ιεροσόλυμα; Και τότε παίρνει την απάντηση, ότι έρχεται η ώρα οπότε ούτε στο όρος αυτό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνήτε τον Πατέρα. Της γνωρίζει μάλιστα ότι η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους, δεν είπε θα είναι, στο μέλλον, γιατί ήταν αυτός ο ίδιος. Έρχεται ώρα και είναι τώρα, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνούν τον Πατέρα κατά Πνεύμα και αλήθεια.
Γιατί ο ύψιστος και προσκυνητός Πατέρας, είναι Πατέρας αυτοαληθείας, δηλαδή του μονογενούς Υιού και έχει Πνεύμα αληθείας, το Πνεύμα το άγιο, και αυτοί που τον προσκυνούν, το πράττουν έτσι διότι ενεργούνται δι’ αυτών. Ο Κύριος απομακρύνει κάθε σωματική έννοια τόπο και προσκύνηση, λέγοντας: Πνεύμα ο Θεός και αυτοί που τον προσκυνούν πρέπει να τον προσκυνούν κατά Πνεύμα και αλήθεια. Ως πνεύμα που είναι ο Θεός είναι ασώματος, το δε ασώματο δεν ευρίσκεται σε τόπο ούτε περιγράφεται με τοπικά όρια. Ως ασώματος ο Θεός δεν είναι πουθενά, ως Θεός δε είναι παντού, ως συνέχων και περιέχων το παν. Παντού είναι ο Θεός, όχι μόνο εδώ στη γη αλλά και υπεράνω της γης, Πατήρ ασώματος και κατά τον χρόνο και σε τόπο αόριστος.
Βέβαια και η ψυχή και ο άγγελος είναι ασώματα, δεν είναι όμως σε τόπο, αλλά δεν είναι και παντού, γιατί δεν συνέχουν το σύμπαν αλλά αυτά έχουν ανάγκη του συνέχοντος.
Η Σαμαρείτιδα, καθώς άκουσε από τον Χριστό αυτά τα εξαίσια και θεοπρεπή λόγια, αναπτερωμένη, μνημονεύει τον προσδοκώμενο και ποθούμενο Μεσσία, τον λεγόμενο Χριστό, που όταν έρθει θα μας τα διδάξει όλα. Βλέπετε πώς ήταν ετοιμότατη για την πίστη; Από πού θα γνώριζε τούτο, αν δεν είχε μελετήσει τα προφητικά βιβλία με πολλή σύνεση; Έτσι προλαβαίνει περί του Χριστού ότι θα διδάξει όλη την αλήθεια. Μόλις την είδε ο Κύριος τόσο θερμή, της λέγει απροκάλυπτα: Εγώ είμαι ο Χριστός, που σου μιλώ. Εκείνη γίνεται αμέσως εκλεκτή ευαγγελίστρια και αφήνοντας την υδρία και το σπίτι της τρέχει και παρασύρει όλους τους Σαμαρείτες προς τον Χριστό, και αργότερα, με τον υπόλοιπο φωτοειδή βίο της (ως Αγία Φωτεινή), σφραγίζει με το μαρτύριο την αγάπη της προς τον Κύριο.
Ὁ Κωνσταντῖνος δὲν γκρέμισε τὴ Ρώμη, ἀλλά, ὅπως ἔχει εἰπωθεῖ, τὴ μετέφερε στὴν Κωνσταντινούπολη. Γι᾿ αὐτὸ συντηροῦσε στὴ νέα πόλη τὸ ρωμαϊκὸ ὄνομα, τὸ κράτος τῶν Ρωμαίων, τὴ ρωμαϊκὴ πολιτεία. Τὸ ὄνομα Ρώμη σήμαινε τὸ ἔδαφος τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους, ποὺ συχνὰ οἱ Βυζαντινοὶ τὸ ἔλεγαν ‹‹Ρωμανία››. Ὁ ὅρος ‹‹Ρωμανία›› δήλωνε στὸ σύνολό της τὴν Αὐτοκρατορία. Οἱ Δυτικοὶ συγγραφεῖς ὀνόμαζαν ‹‹Ρωμανία›› τὸ Ἀνατολικὸ μέρος τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους.
Τό βράδυ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς τοῦ 2016 εἰδοποιήθηκε ἐπειγόντως ἡ Ἀσφάλεια Ἀττικῆς. Περίπου 100 ἀναρχικοί, κρατώντας ἀναμμένες λαμπάδες, εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἔξω ἀπό ἕνα ναό τῶν Ἐξαρχείων καί περίμεναν νά βγεῖ ὁ Ἐπιτάφιος. Πολλοί φοβήθηκαν ὅτι θά γίνονταν ἐπεισόδια, φωτιές κ.λπ., καί κάλεσαν τήν Ἀστυνομία. Πράγματι κατέφθασε ἐπί τόπου ὁμάδα ΜΑΤ, γιά νά περιφρουρήσει τήν πομπή. Ἀστυνομικοί πού βρέθηκαν ἐκεῖ καταγράφουν τί ἀκολούθησε ἐντέλει…
Οἱ νεαροί καί οἱ νεαρές, περίπου 100 ἄτομα, ἀκολούθησαν μέ τά ἀναμμένα κεριά τους τήν πορεία τοῦ Ἐπιταφίου, μαζί μέ τόν ὑπόλοιπο κόσμο, καί κατά διαστήματα φώναζαν τά ἑξῆς συνθήματα:
Μετὰ τὴν πομπὴ διαλύθηκαν εἰρηνικά.
Γιά νά ἐπιβεβαιώνονται οἱ σύγχρονοι προορατικοί, ὅπως ὁ ὅσιος Παΐσιος, πού εἶπε:
«Οι νέοι σήμερα έχουν καλές και καινούργιες μηχανές, όμως έχουν παγωμένα λάδια και θέλει να βοηθήσουμε πολύ να ζεσταθούν. Όταν ζεσταθούν, τότε όλα θα πάνε καλά».
Ἄς τό εὐχόμαστε!
Χριστὸς ἀνέστη! Ἀληθῶς ἀνέστη!
Χ.
Η εορτή της Ζωοδόχου Πηγής που γιορτάζουμε την Παρασκευή της Διακαινησίμου είναι γιορτή της Παναγίας μας. Γράφει το συναξάρι της ημέρας: «Την Παρασκευή της Διακαινησίμου εορτάζουμε τα εγκαίνια του ναού της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών και Θεομήτορος, της Ζωηφόρου Πηγής• ακόμη ενθυμούμαστε και τα υπερφυή θαύματα που έγιναν στον Ναό αυτό από την Μητέρα του Θεού».
Η Παναγία ονομάζεται Ζωοδόχος Πηγή, αφού γέννησε την Ζωή, που είναι ο Χριστός. Για πρώτη φορά το επίθετο Ζωοδόχος Πηγή το έδωσε στην Παναγία ο Ιωσήφ ο Υμνογράφος τον 9ο αιώνα, συνθέτοντας έναν ύμνο του προς την Παναγία.
Η γιορτή, όπως προαναφέρθηκε, αναφέρεται στα εγκαίνια του Ιερού Ναού της Παναγίας, γνωστού ως «Η Ζωοδόχος Πηγή στο Μπαλουκλί», έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης, όπου υπήρχε πηγή αγιάσματος που επιτελούσε και επιτελεί πολλά θαύματα.
Ο Ιερός Ναός της Ζωοδόχου Πηγής στην Πόλη ανεγέρθηκε κατ’ αρχάς από τον αυτοκράτορα Λέοντα τον Θράκα, που ήταν χρηστός και επιεικής, και πριν ακόμη γίνει αυτοκράτορας ως απλός στρατιώτης συνάντησε έναν τυφλό έξω από την Χρυσή Πύλη της Κωνσταντινούπολης. Ο τυφλός του ζήτησε νερό να πιή και ο Λέων αναζήτησε την πηγή του νερού στην περιοχή, η οποία ήταν κατάφυτη από δένδρα, αλλά δεν μπόρεσε να την ανακαλύψη. Λυπήθηκε πολύ που δεν βρήκε νερό να δώση στον τυφλό. Άκουσε τότε φωνή να του λέγη: «Βασιλιά Λέοντα» –δηλαδή τον απεκάλεσε βασιλιά, ενώ ακόμη ήταν στρατιώτης, κάτι που επαληθεύθηκε– «…να εισέλθης βαθύτερα στο δάσος, και αφού λάβης με τις χούφτες σου το θολερό αυτό νερό, να ξεδιψάσης τον τυφλό και να πλύνης τα μάτια του, και τότε θα γνωρίσης ποιά είμαι εγώ που κατοικώ στο μέρος αυτό». Ο Λέων έκανε αμέσως όπως τον διέταξε η φωνή και ο τυφλός είδε το φως του. Η φωνή εκείνη ήταν της Παναγίας.
Και ο Λέων, όταν έγινε αυτοκράτορας, με ευγνωμοσύνη και φιλότιμο έκτισε στο μέρος εκείνο του αγιάσματος Ιερό Ναό προς τιμήν της Παναγίας, της Ζωοδόχου Πηγής. Όταν κατέρρευσε ο Ιερός αυτός Ναός από τον χρόνο, άλλοι αυτοκράτορες –ο Ιουστινιανός, ο Βασίλειος ο Μακεδών– ανέλαβαν και έκτισαν εκ νέου τον Ναό, πιο μεγαλοπρεπή από τον παλαιότερο.
Μία δεύτερη παράδοση αναφέρει ότι τον πρώτο Ναό τον έκτισε ο Ιουστινιανός, βλέποντας εκεί που κυνηγούσε σε όραμα ένα μικρό παρεκκλήσι και έναν Ιερέα μπροστά σε μια πηγή, λέγοντάς του ότι είναι η πηγή των θαυμάτων. Στον τόπο εκείνο έκτισε μοναστήρι με τα υλικά που περίσσεψαν από την Αγία Σοφία.
Ο Ναός αυτός στην Βασιλεύουσα κατέρρευσε τον 15ο αιώνα. Σύμφωνα με μαρτυρίες το 1547 ο Ναός δεν υπήρχε πια. Υπήρχε μόνον το αγίασμα. Το 1833 ο Πατριάρχης Κωνστάντιος Α μέ άδεια του Σουλτάνου ξαναέκτισε τον Ναό πάνω στα ερείπια του παλαιού. Έτσι, στις 2 Φεβρουαρίου του 1835, ο Πατριάρχης Κωνστάντιος, με 12 ακόμη Αρχιερείς εγκαινίασαν τον νέο Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, στο Μπαλουκλί. Μπαλουκλί σημαίνει τόπος με ψάρια, αφού στην δεξαμενή της Πηγής υπάρχουν ψάρια.
Στον ναό αυτό επιτελούνταν πολλά θαύματα και μάλιστα και σε οικογένειες ευγενών της αυτοκρατορίας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της λύσεως της στειρώσεως της αυτοκράτειρας Ζωής, η οποία μετά από θαύμα της Ζωοδόχου Πηγής γέννησε τον Κωνσταντίνο τον Πορφυρογέννητο, που έγινε αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Στον ναό αυτό θεραπεύθηκαν επίσης οι αυτοκράτορες Ιουστινιανός, Λέοντας ο Σοφός, Ρωμανός Λεκαπηνός, ο Ανδρόνικος Γ , ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Στέφανος, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιωάννης, πολλές βασίλισσες και πολλοί ανώτατοι αξιωματούχοι της αυτοκρατορίας, αλλά και κληρικοί και μοναχοί και πολλοί απλοί Χριστιανοί. Τον 14ο αιώνα ο Νικηφόρος Κάλλιστος γράφοντας για το αγίασμα της Πηγής, παραθέτει έναν κατάλογο 63 θαυμάτων.
Η εικόνα της Παναγίας της Ζωοδόχου Πηγής παρουσιάζει την Παναγία μέσα σε ένα συντριβάνι από το οποίο χύνεται άφθονο νερό, να βαστάη στην αγκαλιά της τον Χριστό που ευλογεί. Δύο άγγελοι την στεφανώνουν κρατώντας ειλητάριο που γράφει: «Χαίρε ότι υπάρχεις βασιλέως καθέδρα, χαίρε ότι βαστάζεις τον Βαστάζοντα πάντα». Γύρω από το συντριβάνι εικονίζονται ο αυτοκράτορας και πολλοί ασθενείς με ποικίλες ασθένειες. Δέχονται το αγίασμα με το οποίο τους ραντίζουν οι υγιείς. Στην άκρη ζωγραφίζεται μια δεξαμενή με ψάρια, αφού όπως είπαμε Μπαλουκλί σημαίνει τόπος ψαριών.
Η ευλάβεια και η αγάπη του λαού της Κωνσταντινούπολης προς την Ζωοδόχο Πηγή μεταδόθηκε σε όλους τους Ορθοδόξους και έτσι σε πολλά μέρη, όπως και εδώ στην Ναύπακτο, και απέναντι στο Αίγιο, την Παναγία την Τρυπητή, ανηγέρθησαν Ναοί προς την τιμή της Παναγίας, της Ζωοδόχου Πηγής, όπου και εκεί επιτελούνται θαύματα, που στηρίζουν τους ανθρώπους στην καθημερινή τους ζωή και στην πίστη τους στον Θεό.
Χρονοδιάγραμμα κυριοτέρων γεγονότων και συμβάντων | |
626 μ.Χ. | Επιδρομή των Αβάρων, αλλά οι βυζαντινοί σώζουν το ιερό αγίασμα. |
790 μ.Χ. | Ο Ψευδο-κωδινός αναφέρει ότι η αυτοκράτειρα Ειρήνη επισκεύασε την εκκλησία, που ειχε πάθει μεγάλη καταστροφή από σεισμό. |
869 μ.Χ. | Νέα επισκευή, ύστερα από νέο σεισμό, από τον Βασίλειο Α' τον Μακεδόνα (867 - 886 μ.Χ.) κατα πληροφορία του Νικηφόρου Καλλίστου. |
924 μ.Χ. | Σε επιδρομή των Βουλγάρων ο Συμεών καίει την εκκλησία, αλλά αναστηλώνεται αμέσως αφού το 927 μ.Χ. έγιναν εκεί οι γάμοι του ηγεμόνος των Ρώσων Πέτρου με τη Μαρία, εγγονή του Ρωμανού Λεκαπηνού. |
966 μ.Χ. | Έχει διασωθεί η περιγραφή μιας επίσημης τελετής στη γιορτή της Αναλήψεως, στην οποία έλαβε μέρος ο Νικηφόρος Φωκάς (963 - 969 μ.Χ.) με όλη την αυλή. Η πομπή έφτανε με πλοίο και από τη Χρυσή Πύλη συνέχιζε με άλογα. Το συγκεντρωμένο πλήθος ζητωκραύγαζε και προσέφερε λουλούδια και σταυρούς. Όταν εμφανιζόταν ο αυτοκράτωρ ο Πατριάρχης τον ασπαζόταν και στη συνέχεια έμπαιναν μαζί στο ναό, όπου στο χώρο του ιερού είχε στηθεί εξέδρα, απ᾽ όπου ο αυτοκράτωρ παρακολουθούσε τη λειτουργία. Στο τέλος της γιορτής ο αυτοκράτωρ καλούσε τον Πατριάρχη σε επίσημο τραπέζι. |
1078 μ.Χ. | Η μονή της Πηγής θεωρείται τόπος εξορίας, αφού εκεί απομονώνεται ο Γεώργιος Μονομάχος. |
1084 μ.Χ. | Ο Αλέξιος Α' Κομνηνὸς (1081 - 1118 μ.Χ.) περιόρισε τον φιλόσοφο Ιωάννη Ιταλό στη μονή της Πηγής για να καταπαύση ο αναβρασμός που είχε δημιουργηθεί από τις ιδέες του. |
1204 - 1261 μ.Χ. | Το ιερό της Πηγής περιέρχεται στους Λατίνους. |
1328 μ.Χ. | Ο νεαρός Ανδρόνικος Γ' ο Παλαιολόγος (1328 - 1341 μ.Χ.) χρησιμοποιεί τη μονή ως ορμητήριο πριν καταλάβει την Κωνσταντινούπολη. |
1330 μ.Χ. | Ο Ανδρόνικος Γ', που βρίσκεται ετοιμοθάνατος στο Διδυμότειχο, πίνει νερό από το αγίασμα της Πηγής που του έφεραν και γιατρεύεται. |
1341 μ.Χ. | Ιερέας της Πηγής, ονόματι Γεώργιος, είναι μάρτυρας σε νοταριακή πράξη. |
1347 μ.Χ. | Η Ελένη, κόρη του Ιωάννου Καντακουζηνού, παρουσιάζεται στο μέλλοντα σύζυγό της Ιωάννη Ε' Παλαιολόγο (1341 - 1391 μ.Χ.) ντυμένη με την επίσημη ενδυμασία της αυτοκράτειρας, μέσα στον ιερό χώρο της Πηγής. Σύμφωνά με παλαιό έθιμο η μέλλουσα αυτοκράτειρα όταν έφθανε στην Πόλη από τα μέρη της ξηράς έπρεπε να συναντηθεί με τον αυτοκράτορα στην Πηγή. |
1422 μ.Χ. | Κατα τη διάρκεια της πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως ο σουλτάνος Μουράτ Β' εγκαταστάθηκε μέσα στην εκκλησία. |
1547 μ.Χ. | Ο Pierre Gylles σημειώνει το 1547 μ.Χ. ότι η εκκλησία δεν υπάρχει πια, αλλά οι ασθενείς εξακολουθούν να επισκέπτονται την Πηγή. |
1727 μ.Χ. | Ο μητροπολίτης Δέρκων Νικόδημος έχτισε ναΐσκο και ανανέωσε τη λατρεία. Οι Αρμένιοι ζητούσαν συμμετοχή στο ιερό της Πηγής, αλλά η μεγάλη παράδοση και τα σουλτανικά φιρμάνια αναγνώριζαν την κυριότητα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. |
1825 μ.Χ. | Καταστροφή της πηγής από τους γενίτσαρους. |
1827 μ.Χ. | Ανεύρεση της Ιεράς εικόνας της Θεοτόκου εικονιζόμενη υπέρ της Ζωοδόχου Πηγής. |
1833 μ.Χ. | Ο πατριάρχης Κωνστάντιος Α' (1830 - 1834 μ.Χ.), με άδεια του σουλτάνου, έχτισε τη σημερινή εκκλησία, της οποίας τα εγκαίνια έγιναν το 1835 μ.Χ. Σήμερα, εκτός από τη μεγάλη εκκλησία, λατρευτικό κέντρο του μεγάλου κτιριακού συγκροτήματος αποτελεί ο υπόγειος ναός της Ζωοδόχου Πηγής, όπου η δεξαμένη με το αγίασμα και τα ψάρια. |
Σαράντα μέρες πολεμά ο Μωχαμέτ να πάρη
την Πόλη την μεγάλη.
Σαράντα μέρες έκαμεν ο 'γούμενος το ψάρι
στα χείλη του να βάλη.
Απ' τες σαράντα κι ύστερα, πεθύμησε να φάγη
τηγανισμένο ψάρι.
– Αν μας φυλάγ' η Παναγιά καθώς μας'ε φυλάγει,
την Πόλη ποιος θα πάρη;
Ρίχτει τα δίχτυα στον γιαλό, τρία ψαράκια πιάνει,
– Θεός να τα βλογήση!
Το λάδι βάλλει στην φωτιά μες στ' αργυρό τηγάνι,
για να τα τηγανίση.
Τα τηγανίζ' από την μια, και πά' να τα γυρίση
κι από το άλλο μέρος.
Ο παραγιός του βιαστικά πετά να του μιλήση,
και τάχασεν ο γέρος!
– Μην τηγανίζης, γέροντα, και μόσχισε το ψάρι
στην Πόλη την μεγάλη!
Την Πόλη την εξακουστή οι Τούρκοι έχουν πάρει,
μας κόβουν το κεφάλι!
– Στην Πόλη Τούρκου δεν πατούν κι Αγαρηνού ποδάρια!
Με φαίνεται σαν ψεύμα!
Μ' αν είν' αλήθεια το κακό, να σηκωθούν τα ψάρια
να πέσουν μες στο ρεύμα!
Ακόμ' ο λόγος βάσταγε, τα ψάρι' απ' το τηγάνι,
την μια μεριά ψημένα,
πηδήξανε κι επέσανε στης λίμνης την λεκάνη,
γερά, ζωντανεμένα.
Ακόμ' ώς τώρα πλέουνε, κόκκιν' από το μέρος,
όπου τα είχε ψήσει.
Φυλάγουν το Βυζάντιο ν' αναστηθή κι ο γέρος
να τ' αποτηγανίση.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος α'.
Ο ναός σου Θεοτόκε ανεδείχθη παράδεισος, ως ποταμούς αειζώους αναβλύζων ιάματα ώ προσερχόμενοι πιστώς, ως Ζωοδόχου εκ Πηγής, ρώσιν αντλούμεν, και ζωήν την αιώνιον, πρεσβεύεις γαρ συ τω εκ σου τεχθέντι, Σωτήρι Χριστώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. ἀ'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Η αναβλύζουσα Θειον ύδωρ αθάνατον, η προχέουσα ρείθρα ζωής αέναα· τοις προστρέχουσι πιστώς τη Ζωοδόχο σου Πηγή και ταύτα αρυoμένοι, βραβεύεις νυν τε παρθένε ρώσιν και θεραπείαν, και συμφορών απολύτρωσιν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ἐξ ἀκενώτου σου Πηγῆς Θεοχαρίτωτε, ἐπιβραβεύεις μοι πηγάζουσα τὰ νάματα, ἀενάως τῆς σῆς χάριτος ὑπὲρ λόγον· τὸν γὰρ Λόγον ὡς τεκοῦσα ὑπὲρ ἔννοιαν, ἱκετεύω σε δροσίζειν με σῇ χάριτι, ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε ὕδωρ σωτήριον.
Μεγαλυνάριον
Ύδωρ το ζωήρυτον της Πηγής, μάννα το προχέον, τον αθάνατον δροσισμόν το νέκταρ το Θείον την ξένην άμβροσίαν το μέλι το εκ πέτρας, πίστει τιμήσωμεν.
Πηγή: («Εκκλησιαστική Παρέμβαση»-Απρίλιος 2009), Αηδόνι
Μήνυμα ἐπί τῇ Ἀναστάσει τοῦ Κυρίου
Ἱ. Μ. Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
«Τάφος, θησαυρός ζωῆς καί Ἀναστάσεως»
Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Τήν προσωρινή κατά σάρκα ἐν Τάφῳ «δύση» τοῦ Νοητοῦ Ἡλίου, τό λυκόφως τοῦ σωτηριώδους διά Σταυροῦ Πάθους τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ ἡμῶν, καί τό σκότος τῆς φαινομενικῆς ἐπικρατήσεως τῆς ἀνθρωπίνης κακίας τῶν θεομάχων ἐχθρῶν τοῦ μόνου ἀληθοῦς Μεσσία Ἰησοῦ, ἤδη τό διαδέχεται ἡ λαμπρά Ἀνατολή τῆς ἐκ Τάφου Ἀναστάσεώς Του. Χριστός Ἀνέστη! «Ὤ, βάθος μή νοούμενον! Ὤ, ὕψος μή μετρούμενον! Ὤ, μυστηρίου φρικτοῦ, νοός δύναμιν ὑπερβαίνοντος!». Πόσο εἶναι ἐνθαρρυντικό τό μήνυμα καί ζωοποιό τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ὑπῆρξε πάντοτε ἡ μυστική πηγή ζωῆς ἑνός ἑκάστου Χριστιανοῦ, ἀλλά καί ἡ τελολογική ἀναφορά τῶν ἀγώνων ἐπιβιώσεως τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν Γένους σέ περιόδους σχεδόν παντελοῦς ἀδιεξόδου!
Ἡ πρό δύο χιλιετιῶν ἀνθρωπίνη ἀπιστία καί περιεκτική ἁμαρτία προέβαλλε ὡς προφάσεις στόν Ἐσταυρωμένο Νυμφίο τούς δικούς της ἀποδεικτικούς ὅρους: «Εἰ Βασιλεύς Ἰσραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπό τοῦ Σταυροῦ καί πιστεύσομεν ἐπ’ αὐτῷ» (Ματθ. 27, 42), ἀλλ’ Ἐκεῖνος παρέσχε τεκμήρια ἀκόμη μεγαλύτερα· ἐν πρώτοις τήν διασάλευση τῶν στοιχείων τῆς φύσεως, τά ὁποῖα ἐκήρυξαν τήν Θεότητά Του, ὅτι ὁ Πάσχων δέν εἶναι κτίσμα, «ὁμόδουλος» μέ αὐτά, ἀλλά ὁ Δεσπότης πάντων· «Ἐκηρύξαμεν τῷ πένθει τόν Δεσπότην. Οὐχ ὁμοδούλου Πάθος ἐθρηνήσαμεν, ἀλλά Δεσπότου ὕβριν ἐφρίξαμεν». Ἡ ἀνάσταση τῶν ἁγίων, πάλι, κατά τήν στιγμή τοῦ ἐθελουσίου θανάτου τοῦ Θεανθρώπου (Ματθ. 27, 52.53), κατά τήν ὁποίαν «καί τά μνημεῖα ἀνεῴχθησαν καί πολλά σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων ἠγέρθη, καί ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετά τήν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τήν ἁγίαν πόλιν καί ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς», παρέχει τήν μαρτυρία τῆς γενικῆς Ἀναστάσεως στό τέλος τῆς ἱστορίας, «ἵνα μάθωμεν ἡμεῖς ὅτι Χριστός ἀποθανών, μόνος οὐκ ἀνίσταται, ἀλλά πάντας τούς εἰς αὐτόν πιστεύοντας ἐκ νεκρῶν ἀνίστησιν».
Ἡ ἴδια ἡ φύλαξη τοῦ Παναγίου Τάφου Του ἀπό τήν ἐχθρική κουστωδία, ἀποδεικνύει ὅτι καί οἱ ἀρνητές Του γνώριζαν τήν θεότητά Του, ὅμως δέ Πρόνοια τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ μετέστρεψε τίς προφυλάξεις τους σε ἀποδείξεις τῆς Ἀναστάσεως: «Εἰ γάρ κοινός νεκρός ἦν καί ψιλός ἄνθρωπος ὁ Σταυρωθείς, ὦ Ἰουδαῖε, τί ξένα καί παράδοξα ποιεῖς πράγματα; Τί φοβεῖ καί τρέμεις καί φύλακας συνάγεις; ...”ἵνα μή κλέψωσιν αὐτόν οἱ μαθηταί αὐτοῦ καί εἴπωσιν ὅτι ἀνέστη”· συνέβη δέ τοὐναντίον· ἔλαβον γάρ στρατιώτας, “ἵνα μή ἀναστάντος αὐτοῦ λέγωσιν ὅτι ἔκλεψαν αὐτόν οἱ μαθηταί αὐτοῦ καί οὐκ ἀνέστη”· καί τά κατά τῆς Ἀναστάσεως σκευωρούμενα ὑπέρ τῆς Ἀναστάσεως γέγονε, καί τούς ἐπιβούλους αὐτούς μάρτυρας ἐποίησε τῆς Ἀναστάσεως ὁ Χριστός, ἵνα ἐκκόψῃ τήν ἀπολογίαν αὐτῶν τήν ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ». Τήν ἴδια ἀποδεικτική ἰσχύ ἔχει καί ἡ τριήμερος Ταφή τοῦ Χριστοῦ· στό ἐρώτημα γιατί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν ἔγινε ἀμέσως, ὁ χρυσόφθογγος ρήτωρ τῆς Ἐκκλησίας ἀπαντᾷ, ὅτι ἔτσι ἀποστομώθηκαν ὅσοι θά πρόβαλλαν νεκροφάνεια τοῦ Ἰησοῦ: «Ἵνα βραδύναντος τοῦ θανάτου καί διά τῆς βραδυτῆτος ἀναμφισβήτητος τῆς ἀναστάσεως ἡ ἀπόδειξις γένηται. Ὅπου γάρ καί νῦν μετά τοσαύτην ἀπόδειξίν εἰσιν ἄνθρωποι λέγοντες ὅτι δοκήσει (=φαινομενικῶς) ἔπαθεν, εἰ μή τοσαύτη γέγονε βραδυτής, τί οὐκ ἄν εἶπον ἐκεῖνοι;».
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἑορταζομένη διαρκῶς στόν ἑβδομαδιαῖο λειτουργικό κύκλο, κατά τίς Κυριακές, ἀποτελεῖ διαρκῆ ὑπόμνηση τῆς τελευταίας καί γενικῆς Ἀναστάσεως· «αὐτή ἐκείνη ἐκ περιτροπῆς ἡ καινή καί πρώτη ἁπασῶν ἡμέρα, ἥν ἡμεῖς μέν Κυριακήν καλοῦμεν, ὁ δέ Μωϋσῆς οὐ πρώτην, ἀλλά μίαν προσηγόρευσεν (Γέν. 1, 5), ὡς τῶν ἄλλων ὑπερεξῃρημένην, καί προοίμιον οὖσαν τῆς τοῦ μέλλοντος αἰῶνος μιᾶς καί ἀνεσπέρου ἡμέρας». Ἀποτελεῖ λοιπόν, ἡ Κυριακή ἡμέρα, ἀλλά κατ΄ ἐξοχήν ἡ Κυριακή τοῦ Πάσχα, ὑπόμνηση τοῦ πανευφροσύνου μέλλοντος αἰῶνος τῆς Ἀναστάσεως καί τῆς ἀφθαρσίας τῶν πιστῶν μέσα εἰς τό Φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος· αἰωνίου ζωῆς δεδωρημένης σέ μᾶς ἀπό τόν Θεό τόν Ἀναστάντα κατά σάρκα, διότι «αὐτός ὁ Κύριος ἀπαρχή τῆς τελείας καί μηκέτι θανάτῳ ὑποπιπτούσης ἀναστάσεως γέγονε», ἐπειδή εἴμαστε τῆς αὐτῆς μέ τόν Χριστό φύσεως· «ἐκ τοῦ ἡμετέρου φυράματος ὁ θεοδόχος ἄνθρωπος ἦν, ὁ διά τῆς ἀναστάσεως συνεπαρθείς τῇ θεότητι ... ἡ τοῦ μέρους ἀνάστασις ἐπί τό πᾶν διεξέρχεται, κατά τό συνεχές τε καί ἡνωμένον τῆς φύσεως ἐκ τοῦ μέρους ἐπί τό ὅλον συνεκδιδομένη».
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς παροτρύνουν νά ἀνακαλοῦμε συχνά «τό αἰώνιον βάρος δόξης» (Β΄Κορ. 4, 17) τῶν κλητῶν πιστῶν, ἐκείνων ὅσοι θά ἀξιωθοῦν σωτηρίας, ὅταν «οἱ δίκαιοι ἐκλάμψωσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ Βασιλείᾳ τοῦ Πατρός αὐτῶν» (Ματθ. 13, 43). Τό σῶμα τῶν σῳζομένων, Ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, θά ἔχει τίς ἰδιότητες τοῦ σώματος τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ: «Ἕξουσι δέ καί χάριτας οἱ ἀναστησόμενοι πρό τῆς τῶν ἀγαθῶν ἀπολαύσεως δίκαιοι, πέντε τινάς· λεπτότητα, ἐλαφρότητα, λαμπρότητα, γνῶσιν ἀδίδακτον καί διόρασιν ... τάς δέ μορφάς καί ἀναβολάς, θεοειδεῖς καί οὐράνιοι ἔσονται καί τό Χριστοῦ σχῆμα οἷον καί ἦθος, ἐν ἑαυτοῖς ἀκριβεστάτῃ μιμήσει ἀναφαίρετον ἔχοντες». Ἔχοντες λοιπόν τόσο ὑψηλό προορισμό ψυχῆς καί σώματος, «καθαρίσωμεν ἑαυτούς ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Β΄Κορ. 7, 1) καί ὄντες ἀπό καρδίας εὐγνώμονες πρός τόν Λυτρωτήν τοῦ ἀνθρωπίνου Γένους· «διά τοῦτο καί ἐτάφη τῆς ἀθανασίας ἡ πηγή, ἵνα τοῖς θνητοῖς ἀίδιον χαρίσηται ζωήν».
Μέ θερμότατες, ἐγκάρδιες εὐχές, γιά ζωή παντοτινά ἀναστημένη
ὁ Καθηγούμενος τοῦ Ἱ. Ἡσυχ. Παντοκράτορος,
† Ἀρχιμ. Κύριλλος
καί οἱ σύν ἐμοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος ανήκει στη χορεία των μεγαλομαρτύρων και είναι από τους λαοφιλεστέρους Αγίους της Εκκλησίας μας. Έζησε κατά τα τέλη του 3ου αιώνος μ.Χ. και τας αρχάς του 4ου επί της βασιλείας του Διοκλητιανού.
Η εποχή του υπήρξε εποχή σκληρών διωγμών και εξοντωτικών κατά της Χριστιανικής Πίστεως. Ο Γεώργιος είχε μεγάλο αξίωμα. Ήτο κόμης και διακρινόταν σ' όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για την γενναιότητά του και την ανδρεία του.
Παρ' όλη τη δόξα όμως και τις τιμές δεν αρνήθηκε να θυσιάση τα πάντα και να ομολογήση με παρρησία ενώπιον του αυτοκράτορος και πολλών αρχόντων την χριστιανική του πίστιν. Υπέμεινε βασανιστήρια πολλά και φρικτά που στο τέλος τον ανέδειξαν Μεγαλομάρτυρα.
Πολλά είναι τα θαύματα του Αγίου Γεωργίου. Όχι μόνον αυτά που αναφέρονται στο μικρό αυτό φυλλάδιο, αλλά και πολλά άλλα που πάντοτε και σήμερα εκτελεί σ' όσους προσφεύγουν με πίστι στις πρεσβείες του. Πολλοί ναοί τιμώνται επ' ονόματι του Αγίου Γεωργίου, δείγμα κι' αυτό της αγάπης του λαού προς τον Άγιον, και πολλοί φέρουν το όνομά του. Δείγμα τιμής από μέρους μας προς τον Άγιον, αγαπητέ αναγνώστα, είναι βέβαια και ο εορτασμός της μνήμης του και αι πανηγύρεις, αλλά πιο μεγάλο δείγμα τιμής είναι η μίμησις της αγίας ζωής του, γιατί «τιμή μάρτυρος» είναι η «μίμησις μάρτυρος». Μίμησις της ομολογίας, της μαρτυρικής, της αγίας ζωής του.
Ομολογητής ο κόμης Γεώργιος
Ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος γεννήθηκε στην Καππαδοκία από ευσεβείς γονείς, και έμεινε ορφανός από πατέρα σε ηλικίαν δέκα ετών. Η μητέρα του τον έφερε μαζί της στην Παλαιστίνη όπου ήταν η Πατρίδα της και είχε και τα κτήματά της. Ο Γεώργιος καίτοι νεαρός κατατάχθηκε στο στρατό, όπου μάλιστα προήχθη σε μεγάλα αξιώματα, ώστε να παίρνη μέρος και στις συνελεύσεις των ανωτάτων αξιωματούχων του Κράτους. Ο Διοκλητιανός τον εκτιμούσε πολύ.
Από την εποχή του αυτοκράτορος Δεκίου μέχρι την εποχή που ανέλαβε τον θρόνον ο Διοκλητιανός, το 284 μ. Χ., η Χριστιανική Εκκλησία επειδή είχεν ειρήνη αυξήθηκε πάρα πολύ. Οι Χριστιανοί είχαν πάρει πολλές δημόσιες θέσεις, είχαν κτίσει πολλούς και μεγάλους ναούς, είχαν κτίσει σχολεία και είχαν οργανώσει και την διοίκηση και την διαχείρισι των εκκλησιών και της Φιλανθρωπίας.
Ο Διοκλητιανός όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του εργάσθηκε στην αρχή για την οργάνωσι του αχανούς Κράτους του. Προσέλαβε στρατηγούς ως βοηθούς του και τους ωνόμασε αυτοκράτορας και Καίσαρας και αφού επέτυχε να υποτάξη τους εχθρούς του Κράτους του, και να σταθεροποιήση τα σύνορά του, στράφηκε στα εσωτερικά ζητήματα. Δυστυχώς στράφηκε εναντίον της Χριστιανικής θρησκείας για ν' ανορθώση την ειδωλολατρίαν και θεοποιήση την ιδέα του αυτοκράτορος. Γι΄ αυτό λοιπόν τον λόγον εκάλεσε τους βοηθούς του Καίσαρα το 303 μ. Χ. και τους στρατηγούς στην πρωτεύουσα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους σε τρεις γενικές συγκεντρώσεις. Μεταξύ τους βρισκόταν και ο Γεώργιος που διακρίθηκε πολλές φορές στους πολέμους.
Συγκεντρώθηκαν λοιπόν όλοι, για να πάρουν αποφάσεις για την εξόντωσι και τον αφανισμό της χριστιανικής πίστεως. Πρώτος εμίλησε ο Διοκλητιανός και επέβαλε σ' όλους ν' αναλάβουν τον εξοντωτικό αγώνα εναντίον του Χριστιανισμού. Όλοι υποσχέθηκαν ότι θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια, για να εξαλείψουν την Χριστιανική θρησκεία από το Ρωμαϊκό Κράτος. Τότε ο γενναίος Γεώργιος στάθηκε στον μέσον του συνεδρίου και είπε: Γιατί, βασιλεύ και άρχοντες, θέλετε να χύσετε αίμα δίκαιον και άγιον και να εξαναγκάσετε τους χριστιανούς να προσκυνούν και να λατρεύουν τα είδωλα; Και διεκήρυξε την αλήθεια της Χριστιανικής θρησκείας και την Θεότητα του Χριστού.
Μόλις ετελείωσε, συγχύσθηκαν όλοι με την ομολογία του αυτή, και προσπάθησαν να τον πείσουν να μετανοήση για όσα είπε για να καταπραϋνθή και ο Διοκλητιανός. Αλλά ο Γεώργιος ήταν σταθερός και με θάρρος διεκήρυττε την χριστιανικήν πίστιν του.
Στη φυλακή. Βασανιστήρια
Ωργισμένος ο Διοκλητιανός διέταξε να τον κλείσουν στην φυλακή και να του περισφίξουν τα πόδια του στο ξύλο και πάνω στο στήθος του να του βάλουν μεγάλη και βαρειά πέτρα, αφού τον ξαπλώσουν ανάσκελα.
Το άλλο πρωί ο Διοκλητιανός διέταξε να του παρουσιάσουν τον Γεώργιον, για να τον ανακρίνη. Και πάλιν ο Γεώργιος έμεινε ακλόνητος στην ομολογία του, και παρ' όλες τις κολακείες και τις υποσχέσεις που του έδωσε ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, διεκήρυττε την πίστι του και μιλούσε για τους ουράνιους θησαυρούς. Τότε, αφού ωργίσθηκε ο Διοκλητιανός, διέταξε τους δημίους να δέσουν τον Άγιον σ' ένα μεγάλον τροχόν για να κομματιασθή το σώμα του. Μάλιστα ειρωνεύθηκε την ανδρεία του Αγ. και τον κάλεσε να προσκυνήση τα είδωλα. Ο Άγιος Γεώργιος ευχαρίστησε τον Θεόν που τον αξίωνε να δοκιμασθή και δέχθηκε με ευχαρίστησι να υποστή το φοβερό αυτό μαρτύριο, με το οποίον θα κομματιαζόταν σε μικρά και λεπτά κομμάτια ολόκληρο το σώμα του, επειδή γύρω - γύρω από τον τροχόν υπήρχαν μπηγμένα κοφτερά σίδερα, που έμοιαζαν με μαχαίρια. Πράγματι μόλις ο τροχός κινήθηκε, τα κοφτερά σίδερα άρχισαν να κόβουν το σώμα του. Τότε ακούσθηκε μια φωνή από τον ουρανόν που έλεγε: «Μη φοβάσαι Γεώργιε, γιατί εγώ είμαι μαζί σου» και αμέσως ένας άγγελος ελευθέρωσε τον άγιον, αφού τον έλυσε από τον τροχόν και θεράπευσε όλο το καταπληγωμένο σώμα του.
Ο Γεώργιος αφού απέκτησε το θαυμάσιο παράστημά του και με αγγελικήν όψι παρουσιάστηκε στο Διοκλητιανό που με άλλους είχε πάει να κάνη θυσία. Μόλις τον είδαν, έμειναν όλοι έκθαμβοι και απορημένοι. Μάλιστα μερικοί ισχυρίζοντο ότι είναι κάποιος που του μοιάζει, και άλλοι ότι είναι φάντασμα. Όπως εσχολίαζαν το γεγονός εμφανίσθηκαν μπροστά στο βασιλιά δύο από τους αξιωματικούς του, ο Πρωτολεών και ο Ανατόλιος με χίλιους στρατιώτες και ωμολόγησαν την πίστι τους στον Χριστό. Ο Διοκλητιανός θύμωσε τόσο που έγινε έξαλλος και διέταξε να τους σκοτώσουν, πράγμα που έγινε.
Έπειτα διέταξε να γεμίσουν αμέσως ένα λάκκον με ασβέστη και νερό και να ρίξουν μέσα τον Γεώργιον και να τον αφήσουν τρεις ημέρες και τρεις νύκτες, έτσι που να διαλυθούν και αυτά τα κόκκαλά του.
Οι δήμιοι πράγματι έρριξαν τον Άγιο στο ζεματιστό ασβέστη και έκλεισαν και το στόμιο του λάκκου. Ύστερα από τρεις ημέρες ο Διοκλητιανός έστειλε στρατιώτες ν' ανοίξουν τον λάκκο, οπότε βρήκαν τον Άγιον Γεώργιον όρθιον μέσα στον ασβέστη και προσευχόταν. Το γεγονός εντυπωσίασε και προκάλεσε θαυμασμό και ενθουσιασμό στο λαό που εφώναζε ότι «ο Θεός του Γεωργίου είναι Μεγάλος». Και ο Διοκλητιανός ζήτησε εξηγήσεις από τον Γεώργιον, πού έμαθε τις μαντικές τέχνες και πώς τις χρησιμοποιεί. Ο Γεώργιος τότε του απάντησε ότι ήταν τα γεγονότα αποτελέσματα της Θείας Χάριτος και Δυνάμεως και όχι έργα μαγείας και γοητείας.
Ο Διοκλητιανός ωργισμένος διέταξε να του φορέσουν πυρακτωμένα παπούτσια με σιδερένια καρφιά και να τον εξαναγκάζουν να περιπατή. Και ο άγιος προσευχόταν και περιπατούσε χωρίς να πάθη τίποτα. Πάλιν διέταξε να τον φυλακίσουν και σκέφθηκε να συγκαλέση τους άρχοντες, για να συσκεφθούν τι έπρεπε να κάμουν στον Γεώργιον. Και αφού τον έδειραν τόσον πολύ με μαστίγια και κατεπλήγωσαν ολόκληρο το σώμα του αγίου, τον παρουσίασαν στον Διοκλητιανό, ο οποίος έμεινε έκπληκτος βλέποντας τον Γεώργιον να λάμπη σαν Άγγελος. Σκέφθηκε λοιπόν, ότι αυτό το φαινόμενο γίνεται με τις μαγείες. Γι' αυτό κάλεσε τον μάγον Αθανάσιον, για να λύση τα μάγια του Γεωργίου.
Μένει αβλαβής απ' το δηλητήριον
Ήλθε πράγματι ο μάγος Αθανάσιος και κρατούσε στα χέρια του δυο πήλινα αγγεία, στα οποία υπήρχε δηλητήριον. Μάλιστα στο πρώτον υπήρχε το δηλητήριον που αν το έπινε κανείς θα τρελαινόταν και στο δεύτερο, τέτοιο, ώστε πίνοντάς το να πεθάνη.
Πράγματι ωδήγησαν τον άγιο στο Διοκλητιανό και στον μάγο Αθανάσιον. Ο βασιλεύς διέταξε να του δώσουν να πιη το πρώτον δηλητήριον. Και ο άγιος χωρίς δισταγμό ήπιε το δηλητήριον του πρώτου δοχείου αφού προηγουμένως προσευχήθηκε λέγοντας «Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ο ειπών καν θανάσιμόν τε πίωσιν ου μη αυτούς βλάψη θαυμάστωσον νυν τα ελέη σου». Και δεν έπαθε τίποτα απολύτως.
Μόλις είδαν ότι δεν έπαθε τίποτα, ο βασιλεύς διέταξε να του δώση ο μάγος και το δεύτερον το θανάσιμον. Το ήπιε και αυτό χωρίς να πάθη το παραμικρό. Τότε όλοι έμειναν έκπληκτοι μόλις είδαν το θαύμα αυτό. Ο Διοκλητιανός εξακολουθούσε να επιμένη ότι για να μην πεθάνη ο Γεώργιος είχε δικά του μάγια. Ο μάγος Αθανάσιος που ήξερε πόσο δραστικά ήταν τα δηλητήρια που έδωσε στον Άγιο Γεώργιο αφού εγονάτισε μπροστά στον μάρτυρα ωμολόγησε την Πίστιν του στον Αληθινόν Θεόν. Τότε ο Διοκλητιανός διέταξε και εφόνευσαν τον Αθανάσιον αμέσως. Εκείνη την στιγμή έφθασε και η γυναίκα του Διοκλητιανού Αλεξάνδρα, η οποία ωμολόγησε την πίστιν της στον Αληθινόν Θεόν. Και ο σκληρός και άκαρδος Διοκλητιανός διέταξε να την φυλακίσουν και την επομένην να της κόψουν το κεφάλι. Η Αλεξάνδρα ενώ προσευχόταν στην φυλακή παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού.
Μαρτυρικόν τέλος του Μεγαλομάρτυρος
Ο άγιος Γεώργιος κλείσθηκε στην φυλακή και την νύκτα είδε στο όνειρό του τον Χριστόν, ο οποίος του ανήγγειλε ότι θα πάρη τον στέφανον του μαρτυρίου και θα αξιωθή της αιωνίου ζωής. Σαν εξημέρωσε διατάχθηκαν οι στρατιώτες να παρουσιάσουν μπροστά του τον άγιον. Πράγματι ο Άγιος Γεώργιος εβάδιζε γεμάτος χαρά προς τον βασιλέα, επειδή προγνώριζε ότι έφθασε το τέλος του. Μόλις λοιπόν τον αντίκρυσε ο Διοκλητιανός του πρότεινε να πάνε στο ναό του Απόλλωνος για να θυσιάση στο είδωλόν του. Αφού μπήκε ο Γεώργιος στο ναό εσήκωσε το χέρι του και αφού έκανε το σημείο του σταυρού διέταξε το είδωλον να πέση. Αμέσως το είδωλον έπεσε και κομματιάσθηκε.
Ο ιερέας των ειδώλων και ο λαός τόσον πολύ εθύμωσαν που φώναζαν στον Βασιλέα να θανατώση τον Γεώργιον. Ο Διοκλητιανός εξέδωκε τότε διαταγήν, και ο δήμιος του απέκοψε την κεφαλήν.
Τα θαύματα του Αγίου μετά το μαρτύριον
1) Το θαύμα της μεταφοράς της κολώνας
Μια γυναίκα αγόρασε μια κολώνα και δεν μπορούσε να τη στείλη στην Ρώμη που κτιζόταν εκεί μια εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Είδε λοιπόν στο όνειρό της τον Άγιον ο οποίος μαζί της εσήκωσε την κολώνα και την έρριξαν στη θάλασσα. Η κολώνα βρέθηκε στη Ρώμη με μια επιγραφή, να τεθή στο δεξί μέρος της εκκλησίας.
2) Σωτηρία του αιχμαλώτου στρατιώτου
Στην Παφλαγονίαν του Πόντου τιμούσαν πολύ τον Άγιον και μάλιστα είχαν κτισθή προς τιμήν του πολλοί ναοί. Όλοι ετιμούσαν τον Άγιον τόσο ώστε κάθε οικογένεια να ονομάζη ένα από τα άρρενα παιδιά της Γεώργιον. Αυτό συνέβη και σε μια καλή και ευσεβή οικογένειαν. Εμεγάλωσε το παιδί της το οποίον ήταν φρόνιμο, ηθικό, συνετό και σε ηλικία είκοσι χρονών το κάλεσαν στον στρατόν. Στις μάχες που έγιναν εναντίον των βαρβάρων πολλοί χριστιανοί έπεσαν σε ενέδρα των βαρβάρων, μεταξύ των οποίων και ο νεαρός Γεώργιος, και άλλους κατέσφαξαν, άλλους εκράτησαν ως υπηρέτας και άλλους επώλησαν ως δούλους. Ο Γεώργιος έγινε υπηρέτης κάποιου αξιωματικού, ο οποίος τον εξετίμησε πολύ.
Οι γονείς του Γεωργίου για ένα ολόκληρο χρόνο επενθούσαν και έκλαιγαν απαρηγόρητοι για το χαμένο τους παιδί. Καθημερινά επήγαιναν στην εκκλησίαν και γονατιστοί παρακαλούσαν με θερμή πίστι τον θεόν να τους φανερώση τι απέγινε ο αγαπημένος τους υιός.
Και ο Γεώργιος από την εξορίαν του προσευχόταν στον Θεό να τον απαλλάξη από την σκλαβιά και να τον αξιώση να συναντηθή με τους αγαπημένους του γονείς. Επέρασε λοιπόν ένας χρόνος από τότε που εξαφανίσθηκε. Έφθασε μάλιστα και η γιορτή του Αγ. Γεωργίου, και οι γονείς που πάντα είχαν την ελπίδα ότι ο υιός τους ζη εκάλεσαν τους συγγενείς τους για δείπνον.
Ο αξιωματικός αφέντης του Γεωργίου εζήτησε πριν από τον δείπνον να του πλύνη τα πόδια και γι' αυτό ο Γεώργιος εζέσταινε νερό. Ολόκληρη την ημέρα ο Γεώργιος έκλαιγε και παρακαλούσε τον Άγ. Γεώργιον που γιόρταζε, να τον ελευθερώση και να τον οδηγήση κοντά στους γονείς του. Μόλις το νερό έβρασε και το έβαλε στην στάμνα και το ετοίμασε για τον κύριόν του, εμφανίσθηκε μπροστά του ο Άγ. Γεώργιος έφιππος σ' ένα άσπρο άλογο και ανέβασε τον νέον στο άλογο και αμέσως τον έφερε στο σπίτι του την ώρα που ευρίσκοντο όλοι οι καλεσμένοι στο τραπέζει. Έμειναν όλοι έκθαμβοι και όταν συνήλθαν ερωτούσαν τον Γεώργιον να τους πη πως βρέθηκε εκεί. Και εκείνος τους αφηγήθηκε το θαύμα με κάθε λεπτομέρεια. Και όλοι γεμάτοι χαρά, εδόξαζαν τον Θεόν και τον Μεγαλομάρτυρα Γεώργιον.
Υπάρχει και Βυζαντινή παράστασις του θαύματος αυτού, που έχει τον Άγιον στο άλογο και ένα νέον που κρατά την αργυράν στάμναν.
3) Το θαύμα της επιστροφής του υιού της χήρας
Ένα παρόμοιον θαύμα με το προηγούμενον είναι και αυτό με τον υιόν της χήρας.
Εις την Μυτιλήνην ήλθαν πειρατές από την Κρήτην για να κλέψουν, λεηλατήσουν και αιχμαλωτίσουν όσον το δυνατόν περισσότερους ημπορούσαν. Εσκέφθησαν να κάνουν την επιδρομή τους την ημέρα της γιορτής του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου που όλοι θα ευρίσκονταν στην εκκλησία συγκεντρωμένοι. Πράγματι οι κουρσάροι έκαναν την επίθεσίν τους και μεταξύ των αιχμαλωτισθέντων ήταν και ένας ωραιότατος νέος, ο υιός μιας πλουσίας χήρας.
Οι κουρσάροι τον εχάρισαν στον Αμμούν της Κρήτης ο οποίος τον έβαλε υπηρέτην της τραπέζης του.
Η μάνα του από τη στιγμή που χάθηκε ο γυιός της έκλαιγε και παρακαλούσε τον Θεόν και τον Άγ. Γεώργιον να της φανερώση το χαμένο της παιδί. Ο μεγαλομάρτυς Γεώργιος δεν εβράδυνε να εκπληρώση τον πόθον της πονεμένης εκείνης μάνας. Και ενώ ετοιμαζόταν ο νέος να προσφέρη στον Αμιράν κρασί, τον άρπαξε ο Άγ. Γεώργιος και τον μετέφερε στην μάνα του. Και οι δύο δεν επίστευαν στα μάτια τους για το συμβάν και όταν συνήλθαν εδόξαζαν τον Θεόν και τον Άγιον για τον παράξενον τρόπον της απελευθερώσεως.
4) Το θαύμα της ευεργεσίας του Αγίου προς το ευσεβές παιδί και η τιμωρία των ασεβών
Στην Παφλαγονία υπήρχε ένας μεγάλος Ναός προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου, και στην πλατεία του ναού τα παιδιά έπαιζαν διάφορα παιγνίδια. Ένα από τα παιδιά αυτά δεν μπορούσε να νικήση σε κανένα από τα πολλά αγωνίσματα γι' αυτό το ειρωνεύονταν και το περιγελούσαν. Τότε στράφηκε προς την εικόνα του Αγίου Γεωργίου και τον παρεκάλεσε να τον βοηθήση να νικήση και υποσχέθηκε ότι θα του πρόσφερε ένα σφουγγάτον, δηλαδή φαγητό από αυγά τηγανισμένα με κρεμμύδια και μυρωδικά.
Μόλις έκανε το τάξιμο άρχισε να παλαίη με άλλα παιδιά τα οποία και ενίκησε. Αμέσως επήγε στο σπίτι του μόνος του έφτειαξε το σφουγγάτον και το έβαλε μπροστά στην εικόνα του Αγίου. Ύστερα από λίγη ώρα έφθασαν εκεί τρεις νέοι για να προσκυνήσουν και μόλις είδαν το σφουγγάτον σκέφθηκαν να το φάνε. Και είπαν μεταξύ τους: «Ο Άγιος τί τα θέλει αυτά; Μήπως πρόκειται να τα φάη;». Εκάθισαν λοιπόν και έφαγαν το σφουγγάτον στα σκαλοπάτια της εκκλησίας. Όταν θέλησαν να φύγουν δεν ημπορούσαν να σηκωθούν, διότι είχαν κολλήσει στα μαρμάρινα σκαλοπάτια. Έκαμαν τότε φτηνά τάματα στον Άγιον για να ξεκολλήσουν αλλά τίποτα. Όταν έκαμαν ακριβό τάμα, ήτοι να δώση ο καθένας από ένα φλωρί, τότε μόνο μπόρεσαν να ξεκολλήσουν και ν' απελευθερωθούν. Μόλις λοιπόν βγήκαν από την εκκλησία και πήραν θάρρος, είπαν προς τον Άγιον: «Άγιε Γεώργιε, τα σφουγγάτα σου τα πωλείς ακριβά και γι' αυτό και εμείς τίποτα πια δεν θα αγοράσουμε από σένα».
5) Θαύμα του Μεγαλομάρτυρος στον Σαρακηνόν
Κάποιος Σαρακηνός ταξειδιώτης, (ανεψιός του βασιλιά της Συρίας), σαν είδε την θαυμάσια εκκλησία του Αγ. Γεωργίου διέταξε τους υπηρέτες του να μεταφέρουν τις αποσκευές τους και να τις βάλουν στο νάρθηκα της εκκλησίας επειδή θα διέμεναν εκεί για να ξεκουραστούν και ύστερα θα συνέχιζαν το δρόμο τους. Όμως απήτησε να βάλουν και τας δώδεκα καμήλους μέσα στην εκκλησία. Οι ιερείς της εκκλησίας τον παρεκάλεσαν να μη βεβηλώση την εκκλησία τους. Αλλ' αυτός επέμενε και ανέβηκε σ' ένα ψηλό σημείο του ναού για να τις βλέπη και να τις παρακολουθή. Όταν τις ωδήγησαν λοιπόν στην εκκλησία αμέσως απέθαναν όλες. Και τότε το θαύμα διαδόθηκε και αποδόθηκε στον Άγιον Γεώργιον. Και ο Σαρακηνός εντυπωσιάσθηκε και ζήτησε να τις βγάλουν έξω και να τις θάψουν. Έμεινε στην εκκλησία μέχρι που ήλθε το πρωί ο ιερεύς για να λειτουργήση. Παρακολούθησε τότε ο Σαρακηνός τις κινήσεις του ιερέα και κατά την ώρα της μετουσιώσεως των Τιμίων Δώρων, είδεν, ότι ο ιερεύς αφού επήρε στα χέρια του ένα μικρό παιδί το έσφαξε, και το αίμα του χύθηκε στο άγιο Ποτήριον, και το σώμα του αφού το έκοψε σε μικρά τεμάχια το έβαλε στον ιερό δίσκο. Όταν ετελείωσε το Κοινωνικόν και είδε ο Σαρακηνός τον ιερέα να μεταδίδη στο λαό τις σάρκες και το αίμα του παιδιού, εθύμωσε πολύ. Ύστερα από αυτήν την οπτασία ο Σαρακηνός εζήτησε να μάθη λεπτομέρειες και να πάρη εξηγήσεις για τα όσα συνέβηκαν. Και ο ιερέας του εξήγησε σχετικά με την θείαν Ευχαριστίαν και ακόμη του είπε, ότι αξιώθηκε να δη ένα όραμα που μόνον οι Μεγάλοι Πατέρες είδαν. Εγώ, του λέει ο ιερέας, δεν αξιώθηκα ποτέ να δω το φρικτό αυτό Μυστήριον και βλέπω μόνον άρτον και οίνον. Εξήγησε κατόπιν στον άρχοντα Σαρακηνόν το θαυμαστό Μυστήριον. Τότε ο Σαρακηνός θέλησε να βαπτισθή, γιατί πλέον είχε πιστέψει ότι η χριστιανική πίστις ήταν η πιο σωστή και αληθινή. Ο ιερέας τότε του είπε να πάη στα Ιεροσόλυμα να βαπτισθή, γιατί όταν θα το επληροφορείτο ο θείος του Σαρακηνού, που ήταν βασιλιάς της Συρίας, θα τον εσκότωνε, θ' άρχιζε φοβερό διωγμό εναντίον των Χριστιανών και θα κατέστρεφε και όλες τις εκκλησίες. Έτσι λοιπόν ο Σαρακηνός επήγε στην Ιερουσαλήμ όπου υπήρχε άλλος ηγεμόνας και εβαπτίσθη από τον Πατριάρχην. Ύστερα μάλιστα από λίγες ημέρες συμβουλεύθηκε τον Πατριάρχη τι έπρεπε να κάνη για να σωθή. Τότε ο Πατριάρχης τον συνεβούλεψε να γίνη Μοναχός στο όρος Σινά. Πράγματι επήγε στο Σινά και έγινε Μοναχός.
Υστερα από τρία χρόνια επήρε άδεια από τον Ηγούμενόν του και έφυγε για να συναντήση τον ιερέα του Αγ. Γεωργίου που τον είχε συμβουλεύσει να βαπτισθή. Όταν έφθασε εκεί, ο ιερέας δεν τον ανεγνώρισεν. Αφού του απεκάλυψε ποίος ήταν του εξέφρασε την επιθυμίαν και τον πόθον να ιδή τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Ο ιερέας τότε εδόξασε τον Θεόν και του είπε: «Πήγαινε τέκνον μου στο θείο σου Αμιράν και ωμολόγησε την πίστιν σου τόσον σ' αυτόν όσον και σ' όλους τους Σαρακηνούς». O Μοναχός όταν άκουσε τα λόγια του θεοσεβούς ιερέως εσυγκινήθη και εξεκίνησε αμέσως να πάη στην πόλιν, όπου ο θείος του ήταν Άρχοντας. Όταν έφθασε λοιπόν εκεί περίμενε να νυκτώση και ανέβηκε στον μιναρέ του τζαμιού και άρχισε να φωνάζει: «Τρέξετε εδώ, Σαρακηνοί, διότι έχω να σας πω ένα λόγο». Τότε οι Σαρακηνοί έτρεξαν με λαμπάδες και όταν είδαν τον Μοναχόν ερώτησαν τι είχε να τους πη. Ο Μοναχός τους είπε: «Με ερωτάτε τι έχω να σας πω; Λοιπόν σας ερωτώ: Πού είναι ο ανεψιός του Αμιρά που έφυγε κρυφά;» Εκείνοι του απήντησαν: «Αν μας πης που ευρίσκεται θα σου δώσουμε όσα λεπτά θέλεις». Ο Μοναχός τους είπε: «Οδηγήστε με στον Αμιράν για να σας το πω».
Αφού άρπαξαν λοιπόν τον Μοναχόν με μεγάλη χαρά τον ωδήγησαν στον Αμιράν λέγοντες: «Αυτός ο Μοναχός γνωρίζει που είναι ο ανεψιός σου». Ο Αμιράς τότε ρώτησε αν στα αλήθεια ξέρη που ευρίσκεται. Και εκείνος του απεκρίθη: «Ναι, τον ξέρω. Εγώ ο ίδιος είμαι. Όμως τώρα είμαι Χριστιανός και πιστεύω στον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγ. Πνεύμα, την μία Θεότητα και ομολογώ ότι ο Υιός του Θεού εσαρκώθη εκ της Αειπαρθένου Μαρίας και έκαμε στο κόσμο μεγάλα και θαυμάσια και εσταυρώθη και τη Τρίτη ημέρα ανέστη και ανελήφθη στους ουρανούς και εκάθησε εν δεξιά του Θεού και Πατρός και μέλλει να έλθη να κρίνη ζώντας και νεκρούς». Μόλις ήκουσε αυτό ο θείος του ο Αμιράς εξεπλάγη και του είπε: «Τι έπαθες ταλαίπωρέ μου να αφήσης το σπίτι σου, τα πλούτη σου, την δόξαν σου και να περπατής έτσι περιφρονημένος σαν ζητιάνος; Επίστρεψε λοιπόν στη θρησκεία σου και παραδέξου ως προφήτην σου τον Μωάμεθ για να γυρίσης πάλιν στην πρώτην σου κατάστασι». Ο Μοναχός τότε του είπε: «Όσα καλά είχα όταν ήμουν Σαρακηνός, ήταν μερίδα του διαβόλου. Αυτό το τρίχινον ένδυμα που φορώ τώρα είναι τα καύχημα και ο πλούτος μου και κυρίως ο αρραβών της δόξης που πρόκειται ν' απολαύσω για την αληθινήν πίστιν του Χριστού μου. Τον Μωάμεθ που σας επλάνεψε, καθώς και την θρησκείαν του, αναθεματίζω και αποστρέφομαι εντελώς».
Όταν ήκουσε αυτά ο Αμιράς είπε προς τους παρευρισκομένους Σαρακηνούς ότι ο ανεψιός του έχασε τα λογικά του και να τον διώξουν. Αυτό βέβαια το έκανε για να τον γλυτώση από το νόμο που προέβλεπε για τους υβριστές της θρησκείας θανατική ποινή. Εκείνοι μόλις ήκουσαν τον Αμιράν είπαν: «Αφήνεις ελεύθερον αυτόν που ύβρισε τον προφήτην και την θρησκείαν μας; Ας αρνηθούμε και εμείς λοιπόν την θρησκείαν μας και ας γίνωμε Χριστιανοί». Ο Αμιράς επειδή εφοβήθη τον όχλον μήπως εξαγριωθή περισσότερον, έδωκε την άδεια να τον κάνουν ό,τι θέλουν. Εκείνοι τον άρπαξαν ενώ έτριζαν τα δόντια τους με λύσσα και αφού τον ωδήγησαν έξω από την πόλιν, τον ελιθοβόλησαν ενώ εκείνος προσευχόταν και ευχαριστούσε τον Θεόν, γιατί τον ηξίωνε να μαρτυρήση για το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αυτό ήταν το τέλος του θαρραλέου ομολογητού Μοναχού ο οποίος εστεφανώθη με τον στέφανον του Μαρτυρίου.
Κάθε νύκτα πάνω από τον σωρό των πετρών φαινόταν ένα άστρον λαμπρόν και εφώτιζε τον τόπον εκείνον. Οι Σαρακηνοί μάλιστα εθαύμαζαν για το γεγονός. Ύστερα από αρκετό καιρό ο Αμιράς έδωκε άδεια στους Χριστιανούς να βγάλουν το άγιο λείψανον του Μάρτυρος από τις πέτρες για να το ενταφιάσουν. Όταν λοιπόν εσήκωσαν τις πέτρες βρήκαν το λείψανον σώον και αβλαβές και ανέδιδε ευωδίαν. Αφού το προσκύνησαν με ευλάβεια το ενεταφίασαν με ύμνους και ψαλμωδίες δοξάζοντες τον Κύριον.
6) Το θαύμα του δράκοντος
Στην Ανατολική επαρχία της Ατταλείας και στην πόλι Αλαγία εβασίλευε κάποιος Σέλβιος που ήταν πολύ χριστιανομάχος. Είχε βασανίσει πολλούς χριστιανούς για ν' αρνηθούν την πίστι τους και έπειτα τους εφόνευε.
Κοντά στην πόλι υπήρχε ένας δράκοντας φοβερός που καθημερινά άρπαζε ανθρώπους ή ζώα και τα κατέτρωγε. Οι κάτοικοι είχαν πανικοβληθή και απέφευγαν να περνούν απ' εκεί. Κάποτε ο βασιλιάς συνεκέντρωσε τον στρατό του και πήγαν για να σκοτώσουν το άγριο θηρίο. Όμως τίποτα δεν επέτυχαν και επέστρεψαν άπρακτοι.
Όταν είδαν οι κάτοικοι ότι ο βασιλιάς απέτυχε να σκοτώση τον δράκοντα, πήγαν να τον ερωτήσουν γιατί δεν μπόρεσε να βρη τρόπους να εξοντώση το φοβερό θηρίον. Τότε ο βασιλιάς ύστερα από συμβουλήν που του έδωσαν οι ιερείς των ειδώλων, είπε προς το πλήθος: «Γνωρίζετε ότι επιχειρήσαμε αρκετές φορές να φονεύσωμε το θηρίον και δεν το κατορθώσαμε, γιατί έτσι ήταν το θέλημα των θεών. Τώρα λοιπόν κατά την εντολή τους θα πρέπει ο καθένας μας να στέλνη το παιδί του για να το τρώγη ο δράκοντας. Ακόμα και εγώ θα στείλω την μοναδική μου κόρη, όταν θα έλθη η σειρά της». Έτσι λοιπόν ο λαός υπήκουσε στη διαταγή του βασιλιά γιατί δεν ημπορούσε να κάνη και διαφορετικά. Έστελναν λοιπόν τα παιδιά τους με δάκρυα και με θρήνους για να καταβροχθίζωνται από το θηρίον.
Όταν ήλθε και η σειρά της κόρης του βασιλιά ξετυλίχθηκαν τραγικές σκηνές. Ο βασιλιάς κτυπούσε το στήθος του, το πρόσωπόν του, τραβούσε τα γένεια του και με λυγμούς έλεγε: «Αλλοίμονον σε μένα τον ταλαίπωρον! Τι να πρωτοκλάψω γλυκύτατόν μου παιδί; Τον χωρισμόν μας ή τον ξαφνικόν σου θάνατον που πρόκειται να ίδω σε λίγο; Τι να πρωτοθρηνήσω, αγαπημένο μου παιδί, το κάλλος σου ή τον τρόμον που σε λίγο θα νοιώσης καθώς θα σε κατασπαράζη το άγριο θηρίο; Αλλοίμονον, κόρη μου, που έλαμπες σαν πολύφωτη λαμπάδα στο παλάτι μου και επερίμενα την ώραν που θα εώρταζα τους χαρούμενους γάμους σου. Πού θα βρω πια παρηγοριά και πώς θα ζήσω μακρυά σου; Τι τη θέλω την ζωή και τα παλάτια χωρίς εσένα;» Αυτά έλεγε ο απαρηγόρητος βασιλιάς. Έπειτα γύρισε προς το πλήθος και είπε: «Αγαπητοί μου φίλοι και άρχοντες, σας ζητώ να με ελεήσετε και να με συμπονέσετε. Σας προσφέρω πλούτη όσα θέλετε, και ακόμη την βασιλείαν μου, αλλά να μου κάνετε μίαν χάρι. Να μου χαρίσετε το αγαπημένο και μονάκριβο παιδί, αλλοιώς αφήστε με κι εμένα να πάω μαζί της». Κανένας όμως δεν συγκινήθηκε από τα λόγια του βασιλιά γιατί αυτός ήταν που εξέδωσε διαταγή, για να βρίσκουν τα παιδιά τους τέτοιο οικτρό τέλος. Έτσι με μια φωνή όλοι του είπαν ότι έπρεπε να εφαρμοσθή και στο παιδί του η διαταγή του.
Μη μπορώντας να κάνη διαφορετικά ο βασιλιάς την συνώδευσε μέχρι την πύλη της πόλεως. Αφού την αγκάλιασε και την κατεφίλησε κλαίοντας την παρέδωσε στους ανθρώπους για να την οδηγήσουν κοντά στην λίμνη. Πράγματι οι άνθρωποι την άφησαν εκεί και έφυγαν. Ο λαός έβλεπε μέσα από τα τείχη την κόρη που καθόταν κοντά στη λίμνη και επερίμενε να έλθη το θηρίον για να την κατασπαράξη.
Εκείνον τον καιρό ο Μέγας Γεώργιος, που δεν είχε ακόμη ομολογήσει την Χριστιανικήν του πίστιν, ήτο κόμης και αρχηγός στρατιωτικής μονάδος στο στράτευμα του Διοκλητιανού. Επέστρεφε μάλιστα στην Καππαδοκία από ένα πόλεμον που συνεξεστράτευσε με τον Διοκλητιανόν. Κατ' οικονομίαν Θεού επέρασε και από την λίμνην και όταν είδε το νερό θέλησε να ποτίση τον ίππον του και να ξεκουρασθή και ο ίδιος. Όταν είδε την κόρη να κλαίη ασταμάτητα και να διακατέχεται από αγωνία και τρόμον την επλησίασε και την ερώτησε γιατί έκλαιγε και ακόμη ποιος ήταν ο λόγος που την παρακολουθούσε ο λαός μέσα από τα τείχη. Η κόρη του είπε ότι αδυνατούσε να του διηγηθή τα όσα συνέβησαν και τα όσα επρόκειτο να συμβούν και τον παρεκάλεσε να ιππεύση τον ίππον του και να φύγη όσον πιο σύντομα ημπορούσε, γιατί κινδύνευε να χάση την ζωή του και ήταν τόσο νέος και ωραίος». Ο Άγιος επέμενε να μάθη τι της συνέβη. Και αυτή του είπε: «Είναι μακρά η αφήγησις, κύριέ μου, και δεν μπορώ να σου διηγηθώ τα καθέκαστα αυτήν την ώρα. Μόνον σου λέγω και σε παρακαλώ να φύγης τώρα αμέσως για να μην θανατωθής μαζί μου άδικα». Και ο άγιος της είπε: «Πες μου την αλήθεια, γιατί κάθεσαι εδώ και ορκίζομαι στον Θεό που πιστεύω εγώ, ότι δεν θα σε αφήσω μόνη, αλλά θα σε ελευθερώσω από τον θάνατον. αλλοιώς θ' αποθάνω μαζί σου».
Τότε η κόρη εστέναξε πικρώς και διηγήθη στον άγιον τα όσα συνέβησαν. Αφού άκουσε ο άγιος τα γεγονότα ερώτησε την κόρην: «Ο πατέρας σου και η μητέρα σου και ο λαός σε ποιόν θεόν πιστεύουν;» Και εκείνη απεκρίθη: «Πιστεύουν στον Ηρακλή και στην μεγάλη θεάν Άρτεμιν». Ο Άγιος τότε της είπε: «Από σήμερα να μη φοβάσαι ούτε και να κλαις. Μόνον πίστεψε στον Χριστόν που πιστεύω εγώ και θα δης την δύναμιν του Θεού μου». Η βασιλοπούλα απήντησε στον άγιον: Πιστεύω, κύριέ μου, μ' όλη μου την ψυχή και μ' όλη μου την καρδιά». Ο άγιος συνέχισε: «Έχε θάρρος στο θεό που εδημιούργησε τον ουρανό και την γην και την θάλασσα διότι ο Χριστός πρόκειται να καταργήση την δύναμιν του θηρίου και θα ελευθερωθούν και ακόμη θα διώξουν το φόβο του θηρίου όλοι οι κάτοικοι του τόπου αυτού. Μείνε λοιπόν εδώ και μόλις ιδής το θηρίον να έρχεται, φώναξέ με».
Τότε ο Άγιος έκλινε τα γόνατά του στη γη και αφού ύψωσε τα χέρια του προς τον ουρανό προσευχήθηκε λέγοντας: «Ο Θεός ο Μέγας και Δυνατός, ο καθήμενος επί των Χερουβίμ και επιβλέπων αβύσσους, ο ων ευλογητός και διαμένων εις τους αιώνας, Συ γνωρίζεις τας καρδίας ότι είναι μάταιες. Συ, Φιλάνθρωπε Δέσποτα, ο των προαιωνίων θαυμασίων Θεός, τον οποίον ούτε έννοια ημπορεί να συλλάβη ούτε λόγος να ερμηνεύση επίβλεψον και τώρα επ' εμέ τον ταπεινόν και φανέρωσέ μου τα ελέη σου. Υπόταξε υπό τους πόδας μου το πονηρόν αυτό θηρίον, για να γνωρίσουν όλοι ότι υπάρχεις μαζί μου και είσαι Συ ο μόνος θεός και εκτός από εσένα άλλος δεν υπάρχει». Τότε ηκούσθη φωνή από τον ουρανόν η οποία έλεγε: «Εισηκούσθη η δέησίς σου, Γεώργιε, και κάνε όπως θέλεις, διότι εγώ θάμαι πάντοτε μαζί σου». Μόλις ετελείωσε την προσευχή ο Άγιος εφάνη το άγριο θηρίον. Όταν το είδε η κόρη εφώναξε: «Αλλοίμονόν μου, κύριέ μου. Έρχεται το θηρίο για να με κατασπαράξη».
Τότε ο Άγιος έτρεξε για να συναντήση το θηρίον. Ήτο το θηρίον φοβερόν. Έβγαζε από τα μάτια του φωτιά και ήταν τόσο εξαγριωμένο και απαίσιον ώστε παρουσίαζε ένα θέαμα φοβερόν. Αμέσως ο Άγιος έκαμε το σημείον του Τιμίου Σταυρού και είπε: «Κύριε ο Θεός μου, ημέρεψε για χάρι μου, που είμαι δούλος σου, το θηρίο αυτό για να πιστέψη ο λαός στο όνομά Σου το Άγιον». Έτσι και έγινε. Ο φοβερός δράκοντας με τα μεγάλα δόντια έπεσε στα πόδια του ίππου του αγίου και ενώ κυλιόταν, εβρυχάτο. Μόλις η βασιλοπούλα είδε το θέαμα αυτό ένοιωσε μεγάλη χαράν. Και ο Άγιος της είπε: «Βγάλε την ζώνη σου και δέσε μ' αυτήν τον δράκοντα από τον λαιμόν». Αμέσως τότε η κόρη άφοβα έβγαλε την ζώνην της και έδεσε τον δράκοντα, και ευχαριστούσε τον Άγιον που την εγλύτωσε από τον βέβαιον θάνατον. Ο Άγιος αφού ανέβηκε στο άλογό του είπε προς την βασιλοπούλα: «Σύρε τον δράκοντα με την ζώνη σου μέχρι την πόλι».
Όταν είδαν οι κάτοικοι το παράξενον συμβάν ότι δηλαδή μια κόρη σύρει τον δράκοντα δεμένον, ετράπησαν σε φυγήν. Ο Άγιος Γεώργιος τους εφώναξε: «Μη φοβείσθε, σταθήτε και θα δήτε την δόξαν του Θεού και την σωτηρία σας». Τότε εσταμάτησαν όλοι απορημένοι και επερίμεναν να δουν τι θα τους δείξη. Τους προέτρεψε λοιπόν να πιστέψουν στον Αληθινόν Θεόν και αυτοί δέχτηκαν με χαρά. Αφού εσήκωσε το χέρι του εκτύπησε με το ακόντιον τον δράκοντα και το φοβερό τέρας εσκοτώθη. Έπειτα αφού επήρε από το χέρι την βασιλοπούλα την παρέδωσε στον βασιλιά. Όλοι ένοιωσαν μεγάλη και ανέκφραστη χαρά και αφού εγονάτισαν, καταφιλούσαν τα πόδια του Αγίου και ευχαριστούσαν τον Πανάγαθον Θεόν, διότι τους ελευθέρωσε από το θηρίο κι έτσι σταμάτησε η θυσία των παιδιών τους.
Ο Άγιος Γεώργιος εκάλεσε από κάποια πόλι της Αντιοχείας τον Επίσκοπον Αλέξανδρον και εβάπτισε τον βασιλιά και τους άρχοντας και ολόκληρο τον λαόν. Μέσα σε δεκαπέντε μέρες εβάπτισε σαρανταπέντε χιλιάδες.
Αφού λοιπόν εβαπτίσθηκαν όλοι και έγινε μεγάλη χαρά στη γη και στον ουρανόν έκτισαν και μια μεγάλη εκκλησία επ' ονόματι του τρισυποστάτου Θεού. Ο Άγιος επήγε να την ιδή. Μόλις μπήκε στο Άγ. Βήμα και προσευχήθηκε εβγήκε πηγή αγιάσματος και σκορπίσθηκε ευωδία στο Ναό. Η πηγή αυτή σώζεται μέχρι σήμερα.
Ο Διάβολος του στήνει ενέδρα
Ο Άγιος αφού απεχαιρέτησε τον βασιλέα και τον λαόν έφυγε για την πατρίδα του Καππαδοκία. Στο δρόμο του τον συνάντησε ο διάβολος μετασχηματισμένος σε μορφή ανθρώπου. Εκρατούσε και δύο ραβδιά πάνω στα οποία στηριζόταν σαν γέρος. Φαινόταν μάλιστα σαν νικημένος και καταφρονημένος στρατιώτης. Είπε λοιπόν με ταπείνωσιν προς τον Άγιον: «Χαίρε Γεώργιε». Ο Άγιος αμέσως αντελήφθη ότι επρόκειτο περί διαβόλου και του είπε: «Ποιος είσαι και πως με ξέρεις; Εάν δεν ήσουνα πονηρός διάβολος δεν θα ημπορούσες να με ξέρης, εφ' όσον ποτέ δεν μ' έχεις ξαναδεί». Ο διάβολος είπε: «Πώς τολμάς να υβρίζης τους Αγγέλους του Θεού και ρωτάς ποιος είμαι εγώ; Μάθε να μιλάς καλά». Ο Άγιος τότε απεκρίθη: «Αν είναι έτσι όπως μου τα λες και είσαι Άγγελος ακολούθησέ με. Αν όμως είσαι πνεύμα πονηρόν να μην μετακινηθής από τη θέση σου». Μόλις ετελείωσε τον λόγο του αυτό ο Άγιος, ο διάβολος βρέθηκε δεμένος και εφώναξε δυνατά: «Αλλοίμονόν μου! Τι κακή ώρα ήταν αυτή που σε συνάντησα! Τι κακόν έπαθα να πέσω στα χέρια σου ο ταλαίπωρος!».
Ο Άγιος βεβαιώθηκε ότι ήταν πνεύμα πονηρόν και του είπε: «Σε ορκίζω στο Θεό, να μου πης τι επρόκειτο να μου κάνης». Και ο δαίμονας είπε: «Εγώ, Γεώργιε, είμαι από το δεύτερον τάγμα του σατανά και όταν ο Θεός έκαμε τον ουρανόν και διεχώριζε την γην από τα ύδατα ήμουνα παρών. Εγώ έκαμα φοβερές βροντές και αστραπές, εγώ έδεσα κεφαλές και τώρα εξ αιτίας της υπερηφάνειάς μου κατάντησα κάτω στον Άδη και έγινα δαίμονας. Αλλοίμονόν μου, Γεώργιε, γιατί ζήλεψα την χάριν που σου δόθηκε και ήλθα να σε παραπλανήσω να με προσκυνήσης. Αλλά επλανήθηκα και απατήθηκα. Αλλοίμονόν μου τι κακόν εζήτησα να πάθω και δεν ημπορώ να λυθώ! Σε παρακαλώ, Γεώργιε, ενθυμήσου την προηγούμενή μου ευτυχία και μην με αφήσης να επιστρέψω στην άβυσσον γιατί σου τα είπα όλα». Τότε ο Άγιος αφού ύψωσε τα χέρια στον ουρανόν είπε: «Σ' ευχαριστώ, Κύριέ μου, διότι μου παρέδωκες στα χέρια μου τον πονηρόν δαίμονα, ο οποίος πρόκειται να σταλή σε σκοτεινόν τόπον για να τιμωρήται αιώνια». Μόλις είπε αυτά ο Άγιος επετίμησε και απέλυσε το πονηρόν πνεύμα.
Έκτοτε ο Άγιος προεγνώρισεν ότι είναι θέλημα Θεού να μαρτυρήση για την αγάπη του Χριστού. Έτσι επήγε στον Διοκλητιανόν όπου με θάρρος διεκήρυξε την πίστιν του και εμαρτύρησε δίνοντας το αίμα του για την αγάπη του Χριστού.
Περί των θαυματουργών εικόνων του Αγίου Γεωργίου εν τη Ιερά Μονή του Ζωγράφου εν Αγίω Όρει ευρισκομένων
α) Περί της εκ της Μονής Φανουήλ θαυμασίως μεταφερθείσης
Επί της βασιλείας του Λέοντος Σοφού (886-912) ήσαν τρεις γνήσιοι αδελφοί, Μωϋσής, Ααρών και Βασίλειος και η καταγωγή τους ήταν από την μεγαλούπολι Λιγχίδα η οποία μετωνομάσθηκε αργότερα σε Όχριδα. Αυτοί λοιπόν απεφάσισαν να εγκαταλείψουν τον κόσμον, τον πλούτον, την δόξαν και να πάρουν το Αγγελικό Σχήμα. Έφθασαν στο Άγιον Όρος και αφού βρήκαν ήσυχον τόπον κατεσκεύασαν τρεις σκηνές όπου έμειναν γι' αρκετό διάστημα και συνηντώντο μόνο την Κυριακήν. Διεδόθη λοιπόν η φήμη της αρετής τους και γι' αυτό πολλοί προσήρχοντο κοντά τους και δεν έφευγαν.
Βρήκαν και ένα χώρο όπου έκτισαν Μοναστήρι. Αφού έκτισαν και τον Ναόν εσκέπτοντο πώς να τον ονομάσουν. Άλλοι έλεγαν να τον αφιερώσουν στον Άγιο Νικόλαο, άλλοι στον Άγιο Κλήμεντα Αρχιεπίσκοπον Αχρίδος που ήταν και συμπατριώτης τους και ο καθένας λοιπόν ήθελε να δώση στο ναό το όνομα του Αγίου που έτρεφε μεγαλυτέραν ευλάβειαν. Επειδή λοιπόν δεν συμφωνούσαν απεφάσισαν να προσφύγουν δια της προσευχής στο Θεό και να δεηθούν ώστε Αυτός να αποφασίση και διατάξη σε ποιόν από τους Αγίους Του θα αφιερώσουν τον Ναόν και ποια εικόνα θα ζωγραφίσουν στην σανίδα που ετοίμασαν. Προσευχήθηκαν λοιπόν και οι τρεις ο καθένας στο ησυχαστήριό του. Κατά την διάρκεια που προσηύχοντο διεχύθη από τον νεόκτιστον Ναόν ένα ασυνήθιστον φως λαμπρότερον από τις ακτίνες του ηλίου γύρω από τα κελλιά των μοναχών. Οι μοναχοί κατελήφθησαν από φόβον και απορία και έμειναν προσευχόμενοι ολόκληρη την νύκτα.
Την επομένη το πρωί όταν κατέβηκαν οι μοναχοί στην Εκκλησίαν είδαν με θαυμασμό ότι στη σανίδα που ετοίμασαν να ζωγραφίσουν, εζωγραφήθη η εικόνα του Αγ. Μεγαλομάρτυρος και Τροπαιοφόρου Γεωργίου. Απ' αυτήν μάλιστα έβγαινε η λάμψις που εφώτιζε τα ταπεινά ησυχαστήρια. Έτσι λοιπόν αφιερώθη η εκκλησία στον Άγιο Γεώργιον και η Μονή ωνομάσθη του Ζωγράφου.
Η θαυματουργική εικόνα υπήρχε στην Μονή του Φανουήλ που βρίσκεται στη Συρία κοντά στη Λύδδα. Κατά την μαρτυρία του Καθηγουμένου της Μονής Φανουήλ, Ευστρατίου, όταν κάποτε ο Θεός ηθέλησε και δικαίως, να τιμωρήση την Συρία και να την παραδώση στους Σαρακηνούς, η ζωγραφιά της εικόνος ξαφνικά απεχωρίσθη από την σανίδα και αφού ανυψώθη κρύφτηκε σε άγνωστον μέρος. Οι μοναχοί τότε επειδή εφοβήθηκαν και ελυπήθηκαν από το θαύμα, αφού εγονάτισαν προσηύχοντο στο Θεό θερμά και με δάκρυα και τον παρακαλούσαν να τους αποκαλύψη που εκρύβη το πρόσωπον του Αγ. Μεγαλομάρτυρος και Τροπαιοφόρου Γεωργίου. Ο Πανάγαθος Θεός άκουσε την δέησιν των Μοναχών γι΄αυτό και παρουσιάσθηκε στον Καθηγούμενον Ευστράτιον ο Άγ. Γεώργιος, ο οποίος του είπε: «Μη λυπείσθε για μένα. Εγώ βρήκα για τον εαυτόν μου Μονήν της Παναγίας στον Άθω. Εάν θέλετε σπεύσετε και σεις προς τα εκεί γιατί η οργή του Κυρίου είναι έτοιμη να πέση στην διεφθαρμένη Παλαιστίνη και σχεδόν σ' όλη την οικουμένη εξ αιτίας των αμαρτιών των Χριστιανών».
Αφού συνεκέντρωσε όλους τους Μοναχούς ο Καθηγούμενος τους ανακοίνωσε τα συμβάντα. Έπειτα εκάλεσε και τους εγκρίτους της πόλεως Λύδδης, τους ανήγγειλε τα όσα συνέβησαν περί της αγίας εικόνος και τους παρήγγειλε τα εξής: «Εμείς φεύγουμε για την αγία Πόλιν της Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσουμε τον Άγιον Τάφον του Κυρίου και ας γίνη το θέλημά Του. Εσείς εγκατασταθήτε στη Μονή για να την προφυλάξετε.
Με δάκρυα και με λύπη έπειτα ξεκίνησαν. Αφού έφθασαν στην Ιόππη βρήκαν πλοίον και ανεχώρησαν για το Όρος Άθω. Ύστερα από αρκετές ημέρες έφθασαν και επήγαν στην Μονή Ζωγράφου. Όταν μπήκαν στο Ναό, προς θαυμασμόν και έκπληξίν τους, είδαν την ζωγραφιά του Αγ. Γεωργίου, που είχαν στη Μονή Φανουήλ, νάναι προσκολλημένη χωρίς καμμιά αλλοίωσιν σε μια νέα σανίδα. Τότε με συγκίνησι και δάκρυα εγονάτισαν μπροστά στην εικόνα και έλεγαν: «Γιατί μας προξένησες τόση λύπη, Μεγαλομάρτυς Γεώργιε;» Οι Μοναχοί της Ζωγράφου απορούσαν, γιατί συνέβαιναν όλα αυτά τα παράξενα. Όμως εκείνοι τους διηγήθηκαν τα συμβάντα και όλοι εδόξαζαν ολοψύχως τον Κυρίον και τον Άγ. Γεώργιον. Τον Καθηγούμενον Ευστράτιον τον έκαμαν Ηγούμενόν τους.
Από τότε άρχισαν να γίνωνται από την αγίαν εικόνα πολλά θαύματα γι' αυτό και ο κόσμος επήγαινε στη Μονή Ζωγράφου, να προσκυνήση τον Τροπαιοφόρον Γεώργιον. Η φήμη των θαυμάτων έφθασε μέχρι και τον βασιλέα Λέοντα Σοφόν, ο οποίος ήτο πολύ ευσεβής. Μάλιστα απεφάσισε να πάη αυτοπροσώπως στο Άγιον Όρος για να προσκυνήση και να ευφρανθή πνευματικώς με τις ψυχωφελείς συζητήσεις που θα έκανε με τους ασκητάς Μωϋσή, Ααρών και Βασίλειον που έγιναν ξακουστοί για την αρετή τους. Ύστερα από τον Λέοντα επεσκέφθη την Μονή και ο βασιλιάς των Βουλγάρων Ιωάννης από το Τίρνοβον. Με την πλουσία βοήθεια αυτών άρχισε να κτίζεται η μεγαλοπρεπής Μονή του Ζωγράφου. Αργότερα η Ιερά Μονή κατεδαφίσθη από τους βαρβάρους και τους πειρατές. Η υφιστάμενη Μονή κτίσθηκε από τον Ηγεμόνα της Μολδαυΐας Στέφανον.
Η αγία εικόνα έχει μέχρι σήμερα το άκρον του δακτύλου ενός Επισκόπου που χαρακτηριζόταν για την ολιγοπιστίαν του ως προς την θαυματουργικήν δύναμι της εικόνος. Ο Επίσκοπος αυτός καταγόταν, κατά την παράδοσι, απ' τα Βοδενά (Έδεσσα) και όταν άκουσε για τα θαύματα της εικόνος θέλησε μαζί με την συνοδεία του να πάη να διαπιστώση εάν πράγματι ήσαν αληθινά τα όσα διεδίδοντο ή ήσαν εφευρέσεις των Μοναχών, για λόγους φιλοχρηματίας. Όταν έφθασε στο Άγιον Όρος επήγε και στην Μονή του Ζωγράφου όπου οι εκεί Μοναχοί τον υποδέχθηκαν με την πρέπουσαν τιμήν. Εν συνεχεία τον ωδήγησαν στον Ναόν για να προσκυνήση τον Άγ. Γεώργιον. Αλλ' ο Επίσκοπος αντί να φανή ταπεινός και σεμνός εξ αιτίας και του επισήμου σχήματός του εφάνη υπερήφανος και ολιγόπιστος. Αφού με αδιαφορία είδε τον Ναόν στάθηκε μπροστά στην εικόνα του Αγ. Γεωργίου και με αλαζονικόν ύφος είπε προς τους Μοναχούς: «Ώστε αυτή είναι η θαυματουργός εικόνα του Αγ. Γεωργίου;». Και άγγιξε με τον δάκτυλόν του την παρειά του Αγίου. Αμέσως όμως το δάκτυλόν του εκόλλησε στην εικόνα και μάταια προσπαθούσε να τον ξεκολλήση. Η αγωνία του και ο φόβος του εμεγάλωνε όσο αγωνιζόταν και εδοκίμαζε να τον ξεκολλήση. Κάθε φοράν που προσπαθούσε να το αποχωρήση από την εικόνα ένοιωθε και πόνους γιατί το δάκτυλό του είχε κολλήσει πολύ δυνατά. Στο τέλος ο δυστυχής Επίσκοπος δέχθηκε, παρά την θέλησίν του, να του κόψουν ύστερα από επέμβασιν τον δάκτυλόν του και έτσι έμαθε καλά εξ ιδίας πείρας την γνησιότητα, την αλήθεια και την δύναμιν των θαυμάτων του ενδόξου Τροπαιοφόρου Γεωργίου.
Η εικόνα του Αγ. Γεωργίου είναι στολισμένη με αργυρούν ένδυμα το οποίον κατεσκευάσθη στην Πετρούπολι, τη ευλογία του Μητροπολίτου Σεραφείμ, καθώς αναγράφεται και στο κράσπεδον του κάτω μέρους του ενδύματος. Η αγιογράφησις της εικόνος είναι Βυζαντινή, αλλά εξ αιτίας της παρόδου του χρόνου είναι σκοτεινή.
β) Περί της εικόνος που ήλθε μέσω θαλάσσης από την Αραβίαν
Υπάρχει κοντά στον κίονα του αριστερού χορού που ευρίσκεται η εικόνα του Αγ. Γεωργίου η εξής χειρόγραφος διήγησις.
Η αγία εικόνα ήλθε από την Αραβίαν και βρέθηκε στο λιμάνι της Μονής Βατοπαιδίου. Η απροσδόκητη άφιξις της εικόνος προκάλεσε ταραχή και θόρυβον στο Άγ. Όρος. Διότι η φήμη ξαπλώθηκε γρήγορα και συνέρρεαν μοναχοί απ' όλα τα Μοναστήρια για να προσκυνήσουν την αγίαν εικόνα που με θαύμα εφανερώθη στο λιμάνι. Μάλιστα κάθε Μοναστήρι επεδίωκε ν' αποκτήση τον θησαυρό αυτό και οι Γέροντες ηρνούντο να την δώσουν στην Μονή Βατοπαιδίου. Τελικά απεφάσισαν να βάλουν κλήρον και να δεχθούν την απόφασι της αγίας εικόνος. Πράγματι επήραν ομοφώνως απόφασιν όλοι οι Γέροντες να φορτώσουν την εικόνα, σ' ένα ξένο και άγριο νέο ημίονο που δεν ήξερε τους δρόμους και τα Μοναστήρια και αφού τον αφήσουν ελεύθερον να τον ακολουθήσουν από μακρυά. Εκεί που θα εσταματούσε θα έπρεπε να μείνη η ιερά εικόνα. Έτσι και έγινε. Αφού ωδήγησαν τον ημίονο στο δρόμο Θεσσαλονίκης - Αγίου Όρους τον άφησαν στην θέλησί του. Και ο ημίονος με αργό και ισόμετρο περπάτημα σαν να ένοιωθε ότι μετέφερε ιερό φορτίο επέρασε από δύσβατους τόπους, δάση και υψώματα και έφθασε στη Μονή Ζωγράφου και στάθηκε ακίνητος σ' έναν ωραιότατον λόφον.
Μ' αυτό τον τρόπο επληροφορήθησαν όλοι ότι η θέλησι του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου ήταν να μείνη η ιερή του εικόνα στη Μονή Ζωγράφου. Όλοι οι Μοναχοί δέχθηκαν στη Μονή με χαρά και με πνευματική πανήγυρι την ιερή εικόνα και την ετοποθέτησαν στον κίονα του αριστερού χορού. Ο ημίονος που μετέφερε των αγίαν εικόνα μόλις του την ξεφόρτωσαν εξέπνευσε και τον έθαψαν στον τόπον εκείνον. Σε ανάμνησι για τον ερχομό της ιερής εικόνος του Αγ. Γεωργίου έκτισαν στον λόφο ένα κελλί και μικρή εκκλησία στο όνομα του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου.
γ) Περί της αγίας εικόνος που αφιέρωσε ο Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας Στέφανος
Στον βορειοδυτικό κίονα, στον οποίο στηρίζεται και ο τρούλλος, είναι ανηρτημένη και άλλη εικόνα του Αγ. Γεωργίου, για την οποίαν υπάρχει η εξής χειρόγραφος διήγησις στη Μονή Ζωγράφου.
Ο Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας Στέφανος είχε, ως γνωστόν, συνεχώς πολέμους με τους Τούρκους. Κάποτε συνεκεντρώθησαν τα τούρκικα ασκέρια, που ήσαν αναρίθμητα, αποφασισμένα να τον αφανίσουν. Όταν είδε ο Στέφανος το πλήθος του εχθρού εφοβήθη. Αμέσως όμως συνήλθε και με θερμή προσευχή κατέφυγε στον Κύριον τον Θεόν και επεκαλέσθη με δάκρυα την βοήθειάν του. Με την εκ βάθους καρδίας προσευχήν του απεκοιμήθη. Μόλις τον επήρε ο ελαφρός ύπνος του εμφανίσθηκε ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος που τον περιέλουζε ένα λαμπρό και θαυμάσιον φως, τα μάτια του άστραφταν και η ουράνια δόξα τον περιέβαλλε. Ο Στέφανος αν και εκοιμόταν εφοβήθη και ετρόμαξε. Τότε ο Άγιος του είπε: «Έχε θάρρος στον Κύριό σου και μη φοβάσαι το πλήθος αυτό. Αύριον συγκέντρωσε όλο το στράτευμά σου και οδήγησέ το εναντίον των εχθρών του Χριστού με φωνές πανηγυρικές και σάλπιγγες και θα ιδής την δύναμι του Θεού μας που πάντα σε βοηθεί. Γι' αυτό τον λόγο στάθηκα εδώ, για να σου αποκαλύψω ποιος θα νικήση και να σου αναφέρω ότι η δύναμις του Θεού είναι μαζί σου και ότι ακόμη και εγώ θα σε βοηθήσω στη μάχη αυτή. Για όλα αυτά ανακαίνισε την Μονή Ζωγράφου που είναι αφιερωμένη στ' όνομά μου, και που ερημώθηκε. Στείλε μάλιστα και την ιδική μου εικόνα που έχεις μαζί σου».
Ο Στέφανος επήρε θάρρος από την εμφάνισι του Αγίου και ακόμη από την υπόσχεσι που του έδωσε ότι θα τον εβοηθούσε, θεία χάριτι. Αφού μάλιστα έφερε και την αγία εικόνα μαζί του με την φωνή των σαλπίγγων επέπεσε ξαφνικά σαν λαίλαπας δυνατός στον όγκο των Οθωμανών και τους συνέτριψε χωρίς χρονοτριβή και τους διέλυσε. Ύστερα απ' ολίγον καιρό έστειλε και την αγίαν εικόνα στο Άγιον Όρος και ανακαίνισε την Μονή Ζωγράφου, σύμφωνα με την θέλησιν του Αγίου, αφού αφιέρωσε σ' αυτή και πολλά αφιερώματα.
Κάποιος Ρώσσος συγγραφέας αναφερόμενος στην αγία εικόνα του Αγ. Γεωργίου γράφει τα εξής: «Κατά τον 15ον αιώνα εφάνη και άλλος ευεργέτης της Μονής Ζωγράφου ο Στέφανος που ήταν επίσημος Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας, ο οποίος ηγωνίσθη πολλές φορές εναντίον των Οθωμανών πάντοτε τροπαιοφόρως. Όταν τον περικύκλωσαν κάποτε αμέτρητα πλήθη εχθρού σκεφτόταν με ποιο τρόπο θα ημπορούσε να σώση τους περιβόλους του φρουρίου. Τότε φάνηκε πάνω στο τείχος η μάνα του, η οποία του είπε: «Δεν θα επιτρέψω ποτέ στους εχθρούς σου να ανοίξουν τις πύλες του φρουρίου σου. Εάν δεν νικήσης και δεν ημπορέσης να αντισταθής σ' αυτούς στο πεδίον της μάχης, ελάχιστη ελπίδα σου απομένει για τους περιβόλους».
Εκείνο λοιπόν το βράδυ εφάνη ο Άγ. Γεώργιος προς τον συγχυσμένο ηγεμόνα Στέφανον και του υπεσχέθη την νίκην. Επίσης τον διέταξε ν' αποστείλη την αγίαν εικόνα που είχε πάντοτε μαζί του ο Στέφανος στην Μονή Ζωγράφου, και να την ανακαινίση γιατί ήδη ήταν ερημωμένη. Η νίκη έστεψε τα όπλα του ηγεμόνος που κατετρόπωσε τον εχθρόν. Ο Στέφανος εξεπλήρωσε την εντολή του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου και την εικόνα απέστειλε και την Μονή μεγαλοπρεπώς ανακαίνισεν.
Και οι τρεις εικόνες του Αγίου Γεωργίου είναι περιβεβλημένες με ωραιότατα αργυρά ενδύματα που είναι κοσμημένα με πολύτιμους λίθους. Μάλιστα όλος ο διάκοσμός τους ετεχνουργήθη στη Ρωσία.
Περί της θαυμαστής εικόνος του αγίου Γεωργίου που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος.
Στον Άγιον Όρος σώζεται η αρχαία προφορική παράδοσις και για την αγίαν εικόνα που υπήρχε κατά τους χρόνους των ασεβών και κακοδόξων εικονομάχων που με βασιλικά διατάγματα εκαίοντο οι άγιες και σεβαστές εικόνες.
Στα χρόνια εκείνα λοιπόν οι υπηρέται του παρανόμου βασιλιά ερευνούσαν και προσπαθούσαν να βρίσκουν τις άγιες εικόνες για να τις συντρίβουν και να τις ρίχνουν στη φωτιά. Βρήκαν λοιπόν και την αγία αυτήν εικόνα και την έρριξαν στη φωτιά για να καή. Αλλά μάταια εκοπίαζαν οι ανόητοι, διότι η αγία εικόνα έμεινε άφλεκτος μέχρι που έσβησε τελείως η φωτιά. Οι εικονομάχοι όταν είδαν ότι ελάχιστα η φωτιά επείραξε τα ενδύματα του Αγίου και το πρόσωπόν του τίποτα δεν έπαθε, εξεπλάγησαν. Ένας μάλιστα περισσότερον ασεβής έμπηξε μαχαίρι στο πηγούνι του Αγίου και αμέσως έτρεξε αίμα καθαρόν. Τότε όλοι όσοι είδαν το θαύμα έφυγαν ο καθένας για το σπίτι του. Ένας ευσεβής χριστιανός αφού παρέλαβε την αγίαν εικόνα και ήλθε στον γιαλόν, προσευχήθηκε θερμά προς τον Κύριον για να σταματήση η φρικτή θύελλα της εικονομαχίας. Έπειτα αφού εγύρισε προς την αγίαν εικόνα είπε: «Μεγαλομάρτυρα του χριστού Τροπαιοφόρε Γεώργιε, Συ ο οποίος και στη ζωή αλλά και μετά θάνατον έκαμες τόσα πολλά θαύματα και που μόλις τώρα άφησες άφλεκτον την αγία σου εικόνα, διεφύλαξε και τώρα αυτήν και από την θάλασσα και μετέφερέ την όπου συ γνωρίζεις και επιθυμείς προς δόξαν του Θεού μας». Και μόλις ετελείωσε έβαλε την εικόνα στη θάλασσα.
Ο Χριστιανός εκείνος έφυγε. Ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος εφρόντισε ώστε η αγία του εικόνα να φθάση στο Άγιον Όρος όπου και άλλες εικόνες η θεία Πρόνοια ωδήγησε. Η εικόνα ετοποθετήθη κοντά στην Μονή Ξενοφώντος όπου έρρεαν τα ιαματικά όξινα νερά. Υπήρχε μάλιστα εκεί ένα Μονύδριον αφιερωμένο στον Μεγαλομάρτυρα Δημήτριον. Ακόμη σώζεται ο ναΐσκος αυτός όπου οι μοναχοί όταν είδαν την εικόνα του Αγ. Γεωργίου την μετέφεραν εκεί γεμάτοι χαρά και ευλάβειαν. Ύστερα έκτισαν Ναόν κοντά στο ναΐδριον. Όταν αυξήθηκαν οι μοναχοί και εμεγάλωσε και η Μονή ωνομάσθη του Αγ. Γεωργίου. Οι Μοναχοί εορτάζουν καθημερινώς μαζί με τον Άγιον Γεώργιον και τον Μεγαλομάρτυρα Δημήτριον και τους μνημονεύουν κατά τας απολύσεις των ακολουθιών.
Η αγία εικόνα ευρίσκεται στον μεγάλον Καθολικόν νέον Ναό του Αγίου Γεωργίου στον ανατολικό κίονα του δεξιού χορού και έχει ζωγραφισμένο ολόσωμο τον Μεγαλομάρτυρα και σε ένδειξι του θαύματος φέρει και την πληγή στο πηγούνι και το αίμα του είναι πηγμένο σ' αυτήν. Μέχρι σήμερα το θαυμαστό φαινόμενο κηρύττει περίτρανα τα πάμπολλα θαύματα που επετέλεσε και επιτελεί ο Άγιος Μεγαλομάρτυς και Τροπαιοφόρος Γεώργιος.
Η μνήμη του εορτάζεται την 23ην Απριλίου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ Ήχος δ'
Ως των αιχμαλώτων ελευθερωτής, και των πτωχών υπερασπιστής, ασθενούντων ιατρός, βασιλέων υπέρμαχος, Τροπαιοφόρε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ
Ήχος δ'. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ
Γεωργηθείς υπό Θεού ανεδείχθης, της ευσεβείας γεωργός τιμιώτατος, των αρετών τα δράματα συλλέξας σ' εαυτώ, σπείρας γαρ εν δάκρυσιν, ευφροσύνη θερίζεις. αθλήσας δε δι' αίματος, τον Χριστόν εκομίσω και ταις πρεσβείαις Άγιε ταις σαις, πάσι παρέχεις, πταισμάτων συγχώρησιν.
ΕΚΔΟΣΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ "Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ"
Πηγή: Ιερόν Ησυχαστήριον Παντοκράτορος
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...