
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Είναι φορές που ο χρόνος σταματάει και αυτομάτως μετατρέπεται σε Ιστορία. Ιστορία που μένει όχι απλά για να θυμίζει το παρελθόν, αλλά για να διδάσκει στο μέλλον.
«Πρό τής εισόδου τού στενού, τού αποτελούντος μικράν κοιλάδα, εψάλησαν αι συνήθεις τότε εις τόν τουρκικόν στρατόν πρό τής μάχης ευχαί καί ερρίφθησαν ομοβροντίαι καί κανονιοβολισμοί πρός εκφόβισιν τών Ελλήνων. Ο τουρκικός στρατός εβάδισε πρός τό στενόν. Προηγείτο τό πυροβολικόν καί ακολουθούσαν τό πεζικόν καί τό ιππικόν. Ισχυρά δύναμις εφώρμησε κατά πρώτον κατά τών ανιχνευθείσων πρό διημέρου θέσεων τού Κοντοσόπουλου καί τού Καλύβα.
Ο Μπεϋράν πασσάς αντιληφθείς τό ισχυρόν τής θέσεως διηύθυνε κατά τού δεξιού τών Ελλήνων στρατόν εκ τεσσάρων χιλιάδων. Ήρχισε τότε εκεί σφοδρά μάχη, πρός τήν οποίαν έσπευσε καί ο ευρισκόμενος πρός τήν έξοδον τής κοιλάδος Γκούρας. Αλλ’ η ορμή τού πολλού εκείνου τουρκικού στρατού ήτο τόση, ώστε οι εξ αρχής τοποθετημένοι εκεί Έλληνες οπλαρχηγοί υπεχώρησαν πρός τά υψηλότερα τού λόφου καί ο Γκούρας ανήλθε πρός τήν ράχιν τών Βασιλικών. Ο Κοντοσόπουλος είχεν ήδη τραυματισθή πρός τόν γοφόν καί μετεφέρετο από τούς άνδρας του.
Δι’ ολίγην ώραν οι Τούρκοι ανεθάρρησαν, φαντασθέντες ότι διεσκόρπισαν οριστικώς τούς ευρεθέντας πρός αυτών Έλληνας. Αλλ’ ο γοργότατος καί στρατηγικός Γκούρας έσπευσε μέ τούς άλλους οπλαρχηγούς εκ τών πλαγίων πρός τά εμπρός καί κατέλαβε μίαν παλαιάν εκκλησιάν. Εκείθεν ήνοιξε πύρ εναντίον τών προχωρούντων Τούρκων κατά μέτωπον.
Η μάχη ήρχισεν εκ νέου σφόδρα καί πεισματώδης καί από τά δύο μέρη. Μετά μίαν ώραν κατέφθασεν ο Βασίλειος Μπούσγος μέ τόν Μήτρον Τριανταφυλλίναν καί τόν Λάππαν από τήν Λειβαδιάν, μέ πυροβολισμούς εξ αποστάσεως, πού ενεθάρρυναν τούς αμυνόμενους. Κατέφθασε μετ’ ολίγον από τήν Φοντάναν καί ο Παπανδρέας καί εκτύπησε τήν οπισθοφυλακήν τού εχθρού, πού είχε μαζί της αρκετά κανόνια.
Τότε ηκούσθη μία κραυγή:
– «Έρχεται ο Δυσσέας!»
Ο Οδυσσεύς Ανδρούτσος δέν ευρίσκετο εκεί, αλλ’ η κραυγή εκείνη ήτο σκόπιμος. Τό όνομά του επροκαλούσε εις τήν Ρούμελην τόν φόβον πού ενέπνεεν εις τούς Τούρκους τής Πελοποννήσου τό όνομα τού Κολοκοτρώνη. Επεκράτησε μετά τούτο εις τάς τάξεις τών Τούρκων στρατιωτών μικρά σύγχυσις. Κατά τήν ψυχολογικήν αυτήν στιγμήν ο Γκούρας ενήργησε επιδεξιώτατα στρατηγικήν κίνησιν. Άφησε τούς άλλους νά συνεχίσουν τήν άμυναν απέναντι τού κατά μέτωπον επιτιθέμενου στρατού καί παραλαβών τόν Ρούκην έκαμε γοργόν ελιγμόν πρός τά οπίσω καί προσέλαβε τόν εχθρόν από τά νώτα.»
Διονύσιος Κόκκινος – Ελληνική Επανάστασις
Οι Τούρκοι αρχικά υποτίμησαν τόν εχθρό καί νόμιζαν ότι θά περνούσαν εύκολα από τό πέρασμα τών Βασιλικών. Μέ τό πέρασμα τού χρόνου όμως οι Έλληνες άρχισαν νά τούς κλείνουν τά περάσματα καί νά τούς περικυκλώνουν. Όταν βγήκαν καί τά γιαταγάνια από τίς θήκες, οι Τούρκοι πανικοβλήθηκαν καί άρχισαν νά τρέχουν γιά νά σωθούν μέσα στά δύσβατα καί δασώδη μονοπάτια. Ήταν όμως αργά. Περικυκλωμένοι όπως ήταν από όλες τίς μεριές, αποδεκατίστηκαν. Ζητούσαν οίκτο καί φώναζαν: «Αλλάχ, Αλλάχ ράι (έλεος) καπιτάν!»
Ο Μεμίς πασάς έπεσε νεκρός από τόν ίδιο τόν Γκούρα, ενώ σκοτώθηκε καί ο γιός τού Μπεϋράν πασά. Ο ίδιος ο πασάς εγκατέλειψε τή μάχη, τρέχοντας πρός τό Ζητούνι, ενώ οι νικητές έσφαζαν τά υπολλείματα τού στρατού του. Περίπου 1000 ήταν οι Τούρκοι νεκροί, ενώ όλα τά εφόδια πού είχαν εγκαταλειφθεί στήν Πλατανιά, πέρασαν στά χέρια τών νικητών. Στά χέρια τους έπεσαν επίσης οκτώ κανόνια, εκατοντάδες άλογα, καμήλες, βουβάλια, δεκάδες αραμπάδες, τουρκικές σημαίες καί τό περίφημο μπουγιούκ (μεγάλο) μπαϊράκι, η σημαία τής εφόδου.
Ο Γκούρας έπαθε αγκύλωση στά δάκτυλα από τό πιάσιμο τού σπαθιού καί όταν ζήτησε από τόν Μπαλαούρα νερό γιά νά πιεί, ο τελευταίος δέν μπόρεσε νά βρεί καθαρό νερό στό ποτάμι, καθώς ήταν κόκκινο από τό αίμα τών Τούρκων σκοτωμένων. Μεταξύ τών διακοσίων Τούρκων αιχμαλώτων ήταν καί ο Αλβανός Φράσσαρης. Ο Φράσσαρης είχε ξαναπιαστεί αιχμάλωτος τών Ελλήνων καί τόν είχαν ανταλλάξει μέ τόν Γιώργο Δυοβουνιώτη, ο οποίος κρατείτο από τόν Χουρσίτ. Ο Φράσσαρης τότε είχε ορκιστεί ότι δέν θά ξαναπολεμήσει εναντίον τών Ρωμιών. Γιά αυτή του τήν μπαμπεσιά οι Αγοργιανίτες τόν έγδαραν ζωντανό, μιμούμενοι τίς βάρβαρες συνήθειες τών πασάδων. Ο σουλτάνος δέν μπόρεσε νά χωνέψει αυτή τήν ατιμωτική ήττα από τό στρατηγό του καί λίγο αργότερα έστειλε τούς δήμιους γιά νά τόν εκτελέσουν.
Πηγή: Αγία Σοφία, Αβέρωφ
Τα μεσάνυχτα 8 προς 9 Αυγούστου του 1823, πέντε ώρες μετά το βασίλεμα του ήλιου, ο Μάρκος Μπότσαρης με 350 μπαρουτοκαπνισμένους Σουλιώτες, εκ των οποίων οι 20 Ευρυτάνες, χωρισμένοι σε μικρές ομάδες, εισβάλουν στο στρατόπεδο του Κεφαλόβρυσου από την ποταμιά.
Οι κάτοικοι τής Σάμου μέ αρχηγό τόν Λυκούργο Λογοθέτη ήταν αποφασισμένοι νά υπερασπιστούν τό νησί τους μέχρι θανάτου. Εγκατέλειψαν τά παράλια καί οχύρωσαν τίς ορεινές θέσεις περιμένοντας τήν άφιξη τού ελληνικού στόλου.
Στίς 30 Ιουλίου 1824 ο ελληνικός στόλος μέ αρχηγούς τόν Γεώργιο Σαχτούρη καί τόν Ανδρέα Μιαούλη πλέοντας δυτικά τής Σάμου αντελήφθη τουρκικά πλοιάρια γεμάτα στρατεύματα νά ετοιμάζονται γιά απόβαση στό Καρλόβασι.
Ο Σαχτούρης διέταξε τά ελληνικά πλοία νά τόν ακολουθήσουν καί κυνήγησε τά τουρκικά αποβατικά σκάφη μέ αποτέλεσμα νά βυθίσει τά περισσότερα από αυτά παρασύροντας στό βυθό καί τό μεγαλύτερο μέρος τών Τούρκων στρατιωτών. Τά υπόλοιπα τουρκικά πλοιάρια έτρεξαν νά σωθούν στά μικρασιατικά παράλια μεταφέροντας καί τήν πληροφορία ότι πλέον η Σάμος ήταν υπό τήν προστασία τού ελληνικού στόλου καί ότι θά ήταν δύσκολη κάθε προσπάθεια κατάληψής της.
Εν τώ μεταξύ, η χερσόνησος τής Μυκάλης είχε πλημμυρίσει από οθωμανικά στρατεύματα, τά οποία ο Χοσρέφ σχεδίαζε νά μεταφέρει απέναντι στή Σάμο. Τά ελληνικά πλοία πλησιάσαν στά λιμανάκια τής Μυκάλης, όπου βρίσκονταν αραγμένες οι τουρκικές σακολέβες, καί τίς κανονιοβόλισαν, σκορπίζοντας ταυτόχρονα καί τούς στρατιώτες πού είχαν στρατοπεδεύσει κοντά στήν παραλία.
Ο Τούρκος ναύαρχος βλέποντας ότι δέν υπάρχει περίπτωση νά αποβιβάσει στρατεύματα στή Σάμο, έδωσε διαταγή στό στόλο του γιά επίθεση. Ο Σαχτούρης μέ τή σειρά του έδωσε τήν εντολή νά μήν υποχωρήσει κανένα ελληνικό πλοίο, αλλά όλα μαζί νά κτυπήσουν ταυτόχρονα τόν εχθρό μέ τά κανόνια τους. Πυκνοί κανονιοβολισμοί άρχισαν νά πέφτουν καί από τίς δύο πλευρές, ενώ τά δύο πυρπολικά τών Ρομπότση καί Τσάπελη, πού προσπάθησαν κρυμμένα μέσα στούς καπνούς νά προσβάλουν δύο τουρκικές κορβέτες ανάγκασαν τόν Χοσρέφ νά διατάξει υποχώρηση.
Οι κάτοικοι τής Σάμου μέσα στίς εκκλησίες δοξολογούσαν τόν Θεό γιά τή σωτηρία τους. Η συντονισμένη δράση τών στόλων τής Ύδρας καί τών Σπετσών τούς είχαν σώσει από τό θάνατο καί τήν αιχμαλωσία. Στίς 4 Αυγούστου 1824, ο καπουδάν πασάς επιχείρησε νέα έφοδο κατά τού ελληνικού στόλου, ο οποίος απάντησε μέ εύστοχες βολές τών κανονιών του, έχοντας καί τήν κάλυψη από τά πυροβόλα πού είχαν στήσει οι Σάμιοι στίς ακτές τους. Αυτή τή φορά ήταν τό πυρπολικό τού Κανάρη πού προσπάθησε μέσα στόν καπνό τής μάχης νά πλησιάσει τήν τουρκική ναυαρχίδα.
Ο ατρόμητος Κανάρης, ανάμεσα στίς σφαίρες πού σφύριζαν καί στίς βολές τών κανονιών πού έπεφταν δίπλα από τό πυρπολικό του, προχωρούσε ακάθεκτος. Τελικά δέν κατάφερε νά προσκολλήσει τό μπουρλότο του σέ κάποιο πλοίο, αλλά ο εχθρικός στόλος υπό τόν φόβο τών πυρπολικών απομακρύνθηκε όταν έπεσε η νύκτα.
Τήν επόμενη ημέρα ο οθωμανικός στόλος επανήλθε. Ο Σαχτούρης όμως αγρυπνούσε καί έχοντας καταλάβει τή σημασία τών πυρπολικών, είχε δώσει διαταγές νά ετοιμαστούν έξι πυρπολικά μέ συνοδεία πολεμικών καί νά επιτεθούν μέ τήν πρώτη ευκαιρία. Ο πρώτος πού όρμησε εναντίον τών μεγάλων τουρκικών πλοίων ήταν ο Υδραίος πυρπολητής Δημήτριος Τσάπελης, ο οποίος προσπάθησε νά κολλήσει τό μπουρλότο του στήν φρεγάτα «Μπρουλότ κορκμάζ» (τό πλοίο πού δέν φοβάται τά μπουρλότα).
Ενώ αγωνιζόταν νά δέσει τό μπουρλότο του, τέσσερεις βάρκες τού εχθρού τόν πλησίασαν γιά νά τόν συλλάβουν. Ο Τσάπελης, ο οποίος είχε εγκαταληφθεί από τούς άνδρες του, βιάστηκε νά βάλει φωτιά στήν πυρίτιδα μέ αποτέλεσμα ο ίδιος νά πάθει βαριά εγκαύματα στό πρόσωπο καί τό πυρπολικό νά καεί αναίτια. Ο πανικός όμως πού επικράτησε στήν τουρκική φρεγάτα τήν ανάγκασε νά προσαράξει στά μικρασιατικά παράλια, καθώς οι άνδρες της, τό μόνο πού είχαν στό νού τους ήταν πώς νά σώσουν τούς εαυτούς τους.
Τότε ο Κωνσταντίνος Κανάρης άρδαξε τήν ευκαιρία καί πλησίασε τό δικό του πυρπολικό στήν παγιδευμένη φρεγάτα. Αφού κόλλησε τό πυρπολικό πάνω στό εχθρικό πλοίο, τού μετέδωσε τό πύρ καί σέ λίγο ακούστηκε σέ ολόκληρη τή Σάμο μία τρομερή έκρηξη. Από τήν υπερήφανη φρεγάτα είχαν απομείνει μόνο κομμάτια πού έπλεεαν πάνω στή θάλασσα μαζί μέ τά πτώματα τών εξακοσίων μουσουλμάνων ναυτών της. Ο Κανάρης κινδύνεψε σοβαρά από τήν παράτολμη επιχείρηση καί έχασε δύο από τούς άντρες του.
Μετά τήν επιτυχία τού Κανάρη, ο ελληνικός στόλος ξεκίνησε αντεπίθεση μέ πρώτο τό πλοίο τού Ανάργυρου Λεμπέση. Ο πυρπολητής Βατικιώτης τίναξε ένα τυνήσιο μπρίκι καί οι Ραφαλιάς καί Λέκας Ματρόζος μία φρεγάτα από τήν Τρίπολη τής Λιβύης. Ο καπετάν πασάς, βλέποντας τήν υπεροχή τού ελληνικού στόλου, οπισθοχώρησε πρός τό Αγαθονήσι καί τήν επομένη εγκατέλειψε τή Σάμο μέ κατεύθυνση τήν Κώ, όπου θά παρέμενε αραγμένος αναμένοντας τήν άφιξη τού αιγυπτιακού στόλου.
.
Πηγή: Αγία Σοφία, Αβέρωφ
Σαν σήμερα, 4 Αυγούστου 1865, «Ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν» καθιερώθηκε ως εθνικός ύμνος, όλων των Ελλήνων.
«Ο εχθρός έρχεται εις τήν Αττικήν τόν Ιούνιον μήνα 1826. Τά δύο χωρία τής Αττικής Χασιά καί Μενίδι, τόν υποδέχονται καί τόν προσκυνούν.
Τήν 3ην Ιουλίου 1826 εστρατοπέδευσεν ο εχθρός έξω τής πόλεως, αφ’ ής ημέρας άρχεται ο αποκλεισμός. Η σύμπνοια τών Αθηναίων μετά τών περί τόν Γεράσιμο Φωκά καί Διονύσιο Ευμορφόπουλο έκαμε τήν άτακτον φρουράν τού Γκούρα νά συσταλή, καί νά μήν ταράττεται καί ταράττη σφοδρώς. Εν τούτω δέ εκδίδομεν πρός τού έξω τήν παρούσαν προκήρυξιν.
«Κρίνομεν χρέος μας ιερόν, αφού ευρέθημεν επάνω εις τόν σταυρόν καί εις τό σπαθί μας διά νά σώσωμεν τάς ιεράς Αθήνας, ή νά συγκαταταφώμεν εις τήν πλέον επιθυμητήν γήν, πρώτον νά επικαλεσθώμεν τήν Θείαν βοήθειαν καί δεύτερον νά προκηρύξωμεν εις όλους τούς ομογενείς οποίας ελπίδας καί οποία αισθήματα πρέπει νά έχωσι. Θέλομεν πολεμήση τόν εχθρόν μέχρις εσχάτης αναπνοής, έχοντες παράδειγμα τούς αθανάτους τού Μεσολογγίου μέ τόν ενθουσιασμόν εκείνον τόν οποίον γεννά η θρησκεία καί ο πατριωτισμός.»
Από τής 5ης μέχρι τής 12ης τού Ιουλίου 1826 εγένεντο μικροί ακροβολισμοί καί κανονοβολισμοί. Τήν δέ ερχομένην νύκτα οι εχθροί έκαμαν μέγαν θόρυβον μετά κραυγών καί τουφεκισμών, οι δέ ημέτεροι εξελθόντες τών τειχών κατεδίωξαν αυτούς κτυπώντες μέ τό πύρ καί μέ τόν σίδηρον επέκεινα ενός μιλίου, επέστρεψαν απλήγωτοι. Τήν αυτήν ημέραν πρός τήν νύκτα εισήλθεν ο Κώστας Λαγουμιτζής υπονομοποιός μετά καί άλλων εβδομήκοντα Αθηναίων.
Τήν 15ην Ιουλίου εφάνη πρώτον κανονοστάσιον τών εχθρών, καί ακολούθως αύξησεν ο αριθμός. Αι σφαίραι τών κανονίων ήσαν από 5 – 18 οκάδας. Συγχρόνως έστησαν καί όλμους βομβών, ώστε τό πύρ ηύξανεν ημέραν παρ’ ημέραν. Τό κάτω τείχος εκτυπάτο αδιακόπως, καί οι ημέτεροι ενησχολούντο εις επισκευάς καί εναντιώσεις. Ο Κιουταχής αφού έμαθε τήν αρχηγίαν τού Καραϊσκάκη καί τήν έλευσιν τών ελληνικών σωμάτων εις Σαλαμίνα καί Ελευσίνα, πρίν συνέλθωσιν έξω τών Αθηνών, καί επιφέρωσιν εμπόδια, σπεύδει νά κυριεύση τήν πόλιν. Μετέρχεται λοιπόν σφοδρότερον καί πυκνότερον τόν κανονοβολισμόν εναντίον τών μπουρτζίων (φρουρίων) ημέραν καί νύκταν αδιακόπως.
Περί τόν όρθρον λοιπόν τής 3ης Αυγούστου 1826, αφού ο Κιουταχής επότισε τούς μέλλοντας νά κάμωσι τήν έφοδον ρακί καί ρούμι, έδωκε τό σύνθημα τής εφόδου. Όσοι εξεύρουσι τήν έκτασιν τού τειχίου τής πόλεως, μαθόντες δέ καί τόν αριθμόν τών υπερασπιζομένων αυτό, ότι δέν υπερέβαινε τούς οκτακοσίους, θέλει πιστεύσει ότι ήτον αδύνατον νά αντικρούσωσι πέντε χιλιάδας επερχομένους διά μιάς. Μόλον τούτο εκτυπήθησαν μέ ανδρείαν τών ημετέρων καί εις τήν πρώτην εφόρμησιν γενομένην κατά τήν πύλην τής Αγίας Τριάδος δέν ηδυνήθησαν νά εισέλθωσιν, αλλ’ οπισθοδρομήσαντες εισήλθον δι’ άλλων εισόδων αδυνατωτέρων περί τήν πύλην τήν Αχαρνών. Εφονεύθησαν δέ πολλοί τών εχθρών, εξ ημών δέ 30 επληγώθησαν καί δώδεκα εχάθησαν. Κατ’ αυτήν ο γενναίος Δημήτριος Καζαντζής πληγωθείς, όμως συλλαβών ζώντα ένα Τούρκο γιγαντιαίον, ανήγαγεν εις τό φρούριον, καί μετ’ ολίγας ημέρας εκ τού τραύματος ετελεύτησε νέος.
Οι ημέτεροι, αφού οι εχθροί εισήλθον εις τήν πόλιν, δέν έπαυον νά καταβαίνωσι από τού φρουρίου τής Ακροπόλεως, άλλους μέν νά καίωσιν εντός οικιών, άλλους δέ νά φονεύωσι καί άλλους νά ζωγρώσιν. Ο Μήτρος Σαρκουδίνος τήν 4ην Αυγούστου 1826, μετά καί άλλων τινών καταβαίνων εις τινας οικίας πρός τό ανατολικό μέρος, εισέρχεται ατρομήτως, κτυπά, φονεύει καί ενώ μέ τό πύρ εις τάς χείρας επροσπάθει νά καύση τήν οικίαν τού Σταύρου Πατούσα, εν ή ήσαν Τούρκοι, μή θέλοντες νά παραδοθώσι, πληγώνεται καιρίως, αφού όμως κατόρθωσε διαδοθέντος τού πυρός νά ζωγρηθώσιν έξ εξ αυτών. Ετελεύτησε δέ ο πληγωθείς Σαρκουδίνος μετά τέσσαρας ημέρας. Ο ζήλος του εις τήν ελευθερίαν καί τό μίσος του πρός τούς Τούρκους ήσαν δείγματα τής μεγαλοψυχίας του. Αυθημερόν πληγωθείς καί ο Δημήτριος Πρεβεζάνος ετελεύτησε καί ούτος ο ανδρείος αξιωματικός τής φρουράς.»
Ιστορία τών Αθηνών κατά τόν υπέρ Ελευθερίας Αγώνα, Διονύσιος Σουρμελής
Πηγή: Αγία Σοφία, Αβέρωφ
H μάχη στα Δερβενάκια: Μία από τις σημαντικότερες μάχες του αγώνα της Ανεξαρτησίας, στην οποία διαφάνηκε η στρατηγική ιδιοφυΐα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Από το 1788, όπου έγινε πασάς στα Γιάννινα ο Αλής έβαλε στόχο με το καλό ή με το κακό, να απαλλαχτεί από τους Σουλιώτες. Είχε και άλλα μέτωπα ανοίξει και βιαζόταν με δολοπλοκίες, εξαγορές και πληροφοριοδότες, να μαθαίνει την κατάσταση των υποψήφιων αντιπάλων του για να τους καταφέρει αμαχητί ή να είναι πληροφορημένος κατάλληλα και να επιτεθεί σίγουρος ότι το πασαλίκι του θα μεγαλώσει.
Η Πύλη, μη θέλοντας ν’ αφήσει ήσυχους τους επαναστατημένους Γιουνάνηδες πριν από τη μεγάλη συντονισμένη επίθεση, που θα έκδηλωνόταν όταν ο στρατός τού Μωχάμετ Άλη θάφτανε στο Μοριά, ανάθεσε, το καλοκαίρι τού 1824, στον Ντερβίς πασά να χτυπήσει τη Ρούμελη.
Με τ’ ασκέρι του, που έφτανε τις δώδεκα χιλιάδες, ξεκίνησε από το Ζητούνι, τη σημερινή Λαμία, στα μέσα τού Ιούνη. Αφού πέρασε το Σπερχειό κι έφτασε στις Θερμοπύλες, έστησε στρατόπεδο για να κρατήσει ανοιχτό το δρόμο τού ανεφοδιασμού του. Έμεινε ο ίδιος σ’ αυτό με 2500 πεζούς και 500 καβαλάρηδες κι έστειλε τις αποδέλοιπες δυνάμεις του, κάτω από τις διαταγές τού Αμπάζ πασά και τού Περκόφτσαλη, να χτυπήσουν τα Σάλωνα.
Οι Έλληνες ήταν στρατοπεδευμένοι, όπως είπαμε, στην Άμπλιανη, ανάμεσα δηλαδή στα Σάλωνα και το Χάνι της Γραβιάς. Βρίσκονταν εκεί ο Νάκος Πανουριάς, ο Γιώργης Δράκος, ο Γιώτης Δαγκλής, ο Διαμαντής Ζέρβας κι ο Περραιβός με διακόσιους πενήντα Σουλιώτες.
Η προφυλακή τού τούρκικου ασκεριού έπιασε, στις 6 τού Ιούλη, το Χάνι της Γραβιάς, αφού πριν ζώγρησε ως τρακόσιες φαμελιές από τα γύρω Βλαχοχώρια. Την ίδια νύχτα ο Μήτσος Κοντογιάννης, ο Σκαλτσοδήμος κι ο Σιαφάκας ρίχνονται αιφνιδιαστικά στους εχθρούς, τους βάζουν σ’ αναταραχή κι ελευθερώνουν τις φαμελιές.
Στις 8 τού Ιούλη μια σημαντική τούρκικη δύναμη παράτησε το Χάνι της Γραβιάς και προχωρά προς το Λιδωρίκι, όπου βρισκόταν με λίγα παλικάρια ο Σκαλτσάς. Τους χτυπάνε οι Τούρκοι και θα τους έλιωναν όλους αν δεν έφτανε σε βοήθειά τους ο Σαφάκας με τρακόσιους πενήντα Κραβαρίτες. Τρεις φορές πάτησαν τις θέσεις των δικών μας οι εχθροί και τρεις φορές οι Έλληνες τους ξεφώλιασαν απ’ αυτές. Στο τέλος οι Τούρκοι πισωδρόμησαν παίρνοντας μαζί τους ίσαμε οχτώ χιλιάδες γιδοπρόβατα.
Ο Κίτσος Τζαβέλας βρισκόταν στα Τριζόνια της Λωρίδας. Απ’ αυτά γράφει στις 10 τού Ιούλη στην κυβέρνηση:
«Ενταύθα επληροφορήθην ότι επλησίαζον οι εχθροί εις τα Σάλωνα. είδον τον κίνδυνον της πατρίδος και την απελπισίαν των αδυνάτων, και απεφάσισα να υπάγω αυτός εγώ εναντίον των»133.
Στις 13 τού Ιούλη κινήθηκε από το Χάνι της Γραβιάς όλη η Τούρκικη δύναμη που είχε συναχτεί εκεί, πάνω από οχτώ χιλιάδες, έχοντας μαζί της και δυο κανόνια. Τράβαγαν για τα Σάλωνα. Σαν έφτασαν όμως στην Άμπλιανη βρήκαν το δρόμο φραγμένο μ’ έλατα. Πίσω απ’ αυτά ήταν αμπουρωμένοι ίσαμε τρεις χιλιάδες Έλληνες που θ’ αντιβγαίνανε σε τριπλάσιους σχεδόν εχθρούς.
Η μάχη άρχισε στις 9 το πρωί 14 τού Ιούλη, όταν χύθηκαν οι Τούρκοι να πάρουν με γιουρούσι τους δικούς μας. Μα ήταν τόση η φωτιά των Ελλήνων, που καρφώθηκαν μπροστά από τα έλατα, μη μπορώντας να κάνουν μήτε βήμα παραπέρα. Ο πόλεμος, πεισματικός κι από τα δυο μέρη, βάσταξε ως τ’ απόγευμα. Μα να, φτάνουν να συντρέξουν τους δικούς μας οι Σαλωνίτες με τον Καλμούκη. Και η ζυγαριά αρχίζει να γέρνει. Ο Γιώργος Τζαβέλας, ο Λάμπρος Ζάρμπας, ο Γιαννούσης Πανομάρας γκαρδιώνουν τα παλικάρια τους, παρατάνε τα πόστα τους και κάνουνε τώρα αυτοί από τα πλάγια γιουρούσι πάνω στους Τούρκους. Ο Κίτσος Τζαβέλας, ο Γ. Δράκος, ο Χρ. Περραιβός, ο Δ. Ζέρβας αδράχνουν την ευκαιρία, μπήγουν τις νικητήριες φωνές και ρίχνονται πάνω στην Τουρκιά. Ήτανε η νίκη.
Πανικόβλητοι οι εχθροί έτρεχαν πίσω να φτάσουν στο Χάνι της Γραβιάς και να γλιτώσουν. Μα οι δικοί μας δεν τους δίνανε καιρό μήτε ν’ ανασάνουν. Κι όπως οι εχθροί σπρώχνονταν ποιος θα προσπεράσει τον άλλον γκρεμίζονταν στο βάραθρο και τσακίζονταν πάνω στα βράχια. Οι Έλληνες στείλανε εκείνη τη μέρα «εις τον Άδην υπέρ τους πεντακοσίους»134. Από τους δικούς μας σκοτώθηκαν και πληγώθηκαν τριάντα εφτά.
Τούτη η λαμπρή νίκη γίνηκε αιτία να μη μπορέσουν οι Τούρκοι να κάνουν, το καλοκαίρι τού 1824, τίποτα τ’ αξιόλογο στη Ρούμελη.
Και σε λίγο, στις 14 τού Σεπτέμβρη, οι Έλληνες παρατάνε την άμυνα και περνάνε στην επίθεση. Μαζί τους είναι τώρα κι ο Καραϊσκάκης που έχει γυρίσει από τ’ Ανάπλι. Τράβηξαν να χτυπήσουν στον Παρνασσό το στρατόπεδο τού Περκόφτσαλη, που στ’ αναμεταξύ είχε ενισχυθεί με τέσσερεις χιλιάδες Αρβανίτες. Η μάχη στάθηκε δύσκολη και σκληρή, μα ξανά οι δικοί μας βγήκαν νικητές. «Έπεσον και από τους Έλληνας και επληγώθησαν ένδεκα. μεταξύ δε των πεσόντων ήτο και ο Γκιόκας Χορμοβίτης, αξιωματικός τού Καραϊσκάκη, ο οποίος, αν και κατεπολεμείτο προ ολίγου από τον Μαυροκορδάτον ως προδότης, καταπολεμεί τους Τούρκους, πιστός ων εις την θρησκείαν και εις την πατρίδα του»135.
Όσο για τον άλλο μεγάλο προδότη, τον Καραϊσκάκη, που αν και βαριά άρρωστος πήρε μέρος στη μάχη, «περιήλθεν εις τοιαύτην κατάστασιν, ώστε τον άφησαν, διότι ήτο αδύνατον να τον μεταφέρουν, εις την εκκλησίαν τού Προφήτου Ηλιού μεταξύ Σκάλας και Πάργιανης»136.
Πηγή: («Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 21» Β’ Έκδοση ‘Ν.ΒΟΤΣΗ’ 1977, σελ. 45-46, τόμ. ΙΙΙ), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Η επέτειος των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης έδωσε την αφορμή για πολλές νέες έρευνες και εκδόσεις.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...