
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΤΟ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» εἶναι ἕνα κείμενο, τὸ ὁποῖο περιλαμβάνεται στὸ «Τριώδιο» καὶ διαβάζεται τὴν Κυριακὴ τῆς ᾿Ορθοδοξίας, δηλαδὴ τὴν Αʹ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν.
Εἶναι γνωστὸ ὅτι διὰ μέσου τῶν αἰώνων παρουσιάσθηκαν διάφορες αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες ἠρνοῦντο τὴν ἀποκαλυπτικὴ ἐμπειρία καί, στὴν πραγματικότητα, χρησιμοποιώντας τὴν φιλοσοφία καὶ τὸν στοχασμό, ἀμφισβητοῦσαν τὴν ἀλήθεια τῆς ᾿Εκκλησίας πάνω σὲ διάφορα δογματικά θέματα.
Οἱ Πατέρες ποὺ συνεκρότησαν τὶς Συνόδους ἀντιμετώπισαν αὐτὲς τὶς πλάνες. Οἱ ἀποφάσεις τῶν Συνόδων πάνω σὲ δογματικὰ θέματα καλοῦνται «῞Οροι». Γενικότερα, κάθε ἀπόφαση τῶν Συνόδων καλεῖται «Συνοδικόν». ῎Ετσι, ἔχουμε τὸν Συνοδικὸ Τόμο καὶ τὸν Συνοδικὸ ῞Ορο καί, ὁπωσδήποτε, κάθε Σύνοδος ἔχει τὸ δικό της Συνοδικό.
Τὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» εἶναι οἱ ἀποφάσεις τῆς Ζʹ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ ἀναφέρονται στὴν προσκύνηση τῶν ἱερῶν Εἰκόνων. ῾Η ἀνάγνωσή τους τὴν Κυριακὴ τῆς ᾿Ορθοδοξίας ἔδωσε τὸν τίτλο «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας».
Βέβαια, πρέπει νὰ λεχθῆ ὅτι ἀργότερα στὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» προσετέθη καὶ ὁ ῞Ορος Πίστεως τῶν ῾Ησυχαστικῶν Συνόδων τοῦ 14ου αἰῶνος. ῎Ετσι, τὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» περιλαμβάνει τὶς ἀποφάσεις τόσο τῆς Ζʹ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅσο καὶ τῶν Συνόδων τοῦ 14ου αἰῶνος, οἱ ὁποῖες, ὅπως θὰ λεχθῆ πιὸ κάτω, ἔχουν ὅλα τὰ στοιχεῖα γιὰ νὰ χαρακτηρίζωνται καὶ νὰ θεωροῦνται ὡς Θʹ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος.
Θὰ ἐπιχειρηθῆ μιὰ ἀνάλυση τοῦ «Συνοδικοῦ τῆς ᾿Ορθοδοξίας» στὰ κεντρικά του σημεῖα. Δὲν θὰ εἶναι εὐρεῖα ἀνάλυση ὅλου τοῦ Συνοδικοῦ, ἀλλὰ θὰ τονισθοῦν τὰ κυριότερα, κατὰ τὴν γνώμη μου, σημεῖα, γιατὶ ἐκφράζουν τὸ ἦθος τῆς ᾿Εκκλησίας. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο, γιατὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα συνδέεται καὶ συντονίζεται μὲ τὶς ἀποφάσεις τῶν Πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας, ὅπως ἐκφράσθηκαν συνοδικῶς.
ΟΠΟΙΟΣ διαβάσει τὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας», θὰ διαπιστώση ἀμέσως ὅτι ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν ἀναθεματίζονται οἱ αἱρετικοί, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ ἐπευφημοῦνται οἱ ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ ῾Ομολογητές.
Γιὰ τοὺς πρώτους, ἀπὸ τὸ παριστάμενο λαὸ ἀναφωνεῖται τὸ «ἀνάθεμα» τρεῖς φορές· γιὰ τοὺς δεύτερους, ἀναφωνεῖται τὸ «αἰωνία ἡ μνήμη» τρεῖς φορὲς σὲ κάθε πρόταση.
Μερικοὶ σκανδαλίζονται ὅταν βλέπουν καὶ ἀκοῦν μιὰ τέτοια ἐνέργεια, κυρίως ὅταν ἀκοῦν τὸ «ἀνάθεμα». Τὸ θεωροῦν πολὺ σκληρὸ καὶ λέγουν ὅτι ἐκφράζεται μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο τὸ μισαλλόδοξο πνεῦμα ποὺ ἔχει ἡ ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία. ῞Ομως τὰ πράγματα δὲν ἑρμηνεύονται κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο.
Οἱ ἀναθεματισμοὶ δὲν μποροῦν νὰ θεωρηθοῦν ὡς φιλοσοφικὲς ἔννοιες καὶ ὡς μισαλλόδοξες καταστάσεις, ἀλλὰ ὡς ἰατρικὲς ἐνέργειες.
Πρῶτα-πρῶτα, οἱ αἱρετικοί, μὲ τὴν ἐπιλογὴ ποὺ ἔκαναν, κατέληξαν στὴν αἵρεση καὶ στὴν διαφοροποίηση ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας. Χρησιμοποιώντας τὴν Φιλοσοφία, ἀντετάχθησαν στὴν Θεολογία καὶ τὴν ᾿Αποκάλυψη. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο δείχνουν ὅτι ἀρρώστησαν καὶ στὴν πραγματικότητα ἀπεκόπησαν ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία.
῎Επειτα ὁ ἀφορισμός ἔχει τὴν ἔννοια τῆς ἐπισημοποιήσεως τοῦ ἀποχωρισμοῦ τοῦ αἱρετικοῦ ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μὲ τὴν πράξη τους αὐτὴ ἐπιβεβαιώνουν τὴν ἤδη ὑπάρχουσα κατάσταση, καὶ ἐκτός αὐτοῦ, βοηθοῦν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ προφυλάσσωνται ἀπὸ τὴν αἵρεση-ἀσθένεια.
Εἶναι χαρακτηριστικὸ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὰ Πρακτικὰ τῆς Συνεδρίας Δʹ τῆς Ζʹ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Εκεῖ λέγεται ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες ἐκπληρώνουν τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, νὰ θέτουν, δηλαδή, τὸν λύχνο τῆς θείας γνώσεως «ἐπὶ τὴν λυχνίαν» γιὰ νὰ λάμπη σὲ ὅλους ποὺ βρίσκονται στὴν οἰκία
καὶ νὰ μὴν τὸν κρύπτουν «ὑπὸ τὸν μόδιον». Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο βοηθοῦνται ὅσοι ὁμολογοῦν εὐσεβῶς τὸν Κύριο, νὰ βαδίζουν ἀπροσκόπτως τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες «πᾶσαν πλάνην αἱρετικῶν ἐξωθοῦσι καὶ τὸ σεσηπὸς μέλος, εἴπως ἀνίατα νοσεῖ, ἐκκόπτουσι· καὶ τὸ πτύον κατέχοντες, τὴν ἅλωνα καθαίρουσι καὶ τὸν σῖτον, ἢτοι τὸν τρόφιμον λόγον, τὸν στηρίζοντα καρδίαν ἀνθρώπου, ἀποκλείουσιν ἐν τῇ ἀποθήκῃ τῆς Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, τὸ δὲ ἄχυρον τῆς αἱρετικῆς κακοδοξίας ἔξω ρίψαντες κατακαίουσι πυρὶ ἀσβέστῳ»12.
῎Ετσι, οἱ αἱρετικοὶ εἶναι σεσηπότα μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀνίατα καὶ γι᾿ αὐτὸ ἐκκόπτονται ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας.
Μὲ αὐτὸ τὸ πρίσμα πρέπει νὰ ἐξετάζωνται οἱ αἱρετικοί. ῾Οπότε μπορεῖ κανεὶς νὰ δῆ τὴν φιλανθρωπία τῆς ᾿Εκκλησίας. Γιατί, ὅπως ἔχουμε τονίσει καὶ ἀλλοῦ, ὅταν κανεὶς διαθέτη λαθεμένη ἰατρικὴ διδασκαλία, τότε δὲν ὑπάρχουν θεραπευτικὰ ἀποτελέσματα, ὁπότε δὲν θεραπεύεται, δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ φθάση στὴν θεραπεία. Τὸ ἴδιο γίνεται μὲ τὰ δόγματα ἢ τὴν πλανεμένη διδασκαλία. Μιὰ λαθεμένη διδασκαλία, ἡ ὁποία στηρίζεται σὲ σφαλερὴ μεθοδολογία, δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ ὁδηγήση τὸν ἄνθρωπο στὴν θέωση.
Μέσα σ᾿ αὐτὰ τὰ πλαίσια πρέπει νὰ ἐξετάζεται τὸ γεγονὸς ὅτι τόσο οἱ ἀναθεματισμοὶ ὅσο καὶ οἱ ἐπευφημίες ἀναφέρονται σὲ συγκεκριμένα πρόσωπα, γιατὶ αὐτὰ τὰ συγκεκριμένα πρόσωπα
εἶναι ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα πλάθουν αὐτὲς τὶς διδασκαλίες καὶ στὴν συνέχεια ἀποκτοῦν ὀπαδούς.
Καί, μάλιστα, εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι γιὰ τοὺς αἱρετικοὺς χρησιμοποιοῦνται φοβερὰ ἐπίθετα. Πρέπει νὰ προσθέσουμε ὅτι τὰ φρικτὰ ἐπίθετα ποὺ χρησιμοποιοῦνται δὲν πρέπει νὰ ἐξετάζωνται ἀπὸ ἠθικὴ ἔννοια, ἄλλωστε πολλοὶ αἱρεσιάρχες ἦταν «ἠθικοὶ» ἄνθρωποι, ἀλλὰ ἀπὸ θεολογική. Θὰ ἤθελα στὴν συνέχεια νὰ δοῦμε μερικὰ τέτοια ἐπίθετα καὶ μερικοὺς χαρακτηρισμοὺς πολὺ ἐνδεικτικούς.
Τοὺς Εἰκονομάχους, ποὺ καταφέρονταν ἐναντίον τῶν ἱερῶν Εἰκόνων, τὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» τοὺς ὀνομάζει «φαυλιστὰς τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ», «τολμητὰς κατὰ τῆς εἰκόνος καὶ θρασεῖς, δειλοὺς καὶ πεφευγότας». Αὐτοὺς ποὺ ἄρχισαν τὴν αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας, στὴν ἐποχὴ τῶν ᾿Ισαύρων, τοὺς ὀνομάζει «ἀνιέρους καὶ ὁδηγοὺς ἀπωλείας». ῾Ο Γερόντιος ἀναθεματίζεται γιὰ «τὸν ἰὸν τῆς μυσαρᾶς αὐτοῦ αἱρέσεως… σὺν τοῖς διεστραμμένοις αὐτοῦ δόγμασι». ῾Η αἵρεση εἶναι ἀσθένεια καὶ ἡ αἱρετικὴ δογματικὴ δοξασία εἶναι διεστραμμένη, γιατὶ διαστρέφει τὴν ἀποκαλυπτικὴ ἀλήθεια τῆς ᾿Εκκλησίας. Δίδεται ἀναθεματισμὸς «τῷ φρυαξαμένῳ συνεδρίῳ κατὰ τῶν σεπτῶν Εἰκόνων».
῞Οπως ἐλέχθη, στὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» μνημονεύονται ὅλοι οἱ αἱρετικοί. Μὲ αὐτὸ φαίνεται ἀφ᾿ ἑνός μὲν ὅτι ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ χρησιμοποίησαν τὴν ἴδια μέθοδο καὶ στὴν οὐσία συμπίπτουν μεταξύ τους, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ ὅτι τόσο ἡ Ζʹ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ὅσο καὶ ἡ φερομένη ὡς Θʹ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους ὡς ἐκφραστὰς τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ ὡς συνέχεια τῶν προγενεστέρων Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
῾Ο ῎Αρειος ἀποκαλεῖται θεομάχος καὶ ἀρχηγὸς τῶν αἱρέσεων, ὁ Πέτρος ὁ Κναφεὺς παράφρων. ῾Ο ἴδιος χαρακτηρισμὸς «παράφρων» χρησιμοποιεῖται γιὰ πολλοὺς αἱρετικούς. Φυσικά, λέγονται παράφρονες ὄχι μὲ βιολογικὴ ἔννοια, ἀλλὰ κυρίως καὶ πρὸ παντὸς μὲ θεολογική. Τὸν Βαρλαὰμ καὶ τὸν ᾿Ακίνδυνο, ἀρχηγοὺς τῶν ἀντι-ησυχαστικῶν διδασκαλιῶν, καὶ ὅλους τοὺς ὀπαδούς των τοὺς ὀνομάζει πονηρὰ συμμορία.
᾿Αντίθετα, γιὰ τοὺς ὑπερμάχους τῶν ὀρθοδόξων διδασκαλιῶν χρησιμοποιοῦνται ἐπίθετα, ὅπως εὐσεβής, ἁγιώτατος, καὶ ἀοίδιμος.
Καὶ πάλι πρέπει νὰ σημειώσω, ὅτι ἡ αἵρεση ἀνατρέπει τὸν ἀληθινὸ τρόπο θεραπείας τοῦ ἀνθρώπου γιὰ νὰ φθάση στὴν θέωση. ῎Αν σκεφθοῦμε ὅτι θεραπεία εἶναι ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς, ὁ φωτισμὸς τοῦ νοῦ, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ πορευθῆ στὴν θέωση, τότε καταλαβαίνουμε ὅτι ἡ αἵρεση ἀνατρέπει αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο αἰωνίως ἀθεράπευτο, χωρὶς ἐλπίδα θεραπείας καὶ σωτηρίας.
ΔΕΝ εἶναι δυνατόν, βέβαια, νὰ ἀναλύσουμε καὶ νὰ ἑρμηνεύσουμε ὅλο τὸ περίφημο καὶ μεγάλης σημασίας «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας». ῾Ο ἀναγνώστης πρέπει νὰ τὸ διάβαση προσεκτικὰ καὶ
θὰ διαπιστώση τὴν σπουδαιότητά του. Θὰ ἤθελα ὅμως νὰ δοῦμε μερικὰ χαρακτηριστικὰ σημεῖα, τὰ ὁποῖα, νομίζω εἶναι ἡ βάση ὅλων ὅσων λέγονται στὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας», ἀλλὰ καὶ ἡ βάση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, καὶ εἶναι αὐτὰ ποὺ δείχνουν κατὰ πόσον διακατεχόμαστε ἀπὸ τὸ γνήσιο ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα.
῾Η καταδίκη τῆς Φιλοσοφίας
Σὲ ὅλο τὸ κείμενο τοῦ «Συνοδικοῦ τῆς ᾿Ορθοδοξίας» φαίνεται καθαρὰ ὅτι καταδικάζεται ἡ Φιλοσοφία. Καταδικάζεται τόσο ὁ τρόπος ποὺ χρησιμοποιεῖ ἡ Φιλοσοφία γιὰ νὰ μιλήση καὶ νὰ
παρουσιάση τὸν Θεό, ὅσο καὶ τὰ συμπεράσματα στὰ ὁποῖα καταλήγει. Καί, φυσικά, μιλώντας γιὰ Φιλοσοφία, ἐννοοῦμε τὴν μεταφυσική, ὅπως ἀναπτύχθηκε ἀπὸ τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν ᾿Αριστοτέλη καὶ ἀπὸ ἄλλους μεταγενεστέρους φιλοσόφους. Θὰ δοῦμε ποιές αἱρετικὲς διδασκαλίες ἀφορίζονται καὶ ἀποβάλλονται.
᾿Αφορίζονται ὅσοι δέχονται τὰ δυσσεβῆ δόγματα τῶν ῾Ελλήνων, δηλαδὴ τῶν εἰδωλολατρῶν, ποὺ ἀναφέρονται στὴν δημιουργία τοῦ κόσμου καὶ στὶς ἀνθρώπινες ψυχές, καὶ τὰ ἀναμειγνύουν μὲ τὴν διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας.
Λέγεται χαρακτηριστικά:
«Τοῖς εὐσεβεῖν μὲν ἐπαγγελομένοις τὰ τῶν ῾Ελλήνων δὲ δυσσεβῆ δόγματα τῇ ᾿Ορθοδόξῳ καὶ Καθολικῇ ᾿Εκκλησίᾳ, περί τε ψυχῶν ἀνθρωπίνων, καὶ οὐρανοῦ, καὶ γῆς, καὶ τῶν ἄλλων κτισμάτων, ἀναιδῶς ἢ μᾶλλον ἀσεβῶς ἐπεισάγουσιν, ἀνάθεμα».
Πρέπει νὰ σημειωθῆ ὅτι ἀναθεματίζονται ὅσοι δέχονται μὲν τὰ δόγματα τῶν ῾Ελλήνων, ἀλλὰ παρουσιάζονται ὡς εὐσεβεῖς.
Φαίνεται ὅτι καὶ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ὑπῆρχαν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι κατὰ τὰ ἄλλα προσποιοῦνταν τὸν εὐσεβῆ, εἶχαν καλοὺς τρόπους συμπεριφορᾶς, ὅμως δὲν παραδέχονταν τὴν δογματικὴ
διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας.
Βέβαια, δὲν ἀφορίζονται αὐτὰ καθ᾿ ἑαυτὰ τὰ ἔργα τῶν φιλοσόφων, ἀλλὰ ἡ προτίμηση τῶν φιλοσοφικῶν διδασκαλιῶν σὲ βάρος τῆς Πίστεως, καὶ ἡ χρησιμοποίηση τῆς Φιλοσοφίας γιὰ τὴν ἀλλοίωση τῆς ἀλήθειας τῆς ᾿Εκκλησίας. Δὲν ἀπαγορεύεται ἡ μελέτη τῶν ἔργων τῶν ἀρχαίων ῾Ελλήνων, δηλαδὴ τῶν εἰδωλολατρῶν, ἀλλὰ κατηγοροῦνται οἱ Χριστιανοὶ ποὺ ἀκολουθοῦν καὶ παραδέχονται τὶς μάταιες θεωρίες τους.
Λέγεται: ἀνάθεμα «τοῖς τὰ ῾Ελληνικὰ δεξιοῦσι μαθήματα, καὶ μὴ διὰ παίδευσιν μόνον ταῦτα παιδευομένοις, ἀλλὰ καὶ ταῖς δόξαις αὐτῶν ταῖς ματαίαις ἑπομένοις». Καὶ, ὅπως λέγαμε προηγουμένως, κατηγοροῦνται καὶ ἀναθεματίζονται ὅσοι προτιμοῦν «τὴν μωρὰν τῶν ἔξωθεν φιλοσόφων λεγομένην σοφίαν» ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία.
Τὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» δὲν παραμένει σὲ θεωρητικὸ ἐπίπεδο, ἀλλὰ προχωρεῖ καὶ σὲ συγκεκριμένα θέματα, τὰ ὁποῖα καταδικάζει. Καί, ὅπως θὰ διαπιστωθῆ, ἀναφέρεται σὲ βασικὲς
διδασκαλίες τῆς Φιλοσοφίας, τῆς λεγομένης μεταφυσικῆς. Μεταξὺ αὐτῶν εἶναι καὶ ἡ διδασκαλία Πλάτωνος περὶ ἰδεῶν.
Σύμφωνα μὲ αὐτὴν τὴν ἀντίληψη, ὑπάρχουν οἱ ἰδέες καὶ ὅλος ὁ κόσμος εἶναι ἡ ἀντιγραφὴ αὐτῶν τῶν ἰδεῶν ἢ πτώση ἀπὸ τὶς ἰδέες αὐτές. Κατὰ τὸν Πλάτωνα, ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἔγκειται στὸ νὰ ἐπιστρέψη ἡ ψυχὴ στὸν κόσμο τῶν ἰδεῶν. Οἱ ἅγιοι Πατέρες στὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» καταδικάζουν αὐτὴν τὴν ἄποψη καὶ τοὺς δεχομένους «τὰς Πλατωνικὰς ἰδέας, ὡς ἀληθεῖς».
Οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι πίστευαν ὅτι ἡ ὕλη εἶναι ἄναρχος καὶ ὅλα τὰ κτίσματα εἶναι ἀΐδια καὶ ἄναρχα καί, βεβαίως, ἡ ὕλη εἶναι συνάναρχος μὲ τὸν Δημιουργὸ τοῦ κόσμου. Οἱ δεχόμενοι αὐτὰ καταδικάζονται: «Τοῖς τὴν ὕλην ἄναρχον, καὶ τὰς ἰδέας, ἢ συνάναρχον τῷ Δημιουργῷ πάντων καὶ Θεῷ δογματίζουσι, καὶ ὅτι περ οὐρανὸς καὶ γῆ, καὶ τὰ λοιπὰ τῶν κτισμάτων ἀΐδιά τέ εἰσι καὶ ἄναρχα, καὶ διαμένουσιν ἀναλλοίωτα… ἀνάθεμα». Η ὕλη καὶ ὁ κόσμος δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δὲν παραμένουν ἀναλλοίωτα.
᾿Αλλὰ καὶ στὸ θέμα τῆς δημιουργίας ὑπάρχει διαφοροποίηση τῆς Φιλοσοφίας ἀπὸ τὴν Θεολογία. Βασικὴ διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι ὅτι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε ἐκ τοῦ μηδενός, «ἐκ τοῦ μὴ ὄντος», ἐκ «μὴ ὑπαρχούσης ὕλης». Αὐτὴ ἡ διδασκαλία κλονίζει ὅλα τὰ θεμέλια τῆς Φιλοσοφίας. ῾Η Φιλοσοφία πίστευε, ὅπως ἀναφέραμε, ὅτι ἡ ὕλη εἶναι ἀΐδιος. ῎Ετσι, καταδικάζονται ἀπὸ τὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» ὅσοι δέχονται ὅτι «οὐκ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος τὰ πάντα ἐγένετο».
Καὶ στὸ θέμα τῆς ψυχῆς ὑπάρχει διαφοροποίηση τῆς Φιλοσοφίας καί, ἑπομένως, καταδικάζονται ὅσοι δέχονται τὶς ἀπόψεις της. Οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι πίστευαν στὴν προΰπαρξη τῆς ψυχῆς, στὶς μετεμψυχώσεις καὶ στὸ ὅτι ὑπάρχει τέλος τῆς ψυχῆς, ὅτι, δηλαδή, κάποτε θὰ πεθάνη ἡ ψυχή. Τέτοιες διδασκαλίες εἰσεχώρησαν καὶ σὲ μερικοὺς θεολόγους τῆς ᾿Εκκλησίας, γι᾿ αὐτὸ καὶ καταδικάζονται. ᾿Αναθεματίζονται ὅσοι δέχονται «ὅτι προΰπαρξίς ἐστι τῶν ψυχῶν» καὶ ὅσοι δέχονται ἀκόμη «τὰς μετεμψυχώσεις τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν, ἢ καὶ ὁμοίως τοῖς ἀλόγοις ζῴοις ταύτας ἀπόλλυσθαι, καὶ εἰς τὸ μηδὲν χωρεῖν δεχομένοις», καὶ γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ἀθετοῦν «ἀνάστασιν, κρίσιν, καὶ τὴν τελευταίαν τῶν βεβιωμένων ἀνταπόδοσιν». ᾿Επίσης καταδικάζονται καὶ ὅσοι ὑποστηρίζουν ὅτι οἱ ἄνθρωποι μὲ ἄλλα σώματα θὰ ἀναστηθοῦν καὶ θὰ κριθοῦν «καὶ οὐχὶ μεθ᾿ ὧν κατὰ τὸν παρόντα βίον ἐπολιτεύσαντο».
Παράλληλα μὲ αὐτά, καταδικάζονται καὶ ὅσοι δέχονται τὴν δοξασία τῶν φιλοσόφων ὅτι θὰ ὑπάρξη ἀποκατάσταση τῶν πάντων, δηλαδή, «ὅτι τέλος ἐστὶ τῆς κολάσεως ἤ ἀποκατάστασις
αὖθις τῆς κτίσεως, καὶ τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων».
῞Οπως ὑπάρχουν καὶ σήμερα, ἔτσι ὑπῆρχαν καὶ τότε ἄνθρωποι ποὺ ὑπερτιμοῦσαν τοὺς φιλοσόφους ἔναντι τῶν Πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας, τοὺς θεωροῦσαν ἀνώτερους καὶ γι᾿ αὐτὸ δέχονταν τὶς διδασκαλίες τους. ῞Οσοι, λοιπόν, διδάσκουν ὅτι οἱ φιλόσοφοι, οἱ ὁποῖοι καταδικάστηκαν ἀπὸ ὅλες τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους «κρείττονες εἰσὶ κατὰ πολύ, καὶ ἐνταῦθα, καὶ ἐν τῇ μελλούση κρίσει» τῶν ἁγίων Πατέρων, καὶ ὅσοι ἀποβάλλουν τὶς διδασκαλίες τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ τὰ Πρακτικὰ τῶν Οἰκουμενικῶν
Συνόδων, καθὼς ἐπίσης καὶ ὅσοι δὲν ἐκλαμβάνουν ὀρθὰ τὶς διδασκαλίες τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ προσπαθοῦν «παρερμηνεύειν τε καὶ περιστρέφειν» αὐτές, ἀναθεματίζονται. Γιατὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες εἶναι φορεῖς τῆς Παραδόσεως, ἐμπνέονται ἀπὸ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα.
᾿Αναφέραμε προηγουμένως ὅτι ὅλοι οἱ φιλόσοφοι εἶχαν μιὰ ἰδιαίτερη μέθοδο ποὺ διακρινόταν ἀπὸ τὴν μεθοδολογία τῶν ἁγίων Πατέρων. Οἱ φιλόσοφοι χρησιμοποιοῦσαν τὴν λογικὴ καὶ τὴν
φαντασία γιὰ νὰ ἑρμηνεύσουν αὐτὰ τὰ θέματα, ἐνῶ οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔφθασαν στὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ τὴν θέωση καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο παρέλαβαν τὴν ᾿Αποκάλυψη. ῾Η ἐσφαλμένη μέθοδος τῶν φιλοσόφων, καθὼς ἐπίσης καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὴν χρησιμοποιοῦν, καταδικάζονται ἀπὸ τὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας». ᾿Αντίθετα, ἐπαινεῖται ἡ καθαρὰ πίστη καὶ ἡ ἁπλὴ καὶ ὁλόψυχος καρδία.
Γράφεται συγκεκριμένα:
«Τοῖς μὴ πίστει καθαρᾷ, καὶ ἁπλῇ καὶ ὁλοψύχῳ καρ- δίᾳ τὰ τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν καὶ Θεοῦ, καὶ τῆς ἀχράντως αὐτὸν τεκούσης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, καὶ τῶν λοιπῶν ῾Αγίων ἐξαίσια θαύματα δεχομένοις, ἀλλὰ πειρωμένοις, ἀποδείξεσι καὶ λόγοις σοφιστικοῖς, ὡς ἀδύνατα διαβάλλειν, ἢ κατὰ τὸ δοκοῦν αὐτοῖς παρερμηνεύειν, καὶ κατὰ τὴν ἰδίαν γνώμην συνιστᾶν, ἀνάθεμα».
῞Οταν στηρίζεται κανεὶς μόνον στὴν λογικὴ καὶ στὴν φαντασία, τότε βρίσκεται σὲ λαθεμένη πορεία. Καί, ἂν παρατηρήσουμε προσεκτικά, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ ἀκολούθησαν αὐτὸν τὸν δρόμο. Προσπάθησαν μὲ τὴν λογικὴ καὶ τὴν φαντασία καὶ μὲ τὴν χρησιμοποίηση τῆς Φιλοσοφίας νὰ ἀναλύσουν καὶ νὰ κατανοήσουν ὅλα τὰ δόγματα τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Αντίθετα, οἱ ἅγιοι Πατέρες χρησιμοποίησαν ἄλλη μέθοδο, ποὺ εἶναι ὁ λεγόμενος ῾Ησυχασμός, ὁ ὁποῖος συνίσταται στὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, στὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ τὴν θέωση.
Λέγοντας ὅλα αὐτά, πάλι πρέπει νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι οἱ φιλόσοφοι στὴν ἐποχή τους ἔκαναν μεγάλη προσπάθεια γιὰ νὰ ἑρμηνεύσουν μερικὰ πράγματα ποὺ ζητοῦσαν λύση. ῞Ομως ἐκεῖνο
ποὺ μποροῦμε νὰ παρατηρήσουμε εἶναι ὅτι χρησιμοποίησαν ἄλλη μέθοδο καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀστόχησαν.
Μὲ ὅσα λέγονται στὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» δὲν προτρεπόμαστε νὰ σταματήσουμε νὰ μελετοῦμε τὰ συγγράμματα τῶν φιλοσόφων καὶ τῶν ἀρχαίων ῾Ελλήνων, ἀλλὰ νὰ μὴ χρησιμοποιοῦμε τόσο τὴν μέθοδό τους, ποὺ συνίσταται στὸν στοχασμὸ καὶ τὴν λογικοκρατία, ὅσο καὶ νὰ μὴν δεχόμαστε τὶς δοξασίες τους, γιατὶ ἀλλοιώνουν τὴν ὀρθόδοξη Πίστη.
Οἱ θεωρίες περὶ ἰδεῶν, περὶ ἀνάρχου καὶ ἀϊδίου ὕλης περὶ αἰωνιότητος τοῦ κόσμου, περὶ προϋπάρξεως τῶν ψυχῶν, περὶ μετεμψυχώσεως ἤ μετενσαρκώσεως, περὶ δημιουργίας τοῦ κόσμου ἐξ ὑπαρχούσης ὕλης, περὶ ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων κ.λ.π. κλονίζουν τὶς διδασκαλίες τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ ἀναιροῦν τὴν ᾿Αποκάλυψη.
ΟΠΟΙΟΣ μελετήσει τὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας», ὅταν φθάση στὰ κεφάλαια ποὺ ἀναφέρονται στὴν αἵρεση τοῦ Βαρλαὰμ καὶ τοῦ ᾿Ακινδύνου, θὰ παρατήρηση ἀσφαλῶς ὅτι ἕξι φορὲς ὑπάρχει ἡ φράση:
«κατὰ τὰς τῶν ῾Αγίων θεοπνεύστους θεολογίας καὶ τὸ τῆς ᾿Εκκλησίας εὐσεβὲς φρόνημα».
Καὶ μάλιστα θὰ παρατήρηση ὅτι, ἀντικρούοντας ἡ Σύνοδος ὅλες τὶς αἱρετικὲς θέσεις τοῦ Βαρλαὰμ καὶ τοῦ ᾿Ακινδύνου καὶ ἀναφέροντας τὴν διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας πάνω στὸ συγκεκριμένο θέμα, χρησιμοποιεῖ τὴν ἴδια φράση. Καταδικάζονται οἱ αἱρετικοί, ἐπειδὴ δὲν πιστεύουν καὶ δὲν ὁμολογοῦν «κατὰ τὰς τῶν ῾Αγίων θεοπνεύστους θεολογίας καὶ τὸ τῆς ᾿Εκκλησίας εὐσεβὲς φρόνημα».
Πρέπει νὰ παρατηρήσουμε ὅτι οἱ θεολογίες τῶν ῾Αγίων χαρακτηρίζονται θεόπνευστες. Καί, βέβαια, ἡ θεοπνευστία συνδέεται μὲ τὴν ᾿Αποκάλυψη. Οἱ ῞Αγιοι βίωσαν τὸν Θεό, ἀπέκτησαν ἐμπειρία τῆς θείας Χάριτος, γνώρισαν προσωπικὰ τὸν Θεό, ἔφθασαν στὴν Πεντηκοστή, παρέλαβαν τὴν ᾿Αποκάλυψη καὶ γι᾿ αὐτὸ χαρακτηρίζονται θεόπνευστοι καὶ ἀπλανεῖς Διδάσκαλοι τῆς ᾿Εκκλησίας.
᾿Ιδιαιτέρως πρέπει νὰ ὑπογραμμίσουμε τὴν μέθοδο, τὴν ὁποία χρησιμοποίησαν καὶ τὸν τρόπο, τὸν ὁποῖο βίωσαν γιὰ νὰ γίνουν κατὰ Χάριν θεόπνευστοι. Αὐτὸς ὁ τρόπος εἶναι ὁ ῾Ησυχασμός, ὁ ὁποῖος συγκεκριμενοποιεῖται στὰ τρία στάδια τῆς πνευματικῆς τελειώσεως, ποὺ εἶναι ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς, ὁ φωτισμὸς τοῦ νοῦ καὶ ἡ θέωση.
Αὐτοὶ οἱ θεούμενοι καὶ θεόπνευστοι ῞Αγιοι εἶναι οἱ Προφῆτες στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, οἱ ᾿Απόστολοι καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες. Γι᾿ αὐτὸ τὸ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» λέγει:
«οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ ᾿Απόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ ᾿Εκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν».
῾Υπάρχει, ἑπομένως, ταυτότητα ἐμπειριῶν μὲ ὅλους τοὺς ῾Αγίους, ἀκριβῶς γιατὶ ἀκολούθησαν τὸν ἴδιο τρόπο, βίωσαν ὅλο τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, ποὺ εἶναι ἡ φυγή μας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἡ
φυγὴ τῆς ἁμαρτίας ἀπὸ μέσα μας καὶ ἡ ἄνοδος στὴν θεωρία του Θεοῦ.
᾿Ακόμη, ἡ θεόπνευστη διδασκαλία τῶν ῾Αγίων συνδέεται στενὰ μὲ τὸ τῆς ᾿Εκκλησίας εὐσεβὲς φρόνημα. Η ᾿Εκκλησία γεννᾶ τοὺς ῾Αγίους καὶ οἱ ῾Αγιοι ἐκφράζουν τὸ εὐσεβὲς φρόνημα τῆς ᾿Εκκλησίας. Δὲν νοοῦνται ῞Αγιοι ἔξω ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία καὶ δὲν νοοῦνται ῞Αγιοι, οἱ ὁποῖοι ἔχουν αἱρετικές καὶ λαθεμένες ἀπόψεις πάνω σὲ σοβαρὰ θεολογικὰ ζητήματα.
Μέσα στὴν ᾿Εκκλησία, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὑπάρχουν «οἱ πείρᾳ μεμυημένοι» καὶ αὐτοὶ ποὺ ἀκολουθοῦν καὶ σέβονται αὐτοὺς τοὺς πεπειραμένους. ῎Ετσι, ἂν δὲν ἔχουμε δική μας πείρα στὰ θέματα αὐτά, πρέπει, ὁπωσδήποτε, νὰ ἀκολουθοῦμε τὴν διδασκαλία τῶν θεοπτῶν, θεουμένων καὶ πεπειραμένων ῾Αγίων. Μόνον ἔτσι ἔχουμε ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα καὶ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση. Διαφορετικὰ ἀνοίγουμε τὸν δρόμο γιὰ τὴν αὐτοκαταστροφή.
Πρέπει συνεχῶς νὰ πιστεύουμε καὶ νὰ ὁμολογοῦμε «κατὰ τὰς τῶν ῾Αγίων θεοπνεύστους θεολογίας καὶ τὸ τῆς ᾿Εκκλησίας εὐσεβὲς φρόνημα».
* * *
ΤΟ «Συνοδικὸν τῆς ᾿Ορθοδοξίας» εἶναι ἕνα ὑπέροχο πολὺ συνοπτικὸ κείμενο, ποὺ εἶναι περίληψη ὅλης τῆς ὀρθόδοξης διδασκαλίας τῆς ᾿Εκκλησίας μας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ᾿Εκκλησία τὸ ἐνέταξε μέσα στὴν λατρεία Της, τὴν Κυριακὴ τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ διαβάζεται σὲ στάση προσοχῆς καὶ προσευχῆς. Εἶναι κείμενο ἱερό. Καὶ πρέπει νὰ προσαρμόζουμε ὅλη μας τὴν σκέψη καὶ πρὸ παντὸς τὴν ζωή μας σ᾿ αὐτό.
Χρειάζεται νὰ τὸ μελετοῦμε ἐπισταμένως γιὰ νὰ γνωρίζουμε σὲ τὶ συνίσταται ἡ ὀρθόδοξη Πίστη καὶ ἡ ὀρθόδοξη Ζωή. Καὶ πραγματικὰ ἡ ὀρθόδοξη βιοτὴ εἶναι ἀπηλλαγμένη ἀπὸ σχολαστικισμοὺς καὶ ἠθικισμούς. Εἶναι ἡσυχαστικὴ καὶ θεολογική.
῾Η θετικὴ ἢ ἀρνητικὴ στάση στὸ κείμενο αὐτὸ δείχνει κατὰ πόσο διαπνεόμαστε ἀπὸ τὸ ὀρθόδοξο ἐκκλησιακτικὸ φρόνημα ἤ κατὰ πόσο διακατεχόμαστε ἀπὸ τὸν σχολαστικισμό.
Εἴμαστε ἐκκλησιαστικοὶ ὅσο εἴμαστε ἁγιοπατερικοί
Πηγή: Ἐν Τούτῳ Νίκα
Τι είναι ανάθεμα;
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι ανάθεμα λέγεται εκείνο, που χωρίζεται από τον Θεό και την Εκκλησία των Χριστιανών, και αφιερώνεται στον διάβολο. Κανένας δεν τόλμα να συναναστραφεί και να συγκοινωνήσει με εκείνον τον άνθρωπο, που έχει χωρισθεί από τον Θεό και την Εκκλησία και έχει γίνει ανάθεμα στον διάβολο, αλλά όλοι οι πιστοί χωρίζονται απ’αυτόν. 1
Προς στήριξη της παραπάνω θέσεως φέρνει ο άγιος Νικόδημος την μαρτυρία του θείου Χρυσοστόμου 2, ο οποίος αναφερόμενος στο ανάθεμα, λέγει: «Τι άλλο θέλει να ειπή το ανάθεμα οπού λέγεις, άνθρωπε, πάρεξ, ας αφιερωθή ούτος εις τον διάβολον και πλέον ας μην έχη χώραν σωτηρίας, ας γένη αποξενωμένος από τον Χριστόν». Το ανάθεμα παντελώς χωρίζει και αποκόπτει τον άνθρωπο από τον Χριστό. Ερμηνεύοντας, επίσης, ο ιερός Χρυσόστομος το 23ο κεφάλαιο των Πράξεων 3 και συγκεκριμένα το χωρίο, όπου λέγεται ότι ανεθεμάτισαν τον εαυτό τους οι τεσσαράκοντα εκείνοι Ιουδαίοι, εάν δεν θανατώσουν τον Απ. Παύλο, σημειώνει τα εξής: «Τι εστιν ανεθεμάτισαν, αντί του έξω είναι της εις Θεόν πίστεως είπον, ειμή το δόξαν κατά Παύλου ποιήσαιεν».
Προς επικύρωση των θέσεών του ο άγιος Νικόδημος επικουρείται και από τον Άγιο Ταράσιο Πατριάρχη Κων/λεως, ο οποίος στον απολογητικό της Ζ΄ αγίας και Οικουμενικής Συνόδου αναφέρει: «Δεινόν είναι το ανάθεμα, επειδή μακράν του Θεού ποιεί τον άνθρωπον και από την βασιλείαν των ουρανών εκδιώκει και πέμπει αυτόν εις το σκότος το εξώτερον» 4.
Ο Απόστολος Παύλος λέγει: «ει τις ου φιλεί τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, είτω ανάθεμα» 5. Όλοι όσοι πολιτεύονται έξω από την αποστολική διδασκαλία και παράδοση του θείου Παύλου, δεν αγαπούν εν αληθεία τον Κύριο. Και όλοι όσοι δεν αγαπούν εν αληθεία τον Κύριο αυτοί είναι ανάθεμα, δηλαδή χωρισμένοι από τον Κύριο. Και ο Θεοδώρητος λέει: «Ας είναι χωρισμένος από το κοινόν σώμα της Εκκλησίας, όποιος χριστιανός δεν έχει θερμήν αγάπην εις τον δεσπότην Χριστόν» 6.
Ο όρος «ανάθεμα» αναφέρεται από τον Απόστολο Παύλο και στην προς Γαλάτας επιστολή εναντίον εκείνων, που ευαγγελίζονται έξω από τα παραδεδομένα: «αλλά και αν ημείς η άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζεται υμίν παρ’ό ευαγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω»7.
Όπως ευστόχως επισημαίνει ο αγωνιστής και ομολογητής Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.κ. Σεραφείμ, «τα αναθέματα εν τη Εκκλησία δεν αποτελούν εκφράσεις οργής η κατάρας η ύβρεως, αλλά πανηγυρικάς διακηρύξεις, ότι οι συγκεκριμένοι δεν ανήκουν στο σώμα της Εκκλησίας και ο λαός του Θεού καλείται να επιτείνει την προσοχή του εις αυτό και να μην συμφύρεται μετά των αναθεματιζομένων, δια να μην απολέση την υγιαίνουσα διδασκαλία, άνευ της οποίας δεν υφίσταται σωτηρία. Επομένως, τα αναθέματα αποτελούν ειδικότερα στην σημερινή εποχή της ομογενοποιήσεως και του συγκρητισμού, έξοχο αμυντικό μηχανισμό και παιδαγωγικό τρόπο δια την διασφάλιση της Ορθοδόξου αυτοσυνειδησίας και αληθείας…» 8. Σύμφωνα δε με τον ομότιμο καθηγητή της Πατρολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ αιδεσιμολογιώτατο πρωτοπρεσβύτερο π. Θεόδωρο Ζήση, τα αναθέματα αποτελούν ποιμαντικό μέτρο αγάπης 9. Οι άγιοι Πατέρες, όταν στις Συνόδους αναθεμάτιζαν τους αιρετικούς, δεν το έκαμαν από μίσος προς αυτούς, αλλά με πόνο ψυχής απέκοπταν αυτούς «ως ανιάτως νοσήσαντας», από το Σώμα της Εκκλησίας, όπως ακριβώς ο χειρουργός αποκόπτει το σεσηπώς και νεκρό μέλος του σώματος, για να μην μεταδοθεί η σήψις και στο υπόλοιπον σώμα.
Ανάθεμα, λοιπόν, έχουμε κυρίως, όταν υπάρχει αίρεση. Μερικοί, όμως, νομίζουν ότι τα αναθέματα είναι κάποιες απλές κουβέντες. Δεν είναι έτσι. Ο αναθεματισμός είναι ο αποχωρισμός, η αποκοπή με δυσμενείς εκφράσεις από το κοινό Σώμα της Εκκλησίας. Γιατί, η αίρεση είναι η διάσπαση αυτής της θεανθρωπίνης κοινωνίας μέσα στο κοινό Σώμα της Εκκλησίας και γι’αυτόν ακριβώς τον λόγο καταδικάζεται και αναθεματίζεται από τις Οικουμενικές Συνόδους.
Πολλές φορές, όταν λέγονται αυτά τα πράγματα, αλλά και όταν διαβάζονται – αν διαβάζονται – τα αναθέματα την Κυριακή της Ορθοδοξίας, οι πιο αυθόρμητοι σοκάρονται και λένε : «Ε, τώρα, που ζούμε; Στον Μεσαίωνα; Μιλάμε για αναθεματισμούς και αφορισμούς; Αυτά δεν είναι πράγματα, που αρμόζουν στην Εκκλησία». Αυτή η νοοτροπία έχει επηρεάσει πολλούς. Νομίζουν δηλ. ότι η Εκκλησία είναι συνεχώς μόνο σιρόπια, λουκούμια και γλυκίσματα. Αυτοί, όμως, οι άνθρωποι είναι άγευστοι. Δεν έχουν καταλάβει τι είναι Ορθοδοξία. Δεν έχουν καταλάβει ότι αυτό το Σώμα είναι αγαπητικό. Αν δεν υπάρχει αυτή η αγάπη του Θεού, η οποία «εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών» 10 , τότε η έλλειψη αγάπης σημαίνει την αποστασιοποίηση. Γιατί, όταν κάποιος αγαπά πολύ κάτι, έρχεται σε αγαπητική σχέση μ’αυτό. Όταν, όμως, αποστασιοποιείται, όχι μόνο περιστασιακώς, αλλά και θεσμικώς, τότε η Εκκλησία του βεβαιώνει, μ’ένα θεσμικό τρόπο, αυτό, που έχει πάθει. Η Εκκλησία, όταν λέει σε κάποιον «ανάθεμα», ουσιαστικά του πιστοποιεί, του δίνει την ληξιαρχική πράξη, την πιστοποίηση αυτού του γεγονότος, που έχει υποστεί. Αυτό, όμως, σήμερα δεν γίνεται κατανοητό, ακόμη και από τα υψηλά κλιμάκια. Και δεν γίνεται κατανοητό, επειδή δεν βιώνεται. Δεν βιώνεται, επειδή δεν υπάρχει η προϋπόθεση της καθαρότητος, την οποία οι πολλοί υστερούνται. Η Εκκλησία είναι μια ζωντανή πραγματικότητα. Όταν ο πιστός έχει καθαρότητα, τότε έχει σχέση με την Εκκλησία, νιώθει την αγάπη του Θεού και την εκφράζει. Εξ αιτίας αυτής της ελλείψεως βιωματικής εμπειρίας φθάνουμε στο σημείο να λέγεται ότι «τα αναθέματα και οι αφορισμοί δεν ισχύουν σήμερα. Θα τ’αλλάξουμε. Ζούμε σε άλλη εποχή». Ο άνθρωπος, όμως, παραμένει πάντα ο ίδιος και αλλοίμονο αν δεν ήταν έτσι. Ο Χριστός μία φορά εκπλήρωσε το μέγα της ευσεβείας μυστήριον για όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών. «Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» 11 .
Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό ότι, όταν παραβιάζεται η αγαπητική σχέση, τότε υπάρχει ο αφορισμός, με τον οποίο η Εκκλησία επικυρώνει την προϋπάρχουσα κατάσταση.
Ολ’ αυτά, τα οποία σήμερα ηχούν φονταμενταλιστικά, για τους πιστούς μέσα στην Εκκλησία είναι σημεία, τα οποία συμπυκνώνουν την αγάπη. Είναι τέτοια, ώστε να οριοθετούν και να σημειώνουν ότι η αγαπητική σχέση μέσα στα πλαίσια της Εκκλησίας δεν είναι κάτι το δευτερεύον η το τριτεύον, αλλά είναι το ουσιώδες συστατικό της. Αυτά τα πράγματα τα εξέφρασε η Εκκλησία με τον ίδιο δυναμισμό, όταν θέλησε να εκφράσσει την ακοινωνησία, με την οποία δίνει την ληξιαρχική πράξη ότι κάποιος έχει πεθάνει από πλευράς αγαπητικής. Αυτό το Σώμα, μέσα στο οποίο ανήκουμε και θεολογούμε είναι μυστηριακό μεν, αγαπητικό δε. Αν δεν υπάρχει αυτή η αγαπητική σχέση και αυτός ο αγαπητικός πόθος, που να εκφράζεται και στην πράξη, τότε διαψεύδεται.
Το Συνοδικό της Ορθοδοξίας
Σκοπός της καθιερώσεως της εορτής της Κυριακής της Ορθοδοξίας από τους τότε ομολογητές επισκόπους και μοναχούς, όπως μας λέει το Συναξάρι της εορτής 12, ήταν το να ανακηρυχθούν ονομαστικά και να επαινεθούν οι ευσεβείς και ορθόδοξοι, ενώ αντιθέτως οι ασεβείς και κακόδοξοι να κατακριθούν και να αναθεματιστούν ονομαστικά, όχι βεβαίως από κακία, εμπάθεια και μίσος εναντίον των αιρετικών, αλλά από παιδαγωγική και ποιμαντική φροντίδα και αγάπη, ώστε οι μεν αιρετικοί ελεγχόμενοι να μετανοήσουν και να αποκηρύξουν την πλάνη, να προφυλαχθούν δε κυρίως οι υπόλοιποι πιστοί από το να ακολουθήσουν την πλάνη. Οι Πατέρες και οι Άγιοι είχαν πραγματική και ειλικρινή αγάπη, και όχι την ψευτοειρήνη και την ψευτοαγάπη των σημερινών υποκριτών, που ενοχλούνται από τα αναθέματα και παρουσιάζονται έτσι καλύτεροι των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων, οι οποίοι από αγάπη ελέγχουν και παιδαγωγούν 13.
Το Συνοδικό της Ορθοδοξίας γράφτηκε για πρώτη φορά το 843 από τους αγίους πατέρες της Ζ΄ αγίας και Οικουμενικής Συνόδου μετά το τέλος της δευτέρας φάσεως της εικονομαχίας και περιελάμβανε αναθέματα για όλους τους αιρετικούς από τον Άρειο μέχρι και τους εικονομάχους. Από τον 9ο αιώ. και μετά έκαναν την εμφάνισή τους κι άλλες αιρέσεις, ιδίως η αιρετική παρασυναγωγή του Παπισμού, οπότε η Εκκλησία απεφάσισε τον 14ο αιώ. να εμπλουτίσει το Συνοδικό της Ορθοδοξίας με νέα αναθέματα, οπότε προστέθηκαν τα «Κεφάλαια κατά Βαρλαάμ και Ακινδύνου», με τα οποία αναθεματίζεται, στα πρόσωπα του Βαρλαάμ Καλαβρού και του Γρηγορίου Ακινδύνου, η αίρεση του Παπισμού. Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι το Συνοδικό της Όρθοδοξίας είναι αναπροσαρμοζόμενο και ότι η προσθήκη καινούργιων αναθεμάτων ήταν και είναι συνήθης τακτική της Εκκλησίας. Επομένως, δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε τους αγίους Πατέρες ότι δήθεν είναι πάνω από την Εκκλησία, δεν κάνουν υπακοή, διότι προσέθεσαν νέα αναθέματα.
Αυτή, λοιπόν, η συνήθης εκκλησιαστική τακτική προτείνεται να ακολουθείται, όταν την Κυριακή της Ορθοδοξίας συνίσταται να εκφωνούνται όχι μόνο τα παλαιά αναθέματα, αλλά προαιρετικώς και τα νέα αναθέματα εναντίον του Σιωνισμού, του Μουσουλμανισμού, του Ιουδαϊσμού, του Προτεσταντισμού, του Αγγλικανισμού, του Λουθηροκαλβινισμού, του Παπισμού, του αιρεσιάρχου Πάπα Ρώμης, του Νεοβαρλααμισμού, του Ιεχωβισμού, του Χιλιασμού, του Πεντηκοστιανισμού, της μεταπατερικής, νεοπατερικής, και συναφειακής αιρέσεως και του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού Οικουμενισμού, όπως πολύ σοφά, άριστα και θεόπνευστα έπραξε πέρισυ την Κυριακή της Ορθοδοξίας 2012 ο αγωνιστής και ομολογητής Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.κ. Σεραφείμ. Η μήπως αγνοείται το γεγονός ότι όλες οι παραπάνω αιρέσεις είναι κατεγνωσμένες από συνόδους και από αγίους Πατέρες 14; Εξάλλου και το ίδιο το Συνοδικό της Ορθοδοξίας αναφέρει σε κάποιο σημείο˙«όλοις τοις αιρετικοίς ανάθεμα!» 15 , ανάθεμα σε όλους τους αιρετικούς, και στους παλαιούς και τους νέους, τους συγχρόνους, σ΄αυτούς που υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρξουν μέχρι συντελείας αιώνων. Η ανωτέρω τακτική δεν αποτελεί ούτε πρωτοτυπία, ούτε καινοτομία, ούτε πρόταξη του εγώ υπεράνω Συνόδων και Εκκλησίας, αλλά απλώς ταπεινή ακολουθία της συνήθους εκκλησιαστικής τακτικής, και τήρηση της τάξεως του λειτουργικού βιβλίου του Τριωδίου, η οποία και βεβαίως ισχύει μέχρι και της σήμερον. Ο ποιμαντικός σκοπός και στόχος της εκφωνήσεως των αναθεμάτων είναι διφυής, διττός : Από τη μια η μετάνοια των αναθεματισμένων, και από την άλλη η προφύλαξη του ποιμνίου του από τις αιρέσεις, παλαιές και νέες, οι οποίες στερρούν την σωτηρία από τους ανθρώπους. Έτσι, δεν πρέπει να σπεύσουν να εκτοξεύσουν μομφές και κατηγορίες οι σχεδόν αμετανόητοι Οικουμενιστές, που, με την Χάριν του Θεού και κατά το ανθρώπινο δυνατό, επιδεικνύεται επαγρύπνηση και ανύστακτο ενδιαφέρον για το ποίμνιο και δεν αφήνονται οι λύκοι να καταφάνε και να κατασπαράξουν τα πρόβατα.
Αντιθέτως, οι σχεδόν αμετανόητοι Οικουμενιστές πρέπει να κατηγορούνται, επειδή αφήνουν τα πρόβατα να γίνονται βορά στα στόματα των λύκων των βαρέων 16, των ποικίλων αιρετικών, και αυτοί κουβαλούν στους ωμούς τους από πέρισυ το ανάθεμα για τον διαχριστιανικό και διαθρησκειακό Οικουμενισμό. Τα δικά τους αναθέματα είναι άκυρα, διότι δεν συμφωνούν με τον Θεό. Η ποιμαντική και παιδαγωγική ορθότητα των μέτρων της Εκκλησίας φαίνεται και εκ του ότι οι Οικουμενιστές δεν αντέχουν την δύναμη των αναθεμάτων, δεν αντέχουν, ελεγχόμενοι, την αντιαιρετική και επικριτική διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, δεν αντέχουν καν την έννοια της αιρέσεως. Γι’αυτό και κατήργησαν την ανάγνωση των αναθεμάτων συνοδικώς από το 2005, γιατί νιώθουν πως αυτοαναθεματίζονται. Γι’αυτό παραμερίζουν με την μεταπατερική, νεοπατερική και συναφειακή αίρεση τους Αγίους Πατέρες, που καταγγέλλουν ονομαστικά και αποκαλύπτουν τους αιρετικούς. Γι’αυτό και κατήργησαν την έννοια της αιρέσεως, δεχόμενοι ως «ισότιμες, ισάξιες και αδελφές εκκλησίες» τις σύγχρονες μεγάλες αιρετικές παρασυναγωγές του Παπισμού και του Προτεσταντισμού, αλλά και την παλαιά, αρχαία αίρεση του Μονοφυσιτισμού 17.
Η άρση των αναθεμάτων
Από πλευράς των σχεδόν αμετανοήτων Οικουμενιστών γίνεται πολύς λόγος για την άρση των αναθεμάτων «δια συνοδικής αποφάσεως εν έτει 1965» στα Ιεροσόλυμα από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Αθηναγόρα και τον Πάπα Παύλο τον Στ΄. Παραβλέπουν, όμως, το γεγονός ότι τα αναθέματα ήρθησαν με συνοδική απόφαση τοπικής συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου και όχι από Πανορθόδοξη Σύνοδο, δηλ. τα αναθέματα ήρθησαν μονομερώς, διότι η άρσις αυτή δεν ήταν έκφραση βουλήσεως όλων των Πατριαρχείων και των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Πολύ περισσότερο δεν ήταν έκφραση βουλήσεως των Ιεραρχιών των κατά τόπους Συνόδων των Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, όπως βέβαια θα έπρεπε για ένα τόσο μεγάλο γεγονός. Αλλά, και αυτή ακόμη η βούληση των Ιεραρχιών των κατά τόπους Συνόδων δεν είναι αυθαίρετη. Θα έπρεπε οι Ιεραρχίες των Εκκλησιών, πριν πάρουν μια τέτοια απόφαση, να εξετάσουν, εάν ήρθησαν τα αίτια, που οδήγησαν στην επί εννέα αιώνες, από τον 11ο μέχρι τον 20ο, επιβολή των αναθεμάτων. Διότι τα αναθέματα τότε μόνο αίρονται, όταν αίρονται τα αίτια , δηλαδή όταν οι αιρετικοί αποκηρύξουν τις αιρετικές τους διδασκαλίες και επανέλθουν στην Ορθόδοξο πίστη. Ποιος εξουσιοδότησε τον Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Αθηναγόρα να άρει τα αναθέματα το 1965 στα Ιεροσόλυμα; Ποια πανορθόδοξη σύνοδος αποφάσισε την άρση των αναθεμάτων; Βεβαίως καμμία. Επομένως, τα αναθέματα ήρθησαν αντικανονικώς 18. Και είναι απορίας, αλλά και δακρύων άξιον πως οι σχεδόν αμετανόητοι Οικουμενιστές επικαλούνται την άρση των αναθεμάτων, για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα.
[1] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 396-398.
[2] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος «Ὅτι δέν πρέπει νά ἀναθεματίζη τινάς κανένα ζωντανόν ἡ ἀποθανόντα», τ. 5.
[3] Τοῦ ἰδίου, τ. 4, σ. 880.3.
[4] Β΄ Τόμος Συνοδικῶν, σ. 724.
[5] Α΄ Κορ. 16, 22.
[6] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τ. Α΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1989,
σ. 697.
[7] Γαλ. 1, 8. ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1990, σσ. 248-249.
[8] http://www.impantokratoros.gr/64EFF01C.el.aspx
[9] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Στον Πειραιά γιορτάσθηκε αυθεντικά η Κυριακή της Ορθοδοξίας», Θεοδρομία ΙΔ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος
2012) 3-6.
[10] Ρωμ. 5, 5.
[11] Εβρ. 13, 8.
[12] Τριώδιον, εκδ. «Φως Χ.Ε.Ε.Ν.», Αθήνα 2010, σ. 618.
[13] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Στον Πειραιά γιορτάσθηκε αυθεντικά η Κυριακή της Ορθοδοξίας», Θεοδρομία ΙΔ1 (Ιανουάριος-
Μάρτιος 2012) 3-4.
[14] ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΗΜΑΤΗΣ, «Είναι αἵρεση ὁ Παπισμός; Τι λένε Οἰκουμενικές Σύνοδοι και Πατέρες», Θεοδρομία Θ2 (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2007) 233-
284.
[15] Τριώδιον, εκδ. «Φως Χ.Ε.Ε.Ν.», Αθήνα 2010, σ. 628.
[16] Πράξ. 20, 29.
[17] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Στον Πειραιά γιορτάσθηκε αυθεντικά η Κυριακή της Ορθοδοξίας», Θεοδρομία ΙΔ1 (Ιανουάριος-
Μάρτιος 2012) 5.
[18]ΑΡΧΙΜ. ΙΩΑΣΑΦ ΜΑΚΡΗΣ, «Ἱστορική ἀναδρομή τῆς προσεγγίσεως Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν κατά τόν 20ό αἰώνα», Ἐν Συνειδήσει˙ Οἰκουμενισμός˙ ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἔκδ. Ι. Μ. Μεγ. Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα, Ἰούνιος 2009, σσ. 55-64.
Υπάρχουν κάποιες προσωπικότητες που όχι μόνο σηματοδοτούν την ιστορία με το δυναμικό τους πέρασμα, αλλά κυλώντας ο χρόνος, οι άνθρωποι αισθάνονται ολοένα και περισσότερο την ανάγκη της παρουσίας τους και της ευλογίας τους.
Άνευ αμφιβολίας μια τέτοια προσωπικότης υπήρξε και ο αοίδιμος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Πωγωνιανής και Κονίτσης, Σεβαστιανός.
Πολλοί υπήρξαν αυτοί που τον γνώρισαν και τον άκουσαν, αλλά περισσότεροι είναι εκείνοι που τώρα θα ήθελαν να γνωρίσουν τον ανεπανάληπτο αυτόν ιεράρχη τής Εκκλησίας μας, δοθέντος ότι στις 12 Δεκεμβρίου τού 2014 έκλεισε εικοσαετία από της κοιμήσεώς του.
Βεβαίως, ο αείμνηστος Σεβαστιανός είχε καταστεί γνωστός, τόσο στο Πανελλήνιο, όσο και στον όπου γης Ελληνισμό και όχι μόνον, για τον ατρόμητο χαρακτήρα του και τον ακατάπαυστο αγώνα του υπέρ των δικαίων τού Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού και υπέρ τής απελευθερώσεως της “αρχεγόνου Ελλάδος”, τουτέστιν της αιματοποτισμένης και εις έτι αλυτρώτου Βορείου Ηπείρου.
Στις καρδιές και στα ώτα όσων αξιώθηκαν να τον ακούσουν και να παρακολουθήσουν τις εθνεγερτικές του εκείνες ομιλίες, ακόμα αντηχούν τα ελληνόψυχα συνθήματά του: “Κουράγιο αδελφοί βορειοηπειρώτες”, “έρχεται και για σας η ώρα τής λευτεριάς” και η επίσης συγκλονιστική επωδός που έκανε τις ψυχές να ριγούν από συγκίνηση “Χριστός Ανέστη και η Βόρειος Ήπειρος ανέστη, αδελφοί”!
Κάθε έτος τον μήνα Φεβρουάριο, και όταν μέσα στο κατάλευκο της χιόνος, προμηνύεται ο ερχομός τής ανοίξεως, όσοι γνωρίζουν την Ελληνική Ιστορία, και όσοι ακόμα αισθάνονται στις φλέβες τους να ρέει το αίμα τής Ρωμιοσύνης, μνημονεύουν του Αυτονομιακού Αγώνος τού 1914. Του Αγώνος που ξεκίνησαν οι Βορειοηπειρώτες πατέρες και αδελφοί και ο οποίος αγώνας εστέφθη υπό επιτυχίας για τα απαράγραπτα δίκαια, σχηματίζοντας την κυβέρνηση του Γεωργίου Χρηστάκη – Ζωγράφου, με την ομόθυμη συμπαράσταση των γενναίων Μητροπολιτών, Δρυϊνουπόλεως Βασιλείου και Βελάς και Κονίτσης Σπυρίδωνος Βλάχου.
Κάθε Φεβρουάριο λοιπόν, επί σειρά ετών ο αείμνηστος Μητροπολίτης τού χρέους και της θυσίας, Σεβαστιανός, με το επιτελείον του, τους άμεσους συνεργάτες, τον Πα.Συ.Β.Α και τα λεβεντόπαιδα της Σ.Φ.Ε.Β.Α. στο ακριτικό Δελβινάκιον (όπου και η έδρα τής Ιεράς Μητροπόλεως) και με την ολοπρόθυμη συμμετοχή πλήθους κλήρου και λαού, αφού τελούσε την συγκλονιστική Θεία Λειτουργία και εκφωνούσε τον εθνεγερτικό του λόγο (που θα τον ζήλευαν ακόμη και ρήτορες της αρχαιότητος), ολοκλήρωνε τις εκδηλώσεις με την δυναμική πορεία και την ανάγνωση του ψηφίσματος στο ηρώον τής πόλεως. Χρόνια τωόντι ανεπανάληπτα, όταν μάλιστα σκεφθεί κανείς πως όλα αυτά κάποιες χρονιές ελάμβαναν χώρα υπό βροχήν, μέσα στο κρύο και στον πάγο, αλλά με καρδιές που φλέγονταν “διά του Χριστού την πίστην την αγίαν και της Πατρίδος την ελευθερίαν”!
Ναι, ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός, που κατείχε όπως βεβαίως και ο διάδοχός του, τον επίζηλο τίτλο “πάσης Βορείου Ηπείρου”, αποτελούσε τον χρυσό κρίκο στην αδιάσπαστη χρυσή αλυσίδα των αυθεντικών ιεραρχών. Των ιεραρχών εκείνων που δεν προσκύνησαν και σε ουδένα συμβιβασμό προχώρησαν για να έλθουν στα ύπατα αξιώματα της διοικήσεως και αυτής τής Αρχιερωσύνης.
Ο Σεβαστιανός επιστρατεύθηκε από την ίδια την Εκκλησία για να καταστεί όντως “επί – σκοπός” στο προκεχωρημένο φυλάκιον της Ελλαδικής Εκκλησίας και στα αιματοβαμμένα χώματα του ακριτικού Ελληνισμού που περιλαμβάνει η έκτασις της πτωχής μεν, αλλά ηρωικής Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως. Ήταν η εποχή εκείνη που πράγματι η Ελλαδική Εκκλησία με αρχιεπίσκοπο τον Ιερώνυμο τον Α΄ γνώριζε πού κρύβονταν τα πνευματικά διαμάντια τής Χάριτος και της εκκλησιαστικής ποιμαντικής, τα ενεφάνιζε ώστε να καθοδηγούν το ποίμνιον και με αυτά κοσμούσε το πολύτιμο στέμμα τού επισκοπικού αξιώματος. Εποχές που συγκινούσαν αλλά και συγκινούν ιδίως σήμερα τον κάθε πιστό που αγωνίζεται και αγωνιά για την πορεία τής Εκκλησίας, βιώνοντας ταυτοχρόνως το κατάντημα του Έθνους.
Το να θελήσουμε όμως να κάνουμε ειδική αναφορά στους εθνικούς αγώνες τού Σεβαστιανού, τούτο θα απαιτούσε τόμους ολοκλήρους, αφού η πολύπλευρη και πολυσχιδής δράσις τού ανδρός, στον εθνικό μας μόνο τομέα, ακόμα δεν έχει πλήρως καταγραφεί και παραμένει εν πολλοίς άγνωστος, ακόμα και γι' αυτούς που ασχολούνται με το Βορειοηπειρωτικό.
Ιερά υποχρέωσις προς τον τομέα αυτό μάς συνέχει και δοθείσης ευκαιρίας θα πρέπει κάποτε να ξεκινήσει το έργο αυτό, το οποίο θα φωτίσει πτυχές άγνωστες και θα φέρει στην επιφάνεια πρόσωπα και καταστάσεις που διαδραμάτισαν ρόλο στην εξέλιξη του θέματος, και όχι μόνο.
Πτυχές άγνωστες της λαμπρής αυτής προσωπικότητος που έχουν να κάμουν και με την καθαυτό πνευματική και κοινωνική διακονία και προσφορά τού Ιεράρχου που έως τώρα επισκιάζονται από το φωτεινό αστέρι του Βορειοηπειρωτικού Αγώνος.
Τούτο το τονίζουμε διότι ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός είχε πρωτίστως κατακτήσει την αγιότητα. Ευρίσκετο σε ύψη πνευματικά δυσθεώρητα που ολίγα πρόσωπα κατορθώνουν στην ζωή τους να προσεγγίσουν. Και ομολογουμένως κατέστη εθνικός ηγέτης και αγωνιστής, διότι προηγουμένως είχε βαδίσει τον δύσκολο, κακοτράχαλο, σκληρό και ανηφορικό, συνάμα δε και ευλογημένο δρόμο τής Ορθοδόξου Πνευματικότητος. Οι αγιασμένες προσωπικότητες με τις οποίες διατηρούσε επί σειρά ετών αδιατάρακτη φιλία και βίωναν τον συμπνευματισμό, όπως ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, ο Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, αλλά και τόσοι άλλοι σύγχρονοι όσιοι που τον τιμούσαν, τον αγαπούσαν και τον εμπιστεύονταν κατά τρόπο μοναδικό, αποδεικνύουν τού λόγου το αληθές περί της προσωπικότητος του ιερού ανδρός.
Αλλά ο αείμνηστος, θα πρέπει να παραδεχθούμε πως με τον βίο και την πολιτεία του, με τις περίφημες εγκυκλίους του που αποτελούν πλέον εθνικά και εκκλησιαστικά κειμήλια, και κυρίως με την στεντόρεια φωνή του, αποτελεί έναν έλεγχο. Μάλιστα, έναν έλεγχο προς τους ηγέτες των πυλώνων τού Έθνους. Κυρίως όμως του εκκλησιαστικού και αυτού του εθνικού τομέως, τώρα μάλιστα που ορισμένοι, ως μη όφειλε, συμβιβάστηκαν και αλλοίμονο ντρέπονται να κάνουν λόγο περί των απαραγράπτων Ελληνικών μας Δικαίων και αυτών των Ελληνορθοδόξων Ιδανικών, τουτέστιν της Πίστεως, της Πατρίδος και του θεσμού τής ευλογημένης ελληνικής Οικογένειας.
Βεβαίως το μόνο που δεν θα επιτρέψουμε στον εαυτόν μας (ως τέκνα πνευματικά τού Σεβαστιανού) είναι το να πέσουμε στην απογοήτευση. Το μόνο, τονίζουμε, που θα αρνηθούμε και θα αποδιώξουμε είναι τα μαύρα σύννεφα από τον ορίζοντα της συνειδήσεώς μας. Και τούτο διότι όχι απλώς γνωρίζουμε ότι εγγύς τού θρόνου τής Χάριτος όπου ευρίσκεται τώρα ο αείμνηστος Γέροντας Επίσκοπος, δέεται και προσεύχεται ακαταπαύστως για το Έθνος και υπέρ τής Βορείου Ηπείρου και της Κύπρου μας, αλλ' η πολύτιμος παρακαταθήκη του μας φωτίζει και μας καθοδηγεί στην οδόν τού χρέους και της εκπληρώσεως των ιερών μας όρκων.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και ουδέποτε θα λησμονήσουμε των ευλογημένων του λόγων, ότι τον τελευταίο λόγο τον έχει ο Θεός, ο οποίος αγαπά και ευλογεί την αλήθεια και όσους αγωνίζονται και δίνουν και αυτή την ζωή τους γι' αυτή και για την Ελλάδα.
Του δε αειμνήστου Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως Πωγωνιανής και Κονίτσης κυρού Σεβαστιανού, αιωνία η μνήμη και η ευχή και προσευχή του είθε να μας συνοδεύει στα όμορφα, ανηφορικά και ευλογημένα μονοπάτια τής Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού
Αμήν.
Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος
Mail: ioil.konitsa@gmail.com
Κόνιτσα.
Α) Ο Κύριος όχι σπάνια πήγαινε και σε σπίτια Φαρισαίων για γεύμα ή για δείπνο ανάλογα. Πρώτα, πρέπει να πούμε, ότι δεν πήγαινε ποτέ ακάλεστος ο Χριστός. Χαρακτηριστικό - και φαινομενικά αντίθετο – φαίνεται να είναι το παράδειγμα με τον Αρχιτελώνη Ζακχαίο. Εκεί, ναι μεν δεν τον κάλεσε τον Χριστό μας ο Ζακχαίος, αλλά ο Καρδιογνώστης Χριστός ανταποκρίθηκε στη βαθύτερη επιθυμία του επίσημου εφοριακού, που ποθούσε και ζητούσε να δεί τον Ιησού από κοντά. Τη συνέχεια βέβαια την ξέρουμε...
Συμβολική επίσης - αλλά και ουσιαστική - είναι η εικόνα της Ιεράς Αποκαλύψεως που παρουσιάζει τον Χριστό να στέκεται έξω από την πόρτα ενός σπιτιού, μιας καρδιάς, και να χτυπά να Του ανοίξουν. Δεν παραβιάζει κλειστές πόρτες ο Ιησούς.
Ο Ίδιος δεν είπε στους μαθητές Του, ότι αν σας διώχνουν από μια πόλη να πηγαίνετε σε άλλη και να τινάζετε και τη σκόνη από τα υποδήματά σας; Αυτός δεν είπε ότι αν σας φιλοξενήσει κάποιος στο σπίτι του, εκεί να μένετε και να μη τριγυρνάτε από σπίτι σε σπίτι και παρουσιάζεστε έτσι άστατοι, αχόρταγοι και ενοχλητικοί, επιβαρύνοντας τους άλλους ανθρώπους; Ασφαλώς, ναι!
Άρα ο Χριστός όχι μόνο σέβεται την ελευθερία των άλλων, αλλά είναι διακριτικός και ευγενικός. Αυτό βέβαια είναι ένας κόλαφος για όσους ξημεροβραδιάζονται σε ξένα σπίτια και μπαινοβγαίνουν σε αυλές και σε ώρες ακατάλληλες και δεν ξεκολλάνε, τη στιγμή μάλιστα που η άλλη οικογένεια καίγεται από δουλειές, έχει μικρά παιδιά και δεν μπορεί να σηκώσει όλο αυτό το βάρος οικονομικά, πρακτικά και διατροφικά.
Β) Το ερώτημα λοιπόν είναι, γιατί πήγαινε ο Ιησούς σε ανθρώπους δεληλωμένους από πριν αντίθετους με Αυτόν; Ωραία, δεν πήγαινε ακάλεστος, αλλά γιατί πήγαινε;
1. Προφανώς πήγαινε, γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι πλάσματα του Θεού. Ένας μάλιστα που καλεί τον Χριστό ή κάποιον εκπρόσωπό του, δείχνει ότι δεν είναι φανατικός. Κάτι καλό λοιπόν μπορεί να βγεί. Ύστερα ο Χριστός μας μπορεί να μη ήταν αδιάκριτος, αλλά δεν ήταν και ακατάδεχτος.
2. Σε τέτοιες ευκαιρίες ευρίσκονταν και άλλοι καλοδιάθετοι άνθρωποι που ήθελαν να δούνε και να ακούσουν τον Χριστό, ίσως από περιέργεια, μπορεί και από ενδιαφέρον. Ο Χριστός μας το είπε στη φιλοξενία και στο τραπέζι στο σπίτι του τελώνη Ματθαίου μετά την κλήση του, ότι “ανάγκη δεν έχουν οι υγιείς, αλλά οι άρρωστοι και ότι ο Χριστός ήρθε να αναζητήσει και να σώσει το χαμένο πρόβατο. Ο Χριστός είναι συμπαθής προς όλους και συμπάθεια πρώτιστα ζητάει από τους χριστιανούς προς όλους”.
3. Είναι όμως και κάτι άλλο. Εκεί που πήγαινε ο Χριστός δεν πήγαιναν μόνο διψασμένοι πνευματικά και ψυχικά άνθρωποι, αλλά και άρρωστοι στο σώμα και “οχλούμενοι υπό πνευμάτων ακαθάρτων”, για να βρούνε τη γιατρειά τους.
4. Ασφαλώς ήταν εκεί και οι κακοί και οι κατάσκοποι και οι ψευτοενδιαφερόμενοι και οι εγκάθετοι και οι καλοθελητές, που ζητούσαν αφορμή να πιαστούν από κάποιο λόγο ή κάποια πράξη του Χριστού και να τον καταγγείλουν είτε στη θρησκευτική είτε στην πολιτική εξουσία, είτε απευθείας στο λαό, όπως νόμιζαν. Κι από αυτούς ακόμη δεν ξέρει κανείς τι θα μπορούσε να βγεί κάποτε έστω και ετεροχρονισμένα...
5. Δεν είναι δε τυχαίο ότι πολλά θαύματα ο Χριστός τα έκανε το Σάββατο, που ήταν αργία για τους Εβραίους. Δεν το έκανε για να τους μπεί στο μάτι, αλλά για να τιμήσει την ημέρα του Σαββάτου με αγαθοεργίες και να διδάξει πως πρέπει να αγιάζουμε την ημέρα του Κυρίου. Δηλαδή απαντούσε ουσιαστικά στο ερώτημα: θα μείνουμε κολλημένοι στο γράμμα του νόμου και αδρανοποιημένοι, αδιάφοροι στις ανάγκες των άλλων ή θα επιλέξουμε την ελευθερία της αγάπης παντού και πάντοτε; Ο Χριστός επέλεξε και επέλεγε πάντοτε το δεύτερο.
Γ) Σε ένα τέτοιο σπίτι Φαρισαίου, ημέρα Σάββατο μάλιστα , που πήγε ο Χριστός μας, τον πλησίασε ένας ταλαίπωρος υδρωπικός, βασανισμένος και αποκρουστικός, παραμορφωμένος και άρρωστος. Δεν τολμούσε να μιλήσει. Να ζητήσει τί; Ασφαλώς τη θεραπεία του. Αλλά ήταν μέρα Σάββατο κι είχε τόσα πολλά ακούσει να λένε για τον Χριστό, ότι “δεν τηρεί το Σάββατο” (Λουκ. Ιδ' 1-6). Στάθηκε εκεί κοντά και περίμενε σιωπηλά, αλλά, όπως άλλοτε ο Μωϋσής παρά το χείλος της Ερυθράς θάλασσας, βοούσε καρδιακά προς τον Θεόν και ζητούσε λύση στο πρόβλημά του.
Το κλίμα ήταν όντως τελείως αρνητικό και όλοι παρατηρούσαν τι θα έκανε ο Κύριος; Δεν λυπόντουσαν οι ανάλγητοι την ταλαιπωρία του ανθρώπου, αλλά περίμεναν να δούνε αν θα τους πέσει το λαχείο για να κατηγορήσουν τον Κύριο... “Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά...”, αντί να πούνε με μια φωνή:”Κύριε, θεράπευσέ τον εδώ και τώρα, τον ξέρουμε τον άνθρωπο ταλαιπωρείται από καιρό”.
Αυτό όμως που δεν έκαναν αυτοί όχι μόνο το έκανε ο Χριστός μας, - πως άλλωστε ήταν δυνατό να μη το κάνει; - αλλά στο ενδόμυχο και εναγώνιο ερώτημά τους, τι θα κάνει επιτέλους ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, ο Χριστός αντέστρεψε το ερώτημα και τους ρώτησε εμμέσως πλήν σαφώς: “αν επιτρέπεται κάποιος να θεραπεύει την ημέρα του Σαββάτου ή όχι”.
Ο Χριστός τελικά με ένα άγγιγμα θεράπευσε τον υδρωπικό και τον έκανε καλά.
Μετά όμως δίδαξε αποστομωτικά και τους κακεντρεχείς φαρισαίους λέγοντας χαρακτηριστικά, ότι “εσείς αν πέσει το βόδι σας ή το παιδί σας στο πηγάδι ημέρα Σάββατο, πάτε και με κόπους και προσπάθειες το βγάζετε... και ασφαλώς αυτό δεν θεωρείται αμαρτία και παράβαση... Ποιός λογικός άνθρωπος θα έλεγε το αντίθετο; Εμένα γιατί με κατηγορείτε για ένα άγγιγμα και ένα λόγο, που έκανα καλά ολόκληρο άνθρωπο;”
Δ) Αλήθεια, γιατί ο Χριστός έκανε καλά τον υδρωπικό;
Πρώτα πρώτα για την εσωτερική του πίστη και επιμονή του να μπει σε ξένο και επίσημο σπίτι, φαρισαίου μάλιστα και ημέρα σάββατο και εκεί να στέκεται σε κοινή θέα, χωρίς να μιλάει με την πίστη ότι κάτι θα κάνει η δύναμη και η καλοσύνη του Χριστού, και ότι μπορεί να το κάνει, έστω και αν δεν μιλήσει ο ίδιος. Ο Χριστός ξέρει. Αυτό ήταν μια φοβερή κίνηση ψυχής του υδρωπικού με πολλά ρίσκα για τον ίδιο και κορυφαία πίστη.
Δεύτερο είναι ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν θύμα μέσα σε εκείνη τη λυκοφωλιά και την απανθρωπιά, αστήρικτος και ανυπεράσπιστος, μόνος μέσα σε κόσμο εχθρικό και για τον Χριστό και για τον ίδιο προφανώς. Αλλά στους κολασμένους όλης της γης ο Χριστός είναι η μοναδική ελπίδα.
Το τρίτο είναι, ότι για λόγο δικαιοσύνης και οι συνδαιτυμόνες να δούνε το θαύμα και να ακούσουν τη θεία διδασκαλία περί της ημέρας του Σαββάτου και του αληθούς νοήματός της.
Ε) Εμείς τώρα στην Ορθοδοξία έχουμε αντί για το Σάββατο την Κυριακή. Την Κυριακή λοιπόν τη σεβόμαστε και την αφιερώνουμε στο Θεό, στην Εκκλησία, στην ψυχή μας, στην οικογένεια και με καλοσύνες και ιεραποστολή και στον συνάνθρωπο. Αυτή τη μέρα έχουν λάβει χώρα όλα τα άγια γεγονότα της Ανάστασης του Χριστού.
Πηγή: Χριστιανική Εστία Λαμίας
Μόνο αυτός που φλέγεται από την αγάπη και για την δόξα τού Χριστού είναι έτοιμος για κάθε είδους θυσία. Θυσία από τα μικρότερα έως τα μεγαλύτερα, όπως βλέπουμε στον Απόστολο Παύλο. Στον Απόστολο των εθνών που διαμαρτύρεται με όλη τη δύναμη της ψυχής του εναντίον εκείνων, οι οποίοι είτε ενσυνειδήτως, είτε ασυνειδήτως, γίνονται αφορμή σκανδάλου για τους πιστούς. Και δεν μπορεί να συμβαίνει διαφορετικά, αφού το σκάνδαλο, επιφέρει καταστρεπτική επίδραση στην πνευματική ζωή και γενικώς στην πρόοδο των Χριστιανών.
Ο Απόστολος είχε λάβει πληροφορίες ότι στην Κόρινθο υπήρχαν μερικοί πιστοί “προοδευμένοι” στην γνώση οι οποίοι δεν πρόσεχαν όσο θα έπρεπε την εξωτερική τους συμπεριφορά και γίνονταν αφορμή πολλών σκανδάλων.
Η βρώσις των ειδωλοθύτων κρεάτων, δηλ. αυτών τα οποία είχαν πριν προσφερθεί θυσία στα είδωλα, γινόταν αιτία, ώστε ορισμένοι απλοϊκοί πιστοί, που δεν είχαν ξεκαθαρίσει ακόμα μέσα τους κάποια θέματα, να σκανδαλίζονται. Έτσι ο ιδρυτής τής Εκκλησίας τής Κορίνθου, τους επιτιμά, εκείνους που γίνονται αιτία και αφορμή σκανδάλου και τους γράφει: “Εάν η τροφή γίνεται αιτία σκανδάλου στον αδερφό μου, δεν θα φάγω καθόλου κρέας σε όλη μου την ζωή, για να μη σκανδαλίσω τον αδερφό μου”.
Ο θεόπνευστος Απόστολος ξεκαθαρίζει το θέμα τού σκανδάλου κατά τρόπο άμεσο και δυναμικό. Όμως το σκάνδαλο δεν αφορούσε μόνο την Εκκλησία τής Κορίνθου, αλλά δυστυχώς το βρίσκουμε σε κάθε τόπο και σε κάθε εποχή να φυτρώνει ως μανιτάρι τού διαβόλου. Διότι, τι είναι σκάνδαλο; Σκάνδαλο είναι το εμπόδιο και το πρόσκομμα το οποίο παρεμβάλλεται στην πνευματική πορεία και εμποδίζει την πνευματική προκοπή. Κάποια συμπεριφορά ανάρμοστη για Χριστιανό, κάποιος λόγος επιπόλαιος, κάποιο παράδειγμα προς αποφυγήν, αλλά και τόσα άλλα που όπως όλοι βλέπουμε γίνονται αφορμές για να κλονιστεί η πίστις τού εν Χριστώ αδελφού. Και φυσικά σκάνδαλο δημιουργείται, όχι μόνο από όσους είναι εντελώς απρόσεκτοι και έχουν σχεδόν αρνηθεί την Χριστιανική ζωή, αλλά και από ακατάρτιστους πιστούς και εν πολλοίς από πράξεις που μπορούν να χαρακτηριστούν ως “ηθικώς αδιάφοροι”.
Το θέμα γίνεται παραπάνω από όσο μπορούμε να υπολογίσουμε σοβαρό, όταν βλέπουμε τον ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό, να καταδικάζει το σκάνδαλο με τις πλέον δριμείς εκφράσεις. Να περιγράφει με τα μελανώτερα των χρωμάτων, την βαριά ευθύνη εκείνου που το προκαλεί: “Ουαί – λέγει - τω ανθρώπω εκείνω δι ου το σκάνδαλον έρχεται” (Ματθ. ιη' 7). Και ακριβώς τα λόγια αυτά του Χριστού θα πρέπει να δημουργούν την ευλογημένη προσοχή και περίσκεψη, αν όχι τον φόβο στις ψυχές όσων αισθάνονται ότι η έως τώρα συμπεριφορά τους δεν είχε την προσοχή αλλά και την συναίσθηση ότι οι ίδιοι γίνονται αιτία, κάποιες ψυχές να κλονίζονται σοβαρά, ίσως δε και ανεπανόρθωτα. Επομένως το σκάνδαλο αποτελεί αμαρτία μεγάλη και η ευθύνη όλων μας είναι καθόλου μικρή ενώπιον του Θεού. Τούτο σημαίνει ότι είναι απολύτως ανάγκη ο Ορθόδοξος Χριστιανός, να θυσιάζει και μερικά δικαιώματά του, προκειμένου να αποφύγει την δημιουργία σκανδάλου για τους άλλους, αφού επιτέλους και ο πλέον απλοϊκός αδελφός φέρει αθάνατη ψυχή “υπέρ ης Χριστός απέθανεν”.
Θα πρέπει όμως να καταστεί απ' όλους μας κατανοητό και κάτι ακόμα. Ότι, ναι μεν φέρει ευθύνη εκείνος που με την απρόσεκτη ζωή του σκανδαλίζει, αλλά μεγάλη την ευθύνη έχει και εκείνος που σκανδαλίζεται. Ας σταθούμε για λίγο και στο σημείο αυτό, διότι υπάρχουν και ορισμένοι που ως αιτιολογία τού κλονισμού τής πίστεώς τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται ως πραστράτημα σε αμαρτωλές πράξεις, φέρουν το ότι δήθεν εσκανδαλίσθησαν από τον άλλον (τον απρόσεκτο). Όπως όμως γίνεται κατανοητό απ' όλους, η αδικαιολόγητος αυτή δικαιολογία ότι δηλ. “δεν πταίω εγώ· ο άλλος με παρέσυρε”, όχι μόνο δεν απαλύνει το βάρος τής ευθύνης, αλλά προσαυξάνει την κατηγορία επί του “σκανδαλισθέντος” και εις το κακόν ηττηθέντος, σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό. “Όποιος προσπαθεί να δικαιολογήσει τα δικά του σφάλματα προβάλλοντας τα ατοπήματα και σκάνδαλα των άλλων, ομοιάζει με εκείνον που θέλει να πλυθεί και να καθαριστεί με τη λάσπη” είχε διδάξει ο Σωκράτης.
Ο Θεός δεν μας είπε να κανονίζουμε τη συμπεριφορά μας σύμφωνα με το κακό παράδειγμα που δίδουν δυστυχώς οι απρόσεκτοι Χριστιανοί, ου μην αλλά και οι επιπόλαιοι ποιμένες, αλλά σύμφωνα με τον Νόμο Του και το αιώνιο παράδειγμα που Αυτός ο ίδιος μας έδωσε επί γης.
Εάν μάλιστα θελήσουμε να εμβαθύνουμε έτι περισσότερο στο θέμα τού σκανδάλου, θα καταλήξουμε στο ότι το σκάνδαλο μπορεί ακόμα και να μας βοηθήσει, και όχι να μας εμποδίσει στην ορθόδοξη πνευματικότητα. “Τα σκάνδαλα- κηρύσσει ο Ιερός Χρυσόστομος- διεγείρουν (πρέπει να διεγείρουν) την προσοχή μας, μας κάνουν προθυμότερους στο καλό και ακονίζουν τον νου μας”. Μήπως δεν το βλέπουμε αυτό και στις χαλεπές, από κάθε άποψη, ημέρες που διανύουμε, κυρίως όμως από εκκλησιολογικής πλευράς; Τα σκάνδαλα των συμπροσευχών υψηλά ισταμένων προσώπων με κακοδόξους και αιρετικούς, τα θεατρικά σχεδόν συλλείτουργα, προς προσβολήν των αγίων πατέρων και διδασκάλων, κάνουν “τοις νούν Χριστού έχουσιν” να μελετούν Γραφή, Πατρολογία, Κανονικόν Δίκαιον, Εκκλησιαστική Ιστορία κ.τ.λ. και γενικώς ειπείν τα σκάνδαλα και αυτού του τομέως γίνονται αιτία για όσους έχουν φόβον και αγάπη προς τον Θεόν και τους αδελφούς, να ατενίζουν καθαρότερα την αλήθεια, να απορρίπτουν το σκάνδαλο και την πλάνη και φυσικά να υψώνουν χείρας ικέτιδας, αναφωνόντας ακαταπαύστως το “δόξα τη μακροθυμία σου Κύριε δόξα σοι”. Και όπως κάποιος άγιος όταν ερωτήθηκε από πού έμαθε την τέχνη τής προσευχής, απάντησε, “από τα δαιμόνια”, από τον πόλεμο δηλ. που του έκαναν, ανεκάλυψε την μέθοδο της καρδιακής προσευχής, ούτω πως και εν προκειμένω, τα εκκλησιαστικά ιδίως σκάνδαλα καταρτίζουν τους αυθεντικούς πιστούς αγιωτέρους, τους δε ρηχούς και αγεύστους τής πνευματικής ζωής, χειροτέρους.
Όμως, ας κλείσουμε με τούτο. Πρώτον, να αποφεύγουμε πάση θυσία να προξενούμε σκάνδαλο οιασδήποτε μορφής, και δεύτερον, να μην παρασυρόμεθα από τα “θέατρα του παραλόγου” που ευκαίρως - ακαίρως ανεβάζουν επί της διεθνούς σκηνής όσοι έχασαν τον φόβο τού Θεού, τον σεβασμό προς τους αγίους και φυσικά την εντροπή έναντι του ποιμνίου τους. Αμήν.
Γράφει ο Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Δρ. Πωγ. &Κονίτσης
e-mail: ioil.konitsa@gmail.com
Πηγή: Θρησκευτικά
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως ζούμε σε μια εποχή νεοειδωλολατρείας, όπως ορθά την χαρακτήρισε ο Ορθόδοξος Αμερικανός καθηγητής Βιοηθικής Ένγκερχαρντ Τρίστραμ. Δεν πιστεύουμε στα αρχαία είδωλα, όμως λατρεύουμε τα νέα: τη βία, το σεξ, τον ωφελιμισμό, τον υλισμό, με μια λέξη την ηδονή στις ποικίλες μορφές της. Σήμερα δεν καλούμεθα στο μαρτύριο, όπως συνέβαινε στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, αυτό ακόμη δεν συμβαίνει στις λεγόμενες χριστιανικές χώρες, αλλά σε αυτές της Ανατολής – ισλαμικές και ινδουιστικές – 100.000 είναι οι μάρτυρες για τον Χριστό κάθε χρόνο. Όμως υφιστάμεθα την επιβολή μιας πεζής, μιας επίπεδης ζωής χωρίς ανάταση και χωρίς Ανάσταση.
Είναι μια ζωή που μας επιβλήθηκε από τη Δύση. Σημειώνω πως ο ποιητής και διανοητής Γιώργος Σαραντάρης όταν μιλάει για τη Δύση εννοεί το κοσμικό φρόνημα, που έχει θεμελιωθεί πάνω στη λογική και στην ηδονή. Γράφει σχετικά:
«Η Δύση καλλιεργεί τη θνητή ζωή του ατόμου, την καλλωπίζει σύμφωνα μ’εκείνο το κριτήριο του έρωτα, που είναι το μόνο κριτήριο, που ειλικρινά επιτρέπει στο άτομο η προοπτική του θανάτου. Γιατί η Δύση λησμονεί το θάνατο, αλλά ο θάνατος είναι η κύρια υποστασιακή προοπτική της. Ό,τι για το Χριστιανό είναι ο Θεός, για τη Δύση είναι ο θάνατος…». (Το κείμενο εγράφη στις 3 Ιουλίου του 1938 και περιλαμβάνεται στον 2ο Τόμο των Έργων το, που περιλαμβάνει τα Κατάλοιπά του από το 1932 έως το 1940. Το δίτομο έργο είναι έκδοση της Βικελαίας Βιβλιοθήκης – Ηράκλειο, 2006, σελ. 464).
Εδώ αβίαστα γεννάται το ερώτημα: Πώς μπορεί να επιβιώσουμε στον καταιγισμό του πρακτικού υλισμού που μας επιβάλλεται; Πρώτα να εγκολπωθούμε αυτό που είχε συνειδητοποιήσει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, όπως και τόσοι άλλοι κληρικοί και λαϊκοί. Γράφει στα «Collectanea» του:
«Χωρίς την πίστη μου και χωρίς τη γλώσσα μου – τα δυο αυτά υπερατομικά κρατήματα ή κερκέλια (Σημ. Σημαίνει συνδετικούς κρίκους) – πέφτω …πέφτω… πέφτω… στο κενό… στην άβυσσο την πνευματική, την άπατη (αν τέτοιο πράμα υπάρχει πουθενά)». Και τα δύο αυτά σημαντικά για τη ζωή του Έθνους μας στοιχεία από καιρό και συν τω χρόνω υποβαθμίζονται.
Εμείς στην υποβάθμιση αυτή αντιστεκόμαστε πνευματικά, ο καθένας με τις δυνάμεις που διαθέτει και από τη θέση όπου βρίσκεται. Σκοπός μας να επιβιώσουν και τα δύο και να μεταλαμπαδευθούν στην επόμενη από μας γενιά. Ο Σεφέρης είχε εκφράσει στον Λορεντζάτο το φόβο του, ότι η γενιά τους θα ήταν η τελευταία που θα μιλούσε τα ελληνικά…Δόξα τω Θεώ εμείς τα μιλάμε. Πρόβλημα όμως υπάρχει και με την Πίστη και με τη Γλώσσα.
Ως προς την Πίστη μας, λυπούμαι που το λέγω, αλλά από την ποιμαίνουσα Εκκλησία υπάρχει, πλην φωτινών εξαιρέσεων, μια σιωπή στα κακώς κείμενα, και μια αδράνεια στο ξήλωμα των παραδοσιακών ζωογόνων Αξιών μας.
Ως προς τη γλώσσα οι νεοέλληνες ξεχνούν τον πλούτο της γλώσσας μας περιορίζουν με την πάροδο του χρόνου το λεξιλόγιό τους, και αγνοούν σιγά-σιγά όχι μόνο τους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και κλασσικά έργα ελλήνων συγγραφέων, ακόμη και τον Παπαδιαμάντη. Το πρόβλημα εντείνεται αφενός μεν με τη νοοτροπία του Υπουργείου Παιδείας και πολλών διδασκόντων, αφετέρου δε με τη συνήθεια που επικρατεί, δυστυχώς με την ανοχή των γονέων, στους μαθητές και τις μαθήτριες, να βρίσκονται υπό την επήρρεια των ηλεκτρονικών υπολογιστών και της τηλεόρασης. Τα αγαθά αυτά της τεχνολογίας είναι όπως το μαχαίρι. Απαιτούν σωστή χρήση, αλλιώς κάνουν κακό στις νεανικές ευαίσθητες ψυχές.
Δεύτερον. Για να επιβιώσουν οι Αξίες στις οποίες πιστεύουμε, οφείλουμε να αποτελούμε παράδειγμα στα παιδιά μας, στα εγγόνια μας, στο περιβάλλον μας. Όχι μόνο λόγια, κυρίως έργα. Πάλι ο Λορεντζάτος γράφει:
«Το μέγιστο που μπορείς να γίνεις μια μέρα για τον τόπο σου- μια καλή πυξίδα». Μακάρι όλοι και όλες να αποτελούμε μια έστω μικρή, -σημασία δεν έχει το μέγεθος, αλλά ο προσανατολισμός-, πυξίδα στη ζωή του οικογενειακού και κοινωνικού μας περιβάλλοντος.
Και το τρίτο, αλλά ίσως το σημαντικότερο για την επιβίωση του Έθνους μας, είναι να προσευχόμαστε, πολύ θερμά και με ειλικρίνεια.
Διερχόμαστε, ως Έλληνες, μια σοβαρή κρίση που είναι άγνωστο πού θα μας οδηγήσει. Τις ευθύνες γι’ αυτήν τις ρίχνουμε κυρίως στους ξένους. Όμως αυτή είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι πως ο τρόπος της ζωής μας και πιο συγκεκριμένα ο πρακτικός υλισμός που κυριαρχεί μέσα μας είναι αυτός που έχει αλλοιώσει τις ψυχές μας και μας έχει οδηγήσει στη σημερινή κρίση. Ο αείμνηστος εξαίρετος φιλοσοφών φιλόλογος και σπουδαίος πνευματικός άνθρωπος Βασίλειος Τατάκης, στα 1938 έγραψε για τις οικονομικές κρίσεις, που διέρχεται περιοδικά η ανθρωπότητα:
«Η κρίση δεν είναι οικονομική. Θρονιάζει μέσα μας». Αν ζούσε η γιαγιά μου και η μητέρα μου, πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, θα χαμογελούσαν πικρά, είμαι βέβαιος, για αυτό που λέμε εμείς σήμερα κρίση. Πέρασαν μια καταστροφή, μια γενοκτονία, ένα ξεριζωμό. Χάσανε τα πάντα: πατρίδα, βιός, αγαπημένα πρόσωπα και μέρη. Άλλο να ακούμε για ξεριζωμό, και τελείως άλλο να μας συμβαίνει… Στη συνέχεια πέρασαν την κατοχή όπου, όπως περιέγραψε και η Αρβελέρ, οι άνθρωποι πολλές φορές περνούσαν πάνω από πτώματα συνανθρώπων τους που είχαν πεθάνει από ασιτία. Μακάρι να μην ξαναδεί το Έθνος μας τέτοιες δοκιμασίες…
Πρέπει να ομολογήσουμε πως η ζωή μας έχει δυσκολέψει και των παιδιών και εγγόνων μας θάναι δυσκολότερη. Και δεν μιλάω μόνο από οικονομικής πλευράς, που συνήθως πάει το μυαλό μας. Μιλάω από πνευματικής, ηθικής και κοινωνικής πλευράς. Η γενιά μας φταίει για την κατάσταση που διαμορφώνεται στα παιδιά και στα εγγόνια μας. Εμείς από την πλευρά μας, το επαναλαμβάνω, συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε για να σώσουμε τις ψυχές μας και να περισώσουμε ό, τι μπορούμε. Γι΄αυτό χρειάζεται η εκτενής προσευχή μας και η εκζήτηση της βοηθείας και του ελέους από τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Θα αναφέρω πάλι μια σκέψη του Λορεντζάτου:
«Αγαπάω τον Χριστό γιατί είναι ο μόνος που μου δείχνει την αθλιότητά μου. Ιδιαίτερα την ώρα της προσευχής λογαριάζω τη φοβερή απόσταση και συντρίβομαι αποκαμωμένος στρατοκόπος – γυρεύω ένα χάνι στο δρόμο να κάνω ένα λουτρό, να αλλάξω ρούχα και να ξεκουραστώ, να ξεκουραστώ. Μπροστά στη συχώρεση του Χριστού η προσπάθειά μου τίποτα. Όμως προσπαθώ, προσπαθώ». Όλα μπορεί να μας τα συχωρέσει ο Θεός», έλεγε ο Πικιώνης, «πως δεν προσπαθήσαμε δεν θα μας το συχωρέσει ποτέ».
Ναι, εμείς προσπαθούμε και διδάσκουμε τους νεότερους ότι και αυτοί οφείλουν να προσπαθούν και πως πρέπει να απαρνηθούν κάθε μορφής ηδονή, όλα όσα αναφέρει ο Απόστολος Παύλος στους Γαλάτες ως «έργα της σαρκός». Γιατί, όπως γράφει ο Σαραντάρης, «Η πράξη η αντίθετη της ηδονής είναι εκείνο που οι περισσότεροι ονομάζουμε <πνευματική ζωή>, είναι η πορεία προς την ύπαρξη». Είναι εκείνο που τονίζει ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς στο βιβλίο του «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος», ότι ο αμαρτωλός άνθρωπος αν και ζει και κινείται είναι χωρίς ύπαρξη, χωρίς ζωή.
Εμείς προσπαθούμε αλλά, θα ρωτήσει κάποιος, στη σημερινή κρίση υπάρχει ελπίδα, ή «αέρα δέρομε»; Ασφαλώς και υπάρχει ελπίδα. Οι κρίσεις, -καλύτερα να τις λέμε δοκιμασίες-, σε όλα τα επίπεδα, προσωπικό, οικογενειακό, κοινωνικό, εθνικό, είναι ευκαιρία για να αποκτήσουμε αυτοσυνειδησία των πραγματικών μας διαστάσεων και για να φιλοσοφήσουμε στη ζωή με την προοπτική της αιωνιότητας. Μέσα σε αυτό το καύμα της κρίσης ας είμαστε γεμάτοι Αγάπη, Πίστη, Ελπίδα, υπομονή, θέληση, ενέργεια.
Ο Ελληνισμός έχει περάσει πολλές και δεινές δοκιμασίες και έχει επιζήσει. Και τώρα αυτό θα συμβεί. Πρέπει να είμαστε βέβαιοι. Ακόμη και μέσα σ’ αυτό τον υλιστικό ορυμαγδό πάντα θα υπάρχει η μικρά ζύμη που όλο το φύραμα θα ζυμώνει.. Και μη μας λήψει η Αισιοδοξία….ας είμαστε αυτό που περιγράφει ο Απόστολος Παύλος στους Κορινθίους: «Ως λυπούμενοι αεί δε χαίροντες, ως πτωχοί πολλούς δε πλουτίζοντες, ως μηδέν έχοντες και πάντα κατέχοντες» Β΄ Κορ. στ΄10).
Συμπερασματικά η ελπίδα να μη μας αφήνει! να μην το βάζουμε κάτω! ΤΩΡΑ μας χρειάζονται τα παιδιά μας, οι συνάνθρωποί μας, ΤΩΡΑ μας χρειάζεται η Πατρίδα μας.
Mην ξεχνάμε ποτέ πως όταν ο Ηλίας ήταν απελπισμένος στη σπηλιά του πιστεύοντας ότι το παν είχε χαθεί στο Ισραήλ, φωνή Κυρίου τον ενημέρωσε πως επτά χιλιάδες άνδρες, δεν είχαν κάμψει γόνυ ούτε είχαν προσκυνήσει τον Βάαλ.(Βασ. Γ΄ ιθ΄18). Κι εμείς δεν είμαστε λίγοι και ο Θεός είναι βοηθός μας.-
*Χαιρετισμός εις συνεστίαση της Ενώσεως Γυναικών Επιστημόνων. Κυριακή 8 Φεβρουαρίου
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, προσεύχεται πάντοτε, προσεύχεται κι αὐτὴ τὴν ὥρα. Προσεύχεται ἔντονα. Στὴν ἁγία Γραφὴ ὑπάρχει προτροπὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ μᾶς συνιστᾷ τὴν ἔντονη προσευχή· «Ἀγρυπνεῖτε», λέει, «ἐν παντὶ καιρῷ δεόμενοι ἵνα καταξιωθῆτε ἐκφυγεῖν πάντα τὰ μέλλοντα γίνεσθαι καὶ σταθῆναι ἔμπροσθεν τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Λουκ. 21,36). «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε», λέει ἐπίσης ὁ Κύριος (Ματθ. 26,41). Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος συμβουλεύει· «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Θεσ. 5,17).
Προσεύχεται ἡ Ἐκκλησία μας διαρκῶς, ἀνὰ πᾶσαν ὥρα. Δὲν ὑπάρχει μόνο τὸ κοσμικὸ ὡρολόγιο, δὲν ὑπάρχει μόνο τὸ ὡράριο ἐργασίας τοῦ κόσμου· ὑπάρχει καὶ τὸ ὡράριο προσευχῆς στὸ Θεό, ἡ ὥρα τοῦ Θεοῦ.
Προσεύχεται ἡ Ἐκκλησία τὸ πρωὶ στὸν ὄρθρο, προσεύχεται τὸ μεσημέρι στὶς ὧρες, προσεύχεται τὸ ἀπόγευμα στὸν ἑσπερινό, προσεύχεται τὸ βράδι στὸ ἀπόδειπνο, προσεύχεται τὰ μεσάνυχτα στὸ μεσονυκτικό.
Προσεύχεται ὅλες τὶς ἡμέρες. Κάθε ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος εἶνε ἀφιερωμένη σὲ κάποια μνήμη. Ἡ Δευτέρα λόγου χάριν εἶνε ἀφιερωμένη στὴ μνήμη τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων. Ἡ Τρίτη στὴ μνήμη τοῦ τιμίου Προδρόμου. Ἡ Τετάρτη στὴν ἀνάμνησι τῆς προδοσίας. Ἡ Πέμπτη στὴ μνήμη τῶν ἁγίων ἀποστόλων. Ἡ Παρασκευὴ στὴν ἀνάμνησι τῆς σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ μας. Τὸ Σάββατο; Κάθε Σάββατο, ποὺ χτυπάει ἡ καμπάνα, ὁ ἱερεὺς προσεύχεται ὑπὲρ τῶν νεκρῶν· τὸ Σάββατο εἶνε ἡμέρα τῶν νεκρῶν. Καὶ τέλος ἡ Κυριακή, ἡ ἐπίσημος καὶ μεγαλοπρεπὴς ἡμέρα, εἶνε ἀφιερωμένη στὴν ἀνάστασι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀνέστη ἐκ νεκρῶν καὶ ζῇ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Τὴν Κυριακὴ πρέπει νὰ τὴν τιμοῦμε ὅλοι. Καὶ ὅμως δὲν τὴν τιμοῦμε. Ἐὰν κρίνουμε ἀπὸ τὰ ἔργα μας, ἀπὸ τὴν αἰσχρὴ συμπεριφορὰ ποὺ δείχνουμε τὴν ἡμέρα αὐτή, δὲν ὑπάρχει Κυριακή. Ἦταν κάποτε ἡ Κυριακή. Τώρα θὰ ἔπρεπε νὰ μὴν τὴν ὀνομάζουμε Κυριακή, ἀλλὰ
…διαβολική! Γιατὶ στὸν διάβολο τὴν ἀφιερώνουν οἱ ἄνθρωποι. Τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα, ὅπως βεβαιώνουν στατιστικὲς τῆς ἀστυνομίας καὶ τῶν δικαστηρίων, γίνονται τὴν ἡμέρα αὐτή. Ἔπαυσε στὸν αἰῶνα αὐτὸν νὰ τιμᾶται ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου.
* * *
Σήμερα ὅμως εἶνε Σάββατο, ἡμέρα τῶν νεκρῶν. Ἀλλὰ τὸ σημερινὸ Σάββατο διαφέρει ἀπὸ ὅλα τὰ Σάββατα τοῦ ἔτους. Γι᾿ αὐτὸ ὀνομάζεται Ψυχοσάββατο. Τί σημαίνει ψυχοσάββατο;
Ἡ Ἐκκλησία μας στρέφεται μὲ ἱερὴ συγκίνησι στοὺς τάφους καὶ θυμᾶται τοὺς νεκρούς. Ποιούς νεκρούς; Οἱ νεκροὶ εἶνε πολλοί. Οἱ νεκροί, ποὺ εἶνε θαμμένοι ἐδῶ στὰ κοιμητήρια εἶνε πιὸ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ζωντανοὺς ποὺ βρίσκονται στὴν πόλι. Ἔχουμε δύο πόλεις· ἡ μία ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς ζῶντας, καὶ ἡ ἄλλη ἀπὸ τοὺς κεκοιμημένους. Ἡ μικρὴ πόλις ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς ζῶντας πόσοι εἴμαστε; Μερικὲς χιλιάδες; Εἴμαστε μειοψηφία. Ἡ μεγάλη πόλις, ἡ ἀπέραντη πόλις, εἶνε τὸ νεκροταφεῖο. Πάνω ἀπὸ ἕνα ἑκατομμύριο εἶνε θαμμένοι ἐκεῖ μέσα. Ἐμεῖς εἴμαστε ἡ μειοψηφία, αὐτοὶ εἶνε πλειοψηφία.
Αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς νεκρούς, ποὺ καθένας κατὰ διαφορετικὸ τρόπο ἀπῆλθαν ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦτο, μνημονεύει σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς πέθαναν νήπια –καὶ αὐτὰ εἶνε τὰ μακάρια πνεύματα–, ἄλλοι πέθαναν γέροντες ἀσπρομάλληδες. Ἄλλοι πέθαναν μέσα στὸ σπίτι, καὶ ἄλλοι ἔξω στοὺς δρόμους ἢ στὰ βουνά. Ἄλλοι πέθαναν στὴν ξηρά, ἄλλοι στὴ θάλασσα. Ἄλλοι πέθαναν μὲ φυσικὸ θάνατο, ἄλλοι ἀπὸ διάφορα δυστυχήματα ἢ τοὺς ἔφαγαν τὰ θηρία τῆς ἐρήμου.
Ὅλους αὐτοὺς τοὺς θυμᾶται σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Θυμᾶται ὅμως καὶ κάποιους ἄλλους. Ποιούς; Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοσι, πρέπει ὁ πιστὸς Χριστιανός, ὅταν περάσουν τρεῖς μέρες ἀπὸ τὸ θάνατο, νὰ τελῇ μνημόσυνο, τὰ τριήμερα· ὅταν περάσουν ἐννέα ἡμέρες, τὰ ἐννιάμερα· ὅταν περάσουν σαράντα ἡμέρες, τὰ σαράντα κ.λπ.. Ἔχουν σημασία αὐτά. Δὲν εἶνε τώρα ἡ ὥρα νὰ σᾶς ἐξηγήσω, γιατί κάνουμε τότε μνημόσυνο, ἢ στὸ χρόνο, ἢ στὰ τρία χρόνια κ.λπ..
Τώρα δυστυχῶς πᾶνε κι αὐτά, λησμονήθηκαν. Τώρα λησμονοῦν καὶ τοὺς νεκρούς!
Ἂν πᾶτε στὴν Ἰαπωνία, θὰ δῆτε ὅτι τιμοῦν πολὺ τοὺς νεκρούς. Τὰ νεκροταφεῖα τους εἶνε περιβόλια, ἄλση ὡραιότατα. Καὶ ὅταν βαπτίζωνται ἢ ὅταν στεφανώνωνται, τὶς σπουδαιότερες δηλαδὴ στιγμὲς τῆς ζωῆς τους, οἱ Γιαπωνέζοι πηγαίνουν στὰ νεκροταφεῖα καὶ προσεύχονται στοὺς τάφους τῶν νεκρῶν.
Ἐμεῖς…· θὰ ἔλεγα μιὰ σκληρὴ λέξι, ἀλλὰ δὲν τὴν λέω. Κτηνώδης εἶνε ἡ κατάστασις. Γίναμε ἀγριώτεροι ἀπὸ ὅλους. Λησμονήσαμε τοὺς νεκρούς. Χορτάριασαν τὰ μνήματα. Ἀπαίσια εἶνε ἡ ὄψι τῶν νεκροταφείων μας –πλὴν ἐλαχίστων–, οὔτε ἕνα μπουκέτο λουλούδια δὲν τοὺς πᾶμε. Παίρνει τὸ παιδὶ ἢ τὸ ἐγγόνι τὴν περιουσία ἐκείνων, ποὺ κοπίασαν γιὰ νὰ ζῇ αὐτὸς τώρα εὐτυχής, καὶ δὲν τοὺς ἀνάβει ἕνα κερί. Ὑπάρχουν πολλοὶ κεκοιμημένοι ποὺ τοὺς ἔχουν λησμονήσει οἱ πάντες.
Ἀλλ᾿ ἐδῶ εἶνε τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐὰν ὅλος ὁ κόσμος τοὺς λησμονῇ, δὲν τοὺς λησμονεῖ ὅμως ἡ μάνα· ναί, ἡ μάνα. Ποιά εἶνε ἡ μάνα, εἰδικῶς σ᾿ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες; Ἐὰν γιὰ ἄλλους λαοὺς τῶν Βαλκανίων, τοὺς Σέρβους καὶ τοὺς Ῥουμάνους καὶ τοὺς Βουλγάρους καὶ τοὺς Ῥώσους ποὺ εἶνε κι αὐτοὶ ὀρθόδοξοι, ἐὰν γι᾿ αὐτοὺς ἡ Ἐκκλησία εἶνε μιὰ φορὰ μάνα, γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες εἶνε χίλιες φορὲς μάνα, ἡ «γλυκειὰ μάνα» μας, ὅπως ἔλεγε ὁ Κρυστάλλης.
Αὐτὴ ἡ μάνα λοιπὸν δὲν λησμονεῖ τὰ παιδιά της. Ἂν σὲ λησμονήσῃ ὁ ἄντρας, σὲ λησμονήσῃ ἡ γυναίκα, σὲ λησμονήσῃ τὸ παιδί σου, ἡ Ἐκκλησία δὲν σὲ λησμονεῖ. Τέτοια ἁγία ἡμέρα ἀναπέμπει δέησι ὑπὲρ ὅλων τῶν νεκρῶν, καὶ ἰδίως τῶν νεκρῶν ἐκείνων τοὺς ὁποίους λησμόνησαν οἱ συγγενεῖς τους καὶ δὲν τελοῦν μνημόσυνα γι᾽ αὐτούς. Ὑπὲρ ὅλων αὐτῶν τελεῖ σήμερα τὸ μνημόσυνο.
* * *
Ἀλλὰ κ᾿ ἐμεῖς οἱ ζῶντες ἂς προετοιμαζώμαστε γιὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου. Μὴ φανοῦμε ἀμελέστεροι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες προγόνους μας. Γιατὶ ὑπῆρχαν πρὸ Χριστοῦ Χριστιανοί, ὅπως ὑπάρχουν καὶ μετὰ Χριστὸν εἰδωλολάτρες.
Πρὸ Χριστοῦ Χριστιανοί; Περίεργο πρᾶγμα! Μάλιστα. Πρὸ Χριστοῦ Χριστιανὸς ἦταν λ.χ. ὁ Φίλιππος ὁ Μακεδών, ὁ ἔνδοξος βασιλεύς, ὁ πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Δὲν ἦταν Χριστιανὸς βαπτισμένος, ἀλλ᾿ ὅμως τί ἔκανε; Εἶχε ὁρίσει ἕνα στρατιώτη του πρωὶ πρωὶ νὰ παρουσιάζεται ἐνώπιόν του καὶ νὰ τοῦ δίνῃ ἀναφορά, πρὶν ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλο, καὶ νὰ τοῦ λέῃ· «Φίλιππε, μέμνησο ὅτι θνητὸς εἶ»· Φίλιππε, θυμήσου ὅτι θὰ πεθάνῃς.
Τώρα ἐμεῖς σβήσαμε ἀκόμα καὶ τὶς ταμπέλλες τῶν καταστημάτων ποὺ κατασκευάζουν φέρετρα, γιὰ νὰ μὴ μᾶς ἐνοχλῇ ὁ θάνατος. Καὶ τὶς κηδεῖες τὶς ὠνομάσαμε τελετές· «γραφεῖα τελετῶν» γράφουν, ὄχι «γραφεῖα κηδειῶν». Καὶ ὅμως ὁ θάνατος ἔρχεται. Ἔρχεται ὡς ἀστραπὴ καὶ κεραυνός, ὡς τρομακτικὴ βροντὴ καὶ αἰφνίδιος σεισμός.
«Ὅρος φιλοσοφίας», ἔλεγε ὁ Ἀριστοτέλης, ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας, εἶνε ἡ «μνήμη θανάτου»· γιὰ νὰ ἐμβαθύνῃ δηλαδὴ κανεὶς στὴ σοφία, πρέπει νὰ θυμᾶται τὸ θάνατο. Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου ἐπαναφέρει σὲ τάξι τὸν ἄνθρωπο καὶ δημιουργεῖ μέσα του κατάνυξι καὶ σωτηρία.
* * *
Τὴ μνήμη λοιπὸν τοῦ θανάτου ὑπενθυμίζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔρχονται γιὰ τὸ Ψυχοσάββατο στὴν ἐκκλησία.
Ὦ Ψυχοσάββατο στὴ Ῥούμελη, στὸ Μοριά, στὴ Μακεδονία, στὰ νησιὰ τὰ εὐλογημένα, σὲ κάθε γωνία τῆς Ἑλληνικῆς γῆς! Ὅλοι τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἔτρεχαν μὲ τὰ κόλλυβα ἀπὸ νωρὶς στὴν ἐκκλησία.
Τελειώνοντας εὔχομαι σὲ ὅλους· Ν᾿ ἀναπαύσῃ ὁ Θεὸς «ἐν σκηναῖς δικαίων» ὅλους τοὺς νεκρούς, κ᾿ ἐμᾶς νὰ μᾶς ἀξιώσῃ νὰ ἔχουμε τέλος χριστιανικό, σύμφωνα μὲ τὴν ὡραία αἴτησι τῆς Ἐκκλησίας μας «Χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικὰ καὶ καλὴν ἀπολογίαν τὴν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ»· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: Ακτίνες
79. Ας ερευνήσουμε, αδελφοί μου, να βρούμε ποιός είναι ο λόγος που μερικές φορές ακούει κανείς έναν προσβλητικό λόγο και τον ξεπερνάει χωρίς να ταραχθεί, σαν να μην άκουσε σχεδόν τίποτα, ενώ άλλοτε με τον ίδιο λόγο αμέσως ταράζεται. Ποιά είναι η αιτία μιας τέτοιας διαφοράς; Άραγε, έχει μια μόνο αιτία αυτό το πράγμα ή πολλές; Εγώ βλέπω ότι έχει μεν πολλές αιτίες, μία όμως είναι η μητέρα, θα λέγαμε, που γεννά όλες τις άλλες. Και εξηγώ πως ακριβώς. Πρώτα - πρώτα συμβαίνει πολλές φορές να προσεύχεται κανείς λέγοντας την ευχή ή να κάνει νοερά πνευματική μελέτη και βρίσκεται, θα λέγαμε, σε ειρηνική ψυχική κατάσταση. Έτσι σηκώνει τον αδελφό του και ξεπερνάει τα λόγια του χωρίς ταραχή. Άλλοτε συμβαίνει να έχει κανείς συναισθηματική προσκόλληση σε κάποιον άλλο και γι’ αυτό σηκώνει όλες τις δυσκολίες που του προξενεί χωρίς να θλίβεται. Πάλι συμβαίνει να έχει κανείς πολύ κακή ιδέα για κάποιον, επειδή αυτός εκδηλώνει απορριπτική διάθεση για το πρόσωπό του. Γι’ αυτό τον περιφρονεί και δεν τον υπολογίζει ως άνθρωπο, ούτε καν καταδέχεται να μιλήσει γι’ αυτόν, ούτε γι’ αυτά που λέει και κάνει.
80. Και σας αναφέρω ένα σχετικό γεγονός για να θαυμάσετε. Ζούσε ένας αδελφός στο Κοινόβιο, πριν εγώ φύγω από εκεί. Και τον παρατηρούσα ότι ποτέ δεν ταραζόταν ούτε στενοχωριόταν με κανέναν, αν και είδα πολλούς αδελφούς να τον βρίζουν με διάφορους τρόπους και να τον προκαλούν. Αλλά ο νεότερος εκείνος σήκωνε με τέτοιο τρόπο όσα δεχόταν από τον καθένα τους, σαν να μην τον ενοχλούσε κανείς. Εγώ λοιπόν πάντοτε θαύμαζα την τόσο μεγάλη ανεξικακία του και επιθυμούσα να μάθω πως απέκτησε αυτή την αρετή. Τον παίρνω λοιπόν, μια φορά, ιδιαίτερα και του βάζω μετάνοια, παρακαλώντας τον να μου πει, ποιό λογισμό είχε πάντοτε στην καρδιά του, όταν τον βρίζει κάποιος ή τον κάνει να υποφέρει, και δείχνει τόσο μεγάλη μακροθυμία. Αυτός τότε μου απάντησε με φυσική απλότητα και ανεπιτήδευτο τρόπο και μου είπε: «Συνηθίζω να φυλάγομαι απ’ αυτούς τους βρωμερούς ανθρώπους και δέχομαι όσα μου κάνουν, όπως ακριβώς δέχονται τα δυνατά και γεροδεμένα σκυλιά τα βασανιστήρια από τα τυραννικά αφεντικά τους». Όταν άκουσα αυτή την απάντηση έσκυψα το κεφάλι μου και είπα με το λογισμό μου. Βρήκε το δρόμο του ο αδελφός! Και αφού σταυροκοπήθηκα έφυγα, παρακαλώντας τον Θεό να σκεπάζει και αυτόν και εμένα.
81. Ώστε συμβαίνει, όπως είπα, και από περιφρόνηση να μην ταραχθεί κάποιος. Αυτό όμως είναι φανερή καταστροφή. Το να ταράζεται όμως κάποιος με τον αδελφό του που τον στενοχωρεί συμβαίνει ή γιατί δεν βρίσκεται εκείνη την ώρα σε καλή ψυχική κατάσταση ή γιατί τρέφει γι’ αυτόν κάποια αντιπάθεια. Υπάρχουν βέβαια και πολλές άλλες αιτίες που το προκαλούν αυτό, που έχουν ήδη αναφερθεί με πολλούς τρόπους. Αν όμως θέλουμε να μιλήσουμε με ακρίβεια, η αιτία κάθε ταραχής είναι το ότι δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τις αμαρτίες μας και να κλαίμε γι’ αυτές. Γι’ αυτό νοιώθουμε όλη αυτή την κατάθλιψη. Γι’ αυτό δεν βρίσκουμε ποτέ ανάπαυση. Δεν είναι δε θαυμαστό το ότι ακούμε από όλους τους αγίους ότι δεν υπάρχει άλλη οδός εκτός απ’ αυτήν και βλέπουμε ότι κανένας απ’ όσους ακολούθησαν άλλο δρόμο δεν βρήκαν ανάπαυση, και περιμένουμε εμείς να βρούμε ανάπαυση ή να κρατηθούμε στο σωστό δρόμο, χωρίς να συνηθίσουμε να κατηγορούμε τον εαυτό μας; Πράγματι, ακόμα και αν ο άνθρωπος πετύχει πολλά πνευματικά κατορθώματα, δεν εργαστεί όμως αυτό το έργο της αυτομεμψίας, δεν θα σταματήσει ποτέ να στενοχωρεί και να στενοχωριέται και να χάνει όλους τους κόπους του. Ποιά δε χαρά, ποιά ανάπαυση δεν θα έχει, όπου και αν πάει, όπως ακριβώς είπε ο αββάς Ποιμήν («Είπεν ο Αββάς Ποιμήν, ότι είπε ο Αββάς Αντώνιος, ότι: Η μεγάλη δυναστεία του ανθρώπου εστίν, ίνα επάνω αυτού βάλη το ίδιον σφάλμα ενώπιον Κυρίου, και προσδοκήση πειρασμόν εως εσχάτης αναπνοής») , εκείνος που μέμφεται τον εαυτό του; Γιατί, αν του συμβεί κάποια ζημιά ή κάποια ατίμωση είτε οποιαδήποτε άλλη στενοχώρια, προλαβαίνει και θεωρεί τον εαυτό του ως άξιο του κακού και ποτέ δεν ταράζεται. Υπάρχει μεγαλύτερη ανάπαυση απ’ αυτή;
82. Αλλά μπορεί να πει κάποιος: «Αν με στενοχωρήσει ο αδελφός και ψάξω μέσα μου και βρω ότι δεν του έδωσα καμιά αφορμή, πως μπορώ να κατηγορήσω τον εαυτό μου»; Πραγματικά, αν εξετάσει κανείς τον εαυτό του με φόβο Θεού, θα βρει ότι οπωσδήποτε έδωσε αφορμή είτε με λόγο, είτε με έργο, είτε κάποια κίνηση. Κι αν ακόμα βλέπει, όπως λέει, ότι ο ίδιος δεν έδωσε απολύτως τέτοια αφορμή στη συγκεκριμένη περίπτωση, πιθανόν να τον στενοχώρησε κάποια άλλη φορά ή για το ίδιο θέμα ή για κάτι άλλο. Ή μπορεί κάποιον άλλο αδελφό να στενοχώρησε και έπρεπε γι’ αυτό να υποφέρει ή, πολλές φορές, και για κάποια άλλη αμαρτία. Ώστε αν, όπως είπα, με φόβο Θεού εξετάσει κανείς τον εαυτό του και ψηλαφίσει τη συνείδησή με ακρίβεια, θα βρει οπωσδήποτε ότι είναι ένοχος.
Άλλες φορές πάλι βλέπει κανείς τον εαυτό του να παραμένει ήσυχος και ειρηνικός. Όταν όμως του πει ο αδελφός του κάποιο λυπηρό λόγο, ταράζεται και γι’ αυτό νομίζει ότι δικαιολογημένα στενοχωριέται μαζί του, λέγοντας ότι: «Αν δεν ερχόταν να μου μιλήσει και να με ταράξει, δεν θα έπεφτα στην αμαρτία». Και τούτο δεν είναι μόνο αυταπάτη, αλλά είναι και παραλογισμός. Διότι μήπως αυτός που του είπε τη βαριά φράση του έβαλε στην ψυχή του και το πάθος; Του έδειξε το πάθος που βρισκόταν μέσα του, για να μετανοήσει, αν θέλει, γι’ αυτό. Γιατί αυτός μοιάζει με εκλεκτό ψωμί που εξωτερικά έχει πολύ καλή εμφάνιση, όταν όμως το κόψει κανείς, τότε φαίνεται η μούχλα του. Έτσι και αυτός καθόταν ειρηνικός, καθώς νόμιζε, είχε όμως μέσα του το πάθος και δεν το ήξερε. Μια κουβέντα του είπε ο αδελφός του και έβγαλε τη βρωμιά που βρισκόταν κρυμμένη μέσα του. Αν λοιπόν θέλει να βρει έλεος, πρέπει να μετανοήσει, να καθαριστεί, να προοδεύσει. Να καταλάβει δηλαδή ότι οφείλει να ευχαριστεί μάλλον τον αδελφό, γιατί μ’ αυτό τον τρόπο του προξένησε τόσο μεγάλη ωφέλεια.
83. Διότι κάθε αγωνιστή δεν τον καταβάλλουν και δεν τον επηρεάζουν στο ίδιο μέτρο πάντοτε οι πειρασμοί, αλλά όσο προοδεύει στην πνευματική ζωή, τόσο ελαφρότεροι του φαίνονται. Πραγματικά, όσο προοδεύει η ψυχή, τόσο δυναμώνει και μπορεί να βαστάζει όσα τη βρίσκουν. Όπως ακριβώς, αν ένα ζώο είναι γερό και του φορτώσει κανείς βαρύ φόρτωμα, το σηκώνει εύκολα. Και αν ακόμα τύχει να σκοντάψει, αμέσως σηκώνεται και δεν καταλαβαίνει σχεδόν καθόλου ότι σκόνταψε. Αν όμως είναι ασθενικό και αδύνατο ζώο, τότε και το παραμικρό το γονατίζει. Και αν τύχει να πέσει, έχει ανάγκη από πολλή βοήθεια για να σηκωθεί. Το ίδιο συμβαίνει και με την ψυχή. Όσο αμαρτάνει, ταλαιπωρείται από την ίδια την αμαρτία. Γιατί η αμαρτία έχει την ιδιότητα να ταλαιπωρεί και να φθείρει αυτόν που την διαπράττει. Επομένως, οτιδήποτε και αν συμβεί, τον καταπονεί. Όταν όμως προκόψει ο άνθρωπος, ξεπερνάει διαρκώς ευκολότερα όλα εκείνα που τον κούραζαν κάποτε. Ώστε το να θεωρούμε αίτιο για όσα μας συμβαίνουν τον εαυτό μας και κανέναν άλλο, μας ευεργετεί πάρα πολύ και μας βοηθά να προκόψουμε και μας αναπαύει. Και πολύ περισσότερο μας βοηθά το να πιστεύουμε ότι τίποτα δεν παραχωρείται να μας συμβεί χωρίς να είναι κάτω από τη Θεία Πρόνοια.
84. Αλλά λέει κάποιος: «Πώς είναι δυνατόν να μην στενοχωρηθώ αν έχω ανάγκη από ένα πράγμα και δεν μου το δίνουν; Αφού το έχω ανάγκη»; Ούτε τότε δεν δικαιολογείται να κατηγορεί κανέναν ή να θλίβεται. Αλλά, αν πράγματι έχει ανάγκη από κάτι, καθώς λέει, και δεν του το δίνουν, πρέπει να σκέπτεται: Ο Χριστός ξέρει καλύτερα από μένα αν πρέπει να ανακουφισθώ και Αυτός θα συμπληρώσει την έλλειψη αυτού του πράγματος ή αυτής της τροφής». Οι Ισραηλίτες έφαγαν το μάννα στην έρημο σαράντα χρόνια. Και το μεν μάννα ήταν ένα είδος, γινόταν όμως στον καθένα ό,τι είχε ανάγκη. Σ’ αυτόν που είχε ανάγκη από γλυκό, γινόταν γλυκό. Σ’ αυτόν που είχε ανάγκη από αλμυρό, γινόταν αλμυρό. Και μ’ ένα λόγο, γινόταν για τον καθένα ό,τι ταίριαζε στην ιδιοσυγκρασία του (Σοφ. Σολ. 16, 21). Έτσι λοιπόν, αν έχει κάποιος ανάγκη από αυγό, και δεν του δίνουν παρά λάχανο, πρέπει να πει με το λογισμό του: «Αν ήταν για το συμφέρον μου, οπωσδήποτε θα μου το έστελνε ο Θεός. Πλην όμως και το ίδιο αυτό το λάχανο μπορεί να το κάνει για χάρη μου θρεπτικό σαν αυγό ο Θεός». Και είμαι βέβαιος ότι στα μάτια του Θεού αυτό ισοδυναμεί με μαρτύριο. Γιατί, πραγματικά, αν κάποιος είναι άξιος να αναπαυθεί, ο Θεός φωτίζει και την καρδιά των Σαρακηνών να τον ελεήσουν κατά την ανάγκη του. (Με την θέση αυτή ο αββάς Δωρόθεος με φυσικότητα και απλότητα υποδηλώνει την πίστη του ότι ο Θεός είναι Κύριος της ιστορίας. Επιμαρτυρεί το «ουδέν απρονόητον και εμελημένον παρά Θεώ» του Μ. Βασιλείου (Έξ. 7, 5) και φανερώνει τη θετική πλευρά της παρεμβάσεως της Θείας Πρόνοιας στη ζωή του ανθρώπου. Αντίθετα, μας θυμίζει το Γραφικό «Εάν πλανηθή ο προφήτης, εγώ επλάνησα αυτόν» (Ιεζ. 14, 9), που φανερώνει ότι και τότε ο Θεός κινείται και πάλι παιδαγωγικά και παρεμβαίνει στη ζωή του ανθρώπου με τη μορφή της αποκρύψεως της αλήθειας. Πολλές φορές κάνουμε τον εαυτό μας ανάξιο της αλήθειας και τότε παρεμποδίζονται να μας την αποκαλύψουν ακόμη και όσοι είναι αρμόδιοι να το κάνουν. Όποιος όμως είναι άξιος να τύχει της βοήθειας του Θεού, τότε ακόμη και οι εχθροί του τον εξυπηρετούν.)
Αν όμως δεν είναι άξιος να αναπαυθεί ή δεν είναι για το συμφέρον της ψυχής του, και αν ακόμα δημιουργήσει καινούργιο ουρανό και καινούργια γή, δεν βρίσκει ανάπαυση. Φυσικά, άλλες φορές βρίσκει κανείς περισσότερα απ’ όσα του χρειάζονται, θέλοντας να του δείξει την υπερβολική αγάπη που έχει προς τον άνθρωπο και να τον διδάξει την ευχαριστία. Όταν όμως δεν του δίνει αυτά που του χρειάζονται, καλύπτει με το λόγο Του την ανάγκη που θα κάλυπτε το πράγμα που του λείπει και τον μαθαίνει υπομονή. Ώστε, σε κάθε περίσταση, πρέπει να έχουμε στραμμένη την προσοχή μας στον Θεό. Και είτε ευεργετηθούμε, είτε κακοπάθουμε, να έχουμε στραμμένη την προσοχή μας στον Θεό και να τον ευχαριστούμε για όσα μας συμβαίνουν, προσπαθώντας πάντοτε να διατηρήσουμε την αυτομεμψία. Και να λέμε, όπως έλεγαν και οι Πατέρες, αν μεν συμβεί κάτι καλό, «είναι οικονομία του Θεού», αν δε συμβεί κάτι κακό, «προέρχεται από τις αμαρτίες μας».
Πραγματικά, ό,τι και αν πάθουμε, από τις αμαρτίες μας το παθαίνουμε. Γιατί οι Άγιοι, και όταν ακόμα πάσχουν, υποφέρουν για τη δόξα του Ονόματος του Θεού ή για να φανερωθεί η αρετή τους και να ωφεληθούν πολλοί ή για να πολλαπλασιασθεί η αμοιβή τους από τον Θεό. Για μας όμως τους ταλαίπωρους, πως μπορούμε να ισχυριστούμε κάτι τέτοιο; Αμαρτάνουμε κάθε μέρα τόσο πολύ και επιδιώκουμε την ικανοποίηση των παθών μας με κάθε τρόπο. Αφήσαμε τον ίσιο δρόμο που χάραξαν οι Πατέρες, δηλαδή την αυτομεμψία, και περπατάμε τους στραβούς δρόμους, κατηγορώντας τον πλησίον. Και ο καθένας ζεί με αμέλεια, τίποτα δεν εφαρμόζει και έχει την απαίτηση από τον πλησίον να τηρεί τις εντολές.
85. Κάποτε με πλησίασαν δύο αδελφοί, που στενοχωρούσε ο ένας τον άλλον, και έλεγε ο μεγαλύτερος για τον μικρότερο: «Του λέω να κάνει κάτι και στενοχωριέται και στενοχωριέμαι κι εγώ, γιατί σκέπτομαι ότι, αν με αγαπούσε και μ’ εμπιστευόταν, θα τον πληροφορούσε ο Θεός να τα δεχθεί». Και ο μικρότερος έλεγε: «Συγχώρεσέ με, Γέροντα, γιατί έχω την εντύπωση ότι δεν μου μιλάει με φόβο Θεού, αλλά σαν να θέλει να με διατάζει. Και νομίζω ότι γι’ αυτό δεν αναπαύεται η καρδιά μου, όπως λένε οι Πατέρες».
(Η αμφιβολία και η αβεβαιότητα, καρπός του μεταπτωτικού ψυχισμού του ανθρώπου, του αφαιρούν κάθε είδους αναπαύσεως της ψυχής του. Τότε μόνο αναπαύεται ο άνθρωπος, όταν πληροφορείται από την συνείδησή του ότι όλα έχουν καλώς και προς τον Θεό, και προς τον πλησίον και προς τον εαυτό του. Ο διάβολος όμως καλλιεργεί ψευδείς πληροφορίες και πλανά τους άπειρους στην πνευματική ζωή. Γι’αυτό και οι αγωνιζόμενοι νηπτικά, την πληροφόρησή τους δεν την δέχονται από τη συνείδησή τους, αλλά μόνο από τον Γέροντά τους ή από τον ίδιο τον Κύριο. «Πληροφορία» είναι η εσωτερική και συνειδητή βεβαιότητα για την ορθότητα πράξεως ή λογισμού ή γνώσεων κλπ. ή για την αποκάλυψη του θελήματος του Θεού σε κάθε περίσταση.)
Προσέξτε, πως ο ένας έριξε το βάρος στον άλλο και κανείς τους δεν κατηγόρησε τον εαυτό του. Άλλοι δύο, που στενοχώρησαν ο ένας τον άλλο, έβαλαν μεν ο ένας στον άλλον μετάνοια, παρέμειναν όμως ανειρήνευτοι. Και ο μεν ένας έλεγε: «Δεν μου έβαλε με την καρδιά του μετάνοια και γι’ αυτό δεν αναπαύθηκα. Γιατί έτσι έχουν πει οι Πατέρες». Ο δέ άλλος έλεγε: «Επειδή δεν είχε προδιατεθεί με αγάπη προς το πρόσωπό μου, πριν εγώ του δείξω τη μετάνοιά μου, γι’ αυτό κι εγώ δεν αναπαύθηκα». Βλέπετε αυταπάτη, αδελφοί μου, βλέπετε πως διαστράφηκε ο λογισμός τους; Ο Θεός γνωρίζει πόσο μεγάλη κατάπληξη μου προξενεί το ότι ακόμα και τους Πατέρες χρησιμοποιούμε, σύμφωνα με τα θελήματά μας τα πονηρά, για να χάσουμε τις ψυχές μας. Έπρεπε να πάρει καθένας επάνω του την ευθύνη, να κατηγορήσει τον εαυτό του και να πεί: «Δεν έβαλα ειλικρινά μετάνοια στον αδελφό μου, γι’ αυτό δεν τον ανέπαυσε ο Θεός». Ο δε άλλος να πεί: «Εγώ δεν είχα την καρδιά μου έτοιμη να συγχωρέσει και να αγαπήσει τον αδελφό μου, πριν αυτός μου εκφράσει τη μετάνοιά του και γι’ αυτό δεν τον ανέπαυσε ο Θεός». Έτσι θα έπρεπε να κάνουν και οι προηγούμενοι. Ο μεν πρώτος έπρεπε να πεί: «Εγώ μιλάω με αυθάδεια, γι’ αυτό δεν αναπαύει ο Θεός τον αδελφό μου». Και ο άλλος έπρεπε να λογίζεται: «Ο αδελφός μου μού δίνει εντολές με ταπείνωση και αγάπη, αλλά εγώ είμαι ανυπότακτος και δεν έχω φόβο Θεού». Αλλ’ όμως κανένας τους δεν βρήκε τον σωστό δρόμο και δεν κατηγόρησε τον εαυτό του. Αντίθετα, καθένας έριξε το βάρος στον άλλον.
86. Να, γι’ αυτό δεν μπορούμε να προκόψουμε, γι’ αυτό δεν βρίσκουμε ωφέλεια σε τίποτε, αλλά περνάμε όλο τον καιρό μας σαπίζοντας από τους λογισμούς που κάνουμε εναντίον των αδελφών μας και κατατσακιζόμαστε, επειδή καθένας δικαιώνει τον εαυτό του. Καθένας αφήνει τον εαυτό του, όπως είπα, χωρίς να εφαρμόζει τίποτα. Και όλοι μας έχουμε την απαίτηση να τηρούν οι άλλοι τις εντολές του Θεού. Γι’αυτό και δεν μπορούμε να συνετισθούμε να κάνουμε το καλό, γιατί αν ποτέ και το ελάχιστο μάθουμε, αμέσως απαιτούμε από τον αδελφό μας να το εφαρμόσει, κατηγορώντας τον και λέγοντας: «Πρέπει να κάνει αυτό» ή «γιατί αυτό δεν το έκανε έτσι»; Γιατί δεν απαιτούμε καλύτερα από τους εαυτούς μας να εφαρμόζουμε τις εντολές και δεν κατηγορούμε τους εαυτούς μας ως παραβάτες;
Που είναι εκείνος ο Γέροντας, που, όταν τον ρώτησαν «τι περισσότερο βρήκες σ’αυτό τον δρόμο, πάτερ;», απάντησε «έμαθα στο καθετί να κατηγορώ τον εαυτό μου»; Πράγμα που έκανε αυτόν που τον ρώτησε να τον επαινέσει και να του πεί: «Άλλος δρόμος εκτός απ’ αυτόν δεν υπάρχει». Όμοια και ο αββάς Ποιμένας είπε αναστενάζοντας: «Όλες οι αρετές μπήκαν σ’ αυτό το σπίτι, εκτός από μία και χωρίς αυτή δύσκολα στέκεται ο άνθρωπος». Και τον ρώτησαν: «Ποιά είναι αυτή»; Και λέει: «Η αυτομεμψία». Και ο Μέγας Αντώνιος είπε: «Αυτή είναι η σπουδαιότερη πνευματική εργασία, που έχει να κάνει ο άνθρωπος μέσα του. Να επωμίζεται τα λάθη του απέναντι στον Θεό και να προετοιμάζεται για τους πειρασμούς μέχρι την τελευταία του αναπνοή». Και παντού βλέπουμε ότι αυτό τηρούσαν οι Πατέρες και αναπαύονταν, αναφέροντας τα πάντα στον Θεό, ακόμα και τα πιο ασήμαντα.
87. Τέτοιος ήταν ο άγιος Γέροντας που, όταν αρρώστησε, του έβαλε ο αδελφός του στο φαγητό αντί για μέλι λιναρόλαδο, πράγμα που είναι βλαπτικότατο. Και όμως δεν είπε τίποτα, αλλά έφαγε σιωπηλός την πρώτη και τη δεύτερη μερίδα που του χρειαζόταν, χωρίς να κατηγορήσει τον αδελφό του, λέγοντας: «Με περιφρόνησε». Και όχι μόνο δεν είπε ότι τον περιφρόνησε, αλλά δεν τον λύπησε ούτε με κανέναν άλλο λυπηρό λόγο. Όταν δέ κατάλαβε ο αδελφός τι είχε κάνει, άρχισε να στενοχωριέται και να λέει: «Σε σκότωσα, Γέροντα, κι εσύ μου φόρτωσες την αμαρτία, γιατί δεν είπες τίποτα». Με πόση πραότητα του απάντησε, λέγοντας: «Μη στενοχωριέσαι, παιδί μου. Αν ήθελε ο Θεός να φάω μέλι, θα έβαζες μέλι». Και αμέσως απέδωσε το γεγονός στο θέλημα του Θεού. «Τι ανακατεύεις τον Θεό, καλόγερε; Ο αδελφός έκανε το λάθος και συ λες αν ήθελε ο Θεός; Τι σημαίνει αυτό»; Και απαντάει: «Ναι, αν ήθελε ο Θεός να φάω μέλι, θα μου ’βαζε μέλι ο αδελφός». Και αυτό συνέβη, ενώ ο Γέροντας αρρώστησε τόσο πολύ, ώστε να μην μπορεί για πολλές ημέρες να φάει τίποτα. Και όμως, παρόλα αυτά, δεν αγανάκτησε εναντίον του αδελφού, αλλά απέδωσε το λάθος στο θέλημα του Θεού και αναπαύθηκε. Πολύ σωστά έλεγε ο Γέροντας. Γιατί ήξερε καλά ότι, αν ήθελε ο Θεός να φάει μέλι, και το βρωμόλαδο θα το έκανε μέλι.
88. Εμείς όμως για κάθε πράγμα θεωρούμε υπεύθυνο τον αδελφό μας, κατηγορώντας τον ότι μας περιφρονεί και ότι ενεργεί χωρίς συνείδηση. Και, αν ακούσουμε ένα λόγο, αποδίδοντάς τον αμέσως σε κακή πρόθεση, λέμε: «Αν δεν ήθελε να με πληγώσει, δεν θα το έλεγε». Που να βρεθεί ο άγιος εκείνος προφήτης Δαυίδ που είπε για τον Σεμέι: «Αφήστε τον να καταρασθεί, γιατί ο Θεός του είπε να καταρασθεί τον Δαυίδ» (Βασ. Α’ 16, 10). Τον φονιά πρόσταξε ο Θεός να καταραστεί τον Προφήτη; Ως σοφός και επειδή ήξερε ότι τίποτε άλλο δεν ελκύει τη Χάρη του Θεού στην ψυχή όπως οι πειρασμοί, και μάλιστα όταν έρχονται επί πλέον σε καιρό δοκιμασίας και δύσκολης περιστάσεως, έλεγε: «Αφήστε τον να καταριέται τον Δαυίδ, γιατί του είπε ο Κύριος να το κάνει». Γιατί; «Μήπως δει ο Θεός την ταπείνωσή μου και μού αποδώσει καλό αντί για την κατάρα του». Βλέπεις με πόση σύνεση ενεργούσε ο Προφήτης; Γι’αυτό και διαφωνούσε με όσους ήθελαν να τον υπερασπισθούν, λέγοντας: «Γιατί ασχολείσθε με μένα, παιδιά της Σαρούιας; Αφήστε τον να καταριέται, γιατί ο Κύριος τον παρακίνησε».
Εμείς όμως δεν ανεχόμαστε να πούμε για τον αδελφό μας: «Ο Κύριος τον παρακίνησε».
Αλλά, αν ακούσουμε ένα λόγο, αμέσως νιώθουμε όπως οι σκύλοι. Ρίχνει κανείς επάνω τους πέτρα και αφήνουν αυτόν που τους πετροβόλησε και δαγκώνουν την πέτρα. Έτσι κάνουμε και εμείς. Εγκαταλείπουμε τον Θεό που επιτρέπει να μας βρούν συμφορές, για να καθαριστούμε από τις αμαρτίες μας, και τα βάζουμε με τον αδελφό μας, λέγοντας: «Γιατί μου το ’πε; Γιατί μου το ‘κανε»; Και ενώ μπορούμε απ’ αυτά να έχουμε μεγάλη ωφέλεια, βλάπτουμε τον εαυτό μας, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι όλα γίνονται με την Πρόνοια του Θεού για το συμφέρον του καθενός. Ο Θεός να μας χαρίσει σύνεση με τις ευχές των Αγίων. Αμήν
(Από τό βιβλίο ΑΒΒΑ ΔΩΡΟΘΕΟΥ, Ἔργα Ἀσκητικά, Εκδ. ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ Ἱ.Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέας, 2000)
Πηγή:Ι. Μ. Παντροκράτορος
Τὸ ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε ἐπίκαιρος, αὐτὸ ἐπιβεβαιώνεται καθημερινῶς ἀπ᾽ ἀρχῆς ἕως καὶ σήμερα καὶ τοῦτο θὰ ἐπαναλαμβάνεται διά παντός. Δύο βασικὰ εἶναι τὰ θέματα ποὺ στοὺς λίγους αὐτοὺς στίχους ἀναπτύσσει στοὺς Κορινθίους καὶ δι᾽ αὐτῶν σὲ ὅλους τοὺς πιστοὺς μέσῳ τῆς ἀποκαλυπτικῆς διαχρονικότητος.
Πρῶτον τὸ θέμα τοῦ φαγητοῦ καὶ δεύτερον τὸ θέμα τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων. Τοῦ φοβεροῦ καὶ θανάσιμου ἁμαρτήματος τῆς πορνείας. Καὶ γιὰ μὲν τὸ πρῶτο θέμα, αὐτὸ δηλαδὴ ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὰ “βρώματα” καὶ κατὰ πόσο ὁ πιστὸς ἔχει ἐξουσία καὶ μπορεῖ ἐλευθέρως νὰ γεύεται ὅ,τι ἐπιθυμεῖ, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον διά τοῦ Ἀποστόλου θὰ μᾶς διαφωτίσει ὅτι “πάντα μοι ἔξεστιν ἀλλ᾽ οὐ πάντα συμφέρει”. Ὅλα ὅσα δὲν ἀπαγορεύει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ μπορῶ νὰ τὰ ἔχω. Ὅλα εἶναι στὴν ἐξουσία μου, ἀλλὰ ἐγὼ δὲν θὰ γίνω δοῦλος σὲ τίποτε.
Ἡ “τετραγωνικὴ” θεολογικὴ λογικὴ τοῦ Ἀποστόλου εἶναι καταπληκτική. Γι᾽ αὐτὸ καὶ συνεχίζει: “Τὰ φαγητὰ ἔχουν γίνει γιὰ τὴν κοιλία καὶ ἡ κοιλία διά τὰ φαγητά. Ὅμως ὅλα αὐτὰ ὁ Θεὸς θὰ τὰ καταργήσει στὴν μέλλουσα ζωή ποὺ ἀναμένουμε”. Ἑπομένως μπορεῖ ὁ πιστὸς νὰ γεύεται τῆς τροφῆς (ὅταν ἐπιτρέπεται), ἀρκεῖ νὰ μὴ σκανδαλίζει καὶ φυσικὰ νὰ μὴ ξεχνᾷ ποτὲ πὼς “τρώει γιὰ νὰ ζήσει καὶ δὲν ζεῖ γιὰ νὰ τρώει”. Ὑφίσταται ὅμως καὶ ἕνα ἄλλο, ἄκρως ἐπικίνδυνο ζήτημα τὸ ὁποῖο εἶχε διαταράξει τὴν πνευματικὴ εἰρήνη στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου καὶ φαίνεται πὼς στὶς ἡμέρες μας ἔχει ἐπανέλθει στὴν χειροτέρα του μορφή, ἀφοῦ φαίνεται πὼς ὑπάρ- χουν κάποιοι, ἀκόμα καὶ ποιμένες, ποὺ τὸ θέμα τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων – πορνείας κ.λπ. - τὸ ἀντιμετωπίζουν ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ.
Ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ στὴν καλυτέρα τῶν περιπτώσεων, γιὰ νὰ μὴ ἰσχυριστοῦμε ὅτι οἱ “φιλελεύθεροι” καὶ “νεορθόδοξοι” μὲ μία μονοκονδυλιὰ τοῦ διαβόλου προσπαθοῦν νὰ διαγράψουν τὶς θεόπνευ- στες ἐντολὲς ἐπ᾽ αὐτῶν τῶν ζητημάτων, ποὺ περιέχονται στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἀνέκαθεν βιώνουν οἱ ἅγιοι καὶ φυσικὰ οἱ ἁπλοὶ πιστοὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Ἔ, λοιπὸν “τὸ σῶμα μας δὲν ἔχει δημιουργηθεῖ γιὰ τὴν πορνεία, ἀλλὰ γιὰ τὸν Κύριο. Γιὰ ν' ἀνήκει σὲ Αὐτὸν καὶ νὰ κατοικεῖ ἐντός του ὁ Ἴδιος. Δὲν ἔχει σημασία τὸ ὅτι τὸ σῶμα μετὰ τὸν θάνατο θὰ διαλυθεῖ, ἀφοῦ κάποια στιγμὴ θὰ τὸ ἀναστήσει ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος μὲ τὴ δύναμή του ἀνέστησε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό”. Καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὸ ἀποκορύφωμα μέσῳ ἑνὸς ἐρωτήματος: “Οὐκ οἴδατε ὅτι τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν;”.
Καὶ μόνο αὐτὸ τὸ καίριο ἐρώτημα ποὺ θέτει ὁ Ἀποστολικὸς κάλαμος, κονιορτοποιεῖ ὅλα τὰ φληναφήματα τῶν ψευδοθεολόγων, τῶν ξεπεσμένων “νεορθοδόξων” καὶ “μεταπατερικῶν” καὶ ὅσων “ποιμένων περὶ τὴν πίστιν ἠστόχησαν” (Α´ Τιμ. στ´ 21). Οὐδέποτε ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐδέχθη διά τοῦ βαπτίσματος καὶ τῶν ἄλλων μυστηρίων τὴν υἱοθεσίαν ἐπιτρέπεται νὰ ἁμαρτάνει μὲ ὁποι- αδήποτε βεβαίως ἁμαρτία, πολὺ δὲ περισσότερο μὲ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὰ ἀηδιαστικὰ καὶ βδελυρὰ ἁμαρτήματα, διά τὰ ὁποῖα “αἰσχρόν ἐστι καὶ λέγειν”. Καὶ μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ποὺ οὐδεμία ἀμφισβήτηση ἐπιδέχονται τίθεται ἀμείλικτο τὸ ἐρώτημα: “Διατὶ ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία ἀρνεῖται νὰ ἀγγίξει καὶ νὰ ἀποκαθάρει τὴν κατάρα τῆς λεγομένης “νεορθοδοξίας” τουτέστιν κακοδοξίας καὶ δαιμονολογίας, ποὺ τὰ τελευταῖα ἔτη ὡς καρκίνωμα πνευματικὸ κατατρώγει ὅ,τι πολυτιμότερο καὶ ἁγιώτερο ὑπάρχει στὸν χῶρο τῆς νεότητος καὶ ὄχι μόνον;”. Ἐννοοῦμε τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἁγνότητα ἕως τοῦ γάμου, τὴν πιστότητα ἕως θανάτου καὶ τὴν εὐλογημένη συζυγία. Τὴν συζυγία ὅπως τὴν θέλει ὁ Θεὸς καὶ ὅπως τὴν κηρύσσουν οἱ θεοφόροι πατέρες. Τί εἶναι ἐκεῖνο, ἀλήθεια, ποὺ ἐμποδίζει τὸ ὀρθοτομεῖν στὰ ζητήματα αὐτὰ μὲ ἀποτέλεσμα, σὺν τοῖς ἄλλοις, νὰ ἔχουν λιγοστεύσει ἕως σημείου κρίσεως οἱ νέοι ἄνευ κολλημάτων ἱερωσύνης;
Τί εἶναι αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἐμποδίζει τοὺς ἰθύνοντας νὰ κηρύξουν ἐπιτέλους εὐθαρσῶς στὸ ποίμνιο, ποὺ ἔχουν χρεωθεῖ στὸ πετραχή- λι καὶ στὸ ὠμοφόριό τους, αὐτὰ ποὺ τόσο ξεκάθαρα τονίζει ὁ Ἀπ. Παῦλος; Μήπως ὑπάρχουν ψυχολογικὰ πλέγματα καὶ φόβος ἐναντίον τοῦ μακρὰν τοῦ Θεοῦ κόσμου; Ἢ μήπως ἐνοχὲς περίεργες φράσσουν τὰ στόματα καὶ ρίχνουν σὲ μία δαιμονικὴ “χειμερία νάρκη” τὶς καρδιὲς τῶν “διαδόχων τῶν Ἀποστόλων”, ὅπως ἀρέσκονται νὰ τονίζουν ἑαυτοὺς οἱ ποιμένες; Πολλὰ “μπορεῖ” δύναται κανεὶς νὰ ἐξιχνιάσει καὶ στὸν τομέα αὐτὸ τῆς συγχρόνου ποιμαντικῆς, γιὰ τὴν ὁποία νεώτερος ὅσιος μὲ θλίψη πολλὴ ἐτόνιζε τό: “τυφλὸς δὲ τυφλὸν ἐὰν ὁδηγῇ, ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται” (Ματθ. ιε΄14). Ὅπως καὶ νὰ 'χει, τὸ πρᾶγμα εἶναι σὲ πολὺ χειρότερο κατάντημα ἀπ' ὅσο μπορεῖ κανεὶς νὰ φανταστεῖ, δοθέντος ὅτι καὶ αὐτὲς πλέον οἱ θεολογικὲς (γράφε σκοτολογικὲς) σχολὲς κατήντησαν περίγελως ἀκόμα καὶ τῶν μουσουλμάνων. Οἱ δὲ σοφὲς κεφαλὲς τῶν καθηγητῶν τῶν ψηφισάντων τὶς μουσουλμανικὲς σπουδές, τώρα πλέον εἰς ἔνδειξιν “συναδελφικῆς ἀλληλεγγύης” πρὸς τοὺς μουσουλμάνους καθηγητές, θὰ ἔχουν ἕνα ἀκόμα πρόσθετο ἐπιχείρημα ὑπὲρ τῶν “νεορθοδόξων”, τὴν ἀπόλαυση δηλ. τοῦ ἰδιοτύπου μουσουλμανικοῦ παραδείσου μὲ ὅλα τὰ παρελκόμενα...
Ἀδελφοί μου, ὅσοι πιστοί, ὅσοι ἀνεπηρέαστοι ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου καὶ τῆς “νέας ἐποχῆς”, “Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου”! Ἂς ἀγωνιστοῦμε ὁ καθένας μὲ τὶς δυνάμεις του καὶ τὰ χαρίσμα- τά του καὶ ἂς καταρτίζουμε τὶς ὑπάρξεις μας σὲ “ναοὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος”, “ἐπιτελοῦντες ἁγιοσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ” καὶ ταυτοχρόνως ὀρθοτομοῦντες ἀποστολικῶς καὶ πατροπαραδότως πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν, πολεμώντας σθεναρῶς καὶ ἀκαταπαύστως τὶς πλάνες ποὺ παρεισφρέουν στὴν θεολογία μας καὶ στὴν ὀρθοπραξία μας. Ἀμήν.
Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Mail: ioil.konitsa@gmail.com
Κόνιτσα.
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 06/02/2015, Ακτίνες
Ο ΧΑΡΙΤΙ ΘΕΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ Κ Ο Σ Μ Α Σ
Πρός τούς Παν/τους Ἱεροκήρυκας, Εὐλαβεστάτους Ἱερεῖς, Ὁσιωτάτους Μοναχούς καί Μοναχάς καί τό Χριστεπώνυμον Πλήρωμα τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Εἰσήλθαμε στήν ἁγιασμένη καί ψυχωφελῆ περίοδο τοῦΤριωδίου.
Δέκα ἑβδομάδες πρό τοῦ Πάσχα διαρκεῖ ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου. Διαιρεῖται σέ τρεῖς ἀνίσους ὑποπεριόδους. Τήνπροπαρασκευαστική περίοδο, τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστήκαί τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα.
Ἡ μητέρα μας Ἐκκλησία μέ τήν πνευματοκίνητη σοφία της καί τήν ἄμετρη ἀγάπη της, μᾶς χαρίζει τήν πνευματική αὐτή περίοδο γιά νά ἔλθουμε ὅλοι μας σέ πνευματική περισυλλογή, αὐτοσυγκέντρωσι καί ἀνασυγκρότησι.
Ὅλοι μας γνωρίζουμε ὅτι οἱ βιοτικές μέριμνες, οἱ καθημερινές ἀσχολίες μέ τά ὑλικοσωματικά μᾶς δημιουργοῦν πνευματική νάρκη.
Αὐτή ἡ νάρκη, ἡ χαλάρωσι καί ἡ πνευματική ὑπνηλία, ἄν δέν ἀντιμετωπισθοῦν ἐγκαίρως, θά φέρουν ψυχική ἀτονία, πνευματική θόλωσι καί φθορά, ὀλίσθημα ψυχικοῦ θανάτου.
Γιά νά προλάβη ἡ Ἐκκλησία μας τήν ψυχοκτόνο αὐτή κατάστασι, ἐθέσπισε καί προσφέρει τήν περίοδο τοῦ Τριωδίου.
Κι ἐμεῖς, συνειδητά, πνευματικά παιδιά τῆς Ἐκκλησίας μας ὀφείλουμε μέ εὐγνωμοσύνη νά δεχθοῦμε, νά γνωρίσουμε τήν εὐλογημένη αὐτή περίοδο καί νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι εἶναι περίοδος κατ’ ἐξοχήν πνευματική, περίοδος ἀνανήψεως, συναισθήσεως, εἰλικρινοῦς μετανοίας καί ἀνακαινίσεως.
Εἶναι περίοδος ἐγκρατείας, προσευχῆς, συνδιαλλαγῆς, συγχωρήσεως, συμφιλιώσεως μέ ὅσους τυχόν ψυχρανθήκαμε.
Εἶναι ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου καί μάλιστα ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή στάδιον πνευματικῶν ἀγώνων γιά νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη μας καί τίς ἀδυναμίες μας, νά καλλιεργήσουμε ἀρετές, ὅπως ἡ ταπείνωσι, ἡ ἀγάπη, ἡ ἐλεημοσύνη, νά εὐτρεπίσουμε ἑαυτούς ὥστε ἕτοιμοι νά ἀνέλθουμε στόν φρικτό Γολγοθά, νά φθάσουμε στόν Ζωοδόχο Τάφο τοῦ Κυρίου μας, τήν Κυριακή της Ἀναστάσεως, νά προσέλθουμε «ψυχαῖς καθαραῖς καί ἀρειπώτοις χείλεσι» στήν μυστική Τράπεζα, νά κοινωνήσουμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον».
Γιά νά τά ἐπιτύχουμε ὅμως ὅλα αὐτά, εἶναι ἀνάγκη νά συναισθανθοῦμε «τά πλήθη τῶν πεπραγμένων μας δεινῶν». Νά ἐννοήσουμε καί νά πιστέψουμε τήν ἀνάγκη τοῦ προσωπικοῦ μας καθαρισμοῦ, τῆς ἐξαγνίσεώς μας, διά τῆς μετανοίας καί τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως.
Ὁ Ζωοδότης Κύριος, ὁ ὁποῖος γιά μᾶς ἑκουσίως ἀνέβηκε στό Σταυρό παραγγέλλει «πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν» (Πράξ. 12, 30) καί εἶναι ἕτοιμος νά ἀνοίξει τά ματωμένα χέρια του νά μᾶς δεχθῆ.
Γι’ αὐτό, ἐφέτος, ἄς σπάσουμε τά δεσμά τοῦ ἐγωισμοῦ καί τῆς ὑπερηφανίας. Ἄς μιμηθοῦμε τήν ταπείνωσι τοῦ Τελώνου, τήν συναίσθησι τοῦ Ἀσώτου Υἱοῦ τῆς Παραβολῆς, ἄς θελήσουμε νά ζήσουμε τόν πνευματικό πλοῦτο τοῦ Τριωδίου γιά νά φθάσουμε στή σωτήριο μετάνοια.
Κατά τήν διάρκεια τοῦ Τριωδίου προσφέρονται πλοῦτος, θησαυρός μηνυμάτων μετανοίας. Ἐκλεκτά ἁγιογραφικά ἀναγνώσματα ἀπό τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, γλυκύτατοι, κατανυκτικοί ὕμνοι, κατανυκτικές ἀκολουθίες, ὅπως εἶναι οἱ κατανυκτικοί Ἑσπερινοί, τό Μεγάλο Ἀπόδειπνο, ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων, ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἀλλά καί ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος ὁδηγοῦν τίς καρδιές τῶν πιστῶν τέκνων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας στήν κατάνυξι, στήν ἀφύπνισι, στήν καλή ἀρχή τῆς μετανοίας.
Ὅποιος μελετήσει προσεκτικά τό Τριώδιο θά δεῖ μέ πόση σοφία εἶναι ἁρμοσμένη ὅλη ἡ ἀρχιτεκτονική της πνευματικῆς οἰκοδομῆς καί τῆς βιώσεώς του.
Ποτέ δέν θά ἦταν δυνατόν νά βρεθῆ καλύτερος πνευματικός δρόμος γιά τόν ὀρθόδοξο χριστιανό, προκειμένου νά φθάση στόν ἄξιο ἑορτασμό τοῦ Σταυρώσιμου καί Ἀναστάσιμου Πάσχα, ἀλλά καί νά ἀναγεννηθεῖ πνευματικά.
Μέ πατρική ἀγάπη παρακαλῶ καί προτρέπω, ἀγαπητοί, νά ζήσουμε συνειδητά ἐφέτος ὅλοι μας τήν κατανυκτική περίοδο τοῦ Τριωδίου.
Δυστυχῶς ὁ πολύς κόσμος συνδέει τό Τριώδιο μέ κοσμικές, καρναβαλικές ἐκδηλώσεις, μέ χορούς, ξεφαντώματα, μεταμφιέσεις καί παρόμοια.
Ὅλα αὐτά δέν ἔχουν σχέσι μέ τό πνεῦμα καί τό σκοπό τοῦ Τριωδίου.
Εἶναι ὑπολείμματα εἰδωλολατρικῶν ἐθίμων, μᾶς κοσμικοποιοῦν, μᾶς ὁδηγοῦν σέ σύγχυσι, μᾶς ἀποπροσανατολίζουν, μᾶς ὁδηγοῦν στήν διακονία τῆς κραιπάλης, τῆς μέθης, τῆς ἀκολασίας.
Ὁ διάβολος κάνει «θαυμάσια» τό ἀνθρωποκτόνο ἔργο του μέ τίς κοσμικές αὐτές ἐκδηλώσεις. Ὅσοι πιστοί χριστιανοί θέλουν νά ζοῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά ἁγιάζωνται καί νά φθάνουν ἄξιοι προσκυνηταί στό Πάσχα δέν μποροῦν νά συμμετέχουν στά εἰδωλολατρικά καί σατανικά αὐτά ἔργα.
Ἀλήθεια, σκέπτονται καί ἐνεργοῦν μέ ἀγάπη στό συνάνθρωπο αὐτοί πού ὀργανώνουν τίς πολυέξοδες αὐτέςἐκδηλώσεις;
Οἱ ἀδελφοί μας πεινοῦν καί στεροῦνται καί τῶν πλέον ἀπαραιτήτων καί αὐτοί κατασπαταλοῦν τόσα ποσά στό βωμό τῆς ἠδονοθηρίας, τῆς σαρκολατρείας καί τῆς δῆθεν «διασκεδάσεως».
Ἀγαπητοί, σταυροφορία πνευματική ἄς κάνουμε ἐφέτος γιά νά ζήσουμε τό Τριώδιο μέ τό Χριστό μέσα στήν Ἐκκλησία μας, νά ζήσουμε τή μετάνοια καί ἄξια νά φθάσουμε στό Πάσχα, ἀλλά καί νά δώσουμε παράδειγμα, χαρά καί ἀλληλεγγύη στούς συνανθρώπους μας.
Καλό καί εὐλογημένο Τριώδιο.
Μετ’ εὐχῶν
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΚΟΣΜΑΣ
Πηγή: Θρησκευτικά
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...